Παρασκευή 31 Μαρτίου 2017

Γιατί με τον Ζαχαριάδη ενάντια στον Πλουμπίδη





Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής



Μισό αιώνα μετά τα πολιτικά τέλη  του Νίκου Ζαχαριάδη και του Νίκου Πλουμπίδη κάποιοι επιμένουμε να συζητάμε, να διαφωνούμε, να διαπληκτιζόμαστε γι' αυτούς. 
Γιατί; θα απορήσει κάποιος. Και πολλοί άλλοι, πριν απορήσουν, θα έχουν ήδη σκεφτεί ότι, αυτή η ιστορία είναι αδιέξοδη, αφορά το παρελθόν και δείχνει μεν πού μπορεί να φτάσουν οι άνθρωποι αλλά δεν τους εφοδιάζει με χρήσιμα στοιχεία ικανά να τους εξυπηρετούν στα σημερινά τους προβλήματα, στα σημερινά αδιέξοδα, ατομικά και συλλογικά. 
Άλλοι θα ταχθούν με τον έναν. Οι πιο πολλοί θα ταχθούν με το "θύμα", που υποτίθεται πως είναι ο Πλουμπίδης.  Άλλοι θα προσπαθήσουν να τα μπαλώσουν όπως όπως, υπονοώντας ότι η σύγκρουση των δύο ανδρών ήταν κάτι σαν "παραξήγηση", σαν μια "κακιά στιγμή" δύο μεγάλων ηγετών στις συνθήκες της ήττας. Οι εχθροί του Κομμουνιστικού Κόμματος θα αποδώσουν τη "φαγωμάρα" αυτή στο ποιόν των κομμουνιστών. Οι φίλοι του ΚΚΕ θα αποδώσουν την απαξιωτική αυτή ετυμηγορία στην εμπάθεια των αντιπάλων, στις επιλογές που έχουν κάνει στη ζωή τους κλπ.


Εγώ θα πω εδώ γιατί θεωρώ απαραίτητο και εξόχως σημαντικό να "σκαλίζουμε τις πληγές"αυτές. Γιατί χρειάζεται να ταχθούμε με το ένα μέρος και να αντιταχθούμε στο άλλο σαν να πρόκειται η ψηφοφορία να γίνεται τώρα, εμείς να είμαστε μέλη του Κόμματος και οι εξεταζόμενοι να βρίσκονται ενώπιόν μας.  Γιατί δεν πρέπει να τα κουκουλώσουμε ακόμη μία φορά. 



Θα πω επίσης γιατί είναι απαραίτητο να ταχθούμε με τον Ζαχαριάδη και όχι με τον Πλουμπίδη και γιατί αυτό είναι απαραίτητο εφόσον θέλουμε να κάνει η Ελλάδα μια νέα αρχή, όποια αρχή νομίζει ο καθένας, ακόμη κι αν η αρχή αυτή δεν είναι καθόλου συγγενής με τον Κομμουνισμό, όπως τον πρεσβεύει το ΚΚΕ του Ζαχαριάδη, του Φλωράκη ή του Κουτσούμπα, ακόμη κι αν πιστεύει ότι η ιστορία ολοκληρώνεται ("τελειώνει") με τον καπιταλισμό ή, ακόμη χειρότερα, με τη Νεοτερικότητα και ό,τι άλλο προέκυψε από τον Διαφωτισμό. 





Γιατί λοιπόν με τον Ζαχαριάδη ενάντια στον Πλουμπίδη;





Πρώτον:



Η σύγκρουση των δυο ανδρών δεν είναι μια "παρεξήγηση"! Κάτι σαν τον "Παιραιώτη" και τον "Κοκκινιώτη" επί το τραγικότερο. Δεν αφορά προσωπικά ζητήματα και δεν προέκυψε από την αντιπάθεια δύο ανθρώπων. Ακόμα κι αν εκεί κατέληξε, η αφετηρία της ήταν πολύ πολύ διαφορετική. Αυτό αποδεικνύεται περίτρανα από την ένταση και τη μορφή που πήρε η σύγκρουση και από το γεγονός επίσης ότι ενέπλεξε, αφενός έναν μεγάλο αριθμό ανθρώπων και, αφετέρου, το ίδιο το Κόμμα, καθορίζοντας, μάλιστα, την τύχη του. 

Αν ήταν προσωπικά ζητήματα ή ζητήματα ερμηνείας του "επιστημονικού" Μαρξισμού- Λενινισμού, θα υπήρχε τρόπος να ξεπεραστούν ώστε να μη βλάψουν το Κόμμα και τους συντρόφους. Εφόσον και οι δύο πιστεύουν ότι ο Μαρξισμός - Λενινισμός είναι η επιστήμη της αλλαγής της κοινωνίας πώς δικαιολογούν στους εαυτούς τους τις τόσο διαφορετικές απόψεις και, μάλιστα, από την πρώτη στιγμή που ο ένας συναντά την άποψη του άλλου, ο νους του δεν πάει πουθενά αλλού παρά μόνο σε εχθρική ενέργεια και διείσδυση; 
Αν ήταν προσωπικό το ζήτημα  και όχι βαθύτερη διαφωνία η αγάπη τους για το Κόμμα δεν θα τους το επέτρεπε να φτάσουν στα άκρα. Κι αν τελικά οι ίδιοι αποτύγχαναν στην προσέγγιση, θα επιτύγχαναν  οι πολιτικοί τους επίγονοι και θα έλυναν οριστικά τη διαφορά. Έξι δεκαετίες όμως μετά, βλέπουμε ότι οι πολιτικές τους πλατφόρμες παραμένουν συμπαγείς και φέρονται αυτούσιες σχεδόν από τους πολιτικούς επιγόνους ακόμα κι όταν οι Ζαχαριαδικοί δεν παραλείπουν να εξάρουν τον Πλουμπίδη ως μεγάλο κομμουνιστή ηγέτη. 


(Οι Πλουμπιδικοί δεν κάνουν τέτοιες παραχωρήσεις στον Ζαχαριάδη, εξακολουθούν και τον θεωρούν βδέλυγμα και, φυσικά, δεν διατηρούν καμιά συμπάθεια ως προς το ΚΚΕ και την ένδοξη ιστορία του. Τα όποια στοιχεία, της εποποιίας αυτής, τούς χρειάζονται για την καταξίωση της δικής τους "ιστορικής" πορείας, τα αποκόπτουν από την ιστορία του ΚΚΕ, τα απονευρώνουν και τα αντιπαραθέτουν στο Κόμμα. Δεν είναι παράξενο αυτό. Εξηγείται από το ότι θεωρούν τις απόψεις τους κυρίαρχες, θεωρούν ότι κατίσχυσαν και ότι ελέγχουν το πεδίο της μάχης. Ξετσιπώνονται δε έτι περαιτέρω καθώς βλέπουν τους Ζαχαριαδικούς να λιβανίζουν με τα καλύτερα λιβάνια τον αντίπαλο του Ζαχαριάδη και να μην εννοούν να αποστούν απ' αυτόν. Αντίθετα, οι Ζαχαριαδικοί, καθόλου δεν προβληματίζονται και δεν ανησυχούν που το μέτωπο των Πλουμπιδικών περιλαμβάνει τους πιο ξεφωνημένους εχθρούς κάθε μεγάλης εθνικής και δημοκρατικής κατάκτησης αυτού του λαού.)



Και όχι μόνο αυτό. Η ουσία της πολιτικής τους σκέψης, βγαίνει από τα όρια της Αριστεράς και κατακυριεύει όλη την πολιτική ζωή. Όλες οι πολιτικές φατρίες (δεν μιλάμε πια στις μέρες μας για κόμματα αλλά για "άπειρες" φατρίες παντού μέσα στα κόμματα). Ως "ουσία" της πολιτικής τους σκέψης εννοώ τον τρόπο που διαχειρίζονται τις τρεις διαστάσεις του χρόνου, το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Ήδη ξεκινήσαμε την ανάλυση προσπαθώντας να βγάλουμε συμπεράσματα από το παρελθόν για να μας βοηθήσουν, με τη σειρά τους, στο παρόν και στο μέλλον. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι τα συμπεράσματα αυτά είναι ένα είδος νάρθηκα ή μια συνταγή για το παρόν και το μέλλον. Για την ακρίβεια, ακόμα κι αν βγάλουμε σωστά κι ολόσωστα συμπεράσματα από το παρελθόν, το πώς θα τα συνυπολογίσουμε και το πώς θα τα συμπεριλάβουμε στα πολιτικά μας προγράμματα είναι άλλο θέμα. Αν αυτή η ένταξη και ο συνυπολογισμός δεν γίνει με τον σωστό τρόπο το αποτέλεσμα που θα προκύψει θα είναι εντελώς λάθος. 



Δεύτερον:



Οι δύο θανάσιμοι αντίπαλοι συγκρούονται γιατί στα πρόσωπά τους συγκρούονται θανάσιμα δύο διαφορετικές αντιλήψεις του Κόσμου, της ζωής, του θανάτου, του ατομικού, του συλλογικού, της κοινωνίας, της προόδου, τελικά του χρόνου και των τριών υποστάσεών του. Συγκρούονται εν πολλοίς δύο διαφορετικές οντολογίες, δύο αντιλήψεις που μας κάνουν να είμαστε ό,τι είμαστε. Η πλήρης αποκάλυψη της σύγκρουσης αυτής γίνεται στην αρχή της δεκαετίας του '40, την τρίτη κιόλας μέρα του ελληνοϊταλικού πολέμου. 

Οι δύο πολιτικοί άνδρες καλούνται να χαράξουν γραμμή σε μια στιγμή που δεν υπάρχουν έτοιμες συνταγές και δεν μπορούν να στηριχτούν σε προ-ετοιμασμένες αντιλήψεις. Ο ένας, ο Πλουμπίδης, χρησιμοποιεί το παρελθόν για να καθορίσει τα καθήκοντα του παρόντος, αγνοώντας τι αυτό θα προκαλέσει στο μέλλον. 
Ο άλλος, ο Ζαχαριάδης, καθορίζει τα καθήκοντα του παρόντος σύμφωνα με τις ανάγκες που εκείνη τη στιγμή διαμορφώνονται και προβάλλει τα καθήκοντα του μέλλοντος για να θεραπεύσει τις πληγές που έχει δημιουργήσει το παρελθόν. Δεν ξεκινάει από το παρελθόν, ιστορικίστικα και γραμμικά, για να έρθει στο παρόν και μετά να "χαράξει" το μέλλον. Αντίθετα με τους στίχους του Νιόνιου, "αφού κι αυτό το αύριο το αλάνι/ όργανο του κόμματος το έχεις κάνει", ο Ζαχαριάδης τις πρώτες μέρες του ελληνοϊταλικού πολέμου, μέσα από τη φυλακή, φαίνεται σαν να "ξεχνάει" και το μέλλον και το παρελθόν.  Επικεντρώνεται στο παρόν. Δεν κάνει καμιά άλλη πολιτική ανάλυση παρά μόνο για ό,τι αφορά τον πόλεμο που έχει ξεσπάσει. Το τι έγινε στο παρελθόν της Ελλάδας δεν αναφέρεται πουθενά! Ούτε ποιος φταίει ούτε πως θα τιμωρηθεί. Σε λίγε μόνο γραμμές καθορίζει τι πρέπει να γίνει εκείνη τη στιγμή και την αμέσως επόμενη. Ο τρόπος, μάλιστα, που καθορίζει τα καθήκοντα του Νυν αφήνει περιθώρια στους φταίχτες του χθες για εξιλέωση. Το παρελθόν δεν εμφανίζεται πουθενά στο κείμενο. Το μέλλον εμφανίζεται δευτερευόντως, στην αίσια εκδοχή του και με τη μορφή του επάθλου..."έπαθλο θα είναι μια νέα Ελλάδα....". Το μέλλον, δηλαδή, στον χρόνο του Ζαχαριάδη είναι απόλυτα εξαρτημένο από το πόσο το έθνος θ' αψηφίσει τις θυσίες και το πόσο θ' αγωνιστή "σπίτι το σπίτι, καλύβα την καλύβα". Αν αγωνιστεί σωστά και αρκετά τότε θα λάβει το έπαθλο και το μέλλον θα είναι αίσιο! Αν δεν αγωνιστεί σωστά το μέλλον δεν θα είναι αίσιο. Αυτό δεν το γράφει αλλά σαφώς το εννοεί. Δεν θέλει να τρομοκρατήσει με το χειρότερο σενάριο (όπως συνηθίζουν να κάνουν σήμερα δημοσιογράφοι, πολιτικοί και φιλόσοφοι) αλλά θέλει να εμπνεύσει με ένα έπαθλο! Δεν απευθύνεται στον λαό μυκτηρίζοντάς τον που ανέχτηκε τη δικτατορία του Μεταξά αλλά στον Λαό που μπορεί μέσα σε λίγες μέρες να συντρίψει τα σχέδια του Φασισμού και να διαφεντέψει την Πατρίδα του.
Και εκεί, μέσα στο έπαθλο αυτό, εμφανίζεται η θεραπεία των πληγών του παρελθόντος. Το μέλλον θα είναι τελείως διαφορετικό από το παρελθόν και εκεί, χωρίς να το διατυπώνει καν, φαίνεται ο τρόπος που λαμβάνει υπόψη του τα συμπεράσματα του παρελθόντος και ο τρόπος με τον οποία αυτά εντάσσονται στα πολιτικά του σχέδια. 
Αυτοί είναι δύο ριζικά διαφορετικοί τρόποι διαχείρισης των Τριών Διαστάσεων του Χρόνου και είναι προϊόντα των δύο συγκρουόμενων οντολογιών που προαναφέραμε. (Για την τριλεκτική του Χρόνου βλέπε εδώ).
 Η οντολογία του Ζαχαριάδη του επιτρέπει να προκαλέσει ρήξη με το παρελθόν, (ατομικό και συλλογικό-κομματικό) και να θέσει τις βάσεις της εποποιίας, με ιδιοφυή, μάλιστα, τρόπο. Ό,τι είπε σ'αυτό το περιβόητο Γράμμα προς τον Ελληνικό Λαό, έγινε! Λίγοι αξιώθηκαν στην ιστορία μια τέτοια δικαίωση, είτε πολιτικοί ήταν αυτοί είτε στρατιωτικοί. Το πώς, ο Ζαχαριάδης, θεάται τον Κόσμο σε εκείνη τη "οφρύ" του χρόνου, πώς ιεραρχεί τις ανάγκες του αλλά και το πώς απελευθερώνεται απ' αυτές ("ελευθερία είναι η γνώση της αναγκαιότητας" λέει ο Μάρξ αλλά ο Ζαχαριάδης δεν αρκείται σ' αυτό και υπερβαίνει την αναγκαιότητα με την αυθυπέρβαση και την αυτο-θυσία) του επιτρέπουν να ορθώσει το ανάστημα του ανθρώπου κόντρα στους καιρούς και να διαμορφώσει μια καθοδηγητική Ιδέα του Μέλλοντος  ικανή να εμπνεύσει και συσπειρώσει γύρω της όλους τους τίμιους πατριώτες, όλους τους ανθρώπους που θέλουν μια πατρίδα καλύτερη, και από το φρικτό παρελθόν και από το απείρως φρικτότερο παρόν του πολέμου και της κατοχής. 
Το γιατί ο Ελληνικός Λαός συσπειρώθηκε στις λίγες αράδες του Ζαχαριάδη και όχι στα κατεβατά του Πλουμπίδη, δεν είναι τυχαίο. Έχει να κάνει με την οντολογία στην οποία ο λαός αυτός είναι πεπαιδευμένος και γαλουχημένος. Υπάρχει συμβατότητα στο τι φρονούν οι μεν και στο τι τους λέει ο δε. Οπότε συνεννοούνται πλήρως και οι δέκα αράδες γράμματα γίνονται δέκα χρόνια αγώνες και θυσίες για την ελευθερία και την εθνική ανεξαρτησία. Ήταν δε τόσο μεγάλη η σύγκραση του λαού, που αναγορεύεται γρήγορα σε Λαός με κεφαλαίο, και της ηγεσίας ενός μικρού και διαλυμένου κόμματος, που αναγορεύεται άμεσα σε ηγεσία ενός Έθνους, που παρασέρνει ακόμα και τους συντάκτες του επαίσχυντου "Μανιφέστου της Παλαιάς Κεντρικής Επιτροπής", τους απελευθερώνει, και κάποιους, σαν τον Β. Κτιστάκη, τους εξιλεώνει δια παντός βάζοντάς τους στο πάνθεον των Ηρώων. 


Η διαφορετική οντολογία των δύο ανδρών αποκαλύπτεται επίσης καθαρά στη διαφορετική και αντιτιθέμενη στάση τους απέναντι στις δηλώσεις. Ο Ζαχαριάδης δεν εννοεί να αποδεχτεί τη δήλωση ως ελιγμό διαφυγής του κομμουνιστή ακόμη κι όταν την μεταχειρίζεται για να ανασυγκροτήσει το Κόμμα. Έχει ελευθερία από τις "αρχές" του και ξέρει πότε θα κάνει εξαιρέσεις. Πάνω απ' όλα και κόντρα σε ό,τι μας προπαγανδίζουν γι' αυτόν, τολμάει να τις παραβαίνει τόσο που πολλές φορές αυτό φαίνεται ή και πράγματι καταντάει τυχοδιωκτισμός.  Ο Πλουμπίδης και οι υποστηρικτές του είναι αναφανδόν υπέρ των δηλώσεων και καταγγέλλουν τον Ζαχαριάδη για τον "απάνθρωπο δογματισμό του". Ο μεν Ζαχαριάδης, ανεξάρτητα πόσο μπόρεσε να το εφαρμόσει στην πράξη ισορροπώντας ανάμεσα στις συμπληγάδες, προτείνει συλλογικές αρχές, με διάκριση και ελευθερία. Ο δε Πλουμπίδης αντιπαραθέτει κατάργηση των συλλογικών αρχών, άρα και της διάκρισης και της ελευθερίας. Για την ακρίβεια αντικαθιστά τη συλλογική βούληση με την ατομική βουλησιοκρατία. Το ζήτημα των δηλώσεων δεν είναι λοιπόν δευτερεύον ζήτημα αλλά κομβικό στο πώς οι δύο συγκρουόμενες μέσα στο Κόμμα οντολογίες αντιλαμβάνονται το συλλογικό και το ατομικό.



Τρίτον: 



Οι οντολογίες αυτές δεν είναι αμιγείς. Ούτε στην κοινωνία ούτε στα άτομα ούτε, φυσικά, και στους δύο άνδρες που συγκρούονται. Αυτό το γεγονός εξηγεί το ότι και οι δύο, παρά τις κραυγαλαίες διαφορές τους, ομνύουν στην ίδια ιδεολογία. Στον Ζαχαριάδη όμως, η μίξη είναι τέτοια που του επιτρέπει να ξεπερνάει, σε κομβικά σημεία  της ιστορίας, και τα ιδεολογικά στερεότυπα και τις κομματικές δεσμεύσεις. Δεν είναι μόνο το "Γράμμα στον Ελληνικό Λαό" που αποδεικνύει αυτή την ικανότητα του Ζαχαριάδη. Είναι και η θέση του στο 7ο Συνέδριο για τη θέση της Ελλάδας μετά τον Πόλεμο, είναι και η ρήξη του με τους Σοβιετικούς που τον οδήγησε στη Σιβηρία. 

Αντίθετα, τα μεγάλα λάθη του Ζαχαριάδη εκδηλώνονται εκεί ακριβώς οπού δεν ημπορεί να ανακαλέσει την οντολογία της καθ' ημάς ανατολής, εκεί οπού επικρατεί ο μανιχαϊσμός και ο μονοφυσιτισμός της Δύσης μέσα από την αντίστοιχη ερμηνεία του Μαρξισμού-Λενινισμού. 
Η ικανότητα/ανικανότητα αυτή του Ζαχαριάδη δεν είναι κάτι μαγικό. Δεν είναι αυτοφυής και αυτόνομη στο πρόσωπό του αλλά είναι το πρόσωπό του που φυτρώνει και θάλλει στην ελληνική οικουμένη, στην Αδριανούπολη και στο Μοναστήρι, στην Πόλη και στη Νικομήδεια, στην επαναστατημένη ορθόδοξη Ρωσία και στο ταλανισμένο δυτικότροπο ελληνικό κρατικό υβρίδιο. 


