Τρίτη 6 Απριλίου 2021

Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας- ΕΛΔ: Απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής στις 15 Μαρτίου 1945

 




Η εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα και η Κατοχή, πυροδότησε μια σειρά εξελίξεις και ανατροπές στο διαλυμένο ήδη, από την δικτατορία του Μεταξά, πολιτικό σύστημα της χώρας. 
Μια απ' αυτές τις εξελίξεις ήταν και η δημιουργία της Ένωσης Λαϊκής Δημοκρατίας-ΕΛΔ. 
Ένα "μικρό" κόμμα που έκανε ο, τι μπορούσε για να γίνει μεγάλο το ΕΑΜ, αν και ήταν τόσο νεαρό κόμμα όσο και το ΕΑΜ. 
Ένα "μικρό" κόμμα που την πολιτική του σκέψη θα την ζήλευαν πολλά μεγάλα κόμματα, τόσο τότε όσο και τώρα. 
Ένα "μικρό" κόμμα που επανειλημμένα αρνείται να ενδώσει στην Αντίδραση, να αποκηρύξει τους κομμουνιστές συμμάχους του και να διαχωρίσει τη θέση του, αν και οι εξτρεμιστές του ΚΚΕ έκαναν ο, τι μπορούσαν για να εκθέσουν τόσο το ΕΑΜ όσο και τους "μικρούς" συνοδοιπόρους τους. 

Η απόφαση της Ολομέλειας ξεκινάει απ' την αρχή, από την 4η Αυγούστου, και αναλύει με πολύ ενδιαφέροντα τρόπο τις επιδιώξεις της Μοναρχίας, της Ολιγαρχίας και των λαϊκών δυνάμεων της Δημοκρατίας. 
Η ανάλυση προεκτείνεται στις διεθνείς σχέσεις και έναντι των δύο μεγάλων στρατοπέδων που διαμορφώνονται: το Γερμανικό και το Αγγλικό. 
Διέρχεται, σύντομα σχετικά, από την Κατοχή και πραγματεύεται τον Λίβανο, την σύντομη απελευθέρωση, τα Δεκεμβριανά και τη Βάρκιζα.
Απαντάει στις κατηγορίες που δέχτηκε και εξηγεί τη στάση του κόμματος έναντι των αντιπάλων και έναντι των φίλων. 
Τέλος, καθορίζει τη στάση του κόμματος στο μεταβαρκιζιανό τοπίο και προειδοποιεί, από το πρώτο 15ήμερο του Μαρτίου 1945, για τον κίνδυνο ο εμφύλιος να γίνει ενδημικός. 

Το κείμενο μεταγράφηκε από τη μπροσούρα με την απόφαση, όπως εκείνη κυκλοφορεί στο διαδίκτυο, για να είναι προσιτή στον αναγνώστη και τον ερευνητή. 





Ε. Λ. Δ.


ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 15 ΜΑΡΤΙΟΥ 1945


Η Ολομέλεια της Κ. Ε. αφού άκουσε την Εισήγηση του Γενικού Γραμματέα του Κόμματος σ. Ηλία Τσιριμώκου και συζήτησε διεξοδικά πάνω στα ζητήματα που αναπτύχθηκαν σ’ αυτή, δηλ.

1ο) Τα Δεκεμβριανά, αίτια και πολιτικός χειρισμός,

2ο) Θέσεις της ΕΛΔ για το ΕΑΜ,

3ο) Τα σημερινά πολιτικά καθήκοντα καινούργιες και

4ο) Το μέλλον του κόμματος, πήρε την παρακάτω απόφαση.


1.-ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ 4ης ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ


Μακρυνά αίτια και κοντινές αφορμές φέρανε τη χώρα στην ένοπλη λαϊκή εξέγερση του Δεκέμβρη, στο σπαραγμό του εμφυλίου πολέμου. Στην 4αυγουστιανή δικτατορία και την κατοχή πρέπει να ζητήσουμε τα πρώτα. Το δίμηνο διάστημα της απελευθέρωσης έδωσε τις αφορμές.

Στην 4η Αύγουστου δεν οδηγηθήκαμε τυχαία. Η βασιλική παλινόρθωση ξεπήδησε μέσ’ απ’ το χάος, που κληροδότησε στη χώρα η αποτυχία του κινήμα­τος του Μάρτη του 1935. Δε μπορούσε να σταθεί πολιτικά παρά μόνο πέρνοντας την ηγεσία της κοινωνι­κής αντίδρασης ενάντια στις λαϊκές μάζες που ξύπναγαν. Από τότε κιόλας είχε αποδειχτεί πως οι μάζες αυτές σύντομα θα ξέφευγαν απ’ την καθοδήγηση του παλιού πολιτικού κόσμου. Η παλινόρθωση ήταν το μέσον που έπρεπε να χρησιμοποιήσει η ολιγαρχία για να προλάβει τη συντριβή της. Θα ήταν πολύ αργά για να σωθεί όταν η ορι­στική διάλυση των παλιών κομμάτων, η ανικανότητά τους ν’ ανταποκριθούν στην αποστολή τους, η κατατριβή τους σε μια ρήξη ανάμεσα στις στρατιω­τικές φατρίες που αποτελούσαν τη δυναμική βάση τους και τις ενώσεις ύποπτων συμφερόντων, που α­ποτελούσαν το ουσιαστικό περιεχόμενό τους, και η αποστασία των λαϊκών μαζών απ’ τα καθιερωμένα και ιστορικά πολιτικά πλαίσιά τους, θα φέρνανε αναγκαία τη χώρα στην ανάγκη να αντιμετωπίσει καινούργιους τρόπους για να βρει την πολιτική λύση των μεγάλων προβλημάτων της, επομένως θα την ο­δηγούσαν προς τ’ αριστερά.

Η μοναρχική λοιπόν παλινόρθωση έγινε συμφέρουσα για την ολιγαρχική αντίδραση, γιατί νόμιζε πως θα μπορούσε μ’ αυτή ν’ αποτρέψει, έστω και προσωρινά, τον κίνδυνο της λαϊκής ανατροπής της. Και η μοναρχία δε θα μπορούσε να δικαιολογήσει την ύπαρξή της απέναντι στα συνασπισμένα ολιγαρχικά συμφέροντα, που την επιβάλανε βίαια στο λαό, παρά μόνο όσο θα εκπλήρωνε τον προορισμό της αυτό, υψώνοντας ένα ανυπέρβλητο τείχος στη λαϊκή χειραφέτηση.

Αυτό έκανε ώστε η μοναρχία να γίνει ιστορικά αναγκαίο,ν’ αποχωριστεί απ’ τα παλιά πολιτικά κόμματα. Τα κόμματα αυτά είχαν πάψει προ πολλού να είναι προοδευτικά. Μολοντούτο δε μπορούσαν ν’ αποχωριστούν απ’ τις πολιτικές μεθόδους της κοι­νοβουλευτικής δημοκρατίας, με την οποία όμως, χω­ρίς να θέλουν, θα οδηγούσαν αναπόφευκτα σε ό,τι βασικά φοβόταν η αντίδραση, δηλαδή τον προσαναπολισμό των λαϊκών μαζών προς νέους πολιτικούς σχηματισμούς. Ο,τι ήταν αναγκαίο για την Αντίδρα­ση του 1935 δεν ήταν λοιπόν μόνο ο θεσμός της μο­ναρχίας. Ήταν πρπ παντός ένα καινούργιο πολιτικό σχήμα, που θα της επέτρεπε να παρατείνει την ανεξέλεγκτη πολιτική κυριαρχία της στο λαό. Διακόπτοντας τη δημοκρατική εξέλιξη της χώρας, παρεμπο­δίζοντας το φυσιολογικό πέρασμα της ηγεσίας της στην Αριστερά. Το σχήμα αυτό ήταν η διχτατορία.

Έτσι το καθεστώς τής 4ης Αύγουστον υπήρξε το ιδιόμορφο κατασκεύασμα, μες το οποίο το συμφέρον της μοναρχίας συναντήθηκε με τις αντιλαϊκές και αντιδημοκρατικές βλέψεις της οικονομικής ολιγαρχίας, που ήταν το μόνο στήριγμά της.

Η αντίδραση, -έκανε, απ’ την 4 Αυγούστου 1936, την οριστική επιλογή της βίας σαν μεθόδου πολιτικής πάλης στη χώρα μας, κάνοντας ανεπανόρθωτη την κατάρρευση των παλιών κομμάτων, των άλ­λων οργάνων της οικονομικής ολιγαρχίας. Πέτυ­χε βέβαια ο φασισμός στην Ελλάδα, όπως και αλλού, ν’ ανακόψει την ομαλή αναμόρφωση των πολι­τικών ρευμάτων του. Μα, κάτω απ’ τη φασιστική βία της 4ης Αυγούστου, ο λαός ετοιμάζεται ψυχικά για ν’ αντιμετωπίσει τη στιγμή που θα του επιτρέψει ν’ ανακτήσει την πρωτοβουλία της ενεργείας του. Ο πόλεμος του 1940 αντιπροσώπευε για το λαο τη στιγμή αυτή.

Στους πρωταγωνιστές του πολέμου πρέπει να διακρίνουμε τρεις χωριστούς παράγοντες. Τη Μοναρχία, την Αντίδραση, το Λαό.

Η μοναρχία είχε πικρή πείρα απ’ την αντιαγγλική πολιτική της στον προηγούμενο πόλεμο του 1914. Της είχε στοιχίσει δυο φορές την εκθρόνισή της και της είχε αφήσει τη δυσάρεστη ανάμνηση δύο εξο­ριών. Έτσι η ίδια στενή δυναστική πολιτική που οδήγησε τον Κωνσταντίνο στο γερμανόφιλο στρατόπεδο τό 1914, οδήγησε το Γεώργιο στο αγγλόφιλο το 1940.

Για την αντίδραση το πράγμα παρουσιάζονταν με διαφορετική όψη. Ο χιτλερισμός ολοκλήρωνε τα πο­λιτικά ιδανικά της. Έβλεπε σ’ αυτόν τον πραγματι­κό θεματοφύλακα της σωτηρίας της απ’ τον κομμου­νιστικό κίνδυνο, δηλαδή απ’ την εξέγερση των μα­ζών. Ιδεολογικά, πολιτικά, η αντίδραση ήταν προε­τοιμασμένη απόλυτα για να δεχτεί τη γερμανική επικράτηση. Ένα της έλειπε. Η τόλμη να διακόψει την συνέχεια των δεσμών της Ελλάδας με τις Δυτι­κές Δημοκρατίες και να διακηρύξει την αλληλεγγύη της με την νίκη του χιτλερισμού. Κ’ είχε για παρη­γοριά την ελπίδα, πως, σε περίπτωση ήττας του Χίτλερ, η συντηρητική Αγγλία θα μπορούσε να τον αντικαταστήσει στον αντιδραστικό του ρόλο.

Μόνο για το Λαό ο πόλεμος είχε το διπλό πραγ­ματικό νόημά του. Το νόημα, πρώτο, πως η νίκη θα εξασφάλιζε την εθνική ανεξαρτησία, πράγμα που χαραχτηρίζε τον πόλεμο, για την Ελλάδα, σαν εθνικο- απελευθερωτικό. Το νόημα, δεύτερο, πως πάλι η νί­κη θα μπορούσε να γίνει η αφετηρία για να ξανακερδηθούν οι χαμένες λαϊκές ελευθερίες. Στις 28)10)1940 ο λαός κέρδισε την πρώτη νίκη του, υστερ’ απ’ τη φασιστική υποδούλωσή του το 1936. Το δυνα­στικό σκοπό του πολέμου τον έκανε εθνικό και λαϊ­κό και υποχρέωσε την αντίδραση να δεχτεί το τετε­λεσμένο γεγονός της εθνικής αντίστασης στη φασι­στική επιδρομή και να υποταχθεί σ’ αυτό.

Ετσι, απ’ τις 28)10)40 αρχίζει το μεγάλο δράμα, που κρατάει ως σήμερα τη χώρα μας κάτω απ’ την πίεσή του. Η δυναστεία, προσωπικά, παίζει ανοικτά το χαρτί της Μεγάλης Βρεττανίας. Και θέλει τον πόλεμο δική της υπόθεση για να κερδίσει έτσι τη σταθεροποίησή της. Η ολιγαρχία παρακολουθεί με δυσπιστία την πολιτική αυτή. Διαισθάνεται πως ο πόλεμος αυτός, αν δεν νικήσει η Γερμανία και ο χιτλε­ρισμός, θα ξεπετάξει οριστικά στην πρώτη γραμμή της εθνικής ενέργειας τις λαϊκές μάζες, που προσ­δοκούν την απελευθέρωσή τους. Παρακολουθεί αναγκαστικά τη δυναστεία στην εθνική πολεμική πο­λιτική της. Δεν τολμά να προτείνει τη μόνη δική της πολιτική, που θα ήταν η συνεργασία με τον Άξονα. Και περιορίζεται στην αρχική ηττοπάθεια («θα βα­στάξουμε οχτώ μέρες ;») και στην προδοσία, τη διά­δοση της γερμανοφοβίας και τη διάλυση του στρα­τού, σαν εισαγωγή στο παιχνίδι που θα παίξει αρ­γότερα : την «αγγλόφιλη» συνεργασία με τους Γερμανούς. Γιατί η Ελληνική Αντίδραση θα είναι, σ’ όλη την περίοδο της Κατοχής, η κεφαλή του Ιανού, με το ένα μέρος προς το Χίτλερ και το άλλο προς τους Συμμάχους.

Ο λαός αυτός που έκανε πραγματικά τον πόλε­μο, αυτός που κράτησε τη φασιστική εισβολή για να την κάνει φασιστική ήττα, αισθάνεται από πίσω του το δόλιο παιχνίδι που του παίζεται απ’ την η­γεσία. Μια ηγεσία, που, είτε χρησιμοποιεί τη δική του πάλη για το δυναστικό συμφέρον της, είτε έχει μόνη ελπίδα της τη νίκη του συστήματος, που ο λαός το αισθάνεται σαν τον μεγαλύτερο εχθρό και της εσωτερικής και της εθνικής ελευθερίας.


  1. Η ΚΑΤΟΧΗ

Με την είσοδο των Γερμανών στην Ελλάδα, ο Γεώργιος φεύγει στο εξωτερικό. Συνοδεύεται απ’ την κατάρα του Ελληνικού Λαού, για την τυραννία τεσ­σάρων χρόνων και για την κακή προπαρασκευή του πολέμου, για την κακή και μονόπλευρη διαχείρισή του, για τη διάλυση του μετώπου, που οι φίλοι του προκάλεσαν. Κι όμως ο άνθρωπος αυτός πρέπει να συμβολίσει την Εθνική Αντίσταση στο εξωτερικό!

Στην Ελλάδα παραμένει ένας πολιτικός κόσμος, πού έχει φθαρεί και διαφθαρεί. Πριν άκόμη απ’ την 4η Αύγουστου, που είχε σταθεί ανίκανος να βρει κυ­βερνητική λύση για να μη γίνει η δικτατορία, τελειωμένος γιατί ο Βενιζέλος που αποτελούσε το λόγο της ύπαρξης και των δυό παρατάξεων έλειψε, αχρη­στος για το λαό όταν απαιτήθηκε αγώνας εναντίον του διχτάτορα. Κι’ όμως αυτός ο κόσμος αποτελού­σε την πολιτική ηγεσία μιας χώρας, που έμπαινε σε μιά τραγική περίοδο δουλείας, κ’ έπρεπε ν’ αποδυθεί στον πιο σκληρό αγώνα, πού χρειάστηκε ποτέ να δώσει!

Ο Ελληνικός λαός έπρεπε να οργανώσει την αντίσταση, την Εθνική του Επανάσταση. Ποιος θ’ ανελάμβανε αυτό το έργο ;

Ο Βασιλεύς, αποδιοπομπαίος αρχηγός του ελληνικού φασισμού, μπορούσε να βρει την ευκαιρία να ξαναδημιουργήσει κάποιο δεσμό με το λαό, αν καταλάβαινε την ανάγκη της εθνικής αντίστασης, κι’ αν έπαιρνε τον κόπο να συνδεθεί με το λαϊκό κίνη­μα, να το ενισχύσει. Προτίμησε να δημιουργεί φιλίες στο εξωτερικό και μηχανορραφίες στο εσωτερικό. Το μόνο πρόβλημα που τον απασχολούσε ήταν πως θα στηρίξει το θρόνο του.

Ο πολιτικός κόσμος είχε συνηθίσει απ’ την 4η Αυγούστου στη σιωπηλή υποταγή. Απ’ τα στελέχη του βγήκαν οι μεγαλόσχημοι πολιτικοί συνεργάτες των Γερμανών, άλλοι φανεροί, άλλοι απ’ τα παρασκήνια. Το μέγιστο μέρος προσπάθησε να «βολέψει τα πράματα», ν’ αποφύγει τις «ιστορίες» με τον κατακτητή. Μερικοί έβρισκαν πως έπρεπε να στηρίξου­με όλοι το Βασιλέα, εκπρόσωπο της Ελλάδας στο εξωτερικό, άλλοι πως ήρθε η κατάλληλη στιγμή για την αντιβασιλική προπαγάνδα. Μα απέναντι στον εχθρό, η Καρτερία, δηλαδή η Υποταγή...