Τέταρτον:



Ο Ζαχαριάδης και, κατ' επέκτασιν, το Πολιτικό Γραφείο, έχουν δίκιο σε όλους τους βασικούς ισχυρισμούς τους κατά του Πλουμπίδη. (Το πλήρες κείμενο της απόφασης δημοσιεύεται κάτω από το παρόν).  Από τις είκοσι (20) κατηγορίες για τις οποίες καταγγέλλεται, καθαιρείται και διαγράφεται, οι περισσότερες είναι βάσιμες και μπορεί ο καθένας να τις ελέγξει και να σκεφτεί πάνω στα στοιχεία που έχουν εν τω μεταξύ έρθει στη δημοσιότητα. Και μπορεί να μην έχει κάποιος τη δυνατότητα να ελέγξει την κατηγορία ότι ήταν "γυναικάς" αλλά μπορεί να ελέγξει την κατηγορία ότι ο Πλουμπίδης και ο Μ. Κύρκος αντέδρασαν στην υποψηφιότητα του Μπελογιάννη και των άλλων αγωνιστών στις εκλογές. (Για την υπόθεση Μπελογιάννη βλέπε εδώ) Ή μπορεί να ελέγξει την κατηγορία ότι ο Πλουμπίδης βρίσκεται πίσω από την εκτέλεση του Χρήστου Λαδά. Η ομολογία του Μουτσογιάννη, που επέζησε "επειδή μεταμελήθη" ενώ άλλοι εκτελεστήκανε, κυκλοφορεί παντού στο διαδίκτυο και μπορεί κανείς να την μελετήσει.



(Εδώ ας σημειωθεί ότι όλοι όσοι ξιφουλκούν κατά του ΚΚΕ για την παραπάνω ενέργεια, δεν λένε τίποτα απολύτως ούτε για την ανάμειξη του Πλουμπίδη ούτε βέβαια για την καταγγελία του ΠΓ, πέντε μόλις χρόνια μετά, ως προβοκάτσια)



Ο Ζαχαριάδης λοιπόν, και το ΠΓ, έχει δίκιο σε όλα. Εκτός από ένα. Ενώ από όσα του καταμαρτυρεί φαίνεται ότι τον ανέχεται επί μια και πλέον δεκαετία, αποφεύγει την αντιπαράθεση μαζί του και προσπαθεί να αποσπάσει ό,τι μπορεί περισσότερο (η αναφορά στον Μαλινόφσκι και στο πώς τον αξιοποίησε ο Λένιν που ήξερε ότι ήταν πράκτορας της Οχράνας αυτό υποδηλώνει),  με την υπόθεση Μπελογιάννη σηκώνει το γάντι μιας ακόμη ιταμής πρόκλησης του Πλουμπίδη και μπαίνει στον φαύλο κύκλο του μιμητικού ανταγωνισμού. Ολέθριο λάθος! Εγκαταλείποντας το στέρεο έδαφος της οντολογίας του συναμφότερου και του "ουδέν κακό αμιγές καλού", αρχίζει να "παίζει" στο γήπεδο του αντιπάλου του, εκεί που συμφέρει εκείνον και τους ποικιλώνυμους συμμάχους του. 



Έτσι, από τη μια, όσο βαθαίνει ο μιμητικός ανταγωνισμός εξομοιώνεται με τον αντίπαλό του  και από την άλλη, ο μέχρι εκείνη την ώρα θύτης-Πλουμπίδης γίνεται το θύμα-Πλουμπίδης. Στη θυματοποίηση αυτή ο Πλουμπίδης, όπως είπαμε έχει σπουδαίους συμμάχους. Από τον Πανόπουλο της Ασφάλειας μέχρι την προϊούσα μεταβολή της οντολογίας του Ελληνικού Λαού μετά τον Β' ΠΠ και ειδικά μετά τον Ελληνικό Εμφύλιο. Ο Ελληνικός Λαός, τσακισμένος και βαλλόμενος πανταχόθεν "προσχωρεί"οριστικά, εκών άκων, στον εισαγόμενο και παγκοσμιοποιημένο πλέον πολιτισμό της ΒόρειοΔυτικής Ευρώπης-Βόρειας Αμερικής και πιάνει θέση στο φαύλο καθοδικό σπιράλ: μιμητικός ανταγωνισμός-  μιμητική βία-   αποδιοπομπαίος τράγος. Η σχέση που είχε δημιουργηθεί μεταξύ Λαού και Ηγέτη (ατομικού-Ζαχαριάδης, συλλογικού-ΚΚΕ) σπάει και στο εξής όλο και λιγότερο θα λαμβάνεται υπόψη όχι μόνο από τους απλούς ανθρώπους αλλά και τα ίδια τα μέλη και τα στελέχη του. 



Έτσι θα φτάσει το ΚΚΕ στο 8ο συνέδριό του, όπου διαλύονται όλες οι οργανώσεις βάσης του, για να αρχίσει να ανακάμπτει σχεδόν δύο δεκαετίες μετά και οπωσδήποτε μετά το απονενοημένο διάβημα του ίδιου του Νίκου Ζαχαριάδη (1η Αυγούστου1973). 

Η ανάκαμψη δε αυτή αποδείχτηκε προσωρινή, όχι μόνο για την υποστροφή της, μετά το 1990, ηγεσίας του σε θέσεις σεχταριστικές αλλά και για τη συνεχιζόμενη αποπομπή του ως εξιλαστηρίου θύματος όλων των δεινών της μετά τον πόλεμο εποχής. Η αποπομπή δε αυτή, που παίρνει τη μορφή του "ιστορικού αναθεωρητισμού", εντείνεται παρά το ότι το σημερινό ΚΚΕ απέχοντας από όποια πολιτική συμμαχία, αρνούμενο να στηρίξει οποιαδήποτε απόπειρα διακυβέρνησης της χώρας λίγο πιο έξω από το πολιτικό σύστημα, στην ουσία έχει παραιτηθεί από την πάλη για τη διεκδίκηση της κυβερνητικής εξουσίας, από την πάλη για να καταξιωθεί στον λαό ΚΑΙ ως κόμμα που μπορεί να κυβερνήσει  ανακουφίζοντάς τον από τα βάρη ακόμη στην εποχή του Καπιταλισμού. 


Η "πολιτική" αυτή χωρίς πολιτικό πρόγραμμα, που διεξάγεται μόνο στα δύο, εκατέρωθεν της πολιτικής, πεδία, το συνδικαλιστικό και το ιδεολογικό, με την ηγεσία του να δρα πότε "ως γραμματέας τρέιντ-γιούνιον" και πότε "μπερδεύοντας την πολιτική με την παιδαγωγική", έχει οδηγήσει, το πάλαι ποτέ τιμημένο ΚΚΕ, στην περιθωριοποίηση και την περιχαράκωση και, ούτε λίγο ούτε πολύ, την ηγεσία του στην επαίσχυντη θέση της σιωπηρής συνθηκολόγησης και αφοπλισμού. Είναι σαν να λέει: "από μας θα κινδυνέψετε μόνο όταν τεθεί το ζήτημα της εξουσίας συνολικά, με την εσχατολογική "σοσιαλιστική επανάσταση". Μέχρι τότε εμείς δεν θα συμμετάσχουμε σε κανένα πολιτικό εγχείρημα, δεν θα συμμαχήσουμε με κανέναν που θα μπορούσε να αποσπάσει και το παραμικρό οχύρωμα στο πολυσχιδές και δαιδαλώδες οχυρό της εξουσίας σας". Το κόμμα που δεν ανεχόταν τις δηλώσεις και του δηλωσίες έχει μεταβληθεί ήδη σε "κόμμα δηλωσίας"!!!



 Όλοι οι πραγματικοί αγωνιστές καταλαβαίνουν τι σημαίνει να παραιτείται ένα κόμμα από τις συμμαχίες του αλλά και από το πεδίο όπου διαμορφώνονται οι συμμαχίες, οι εφεδρείες και τα ρήγματα στη διάταξη του αντιπάλου. Όλοι καταλαβαίνουν ότι η "δευτέρα παρουσία" της σοσιαλιστικής επανάστασης που ευαγγελίζεται το σημερινό ΚΚΕ δεν θα έρθει ποτέ ή τουλάχιστον δεν θα έρθει να του χτυπήσει την πόρτα. Ακόμη κι αν ερχόταν, με τη στάση  αυτή το ΚΚΕ, της έμμεσης και σιωπηρής δήλωσης νομιμοφροσύνης, δεν θα μοιάζει καν με τις μωρές παρθένες γιατί  δεν θα του λείπει μόνο το λάδι αλλά και οι λαμπάδες.



Με άλλα λόγια, το πνεύμα της σημερινής πολιτικής του ΚΚΕ δεν μοιάζει με το πνεύμα του "Γράμματος"  του Νίκου Ζαχαριάδη όσο κι αν επικαλείται το όνομά του. Μοιάζει περισσότερο με το πνεύμα του "Μανιφέστου της Παλαιάς ΚΕ" όπου το παρελθόν συντρίβει το παρόν αποπέμποντας το μέλλον στον..."μεταφυσικό χρόνο" της "δευτέρας παρουσίας". Η "θεοποίηση" του θύματος σε δεύτερο χρόνο,( όπως επιτάσσει ο φαύλος κύκλος του θυσιαστικού μηχανισμού) εν προκειμένω του Πλουμπίδη που "άδικα" υπέστη τις διώξεις του "τέρατος" Ζαχαριάδη έχει συντελεστεί πλήρως ενώ η "θεοποίηση" του Ζαχαριάδη δεν μπορεί να συντελεστεί για δεύτερη φορά όσο κυριαρχεί η άποψη ότι είναι "θύτης".



Πέμπτον: 



Ο Ζαχαριάδης όμως δεν είναι απ' την αρχή θύτης. Γίνεται στο τέλος υποκύπτοντας, κακήν κακώς, στον μιμητικό ανταγωνισμό, στη μιμητική βία του αντιπάλου του και προβαίνει με τη σειρά του στην αποπομπή του Πλουμπίδη ως εξιλαστήριου θύματος. Όταν, όπως είπαμε, σε δεύτερο χρόνο επέρχεται η "θεοποίηση" του "θύματος-Πλουμπίδη" έρχεται και η σειρά της αποπομπής Ζαχαριάδη. Αυτή η αποπομπή φτάνει μέχρι το...Σουργκούτ της Σιβηρίας. Και δεν εξαιρεί ούτε τον ίδιο! Αποπέμπει και ο ίδιος τον εαυτό του εφόσον και η Πατρίδα εξακολουθεί να μην δέχεται να τον δικάσει  δίκαια, είκοσι ολόκληρα χρόνια μετά την πρώτη αίτησή του, αλλά και το κόμμα του δεν εννοεί να πάψει την αποπομπή αυτή. 

Εδώ βλέπουμε την ισχύ του θυσιαστικού μηχανισμού   με έναν όμως ιδιάζοντα τρόπο επειδή ο Ζαχαριάδης είναι φορέας μιας διαφορετικής, από εκείνης του Πλουμπίδη, οντολογίας. Με αυτή την πράξη εξεγείρεται έναντι του κόμματος. Κληροδοτώντας  το κουφάρι του κάνει την έσχατη εξέγερση. Κάτι τέτοιο στον Πλουμπίδη είναι αδιανόητο και όταν  αυτός παρασύρεται από τον θυσιαστικό μηχανισμό, δηλώνει ότι ισχύει ό,τι πει το κόμμα και "αν πει ότι είμαι χαφιές είμαι χαφιές". Περιμένει δε τη δικαίωση μετά θάνατον και πάλι από το ίδιο το κόμμα το οποίο πια έχει δική του μεταφυσική οντότητα. Ακριβώς αυτό είναι και το σημείο που εξάρουν οι κομματικοί κομμουνιστές θεωρώντας ότι πρόκειται για τη λυδία λίθο της επαναστατικότητας. Παραγνωρίζουν όμως ότι  αληθινοί επαναστάτες ήταν εκείνοι που σήκωσαν ανάστημα όχι μόνο έναντι της κοινωνίας αλλά και έναντι του ίδιου τους του κόμματος μη χαριζόμενοι ούτε (και κυρίως) στον εαυτό τους. Βέβαια έχουν ένα μέρος δίκιο. Τα μεγάλα εγχειρήματα για την κοινωνική αλλαγή απαιτούν η θέληση του συλλογικού να είναι και η θέληση των ατόμων που το απαρτίζουν και η θέληση του κάθε ατόμου να γίνεται θέληση του συλλογικού. Είναι άλλο πράγμα όμως η εξασφάλιση αυτής της θέλησης μέσα από την αναζήτηση και εμπέδωση μιας ενιαίας οντολογίας και άλλο πράγμα η υποκατάσταση της οντολογίας με την υποταγή και την ισοπέδωση του ατόμου από την ομάδα. 


Η ισχύς του θυσιαστικού μηχανισμού φαίνεται και σε μας τους ίδιους. Οι άνθρωποι μάλιστα που εξακολουθούν να πιστεύουν στο ΚΚΕ και στην "επιστημονικότητα" των αναλύσεών του, όταν συζητούν για τους δύο αντιπάλους δεν αναφέρονται ποτέ στην απόφαση του Πολιτικού Γραφείου για τον Πλουμπίδη τον Ιούλιο του '52. Επειδή δε, η μιμητική βία, έφτασε και σε καλλιτεχνικά ύψη (δεν είναι ειρωνικός ο όρος και υπολήπτομαι πέρα για πέρα τον Μάνο Ελευθερίου και τη μουσική επένδυση του Θ. Μικρούτσικου) και τραγουδήθηκε ευρέως το "τη νύχτα που δικάζουν τον Πλουμπίδη/ οι λύκοι αγκαλιά με τα σκυλιά", ο καθένας φοβάται να κρίνει ελεύθερα τον Πλουμπίδη γιατί ενδεχομένως να του προσάψουν ότι είναι το σκυλί που αγκαλιάζει τους λύκους. Το ότι οι λύκοι ήδη έχουν αγκαλιάσει τα σκυλιά που φυλάνε τον κατασκευασμένο μύθο του Πλουμπίδη δεν ενοχλεί κανέναν. 

Και εν πάση περιπτώσει η άρση του θυσιαστικού μηχανισμού, το σπάσιμο του φαύλου θυσιαστικού κύκλου, όπου ο ένας εκβάλλει τον άλλον ες αεί,  επιτυγχάνεται μέσα από του "στραβού το δίκιο". Έχει και ο "στραβός" Ζαχαριάδης το δίκιο του και δεν μπορεί οι άνθρωποι που θεωρούν τον εαυτό τους ταγμένο στην υπόθεση της γης των κολασμένων να του το ποδοπατάνε.




Στη συνέχεια δημοσιεύονται:

1) Οι δύο αποφάσεις του ΚΚΕ για τον Πλουμπίδη από τα Επίσημα Κείμενα του Κόμματος. Η μία τον Ιούλιο του 1952 και η άλλη τον  Αύγουστο του 1958.  Η μία τον καταγγέλλει και τον καθαιρεί με είκοσι κατηγορίες και η άλλη που τον αποκαθιστά δεν μπαίνει στον κόπο να αναιρέσει έστω και μία απ' τις κατηγορίες αυτές. Αντίθετα με ό,τι πιστεύεται, δεν είναι επαίσχυντη η πρώτη που καλώς ή κακώς εδράζεται σε κάποια επιχειρήματα και κάποιο σκεπτικό. Είναι η δεύτερη που αγνοώντας όλα αυτά που προηγήθηκαν, τόσο αίμα και τόσες τραγωδίες, ανατρέπει την προηγούμενη χωρίς κανένα επιχείρημα και χωρίς κανένα σκεπτικό! Σε μια εποχή μάλιστα που οι συνθήκες επέτρεπαν τη συζήτηση πολύ περισσότερο από την εποχή της πρώτης. Απέραντη περιφρόνηση των μελών, στελεχών και οπαδών του Κόμματος, απόλυτος απρόσωπος πυραμιδικός δεσποτισμός. "Εμείς λέμε ότι δεν υφίσταται ζήτημα και εσάς δεν σας πέφτει λόγος ούτε και χρειάζεται να ξέρετε το πώς και το γιατί"! Αυτά από εκείνους που θεωρούσαν τον Ζαχαριάδη εχθρό της εσωκομματικής δημοκρατίας και της διαφάνειας.

2) Τα δύο κείμενα των Ζαχαριάδη και Πλουμπίδη. Το πρώτο, του Ζαχαριάδη, είναι το "Γράμμα" και το  δεύτερο, του Πλουμπίδη, είναι το "Μανιφέστο της Παλαιάς ΚΕ". Όπως δημοσιεύονται στα Επίσημα Κείμενα του ΚΚΕ. Για περισσότερα πάνω στα κείμενα αυτά και στις διαφορές τους βλέπε εδώ



879

Απόφαση του Πολιτικού Γραφείου της ΚΕ του ΚΚΕ

Για τον Νίκο Πλουμπίδη (Μπάρμπα)

1. Το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ εξετάζει, δυο χρόνια τώρα, την υπόθεση του Νίκου Πλουμπίδη (Μπάρμπα), δασκάλου και μέλους της ΚΕ του ΚΚΕ. Τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν σε βάρος του αποδείχνουν κατά τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ότι ο Νίκος Πλουμπίδης ή Μπάρμπας είναι παλιός προβοκάτορας στο ΚΚΕ, ίσως ένας απ' αυτούς που με τη δημιουργία της Αστυνομίας Πόλεων η αγγλική αστυνομική αποστολή κατάρτισε και έστειλε στο ΚΚΕ, της σειράς Μάθεση-Σιάντου-Βαφειάδη-Καραγιώργη.
Ο Ν. Πλουμπίδης προωθήθηκε στο ΚΚΕ απ' τη συνδικαλιστική-δημοσιοϋπαλληλική πλευρά. Εμφανίστηκε στην Αθήνα στα χρόνια της φραξιονιστικής πάλης 1929-1931, όπου πήρε δραστήρια μέρος. Τον ήξερε και τον εκτιμούσε ο αποστάτης Σκλάβαινας. Με τη μεσολάβηση του Πλουμπίδη ο Σκλάβαινας έβρισκε σπίτια για τις συνεδριάσεις και το μηχανισμό του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ. Ο Πλουμπίδης δούλεψε στην Κεντρική Υπαλληλική Επιτροπή, στην ΚΟ Αθήνας μαζί με τον Ασημίδη και στην Εκτελεστική Επιτροπή της ΕΓΣΕΕ. Στο 6° Συνέδριο του ΚΚΕ (Δεκέμβρης 1935) εκλέχτηκε αναπληρωματικό μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ. Ο ίδιος στη βιογραφία του αναγνωρίζει ότι μπήκε στο κίνημα το 1929 και «τυπικά» ήταν απ' τις αρχές του 1926. Ενώ παλιότερα κορόιδευε το Κόμμα για ανύπαρκτη δράση του στη Θεσσαλία κλπ. Είναι παραμύθια ότι υπόφερε πολλά στη ζωή του, έφαγε πολύ ξύλο, έγινε φυματικός, και άλλα παρόμοια.
Στο κόμμα ο Ν. Πλουμπίδης δημιούργησε και καλλιέργησε τη φήμη του «μάρτυρα-φυματικού» και του στυλοβάτη του ΚΚΕ. Το πρόσχημα του επαγγελματία φυματικού, που έκανε στο κίνημα, το χρησιμοποίησε για να κάνει πιο καλά τη δουλειά του. Η προβοκατόρικη δράση του Ν. Πλουμπίδη ξεδιαλύνεται, κυρίως από την 4η Αυγούστου (μεταξική δικτατορία) και μετά. Από τότες προβοκατόρικη και χαφιέδικη είναι όλη η δουλειά του. Παραδίνει στην ασφάλεια ανώτερα στελέχη του ΚΚΕ, διαστρεβλώνει συνειδητά τη γραμμή του ΚΚΕ σε δύσκολες για το Κόμμα μας στιγμές και, με τα διάφορα στραπατσαρίσματα της πολιτικής του ΚΚΕ, τις κωλυσιεργίες του, τις διαβολές του και τις προβοκάτσιες, κάνει, όσο του επιτρέπουν οι συνθήκες, συνέχεια ζημιά στο κόμμα. Ο Ν. Πλουμπίδης βοήθησε από τη δικιά του μεριά τους άλλους προβοκάτορες Μάθεση-Σιάντο κλπ. να κάνουν τη χαφιέδικη τους δουλειά στο ΚΚΕ. Με πρόταση του Σιάντου ο Πλουμπίδης μπήκε στα 1938 στο ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ. Με πρόταση πάλι του Σιάντου ξαναμπήκε στο ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ το 1942 και έμεινε μέχρι τον Απρίλη 1945.
2. Τα στοιχεία, που δείχνουν τον προβοκατόρικο ρόλο του Ν. Πλουμπίδη στο ΚΚΕ, είναι τα παρακάτω:
Πρώτο: Στα 1937-39 βοήθησε στα χτυπήματα που έδωσαν οι Σιάντος-Μάθεσης κατά του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ και του κεντρικού μηχανισμού του κόμματος. Παράδινε τα στελέχη του κόμματος στην ασφάλεια και παρουσιάζονταν ότι είναι «άρρωστος», «ετοιμοθάνατος» κλπ. και γυρνούσε ελεύθερος, από σανατόριο σε σανατόριο. Για να κρύψει τη βρομερή δουλειά του έπαιξε σπουδαίο ρόλο στη συκοφάντηση και εξόντωση του Δαμασκόπουλου. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Πλουμπίδης κάθησε μόνο δυο μέρες στη φυλακή, πριν τη δικτατορία και όταν πιάστηκε το 1939 στάλθηκε στις φυλακές του σανατόριου «Σωτηρία» και μετά εξορία στην πατρίδα του Τρίπολη για να τον διευκολύνουν να «δραπετεύσει».

Δεύτερο: Ο Ν. Πλουμπίδης πήρε υπό την προστασία του και ενίσχυσε λυσσασμένα στα χρόνια 1939-40-41 την παλιά «Κεντρική Επιτροπή» που είχε επικεφαλής τους προβοκάτορες Μάθεση-Παπαγιάννη και που μαζί με την άλλη χαφιέδικη σπείρα της «Προσωρινής Διοίκησης» του Τυρίμου-Μιχελίδη κλπ. παρουσιάζονταν σαν εκπρόσωποι της καθοδήγησης του ΚΚΕ και στην πράξη εφάρμοζαν την αγγλική γραμμή του Μεταξά-Μανιαδάκη και διάλυσαν τις οργανώσεις του ΚΚΕ, παραδίνοντας στην ασφάλεια όλους τους αγωνιστές μας. Ο Ν. Πλουμπίδης έκανε τότες μεγάλη φραξιονιστική προσπάθεια για να πείσει ιδιαίτερα τους φυλακισμένους-εξόριστους αγωνιστές του ΚΚΕ, για να υποστηρίξουν τη χαφιέδικη παλιά «Κεντρική Επιτροπή».

Τρίτο: Ιδιαίτερα καθαρός είναι ο ρόλος του Ν. Πλουμπίδη στην προδοσία και ματαίωση της αποστολής του Γιάννη Μιχαηλίδη απ' την Κέρκυρα στα 1939. Έτσι εμπόδισε την προσπάθεια που έκανε τότες το κόμμα μας για να απομονώσει τον Μάθεση και τους άλλους χαφιέδες. Ο Πλουμπίδης πρόδωσε τον Γιάννη Μιχαηλίδη που μετά τη σύλληψη του πρόδωσε και πέρασε με το μέρος του ταξικού εχθρού. Η σύλληψη του Πλουμπίδη από την ασφάλεία στα 1939 έγινε για καμουφλάζ. Αφού παράδωσε τον Μιχαηλίδη και για να καλυφθεί η πράξη του αυτή, που ήταν πολύ χτυπητή.

Τέταρτο: Ο Ν. Πλουμπίδης διαφώνησε με το ανοιχτό γράμμα του σ. Ν. Ζαχαριάδη το 1940, που καθόριζε τότε τη σωστή γραμμή του ΚΚΕ ενάντια στη φασιστική επιδρομή του Μουσολίνι, υποστήριξε ότι το γράμμα ήταν πλαστό και παρουσιάστηκε σαν υπερασπιστής του ΚΚΕ απ' τα «αριστερά». Έτσι δημιουργούσε σύγχυση στο κόμμα και στο κίνημα και για τον εαυτό του πολιτική αίγλη ορθόδοξου «στυλοβάτη» του κόμματος. Αργότερα στα 1942, για να εξαπατήσει το κόμμα «παραδέχτηκε» με υποκριτικό γράμμα στον παράνομο «Ρίζο» ότι έκανε λάθος, ότι «παρασύρθηκε» και είπε πως το γράμμα του σ. Ν. Ζαχαριάδη είναι πλαστό.

Πέμπτο: Στην περίοδο της πρώτης κατοχής καλλιεργούσε τη διαφθορά στην Κ. Οργάνωση της Αθήνας, που την καθοδηγούσε μέχρι τον Απρίλη 1943, συγκέντρωνε στα καθοδηγητικά πόστα της οργάνωσης αυτής όλους τους δηλωσίες και τους ύποπτους. (Ο Ν. Πλουμπίδης ενώ παρουσιάζονταν πάντα σαν ηθικολόγος, είχε διεφθαρμένη ατομική ζωή γυναικά και έκφυλου. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα 1930 τα γυναικεία στελέχη του κόμματος στους δασκάλους διαφώνησαν -γι' αυτό- με την πρόταση του Ν. Πυλιώτη να μπει ο Ν.Πλουμπίδης στη διοίκηση της διδασκαλικής Ομοσπονδίας). Κρατούσε στην πρώτη κατοχή στα χέρια του το μηχανισμό του κόμματος, όπου συγκέντρωνε ύποπτα στοιχεία και πράκτορες της Ιντέλιτζενς Σέρβις. Είχε στενές σχέσεις με τον προβοκάτορα πολυεκατομμυριούχο Πετσόπουλο. Ήταν το δεξί χέρι του Σιάντου στη συνειδητή διαστρέβλωση της γενικής γραμμής του ΚΚΕ. Στην απελευθέρωση βοηθούσε «στο όνομα της τάξης» την αστυνομία να διαλύει τις συγκεντρώσεις των εργαζομένων. Επέμβαινε και έσωζε γνωστούς πράκτορες της Γκεσταπό και της Ιντέλιτζενς Σέρβις απ' τη δίκαιη τιμωρία του λαού.

Έκτο: Ο ρόλος του Ν. Πλουμπίδη στην «Οργάνωση Προστασίας Λαϊκών Αγωνιστών» (ΟΠΛΑ), όπου χρημάτισε πρώτος καθοδηγητής της, είναι καθαρά προβοκατόρικος. Απ' την πρώτη στιγμή η ΟΠΛΑ ξέφυγε απ' την αποστολή της. Ο Πλουμπίδης συγκέντρωσε στην ΟΠΛΑ πράκτορες της Ιντέλιτζενς Σέρβις (κρατούσε επαφή με το γνωστό πράκτορα της Ιντέλιτζενς Πελτέκη, με τον Έβερτ κλπ. Συνεχίζονται οι σχέσεις του με τον αρχιχαφιέ Πανόπουλο) και ύποπτα στοιχεία και παράλληλα εξωθούσε την ΟΠΛΑ σε πράξεις με χωρίς κανένα πολιτικό νόημα για να την εκθέσει σαν τρομοκρατική, συμμορίτικη οργάνωση και να τη βγάλει απ' το σωστό δρόμο. Την περίοδο αυτή συστηματικά δούλεψε ο Πλουμπίδης για να διαφθείρει και να χαλάσει, όσο το δυνατό περισσότερα στελέχη του Κόμματος.

Έβδομο: Μετά τη Βάρκιζα ο Ν. Πλουμπίδης έπαιρνε δραστήριο μέρος στο να βρίσκονται και να νοικιάζονται σπίτια για το μηχανισμό του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ. Όλα αυτά τα σπίτια τα ήξερε η ασφάλεια και στην κατάλληλη στιγμή τα χτύπησε και σμπαράλιασε το μηχανισμό μας. Όλος ο παλιός μηχανισμός, που ήξερε άμεσα ή έμμεσα ο Πλουμπίδης, είναι στα χέρια της ασφάλειας.

Όγδοο: Στα 1948-49 με βοηθό τον προστατευόμενο του χαφιέ Αχιλλέα Μπλάνα, διάλυσε την Κομματική Οργάνωση Αθήνας, την μεγαλύτερη οργάνωση του ΚΚΕ. Εμπόδισε συστηματικά να βγούνε χιλιάδες μέλη του κόμματος, απ' την ΚΟΑ, στο βουνό. Καλλιεργούσε τη «θεωρία» ότι όποιος θα βγει στο βουνό είναι... δειλός. Απαγόρευσε στο «Ρίζο» να γράφει για το ΔΣΕ. Πρωτοστάτησε στην προβοκάτσια του Μουτσουγιάννη, για να στείλει σειρά απ' τα καλύτερα στελέχη του κόμματος στην ΚΟΑ στο εκτελεστικό απόσπασμα.

Ένατο: Έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο χτύπημα του μηχανισμού του ΠΓ της ΚΕ στην Αθήνα στα 1948-49, πρόδωσε στην ασφάλεια το σ. Στέργιο Αναστασιάδη και άλλα στελέχη του ΚΚΕ που εκτελέστηκαν. Αυτός παρουσιάζεται σαν «ασύλληπτος» και «άρρωστος» που δεν ανακατεύεται δήθεν στην οργανωτική δουλειά και κατορθώνει κάθε φορά να «γλιτώνει» απ' τα χέρια της ασφάλειας.

Δέκατο: Όταν ο Ν. Πλουμπίδης κατάλαβε ότι το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ μπορεί να αποκαλύψει την προβοκατόρικη δράση του, αρνήθηκε να βγει στο βουνό και να πάει εκεί που του υπόδειξε το κόμμα. Έτσι έδειξε ξεκάθαρα ποιος είναι.

Ενδέκατο: Στις εκλογές της 5ης του Μάρτη 1950 διαστρέβλωσε τη γραμμή του κόμματος και ενίσχυε, σχεδόν φανερά, τους Σβώλο-Σοφιανόπουλο. Η όλη του προσπάθεια την περίοδο αυτή είναι να κατατοπίζει στραβά -έτσι νόμιζε ο ίδιος- την καθοδήγηση του κόμματος.

Δωδέκατο: Ο Ν. Πλουμπίδης παρέδωσε στην ασφάλεια τον ήρωα τον ελληνικού λαού και μέλος της ΚΕ τον ΚΚΕ σ. Νίκο Μπελογιάννη και πρωτοστάτησε στην εξόντωση τον.

Δέκατο τρίτο: Ο Ν. Πλουμπίδης πρόδωσε και παράδωσε στην ασφάλεια τον Ν. Βαβούδη και πρωτοστάτησε στο να περάσει (ο Βαβούδης) με το μέρος της και το ΓΕΣ.

Δέκατο τέταρτο: Όσο καιρό η καθοδήγηση του κόμματος είχε επαφή με τον Ν. Πλουμπίδη, πολλές φορές προσπαθούσε να την αποπροσανατολίσει και πήγαινε να την μπερδέψει σχετικά με πρόσωπα και πράγματα. Έκανε μεγάλη προσπάθεια για να πείσει το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ να χαρακτηρίσει σαν ύποπτους, τροτσκιστές και τιτικούς, όσους δε συμφωνούσαν μαζί του και ήξερε ότι θα μπορούσαν να τον ξεσκεπάσουν.

Δέκατο πέμπτο: Ο Ν. Πλουμπίδης είχε πάντα σχέσεις με ύποπτους και διεφθαρμένους ανθρώπους σαν τον Υφηγητή του Πανεπιστημίου Ιφικράτη Χατζημανώλη (μ' αυτόν δημιούργησαν το παραμύθι του «μάρτυρα» φυματικού) και μέσω αυτουνού κρατούσε σύνδεση με πράκτορες της Ιντέλιτζενς , Σέρβις σαν τον αρχιπράκτορα των εγγλέζων Μ. Κύρκο, τον Πελτέκη και άλλους. Χρησιμοποιεί το δηλωσία και ύποπτο Κ. Μπασάκο, που όλο του το παρελθόν είναι σκοτεινό και έχει κάνει φραξιονιστική διαλυτική δουλειά στην ΚΟ Αθήνας.

Δέκατο έκτο: Στις τελευταίες εκλογές της 9ης του Σεπτέμβρη 1951 ο Ν. Πλουμπίδης έκανε αρκετές πολιτικές προβοκάτσιες. Στραπατσάρισε και σαμποτάρισε τη γραμμή του κόμματος, κωλυσιέργησε την υποβολή των υποψηφιοτήτων, διέκοψε την επαφή, πήγε να φτιάξει εκλογικό συνασπισμό την ΕΛΑ (ενάντια στην ΕΔΑ) με ανοιχτούς χαφιέδες και πάλεψε λυσσασμένα και επέβαλε να μην μπει στην Αθήνα η υποψηφιότητα του σ. Ν. Μπελογιάννη. Με την καθοδήγηση του Πλουμπίδη μπήκαν υποψήφιοι στο συνδυασμό της ΕΔΑ στη Θεσσαλονίκη ο χαφιές Παπαγιάννης Μήτσος και στην Αθήνα ο πράκτορας της Ιντελιτζενς Κοκορέλης.
Η απόφαση μας της 5/5/52 λέει:
«9. Η σύλληψη του Μπελογιάννη είναι έργο προδοτών. Στην εκτέλεση του βοήθησαν άλλοι προδότες σαν τον Μιχάλη Κύρκο και μερικούς άλλους που λυσσασμένα πάλεψαν για να μην μπει η υποψηφιότητα του Μπελογιάννη στο συνδυασμό της ΕΔΑ στην Αθήνα, στις βουλευτικές εκλογές της 9ης του Σεπτέμβρη. Αν έμπαινε στην Αθήνα η υποψηφιότητα του Μπελογιάννη θα εκλεγόταν βουλευτής και η πραγματοποίηση της εκτέλεσης του θα σκόνταφτε σε ακόμα πιο μεγάλα εμπόδια. Ο λαός δε θα ξεχάσει ποτέ αυτή την προδοσία και θα τιμωρήσει αμείλικτα όλους τους προδότες του Μπελογιάννη.»
Σήμερα καταγγέλλουμε στον ελληνικό λαό ότι εκείνος που πρόδωσε τον Ν. Μπελογιάννη και αντέδρασε για να μην μπει η υποψηφιότητα του είναι ο προβοκάτορας Πλουμπίδης μαζί με τον Μ. Κύρκο.

Δέκατο έβδομο: Ο Ν. Πλουμπίδης σε συνεννόηση με τον αρχιχαφιέ Πανόπουλο και το ΓΕΣ έκανε την τελευταία «θεαματική δήλωση» με το γράμμα του στο δικηγόρο κ. Τσουκαλά ότι αυτός (ο Πλουμπίδης) είναι ο αρχηγός του παράνομου μηχανισμού του ΚΚΕ και θα παρουσιαστεί στις αρχές, μόλις οι μοναρχοφασίστες μετατρέψουν τη θανατική καταδίκη του Ν. Μπελογιάννη σε ισόβια δεσμά. Με τον τρόπο αυτό ο Πλουμπίδης πήγαινε να σκεπάσει το γεγονός ότι αυτός πρόδωσε τον Μπελογιάννη και παράλληλα ν' αποκτήσει «καινούργιο» πολιτικό κεφάλαιο. Και η προβοκάτσια του αυτή, με το σωστό χειρισμό μας, απότυχε. Οι μοναρχοφασίστες, εκτελώντας διαταγή των αμερικάνων, τουφέκισαν το σ. Ν. Μπελογιάννη. Ο προβοκάτορας Πλουμπίδης από καιρό δεν έχει καμιά σχέση με τον παράνομο μηχανισμό του ΚΚΕ.

Δέκατο όγδοο: Ένα από τα πολλά στοιχεία που δείχνουν το χαφιεδικό ρόλο του προβοκάτορα Ν. Πλουμπίδη είναι και ότι είναι «ασύλληπτος» φαντομάς. Στη δικτατορία του Μεταξά πιάστηκαν οι πιο κοντινοί συνεργάτες του στην Αθήνα-Θεσσαλονίκη κλπ. κι αυτός δεν πάθαινε τίποτα. Τον έπιασαν το 1939 μόνο για να σκεπάσουν την παράδοση απ' αυτόν στην ασφάλεια του Μιχαηλίδη. Στα 1947 με τις μεγάλες συλλήψεις του Ζέρβα τον έπιασαν και τον άφησαν. Στα χρόνια του ένοπλου αγώνα του ΔΣΕ, ενώ πιάστηκαν και εκτελέστηκαν δεκάδες ανώτερα στελέχη του ΚΚΕ, ο Πλουμπίδης δεν έπαθε τίποτα. Και μάλιστα τη στιγμή που είναι γνωστό ότι δεν έπαιρνε κανένα συνωμοτικό μέτρο, γυρνάει σε γνωστά στην ασφάλεια σπίτια και κάνει προσωπικές επαφές με ύποπτα στοιχεία και πράκτορες της Ιντελιτζενς Σέρβις και των Αμερικανών. Στους εργάτες και τους αριστερούς κύκλους της Αθήνας έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση το γεγονός ότι ο Πλουμπίδης ερχόταν, στις εκλογές της 9ης του Σεπτέμβρη 1951, με πολύ μεγάλη ευκολία σε επαφή με διάφορους πολιτικούς παράγοντες και τις φυλακές, χωρίς να τον ενοχλεί η ασφάλεια.

Δέκατο ένατο: Ο Ν. Πλουμπίδης, σε συνεργασία με τον αρχιχαφιέ Πανόπουλο, βοήθησε τους Πλαστήρα-Ρέντη για ν' ακυρώσουν την εκλογή των εξόριστων βουλευτών της ΕΔΑ και την αποστολή τους για δεύτερη φορά στην εξορία, με τις προβοκάτσιες ότι δήθεν ο γενικός γραμματέας του ΑΚΕ σ. Γαβριηλίδης έστειλε παράνομα τηλεγραφήματα απ' τον... Αη Στράτη στην καθοδήγηση του ΚΚΕ κλπ.

Εικοστό: Ο Ν. Πλουμπίδης χάλκεψε πολλά απ' τα τηλεγραφήματα του δολοφόνου Ρέντη για δήθεν στρατιωτικές πληροφορίες που έπαιρνε το ΚΚΕ και για εκθέσεις του Μπελογιάννη στην καθοδήγηση του ΚΚΕ όπου δήθεν ζητούσε ανταλλαγή με πρώην αιχμάλωτους του ΔΣΕ κλπ. κλπ., για να δικαιολογήσει τις μαζικές θανατικές καταδίκες. Τα τηλεγραφήματα που λέει ότι έπιασε ο Ρέντης έχουν σκαρωθεί από τις υπηρεσίες του, απ' τον Πανόπουλο-Πλουμπίδη καθώς και όλη η σκηνοθεσία του μοναρχοφασισμού και της αμερικανοκρατίας ενάντια στο ΚΚΕ για κατασκοπεία, ασυρμάτους κλπ.