Κι’ όμως η ’Εθνική Αντίσταση οργανώθηκε. Στις πόλεις, στην ύπαιθρο, δεκάδες χιλιάδες οι μαχητές ξεπετάχθηκαν. Σιγά-σιγά ένα μεγάλο μέρος του Ελ­ληνικού εδάφους απελευθερώθηκε. Νέοι θεσμοί, ξεπήδησαν απ’ το λαϊκό αγώνα. Γι’ αυτή την «Ελεύ­θερη Ελλάδα» που δημιουργιέται έτσι, οι Γερμανοί υπήρχαν πια μόνο σαν επιδρομείς και όχι σαν κατα­χτητές. Στο πείσμα όλων των πολιτικά νεκρών ανθρώπων και θεσμών, ο λαός οργάνωσε την πιο φανα­τική, την πιο μαζική αντίσταση που γνώρισε η σκλα­βωμένη Ευρώπη. Ο λαός μονάχος του, οδηγούμενος απ’ την καθαρά λαϊκή ηγεσία, την ΕΛΔ, το ΚΚΕ, το ΣΚΕ, ηγέτες και κόμματα που δεν βυθί­στηκαν στη σκέψη πότε και πως θα μαζέψουν ψήφους, αλλά πως θα συνδεθούν καλύτερα με το λαό, πως θα προσφέρουν περισσότερες υπηρεσίες στο λαϊκό αγώνα. Και δημιούργησε το ΕΑΜ, την ψυχή και το μοχλό του λαϊκού ξυπνήματος— που του χρησίμεψε και για τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα καθεαυτό, μα που επίσης έπαιξε τεράστιο προοδευτικό ρόλο.

Ολόκληρη η παλιά ηγεσία του τόπου—βασιλιάς, πολιτικός κόσμος— απουσίασε απ’ τον εθνικό αγώνα, όπως ομολογήθηκε στο Λίβανο. Μα όσο περνούσε ο καιρός και φούντωνε το λαϊκό κίνημα, η απουσία δεν ήταν αρκετή. Έγινε ενίσχυση της συνεργασίας. Ό­ταν ο Ράλλης γίνεται πρωθυπουργός, μιλάει και δρα σαν άνθρωπος «εξουσιοδοτημένος». Φτιάχνει Τάγμα­τα ’Ασφαλείας, που τα πλαισιώνει με «δημοκρατι­κούς» και «πατριώτες» αξιωματικούς. Και στις περι­πτώσεις, όμως, που η ενίσχυση της συνεργασίας δεν είναι άμεση, είναι πάντως έμμεση, γιατί γεννήθηκε πείσμα, αντιπάθεια, υστερώτερα μίσος, εναντίον των λαϊκών δυνάμεων, που ενεργούσαν χειραφετημένες απ’ τους παλιούς ανθρώπους που θεωρούσαν πως είχαν το δικαίωμα να είναι πάτρωνές του.

Καταλήγουμε έτσι σ’ αυτή τη μορφή του διχα­σμού που ήταν η έκφραση της νεοελληνικής πραγματικότητας στην περίοδο της κατοχής.

Ένας βασιλιάς στο εξωτερικό, που, επι κεφα­λής μιας μερίδας πιστών του, θέλει να είναι το μο­ναδικό σύμβολο (σύμβολο όμως μόνο χωρίς περι­εχόμενο) εθνικής ενότητας και αντίστασης. Ένα τε­ράστιο λαϊκό κίνημα στο εσωτερικό, το ΕΑΜ, που κάνει την εθνική αντίσταση, οργανώνει τις λαϊκές δυνάμεις που εξεγείρει η καταπίεση του καταχτητή και. στήθος με στήθος, σώμα με σώμα, αποσπά απ’ την εξουσία του καταχτητή και την εξουσία των ψευτοκυβερνήσεών του τα πρώτα κομμάτια του εθνικού εδάφους. Λογικά, οι δύο αυτές εκφράσεις της εθνικής αντίστασης θα μπορούσαν να συναντη­θούν στον κοινό σκοπό. Αυτό συνέβη στη Γαλλία. Αυτό συνέβη στη Τσεχοσλοβακία. Αυτό θα μπο­ρούσε να συμβεί και στην Ελλάδα, αν για το Γεώργιο και την κλίκα του στο εξωτερικό το λαϊκό κίνημα της Εθνικής Αντίστασης δεν αντιπροσώπευε ένα θανάσιμο κίνδυνο: Το ξύπνημα των λαϊκών μαζών. Το κίνημα της Εθνικής Αντίστασης δε μπορούσε παρά να είναι αντιφασιστικό, κ' επομένως, στην πορεία του, θα χρησίμευε για την εκκα­θάριση του παρελθόντος. Για το Γεώργιο δεν υπάρ­χει εθνικός σκοπός (που θα απαιτούσε τη συνεννό­ηση), υπάρχει μόνο δυναστικός σκοπός, που υπαγορεύει την πολεμική. Απ’ την άλλη μεριά, για τις λαϊκές μά­ζες, ο Γεώργιος δεν αντιπροσώπευε τίποτε, και ήταν μόνο ο κύριος υπεύθυνος για το τυραννικό και φασι­στικό καθεστώς που είχε προετοιμάσει ηθικά και υλικά τη χιτλερική υποδούλωση της χώρας.

Έτσι η Ελλάδα χωρίζεται σε δυό αντίμαχα στρα­τόπεδα, που δεν είναι κείνα που θάπρεπε να προβλέψει κανένας, η Αντίσταση και η Προδοσία, αλλά— πράγμα που γίνηκε σιγά σιγά— η Αντίσταση και η Αντίδραση.

Η αλληλεγγύη των κοινών αντιλαϊκών σκοπών τους συνδέει το βασιλισμό με τον παλιό πολιτικό κόσμο, έξω από λίγες, τίμιες εξαιρέσεις, που εφαρμόζει μες την Ελλάδα την πολιτική της Καρτερίας και αντιδρά προς το λαϊκό κίνημα της εθνικής αντίστασης—με όλες τις οργανώσεις και τις ομάδες που φτιάχνει εδώ η δεξιά για να εκπρο­σωπηθεί δήθεν κι’ αυτή στην πάλη για την εθνική απελευθέρωση, πραγματικά όμως μόνο και μόνο για να χτυπήσει το εαμικό κίνημα—και, τελικά, με αυτές τις ίδιες τις κυβερνήσεις των δοσιλόγων και τα όργα­να της λαϊκής καταπίεσης και κατατυράννησης, που ιδρύουν με το σύνθημα του αντικομμουνισμού και με τη βοήθεια των αρχών κατοχής. Αντίστροφα, ο,τι θα μπορούσε να ονομαστεί στο εξωτερικό λαϊκή βάση της Εθνικής Αντίστασης, εκεί, δημοκρατικά στελέχη του στρατού και η τεράστια πλειοψηφία των ανδρών του, λαϊκές τάξεις των ελληνικών παροικιών, φυγάδες της χιτλερικής τυραννίας στο εξωτερικό, τείνουν να συναντηθούν με το ΕΑΜ που αισθάνεται να τους ενώνει μαζύ του ο ίδιος παλμός και ο ίδιος πόθος της εθνικής ελευθερίας.

Η αντίδραση του ΕΑΜ προς τη συνεργασία του Βασιλέως με τις δυνάμεις του εσωτερικού που το πολεμούν, η αντίδραση του Βασιλέως προς τις δυνά­μεις της βάσης του που τις έλκει το ΕΑΜ, δημιουργούν αυτή την πραγματικότητα του διχασμού, που είναι η νεοελληνική πραγματικότητα στην περίοδο της κατοχής—στην αρχή «εν δυνάμει», και στο τέλος έκδηλα.


3—Η ΕΘΝΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ

Ποια μπορούσε να είναι λύση αυτής της κατά­στασης; Η νίκη μιας απ’ τις αντιμαχόμενες δυνά­μεις; Το ΕΑΜ πίστευε πως η λύση που επιβάλλονταν ήταν η εθνική ενότητα. Τι κόμμα μας αφομοί­ωσε αυτή τη γραμμή και πρωτοστάτησε σε κάθε σχε­τική ενέργεια.

Για την ΕΛΔ, η ενότητα δεν σήμαινε φυσικά ποτέ παραίτηση των κοινωνικών τάξεων η των πολιτικών μερίδων που τις εκπροσωπούν απ’ τους ιδι­αίτερους σκοπούς τους, ούτε κατάργηση των αντιθέσεων. Αλλά μια εκεχειρία, πιότερο μια συνεργασία για συγκεκριμμένους σκοπούς· α) τον απελευθερωτικό αγώνα και β) την ομαλή μετάβαση στον ελεύθερο πολιτικό βίο. Ο εμφύλιος πόλεμος στη διάρκεια της κα­τοχές θα ωφελούσε τον καταχτητή.'Ύστερ’ άπ' την α­πελευθέρωση θ' αποτελούσε μια άσκοπη θυσία. Η Δεξιά δε μπορούσε να ελπίσει την επικράτησή της με βίαιο πραξικόπημα. Και μες τις γενικές ευρωπαϊκές πολιτικές συνθήκες, η κατάληψη της εξουσίας απ’ την Αριστερά ούτε δυνατή, μα ούτε και σκοπός μπο­ρούσε να είναι, αφού άμεσο έργο της είχε τάξει τη Δημοκρατία. Η εκεχειρία ήταν απαραίτητη για να μπορέσει ο τόπος να περάσει ομαλά στον ελεύθερο πολιτικό βίο. Η Αριστερά μπορούσε να ελπίσει με­γάλη λαϊκή πλειοψηφία στις εκλογές.

Μα, ενώ η Αριστερά επιδίωξε αυτή την ενότητα, η Δεξιά την ετορπίλλισε πάντα. Στην αρχή γιατί ήθελε ν’ αποφύγει τον αγώνα. Αργότερα γιατί άρ­χισε να φοβάται το λαϊκό κίνημα. Και, τέλος, γιατί προτίμησε οριστικά να βάλει σ’ ενέργεια όλα τα μέσα για να πετύχει το χτύπημα του Κινήματος Εθνικής Αντίστασης (που ήταν κίνημα της Αριστε­ρός) με τη βοήθεια των Γερμανών. Η Αντίδραση, μη διαθέτοντας δυνάμεις απελευθερωτικές, μόνο σε προ­δοτικές δυνάμεις μπορούσε να στηριχθεί. Ύστερ’ απ’ την απελευθέρωση, εργαζόταν να προκαλέσει σύγ­κρουση Βρεττανικών Στρατευμάτων και ΕΛΑΣ. Μόνο από μια τέτια σύγκρουση έλπιζε η αντίδραση, ύστερ’ απ’ την τόση άνοδο του λαϊκού κινήματος, να μπο­ρέσει να το ζημιώσει πολιτικά ή δυναμικά.

Η μεγάλη καμπή σημειώθηκε το καλοκαίρι του 1943, όταν πήγε στο Κάϊρο αποστολή του ΕΑΜ υπό την προεδρία του Γεν. Γραμματέα της ΕΛΔ. Ως τότε υπήρχε διαίρεση, μα όχι εμφύλιος πόλεμος. Στην ύπαιθρο υπήρχαν οργανώσεις και ΕΑΜ και ΕΔΕΣ στις ίδιες περιφέρειες. Η αποστολή του ΕΑΜ συνταξίδεψε μαζί με αποστολή του ΕΔΕΣ και της ΕΚΚΑ στο Κάϊρο και διατύπωσε μαζί του στο Βασιλέα, την Κυβέρνηση και τον Άγγλο Πρεσβευτή τις ίδιες απόψεις για τα πολιτικά ζητήματα. Και την ίδια εποχή ο Άρης έ­κανε μαζί με το Ζέρβα περιοδεία στην Ήπειρο. Πραγματικά ήταν στιγμή που η ενότητα μπορούσε να γίνει, ο τόπος ν’ αποφύγει το σπαραγμό, η έξω και μέσα Αντίσταση να ενωθούν και η ομαλή μετά­βαση στον ελεύθερο πολιτικά βίο να εξασφαλιστεί.

Ο κ. Τσουδερός έκανε το παιχνίδι της αντίδρασης των παλαιοκομματικών και άλλων παραγόντων και δεν έλυσε το ζήτημα της ενότητας. Δε μιλούμε για την ευθύνη του Γεωργίου που δε θέλησε να κάνει τη δή­λωση που αναγκάσθηκε να κάνει ένα χρόνο αργό­τερα—γιατί δεν θα προσθέσουμε τίποτα στα όσα ξέ­ρει και πιστεύει ο λαός για την αντεθνική του δράση. Μα, αν ο κ. Τσουδερός είχε συλλάβει το πρόβλημα, αν είχε τη θέληση να ωφελήσει τον τόπο και όχι την Αντίδραση, η αν είχε περισσότερη τόλμη—την τόλμη της παραίτησης τουλάχιστο—τότε, ή θα είχε λυθεί το ζήτημα ή θα γινόταν από τότε απόλυτα φανερό ΠΟΙΟΣ ΕΠΙ ΤΕΛΟΥΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Ή ΤΟ ΕΞΩ­ΤΕΡΙΚΟ ΕΠΙΔΙΩΚΕ ΤΟ ΔΙΧΑΣΜΟ. Και θα υπήρχαν έκτοτε γόνιμες εξελίξεις και μέσα και έξω απ’ την Ελλάδα.

Η σύγκρουση με το Ζέρβα το φθινόπωρο του 1943 ήταν μοιραίο επακόλουθο τής αποτυχίας της προσπάθειας του Καΐρου, γιατί κάποιος έσπρωξε το Ζέρβα, για να μπορέσει το Ραδιόφωνο του Λον­δίνου να αρχίσει την πολεμική του εναντίον του ΕΑΜ.

Μόνη λύση απέμεινε για το ΕΑΜ η εσωτερική ενέργεια. Ήδη απ’ το Μάρτη του 1943 είχε αντιμετωπισθεί ο σχηματισμός Διοικητικής Επιτροπής στο βουνό. Η ΕΛΔ υπήοξε υπέρμαχος αυτής της ιδέας. Ίσως, αν είχε γίνει αυτός ο σχηματισμός ΠΡΙΝ απ’ τη μετάβαση στο Κάιρο, η τύχη εκείνων των διαπραγματεύσεων να ήταν διαφορετική. Όμως τότε δεν είχε κριθεί σκόπιμο να γίνει η Επιτροπή γιατί υπήρχαν ακόμη ελπίδες να δεχτούν τα αστικά κόμ­ματα την ενότητα. Ύστερα όμως απ’ το Κάιρο δε χωρούσε αναβολή. Οι καινούργιες ενέργειες προς τα κόμματα, το φθινόπωρο του 1943 έμειναν κι' αυτές άκαρπες. Έτσι, μετά το Σύμφωνο της Πλάκας (Φε­βρουάριος 1943), που τερμάτισε τη σύρραξη με το Ζέρβα, μα και έδειξε φανερά πως ο κ. Τσουδερός δεν είχε διάθεση για ενότητα, (πράγμα που αποδείχνεται απ’ το σωρό τηλεγραφή­ματα που αντάλλαξε το ΕΑΜ μαζί του), σχηματίζε­ται η Π.Ε.Ε.Α., στις 12 Μαρτίου 1944.

Η Αριστερά, που ήταν η ψυχή και η κινητήρια δύναμη του κινήματος της Εθνικής Αντίστασης στο εσωτερικό, είχε στα χέρια της την πραγματική εξου­σία στην Ελεύθερη Ελλάδα. Την άνοιξη του 1944 η πραγματική αυτή εξουσία οργανώνεται με τη μορ­φή της ΠΕΕΑ. Εκφράζεται έτσι και η ανάγκη να πάρει επίσημη μορφή η εξουσία που ασκείται στην ύπαιθρο, μα και η ανάγκη που αισθάνε­ται το κίνημα ν’ ανταποκριθεί η εξωτερική εκ­φρασή του περισσότερο προς την εσωτερική σύν­θεσή του. Το ΚΚΕ αντιπροσωπεύει την ισχυρή παρά­ταξη που απ’ την πρώτη στιγμή έδωκε στο κίνημα αυτό την πείρα, τη μαχητική ικανότητα και την απε­ριόριστη προσφορά της ατομικής και ομαδικής αυτο­θυσίας των μελών του και του συνόλου του μηχανι­σμού του. Όμως το ΚΚΕ δεν εκφράζει ιδεολογικά τη θέληση της πλειοψηφίας των λαϊκών βάσεων, που συγκροτούν το εαμικό κίνημα. Η πλειοψηφία αυτή είνε δημοκρατική, και, κατά ένα δικό της τρόπο, τείνει προς το σοσιαλισμό. Μες το ΕΑΜ, γύρω απ’ την ΕΛΔ, τα σοσιαλιστικά και αγροτικά Κόμματα, υπάρχει το σπέρμα μιας ηγεσίας, που ανταποκρίνεται προς τις ιδεολογικές τάσεις αυτών των βάσεων. Η ηγεσία αυτή όμως είναι τεμαχισμένη, η ίδια διαπλάθεται και δημιουργείται μες τα τραγικά γεγονότα που ζει, είναι στο μέγιστο μέρος της οργανωτικά ανώριμη για ν’ ασκήσει τον έλεγχο και την καθοδήγησή της στο σύνολο του εαμικού μηχανισμού. Η ΠΕΕΑ δεν είναι μόνο η νομική μορφή που πήρε η ανάγκη να οργανωθεί σταθερότερα και με σαφέστερο πολιτειακό σχήμα η πραγματική εξουσία που ασκούσε το ΕΑΜ, όπου είχε απομακρύνει τις αρχές κατοχής. Ήτανε και η εκδήλωση ταυτόχρονα της πολιτικής ανάγκης να ισορροπηθεί η σύνθεση της ηγεσίας του εαμικού κι­νήματος και, βαθμιαία, μεσ’ απ’ την οργάνωση των εξουσιών του, να φτάσει έτσι το κίνημα σε μια εξωτερική πολιτική έκφραση, που ν’ ανταποκρίνεται προς την εσωτερική σύνθεσή του.