3. Τα στοιχεία σε βάρος του προβοκάτορα Ν. Πλουμπίδη είναι συντριπτικά. Στο τελευταίο διάστημα ανέλαβε να υπερασπίσει τον προβοκάτορα Πλουμπίδη ο γενικός διευθυντής της αστυνομίας πόλεων ιντελιτζενσερβίτης αρχιχαφιές Πανόπουλος. Ο Πανόπουλος, σε ανακοίνωση του στην εφημερίδα «Βήμα» της 23ης Μαρτίου 1952, κάνει λυσσασμένη συκοφαντική εκστρατεία ενάντια στον εθνικό μας ήρωα σ. Ν. Μπελογιάννη, λίγες μέρες πριν την άνανδρη εκτέλεση του, που τον παρουσιάζει σαν «δειλό» και «νταή» και εκθειάζει τον Πλουμπίδη. «Ο Πλουμπίδης -λέει ο αρχιχαφιές Πανόπουλος- είναι ιδιαίτερος συμπολίτης μου. Συνδέομαι ιδιαίτερα με αρκετούς φίλους του και τινας του ιδιαιτέρου περιβάλλοντος του και έχω σχηματίσει την πεποίθησιν ότι και εύψυχος είναι και πρόθυμος εις την ανάληψιν οιασδήποτε ευθύνης. Προπαντός, είναι ειλικρινής, λιτοδίαιτος, και απηλλαγμένος των αριβιστικών τάσεων του συνόλου σχεδόν των κομματικών συντρόφων του.» («Βήμα», 23/3/52, τελευταία σελίδα).
Αυτό λέει για τον προβοκάτορα Πλουμπίδη ο αρχιχαφιές Πανόπουλος. Τον έχει πάρει ανοιχτά υπό την προστασία του. Μαζί με τους χοντροκομμένους επαίνους του Πανόπουλου ότι «ο Πλουμπίδης ζει εις τας Αθήνας εν παρανομία από ετών. Παρά του ότι είναι πλήρως κλονισμένη εκ φυματιώσεως η υγεία του κλπ.... ότι αυξαίνει το γόητρον του Πλουμπίδη εις τας μάζες του κόμματος», αναφέρει -ο Πανόπουλος- στην ίδια του ανακοίνωση στο «Βήμα» της 23/3/52 και αρκετά στοιχεία, που μόνο απ' τον Πλουμπίδη μπορούσε να μάθει και απ' όπου φαίνεται η χαφιεδική συνεργασία μαζί του.
Ο αρχιχαφιές Πανόπουλος καλεί τον προβοκάτορα Ν. Πλουμπίδη να «αμυνθεί» κατά του ΚΚΕ «και να γίνει περισσότερον απ' ότι είναι σήμερον επικίνδυνος» δηλαδή, να χρησιμοποιήσει τις παλιές, γνωστές σ' αυτόν, μέθοδες της ασφάλειας με τη δημιουργία στα 1939-40 της χαφιέδικης παλιάς ΚΕ και της ΠΔ του Μανιαδάκη, που τόσο άδοξα πήγαν να τις «αναστήσουν» οι χαφιέδες «αντιηγετικοί». Ο Πανόπουλος ηρωποιεί τον Πλουμπίδη για να τον ευκολύνει στην προσπάθεια, που μαζί με άλλους κάνει να σκαρώσουν «μεγάλο» αντικουκουέδικο «αριστερό» Κόμμα. Στη δουλειά αυτή συνεργάζονται οι Κύρκος, Ζάκκας, Σβωλοτσιριμώκοι και ορισμένοι παλιοί και αποστάτες παράγοντες του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ. Σήμερα όμως ο λαός δεν παρασέρνεται από παρόμοια χαφιεδικά κόλπα και κατασκευάσματα.

Όπως έδειξαν τ' αποτελέσματα των τελευταίων εκλογών και το παλλαϊκό κίνημα, έπειτα από την υποχώρηση μας στο Βίτσι-Γράμμο τον Αύγουστο του 1949, ο λαός της Ελλάδας εγκρίνει την πολιτική γραμμή του ΚΚΕ και στιγματίζει τους οπορτουνιστές, τους δειλούς, τους λιποτάκτες και τους προβοκάτορες τύπου Πλουμπίδη και Σία.

4. Το Π Γ της ΚΕ του ΚΚΕ με βάση τα παραπάνω στοιχεία, αποφασίζει:

α) Διαγράφει τον Πλουμπίδη από μέλος του ΚΚΕ και τον καταγγέλλει στο λαό και στο κόμμα σαν χαφιέ, προβοκάτορα και προδότη.

β) Καλεί τα μέλη του κόμματος και τους εξωκομματικούς που γνώρισαν τον Πλουμπίδη να στείλουν ό,τι στοιχεία έχουν γι' αυτόν στην καθοδήγηση του κόμματος.

γ) Αναθέτει σε επιτροπή με επικεφαλής το σ. Γιώργη Ερυθριάδη να επεξεργαστούν όλα τα στοιχεία και να δώσουν την πείρα που συγκεντρώθηκε, με άρθρα απ' τον κομματικό τύπο και το «Φ.Α.», για να μάθουν τα μέλη του κόμματος και ο λαός τις προβοκατόρικες μέθοδες του Πλουμπίδη.

δ) Αναθέτει στο ΟΓ της ΚΕ (Τμήμα Στελεχών και Επαγρύπνησης) να δουλέψει, μέσα σ' ένα χρόνο, μια μπροσούρα που να δείχνει πώς δούλεψαν, κατά καιρούς στο ΚΚΕ, οι προβοκάτορες απ' τους Σαργολόγο-Πουλιόπουλο μέχρι τους Μάθεση-Σιάντο-Βαφειάδη-Καραγιώργη και Πλουμπίδη.

ε) Παραδίνει τον Πλουμπίδη στην κοινή περιφρόνηση του λαού και τον καλεί να μεταχειριστεί τον Πλουμπίδη σαν χαφιέ και προδότη του κινήματος που έστειλε τον Ν. Μπελογιάννη και δεκάδες άλλα στελέχη του ΚΚΕ, στο εκτελεστικό απόσπασμα.

στ) Αναθέτει στο ΟΓ της ΚΕ του ΚΚΕ (Τμήμα Στελεχών και Επαγρύπνησης) να συνεχίσει παραπέρα την εξέταση της υπόθεσης του προβοκάτορα Πλουμπίδη. Να μελετηθεί το ιδιαίτερο περιβάλλον του Πλουμπίδη και ο κύκλος των άμεσων συνεργατών του για ν' αποκαλύψουμε και κείνους που συνειδητά τον βοήθησαν στην προβοκατόρικη δουλειά του.

5. Η αποκάλυψη του χαφιεδικού ρόλου του προβοκάτορα Πλουμπίδη επιβεβαιώνει για άλλη μια φορά το βασικό δίδαγμα που έβγαλε η III Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ: ότι πρέπει να δυναμώσουμε ακόμα πιο πολύ την επαγρύπνηση μέσα στο κόμμα. Ότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ούτε για μια στιγμή ότι ο ταξικός εχθρός, με την καθοδήγηση των ξένων αμερικανοάγγλων αφεντικών του, δε χτυπάει το ΚΚΕ μόνο με τις φυλακές, τις κρεμάλες και τις εκτελέσεις. Μα και με το όπλο της προβοκάτσιας, που την έχει κάνει «επιστήμη», για να επιδρά και να διαστρεβλώνει την πολιτική γραμμή του ΚΚΕ και να του δίνει σοβαρά χτυπήματα απ' τα μέσα. Ότι ο ταξικός εχθρός από πολλά χρόνια, από την αρχή της ίδρυσης του ΚΚΕ, κυρίως απ' την πλευρά της αγγλικής αστυνομικής αποστολής και του ΓΕΣ, προετοίμασε και έστειλε χαφιέδες στο κόμμα με ειδική αποστολή στον καθένα, να προωθηθεί όσο μπορεί στο ΚΚΕ. Τη δουλειά αυτή τη συνεχίζουν σήμερα, στέλνοντας χαφιέδες στο κόμμα, Αμερικάνοι, Άγγλοι, τιτικοί κατάσκοποι, τροτσκιστοαρχείοι χαφιέδες, η ασφάλεια, το ΓΕΣ, όλοι οι εχθροί του λαού. θα πρέπει να έχουμε πάντα οξυμένη την επαγρύπνηση ενάντια σε κείνους που «διαφωνούν» με τη γραμμή του κόμματος, αυτούς που χάνουν το ταξικό αισθητήριο και παρουσιάζουν φαινόμενα κομματικής αποσύνθεσης, ενάντια στους οπορτουνιστές και τους φραξιονιστές κλπ. γιατί συνήθως ανάμεσα σ' αυτούς ο ταξικός εχθρός κρύβει τους προβοκάτορές του. Η φραξιονιστική επίθεση Παρτσαλίδη είναι επίσης κανάλι απ' όπου ο εχθρός χτυπά το κόμμα στη λυσσασμένη προσπάθεια του να το «εξοντώσει».
Η αποκάλυψη του προβοκάτορα Πλουμπίδη έδειξε και ένα άλλο. Όταν το ΚΚΕ συνδυάζει τη νόμιμη με την παράνομη δουλειά και επιμένει χωρίς ταλαντεύσεις, αποφασιστικά, στην εφαρμογή της γραμμής του, τότες αποκαλύπτει τους προβοκάτορες γιατί τους αναγκάζει να ξεσκεπαστούν. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του προβοκάτορα Πλουμπίδη. Η Ασφάλεια για να τον διευκολύνει και παράλληλα για να κρατά στα χέρια της κάθε νόμιμη κίνηση, έδινε τη δυνατότητα στον Πλουμπίδη να βγάζει εφημερίδες και άλλες νόμιμες δυνατότητες. Μα ταυτόχρονα αυτό επέτρεπε και στο ΚΚΕ να χρησιμοποιεί κάθε νόμιμο βήμα, ξεσκεπάζοντας αμείλικτα κάθε απόπειρα διαστρέβλωσης της γραμμής του. Και ακόμα να μπαίνει στα ίχνη για την αποκάλυψη του προβοκάτορα. Με το σωστό χειρισμό μας ο Πλουμπίδης ολοένα και περισσότερο έδειχνε ποιος είναι. Έτσι αντέδρασε στην υπόδειξη του ΚΚΕ να μην έχει καμιά σχέση με τον παράνομο κομματικό μηχανισμό. Ζητούσε απ' το ΠΓ της ΚΕ να τον ορίσει γενικό υπεύθυνο «για να λύνει όλα τα προκύπτοντα ζητήματα». Καλλιεργούσε τη «θεωρία» του Σιάντου ότι όλες οι συλλήψεις οφείλονται στην ικανότητα και την «επιστημονική» παρακολούθηση της ασφάλειας. Παρέδωσε τον Μπελογιάννη στην ασφάλεια. Ο Μπελογιάννης αν και ήταν προειδοποιημένος δε φυλάχτηκε απ' την πλευρά του Πλουμπίδη και πιάστηκε. Αντέδρασε ο Πλουμπίδης στην υποψηφιότητα του Μπελογιάννη, παραβιάζοντας ρητή εντολή του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ και τελικά αποκαλύφτηκε. Χρησιμοποίησε διάφορα αστυνομικά κόλπα, «ότι θα βγει στους δρόμους για να τον πιάσει η ασφάλεια» κλπ. κλπ.!
Από δω βγαίνει το συμπέρασμα ότι, όταν το ΚΚΕ μελετά συστηματικά τα έργα του καθενός, δε συγχωρεί καμιά παραβίαση και διαστρέβλωση της γραμμής του κόμματος, και την πιο παραμικρή, συνδυάζει τη νόμιμη με την παράνομη δουλειά και εφαρμόζει τους κανόνες της μπολσεβίκικης συνωμοτικότητας και της σιδερένιας επαναστατικής επαγρύπνησης, τότες υπερασπίζει αποτελεσματικά το μηχανισμό και τους αγωνιστές του απ' τα χτυπήματα του ταξικού εχθρού, ανακαλύπτει και αφοπλίζει τους προβοκάτορες, Επαγρύπνηση και, πάλι επαγρύπνηση - αυτό το βασικό δίδαγμα βγάζει το ΚΚΕ απ' την αποκάλυψη του προβοκάτορα Πλουμπίδη.

6. Το ΚΚΕ αποκάλυψε, στη σειρά Μάθεση, Σιάντου, Βαφειάδη, Καραγιώργη, ακόμα έναν προβοκάτορα, τον Ν. Πλουμπίδη ή Μπάρμπα. Οι εχθροί μας θα βρουν την ευκαιρία να επικρίνουν με πολύ μεγάλη κακία το γεγονός αυτό. Μερικοί ταλαντευόμενοι μικροαστοί θα πουν: «Πάλι προβοκάτορές.» Το ΚΚΕ όμως καθοδηγείται από την παντοδύναμη διδασκαλία του μαρξισμού-λενινισμού που μας εξοπλίζει πώς πρέπει να παλεύουμε ενάντια στην πολιτική προβοκάτσια και το χαφιεδισμό.
Ο σ. Λένιν διδάσκει:
«Σε πολλές χώρες, και τις πιο προχωρημένες, η αστική τάξη στέλνει χωρίς αμφιβολία και θα στέλνει χαφιέδες μέσα στα Κομμουνιστικά Κόμματα. Ένα από τα μέσα για να καταπολεμηθεί αυτός ο κίνδυνος είναι ο σωστός συνδυασμός της παράνομης με τη νόμιμη δουλειά.»
Ο Λένιν αναφέροντας το παράδειγμα του χαφιέ Μαλινόφσκι που μπήκε στα 1912 στην ΚΕ των Μπολσεβίκων, λέει:
«Και αν δε μας έκανε ακόμα μεγαλύτερο κακό αυτό έγινε γιατί είχαμε βάλει σωστά το ζήτημα της σχέσης ανάμεσα στη νόμιμη και την παράνομη δουλειά. Για να κερδίσει την εμπιστοσύνη μας ο Μαλινόφσκι, σαν μέλος της ΚΕ και σαν βουλευτής στη Δούμα, ήταν υποχρεωμένος να μας βοηθήσει να βγάζουμε νόμιμες καθημερινές εφημερίδες που ήξεραν να παλεύουν ενάντια στον οπορτουνισμό των μενσεβίκων και να προπαγανδίζουν, με κατάλληλα σκεπασμένες μορφές τις βάσεις του μπολσεβικισμού. Με το ένα χέρι ο Μαλινόφσκι έστελνε στα κάτεργα και στο θάνατο δεκάδες και δεκάδες απ' τους καλύτερους μπολσεβίκους αγωνιστές και με το άλλο ήταν υποχρεωμένος να μας βοηθάει με το νόμιμο τύπο, να διαπαιδαγωγούμε δεκάδες και δεκάδες χιλιάδες νέους μπολσεβίκους.» (ΛΕΝΙΝ, Διαλεχτά Έργα, Ελληνική μετάφραση, Τόμος II, Μέρος 2, σελ. 351-352). Με οδηγό τα διδάγματα από την ένδοξη Ιστορία του Μπολσεβίκικου Κόμματος, το ΚΚΕ παλεύει επίμονα για το ξεκαθάρισμα των γραμμών του από κάθε προβοκατόρικο και ύποπτο στοιχείο και προχωρεί στην εκπλήρωση του σκοπού του.
Η αποκάλυψη του προβοκάτορα Ν. Πλουμπίδη ή Μπάρμπα δείχνει τη δύναμη του κόμματος μας που μπορεί να ξεσκεπάζει και να βάζει τέρμα στη δουλειά και του πιο «έξυπνου» προβοκάτορα, εφόσον σωστά χρησιμοποιεί το δοκιμασμένο όπλο της σιδερένιας επαναστατικής επαγρύπνησης. Μαστορικά συνδυάζει τη νόμιμη με την παράνομη δουλειά. Οι χαφιέδες και προβοκάτορες μόνο προσωρινά μπορεί να δράσουν στο ΚΚΕ. Γιατί το κόμμα μας έχει μαζί του την αγάπη και τη συμπαράσταση του λαού που το βοηθά να αποκαλύπτει τους χαφιέδες και σαν ζωντανός οργανισμός να ξεκαθαρίζεται από καθετί το σάπιο και το ύποπτο.
Το ΚΚΕ, στα 34 χρόνια της δράσης του, έβγαλε χιλιάδες ήρωες, σκυταλοδρόμους αγωνιστές της λευτεριάς του λαού, σαν τους Λιγδόπουλο, τον Μαλτέζο, τον Μαρουκάκη, τον γέρο Βαλιανάτο, μέχρι τον Γκιουζέλη, Αναστασιάδη, Βασιλειάδη, Παπαρήγα, Αραμπατζή, Τριαντάφυλλου, Διαμαντή, Βάμβακα κλπ. και τον αξέχαστο εθνικό μας ήρωα Νίκο Μπελογιάννη. Μ' αυτούς τους ήρωες διαπαιδαγωγείται ολόκληρο το Κόμμα μας, ατσαλώνονται οι αγωνιστές του και τραβά πιο αποφασιστικά το ΚΚΕ για την τελική νίκη. Τους προδότες και προβοκάτορες και τ' αφεντικά τους τους περιμένει η λησμονιά, η καταφρόνια, το αιώνιο στίγμα, η δίκαια λαϊκή τιμωρία και ο αναπόφευκτος χαμός.

25/7/52

Το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ

Αρχείο της Κεντρικής Επιτροπής τον ΚΚΕ







1. Η 9η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ που συνήλθε τον Αύγουστο του 1958, αφού επανεξέτασε και την υπόθεση του Ν. Πλουμπίδη αποφάσισε την αποκατάσταση της μνήμης του.

Παραθέτουμε ολόκληρη τη σχετική απόφαση της 9ης Ολομέλειας της ΚΕ:

«Η 9η Ολομέλεια της ΚΕ τον ΚΚΕ αφού επανεξέτασε τις υποθέσεις των συντρόφων Γιώργη Σιάντου, Νίκου Πλουμπίδη (Μπάρμπα) και Κώστα Γυφτοδήμον (Καραγιώργη) διαπιστώνει ότι δεν υπάρχει κανένα στοιχείο, που να στηρίζει την κατηγορία του προβοκάτορα και χαφιέ που απέδωσε στους παραπάνω συντρόφους η παλιά καθοδήγηση μ' επικεφαλής τον Ν. Ζαχαριάδη.
Με βάση την παραπάνω διαπίστωση η Ολομέλεια της ΚΕ χαρακτηρίζει την κατηγορία αυτή σαν αστήρικτη και συκοφαντική, προϊόν τον ανώμαλου εσωκομματικού καθεστώτος.
Η Ολομέλεια της ΚΕ αποφασίζει την αποκατάσταση της μνήμης των συντρόφων Γιώργη Σιάντου, Νίκου Πλουμπίδη (Μπάρμπα) και Κώστα Γυφτοδήμου (Καραγιώργη).

Αύγουστος 1958.»
Αρχείο
της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ
«Η Ρ1» Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ»

Εκδόσεις της ΚΕ του ΚΚΕ, Σεπτέμβρης 1965, αεί. 81.





 Ανοιχτό γράμμα του Γενικού Γραμματέα του ΚΚΕ

Προς το λαό της Ελλάδας.

Ο φασισμός του Μουσολίνι χτύπησε την Ελλάδα πισώπλατα, δολοφονικά και ξετσίπωτα με σκοπό να την υποδουλώσει και εξανδραποδίσει. Σήμερα όλοι οι Έλληνες παλεύουμε για τη λευτεριά, την τιμή, την εθνική μας ανεξαρτησία. Η πάλη θα είναι πολύ δύσκολη και πολύ σκληρή. Μα ένα έθνος πού θέλει να ζήσει πρέπει να παλεύει, αψηφώντας τους κινδύνους και τις θυσίες. 

Ο λαός της Ελλάδας διεξάγει σήμερα έναν πόλεμο εθνικοαπελευθερωτικό, ενάντια στο φασισμό του Μουσολίνι. Δίπλα στο κύριο μέτωπο και Ο ΚΑΘΕ ΒΡΑΧΟΣ, Η ΚΑΘΕ ΡΕΜΑΤΙΑ, ΤΟ ΚΑΘΕ ΧΩΡΙΟ, ΚΑΛΥΒΑ ΜΕ ΚΑΛΥΒΑ, Η ΚΑΘΕ ΠΟΛΗ, ΣΠΙΤΙ ΜΕ ΣΠΙΤΙ, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΦΡΟΥΡΙΟ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ.

Κάθε πράκτορας του φασισμού πρέπει να εξοντωθεί αλύπητα. Στον πόλεμο αυτό πού τον διευθύνει η κυβέρνηση Μεταξά, όλοι μας πρέπει να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις, δίχως επιφύλαξη.

Έπαθλο για τον εργαζόμενο λαό και επιστέγασμα για το σημερινό του αγώνα, πρέπει να είναι και θα είναι, μια καινούργια Ελλάδα της δουλειάς, της λευτεριάς, λυτρωμένη από κάθε ξενική ιμπεριαλιστική εξάρτηση, μ' ένα πραγματικά παλλαϊκό πολιτισμό. 

Όλοι στον αγώνα, ο καθένας στη θέση του και η νίκη θά 'ναι νίκη της Ελλάδας και του λάου της. Οι εργαζόμενοι όλου του κόσμου στέκουν στο πλευρό μας.



Αθήνα, 31 του Οχτώβρη 1940





Μανιφέστο της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ



Προς όλους τους εργάτες, τις εργάτριες κ 'υπαλλήλους!
Προς τους φαντάρους, τους ναύτες και τους αεροπόρους!
Προς τους πατριώτες αξιωματικούς κ υπαξιωματικούς!
Προς τις μαννάδες, τους πατέρες, τις γυναίκες και τα παιδιά των πολεμιστών!
Προς τους εργάτες και τους εργαζόμενους των γειτονικών χωρών!



Σύντροφοι, αδέρφια
Τεσσεράμισυ τώρα χρόνια η ματωβαμένη τυχοδιωκτική σπείρα Μεταξά-Γλύξμπουργκ κρατιέται στην εξουσία με τα πιο απαίσια εγκλήματα, κάνοντας το μαντρόσκυλο στους ντόπιους πλουτοκράτες και το πιστό τσανάκι στους ξένους ιμπεριαλιστές.
Με διαταγή του ντόπιου εφοπλιστικού κεφαλαίου και των ξένων του αφεντικών, χιλιάδες ναυτεργάτες, παιδιά του λάου μας, στάλθηκαν απ'τη βασιλομεταξική σπείρα να δοκιμάσουν του πολέμου τη φρίκη. Μα η ίδια τύχη μέλλονταν σ' ολόκληρο το λαό, στην πατρίδα μας σύγκορμη. Για να κρατήσει της εξουσίας το λουφέ η δικτατορική σπείρα, για να σώσουν οι Εγγλέζοι πλουτοκράτες την παγκόσμια κυριαρχία τους, για να θησαυρίσουν μια χούφτα από ντόπιους μπαζαδόρους και μεγαλοκαρχαρίες-ληστές και για να «δοξαστούν» μερικοί τυχοδιώκτες γαλονάδες, τραβήχτηκε στον πιο εγκληματικό τυχοδιωκτικό ιμπεριαλιστικό πόλεμο ο λαός μας. Τον πόλεμο τον διέταξαν οι εμπόλεμοι Εγγλέζοι πλουτοκράτες. Η πολιτική τους «είχε και έχει σκοπό να παρασύρει στον πόλεμο όσο μπορεί μεγαλύτερο αριθμό κρατών κ' εθνών» έγραφε κι
η « Ισβέστια » στις 23 Αυγούστου 1940.
Έτσι μετάβαλαν και τη χώρα μας σε προχωρημένο τους φυλάκιο αφού έβαλαν τους λαούς της Πολωνίας, Νορβηγίας, Βελγίου, Ολλανδίας, Γαλλίας, να σκοτωθούν και να υποδουλωθούν για τα συμφέροντα τους. Μα ο σκοπός τους σήμερα πηγαίνει πολύ πιο μακρυά: Ελπίζουν πως μεταφέροντας στην Ελλάδα τον πόλεμο θα μπλέξουν στο μακάβριο χορό και τ' άλλα Βαλκάνια, ακόμα και τη Σοβιετική Ένωση.
Βαρύς βραχνάς έρχεται στους Εγγλέζους ιμπεριαλιστές όσο βλέπουν τη Σοβιετική Ενωση έξω από το αλληλοφάγωμα του καπιταλιστικού κόσμου, να ευημερεί και να δυναμώνει με την ειρηνική της πολιτική, συγκεντρώνοντας τις ελπίδες σωτηρίας της κατασπαραζόμενης και καταπιεζόμενης ανθρωπότητας. Το βαθύ τους αντισοβιετικό μίσος τους έσπρωξε στη μπαμπέσικη αντισοβιετική τους πολιτική. Σήμερα τα πληρώνουν ακριβά. Κι ως τόσο, βλέποντας να πλησιάζει το τέλος τους, ακόμα πιο λυσσάνε, ραδιουργούν, θυσιάζουν λαούς και χώρες για να μπλέξουν τη Σοβιετική Ένωση σε πόλεμο με τη Γερμανία, για να συγκεντρώσουν έπειτα το διεθνή καπιταλισμό στην αντισοβιετική επέμβαση.
Όμως χωρίς τον ξενοδόχο κάνουν το λογαριασμό. Ποτέ η Σοβιετική Ένωση δε θα μπλεχτεί σε τυχοδιωκτικό πόλεμο, ούτε και θα ενισχύσει τους υποκινητές του. Ποτέ η Σοβιετική Ένωση δε θα βγάλει των άλλων τα κάστανα απ'τη φωτιά. Μάταιες οι ελπίδες τους, χαμένοι οι κόποι!
Η διαταγή των Εγγλέζων πλουτοκρατών εχτελείται πιστά απ' τις 28 του Οχτώβρη. Μέχρι τη μέρα εκείνη η Σοβιετική Ένωση κάμποσες φορές γλύτωσε το λαό μας απ 'τα υποδουλωτικά σχέδια του Μουσσολίνι, απ' τις ραδιουργίες των Εγγλέζων πλουτοκρατών κι απ' τις προδοσίες της βασιλομεταξικής σπείρας. Μα η Σοβιετική Ένωση έδωσε με το γερμανοσοβιετικό σύμφωνο σε όλα τα κράτη κ' ιδιαίτερα στα βαλκανικά, τη δυνατότητα να γλυτώσουν κι οριστικά απ' τον πόλεμο, αρκεί να δέχονταν ανεξάρτητα απ' το εσωτερικό τους καθεστώς, να συνεργαστούνε μαζί της.
Τις σωτήριες όμως για το λαό καί την πατρίδα μας προτάσεις της τις απόκρουσε με λύσσα η τυχοδιοκτική βασιλομεταξική δικτατορική κυβέρνηση που προτίμησε να πουληθεί στους εμπόλεμους Εγγλέζους πλουτοκράτες για να μας μπλέξει στον πόλεμο. Γιατί η φασιστική Ιταλία δεν παραιτήθηκε βέβαια ποτέ απ' τα καταχτητικά της σχέδια κατά της πατρίδας μας. Όντας όμως μπλεγμένη σε πόλεμο ζωής και θανάτου με την Αγγλία, ποτέ δε θ "αποφάσιζε ν' ανοίξει και με την Ελλάδα πρόσθετο πόλεμο αν δεν έβλεπε την ελληνική κυβέρνηση να γίνεται όργανο των αντιπάλων της και να τους παραχωρεί τ' αεροδρόμια, τα λιμάνια και τα νησιά μας. Και δε θα τολμούσε καν να επιβουλευτεί την ανεξαρτησία μας, αν η χώρα μας είχε κατοχυρωθεί με τη συνεργασία της Σοβιετικής Ένωσης.
Ο πόλεμος αυτός που προκλήθηκε απ' τη βασιλομεταξική σπείρα, που διατάχτηκε απ'τους Εγγλέζους ιμπεριαλιστές, δε μπορεί νά ’χει την παραμικρή σχέση με την υπεράσπιση της πατρίδας μας. Ούτε είναι βέβαια «πόλεμος κατά του φασισμού», όπως δήλωσε κυνικά ο αρχιφασίστας Μεταξάς-ο δήμιος του λάου μας. Μα ούτε και πόλεμος για την απελευθέρωση των ελληνικών μειονοτήτων της Αλβανίας απ' το ζυγό του ιταλικού φασισμού και της αλβανικής αστοτσιφλικάδικης κλίκας. Γι' αυτό ο πόλεμος αυτός δεν μπορεί νά ’χει καμιά σχέση με την ελευθερία.
Το αίμα, οι ακρωτηριασμοί, οι σφαγές των ηρωικών μας φαντάρων, των γέρων, των ανήλικων παιδιών, η καταστροφή κι η ερείπωση της πατρίδας μας, η εγκατάσταση της αγγλικής κυριαρχίας στα νησιά μας, είναι η αρχή μονάχα, είναι το προμήνυμα της ανείπωτης συμφοράς πού μας έφερε, μπλέκοντας μας στον πόλεμο η βασιλομεταξική σπείρα.
Είναι αλήθεια η Γερμανία δεν όρμησε να βοηθήσει τους Ιταλούς φασίστες ισοπεδώνοντας στρατιωτικά τη Σερβία. Και τούτη την καλοτυχία στη Σοβιετική Ένωση τη χρωστάμε που, φροντίζοντας πάντα να εντοπίσει τον πόλεμο κι εκτιμώντας τη στάση της Σερβίας (πού τηρεί μέχρι σήμερα πραγματική ουδετερότητα κ' απόδειξε πως θέλει την ειρήνη, δίνοντας αμνηστία στους κομμουνιστές) απαγόρεψε στη Γερμανία να τη θίξει. Ο λαός μας το ξέρει. Και ξέρει ακόμα πως η Σοβιετική Ένωση με τον ίδιο τρόπο θα απαγόρευε στην Ιταλία να θίξει τη χώρα μας, αν η Ελλάδα δεν κυβερνιόταν απ' τη βασιλομεταξική σπείρα. Είναι αλήθεια πως η ιμπεριαλιστική κλίκα της Βουλγαρικής πλουτοκρατίας δεν αρπάζει τούτη, την τόσο ευνοϊκή στιγμή, τη Μακεδονία καί τη Θράκη μας. Ο λαός ξέρει σε ποιόν το χρωστά κι αυτό: όχι βέβαια στην προαίρεση της ούτε στις τουρκικές απειλές μα στο διάβημα της Σοβιετικής Ένωσης και στο ξεσήκωμα του φιλειρηνικού και φιλοσοβιετικού λάου της Βουλγαρίας.
Μα τα σχέδια των Εγγλέζων πλουτοκρατών, οι προδοτικές συμφωνίες που έκλεισε μαζύ τους η βασιλομεταξική σπείρα, δεν περιορίζονται με τους φασίστες Ιταλούς, θέλουν να βάλουν την Ελλάδα να γενικέψει τη σύρραξη στα Βαλκάνια, αδιαφορώντας για το τι θα επακολουθήσει. Την ίδια την ανεξαρτησία μας δεν την λογάριασαν. Στη μαύρη ξενική σκλαβιά πάνε να ρίξουν το λαό μας.
Λαέ της Ελλάδας, ηρωικοί πολεμιστές.
Τη λατρεία σας προς τη λευτεριά και την πατρίδα, την ηρωική σας ιστορία και τη λεβέντικη παλληκαριά, το άγριο μίσος σας κατά του φασισμού, η εγκληματική σπείρα Μεταξά-Βασιλιά-Μανιαδάκη, η Ιντέλιτζενς σέρβις, τα εκμεταλλεύτηκαν αισχρά να σας ρίξουν σε τούτο τον καταραμένο πόλεμο πού δεν έχει την παραμικρή σχέση με τα ευγενικά αισθήματα σας. Με ραδιουργίες, απάτες, πλαστογραφώντας το τιμημένο όνομα του Κ.Κ.Ε. και τις υπογραφές των φυλακισμένων ηρωικών ηγετών του σ.σ. Ζαχαριάδη, Νεφελούδη, Παρτσαλίδη, Σιάντου, πλαστογραφώντας το όργανο του το «Ριζοσπάστη», σας τραβάνε να χύνετε, δίχως να το καταλαβαίνετε, άδικα το αίμα σας, ενώ ταυτόχρονα σκοτώνονται οι γονιοί και τα παιδιά σας στα μετόπισθεν κι η πατρίδα σας ρημάζει απ' την μιαν άκρη ως την άλλη.
Πικρά λόγια ειν’ αυτά κι άσχημα χτυπάνε στην καρδιά σας, στον άδολο σας ενθουσιασμό. Όμως είν’ η αλήθεια κι η πραγματικότητα. Γιατί στον πόλεμο που προκάλεσαν οι Εγγλέζοι κι οι ντόπιοι πλουτοκράτες με τα όργανά τους, τη σπείρα Μεταξά-Γλύξμπουργκ, για συμφέροντα άνομα κι ανόσιους σκοπούς, δε θυσιάζετε μονάχα τα κορμιά σας. Τούτος ο πόλεμος θα ξεκάμει κάθε τι που αγαπάτε, ο καθένα σας κι όλοι σας μαζύ. Καί πρώτα-πρώτα όσα νομίζετε πώς σώθηκαν με τη θυσία τη δική σας!...
Όμως δεν είναι καιρός για μοιρολόγια, μπορούμε ακόμα να σωθούμε. Μπορούμε να σωθούμε γιατί η Σοβιετική Ένωση που χτες ακόμα έφραξε το δρόμο του Χίτλερ προς τη μέχρι σήμερα πραγματικά ουδέτερη Σερβία, εμποδίζοντας τον έτσι να φτάσει και στην ελληνική Μακεδονία είναι πάντα πρόθυμη να βοηθήσει τους λαούς που θα δείξουν πώς πραγματικά θέλουν την ειρήνη.
Για να σωθούμε λοιπόν πρέπει να δείξουμε κι εμείς τη φιλειρηνική μας θέληση. Πρέπει γι 'αυτό πρώτα-πρώτα ν' ανατρέψουμε τη βασιλομεταξική σπείρα που μας έμπλεξε στον πόλεμο. Πρέπει ακόμα να προτείνουμε ειρήνη δίχως προσαρτήσεις κι αποζημιώσεις και ν' ασφαλίσουμε την ουδετερότητα μας απέναντι στο συνεχιζόμενο πόλεμο των ιμπεριαλιστών, προσανατολιζόμενοι προς τη Σοβιετική Ένωση.
Αν αφήσουμε τη βασιλομεταξική σπείρα να συνεχίζει τον πόλεμο είναι φανερό πια τι μας περιμένει. Το Κόμμα μας σας καλεί λοιπόν στον παλλαϊκό και πανεθνικό συναγερμό, για τη σωτηρία του λαού και της πατρίδας μας.
Το Κόμμα μας έχει κάποιο δικαίωμα να ζητήσει σήμερα να εισακουστεί. Το απόχτησε το δικαίωμα αυτό με το αίμα και τις αφάνταστες θυσίες των χιλιάδων δολοφονημένων, φυλακισμένων κ εξόριστων μελών κι οπαδών του που αψήφισαν τα πιο φριχτά βασανιστήρια για να μπορούνε τεσσεράμισυ χρόνια τώρα να σας βροντοφωνάζουν συνεχώς: Το ματωβαμένο φασιστικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου μας φέρνει πείνα, τυραννία, πόλεμο, ξεπούλημα, αφανισμό, υποδούλωση στους ξένους!
Δε μνησικακούμε με όσους από σας αδιαφόρησαν στις εκκλήσεις μας και σήμερα θρηνούν συμφορές καί πένθη. Συμμεριζόμαστε τον πόνο ολονών. Ούτε ταιριάζει τη στιγμή αυτή να σταθούμε στα παλιά, ακόμα ούτε στις διαφορές μας με ορισμένους στρατιωτικούς και πολιτικούς παράγοντες.
Ζητούμε όμως σήμερα, τη δωδέκατη ώρα, πιο έντονα από κάθε άλλη φορά, να ενωθεί στρατός και λαός σε τούτο το πανανθρώπινο καθήκον: Να σώσουμε το λαό και την πατρίδα μας από τη σφαγή και τον αφανισμό!
Καλούμε τους πολεμιστές μας ν' αρνηθούν να πολεμήσουν πέρ' απ'τα σύνορα της πατρίδας μας. Τι ζητάμε στην Αλβανία; Πού μας πάνε; Ο λαός μας δε θέλει δεύτερο Σαγγάριο!
Παίρνοντας αυτή την απόφαση, οι πολεμιστές μας να υποβάλουν στους αντιπάλους απέναντι τους προτάσεις ειρήνης δίχως προσαρτήσεις και αποζημιώσεις. Να παρουσιαστούν ομαδικά κι ένοπλα στους ανωτέρους τους ζητώντας συμμετοχή στις προσπάθειες τους. Να στείλουν τελεσίγραφο στην πουλημένη ιμπεριαλιστική κυβέρνηση ζητώντας την ειρήνη και θυμίζοντας της πως τους κάλεσε στα όπλα μονάχα για να διώξουν απ' τα ελληνικά εδάφη τον Ιταλό καταχτητή. Η λύση των μειονοτικών ζητημάτων ν' αφεθεί στους ίδιους τους ενδιαφερόμενους ελληνικούς κι αλβανικούς πληθυσμούς. Κι αν η κυβέρνηση αρνηθεί, σύσσωμος ο στρατός περιφρουρώντας ταυτόχρονα τα σύνορα της πατρίδας μας - να ενωθεί με το λαό για την ανατροπή της.
Καλούμε όλη την εργατική τάξη σε τούτες τις κρίσιμες στιγμές να εφαρμόσει το πιο φαρδύ Ενιαίο εργατικό φιλειρηνικό μέτωπο στα εργοστάσια και στις επιχειρήσεις, με τους αρχηγούς και με τη βάση, με όλους όσους συμφωνάνε για το γκρέμισμα της βασιλομεταξικής σπείρας, τη σύναψη ειρήνης και τον προσανατολισμό προς τη Σοβιετική Ενωση και να παλαίψουν με συγκεντρώσεις, διαδηλώσεις, με μαζικές απεργίες, οικονομικές καί πολιτικές. Ιδιαίτερα οι εργάτες μεταφορών, ναυτεργάτες, σιδηροδρομικοί, αυτοκινητιστές να σαμποτάρουν με κάθε τρόπο τη μεταφορά πολεμοφοδίων κι οι εργάτες των πολεμικών εργοστασίων να κωλυσιεργήσουν όσο μπορούν την παραγωγή.
Τα εργατικά στελέχη, οι πρωτοπόροι εργάτες, όπου κι αν βρίσκονται, στα εργοστάσια είτε στο μέτωπο, να μην ξεχνάν όπως πάντα έτσι και τώρα, αρχή και κίνητρο για τους πιο μεγάλους αγώνες μπορούν να γίνουν τα οικονομικά ζητήματα γενικά, κι ιδιαίτερα τα πιο «ασήμαντα». Πως μια διαμαρτυρία, ένα υπόμνημα με διεκδικήσεις οικονομικές ενός κλάδου ή κι ενός εργοστασίου η απεργία, μπορούν να γίνουν οι κρίκοι της αλυσίδας του οργανωμένου αγώνα, οι μορφές πάλης, στις μαζικές απεργίες, οικονομικές και πολιτικές, που φέρνουν στο θρίαμβο της Γενικής πολιτικής απεργίας.
Καλούμε τους αγρότες και τους άλλους εργαζόμενους ν' ακολουθήσουν το δρόμο της πάλης ξεκινώντας απ' τα ζητήματα τους τα πιο παραμικρά.
Καλούμε ολόκληρο τον εργαζόμενο λαό να σχηματίσει αδελφωμένος με το στρατό το Μέτωπο εθνικής σωτηρίας - ειρήνης, ν' απαιτήσει άμεση Γενική πολιτική αμνηστεία!
Να διακηρύξει πώς θα κάμει ό,τι μπορεί για να σταματήσει τον πόλεμο που έφεραν οι Εγγλέζοι και ντόπιοι πλουτοκράτες στη χώρα μας.
Ν' αναδείξει Κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας - ειρήνης πού θα συγκαλέσει συνταχτική εθνοσυνέλευση!
Να δηλώσει πως κάθε είδους διαφορά με τους γειτονικούς λαούς μπορεί να λυθεί αδελφικά κ' ειρηνικά σύμφωνα με τις υποδείξεις της Σοβιετικής Ένωσης! Και να ενώσει τη φωνή του και τον αγώνα του με την πάλη των λαών των γειτονικών χωρών για τον κοινό και πανανθρώπινο σκοπό: την ειρήνη.
Για τη σωτηρία του λαού και της πατρίδας μας οι κομμουνιστές μπαίνουν στις πρώτες γραμμές του αγώνα.
Ζήτω το ηρωικό Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας!
Ζήτω το Μέτωπο εθνικής σωτηρίας-ειρήνης!
Κάτω η πουλημένη ιμπεριαλιστική βασιλομεταξική σπείρα που έφερε τον πόλεμο στη χώρα μας!
Ειρήνη να σώσουμε το λαό και την Ελλάδα μας!
Ζήτω η ειρηνόφιλη Σοβιετική Ένωση πού με τη βοήθεια της θα σώσουμε το λαό, την πατρίδα μας και την ειρήνη!