Εξ άλλου ο σχηματισμός της ΠΕΕΑ θα δημιουρ­γούσε στο λαό την πεποίθηση πως μια νέα περίοδος ανοίγεται στη Διοίκηση της Ελεύθερης Ελλάδας. Ο αυτοσχεδιασμός, ο κομματικός παρεμβατισμός που ε­πικράτησε σε μεγάλο βαθμό, και η φοβερή καχυπο­ψία έπρεπε για την κοινή συνείδηση να διορθωθούν. Ήταν βέβαια ως σ' ένα μεγάλο σημείο μοιραία φαι­νόμενα. Μα όλοι πίστευαν πως η κατάσταση μπο­ρούσε να καλυτερέψει. Η πνοή ήταν πολύ ωραία. Στην εφαρμογή ζητιόταν η καλυτέρεψη. Ο λαός αγάπησε την Αυτοδιοίκηση. Γι’ αυτό και αντιπάθησε τις κομματικές αναμίξεις σ’ αυτή. Και αγάπησε με πάθος τον αγώνα για τη λευτεριά. Γι’ αυτό η υπερ­βολή στην «επαγρύπνηση» του ήταν αποκρουστική. Ό,τι θα μπορούσε να διαπιστώσει κανείς σήμερα εί­ναι πως η ΠΕΕΑ έγινε πολύ αργά κ’ έζησε πολύ λίγο για να μπορέσει ν’ αποδόσει το μέγιστο της ωφελείας της.

Αν η ΠΕΕΑ είχε γίνει νωρίτερα θα φτάναμε σα μιά πραγματική εθνική ενότητα που, να εκφράζει με πιο πολλή ακρίβεια το συσχετισμό των δυνάμεων, Αντίστασης - Αντίδρασης, με σαφή επικράτηση τουλάχιστο του πνεύματος της Αντίστασης, όπως έ­γινε στο μέγιστο τμήμα της απελευθερωμένης Ευρώπης. Η καθυστέρηση στην ίδρυση της ΠΕΕΑ έκανε αδύνατο αυτό το έργο.

Αποτέλεσε όμως η ίδρυση αυτή μια πράξη ενότητας. Πραγματικά η ΠΕΕΑ έκανε τους παλαιοκομματικούς να σπεύσουν προς το Λίβανο, γιατί είχαν πια την απόδειξη πως το λαϊκό κίνημα, επισημοποιώντας την πολιτική εξουσία που ασκούσε στην Ελεύθερη Ελλάδα, διαδήλωνε την απόφασή του να διεκδικήσει ό,τι του ανήκε στην Ελλάδα, με την απελευθέρωση. Αν δεν γίνονταν ΠΕΕΑ δεν θα ύπήρχε Λίβανος. Μα και εκεί τα «πατριωτικά» κόμ­ματα πήγαν χωρίς να έχουν παραιτηθεί απ’ το σκοπό τους που ήταν μάλλον να παρασύρουν τους Άγ­γλους σε πόλεμο εναντίον του ΕΑΜ παρά να πραγμα­τοποιήσουν την ενότητα.


4.- Ο ΛΙΒΑΝΟΣ


Βέβαια το σχήμα εθνικής ενότητας που έδωσε ο Λίβανος δεν ήταν το καλύτερο. Με το Σύμφωνο του Λιβάνου η δεξιά έπαιρνε πλεονεκτήματα που δεν της ανήκαν, αφού στο Λίβανο έφτασε ύστερ' απ' την ομολογημένη απουσία της στον εθνικό αγώνα. Ποιοι λόγοι συνετέλεσαν; Μ ε τ ά την ίδρυση της ΠΕΕΑ, η σπουδή προς συνεννόηση, μαζί με την αποστολή του ίδιου του Προέδρου της ΠΕΕΑ στο Λίβανο, ίσως πολιτικά να έδινε την εντύπωση κάποιας αδυναμίας από μέρους του ΕΑΜ.

Είναι πάντως όμως επίσης βέβαιο πως η Διάσκεψη του Λιβάνου έγινε ευθύς μετά το Κίνημα της Μέσης Ανατολής -που πόθησε η Αντίδραση για να διαλύσει μια πραγματικά δημοκρατική ένοπλη δύναμη- Κίνημα που απέδειξε την αθεράπευτη πολιτική μυωπία κάθε εξτρεμισμού. Η παγκόσμια εκμετάλλευση που έγινε του κινήματος, με άπειρες ψεύτικες και ανατριχιαστικές λεπτομέρειες, βάρυνε πολύ αυτήν την ατμόσφαιρα της Διάσκεψης, όπως τη βάρυνε και η πρόσφατη και άκαιρη σύγκρουση με την ομάδα της ΕΚΚΑ που είχε σαν επακόλουθο τον άτυχο σκοτωμό του συνταγματάρχη Ψαρρού. Μα, κυρίως, στην κρίση της αντιπροσωπείας βάρυνε πολύ η γνώση του γεγονότος πως καθεαυτή η πραγματοποίηση της ενότητας ήταν νίκη του λαού εναντίον των δυνάμεως της αντίδρασης που επιδίωκαν τη ματαίωσή της.

Πάντως η εθνική ενότητα, που πραγματοποιήθηκε στο Λίβανο, ήταν μια ιστορική εθνική ανάγκη. Η ραγδαία εξέλιξη του πολέμου έφερνε την Ελλάδα στο προστάδιο της απελευθέρωσής της. Ανεπιφύλακτη αξίωση της συμμαχικής πολιτικής από όλες τις πλευρές, για να γίνει πραγματικότητα η απελευθέρωση αυτή, ήταν να πραγματοποιηθεί η εθνική ενότητα. Η εξέλιξη του πολέμου δεν έκανε την Ελλάδα αναγκαία γέφυρα για να περάσουν οι Σύμμαχοι στην Ευρώπη. Εάν δεν πραγματοποιούσε την εθνική ενότητά της θα μπορούσε ίσως ν' αργοπορήσει η απελευθέρωσή της. Κ' έπειτα νάρθει μαζί με εμφύλιο πόλεμο. Η συμφωνία του Λιβάνου λοιπόν ήταν αναγκαία αφού η αργοπορημένη συγκρότηση της ΠΕΕΑ είχε αφήσει να χαθεί πολύτιμος χρόνος για να πραγματοποιηθεί η άλλη, η πραγματική εθνική ενότητα, και γιατί έπρεπε να επιταχυνθεί η απελευθέρωση, μα και γιατί δεν επιτρεπόταν να αφεθεί ο λαός να κινδυνεύσει την περιπέτεια του εμφυλίου πολέμου. Έπρεπε λοιπόν να γίνει ο Λίβανος. Και, αφού έγινε, να εφαρμοστεί το ταχύτερο.

Υπήρξε λάθος ολκής ότι αφού έγινε ο Λίβανος αργοπόρησε η είσοδος του ΕΑΜ στην Κυβέρνηση. Η ΕΛΔ είχε τότε επιμείνει με πολλή οξύτητα να σπεύσουμε ν’ αποδεχτούμε τη συμφωνία. Πρώτον γιατί η Συμφωνία του Λιβάνου αποτελούσε ένα δ ι εθνές γεγονός και ήταν αδύνατο ν’ ανατραπεί. Η Συμφωνία υπογράφηκε απ’ τον Πρόεδρο της ΠΕΕΑ, το Γραμματέα της Κ.Ε. του ΕΑΜ, τον Αρ­χηγό του ΕΛΑΣ και ένα μέλος του Π. Γ. του Κ.Κ.Ε. Πως (και γιατί) να σβυστούν τέτιες υπογραφές; Δεύ­τερο γιατί η είσοδος στην Κυβέρνηση ματαίωνε τα σχέδια της Αντίδρασης, δεν της άφηνε τον καιρό να οργανωθεί, θα είχε σαν επακόλουθο την καθημερινή αύξηση τες έπιρροής μας μέσα στην Κυβέρνηση και θα έδινε στην υφήλιο την απόδειξη πως δεν επιδιώκουμε την βίαιη κατάληψη της εξουσίας.

Η είσοδος στην Κυβέρνηση πραγματοποιήθηκε τρεις ολόκληρους μήνες ύστερ’απ’ την υπογραφή του Λιβάνου. Στους τρεις αυτούς μήνες η απουσία μας έκανε να οργανωθεί ανενόχλητα το μέτωπο της Αν­τίδρασης. Φυλακίζονται οι δημοκρατικοί αξιωματικοί και στρατιώτες και ναύτες. Ο στρατ. Βεντήρης, ψυχή της Αντίδρασης, γίνεται αρχηγός του ’Επιτελείου. Δημιουργεί, ξεδιαλεγμένα, την Ορεινή Ταξιαρχία. Τάγματα Χωροφυλακής εκγυμνάζονται στον εμφύλιο πόλεμο. Όπλα και χρήματα στέλνονται στο Σπηλιωτόπουλο και τις Αντιδραστικές οργανώσεις. Όταν μπαίνει στην Κυβέρνηση το ΕΑΜ, η Αντίδραση πα­θαίνει απογοήτεψη και σύγχυση. Τα τηλεγραφήματα που παίρνει στην Ιταλία ο κ. Παπανδρέου το μαρ­τυρούν. Θά χάσει λοιπόν το παιχνίδι του δυναμικού χτυπήματος του ΕΑΜ; Προσωρινά ίσως φοβάται αυτό το αποτέλεσμα της ενότητας. Μα, την ώρα που πραγ­ματοποιείται αυτή, ο φόβος της Αντίδρασης είνα αστήρικτος. Για το έθνος είναι πια αργά. Το Μέ­τωπο του εμφυλίου πολέμου έχει σχηματισθεί.


    7.—Η ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ

Όμως το ΕΑΜ αγκαλιάζει την κυβέρνηση της εθνικής ενότητας. Την πιστεύει, θέλει να τη στηρί­ξει. Στις 18 Οκτωβρίου ο εαμικός λαός υποδέχε­ται θερμά τον Παπανδρέου και τον αποθεώνει. Ο λόγος του εξαγγέλλει πρόγραμμα εθνικό. Ο Λαός το εγκρίνει.

Κι’ όμως ο λόγος αυτός είναι η πιο κοντινή αφορμή των Δεκεμβριανών. Η εκκαθάριση του κρα­τικού μηχανισμού, που προγραμματίζει με λόγια αυ­στηρά, ο σχηματισμός πραγματικού εθνικού στρα­τού, η τιμωρία των δοσιλόγων, σκορπίζουν ρίγη ανησυχίας. Τεταρτοαυγουστιανοί δοσίλογοι, πα­λιοί κυρίαρχοι της κρατικής μηχανής, αξιω­ματικοί που διαλύσανε το μέτωπο, άλλοι που φτιά­ξανε τα Τάγματα, η χωροφυλακή που οργάνωσε την Ειδική Ασφάλεια, πώς να υποταχθούν; Έχουν μια δύναμη. Όλοι μαζύ αποτελούν τον αντικομμουνισμό, και για την Αντίδραση εκπροσωπούν και συμβολίζουν το Νόμο και την Τάξη. Και έχουν ένα και μόνο τρόπο να συντρίψουν την Αριστερά και το καθοδηγητικό της όργανο, το ΕΑΜ. Να τη φέ­ρουν σε σύγκρουση με το Νόμο και σε αντίθεση με τα αγγλικά στρατεύματα που βρίσκονται στην Ελ­λάδα. Ο Παπανδρέου, που δεν εμπιστεύονται απολύτως, γιατί πιστεύουν ότι παίζει σ’ όλα τα ταμπλώ, θα χρησιμέψει σαν το καλύτερο όργανο γι’ αυτό το σκοπό.

Η πρόκληση της Δεξιάς και των φίλων της Μοναρχίας, που είχε φέρει το δημοκρατικό στρατό της Μέσης Ανατολής στη σύγκρουση του Απριλίου 1944 με τις Βρεττανικές δυνάμεις, για να πετύχει τη διάλυσή του, έπρεπε οπωσδήποτε να επαναληφθεί και στην απελευθερωμένη Ελλάδα. Το αντικείμενο της προσπάθειας εδώ είναι η ένοπλη σύγκρουση ΕΑΜ— ΕΛΑΣ και Βρεττανών. Στο Λίβανο η Δε­ξιά συζητούσε ποιος θα αποκαθιστούσε την τάξη «αν συνέβαιναν ταραχές». Και από τότε έκανε την υπόδειξη πως ήταν αναγκαία η παρουσία στην Ελλάδα ισχυρών συμμαχικών δυνάμεων, δηλαδή Αγγλικών. Στην Καζέρτα, επιζητείται απ’ τη Δεξιά, με την ίδια επιμονή, ν’ αναγνωρισθεί το δικαίωμα στις Βρεττανικές δυνάμεις να εεπιβάλουν τον νόμο και την τάξη. Και, από την Κάβα-Ντέϊ-Τιρένι, ο Γ. Παπανδρέου, όπως αποκαλύπτει τώρα, ζητάει ισχυρές αγγλικές δυνάμεις για την Ελλάδα, γιατί «τα πολιτικά μέσα δεν αρκούν».

Το πρώτο αυτό βήμα έχει γίνει πια. Οι Βρεττανι­κές δυνάμεις είναι παρούσες στην Ελλάδα. Σκοπός της Δεξιάς είναι να προκαλέσει τη σύγκρουσή τους με τον ΕΛΑΣ. Γι’ αυτό είναι απαραίτητο να διαταραχθεί η τάξη. Η ρήξη θα μπορούσε να έχει γίνει ήδη από πολύ πριν. Η επίθεση κατά των εαμικών διαδηλωτών, τις πρώτες μέρες του Οκτώβρη, θα μπο­ρούσε εξ ίσου να έχει καταλήξει σε μια εκτεταμένη ρήξη της δεξιάς και αριστερας, σε μια διασάλευση της δημόσιας τάξης, που να κληθούν να την αποκαταστήσουν οι Βρεττανοί. Ο,τι δεν συνέβη τον Οκτώβρη συνέβη στις 3 του Δεκέμβρη. Η ρήξη, που αποφεύχθηκε τότε, έγινε υστέρα. Γιατί; Όσο κι’ αν ο καιρός που πέρασε απ’ τά δραματικά γεγονότα του Δεκέμβρη να μην είναι αρκετός για να μπορούμε να τα κρίνουμε με απόλυτη αντικειμενικότητα, μπορού­με κιόλας από σήμερα να πούμε σε γενικές γραμ­μές τι τα έκανε δυνατά τον Δεκέμβρη, ενώ μπό­ρεσαν ν’ αποφευχθούν τον Οκτώβρη.

Μες τους δύο μήνες της απελευθέρωσης, η εθνική κυβέρνηση, από μια υπόσχεση γεμάτη, ελπίδες έγινε απογοήτεψη. Με καμμιά της ενέργεια δε μπόρεσε να δώσει την παραμικρότερη ικα­νοποίηση στα δίκαια αιτήματα του λαϊκού κινήματος της Εθνικής Αντίστασης. Υποσχέθηκε την τι­μωρία των δοσιλόγων. Και, με όλες τις ενέργειές της, έδειχνε πως ήταν δέσμια της δεξιάς, που επιθυμούσε να ματαιώσει οριστικά κάθε δίωξή τους. Υποσχέ­θηκε την κάθαρση των δημοσίων υπηρεσιών. Και, σε όλα τα Υπουργεία, Υπουργοί και Κυβέρνηση ήταν αιχμάλωτοι της Γραφειοκρατίας που είχε υπηρετήσει την 4 Αύγουστου και την Κατοχή. Υποσχέθηκε τη συγκρότηση πραγματικού εθνικού στρατού. Και η πρώτη στελέχωσή του άρχισε με μια πλαστογραφία, που είχε σκοπό της να μπάσει στο στρατό αξιωματικούς υπόδικους απέναντι στη λαϊκή συνείδηση.

Τον Οκτώβρη υπήρχε η ελπίδα και η εμπιστο­σύνη στην Εθνική Κυβέρνηση που δεν είχε έλθει ακόμη. Λίγες μέρες αργότερα την ακολούθησε η βε­βαιότητα πως η κυβέρνηση αυτή θα ενεργούσε σύμ­φωνα με τη λαϊκή θέληση, αφού ο Πρόεδρός της το υποσχέθηκε πανηγυρικά στο λαό στις 18—10—1944. Στις 3)12)1944 υπήρχε αντίθετα για τη λαϊκή συνεί­δηση η διάψευση της ελπίδας αυτής και η βεβαιότητα μιας μεγάλης απάτης που ετοιμάζονταν σε βάρος του λαού. Άπειρα πράγματα ενισχύουν τους φόβους. Η θρασύτητα των φασιστών και των δοσιλόγων, τα μισόλογα «θα δήτε σέ λίγο», οι αυθαίρετες ενέργειες του Επιτελείου, της Διοίκησης Χωροφυλακής κλπ., γενικά η ύπαρξη ενός υπέρ- ή παρα-Κράτους που ενεργεί με δική του πρωτοβουλία. Και ο «πολιτικός κιτρινισμός» του παλαιοκομματισμού, που, ενώ μετέ­χει με εκπροσώπους του στην Κυβέρνηση, σαμποτά­ρει κάθε μέτρο της και της κάνει την οξύτερη πολε­μική. Όλ’ αυτά δημιούργησαν την απίθανη εκείνη προ-δεκεμβριανή ατμόσφαιρα, που όχι μόνο έδειχνε πως η Αντίδραση κάποιους λόγους έχει για να δείχνει τόση θρασύτητα, μα και αύξαινε επικίνδυνα την επαναστατική θερμοκρασία των λαϊκών μαζών που είχαν αγωνιστεί. Πρόκληση απ’ τη μια μεριά, ανησυ­χία και αγανάχτηση απ’ την άλλη. Λες σ' αυτή την ατμόσφαιρα μπαίνει το στρατιωτικό ζήτημα που αποτέλεσε τον κόμπο του όλου προβλήματος.