7 Δεκέμβρη 1940.

Η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ











Κυριακή 26 Μαρτίου 2017

Ηχούν οι σάλπιγγες! Δεν τις ακούτε;



Μικρό αφιέρωμα στους σαλπιγκτές, στις σάλπιγγες και στα σαλπίσματα




Ηχήστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα...
Βογκήστε τύμπανα πολέμου... Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα ! 
Άγγελος Σικελιανός



Την 1ην Ιουλίου 1823 ο Μαχμούτ πασάς της Σκόδρας, στέλνει στον Καραϊσκάκη τούτο το γράμμα:

«Με λέγουν Μαχμούτ πασιά Σκόδρα,. Είμαι πιστός, είμαι τίμιος. Το στράτευμά μου το περισσότερον σύγκειται από χριστιανούς. Εδιορίσθην από τον Σουλτάνον να ησυχάσω τους λαούς. Δεν θέλω να χύσω αίμα. Μη γένοιτο. Όποιος θέλει να είναι με εμένα, πρέπει να είναι πλησίον μου. Όποιος δεν θέλει ας καρτερεί τον πόλεμό μου. Δέκα πέντε ημέραις σας δίδω καιρόν να σκεφτείτε».

Ο Καραϊσκάκης, που ήταν εκείνο τον καιρό άρρωστος, εσωκλείει το γράμμα του πασά και το στέλνει στον Στουρνάρα μαζί με ένα δικό του:

«Σε περικλείω το γράμμα του Μαχμούτ πασιά. Ιδές τι γράφει ο σαλεπτζής, ο κερατάς. Εγώ διόρισα όλον τον λαόν να τραβηχθή εις τας δυναταίς θέσεις και μόνος μου, επειδή είμαι ασθενής, θέλει τραβηχθώ εις τα Παλούκια, εκεί να τους καρτερέσω και ακούς ειδήσεις μου έπειτα. Κάμε το χρέος σου λοιπόν, αδελφέ, και εμένα εκεί να με ηξεύρης».

Την τρομερή απάντηση που έδωσε στον Σκόδρα, την οφείλουμε στον γραμματικό του Γαζή που είχε, λέει, μανία να φτιάχνει τα ανέκδοτα του Γύφτου σε στίχους:


«Μου γράφεις ένα μπουγιουρντί, λέγεις να προσκυνήσω
κι εγώ, πασά μου, ρώτησα τον πούτζον μου τον ίδιον
κι αυτός μου αποκρίθηκε να μην σε προσκυνήσω
κι αν έρθεις κατ’ επάνω μου, ευθύς να πολεμήσω»

Λίγες μέρες αργότερα, στο Κεφαλόβρυσο, ο Μάρκος παίρνει τη θέση του άρρωστου Καραϊσκάκη και κάνει άλλους λογαριασμούς με τον Σκόδρα:

7 Αυγούστου του 1823. Ο Τούσιας(=Θανάσης) Μπότζαρης, ο Θανάσης Κουτζονίκας και ο Γιάννης Μπαϊραχτάρης, κινάνε να κατασκοπεύσουν το ορδί του Μουσταή Πασά της Σκόδρας που έχει πλακώσει στην περιοχή του Καρπενησιού και έχει στρατοπεδεύσει στο Κεφαλόβρυσο και στα γύρω.
Όλη την ημέρα γυρνάνε μέσα στο στρατόπεδο χωρίς να τους ενοχλήσει κανείς. Δεν ξεχωρίζουν από τους Καθολικούς ούτε από τους Μουσουλμάνους Αρβανίτες του Πασά και έτσι κανένας δεν αντιλαμβάνεται τον σκοπό τους. Δεν διαφέρουν ούτε στη γλώσσα ούτε στον οπλισμό ούτε στα ρούχα ούτε στο σουλούπι ή την φυσιογνωμία. Φτάνουν μέχρι τα τσαντήρια των πασάδων, βρίσκουν τα κατατόπια και το βράδυ επιστρέφουν.
Στις 8 Αυγούστου, καθώς βραδιάζει, ο Μάρκος μοιράζει το δικό του ορδί. Δίνει στον Ζυγούρη Τζαβέλλα οκτακόσια παλληκάρια και κρατάει αυτός τριακόσια πενήντα. «Θ' ανταμώσουμε στον κάτω κόσμο», τους λέει, χαιρετώντας τους. Ήταν τριάντα τριών χρόνων.
Πλησιάζουν μονά-μονά, στα μουλοχτά, χωρίς να τους πάρουν χαμπάρι τα καραούλια. Σημειώνουμε πως νυχτομαχία διεξήγαγαν μόνο οι Σουλιώτες ενώ οι Τούρκοι μόλις έπεφτε το σκοτάδι σταμάταγαν.
Για να γνωρίζονται μεταξύ τους έχουν σηκωμένα τα μανίκια, έχουν δεμένα τσεμπέρια στα κεφάλια κι έχουν τα σπαθιά στο χέρι. Μιλάνε έντονα, σαν να είναι αγανακτισμένοι για τους μισθούς, αλλά αφού δεν πειράζουν κανέναν, κανένας δεν τους πειράζει. Όταν φτάνουν στην “καρδιά” του στρατοπέδου, ο Μάρκος προστάζει να βαρέσει η τρουμπέτα “γιουρούσι”. Είναι τόσο απρόσμενο το γεγονός που ένας Αρβανίτης του Πασά φωνάζει:
-Χατάς ωρέ χατάς!! (τούρκικη λέξη, λάθος συναγερμός δηλαδή)
και κάποιος του απαντάει:
-Νούκου γιαν χατάς ωρέ, Μάρκο Μπότσαρη γιαν! Έρδε περ τε τι βράρε!!!
(δεν είναι λάθος ωρέ, είναι ο Μάρκος Μπότσαρης! Ήρθε να σας σκοτώσει!
Μέσα στο χάος και στον αχό της νυχτερινής μάχης, μαζί με τα προσυμφωνημένα μέτρα που έχουν πάρει, για να γνωρίζονται μεταξύ τους, φωνάζουν σύνθημα και παρασύνθημα:
-Τσίλι γε τι;
-Χέκουρ!
Ποιος είσαι εσύ;
Σίδερο!
Δεν ρωτάνε, πώς σε λένε ούτε από πού είσαι ούτε από πού κατάγεσαι. Ρωτάνε: Τις ει;

(Η συνέχεια εδώ)


Μερικούς μήνες αργότερα ο Καραϊσκάκης στην πρόταση συμφιλίωσης που του στέλνει (1824) με επιστολή ο οπλαρχηγός της Ρούμελης Ν. Στουρνάρης:

«Γενναιότατε αδελφέ καπετάν Νικόλα, ...είδα όσα με γράφεις. Έχει και τουμπλέκια ο πούτζος μου, έχει και τρουμπέτες. Όποια θέλω από τα δυο θα μεταχειρισθώ...».

Η αξία της απάντησης αυτής, που έμεινε παροιμιώδης, δεν βρίσκεται μόνο στην αθυροστομία του Γύφτου άμα και στην παιγνιώδη και σκοπτική διάθεσή του ακόμη και στα οδυνηρά αυτά θέματα. Βρίσκεται στο γεγονός ότι περιγράφει δύο τακτικές με δύο απλές λέξεις, ή καλύτερα, με δύο μουσικά όργανα-σύμβολα. Τα τουμπλέκια, που ήταν σύμβολο των Τούρκων αφού υπό τους ήχους συνήθιζαν εκείνοι να πολεμούσαν και τις τρουμπέτες, που ήταν σύμβολο των Ελλήνων και με τα σαλπίσματά τους έδιναν τα παραγγέλματα και τον ρυθμό της μάχης.

Δεν ήταν όμως η τρουμπέτα μόνο του '21 απαραίτητο εξάρτημα της πολεμικής παράδοσης των Ελλήνων. Στην έμμετρη αφήγηση των κατορθωμάτων του Μερκουρίου Μπούα i, στην Ιταλία και στην Κεντρική Ευρώπη, ο Τζάνες Κορωναίος της δίνει κεντρική θέση....όλα ξεκινάνε με την προσταγή του καπετάνιου να σαλπίσει η τρουμπέτα....



Πρίν ανατείλ’ ο ήλιος σ’ ορδίνιαν να βρεθούσι,
Να πάμε κατά των εχθρών να πέσομ’ ως λιαντάρια,
Με τα σπαθιά στην ζώσιν μας, τα χέρια στα κοντάρια.
Και ο τρουμπέτας σάλπισε και όλοι αρματωμένοι
Εις τ’ άλογά των βρέθησαν καλά ορδινιασμένοι,
K’ ευθύς εμπρός τον σώσασιν ως λιόντες θυμουμένοι,
Να παν να πολεμήσουσι πάντες προθυμουμένοι.
(σελ 27)


Και ταύτ’ ειπών εστράφηκε και τον τρουμπέτ' ορίζει,
K’ απ’ το γενναίον της καρδιάς ωσάν αρκούδι αφρίζει
Σάλπισε, ω τρουμπέτα μου, σ’ όλην την συντροφίαν,
Να καβαλήκουν άπαντες, έστι δε πολλή χρεία,
Τον ορισμόν του έπηκε και εσάλπιγξεν ευθέως,
K' ωρδινιασμένοι άπαντες ευρέθησαν ταχέως.
(σελ 43)

Σάλπισε ουν τρουμπέτα μου, κ’ όλοι να συναχθούσι,
Κ’ οι πάντες εις τον τόπον των γοργό να ευρεθούσι.
Ευθύς δε ως του πρόσταξε τον ορισμόν του πήσε,
Και άπαντας εσύναξε κι’ ουδένα δεν αφήσε
(σελ 70)

Ως για να αποκτήσωσιν αύθις την αυθεντείαν,
Και πάσ' αυτών η στρατειά στα μέτρα εσυνάχθη,
Και ο καθείς δ’ εις ορδινιάν με τ’ άρματά του βάλθη.
Ο τρουμπέτα δ’ εβάρησε, κ’ εκείθεν σηκωθήκαν,
Κ' εις την Παδούα άπαντες μετέπειτα διαβήκαν.
Κ' εκείνην πολεμήσασι, που πάντες ετρομάξαν,
Τον θάνατον δε τρέμοντες πολλά αναστέναξαν.
(σελ 93)

Κ’ όταν λοιπόν ήσαν εγγύς πόλεμον για να δώσουν,
Και μέσα εις τον πόλεμον εχθρούς των να σκοτώσουν,
Τότε μεγάλη τη φωνή Μερκούριος ωρίσε,
Κ’ άνοιξαν την πατιέρα του, και τρουμπέταις βαρήσε
Και πρώτος μέσα στους εχθρούς ωρμήθη ως λεοντάρι,
(σελ 104)





Μερικούς αιώνες μετά, ένας άλλος καπετάνιος, ο θρυλικός Νικηφόρος, στο βιβλίο του Αντάρτης στα Βουνά της Ρούμελης, δίνει κι αυτός ευρύτατες “δικαιοδοσίες” στη σάλπιγγα και εξάρει επανειλημμένως τον τρομερό ρόλο του καλού σαλπιγκτή...


«...Ως εδώ τα χωριά της περιοχής δεν ήταν πρώτη φορά που μας έβλεπαν. Από την Παύλιανη όμως και κάτω ήταν το εντελώς καινούριο. Κατηφορίσαμε κι εμείς με αλλόκοτη έξαψη. Προχωρήσαμε στο δρόμο προς το Γαρδικάκι μέσα στα πυκνά έλατα. Κοντά μεσημέρι φτάσαμε στην άκρη στο δασωμένο. Απλώθηκε τότε μπροστά μας ο ανοιχτός τόπος, χαρωπό ξέλακκο. Ίσια κάτω ο κάμπος, βαθύς ορίζοντας. Σταθήκαμε κάμποσο για να ιδούμε πώς θα κάμουμε. Σα δισταχτικοί λιγάκι. Το νοιώθαμε σαν τόλμημα, ότι πλέον ανοιγόμασταν, και σα να θέλαμε να μετρήσουμε άλλη μια φορά τις δυνάμεις μας.
Φάτσα ακριβώς, στον Καλλίδρομο, ήταν ο Σκαμνός και η δημοσιά του Μπράλλου (ο κεντρικός δρόμος Αθήνα - Θεσσαλονίκη). Τρέχανε απάνω κάτω τα εχθρικά αυτοκίνητα, σαν αφηνιασμένα διαολάκια με μια φουντωτή ουρά σκόνη από πίσω τους. Είχε δρόμο νάρθουν και κατευθείαν στο Γαρδικάκι. Από κάτω από το χωριό ανοιγότανε το χάος η γέφυρα της
Παπαδιάς. Η γέφυρα δε φαινόταν αλλά, ξέραμε, ο τόπος γεμάτος οχυρώσεις, φυλάκια, πολυβόλα και κανόνια αντιαεροπορικά...
Βγήκαμε ωστόσο! Οι αντάρτες αδημονούσαν ότι δε χρειαζόταν να το πολυσυζητάμε. Και βγήκαμε. Συνταγμένοι. Με τις σημαίες μας ανοιχτές, μπροστά και με τις σάλπιγγές μας. Είμασταν 100-110 άντρες όλοι-όλοι.
Για καλό και για κακό στείλαμε μπροστά μια πεντάδα ακροβολιστές, βγήκαν ανοιχτά, να προχωρούν μπροστά να μας σιγουρεύουν. Τους αφήσαμε, προχώρησαν κάμποσο αυτοί και βγήκαμε κατόπιν κι εμείς στη γραμμή.
Αυτή η έξοδος! Γέμισε το κορμί μας ταραχή. Ότι τολμούσαμε μια γενναία πρόκληση, ότι αυτή τη στιγμή σπάζαμε το τσόφλι του αυγού μας. Έξη σημαίες ανοιχτές μπροστά. Είχαμε λευτερωθεί και από τον ψίθυρο του δάσους και τώρα απλωνόταν γύρω μας μια μακάρια ησυχία, σα να τους είχε χωνέψει όλους τους ήχους ένα έκπληκτο βουβό στερέωμα. Ο τόπος τελείως ξίχιονος εδώ κάτω. Είχε κι έναν ήλιο ζεστούλικο αλλά τα γύρω βουνά -αστραποβολούσαν οι χιονισμένες κορφές τους στη γαλανή απερα- ντωσύνη και χυνότανε παντού μια τσουχτερή ψύχρα. Κρατώντας την ανάσα μας, άγρυπνο το μάτι μας, κατεβαίναμε την άπλα.
Φτάσαμε πάνω απ’ το χωριό. Στρωμένες από κάτω μας οι κοκκινωπές στέγες.
- Οι σάλπιγγες! -είπαμε.
- Βού-ού-ού! -τις δοκίμασαν ανάκατα οι τέσσερες σαλπιγκτές και ακούσαμε το βαρύ τους αντιβούισμα, χύθηκε σα βρυχηθμός πάνω σ’ όλη τη χούγγη.
Δώσαμε στο τμήμα βήμα, τεντώθηκαν με μιας οι σαλπιγκτές, άρχισαν να σαλπίζουν. Εμείς, χόρευαν τρελά οι καρδιές μας.
Ώσπου να κάνουμε δέκα βήματα, βλέπουμε στο χωριό, άρχισαν να πετιούνται όξω οι γαρδικακιώτες, σαν παλαβωμένοι. Στριφογύριζαν άναυδοι την πρώτη στιγμή, να καταλάβουν τι συμβαίνει, από πού και πώς αυτό το ξάφνιασμα. Μια στιγμή μας έβλεπαν, στέκανε κοκκαλωμένοι, ύστερα τινάζονταν, χιμούσαν πηλαλώντας στον ανήφορο. Πίσω από τους πρώτους κι άλλοι, κι άλλοι, όλο το χωριό. Άρχισαν ν’ αρπάζουν τ’ αυτιά μας ιαχές, αλαλαγμούς. Πήραμε και το τραγούδι μας:

Έλληνες ακολουθήστε των ανταρτών τη φωνή-ή!
Να ζείτε τι ωφελεί-εί-στε-ε μες στη σκλαβιά τη στυγνή!