    8.—ΤΟ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟ

Η υπόθεση των ένοπλων δυνάμεων δε μπορεί παρά ν’ αποτελεί πάντοτε το κέντρο του πολιτικού ζητήματος. Οι ένοπλες δυνάμεις είναι το μέσο για καταπίεση η επικράτηση στα χέρια μιας τάξης ή μιας πολιτικής μερίδας. Ιδίως στις χώρες με μικρότερη πολιτική ωριμότητα, όπως π.χ. τα Βαλκάνια, οι ένο­πλες δυνάμεις έπαιξαν μεγάλο πολιτικό ρόλο. Βγαί­νοντας απ’ την 4η Αυγούστου και την Κατοχή, ήταν η στιγμή για την Ελλάδα να γίνει η εκκαθάριση του στρατού απ’ τα φασιστικά και δοσίλογα στοιχεία και η σύνθεση και πλαισίωση του εθνικού στρατού κατά τρόπο που να μη μπορεί να παίξει αντιδρα­στικό ρόλο. Τούτο δεν θα ήταν μόνο εθνική απαίτηση, ούτε μόνο προϋπόθεση για τη δημοκρατική εξέλιξη της χώρας, αλλά και ανάγκη για την ομαλότητα. Αληθινά η ύπαρξη πραγματικά ε θ ν ι κ ο ύ στρατού είναι η μεγαλύτερη εγγύηση για την ομαλό­τητα. Αντίθετα η ύπαρξη αντιδραστικών ενόπλων δυνάμεων, αποφασισμένων να παίξουν αντιδραστικό ρόλο, αποτελούν κίνδυνο για βίαιες συγκρούσεις με τις προοδευτικές δυνάμεις, γιατί πώς θα μπορέσουν αυτές να φτάσουν ομαλά και ανεμπόδιστα στην εξουσία, αν η πλειοψηφία του λαού τ’ αποφασίσει; Επομένως ορθή λύση του στρατιωτικού σημαίνει όχι μόνο αληθινή πολιτική ελευθερία μα και εγγύηση για την ομαλή πολιτική εξέλιξη.

Το ζήτημα, όπως έμπαινε στην Ελλάδα, μετά την απελευθέρωση, ήταν απλό στή μορφή του. Αποστρά­τευση όλων των εθελοντικών σχηματισμών και δημι­ουργία εθνικού στρατού με την κανονική στρατολογία. Η Αριστερά δέχθηκε την αποστράτευση του ΕΛΑΣ, μαζί με μια σειρά μέτρα (αφοπλιαμό τής χωροφυ­λακής, εκκαθάριση των στελεχών του στρατού κλπ.) που δεν θα έκαναν αυτή την αποστράτευση να σημάνει παράδοση και του Κινήματος Εθνικής Αντί­στασης, μα και ολόκληρης της Ελλάδας, στα χέρια του δοσιλογισμού και του φασισμού.

Κινδυνεύει κανείς να μην κατανοήσει ποτέ τα γε­γονότα, αν δεν πάρει για βάση της σκέψης του πως ποτέ δεν υπήρξε ζήτημα αποστράτευσης του ΕΛΑΣ καθεαυτό, αυθύπαρχτο, ξεκρέμαστο. Πάντα το ζήτημα ήταν ταυτόχρονα ζήτημα εγγυήσεων για την εφαρμο­γή του προγράμματος ηθικού καθαρμού και για τη δημοπρατική εξέλιξη. Ο ΕΛΑΣ ήταν απέναντι των φασιστών και των δοσιλόγων ο μόνος εγγυητής για την εφαρμογή αυτού του προγράμματος. Έπρεπε να παραχωρήσει τη θέση του σε δυνάμεις εθνικές και όχι φασιστικές ή δοσιλογικές. Κάθε τέτια δύναμη έπρεπε να λείψει, για ν’ αφήσει τα όπλα ο ΕΛΑΣ.

Μα η αντίδραση το μόνο που επιδίωκε ήταν ο α­φοπλισμός του ΕΛΑΣ. Ούτε την εκκαθάριση (φυσικά!) επιθυμούσε, ούτε τη διάλυση των άλλων εθε­λοντικών σωμάτων, Όρεινής Ταξιαρχίας, Ιερού Λό­χου κλπ. Η βιάση της για την αποστράτευση του ΕΛΑΣ υπήρξε καταπληχτική. Αν όλα όσα έκαμε για να φτάσει στο σκοπό της προκαλούσαν ρήξη, τόσο το καλύτερο για την Αντίδραση. Και στο σημείο αυτό ο κ. Παπανδρέου γίνεται το αποτελεσματικό όργανο της Αντίδρασης. Μόλις το ΕΑΜ δέχτηκε να αποστρατευθεί, ορίζεται η «αμετάθετη» χρονολογία της 10 Δεκεμβρίου 1944, ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΣΥΝΕΝΝΟΗΣΗ με το ΕΑΜ, και χωρίς υπολογισμό αν μέχρι τότε και οι άλλοι όροι της συμφωνίας θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν. Απ' αυτή τη στιγμή οδηγούμαστε λαχανιαστά προς τη σύρραξη. Aν δεν ήταν σκοπός εσκεμμένος η σύρραξη, τότε η έλλειψη ψυχραιμίας και πολιτικότητας του κ. Παπανδρέου θα όταν μυθώδης!

Δε μπορούν να ιστορηθούν εδώ όλες οι λεπτο­μέρειες των δραματικών ήμερων που προηγήθηκαν απ’ τις 3 Δεκεμβρίου. Μά τούτο είνε βέβαιο, πως οι ενέργειες του κ. Γ. Παπανδρέου και κείνες όπου παρέσυρε το στρατηγό Σκόμπυ συντείνουν να φτάσει στον παροξυσμό η «ψύχωση των χρονολογι­ών» 10 και 11 Δεκεμβρίου. Κάθε μέρα και πεοισσότερο ολόκληρος ο αντιδραστικός κόσμος προσκολλάται στις «10 Δεκεμβρίου» σα μια μαγική μέρα σωτη­ρίας του—και κάθε μέρα και περισσότερο έμοιαζε για την Αριστερά πως η 11 Δεκεμβρίου, η επομένη του αφοπλισμού, θα ήταν ή μέρα πραξικοπήματος φασιστικού ή μέρα έναρξης του διωγμού της Αριστεράς όπως έγινε μετά τα Δεκεμβριανά ημέρα θριάμβου των δοσιλόγων, αφού κανένας δεν θα ειν’ εκεί για ν’ απαιτεί την τιμωρία τους αρκετά ισχυρά, αφού οι δοσίλογοι και οι φασίστες θα μέναν ένοπλοι, και άοπλοι οι πατριώτες.

Η πρόσκληση του στρατηγού Σαράφη από τον κ. Σκόμπυ και η αξίωσή του να υπογραφεί αμέσως και μπροστά του η διαταγή για την αποστράτευση, η πρόσκληση των υπουργών Σβώλου και Ζέβγου και η αξίωσή του να του υπογράψουν δήλωση πως αποκηρύσσουν τις πράξεις βίας του ΕΛΑΣ, τα απίθανα δι­αγγέλματα του κ. Σκόμπυ της 30 —11—44 και παράλ­ληλα, η υπαναχώρηση του κ. Παπανδρέου απ’ το σχέ­διο συμφωνητικού της 23—11—44 που είχε υπογρά­ψει (όπου συμφωνείται η γενική αποστράτευση), ο δόλιος διορισμός των 252 αξιωματίκών της εθνοφυ­λακής, χωρίς προσυνεννόηση, η μυστική πρόσκληση όλων των χωροφυλάκων στην Αθήνα, η διατήρηση ενόπλων των υποδίκων ταγμάτων ασφαλείας και χίλια ακόμη περιστατικά — μες τη γενική ατμόσφαιρα που δημιουργεί ο αντιδραστικός τύπος («δεχόμαστε την επέμβαση των συμμάχων μας Άγγλων» κλπ.) - βεβαίως δεν είναι γεγονότα που κατευνάζουν τις ανη­συχίες.

Μες σ’ αυτή την ψυχολογία πρέπει να τοποθετη­θεί η τελική άρνηση του Π. Γ. Του Κ.Κ.Ε. να υπογραφεί το συμβιβαστικό σχέδιο για το στρατιωτικό (28 - 11 - 44), θέση που υιοθετείται αργότερα απ’ την Κ.Ε. του ΕΑΜ. Πραγματικά, όταν ο κ. Παπανδρέου δήλωσε — παρά την υπογραφή του της 23 – 11 - 44— πως δεν ήταν δυνατός ο γενικός αφοπλισμός (πράγμα που, όπως εξήγησε αργότερα, έκανε ύστερ’ από επιστολή του κ. Σκόμπυ, όπου γίνονταν λόγος και για την «προσωπική γνώμη του κ. Τσώρτσιλ» να μη διαλυθεί η Ορεινή Ταξιαρ­χία!) η Αριστερά δέχτηκε τη συμβιβαστική λύση να διατηρηθεί ίση δύναμη του ΕΛΑΣ, που ν’ απαρτίσει ένα μικτό τμήμα Εθνικού Στρατού μαζί με την Ταξιαρχία και τιν Ιερό Λόχο. Το σχετικό σχέδιο το ενέκρινε ο κ. Παπανδρέου σε συνάντησή του με τους εαμικούς υπουργούς. Μα την άλλη μέρα το έστειλε να υπο­γραφεί αλλαγμένο, κατά τούτο πως οι μονάδες προβλέπονται ανεξάρτητες, ασύνδετες. Μικρή ή μεγάλη, ύστερ’ από όλα τα προηγούμενα, η αλλαγή αυτή γιγάντωσε τη δυσπιστία.

Και μέσα σ’ όλα—ενώ στις 28, 29, 30 γίνονται προσπάθειες να βρεθεί πάντως μια λύση—ο κ. Παπανδρέου ΠΡΟΚΑΛΕΙ την κυβερνητική κρίση. Αληθινά, την 1η Δεκεμβρίου στέλνει στους εαμικούς υπουργούς να υπογράφουν διαταγή να παραδώσει η πολι­τοφυλακή την υπηρεσία στην εθνοφυλακή, και πα­ραγγέλνει πως η υπογραφή αυτή αποτελεί θέμα εμπιστοσύνης. Ξέρει πως η υπογραφή αυτή είναι αδύ­νατη, αφού εκκρεμεί το γενικό ζήτημα. Τόσο το περιεχόμενο της παραγγελίας του κ. Παπανδρέου όσο και ο τρόπος που έγινε αποδείχνουν πως ΗΘΕΛΕ πια τη ρήξη. Στο περιβάλλον του είχε αναπτυχθεί ο μύθος «των 24 ωρών», η πεποίθηση πως μέσα σε 24 ώρες θα «εκκαθαρίζονταν» η Αθήνα απ’ τους Ελασίτες. Η «ενίσχυση» του κ. Σκόμπυ είναι, υπεσχη­μένη. Γιατί να συζητεί με την Αριστερά, όταν μπορεί να τη συντρίψει;

Τα παραπέρα γεγονότα, το συλλαλητήριο της 3ης Δεκεμβρίου, η απαγόρευση ύστερ’ από την άδεια, οι φόνοι αόπλων κλπ. πράγματα που αποτελούν το έναυσμα, είναι πια μοιραία αποτελέσματα της από­φασης του κ. Παπανδρέου. Η απόφαση υπάρχει. Α­πόδειξη ότι, όταν την επομένη του συλλαλητηρίου γίνεται φως φανάρι πως η κυβέρνηση Παπανδρέου δε μπορεί πια να σταθεί, και ο κ. Παπανδρέου υποβάλ­λει επιτέλους την παραίτησή του, σε λίγες μέρες την αποσύρει, με τη συμφωνία του κ. Λήπερ και του κ. Σκόμπυ.


9- Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ


Τριάντα τρεις μέρες ο λαός της Αθήνας δείχνει το θρυλικό πια ηρωισμό του. Τριάντα τρεις μέρες η Ελληνική Αντίδραση ευλογεί τα ξένα όπλα και τα εξωθεί στην πιο μεγάλη σκληρήτητα απέναντι και στους ενόπλους και στους αμάχους Αθηναίους που τρία χρόνια έγραψαν τις πιο ωραίες σελίδες αντίστασης εναντίον των Γερμανών... Εμβρόντητοι και οργισμένοι οι συνοικισμοί δέχονται τα βλήματα των συμμαχικών όπλων.

Τριάντα τρεις μέρες ο Αθηναϊκός λαός κρατάει το τουφέκι απέναντι σε σύγχρονο οπλισμό, σε τανκς, σ' αεροπλάνα, σε πυροβολικό. «Ξηράς, Θαλάσσης και Αέρος». Μια λαϊκή εποποιΐα και οι λεπτομέρειές της έχουν κινήσει παγκόσμιο θαυμασμό. Όχι μόνο ένα κόμμα λαϊκό σαν το δικό μας, αλλά κανείς φιλελεύθερος άνθρωπος δε μπορεί να μην αποτήσει φόρο τιμής και θαυμασμού στους ήρωες και τα θύματα ενός τέτοιου αγώνα. Το αίμα που χύνεται σε τέτιους αγώνες ποτίζει και γιγαντώνει το παγκόσμιο δέντρο της λευτεριάς.

Η πολιτική όμως διεξαγωγή αυτού του αγώνα πρέπει να κριθεί με αυστηρότητα. Από τη στιγμή που η Αγγλική ανάμιξη ήταν πια γεγονός -πράγμα που έπρεπε να περιμένουμε- επιβάλλονταν η κατάπαυση της άνισης πάλης. Η ένοπλη εξέγερση δε μπορούσε, μες τις διεθνείς και ελληνικές συνθήκες εκείνης της στιγμής, να καταλήξει στην κατάληψη της εξουσίας. Οι Μεγάλοι Σύμμαχοι πολεμούσαν από κοινού τους Γερμανούς -και όχι μεταξύ τους. Η εξέγερση αυτή θα έμενε μια διαμαρτυρία. Το τέρμα της θα ήταν ένας συμβιβασμός. Το ταχύ τέρμα (και για λόγους στρατιωτικούς και για λόγους πολιτικούς) θα ήταν το πιο συμφέρον.

Ο χειρισμός της ηγεσίας του ΕΑΜ- ΕΛΑΣ δεν πήρε υπόψη τα πολιτικά δεδομένα της στιγμής και δεν προσαρμόστηκε όπως έπρεπε στις ανάγκες.

Όταν ο στρατηγός Σκόμπυ στέλνει τους όρους του, η ΚΕ του ΕΛΑΣ δεν τους αποδέχεται, αλλά συζητεί και πολιτικούς όρους, για τους οποίους ο κ. Σκόμπυ δηλώνει πως είναι αναρμόδιος. Η αντιδραστική Δεξιά είχε πετύχει τούτο` να παρεμβάλει ένα ξένο στρατηγό, μπασμένο πια σε μια στρατιωτική επιχείρηση (με όλα τα επακόλουθα γοήτρου της Βρεταννικής Αυτοκρατορίας κλπ.) στη διένεξή της με το Αριστερό Κίνημα. Το παιγνίδι την οφελούσε, γιατί ο στρ. Σκόμπυ δε μπορούσε να υποχωρήσει. Και τούτο εξυπηρετούσε την Αντίδραση. Η ηγεσία του ΕΛΑΣ έπρεπε ν' αντιληφθεί πως η απομόνωση του στρατιωτικού ζητήματος έπρεπε να γίνει δεχτή, γιατί μόνο μ' αυτό τον τρόπο θα σταματούσε η Ελληνοαγγλική σύρραξη και θα βαδίζαμε προς μια κάποια λύση του πολιτικού ζητήματος, καλύτερη τότε από ό,τι μπορούσε να γίνει αργότερα.

Και όταν ήρθε ο κ. Τσώρτσιλ πάλι η ηγεσία τους ΕΛΑΣ έδειξε έλλειψη πολιτικής ευκαμψίας. Η έλευση του κ. Τσώρτσιλ αποτελούσε μια ηθική νίκη με μεγάλη πολιτική απήχηση. Αν τότε λύνονταν τα ζητήματα, με οποιαδήποτε θυσία του ΕΑΜ, πάλι το ενεργητικό πολιτικό κατάλοιπο θα ήταν πολύ μεγάλο. Αντίστροφα, έπρεπε να λογαρισθεί πως ο γυρισμός του κ. Τσώρτσιλ χωρίς λύση θα ήταν το δυσμενές αποτέλεσμα για μάς -γιατί ο κ. Τσώρτσιλ έβαζε πια όλο το βάρος και το προσωπικό του και της Μεγάλης Βρεταννικής Αυτοκρατορίας στην πλάστιγγα, κι' επομένως λύση ευμενής θα ήταν πια αδύνατη. Άλλωστε έπρεπε να είχε γίνει αντιληπτή και η σημασία ορισμένων φράσεων που ο κ. Τσώρτσιλ είπε στον εναρκτήριο λόγο του, στην σύσκεψη των πολιτικών κομμάτων. 1ο) Σημείωσε πως έπρεπε να γίνουν δεκτοί ο όροι του κ. Σκόμπυ. 2ο) Δήλωσε πως, αν δεν γίνει συμφωνία, η μάχη θα εξακολουθήσει -ΧΩΡΙΣ να πει πως ένα τέτιο πράμα θα εξαρτιόταν απ' το ΠΟΙΟΣ θα ήταν υπεύθυνος για την αποτυχία. Κι' όμως η Αντιπροσωπεία του ΕΛΑΣ στάθηκε δύσκαμπτη στους όρους που έβαλε.

Απ' τη μέρα της Σύσκεψις η αδιαλλαξία έχει εγκατασταθεί αποκλειστικά και οριστικά στο στρατόπεδο της Αντίδρασης. Απάντηση στις απόψεις που διατύπωσε η Αντιπροσωπεία του ΕΛΑΣ δεν διαβιβάζεται. Το μήνυμα της ΚΕ του ΕΑΜ προς τον κ. Τσώρτσιλ δεν παίρνει συνέχεια. Ενώ το ΕΑΜ είναι αποφασισμένο να υποχωρήσει, γίνεται φανερό πως η Αντίδραση επιδιώκει πριν απ' όλα τη στρατιωτική νίκη του κ. Σκόμπυ μες την Αθήνα, με την υστεροβουλία να προσπαθήσει να ματαιώσει κάθε συνεννόηση και να εγκαταστήσει οριστικά την κυριαρχία της.

Η Βάρκιζα σημειώνει το τέρμα αυτής της σελίδας. Η Κ.Ε. Σημειώνει με ικανοποίηση τον καίριο ρόλο που έπαιξε στις διαπραγματεύσεις της Βάρκιζας ο Γενικός Γραμματέας του Κόμματος. Η Βάρκιζα υπήρξε το καλύτερο τέρμα -σαν συμφωνία- και γι' αυτό τόση στάθηκε η αντίθεση της Αντίδρασης προς το κείμενο της συμφωνίας αυτής και τόσο θρασύ το σαμποτάρισμα της εφαρμογής της. Το Κίνημα Εθνικής Αντίστασης, το ΕΑΜ, εκπροσωπώντας μια πολύ μεγάλη μερίδα του Έθνους, συμφώνησε υποστηρίζοντας τις αρχές που έχει επιβάλλει η παγκόσμια απελευθερωτική συνείδηση -με «συμβαλλόμενους» τους εκπροσώπους του ελληνικού παρελθόντος. Το κείμενο της Συμφωνίας δεν είναι κείμενο όρων παράδοσης «στασιαστών», αλλά συμφωνίας ανάμεσα σε δύο κόσμους.

* * *

Δεν είναι μόνο ο κύριος πολιτικός χειρισμός του ζητήματος που είναι άξιος για αυστηρή κριτική. Και από άλλες απόψεις πρέπει να σημειωθούν καίρια σφάλματα. Πρώτα- πρώτα η ομαδική σύλληψη αμάχων, η ομηρία. Κανένας δε μπορεί ν' αρνηθεί πως αυτό το μέτρο εφαρμόστηκε αφού πρώτα, όπου έμεναν ή όπου έμπαιναν οι κυβερνητικοί, έκαναν αθρόες συλλήψεις αμάχων και αφού ανακοινώθηκε απ' το ραδιόφωνο η αποστολή των πρώτων τριών χιλιάδων την Αφρική. Τα επίσημα ανακοινωθέντα του στρατηγού Σκόμπυ ονόμασαν βέβαια αυτούς τους αμάχους «αιχμαλώτους», ενώ βούηξε ο τόπος για τους «ομήρους» του ΕΛΑΣ... Μα οι λέξεις δεν αλλάζουν την αλήθεια. Κι' η αλήθεια είναι πως οι κυβερνητικοί συνέλαβαν πρώτοι αμάχους, ομήρους.

Μα τούτο δεν είναι αρκετό για να δικαιολογήσει το μέτρο αυτό από μέρους του ΕΛΑΣ. Πρώτον γιατί εφαρμόστηκε με τρόπο γενικό χωρίς την ελάχιστη διάκριση, ώστε ένα άδικο μέτρο καθ' εαυτό να γίνει ακόμη πιο άδικο στην πράξη. Δεύτερο, γιατί με την έλλειψη μεταφορικών μέσων και ειδών διατροφής, οργανώθηκαν αυτά τα καραβάνια των πεζών που περπατούσαν εκατοντάδες χιλιόμετρα, κι' απόχτησαν την όψη κάτεργου και το φωτοστέφανο του μαρτυρίου. Τέλος, γιατί δεν πάρθηκαν αρκετά μέτρα ώστε τουλάχιστον να προφυλαχθεί η ζωή τους. Όχι μόνο υπάρχουν θάνατοι (λίγοι ή πολλοί αδιάφορο) απ' την κακουχία, μα και εκτελέσεις ομήρων υπάρχουν για άγνωστες ή απίθανες αιτίες. Και τούτο πρόσθεσε στα άλλα. Είναι βέβαιο πως οι πλείστες απ' αυτές τις υπερβασίες είναι αποτέλεσμα οικτρών πρωτοβουλιών κατώτερων οργάνων. Μα είναι επίσης βέβαιο πως και η λήψη του μέτρου γενικά και η μεγάλη εγκατάλειψη στην πρωτοβουλία των κατωτέρων είναι λάθη ηγεσίας.

Κι' έπειτα είναι οι εκτελέσεις. Πόσες είναι ακριβώς; Πώς έγιναν; Η «καπηλεία των πτωμάτων» που έγινε μετά την αποχώρηση του ΕΛΑΣ απ' την Αθήνα προκαλεί την αγανάκτηση κάθε τίμιου ανθρώπου. Η αστυνομική σκηνοθεσία της εκταφής ακρωτηριασμένων των πτωμάτων ανθρώπων που είχαν πεθάνει πολύ φυσιολογικά και είχαν ταφεί απολύτως αρτιμελείς αλλού από κει όπου έγινε η «εκταφή» τους, μαζί με ό,τι άλλο δημιούργησε η σαδιστική φαντασία των κουρασμένων μεγαλοαστών, είναι πράγματα πασίγνωστα κι' αποτελούν σήμερα κοινή συνείδηση. Δειλά δειλά στην αρχή, και τώρα πολύ θαρρετά, ο καθένας εκφράζει μεγαλόφωνα την απορία του πώς επιτέλους ΚΑΝΕΝΟΣ ο θάνατος δεν αναγγέλεται από όλμο, από πυροβόλο τανκς, από τις χιλιάδες βλήματα που τα πολεμικά ανακοινωθέντα του κ. Σκόμπυ ανέφεραν ότι έπεσαν στην Αθήνα «από ξηράς, θαλάσσης και αέρος». Όλοι οι νεκροί των 33 ημερών έχουν «αγρίως σφαγιασθεί»...

Μα όλ' αυτά δεν εξαφανίζουν το θέμα των εκτελέσεων. Υπάρχουν εκτελέσεις, και εκτελέσεις άδικες ή άτοπες. Αλήθεια είναι πως ένα ποσοστό είναι μοιραίο επακόλουθο της ένοπλης λαϊκής εξέγερσης. Το πάθος του εμφυλίου πολέμου εξηγεί ένα μέγα μέρος αυτών των εκτελέσεων. Κανείς άλλωστε δεν λησμονεί πως τα Δεκεμβριανά γίνονται ύστερ' από την 4αυγουστιανή δικτατορία, μα και ύστερ' από τέσσερα χρόνια πρωτοφανή ωμότητα των καταχτητών και απίθανη σκληρότητα των οργάνων του, που έκαναν να συμπυκνωθεί μες την ψυχή του αγωνιζόμενου λαού δικιολογημένο μίσος. Έπειτα, για άλλους, είναι η ένοπλη εξέγερση η ευκαιρία για να ξοφλήσουν ένα παλιό λογαριασμό. Προσποιούμενοι ότι κατέχονται από επαναστατικό μένος, ικανοποιούν προσωπικά πάθη. Τέλος, μες σ' αυτή τη γενική εξέγερση, άνθρωποι ανακατεύονται που έχουν ένστικτα εγκληματικά και «κάνουν την τύχη τους», σκοτώνοντας όσο μπορούν. Όλοι αυτοί ξένοι προς το Λαϊκό Κίνημα, ξένοι προς τον υψηλό παλμό των αληθινών αγωνιστών. Ποιο το ποσοστό του αναπόφευκτου στην περίπτωση αυτή και πού αρχίζει η ευθύνη της ηγεσίας είναι αδύνατο να διακριθεί. Είναι βέβαιο πως σ' αυτή τη μάχη δεν υπάρχει ένα μέτωπο που να ελέγχεται απόλυτα. Η καθολικότητα είναι χαρακτηριστικό της. Μα ούτε το πάθος, ούτε η εκδίκηση, ούτε η εγκληματικότητα αρκούν για να εξαλείψουν το γενικό αίσθημα πως δεν υπήρξε αρκετή φροντίδα για ν' αποφευχθούν η υπερβολή, το πλήθος των εκτελέσεων. Με διαταγές αυστηρότερες, με μεγαλύτερη επαγρύπνηση, πιστεύουν όλοι πως το κακό θα ήταν μικρότερο, όπως κ' οι αδικίες που βαραίνουν σήμερα το κίνημα.

Το ίδιο ισχύει και για τις λεηλασίες. Τα όσα έκαναν οι εθνοφύλακες και οι ξένοι στρατιώτες δεν πρέπει να μας κάνουν να καλύψουμε τις υπερβασίες που έγιναν, όχι απ' τον τακτικό ΕΛΑΣ, μα από άλλους σχηματισμούς. Ας έκαναν ό,τι ήθελαν οι εθνοφύλακες και οι ξένοι. Τις δικές του δυνάμεις ο λαός τις ήθελε άμεμπτες.


10.— Η ΑΠΟΨΗ ΤΉΣ ΕΛΔ


Η ΕΑΔ και πριν απ’ τα γεγονότα και στη διάρκεια των γεγονότων στάθηκε πιστή στη γραμμή της.

Η ΕΛΔ πίστεψε πάντα πως τις διαφορές ανάμεσα στους δυο κόσμους—την Αντίσταση και την Αντί­δραση—έπρεπε να τις λύσει ο λαός. Πίστεψε πάντα πως το ΕΑΜ ήταν μια τεράστια λαΐκή δύναμη, η ζωντανή δύναμη του Έλληνικού Λαού, που μόνο η βία μπορούσε ν’ ανακόψει την ανοδό του στην εξου­σία. Γι’ αυτό πίστεψε πως καμμιά θυσία εκ μέρους του ΕΑΜ δεν θα ήταν μεγάλη αν μ’ αυτή εξασφαλί­ζονταν η ομαλή μετάβαση στο δημοψήφισμα και τις εκλογές.

Φυσικά η ΕΛΔ δεν είχε πάνω στις προθέσεις της Αντίδρασης κανενός είδους πλάνη, παρά ίσως βαθ­μού—για την έκταση και το βάθος της πλεκτάνης. Μα είχε τη γνώμη της πάνω στις δυνατότητες της Αντίδρασης να πραγματοποιήσει τους σκοπούς της- και ακόμη πάνω στη χρησιμότητα της άμυνας με έ­νοπλη εξέγερση.

Η ΕΛΔ πίστευε

1ο) Πως η ακριβής πρόθεση της Αντίδρασης ήταν ν’ απαλλαγεί απ’ τις δυνάμεις της Αντίστασης. Γ ιατί; Για να μη μπορέσει να πραγ­ματοποιηθεί η εκκαθάριση του παρελθόντος, ο ηθικός καθαρμός και η ανανέωση της πολιτικής ζωής της χώρας. Για την Αντίδραση ήταν πόθος και ευχή και δώρο η ένοπλη σύγκρουση, για να φέρει την Αντί­σταση σε αντίθεση με τους Άγγλους, για να μεταβάλει την Αντίσταση σε Στάση. Και δεν επιτρέπονταν αμφιβολία πως την έναρξη ένοπλης ρήξης σύντομα θ' ακολσυθούσε αγγλική παρέμβαση. Ώστε έπρεπε με κάθε τρόπο ν’ αποφύγουμε να πέσουμε στην παγίδα που μας έστησε η Αντίδραση.

2ο) Πως η Αντίδραση δε θα μπορούσε, μες το διεθνές και το ελληνικό κλίμα, να πραγματοποιήσει βίαιο πραξικόπημα. Το μόνο που θα προσπαθούσε, ύστερ’ απ’ την αποστράτευση του ΕΛΑΣ, και ίσως κατόρθωνε σε μεγάλο μέρος όταν θ’ απαλλασσότουν απ’ την ένοπλη απειλή, θα ήταν το σαμποτάρισμα της εκκαθάρισης του κρατικού μηχανισμού, και η, με οποιοδήποτε πρόσχημα, δίωξη των αγωνιστών της αντίστασης. Μα τότε θάπαιρνε το λόγο ο λαός. Ο λαός που, με τον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ, θάβλεπε να εξευτελίζεται το επιχείρημα της Αντίδρασης πως το ΕΑΜ ήθελε με τη βια να καταλάβει την εξουσία, θα ήταν ολόκληρος μαζί του ενάντια σε κάθε Κυβέρνηση που θα προ­στάτευε τους φασίστες και τους δοσίλογους ή που θα τολμούσε να καταδιώξει την Αντίσταση. Πελώ­ρια συλλαλητήρια θα μπορούσαν να οργανωθούν που θα κλόνιζαν και θ’ ανέτρεπαν κάθε τέτια κυβέρ­νηση, συλλαλητήρια που κανένα όπλο δε θα μπο­ρούσε να διαλύσει, όπως απόδειξε η 3η Δεκεμβρίου. Κι’ έπειτα οι εκλογές θα φανέρωναν τη λαϊκή θέ­ληση.

3ο) Πως ο τρόπος που ενεργούσε ο στρατηγός Σκόμπυ (που έδωσε το σύνθημα της «’Ανεξαρτησίας» στον αγώνα) μπορούσε να γίνει αντικείμενο μεγά­λης πολιτικής καμπάνιας στο εσωτερικό και στο εξωτερικό που θα συγκινούσε όλο τον κόσμο και θα προκαλούσε το διόρθωμα του κακού. Το δημοσιογρα­φικό όργανο του κόμματος, η ΜΑΧΗ, πάνω σ’ αυτή τη βάση έκαμε οξύτατη κριτική του διαγγέλματος της 30—12—44. Ενω αντιθέτως η ένοπλη εξέγερση άλλαξε την όψη των πραγμάτων, γιατί α) έκανε να συκοφαντηθούν αληθινές προθέσεις της Αριστεράς και β) έβαλε σ' ενέργεια το γόητρο της Βρεττανικής Αυτοκρατορίας.

4ο) Πως η ένοπλη εξέγερση δεν ήταν αυτή τη στιγμή, το πιο αποτελεσματικό μέσο, για τη λαϊκή άμυνα. Ένα κόμμα σαν την ΕΛΔ δε μπορεί να έχει κατ’ αρχήν αντίθεση προς την έννοια της λαϊκής εξέγερσης, όποιας δήποτε, γιατί αυτό θα ή­ταν αντιϊστορική, αντεπαναστατική, αντισοσιαλιστική στάση. Ανεξάρτητα απ’ το σοσιαλισμό, ή ι­στορία είναι γεμάτη από μικρές ή μεγάλες, εξεγέρσεις που εξυπηρέτησαν βαθύτατα την ανθρώπινη πρόοδο, η, σε συγκεκριμμένη ιστορική στιγμή, έ­σπρωξαν σε προοδευτικές λύσεις.

Μα, τη συγκεκριμμένη ώρα που η Ελλάδα κατέχεται, με την έγκριση του ΕΑΜ, από συμμαχικά στρα­τεύματα και ο πόλεμος εξακολουθεί, η ένοπλη εξέ­γερση δε μπορούσε να καταλήξει στο ξερρίζωμα του φασισμού, θα κατέληγε σε κάποιο συμβιβασμό. Με­γάλο μέσο για μικρό αποτέλεσμα. Μεγάλο μέσο, που κινδύνευε —όπως κ’ έγινε— να φέρει αντίθετο αποτέλεσμα. Να δώσει μια όψη νομιμότητας στην Αντίδραση. Να της δώσει και λαϊκή βάση ακόμη, που στηρίχθηκε σε όσους τρόμαξαν απ’ την εξέγερση και κυρίως απ’ τις υπερβασίες της. Να δώσει ακόμη χρώμα «δικαιοσύνης» στο διωγμό της Αντίστασης.

Αυτοί ήταν οι λόγοι που μας έκαναν να καταπο­λεμήσουμε κάθε εξτρεμιστική διάθεση και να συμφω­νήσουμε προς κάθε συμβιβαστική λύση. Ανάμεσα στην ψύχωση της 10 Δεκέμβριου και το φόβο της 11ης Δεκεμβρίου, κρατηθήκαμε στη θέληση της συνδιαλλαγής.

Από κει πηγάζει η αποδοχή μας (πού είναι άλ­λως τε ταυτόχρονη με την αποδοχή και του συναγ. Ζέβγου) του συμβιβαστικού σχεδίου απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου για τη λύση του στρατιωτι­κού. Βέβαια η λύση αυτή σήμαινε μια υποχώρηση από μέρους του ΕΑΜ. Αλλά είναι επίσης βέβαιο πως το σχέδιο της Απόφασης περιείχε μια σειρά από προϋποθέσεις που, αν δεν είχαν πραγματοποιηθεί ως τις 10 Δεκεμβρίου, θα δικαιολογούσαν την άρνηση, τότε, να παραδοθούν τα όπλα ενώ, αν επρόκειτο να πραγματοποιηθούν, θ’ αποτελούσαν κάποια εξασφάλιση.