Φτάναμε. Και το πλήθος έφτανε. Έκθαμβο, πύκνωνε ακατάσχετα. Στέκανε απότομα, και μας ατενίζανε ξέπνοοι ότι είμαστε αγερικά.
- Δρόμο! Ανοίξτε δρόμο! -κραύγαζαν όλο ταραχή πολλοί και χειρονομούσαν ορμητικά στους χωριανούς τους.
- Ζήτωωω! Ζήτωω! -ξέσπασαν τρικυμισμένες ιαχές.
- Καλώς ήρθατεε! Καλώς ήρθατεε!...
Γέμισε ο αέρας καπέλλα, σκούφιες γεροντικές. Οι γυναίκες σταυροκο- πιούνταν. Κλαίγαν όλοι και ζητωκραυγάζανε. Και μας κάναν τόπο να περάσουμε. Οι σημαίες μας συγκλόνιζαν. Χύθηκε κατόπιν το πλήθος μαζί μας τον κατήφορο. Μπήκαμε στο χωριό. Δονιόταν ο τόπος, τραγούδι και σάλπιγγες.
Φτάσαμε στην πλατεία. Οι σάλπιγγες είχανε πάψει. Αντηχούσε το τραγούδι μας. Και τα παραγγέλματα, ο κάθε ομαδάρχης την ομάδα του -«άντρες! αλτ!». Ηχηρά, κοφτά. Και σταθήκαμε παραταγμένοι, γύρω μας να βράζει άναυδο ακόμα το πλήθος.
Τέλεκυσε και το τραγούδι. Λέμε τότε δυνατά:
- Πατριώτες! Καλώς σας βρήκαμε!
- Ζήτωωω! -αλάλαξε άλλη μια φορά το αγαλλόμενο πλήθος μια χιλιόστομη ιαχή.
- Ζήτω η Πατρίδα! Ζήτω η Λευτεριά! -ξαναφωνάξαμε με όλη μας τη δύναμη.
- Ζήτωωω! -παραληρούσε το πλήθος.
Ύστερα έγιναν όλα όπως παντού. Φύγανε μια ομάδα αντάρτες για φυλάκια. Είπαμε στον κόσμο ότι την τάδε ώρα θα μιλήσουμε, να έρθουν όσοι θέλουν ν’ ακούσουν. Είχαν τεντωθεί όλοι μ’ ολάνοιχτα μάτια και ρουφούσαν λαίμαργα τα λόγια μας...»
Τόμος Β σελ 142-144



»...Φτάσαμε στο Σερνικάκι πρωινές ώρες Μόνο μια ώρα με τα πόδια απέχει από την Άμφισσα. Ο κόσμος και η οργάνωση μας περίμεναν κι εδώ στο πόδι. Μια έξαψη παντού, ενθουσιασμός. Είχανε βγάλει συνδέσμους κάτω στον ελαιώνα και μας περίμεναν, είχανε βγάλει και φυλάκια, σκοπούς και αλυσίδα άλλος συνδέσμους μέχρι την άκρη στην Άμφισσα, ελέγχανε καλά την κατάσταση.
Όσο κι αν ήξερε το χωριό τα νέα μας από τις εμφανίσεις μας στην υπόλοιπη περιοχή, μόλις ο κόσμος είδανε τη φάλαγγα ν’ ανηφορίζει από τον ελαιώνα, οι σημαίες ανοιχτές μπροστά, δεν πίστευε στα μάτια του. Όρμησαν απάνω μας και ξέσπασαν σε ζητωκραυγές. Μας έρραιναν με λουλούδια, είχαν στεφάνια για τις σημαίες. Άρχισαν και οι σάλπιγγες. Βγαίναμε ανηφορίζοντας απάνω από την απέραντη σγουρή ισιάδα πούναι ο ελαιώνας και τα σαλπίσματα απλώνονταν ελεύθερα, σάλαγοι βουεροί ως μέσα στην Άμφισσα.
― Σκούξ’ το γέρονταα! – έμπηξε ένας αντάρτης μια φωνή στο Διαβάτη από τη Δεσφίνα. Η δική του σάλπιγγα ξεχώριζε όπως πάντα. Έβγαζε ένα άγριο βογγητό, τρέμισμα, σα νάταν να κομματιαστεί. Με τόση δύναμη τη φυσούσε με τα πλατειά, γενναία στήθια του. Φούσκωνε διπλός ο λαιμός του, το αθάνατο παλληκάρι, οι φλέβες του να σπάσουν κι έτρεμε σα να παραπονιόταν στο στόμα του η σάλπιγγα. Και στις μάχες ήταν λιοντάρι. Και πάντα, αγνός και τίμιος σαν το γάργαρο νερό. Σοφές και γουστόζικες όλες οι κουβέντες του. Όταν σηκωνόταν να μιλήσει σε συνέλευση γινόταν πανηγύρι, φωτίζονταν τα πρόσωπά μας, ένα γελούμενο φώτισμα, ότι δε θα πει τυχαία πράγματα ο Διαβάτης. Ούτε τριάντα χρονών δεν ήταν. Κοντουλός μάλλον, σιδερένιος, σβέλτος και χειροδύναμος. Πετιόταν από τη θέση του στις μάχες όταν ερχόταν η ώρα να επιτεθεί, νόμιζες πως είναι λαστιχένιο τόπι. Κολλούσαν τα καουτσουκένια του τσαρούχια από λιθάρι σε λιθάρι, και η γερή του γάμπα σφιγγόταν σα λιθάρι από σαλτάρισμα σε σαλτάρισμα. Ο Γιώργος Διαβάτης μαζί με τον ισάξιο φίλο του και συγχωριανό του, το Γιώργο το Στέφο, ήταν από τα καμάρια του τμήματος. Κι όταν τον έπιασαν τον καιρό του διωγμού κι όταν τον σκότωσαν στην Κέρκυρα, πάλι μοναδικός στάθηκε.
Και στη Κέρκυρα το 48-49, όταν πήγε η διαταγή να τον εκτελέσουν, τόμαθε πιο πριν το γραφείο της ομάδας ότι είναι κι ο Διαβάτης για την εκτέλεση. Στείλανε στο κελλί του δώρα, αλλά δεν τα πήρε είδηση ο ίδιος στην αρχή. Κλείνανε οι πόρτες των κελλιών και άρχιζαν τα τραγούδια σε κάθε εκτέλεση. Οι φύλακες, οι πιο πολλοί, ντρέπονταν ν’ αγριέψουν τέτοιες ώρες. Και τι ν’ αγριέψουν; Ο Διαβάτης ήταν και καλλίφωνος, ηρωικός τραγουδιστής στα κλέφτικα.
― Άειντε, ορέ Γέροντα! – του φώναζαν κι εκείνη την ημέρα από τ’ άλλα τα κελιά.
― Χα! – έκαμε ο Διαβάτης – πάλε εκτέλεση!
Σηκώθηκε, κόλλησε το στόμα του στην τρύπα πούχαν οι πόρτες στις φυλακές κι άρχισε το τραγούδι. Το τέλειωσε, του φώναζαν λόγια φιλικά οι άλλοι κρατούμενοι, άρχισε κι άλλο τραγούδι και τότε ξάφνου κατάλαβε ότι τον ίδιον θα σκότωναν το πρωί. Έκοψε απότομα το τραγούδι.
― Ορέ, συναγωνιστές – έκαμε χωρατατζίδικα – ορέ, τώρα το κατάλαβα. Να γράψω μια στιγμή ένα-δυο γράμματα και ματαλέμε τραγούδι.
Κάθησε έγραψε τα στερνά του γράμματα και σηκώθηκε να τραγουδήσει πάλι. Στη μέση στο τραγούδι τον πήραν για την απομόνωση. Τους στείλανε και μια κονσέρβα των μελλοθανάτων μαζί με τ’ άλλα δώρα οι κρατούμενοι. Την έπιασε ο Διαβάτης με τα στιβαρά του χέρια, δάγκωσε μια άκρη της και την άνοιξε με τα δόντια σα χαρτί.
― Ορέ Διαβάτη, με τα δόντια, παιδί μου; – τούπε ένας φύλακας.
― Σε λιγάκι φεύγει το κεφάλι κι εσύ κουβεντιάζεις για δόντια του –αποκρίθηκε ο Διαβάτης.
Και το πρωί, χαράματα, οι σφαίρες τού οργώσανε το αντρειωμένο στήθος του που σα φούσκωνε τη σάλπιγγα βογγούσαν τα βουνά αθάνατη ελληνοσύνη και παλληκαριά.
Τώρα ο Διαβάτης ήταν ζωντανός και μαζί με τους άλλους σαλπιγκτές κάνανε τον ελαιώνα κι έτρεμε απ’ άκρη σ’ άκρη...»
(Τόμος Β' σελ 293-294)


»...- Χτύπα, Γέροντα! -λέω αχνά κι εγώ στο Διαβάτη.
Σαλτάρησε σαν αίλουρος αυτός, άρπαξε τη σάλπιγγά του, όρθιος στο παραμπρός λιθάρι, λύγισε αδιόρατα δεξιά-ζερβά το γερό κορμί του να βοηθήσει τη δύναμή του να βγει, βου-χού-ου-ου! έκαμε τη δοκιμή κι αμέσως άρχισε ο σάλαγος και βογγούσαν οι πλαγιές:
- Προχωρείτε! Προχωρείτε! Προχωρεί-τεεε!
Γύρισα όλος αγαλλίαση. Και οι άλλοι το ίδιο. Θέλαμε να δούμε το τμήμα πρώτα! Ανέβαινε ανύποπτο, τρακόσια μέτρα πιο ψηλά, σχηματισμένο πλέον φάλαγγα, οι πλάτες τους σε μας -ανύποπτο και σα με αποκαρ- δίωση.
Μόλις βούιξε η σάλπιγγα, τους είδαμε -τινάχτηκαν σαν ελατήρια, άστραψαν σε μας τα πρόσωπά τους, κατασαστισμένοι. Και αμέσως, έλαμψαν απ’ άκρη σ’ άκρη, έσυραν μια ιαχή «αέραααα!» κι όρμησαν τον κατήφορο άγριοι κι αθάνατοι.
Άρχισαν και οι άλλες σάλπιγγες να σημαίνουν. Και πηδούσαν οι αντάρτες τα πουρνάρια, τους όχτους, τους αρμακάδες, ανεμίζοντας οι χλαίνες τους. Σα σαΐτες περνούσαν πάνω από τα εμπόδια και πλάκωναν τον κατήφορο. Οι σαλπιγκτές τους ξέμεναν πίσω, τρέχοντας κι αυτοί από κοντά όσο μπορούσαν ντούροι, αστείοι, και να μη σταματούν να σαλπίζουν. «Προχωρείτε! Προχωρείτε!». Είχε σηκωθεί η τρίχα μας!
Τους χαρήκαμε, πήραμε νέα δύναμη κι εμείς και κάμαμε τον κατήφορο, οι δέκα-δώδεκα πούχαμε μαζευτεί εδώ. Οι Ιταλοί, τρεμούλα τους έπιασε. Αλαλιασμένοι ανακατώνονταν παντού, ωρύονταν μεταξύ τους.
Τρέχανε προς τ’ αυτοκίνητά τους σα να τους είχε φυσήξει ένας κακός- κακός άνεμος. Μερικοί χτυπιούνταν μ’ απελπισία για το κακό που τους βρήκε. Κύκλωσαν σμιχτοί τα πρώτα αυτοκίνητα, ποδοπατιούνταν μεταξύ τους ποιος να προλάβει ν’ ανεβεί. Τ’ αυτοκίνητα, μούγκριζαν οι μηχανές τους και ξεκινούσαν σαν αφηνιασμένα.
-Ζωγράφο! -έμπηξα μια φωνή- σφιχτείτε ένας-δυο ίσια κάτω στο σύρραχο και κόψτε τους το δρόμο! Συναγωνιστές! Όσοι έχουνε μιλς, γρήγορα με το Ζωγράφο!
Και όρμησαν τρεις-τέσσερες τον κατήφορο, μισοσκυφτοί, σα σαΐτες, από βράχο σε βράχο. Θα βγαίνανε πενήντα-εβδομήντα μέτρα μπρος από τη σταματημένη φάλαγγα.
Εμείς οι άλλοι κάμαμε ίσια πάνω στη φάλαγγα και λοξεύαμε ελαφρά δεξιά να την πλευροκοπήσουμε και να βρεθούμε και στο κέντρο στην παράταξη του δικού μας τμήματος που φτάνανε πετώντας από πάνω (διακόσια μέτρα ακόμα πίσω μας). Πολλοί πετούσανε χλαίνες, σακίδια, όλα τα περιττά, να αλαφρώνουν...»
(Τόμος Β' σελ 303)



»...Πρότεινα λοιπόν: να διαλέξουμε την Αράχωβα. Για κάθε ενδεχόμενο όμως ας πήγαινε και μια διμοιρία με το Νίκο Παπασπύρου στο Δαδί και μια ομάδα στη Γραβιά. Και μαζί με τις οργανώσεις, μήπως ήταν δυνατό κάτι να βγει κι εκεί. Είπα ακόμα να δώσουμε συναγερμό και σ’ όλες τις μαχητικές ομάδες.
Η Επιτροπή συμφώνησε δίχως άλλη χρονοτριβή και χυθήκαμε έξω τρέχοντας. Από την πλατεία ακουγόταν η μεγάλη, η θεσπέσια αναστάτωση. Μόλις βγήκαμε στο δρόμο είδαμε αντάρτες. Φώναξα δυνατά:
-Σαλπιγκτής, συναγωνιστές! Είναι κανείς εδώ!
Έπαψε μα μιας η οχλοβοή και γύρισαν οι αντάρτες σε μας. Σαλπιγκτής, όχι -δεν ήταν εκεί κανένας.
-Ανοιχτείτε να τους βρείτε! Να σημάνουν συναγερμό! Εσύ -λέω σε έναν- τρέχα στο αναρρωτήριο να τους πεις τα νέα και να μην ξεσηκωθούν με τη φασαρία.
-Βαρδουσάκο! -φώναξα ξανά. —Τρέχα εσύ! Στον Ταγματάρχη! Πες του νάρθει κάτω!
Ήρθε αλέστα δίπλα μου το παλληκαρόπουλο.
-Είναι κούνια! -μου λέει εμπιστευτικά.
-Ας είναι! -τον αποπήρα. —Θα συνέλθει μόλις του μιλήσεις.
Κι έφυγε τρέχοντας κι ο Βαρδουσάκος.
Από το ένα σπίτι στο άλλο, απλωνόταν σ’ όλο το χωριό το μεγάλο νέο.
-Τι συμβαίνει! Τι συμβαίνει!
-Η Ιταλία! Παραδόθηκε η Ιταλία!
-Ζήτωωω!
Άρχισε ξαφνικά ν’ ακούγεται και η πρώτη σάλπιγγα. Έσκουξε στριγγός ο ήχος της, αναδραμωμένος, κάλπαζε άγριος παντού, θριαμβικός. Ανατρίχιαζε όλη η πλάση.
Την καμπάνα, μωρέ! -μπήγει ένας μια φωνή.
Και σαν νάταν σύνθημα η φωνή του άρχισε αμέσως να χτυπάει και η καμπάνα, ζουρλαμένη κι αυτή. Τρέλα σ’ όλο το χωριό. Αντηχούσαν χου- γιαχτά, σφυρίγματα. Μπήκαν στο χορό και οι άλλες σάλπιγγες. Μια παραφορά απερίγραπτη...]
(Τόμος Β' σελ 456)



»...Τόσα υλικά όμως, πώς θα τα κουβαλούσαμε σε τέτοια μεγάλη πορεία; Καινούριες σκοτούρες. Συνεννοηθήκαμε πρώτα με τις οργανώσεις και μοιράσαμε στις μαχητικές ομάδες τα περίσσια όπλα κι άλλα υλικά που δε μας ήσαν τελείως απαραίτητα. Και πάλι όμως μένανε τεράστιες ποσότητες.
Αποφασίσαμε να τα πάρουμε όλα μαζί μας, εκτός εκείνα που θα χρειάζονταν οι τραυματίες στο νοσοκομείο που φκιάσαμε στην Αράχωβα. Για τα υπόλοιπα υπολογίσαμε ότι μας χρειάζονταν 400 μεταγωγικά. Τρομάξαμε στην αρχή!
Αλλά είπαμε: «Τετρακόσια! Θα τα μαζέψουμε!».
Ξαπολύθηκαν σύνδεσμοι σ’ όλα τα χωριά, βγήκαν οι οργανώσεις, μίλησαν στον κόσμο και σε δυο ή τρεις μέρες άρχισαν να φτάνουν και χύνονταν μέσα στο απέραντο λιβάδι 400 και παραπάνω άλογα, μουλάρια και λίγα διαλεχτά μεγαλόσωμα γαϊδούρια . Το καθένα με τον αγωγιάτη του και για τρεις μέρες νομή μαζί τους. Έμοιαζε το λιβάδι ένα απέραντο παζάρι, άνθρωποι, ζωντανά, κίνηση, οχλοβοή, φωνές, τα γαϊδούρια γκάριζαν ατελείωτα.
— Να έλειπε το καλό τους! -λέγαμε γελώντας.
Αλάλαζαν κοροϊδευτικά και πολλοί αντάρτες και χωρικοί.
Αποκεντρώσαμε τα υλικά, ετοιμάσαμε σειρές-σειρές τα φορτώματα, χωρίσαμε τα μεταγωγικά ομάδες-ομάδες κι όταν όλα ήσαν έτοιμα δώσαμε διαταγή να προχωρήσουν από παντού και ν’ αρχίσουν το φόρτωμα. Απλώθηκε τότε κάποια ησυχία κι έγινε μια τεράστια κίνηση, σα να μετατοπιζόταν όλος ο τόπος. Αλαφιάστηκαν με την ξαφνική αλλαγή τα ζωντανά, άρχισαν να χλιμιντράνε τα άλογα, τα γαϊδούρια γκάριζαν πάλι όλα μαζί, τα μουλάρια ξετρόμαξαν. Όλοι ανησυχήσαμε προς στιγμήν τι τάξη μπορούσε να γίνει σε τέτοιο χάος. Οι αντάρτες δίνανε οδηγίες φωνάζοντας παντού δυνατά. Χωρίς λόγο όμως ανησυχήσαμε. Σταθερά και δυνατά όλοι, αντάρτες και λαός -τους γέμισε αυτοπεποίθηση το μεγάλο θέαμα- έσκυβαν σβέλτα, άρπαζαν τις μεριές και τις τίναζαν στεγνά απάνω στα σαμάρια και στο άψε-σβύσε όλοι κι όλα ήσαν έτοιμα! Έτοιμα για ξεκίνημα. Σούρχονταν δάκρυα στα μάτια... να σύρεις μια φωνή όλο ευγνωμοσύνη σ’ όλη εκείνη τη σφύζουσα έκταση, να πεις ένα πελώριο ευχαριστώ στ’ αδέρφια σου, τους συνανθρώπους σου, στην ευλογημένη ώρα...
Βάλαμε το σαλπιγκτή, σήμανε προσοχή. Στάθηκε αλέστα όλο το υψίπεδο. Πάνω απ’ τ’ άλογά μας δώσαμε παράγγελμα να ξεκινάμε και τρέχαμε καλπάζοντας παντού. Μπήκαν όλα σε κίνηση. Και στην άκρη πέρα στο Λιβάδι (στο αικρό ανηφόρισμα) προχώραγε και σχηματιζόταν μια γιγάντια φάλαγγα. Σερνόταν στη γυμνή πλαγιά, άρχισε να γέρνει πίσω στο Σταυρό. Και χανόταν σιγά-σιγά. Σύρθηκε-σύρθηκε και κάποια στιγμή άδειασε τρομακτικά το λιβάδι, έμεινε πίσω ένα έκπληκτο κενό, μια πελώρια έκσταση να πλανιέται δακρυσμένη περηφάνεια...
Κύλησε η κίνηση προς την Αράχωβα. Περάσαμε μέσα στην κωμόπολη πούταν απαράμιλλη. Ξεσηκώθηκε ξανά ο κόσμος, μ’ ένα νέο παραλήρημα, μ’ ένα νέο θαυμασμό, με στεντόρειες ζητωκραυγές... Ήταν και δικό του έργο εκείνη η απέραντη κίνηση...
Ύστερα η φάλαγγα χύθηκε προς το Ζεμενό, μέσα στα μεγαλειώδη ύψη που το ζώνουν το στενό, έστριβε δεξιά, ύστερα αριστερά στις αραχωβίτι- κες πλαγιές και σουρχόταν ξάφνου ότι δεν κινείται πλέον η τεράστια φάλαγγα, αλλά είχε βρεθεί το κατάλληλο σημείο όπως το ζητούσε ο σοφός της αρχαιότητας και η γη υποταγμένη πλέον στην ανθρώπινη δύναμη άρχισε να κυλάει αυτή, να τη σέρνει νικημένη μεγαλόπρεπα ο άνθρωπος....»
(Τόμος Β' σελ 504)