Όταν το Π.Γ. του Κ.Κ.Ε. αρνήθηκε την τελική υπογραφή αυτού του σχεδίου, ο Γενικός Γραμματέας ζήτησε από την Ολομέλεια της Κ.Ε. (27)12)44) την άδεια να παραιτηθεί από το Υπουργείο της Εθνι­κής Οικονομίας, πρώτον γιατί ήταν προσωπικά εκτεθειμένος αφού είχε υποβάλει το σχέδιο, και δε μπο­ρούσε να ζητήσει παρά μόνο να διορθωθεί η διατύ­πωση και να γίνει δεχτή η δική του (ενιαία διοίκηση μικτού τμήματος Ορεινής Ταξιαρχίας, Ιερού Λόχου και Ταξιαρχίας του ΕΛΑΣ), δεύτερον γιατί ο χειρισμός που γινόταν δεν θα οδηγούσε σε συμφωνία, τρίτον γιατί αφού δεν είχε διατυπωθεί έστω εκ των υστέρων διαφωνία στη χρονολογία της 10 Δεκεμ­βρίου, αφού δεν αντιτάξαμε δίκαιη άρνηση στην υπα­ναχώρηση του κ. Παπανδρέου και δεχτήκαμε τη συμ­βιβαστική λύση, ήταν, από πολιτική άποψη, φανερό πως μόνο την υπογραφή του δικού μας σχεδίου μπο­ρούσαμε ν’ αξιώσουμε πια γιατί, αλλοιώς, σε μας θα επεφτε η μομφή της υπαναχώρησης. Η Κ.Ε. έδωκε αυτή την άδεια της παραίτησης, μαζί με την εντολή να επιδιωχτεί η συνδιαλλαγή με κάθε θυσία και με προσπάθεια να μη διασπαστεί το ΕΑΜ.

Ευθύς αμέσως επικράτησε η γνώμη, τόσο στην ηγεσία της ΕΛΔ όσο και στους εξωεαμικούς υπουργούς, που είχαν την ίδια άποψη με την ΕΛΔ, και που κατέβαλαν έντονες προσπάθειες για τη συνδιαλλαγή, πως η τυχόν μονομερής παραίτηση κινδύνευε να οδηγήσει και στην επιτάχυνση της κρίσης και στη διάσπαση του ΕΑΜ. Απ’ την άλλη μεριά ο κ. Παπανδρέου έμενε αδιάλλαχτα στην άποψή του. Η παραίτηση θα ενίσχυε την αδιαλλαξία του και επομένως δεν θα ωφελούσε την συνδιαλλαγή. Γι’ αυτό εξακολούθησαν -χωρίς παραίτηση- οι προσπάθειες για την εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης, ως τη στιγμή που, όπως ειπώθηκε παραπάνω, ο κ. Παπανδρέου προκάλεσε την κυβερνητική κρίση.

Στη συνεδρίαση της Κ.Ε του ΕΑΜ που ακολούθησε, η ΕΛΔ δέχεται το γενικό αφοπλισμό σαν πο­λιτικό σύνθημα — αφού ο ίδιος ο κ. Παπανδρέου ξε­φεύγει απ’ το συμβιβασμό. Μα είναι απόφαση της Κεντρικής πως η κυβερνητική κρίση δεν σημαίνει ένοπλη ρήξη—πως, αντίθετα, πρέπει να αποφύγουμε κάθε πρόκληση από μέρους της Αντίδρασης και να επιδιώξουμε πολιτικά την πτώση της κυβέρνησης Παπανδρέου και το σχηματισμό νέας κυβέρνησης Εθνι­κής Ενότητας, με το γνωστό πρόγραμμα. (Με το ίδιο πνεύμα αποφασίζονται και νέα μέτρα επό την Κ.Ε. του ΕΑΜ στις 2 Δεκεμβρίου).

Ήταν αδύνατο αυτό; Αποδείχτηκε πως όχι. Πραγ­ματικά. υστερ’ απ’ το Συλλαλητήριο της 3ης Δεκεμβρίου ο Παπανδρέου παραιτείται. Προς την κατεύ­θυνση αυτή έγινε διάβημα απ’ την ΕΛΔ στον κ. Καφαντάρη. Ταυτόχρονα ο συναγ. Ζέβγος δήλωνε στον κ. Σοφούλη πως το Κ.Κ.Ε. δέχεται σχηματισμό νέας κυβέρνησης από τον ίδιο τον κ. Σοφούλη. Γιατί ανα­καλείται η παραίτηση; Το πρόσχημα είναι πως άρχι­σαν να καταλαμβάνονται (Τρίτη 4 Δεκεμβρίου) αστυ­νομικά τμήματα. Είναι φανερό, πως η Αντίδραση αφού είχε πετύχει να σπρώξει προς ορισμένες ενέρ­γειες τον ΕΛΑΣ, δε μπορούσε ν’ αφήσει την «ευκαι­ρία» να τον χτυπήσει βίαια. Και ο εμφύλιος πόλε­μος αρχίζει.


* * *

Η ηγεσία της ΕΛΔ καθορίζει τη θέση της: Εί­μαστε εναντίον του εμφυλίου πολέμου και εναντίον των ενεργειών που έδωσαν προσχήματα στην Αντίδραση. Μένουμε στο στρατόπεδό μας, αλλά θα επιδιώξουμε τον άμεσο τερματισμό των εχθροπραξιών.

Μόλις κατορθώθηκε να επιδοθούν επιτέλους οι όροι του κ. Σκόμπυ, εκδηλώνουμε, μαζί με το συναγ. Σβώλο, τη γνώμη μας πως πρέπει να γίνουν δεχτοί. Όταν αρχίζει η εφαρμογή του μέτρου της ομηρίας διαμαρτυρόμαστε, μαζί με άλλα μέλη της Κ.Ε. του ΕΑΜ. Στη συνεδρίαση της Κ.Ε. του ΕΑΜ της 16)12)44 υποστηρίζουμε πάλι την άμεση αποδοχή των όρων του στρατηγού Σκόμπυ και μειοψηφούμε ρητά. Όταν έρχεται ο κ. Τσώρτσιλ, υποστηρίζομε και πάλι την ανάγκη του τερματισμού του αγώνα. Στις 27)12)44 συνέρχεται η Κ. Ε. του Κόμματος που εγκρίνει τη γραμμή που ακολουθήθηκε ως τότε και δίνει την εν­τολή στο Γεν. Γραμματέα να συναντηθεί με το Π.Γ. του Κ.Κ.Ε. και, σν διαπιστώσει αδιαλλαξία, νσ συγκαλέσει την Κ.Ε. της ΕΛΔ για να παρθούν νέες απο­φάσεις. Η νέα συνάντηση πραγματοποιείται μετά την αναχώρηση του κ. Τσώρτσιλ. Τό Π.Γ. του Κ.Κ.Ε. και η Κ.Ε. του ΕΑΜ έχουν οριστικά πάρει απόφαση να υποχωρήσουν. Ο συναγ. Σβώλος παίρνει την εν­τολή να συναντήσει μ’ αυτό το πνεύμα τον Αρχιεπί­σκοπο. Και η Κ.Ε. του ΕΛΑΣ στέλνει απεσταλμένους στον κ. Σκόμπυ. Εν τω μεταξύ η άμυνα της Αθήνας αποδείχνεται πως δε μπορεί να εξακολουθή­σει. Η Κ.Ε. του ΕΑΜ, το Π.Γ. του Κ.Κ.Ε. Και ο Γ. Γραμματέας και μέλη της Κ.Ε. της ΕΛΔ απομακρύνονται απ’ την Αθήνα, περιμένοντας την απάντηση του Αρχιεπισκόπου—που δεν ήρθε—και τους όρους της συνθηκολόγησης, που ήρθαν όταν έκρινε κατάλ­ληλη τη στιγμή ο στρατηγός Σκόμπυ. Στις 10)1)45 υπογράφεται η Ανακωχή απ’ τους συν. Ζέβγο και Παρτσαλίδη. Στις 12)2)45 υπογράφεται η Βάρκιζα απ’ την Αντιπροσωπεία του ΕΑΜ, όπου μετέχει ο Γενι­κός Γραμματέας της ΕΛΔ.

Η Ολομέλεια της Κ.Ε. της ΕΛΔ εγκρίνει τη γραμ­μή που ακολουθήθηκε απ' το Γεν. Γραμματέα και του εκφράζει την εμπιστοσύνη της.


  1. ΑΔΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΣΩΣΤΗ ΚΡΙΤΙΚΗ

Η Αντίδραση μάς πολέμησε εξάφορμής των Δεκεμβριανών με ιδιαίτερη λύσσα. Παρέσυρε στην πο­λεμική της και μερικούς καλόπιστους ανθρώπους, από κείνους που θα πρέπει να κατακτήσουμε στο κόμμα μας γιατί μπορούν να μας ανήκουν. Τι μας προσάπτουν;

Πρώτον ότι δεν κατορθώσαμε ν’ αποφευχθεί η ένοπλη ρήξη. Αυτό είναι αλήθεια. Μα έν’ από τα δυο: ή εκείνοι που μάς προσάπτουν τη μομφή έκα­ναν προσπάθεια συνδιαλλαγή -οπότε από κοινού πρέπει να υποστούμε τον ψόγο πως ούτ’ εκείνοι ούτε μεις μπορέσαμε να σταματήσουμε τη σύγκρουση. Ή -ενώ εμείς πασχίζαμε για τη συνδιαλλαγή—εκεί­νοι έσπρωχναν στη ρήξη. Οπότε εμείς δεχόμαστε να δώσουμε λόγο στο λαό για την αδυναμία μας. Και κείνοι να δώσουν λόγο γιατί προκάλεσαν τη θλιβερή περιπέτεια.

Αληθινά, εκτός απ’ τους δοσίλογους, τους υπη­ρέτες του Γεωργίου και τους φασίστες, ολόκληρος ο παλιός πολιτικός κόσμος, έξω από ελάχιστες τίμιες εξαιρέσεις, φέρνει την πιο βαρειά ιστορική ευθύνη για τη στάση του πριν και ύστερ’ απ’ την έκκρηξη των γεγονότων. Απ’ την ώρα που σχηματίσθηκε η κυβέρνηση εθνικής ενότητας, άσκησε ένα πολιτικό κιτρινισμό που συνέτεινε στην ατμόσφαιρα οξύτητας. Και έπειτα, αντί να τρομάξει απ’ το έργο του, όταν η ένοπλη ρήξη έγινε, και να πάρει την πρωτοβουλία μιας συνδιαλλαχτικής προσπάθειας χάριν του Έθνους, κύλησε στην πιο απόλυτη αδιαλλαξία και, με την επίμονη θέλησή του, μετέβαλε το διάλογο Αντίδρασης—Αντίστασης σε μάχη Σκόμπυ—ΕΛΑΣ, αδιαφορώντας για τα οικτρά αποτελέσματα αυτού του γεγονότος. Την ίδια αδιαλλαξία έδειξε μέχρι τέ­λους, μέχρι της Βάρκιζας και ύστερ’ απ’ αυτή. Πως, μες σ’ αυτή την ταξική αλλοφροσύνη της αντίδρασης, θα μπορούσαμε μεις να ενεργήσουμε αποτελεσμα­τικά;

Μα σε κείνους που, όντας έξω απ' το κόμμα μας, δηλώνουν τώρα πως τους «απογοητέψαμε», πρέπει να πούμε:

Πρώτον` Εμείς τόσο μπορέσαμε, γιατί τό­ση δύναμη είχαμε, τόση που μας δώσατε. Και να τους πείσουμε πως πρέπει να ενισχύσουν το κόμμα μας να το κάνουν το κόμμα της μεγαλύτερης μερίδας του Ελληνικού Λαού -που ζητάει και τη Λαϊκή Δημοκρατία και την ομαλότητα- για να μπορεί να έχει πραγματική ρυθμιστική δύναμη στην πολιτική ζωή τού τόπου.

Δεύτερον` κανένας δε μπορεί να πει πως δεν ήξερε πάνω σε ποιες βάσεις θα στηριζότανε η ταχτική μας. Στο άρθρο του Γενικού Γραμματέα του Κόμματος στη «Μάχη» της 23-11-44, όπου διαλαλείται η θέ­λησή μας για ομαλότητα, καθορίζεται εξίσου καθα­ρά και η ιδεολογική θέση μας. «Η σοσιαλιστική γραμμή της την τοποθετεί (την ΕΛΔ) με σαφήνεια σε ορισμένη μεριά του οδοφράγματος στην Αριστερά». Και τούτο είναι μια πρώτη απάντηση και σε μια άλ­λη κατηγορία που εξετάζεται αμέσως παρακάτω.

Τρίτον` μας κατηγορούν πως, ενώ είμαστε αντίθετοι προς τη λύση της ένοπλης εξέγερσης, δεν «αποκηρύξαμε το κίνημα». Εδώ υπάρχει σύγχυση— καλόπιστη ή εσκεμμένη, ανάλογα με τον άνθρωπο. Εμείς δεν είμαστε τρίτοι, ουδέτεροι στη σύγκρουση. Άλλο διαλλακτικότητα και άλλο ουδετερότητα. Ε­μείς ανήκαμε σ' ένα στρατόπεδο. Είμαστε διαλλα­κτικοί, μέσα στο στρατόπεδό μας. Η συνδιαλλαγή (πού ήταν έργο της ηγεσίας του κόμματος και όχι της βάσης του) δε μπορούσε να γίνει κήρυγμα προς τα έξω ύστερ απ' την έκκρηξη των γεγονότων, την ώρα της μάχης, γιατί μοναδικό αποτέλε­σμα θα είχε την εξασθένιση της μιας πλευράς σε όφελος της άλλης. Με τέτιο κήρυγμα όχιμόνο θα ζημιώναμε το στρατόπεδο όπου ανήκουμε μα θα ζημιώναμε και τη συνδιαλλαγή, γιατί η εξασθένιση της Αριστεράς θα ενίσχυε την αδιαλλαξία της Ανάδρασης. Απ' την πλευρά αυτή, κανείς, ΚΑΝΕΙΣ, δε μας ζήτησε να συνεργασθούμε για τη συνδιαλλαγή. Ζητούσαν να γίνουμε σύμμαχοί τους στον εμφύλιο πόλεμο. Να γίνουμε αγόρευση του κ. Παπανδρέου, ανακοινωθέν του κ. Σκόμπυ, έγγραφο στη Λευκή Βιβλο του κ. Λήπερ... Είχαμε κάθε προθυμία να πολε­μήσουμε τον εμφύλιο πόλεμο με την συνδιαλλαγή. Η δεξιά μας ζητούσε να πολεμήσουμε το ΕΑ.Μ, όπου ανήκαμε. Μας ζητούσαν τη «γενναιότητα», να διασπάσουμε το ΕΑΜ. Είχαμε την τιμιότητα να μη χτυ­πήσουμε πισώπλατα εκείνους που μαζί τους αγωνι­στήκαμε εναντίον των κατακτητών. Για να μιλήσου­με την πολεμική γλώσσα: Υπήρξαμε ειρηνόφιλοι. Η δεξιά ζητούσε ν’ αυτομολήσουμε στο στρατό­πεδό της...

Τέταρτονi μας προσάπτουν ότι, με την αναχώρηση του Γενικού Γραμματέα έξω απ’ την Αθήνα «προ­σχωρήσαμε στους αδιαλλάκτους». Κι’ εδώ υπάρχει πλάνη. Όταν πραγματοποιείται η αναχώρηση, δεν υπάρχουν αδιάλλαχτοι, η υποχώρηση είναι απο­φασισμένη. Και περιμένουμε ορούς. Κι’ αν είν’ αλή­θεια πως—ύστερ’ απ’ την αναχώρηση —φόβος υπήρ­ξε πως η Αντίδραση θα έσπρωχνε σε εξακολούθηση του αγώνα, απ’ τις δηλώσεις του κ. Πλαστήρα, και την έκδηλη όρεξη του κ. Σκόμπυ νάχει πλήρη στρα­τιωτική νίκη- πάντως η θέληση όλων ήταν η υποχώ­ρηση. Η συμμετοχή έπειτα στη Βάρκιζα είναι ορθή ταχτική. Δεν ήταν δυνατό να δώσουμε στην Αντί­δραση το δώρο της απομόνωσης του Κ.Κ.Ε. την ώρα που θα γίνονταν συμφωνία που, δεν αφορούσε καν μόνο το Κ. Κ. Ε, μα το Κίνημα της Αντίστασης και τις λαϊκές ελευθερίες. Είχαμε χρέος απέναντι σ’ όλους τους συναγωνιστές μας του εθνικο-απελευθερωτικού αγώνα -και τους κομμουνιστές και τους άλλους—να παρασταθούμε και να πολεμήσουμε μαζί τους για να γίνει όσο το δυνατό καλύτερη η συμφωνία. Ήδη η απλή αναγγελία της συμμετοχής μας στην αντιπροσωπεία του ΕΑΜ ήταν μια ηθική ήττα για την Αντίδραση... Η Βάρκιζα απετέλεσε την απόδειξη και της ιδεολογικής μας συνέπειας, και της συνέπειας μας στη γραμμή της συνδιαλλαγής. Κ’ είναι διπλός τίτλος τιμής για το κόμμα μας.

Τέλος, ό,τι μπορεί να ειπωθεί εναντίον μας, είναι πως, μια άλλη στάση ίσως να ήταν πιο ωφέλιμη κομ­ματικά—με την ψυχολογία που δημιουργήθηκε απ’ τις υπερβασίες των Δεκεμβριανών. Είναι τιμή για ένα κόμμα να του προσάπτουν πως σε μια μεγάλη στιγ­μή—προσπαθώντας αγωνιώδικα να εξυπηρετήσει την ομαλότητα — δε σκέφτηκε την κομματική ωφέλειά του -όταν το ίδιο κόμμα μπορεί να προσάψει στους αντιπάλους του πως, εκείνοι, δεν σκέφτηκαν το Έ­θνος... Και πρέπει να είμαστε βέβαιοι πως η μέρα δεν είναι μακρυά που οι τίμιοι και φιλότιμοι Έλλη­νες όχι μόνο θα εκτιμήσουν την στάση μας, αλλά και θα τιμήσουν το κόμμα μας που, με βαθύτατη συνείδηση και της ιδεολογικής του γραμμής και του εθνικού συμφέροντος, αγωνίστηκε χωρίς καμμιά πα­ρέκκλιση, για τη σωστή γραμμή της συνδιαλλαγής.

* * *

Μα, αν την πολιτική γραμμή μας—μ’ όλη την πο­λεμική που μας γίνεται, η, ακόμη, μ’ όλες τις καλό­πιστες επιφυλάξεις που υπάρχουν γι’ αύτή, π. χ. αν δεν θάπρεπε να είχαμε φροντίσει ώστε το είδος της οργάνωσης του ΕΑΜ να είχε αλλάξει ευθύς μετά την απελευθέρωση, ή αν η αντίθεσή μας προς την ένοπλη εξέγερση εκδηλώθηκε πριν απ’ τα γεγονότα αρκετά έντονα, ή αν ορισμένες τμηματικές ενέργειες της ηγεσίας του κόμματος ήταν απόλυτα σύμφωνες με τη γραμμή μας κλπ. -μπορούμε να την ανα σκοπούμε σήμερα με ικανοποίηση, γιατί τα πράγματα την απέδειξαν σωστή, πρέπει εν τούτοις να σημειώσουμε το σκιερό σημείο` την οργανωτική μας κατά­σταση.

Από πάνω ως κάτω στο μηχανισμό η όργάνωσή μας σκόνταψε. Μολονότι προβλέπαμε το ενδεχόμε­νο μιας κρίσης, μολονότι ζούσαμε την αγωνία μιας έντονης πολιτικής προσπάθειας για την αποφυγή της, δεν μπορέσαμε να κάνουμε κτήμα όλης της οργάνω­σης ούτε την ακριβή θέση των ζητημάτων κάθε στιγ­μή, ούτε την προσπάθειά μας, ούτε τους φόβους μας. Και δεν πήραμε οργανωτικά μέτρα για όλα τα ενδε­χόμενα.

Κι' όταν αρχίνησαν τα γεγονότα, δεν είναι μόνο η έλλειψη αυτών των οργανωτικών μέτρων που ζη­μίωσε. Συνέβη κάτι χειρότερο. Σε στελέχη, αντί να κυριαρχήσει η συνείδηση πως ο καθένας είναι μέρος ενός συνόλου και έχει, πριν απ’ όλα, καθήκοντα, κι’ ο κα­θένας ν’ αναζητήσει τη σύνδεσή του, να πάρει κα­θοδήγηση, να ενεργήσει, επικράτησαν πολύ τα ατο­μικά κριτήρια, και πολλά στελέχη σκέφτηκαν τι θα γίνουν και όχι τι πρέπει να κάνουν. Αποτέλεσμα ή­ταν η παθητικότητα και η υπερκριτική. Μα, και όποιος ζήτησε, δε βρήκε αμέσως την καθοδήγηση, ζων­τανή και ομοιόμορφη. Γιατί έλειψε η συνοχή της ηγεσίας που θα την εξασφάλιζε και η αφοσίωση στο μεγάλο καθήκον να καθοδηγηθεί το κόμμα.

Στη βάση, γενικώτατα, αν και έλειψε η καλή κα­θοδήγηση, παρατηρήθηκε αληθινή αγωνιστική διάθε­ση. Οι ελδίτες με προθυμία έκαναν το καθήκον τους, σ’ όλους τους τομείς. Και αγόγγυστα πήγαν στην Έλ-Ντάμπα, με αμείωτη τη συνείδηση του λαϊκού αγωνιστή. Φόρος τιμής ανήκει στούς γενναίους μα­χητές της ΕΛΔ !

Η κρίση ήταν φυσική στο κόμμα μας. Η οργα­νωτική δουλειά, σ’ ένα κόμμα που έγινε όπως-όπως μες την παρανομία, δεν είχε αρκετό καιρό ελευ­θερίας για ν’ αναπτυχθεί και να μπορέσει ν’ αποδώ­σει οριστικά αποτελέσματα. Λίγα υπήρξαν τα στελέχη μας που είχαν οργανωτική πείρα και, όσα είχαν οργανωτικές ικανότητες, δεν είχαν τον καιρό για ν’ αναδειχθούν. Εξ άλλου είναι φυσικό να φέρνει η ΕΛΔ λίγο το βάρος της πολιτικής προέλευσης ενός μέρους των στελεχών της. Λιγα απ’ αυτά ήταν από χρόνια μες το Αριστερό Κίνημα. Γι’ αυτό δεν έχουμε κατορθώσει ακόμη να περιορίσουμε στα ό­ρια που πρέπει την «πολιτική συζήτηση» και ν’ αναπτύξουμε στο βαθμό που πρέπει τη συνείδηση της σημασίας του μέλους ενός ιδεολογικού κόμματος και των οργανωτικών του καθηκόντων.

Τέλος η προσπάθεια για την ιδεολογική συνειδητοποίηση των μελών μας, για τον ιδεολογικό τους εξοπλισμό, δεν είχε προλάβει ν’ αποδώσει όλους τους ώριμους καρπούς της. Γι' αυτό παρατηρήθηκε ο κλο­νισμός απ’ τα γεγονότα. Δεν είδαν όλοι αρκετά την ανάγκη μιας ιδεολογικής τοποθέτησης. Περιορίστη­καν σε μια πολιτική ταχτοποίηση των συλλογισμών και της θέσης του. Πρέπει πάντως να ειπωθεί ότι ένα μεγάλο μέρος τής σύγχυσης που επικράτησε οφείλεται στο ότι, για την ελδική συνείδηση και για την ελδική γραμμή, η ένοπλη εξέγερση αποτελούσε ένα εξώφθαλμο πολιτικό λάθος.

Αυτής της γενικώτερης οργανωτικής εικόνας μέ­ρος είναι η Διακήρυξη της 7-1-45. Η Ολομέλεια της Κ. Ε. θεωρεί πως η πράξη αυτή -ανεξάρτητα απ’ τις διαθέσεις εκείνων που την υπέγραψαν και τις αι­τίες και τις αφορμές που την προκάλεσαν—δημιούργησε σύγχυση πάνω στον αληθινό χαραχτήρα της διαλλακτικής γραμμής της ΕΛΔ, και εξέθεσε το κόμμα σε παρεξήγηση για τις πολιτικές του προθέσεις. Το συμπέρασμα αυτών των παρατηρήσεων είναι πώς όλη μας η προσοχή πρέπει να στραφεί στην οργανωτική δουλειά και στον ιδεολογικό εξοπλιό των στελεχών και των μελών μας. Αν η μέχρι τούδε ιστορία του κόμματος μας δίνει το δικαίωμα να ζητούμε -αφού παρέχουμε την απόδειξη μιας σωστής και συνεπούς γραμμής την εμπιστοσύνη των λαϊκών μαζών, πρέπει παράλληλα, και άμεσα, να δημι­ουργήσουμε οργανωτικά πλαίσια άξια ν’ απορροφή­σουν και να καθοδηγήσουν αυτές τις μάζες και ιδε­ολογικά και αγωνιστικά.


12.— ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΟΥ ΕΑΜ


Η ΕΛΔ είναι υπερήφανη για την εαμική της ι­στορία. Τριάμισυ χρόνια το ΕΑΜ βάσταξε το βάρος ενός οξύτατου, αδιάλλαχτου, ακατάπαυτου εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, που αποτελεί αληθινό εθνικό κεφάλαιο και κεφάλαιο λαμπρών αγώνων για την επιβίωση του λαού και για τη χειραφέτηση των λαϊ­κών τάξεων. Σήμερα, μες τους αχνούς των πολιτι­κών παθών και τη συκοφαντική εκστρατεία της αν­τίδρασης, δεν είναι εύκολο να τοποθετηθεί ιστορικά το έργο του ΕΑΜ. Κ’ είναι ακόμη πρόσφατες όχι μόνο η κόπωση από ένα τέα οξύ απελευθερωτικό αγώνα, μα και οι πικρίες από διάφορες ενέργειες που δεν αποτέλεσαν εφαρμογή μα διαστρέβλωση της εαμικής γραμμής. Μα ο αυριανός ιστορικός, χωρίς να σβύσει τις σκιές, θα υψώσει σε υπέροχο μνημείο ε­θνικής και λαϊκής έξαρσης τον απελευθερωτικό αγώνα που μοχλός και ψυχή του στάθηκε το ΕΑΜ.

Κι’ ακόμη, χωρίς να περιμένουμε την κρίση της Ιστορίας, πρέπει να επιδοθούμε σε πλατειά διαφώ­τιση γι’ αυτή τη μεγάλη λαϊκή δημιουργία που μπό­ρεσε να γίνει στην Ελεύθερη Ελλάδα με οδηγώ το ΕΑΜ. Το έργο αυτό δεν έγινε με όση επιμέλεια και πληρότητα έπρεπε στη διάρκεια του αγώνα. Αφή­ναμε τις φήμες που έβαζε σε κυκλοφορία η αντί­δραση να δίνουν την εικόνα της υπαίθρου, και απαντούσαμε σ’ αυτές με πολεμική και όχι με περιγραφή. Και πρέπει σήμερα το έργο αυτό να γίνει. Πρέπει να γίνει γνωστή η δημιουργία. Πρώτα—πρώτα πώς έγινε και τι υπήρξε ο Λαϊκός μας Στρατός, ο ΕΛΑΣ. Πώς δημιουργήθηκε, πώς αναπτύχθηκε, πως έδρασε.

Έπειτα πρέπει να μάθουν όλοι τι είναι η Αυτοδι­οίκηση και η Λαϊκή Δικαιοσύνη, οι λαογέννητοι θε­σμοί που ξεπήδησαν μες τη φωτιά του αγώνα. Πώς αυτοί οι θεσμοί ανταποκρίθηκαν στους βαθύτατους πόθους του λαού, πώς αυτοί έκαναν ν’ αναπτυχθεί η πρωτοβουλία και η δραστηριότητα της αγροτιάς, αυτοί ξύπνησαν τις ικανότητες και τη θέληση για ενέργεια ενός πληθυσμού συνηθισμένου στην παθη­τική μοιρολατρεία, πώς, χάρη σ’ αυτή την ανάπτυξη της λαϊκής πρωτοβουλίας και της αλληλεγγύης, μπό­ρεσε και ο πληθυσμός της υπαίθρου να ζήσει τα χρό­νια της σκλαβιάς, μα και ένα πελώριο κίνημα εθνικής αντίστασης να συντηρήσει.

Και πρέπει, παράλληλα, να ομολονηθούν στο λαό τα σκιερά σημεία, όχι από απλή ειλικρίνεια, μα για να μπορέσει να ξεχωρίσει απόλυτα το καλό, τη συν­εισφορά αυτού του αγώνα όχι μόνο για την απελευθέρωσή του, μα και για το πολιτικό του μέλλον. Και πρέπει να ομολογηθούν όχι μόνο οι αυτοσχεδιασμοί και οι εξτρεμισμοί της αρχής. Μα κυρίως 1ο) Η τάση που παρατηρήθηκε για την κομματική ανάμιξη στην αυτοδιοίκηση, που ζημίωσε το θεσμό. Η απότομη ανάπτυξη του κινήματος έκανε να μπουν αναφομοίωτα, ή αρριβιστικά στοιχεία μες τα κόμματα της πρωτοπορίας, που βρέθηκαν ν’ ασκούν «εξουσία» και θέλησαν να την ασκήσουν κατά το κέφι τους. Και δυστυχώς σε τέτια στοιχεία δόθηκε εμπιστοσύνη και πρωτοβουλία. 2ο) Η μεγάλη καχυποψία. Το Κί­νημα το περιτριγύριζε η προδοσία και η αντίδραση. Και η επαγρύπνηση ήταν απαραίτητη, καθώς και η δίωξη των προδοτών. Μα η καχυποψία, μαζί με τόν κομματισμό, και τη συνήθεια της ψεύτικης μήνυ­σης, έκανε μερικές φορές να γλυστράει η δίωξη απ’ τον προδότη στον αντιδραστικό. Κι' απ’ τον αν­τιδραστικό στο συντηρητικό κι’ απ’ το συντηρητικό στον μη κομμουνιστή. Κι’ αυτά τα πράματα έκαναν ώστε να βρει έδαφος για τη συκοφαντία της η προδοτική Αντίδραση.

Μα, όσα και νάναι αυτά τα φαινόμενα, δεν αλλά­ζουν το γεγονός ότι μπόρεσε ν' αναπτυχθεί, χάρη στο ΕΑΜ, ένα τέτιο απελευθερωτικό κίνημα, και ότι, χάρη στον εαμικό αγώνα, οι νέοι θεσμοί ρίζωσαν κι’ αποτελούν τη βάση της αυριανής πολιτικής δημι­ουργίας,

Κι' ακόμη μένει ακλόνητο το γεγονός πως δημιουργήθηκε και υπάρχει ένα εαμικό πνεύμα που είναι η πηγή και το στήριγμα για κάθε αυριανή προοδευ­τική πολιτική.


* * *

Η ΕΛΔ ιδρύθηκε σχεδόν ταυτόχρονα με το ΕΑΜ. Μες το ΕΑΜ, η ΕΛΔ αναπτύχθηκε σαν πραγματικά λαϊκό κόμμα, έδωσε ό,τι μπόρεσε στον απελευθερω­τικό αγώνα, εξυπηρετώντας τα λαϊκά συμφέροντα και αναπτύσσοντας γερούς δεσμούς με το λαό, βάζοντας σ’ ενέργεια, μεταβάλλοντας σε πράξη τη σο­σιαλιστική γραμμή της, και αφήνοντας σε άλλους το ρόλο του «αφ' υψηλού» δήθεν σοσιαλισμού, σοσια­λισμού σαλονιού ή γραφείου, όλο θεωρία, προγράμ­ματα, συζήτηση και αναβολή της πολιτικής ενέργειας για «εύθετο χρόνο».

Μα ακριβώς γιατι το ΕΑΜ ιδρύθηκε στους χρό­νους της Κατοχής για να παλέψει εναντίον των κατακτητών, αναγκάστηκε να προσαρμοστεί οργανω­τικά στους όρους πού προσφέρονταν τότε. Αυτό εί­ναι η αίτια που υπήρξε ζήτημα ΕΑΜ για την ΕΛΔ, όχι μόνο ύστερ΄ απ' τα γεγονότα του Δεκεμβρίου, μα απ’ τη στιγμή της απελευθέρωσης. Συζητήσεις είχαν έκτοτε αρχίσει και στη βάση και στη διοίκηση του Κόμματος. Αν το ζήτημα δεν τέθηκε τότε, είναι γιατί,, στο λίγο χρονικό διάστημα απ’ την Απελευθέρωση ως τις 3 Δεκεμβρίου, τα γεγονότα εξελίχθηκαν ραγ­δαία.

Σε τι συνίσταται το ζήτημα; Το ΕΑΜ είναι συνα­σπισμός κομμάτων και οργανώσεων μο το ιδιάζον χαραχτηριστικό πως, απ’ την κεφαλή έως τη βάση, υπάρχει ενιαία οργάνωση με ενιαία καθοδήγηση. Έτσι π.χ. η Κ.Ε. του ΕΑΜ αποφασίζει κατά πλειοψηφίαν και οι αποφάσεις της είναι υποχρεωτικές για όλα τα κόμματα. Μα και ως το τελευταίο χωριό υπάρχουν ενιαίες οργανώσεις αποτελούμενες απ’ όλα τα μέλη όλων των κομμάτων, και άλλους πολίτες, με ενιαία διοίκηση. Έτσι, όχι μόνο η γραμμή αλλά—ιδίως—η τακτική δεν αποτελεί ζήτημα που κρίνουν κάθε φορά όλα τα κόμματα, μα η πλειοψηφία της Κ.Ε. η των Επιτροπών πόλης κλπ. Και, για όποιον διαφωνήσει, μπαίνει το ζήτημα να διαλέξει ανάμεσα στην πει­θαρχία η τη διάσπαση ενός ενιαίου συνόλου. Φυσι­κά, κατά την διάρκεια της Κατοχής α) η τέτια οργά­νωση ήταν πολύ χρήσιμη, γιατί ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας ήταν αγώνας επαναστατικός, συνομωτικός, και η ενότητα αυτή ήταν απαραίτητη και φάνηκε αποτελεσματική. β) Όποιες και να ήταν οι διαφωνίες, ο σκοπός ήταν ένας, ο πόλεμος προς τον καταχτητή και η διάσπαση ήταν ζημία αυτού του εθνικού σκοπού. Ο καθένας ήταν στρατιώτης. Βεβαίως όμως πολλά ελαττώματα παρατηρήθηκαν στην τέτια συνεργα­σία των κομμάτων, και από λόγους αντικειμενικούς ανισότητα δυνάμεων και οργανωτικής πείρας ανάμεσα στα κόμματα του ΕΑΜ και από λόγους υπο­κειμενικούς (κακοί πολίτικοι χειρισμοί).