»...Από την Αράχωβα τίποτα ακόμα και λέγαμε γιατί. Τότε από τη μεριά της Άμφισσας πάλι αντιλάμπισε η νύχτα, ένα φωτερό τρέμισμα, οι φωτοβολίδες. Τότε απότομα αντάριασε ο τόπος και στην Αράχωβα, ένας άγριος σκληρός πάταγος, γέμισε χαμηλά όλα τα στενώματα και τον άκουγες καβαλούσε τις κορφές και τα διάσελα γύρω μας βουερός. Ακούστηκαν και οι σάλπιγγες.
Ξάφνου άρχισαν να αυλακώνουν τον ουρανό λεπτές φωτεινές τροχιές προς όλες τις κατευθύνσεις, έγινε πάνω από την Αράχωβα ένας πολύχρωμος τεράστιος θύσανος τροχιοδεικτικές σφαίρες. Άστραψαν αμέσως κατόπιν και δυο φωτοβολίδες, τρεμίζοντας μετέωρες με το αρρωστιάρικο φως τους.
Μέναμε όρθιοι. Κρατούσαμε κι εμείς μαζί μας δυο σάλπιγγες.
- Μπρος, συναγωνιστές! -τους φώναξα.
Πήδησαν παραπέρα οι δυο σαλπιγκτές, στάθηκαν αράθυμοι φάτσα στην ανάστατη Αράχωβα κι άρχισαν. Σ’ έπιανε ανατριχίλα. Ξεσηκώθηκε απ’ άκρη σ’ άκρη κι όλος ο Παρνασσός. Έπαψαν σε λίγο κι άκουγες το σάλπισμα, ροβολούσε λάβρο παντού και καταλάβαινες τη γη, δεν είχε χαθεί, ήταν εκεί κάτω από τα πόδια μας, σφαιρική και μετέωρη στο διάστημα, φιλική και καλόβολη.
Στην Αράχωβα μας άκουσαν και ξανάρχισαν πάλι οι δικές τους οι σάλπιγγες.
- Πάλι, κι εμείς! -φωνάζουν οι αντάρτες εδώ.
Και σήμαναν και ξανασήμαναν και οι δικοί μας, κόντεψε ν’ ανοίξουν τα στήθια τους και τα κεφάλια τους. Ύστερα καταλάγιασε ο τόπος από τις σάλπιγγες κι άκουγες τη βουή της μάχης.
- Και στο 51! -λέμε μια στιγμή.
Πράγματι! Μας έφτανε πίσω από τις κορφές άλλος μακρυνός αχός.
Ακούσαμε και το άρπαγμα των Δελφών -έβγαινε πίσω μας, πάνω από τη φοβερή σκισμή των Φαιδριάδων ένας ρόγχος σα νάχε γίνει η σκισμή ένας τερατώδης κομμένος λάρυγγας...»
(Τόμος Γ' σελ. 308)



»...Ύστερα, με τις καμπάνες συνήλθαμε πάλι. Γίναμε φάλαγγα στο δρόμο του ελαιώνα, ίσια για την Ελευσίνα, πήραμε άκρη-άκρη τον ξερηά που κατεβαίνει από το Κοκκίνι.
Όσο ζυγώναμε στην πόλη, άλλη έξαψη μας κυρίευε. Φάνηκαν τα πρώτα σπίτια. Και βλέπουμε, στο ανάχωμα της σιδηροδρομικής γραμμής αραδιασμένον κόσμο. Μας είδαν κι αυτοί κι αναταράχτηκαν, χύθηκαν πολλοί να μας προϋπαντήσουν. Από πίσω από το ανάχωμα τινάζονταν απάνω στη γραμμή κι άλλοι συνέχεια. Πολλοί γύριζαν τα κεφάλια τους απότομα πίσω και χειρονομούσαν προς την πόλη φωνάζοντας ότι «έρχονται! έρχονται!».
Αναδεύτηκε τότε και η δική μας φάλαγγα. Παίρναμε βήμα. Κάποιος άρχισε ένα τραγούδι κι άναψε όλο το Σύνταγμα από μπρος έως πίσω.
Οι πρώτοι δικοί μας φτάνανε κοντά στη γραμμή, ξέσπασε το πλήθος ασυγκράτητο. Ζητωκραύγαζαν, καπέλλα στον αέρα. Περνούσαμε τραγουδώντας εμείς, ακολουθούσε στα πλευρά μας το πλήθος πανηγυρίζοντας. Από την πόλη, σ’ όλους τους δρόμους έτρεχαν γυναικομάνι και παιδιά. Πύκνωνε και δε χωρούσε το πλήθος. Ξέκοβαν τότε κομμάτια και ορμού- σαν να φέρουν βόλτα το ένα τετράγωνο και τ’ άλλο να ξαναβγαίνουν μπροστά, να μας προλαβαίνουν.
-Από δω! Από δω! -παρουσιάστηκε μπροστά μας ένας συναγωνιστής και μας οδήγησε να βγούμε στην κεντρική δημοσιά, πριν απ’ την πόλη, στο μέρος προς την Πελοπόννησο. Γινόταν πανζουρλισμός. Οι καμπάνες είχαν αποτρελαθεί. Γύρευαν τη διοίκηση οι συναγωνιστές της οργάνωσης και μας λένε, ότι έπρεπε να σταματήσουμε λίγο να προλάβει το Δημοτικό Συμβούλιο να τελειώσουν τις ετοιμασίες τους. «Τι ετοιμασίες;» ρωτήσαμε. -«Όχι, όχι πολλή ώρα!» είπανε ζωηρά αυτοί κι έφυγαν πάλι τρέχοντας προς την πόλη.
Βγήκαμε στη δημοσιά και σταματήσαμε.
Γύρω μας μελίσσι αγαλλόμενο το πλήθος. Τα πιτσιρίκια, κόλλησαν απάνω μας τα τεράστια φωτεινά μάτια τους. Οι κοπέλλες πιασμένες αγκαζέ, δεν τις χωρούσε ο τόπος πέρα δώθε, έβλεπαν, σχολίαζαν, γίνονταν παρέες με τους αντάρτες και κουβέντιαζαν. Καταλάβαινες ξαφνικά -οι αντάρτες αισθάνονταν άβολα. Τώρα φαινόταν πόσο κακοντυμένοι ήσαν πολλοί. Παιδιά με ποδήλατα πήγαιναν κι έρχονταν προς την πόλη. Τέλος ήρθε η ειδοποίηση.
Διατάξαμε και σήμαναν οι σάλπιγγες προσοχή. Ανοίξαμε τη σημαία και ξεκινήσαμε. Με το δεύτερο-τρίτο βήμα ξανάρχισαν οι σάλπιγγες. Μόλις στρίψαμε στην ευθεία στον κεντρικό δρόμο, μέσα στην πόλη πλέον, είδαμε ένα θέαμα: Όλα τα σπίτια και τα μαγαζιά αριστερά και δεξιά γεμάτα σημαίες ελληνικές και συμμαχικές. Πάνω από το δρόμο από τη μια πλευρά ως την άλλη άσπρα πανώ γράφανε: «Ζήτω το ΕΑΜ! -Ζητώ ο ΕΛΑΣ! Ζήτω η Λευτεριά!». Πλήθος λαός ασφυκτικά στα πεζοδρόμια, χιλιάδες πρόσωπα τεντωμένα απάνω τόνα πίσω απ’ τ’ άλλο να βλέπουν, χέρια δάσος που άρχισαν να αναδεύουν τρελά στον αέρα καπέλλα, μαντήλια, κι ένα βουϊτό από στεντόρειες ζητωκραυγές που ανακατευόταν με τα σαλπίσματα και τα κλαγγητά της καμπάνας και κουνιόταν η πόλη ολόκληρη. Τέλος, σ’ όλο το μάκρος ο δρόμος πλαισιωμένος λυγερές κοπέλλες της Ελευσίνας με μακρυές λευκές αρχαίες εσθήτες κεντημένες χαμηλά και στο στήθος με γαλανούς μαιάνδρους. Όλες και με χτένισμα αρχαίο. Πότε τάχαν σκαρώσει κιόλας;
Στην εμφάνισή μας άρχισε το πλήθος να παραληρεί. Βγήκαν μπροστά μας μια ομάδα άντρες και γυναίκες, μας άπλωναν αγκαλιές λουλούδια, στεφάνωσαν τη σημαία μας, στεφάνωσαν τ’ άλογά μας. Προχωρούσαμε και η βουή του πλήθους δυνάμωνε. Πίσω μας, ακούμε άρπαξαν κάπου οι αντάρτες ένα τραγούδι και το πήρε με μιας όλη η φάλαγγα:

Βροντάει ο Όλυμπος
Αστράφτ’ η Γκιώνα
Μουγκρίζουν τ’ Άγραφα
Σειέτ’ η Στεριά!...
Στ’ Άρματα! Στ’ Άρματα!
Εμπρός στον Αγώνα
Για τη Χιλιάκριβη
Τη Λευτεριά!...

Το πήρε κι ο λαός. Σεισμός σωστός. Βλέπαμε τον κόσμο να κλαίει και να αλαλάζει με όλη τη δύναμή του...»
(Τόμος Γ' σελ 410-411)


»....Το τμήμα έφτανε στ’ Αμπλιανίτικα Είχαν συνταχθεί κατά τριάδες, όμορφος, καθαρός σχηματισμός, ορθογώνια κομμάτια οι διμοιρίες στη σταχτιά δημοσιά. Πυκνό πλήθος έτρεχε να το προϋπαντήσει. Ακούστηκαν μια στιγμή οι σάλπιγγες να το λένε. Και μόλις έπαψαν, άρχισε το τραγούδι. Ξαφνικά ο κόσμος, εδώ που περιμέναμε κι εμείς, γύρισε κι έδειχνε στην άκρη του κάμπου, στο δρόμο απ’ το Φρατζή.
- Κι άλλοι! Κι άλλοι από κει!
Προχωρούσε πραγματικά άλλο σύνταγμα από κει, ήταν ο Ζούλας. Ακούστηκαν και οι δικές τους σάλπιγγες. Και στο βάθος της δικής μας δημοσιάς, προς τον Τούνο, φάνηκε και το 42 που ακολουθούσε εμάς.
Μπήκαμε στην πόλη. Χιλιάδες λαός γύρω μας μάς υποδεχόταν, αποθέωση. Περάσαμε τους κεντρικούς δρόμους με τις σάλπιγγες και τα τραγούδια μας κι ανεβήκαμε στο σκολειό, πάνω από το παληό Λύκειο. Έπηξε κι αυτού ο κόσμος τριγύρω. Ήρθαν και μαζί μας μέσα στις αίθουσες του σχολείου και στις αυλές. Γέμισαν οι μάντρες και οι τεράστιες σιδεριές το περίφραγμα πιτσιρίκους. Ύστερα ακούστηκε να μπαίνει στην πόλη και το άλλο τμήμα, ακούγαμε από δω πάνω τι σεισμός ήταν οι στεντόρειες ιαχές που δονούσαν την πόλη και χάθηκαν οι πιτσιρίκοι τρέχοντας τον κατήφορο...»
(Τόμος Γ' σελ 437-438)




»...Την άλλη μέρα πέφτει σα βόμβα η είδηση, «έρχεται ο Άρης!». Κουνήθηκε η πόλη όλη. Από τη στιγμή αυτή όλα τ’ άλλα μείνανε για ύστερα. Ξεκίνησαν τα πλήθη, αμέτρητος λαός και κατέβαιναν ώρες νωρίτερα στο κέντρο και στην είσοδο της πόλης. Διαδόθηκε και σ’ όλη την επαρχία το νέο και ξεσηκώθηκαν φάλαγγες ολόκληρες από κάθε χωριό με όλα τα μέσα και έσπευδαν στη Λαμία.
Πήραμε τηλέφωνο την Άμφισσα, μας βεβαίωσαν ότι ήταν αλήθεια. Πέρασε κι από τη Γραβιά! Κατηφόριζε τον Καλλίδρομο με την έφιππη συνοδεία του τους μαυροσκούφηδες, έρχονταν καλπάζοντας. Συναγερμός όπου περνούσε.
Άρχισαν να περιτρέχουν την πόλη διαδόσεις από στόμα σε στόμα «Φάνηκαν στον Τούνο!». -«Φτάσανε στο Σπερχειό!». -«Πέρασαν απ’ το Κόμμα!». Όσο ζύγωνε η ώρα ο εκνευρισμός μεγάλωνε, τρέχανε τα πλήθη να πιάσουν κατάλληλες θέσεις. Έγινε η πόλη ολόκληρη ένα ανακάτωμα λαχανιασμένο.
Κάμαμε το πρόγραμμα της υποδοχής. Οι οργανώσεις και οι διοικήσεις του 42 και 36 να κατεβούνε στην είσοδο της πόλης. Τα τμήματα, να παραταχτούν σ’ όλο το μήκος της διαδρομής ως την πλατεία Ελευθερίας κι από κει ως την πλατεία Διάκου -αυτού θα καταλήγαμε. Όρισαν σε μένα ν’ αναλάβω την παράταξη στο κέντρο της πόλης από τα δικαστήρια και πάνω και θα χρησιμοποιούσα γι’ αυτό τρία τάγματα. Στην πλατεία Ελευθερίας θα παίρνανε θέση και οι αρχές και παράγοντες της πόλης να χαιρετήσουν τον Άρη. Στο άγαλμα του Διάκου θα κατέθετε στεφάνι.

Λίγο πριν την ορισμένη ώρα κατεβήκαμε, συνταγμένα τα τμήματα να πάρουμε θέσεις. Στα δικαστήρια παρατάχτηκε, δε θυμάμαι ποιο τάγμα. Ύστερα ο Λοκρός. Και στην πλατεία το δικό μας τάγμα. Είδαμε και πάθαμε ν’ ανοίξουμε τους δρόμους.

Βρήκαμε κι εμείς την πλατεία φίσκα κόσμο κατεβαίνοντας. Και βλέποντας ο λαός ότι αρχίζει η παράταξη τόσο πιο πυκνός κι ανυπόμονος εισορμούσε από παντού.

Όσο και να φωνάζαμε, όσο και να παρακαλέσαμε, όλα μάταια. Έμεινα ξάφνου αμήχανος, ότι δε μπορεί να μπει τάξη σε κείνο το χάος. Έπειτα είχα μια ιδέα. Σύνταξα δυο στοίχους αντάρτες από τη μια άκρη της πλατείας ως την άλλη, απάνω στον άξονά της. Έκαμαν κλίση οι άντρες έτσι που βρέθηκαν οι δυο ζυγοί, ο ένας με τα νώτα του στον άλλον. Με τα όπλα στο ισχίο κατόπιν άρχισαν οι δυο ζυγοί ν’ απωθούν με μικρά-μικρά βήματα τον κόσμο και παρακαλώντας, με μεγάλη δυσκολία είναι η αλήθεια, αλλά η πλατεία ελευθερωνόταν μια χαρά. Είδε κι ο κόσμος κατόπιν πόσο ωραιότερα ήταν έτσι και βοήθησε κι ο ίδιος. Φανερώθηκε σε όλη σχεδόν την πλατεία ένα τέλειο τετράγωνο στοιχισμένο αντάρτες, ένα ωραίο θέαμα. Από το μέρος που ανέβαινε ο Άρης αφήσαμε αρκετό άνοιγμα. '

Ήρθαν και οι αρχές της πόλης και τους τοποθετήσαμε στο απάνω -μέρος της πλατείας, έτσι ο Άρης θα έκανε αρκετή διαδρομή και στροφή μέσα στην πλατεία να έχει την ευκαιρία ο κόσμος να τον δει. Γιατί όλοι αυτό φώναζαν γύρω στην πλατεία. «Θέλουμε να τον δούμε!». Στην είσοδο της πλατείας παρατάχτηκαν και οι σαλπιγκτές, να σημάνουν προσοχή μόλις η συνοδεία φανεί στην κάτω πλατεία, στο Πάρκο. Στην αρχή του δρόμου προς τα δικαστήρια ο Λοκρός είχε άλλους σαλπιγκτές. Δώσαμε διαταγές, μόλις τέλειωνε το κάθε σάλπισμα «προσοχή», οι διοικητές των τμημάτων θα έδιναν στα τμήματα «παρουσιάστε» και οι σάλπιγγες θα σή-μαιναν ξανά το σάλπισμα του στρατηγού (ο Άρης ήταν καπετάνιος -υποστράτηγος).

Ο λαός δε μπορούσε να συγκροτήσει την αδημονία του. Λίγο καθυστερημένος έφτασε στην πλατεία κι ο σουηδός αντιπρόσωπος του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού στη Λαμία κ. Λίντερ. Είδα που έμεινε στην άκρη στους επισήμους. Πήγα και συνεννοήθηκα με τρόπο με τους δικούς μας να τον βάλουν στη μέση. Αυτός το κατάλαβε και γελούσε ευχαριστώντας, πολύ ευγενικός και καλοκαμωμένος άνθρωπος.

Κάποια στιγμή μεταδίνεται αστραπή ότι έφτασε ο Άρης, είναι στην είσοδο της πόλης κι ανεβαίνουν. Και πραγματικά, ακουγόταν καθαρά προς την είσοδο της πόλης ένα τεράστιο τρικύμισμα σύμμιχτες ιαχές. Κράτησαν τα πλήθη την ανάσα τους κι ακούγαμε. Λίγο-λίγο, άρχισε η βουή να πλησιάζει προς το κέντρο και γινόταν καθαρότερη, βαρύτερη, σάλαγος σωστός. Ξάφνου μέσα στη γενική αδημονία ακούστηκαν οι σάλπιγγες στα δικαστήρια —«άααα» αναταράχτηκε το πλήθος -ακούσαμε και το Λοκρό -κραύγαζε παραγγέλματα -και κατόπιν οι σάλπιγγες άρχισαν το σάλπισμα του στρατηγού.
Είδαμε και τους δικούς μας σαλπιγκτές -ετοιμάστηκαν ταραγμένοι. Τεντωνόταν ο κόσμος να δεμ ας ήταν πρόωρα ακόμα.
Μια στιγμή, είδαμε στην κάτω πλατεία, ξεμπουκάρισε πυκνό πλήθος άνθρωποι που πάλευαν σπασμωδικά να χωρέσουν στο δρόμο και στη μέση τους ο Άρης, βαδίζοντας ζωηρά, με κινήσεις κοφτές αριστερά και δεξιά να χαιρετάει τον κόσμο που παραληρούσε. Μαύριζε η πλούσια γενειάδα του. Και ο κεντρικός δρόμος -πλαισιωμένος από τους αντάρτες που παρουσίαζαν όπλα.
Άρχισαν τότε να αλαλάζουν ξέφρενα όλα τα πλήθη γύρω μας και γινόταν ένα άγριο μεγαλείο. Έβαλα όλη τη δύναμή μου και κραύγασα κι εγώ «προσοχή». Σάλπισαν και οι σάλπιγγες «προσοχή». Ο Άρης και η συνοδεία του πλησίαζαν. Όπως έρχονταν όμως θα γέμιζε η πλατεία περιττούς ανθρώπους. Έτρεξα λοιπόν στο τμήμα που κρατούσε την είσοδο της πλατείας.
- Μόλις περάσει ο καπετάνιος και πέντε-έξη στελέχη της πόλης μαζί του θα κλείσ’τε το δρόμο στους άλλους -τους φώναξα. —Κανένας άλλος δε θα περάσει!
Τραβήχτηκα κατόπιν μέσα προς την πλατεία και μόλις φανερώθηκε στο ανηφόρισμα η συνοδεία και δονιόταν ο τόπος από τις στεντόρειες ζητωκραυγές, φώναξα ξανά με όλη μου τη δύναμη:
- Συναγωνιστές! Προς τον καπετάνιο του Ελληνικού Άαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού! Παρουσιάστεεε, Άαρμ!
Οι σάλπιγγες σάλπιζαν το σάλπισμα του στρατηγού και ο Άρης έμπαινε σβέλτος στην πλατεία. Δίπλα του, κατάχλωμος από τη συγκίνηση ο απλός Τάκης Φίτσιος. Τα πλήθη ωρύονταν μ’ έξαλλο ενθουσιασμό. Πήγα τρέχοντας μπροστά στον καπετάνιο. Με είδε και γέλασε το πρόσωπό του. Στάθηκα προσοχή και λέω δυνατά:
- Λαμβάνω την τιμή, Συναγωνιστή Καπετάνιε, να αναφέρω: 2ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ! Παρόντες, δύναμη ενός τάγματος. Εισήλθαμε στην πόλη καταδιώκοντας τον εχθρό. Οι άντρες σάς εύχονται καλώς ήρθατε στην ελεύθερη πατρίδα σας! Στις διαταγές σας!
Ο Άρης, είχε σταθεί προσοχή κι αυτός και χαιρετούσε. Γέμισαν τα μάτια του δάκρυα. (Δίπλα του, ο Φίτσιος, έκλαιγε για καλά). Με αγκάλιασε κατόπιν δυνατά και με φίλησε...»
(Τόμος Γ' σελ 440-443)







i Τζάνε Κορωναίου, “Μπούα Ανδραγαθήματα”, Αθήνησι, Τύποις του Φωτός, 1867