Ισορροπία δυνάμεων θα απορούσε να υπάρξει μες το ΕΑΜ μόνο αν όλα τα κόμματα της χώρας είχαν πάρει μέρος σ’ αυτό. Αφού το ΕΑΜ είναι συ­νασπισμός της Αριστερός το πιο φυσικό πράμα του κόσμου ήταν η ξεχωριστή θέση του Κ.Κ.Ε. Στην Ελλάδα δεν υπήρχαν παλιά, πλατειά σοσιαλιστικά πλαί­σια με την οργανωτική πείρα και την αγωνιστική παράδοση του Κ.Κ.Ε. Η αριστεροποίηση των μαζών τις έσπρωχνε προς το ΕΑΜ, αλλά μες σ’ αυτό η απορ­ροφητική δύναμη των νέων σοσιαλιστικών πλαισίων που δημιουργούσαμε ήταν πολύ πιο μικρή απ’ του Κ.Κ.Ε. Έτσι παρουσιάστηκε τούτο το φαινόμενο· η πλειοψηφία της μάζας του ΕΑΜ να μην ανήκει στο Κ.Κ.Ε, μα να μην ανήκει και σε κανένα άλλο κόμμα. Και ο οργανωτικός μηχανισμός να είναι κυρίως στα χέρια των στελεχών του Κ.Κ.Ε.

Δε μπορούσε, φυσικά, να μας απομακρύνει απ’ την αναγκαία συμμαχία στο ΕΑΜ αυτή η πραγμα­τικότητα της δύναμης του Κ.Κ.Ε. Περίεργοι σοσια­λιστές θα ήμασταν εάν, θέλοντας ν’ αγωνιστούμε για το λαϊκό αγώνα, ζητούσαμε ταυτόχρονα να σβύσουμε τα 25 χρόνια ελληνικού εργατικού κινήματος που είχαν περάσει, και το κόμμα που είχε ηγηθεί σ’ αυτούς τους αγώνες, και μέσα κει κέρδισε την πεί­ρα και την εμπιστοσύνη επαναστατικών στελεχών. Εμείς χαράξαμε δική μας γραμμή και την πιστεύουμε σαν την πιο σωστή, θα παλαίψουμε να πείσου­με τις μάζες. Μα δεν εφευρίσκουμε σήμερα το σο­σιαλισμό.

Είναι όμως αλήθεια πως παρατηρήθηκε μια ροπή αποκλειστικότητας μες το μηχανισμό του ΕΑΜ και μισαλλοδοξίας και υποτίμησης των συμμαχικών δυ­νάμεων κι’ αυτό γέμισε πικρίες μια συνεργασία που υπήρξε στο σύνολο τόσο στέρεη και συντροφική. Είναι βέβαιο πώς η αντισυμμαχική συμπεριφορά δει­χνόταν από μεσαία και κατώτερα στελέχη, μα γενι­κή ήταν η εντύπωση πως μια εντονότερη καθοδήγηση θα είχε περιορίσει το κακό. Ιδίως σε στιγμές οξύτη­τας η καχυποψία απέναντι των μη κομμουνιστών εαμιτών πήρε δυσάρεστες διαστάσεις. Από άλλη άποψη δεν είναι ο πρώτος, ο πιο σημαντικός ρόλος του Κ.Κ.Ε. που προκάλεσε ποτέ αντίθεση, μα το γεγονός ότι, σε ορισμένα καίρια και μερικά άλλα ζητήματα, τον ά­σκησε προς εσφαλμένη κατεύθυνση, παρ’ όλες τις σωστές αντιρρήσεις. Αυτό τα γεγονότα (τάση αποκλειστικότητας-κακοί πολιτικοί χειρισμοί) έκαναν ώστε, ευθύς μετά την απελευθέρωση να κυριαρχεί­ται το Κόμμα απ’ τη θέληση να δοθεί νέα μορφή στις σχέσεις με το Κ.Κ.Ε. Η μορφή που έπρεπε να δοθεί σ’ αυτή τη συνεργασία θα ήταν ο συνασπισμός, το μπλοκ των αντιφασιστικών κομμάτων που θα στηρί­ζονταν πάνω σ’ ένα γενικό πρόγραμμα μίνιμουμ ξεκινώντας απ’ τα πιο φλέγοντα ζητήματα (εθνικό, εξωτερική πολιτική, εκκαθάριση κράτους, εθνικός στρατός κλπ.) καθώς και το ζήτημα της ταχτικής, χωρίς ενιαία οργάνωση, ώστε και στη γραμμή και στην ταχτική να είναι αναγκαία ή κοινή συναίνεση.

Το διάστημα πού πέρασε απ’ την απελευθέρωση ως το Δεκέμβρη ήταν πολύ μικρό και γεμάτο γεγο­νότα ώστε δε μπόρεσε το ζήτημα να ρυθμιστεί μες σ’ αυτό.

Έπειτα ήρθαν τα γεγονότα του Δεκέμβρη που έ­δειξαν και τα ελαττώματα της ενιαίας καθοδήγησης στην πιο οξεία μορφή τους και ανάγλυφη την όψη της τάσης προς την αποκλειστικότητα. Τα Δεκεμβρι­ανά κλόνισαν το ΕΑΜ, και προς τα έξω και προς τα μέσα.

Πρώτα-πρώτα χρησίμεψαν να ενισχυθεί ο θρύλος του «κρυπτοκομμουνισμού» των εαμικών κομμάτων, του ΕΑΜ-μηχανής του Κ.Κ.Ε. Και χρησίμεψαν να εμπεδωθεί η πεποίθηση ή πως όλες οι δηλώσεις του K.K.E., για την ομαλή πολιτικά εξέλιξη, τη Λαϊκή Δημοκρατία κλπ., ήταν ριζικά ανειλικρινείς ενώ βα­σικά σκόπευε τη βίαιη κατάληψη της εξουσίας` ή πως δεν υπήρχε σαφής, σταθερή, ενιαία γραμμή στην ηγεσία, και τα Δεκεμβριανά ήταν μοιραίο αποτέλε­σμα αυτής της ταλάντευσης. Τέτιες εντυπώσεις δεν επικράτησαν μόνο στα εξω-εαμικά κυμαινόμενα στρώματα, αλλά και μέσα στο ΕΑΜ.

Έπειτα τα γεγονότα επηρέασαν τη συνεργασία ανάμεσα στα κόμματα του ΕΑΜ. Διαφωνίες ήταν φυσικό να υπάρχουν πάντοτε. Μα ως τα τώρα ένας μεγάλος κλονισμός είχε υπάρξει. Ύστερ’ απ’ το Λίβανο όταν όλος ο εαμικός κόσμος είχε α­μέσως καταλάβει πως δεν έπρεπε ν’ αργήσει η συμμετοχή του ΕΑΜ στην Κυβέρνηση και η ηγεσία δεν το θέλησε αμέσως. Τα Δεκεμβριανά προκάλεσαν το δεύτερο μα και πολύ πιο μεγάλο κλονισμό. Και στις δυο περιπτώσεις τα χαρακτηριστικά είναι τα ίδια -στη δεύτερη όμως πολύ πιο ζωηρά. Σε μια κρί­σιμη στιγμή το Κ.Κ,Ε. παίρνει πρωτοβουλία και προ­χωρεί πάνω στη γραμμή που χαράζει αδίσταχτα, γιατί πιστεύει στην παντοτεινή ορθότητα της δικής του γραμμής. Οι άλλοι, μπροστά στην Αντίδραση, δε θέλουν να διασπάσουν το ενιαίο μέτωπο, την ενιαία οργάνωση.

Τη φορά αυτή, ενώ όλες οι εαμικές αποφάσεις α­ποτελούν πολίτικες ενέργειες με σκοπό την πολιτική λύση της κρίσης, ο εαμικός κόσμος βρέθηκε μπρος σε γεγονότα όπου δεν είχε αποβλέψει. Και η παραί­τηση των Υπουργών της Αριστεράς—που, άλλως τε, ο κ. Παπανδρέου την είχε καταστήσει αναγκαία— και όλες οι αποφάσεις της Κ. Ε. του ΕΑΜ κατευθύνονται προς το σκοπό της πολιτικής λύσης, δηλαδή για την παραίτηση του κ. Παπανδρέου και το σχη­ματισμό νέας Κυβέρνησης, συνεπέστερης προς το Σύμφωνο του Λιβάνου. Τις προκηρύξεις της Κ.Ε. του ΕΛΑΣ και τις ενέργειές του, την ομηρία, την πρώτη απόρριψη των όρων του Σκόμπυ, και τις προτάσεις της Αντιπροσωπείας του ΕΛΑΣ στην Πολιτική Σύ­σκεψη, ο εαμικός κόσμος τα πληροφορείται μα δεν τά 'χει αποφασίσει. Ο ρόλος του γίνεται συμβουλευ­τικός.

Κι’ ένα κύμα δυσπιστίας ξεσπάει πάλι, όπως ύστερ’ απ’ το Λίβανο, εναντίον των Συμμάχων του Κ. Κ. Ε. μες στο ΕΑΜ. Ελδίτες ή σοσιαλιστές, κ’ εδώ και στην επαρχία, γενικώτατα έχουν το αίσθημα πως γίνηκαν πολίτες δεύτερης τάξης. Η ψυχρή εντύπωση κυριαρχεί πως οι «σύμμαχοι» είναι περιττό, μάταιο ή βλαβερό βάρος του αγώνα. Το συναγωνιστικό πνεύ­μα—βάση του απελευθερωτικού αγώνα και αναγ­καία βάση της συνεργασίας των αριστερών—κλονί­ζεται. Και ο γενικός κακός πολιτικός χειρισμός και ο ενδοεαμικός χειρισμός κάνουν ώστε την ώρα που η αντιφασιστική πάλη θ’ αναζητούσε μεγαλύτερο σφιχτοδέσιμο- η συνεργασία χαλαρώνεται, γιατί δημιουργήθηκαν ψυχολογικές και πολιτικές δυσχέρειες για τη συνεργασία.

Έτσι, μετά τα Δεκεμβριανά, το αίτημα να μην υπάρξει πια ενιαία οργάνωση γίνηκε οξύτερο. Θα μπορούσε να τη διαδεχθεί ένα μπλοκ, αν τέτιο πράγ­μα ήταν ώριμο, από άποψη προγράμματος, ταχτι­κής κλπ. Μα τέτοια ωριμότητα δεν υπάρχει. Υπάρ­χουν όμως θέματα πάνω στα οποία η συνεργασία όχι μόνο μπορεί να γίνει μα επιβάλλεται. Έτσι π.χ. τα εαμικά κόμματα μπορούν και πρέπει να συνερ­γαστούν για την εφαρμογή της Συμφωνίας της Βάρκιζας, την προστασία των δικαιωμάτων του Κι­νήματος της Εθνικής Αντίστασης, την αποκατάσταση των λαϊκών ελευθεριών κλπ. Πάνω σ’ αυτή τη βάση η Κ.Ε. εξουσιοδοτεί το Γενικό Γραμματέα να προβεί σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες για να γίνουν οι απόψεις της κοινό χτήμα των εαμικών κομμάτων και να παρθεί ομόφωνη απόφαση για το μέλλον.

Έτσι η Κ.Ε. της ΕΛΔ αποφασίζει. 1ο) Να προ­τείνει στην Κ.Ε. του ΕΑΜ να γίνει η Επιτροπή της Βάρκιζας Διακομματική Επιτροπή για την εποπτεία της εφαρμογής αυτής της Συμφωνίας αποτελώντας όργανο συντονισμού όλων των ενεογενών για την αποκατάσταση των λαϊκών ελευθεριών και την προ­στασία των δικαιωμάτων του Κινήματος Εθνικής Αν­τίστασης. 2ο) Να δεχτεί να μείνει το ΕΑΜ -όχι σα συνασπισμός κομμάτων αλλά σα λαϊκή οργάνωση, ανεξάρτητη απ’ τα κόμματα και χωρίς δικαίωμα να καθοδηγεί τα κόμματα και χωρίς να ασχολείται με έργα των κομμάτων, με σκοπούς α) να διαφωτίσει το λαό πάνω στο τρίχρονο έργο του ΕΑΜ β) να α­γωνιστεί για την αποκατάσταση των λαϊκών ελευθεριών και για την επικράτηση των δημοκρατικών θε­σμών κλπ. 3ο) Να δεχτεί να εκδώσουν τα κόμματα του ΕΑΜ διακήρυξη όπου να διαδηλώνουν την απόφασή τους να αγωνιστούν για την αποκατάσταση των λαϊκών ελευθεριών και την υπεράσπιση των δι­καιωμάτων του Κινήματος της Εθνικής Αντίστασης. Με αυτό τον τρόπο και η υπεράσπιση των δικαιωμά­των του απελευθερωτικού αγώνα θα μπορούσε να γίνει αποτελεσματική αλλά και θ’ αποφευγόταν το ξέφτισμά του σε στενώτερους πολιτικούς και κομμα­τικούς αγώνες.

Η Κ.Ε. κρίνοντας ότι κάθε αναβολή δε μπορεί να χρησιμέψει παρά σε γενικώτερη σύγχυση, δίνει εντολή στο Γενικό Γραμματέα ν’ ανακοινώσει στην Κ.Ε. του ΕΑΜ την απόφασή της ν’ αποσυρθεί απ’ αύτή αν οι προτάσεις της δεν γίνουν δεχτές.

* * *

Πρέπει παράλληλα να γίνει συνείδηση και μέσα και έξω απ’ το κόμμα η ακριβής σημασία όλων των σημείων αυτής της Απόφασης της Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής.

1ο. Η ανάλυση των Δεκεμβριανών από την άποψή μας είναι απαραίτητη, όχι μόνο για να γίνει γνωστή αυτή η άποψη, μα γιατί ένα τέτιο μεγάλο γεγονός είναι πηγή πλουσιότατης πείρας για ολόκληρο το Αριστερό κίνημα. Έχει βαθύτατα να ωφελήσει την αριστερά, κ’ επομένως το λαό, η ακριβής γνώση και συνείδηση από τα μέλη όλων των εαμικών κομμά­των και των οπαδών του ΕΑΜ των σφαλμάτων που έγιναν, γιατί θα βοηθήσει να λυθεί το πρόβλημα της γραμμής της Αριστερός και του τρόπου του καθορι­σμού της και του τρόπου του χειρισμού της. Για μας που πιστεύουμε στη δημοκρατία, η φωτισμένη στάση της βάσης αναγκάζει την ηγεσία να πορεύεται στο­χαστικά το σωστό δρόμο. Ακόμη προκειμένου για υπερβασίες κλπ. η γνώση της αλήθειας θα δημιουρ­γήσει την κοινή συνείδηση πως το αριστερό κίνημα πρέπει να εκκαθαριστεί από όλα εκείνα τα στοιχεία που ήρθαν σ’ αυτό, όχι ν’ αφοσιωθούν με πίστη στον αγώνα, μα για να χρηματισθούν ή να προβούν σε αλόγιστες πράξεις βίας. Σ’ όποιο κόμμα κι’ αν ανήκουν, πρέπει να φύγουν. Η θέση τους είναι στην Αντίδραση. Το αριστερό κίνημα, που θέλει την αναγέννηση της χώρας, πρέπει να φτάσει στην εξου­σία όχι μόνο με φωτισμένη ηγεσία, αλλά και με στε­λέχη και γενικά με μέλη άξια της αποστολής.

2ο. Η κριτική των Δεκεμβριανών, όπως και η δι­ακοπή του οργανωτικού δεσμού με άλλα εαμικά κόμ­ματα δεν σημαίνει στροφή προς τα δεξιά ή προς το κέντρο. Σε κανένα σημείο δεν συμπίπτουν οι από­ψεις μας μαζί τους. Η κριτική των Δεκεμβριανών δεν έχει καμμιά σχέση με τους υποκριτικούς ισχυρισμούς της Δεξιάς που τα προκάλεσε—και τα χρησιμοποιεί τώρα σαν πρόσχημα για να χτυπάει το λαό. Ακόμη λιγότερο σημαίνει αποκήρυξη του παρελθόντος η προσπάθεια αποφυγής ευθυνών. Διεκδικούμε την τιμή της συμμετοχής στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα. Αναδεχόμαστε όλες μας τις πολιτικές και θα εξακολουθήσουμε να είμαστε κομμάτι το λαϊκού κινήματος, φορείς εαμικού πνεύματος, πνεύματος ελευθερίας, ανανέωσης της πολιτικής ζωής, Λαϊκής Δημοκρατίας.

3ο. Ούτε εχθρότητα ούτε καν αιχμή μπορεί νάχει το κόμμα μας πρός τ’ άλλα εαμικά κόμματα. Αποτελεί μαζί τους το ελληνικό Κίνημα Εθνικής Αντίστασης. Υπερασπίζει όπως και κείνα ολόψυχα τα δικαιώ­ματα αυτού του κινήματος. Και μάχεται όπως και κείνα εναντίον της τρομοκρατίας, της μοναρχίας, του φασισμού, της εργοδοτικής αντίδρασης, που ασύδοτα ασχημονούν σε βάρος του ελληνικού Λαού.

Η διαπίστωση των ελαττωμάτων μιας συνεργα­σίας, δεν εξαφανίζει τον μεγάλο δεσμό που δημιουργήθηκε τόσο απ’ τους κοινούς σκοπούς όσο και απ’ το γεγονός της τετράχρονης συνεργασίας. Ούτε πάνω σε λάθη του παρελθόντος μπορεί να βασιστεί πολι­τική μη συνεργασίας για το μέλλον. Γιατί τα λάθη μπορούν να λείψουν ενώ ο κοινός σκοπός δεν αλ­λάζει.


14.—'ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ


Μια περίοδος της ιστορίας του Κόμματος κλείνει, τέσσαρα χρόνια πολιτικής προσπάθειας και λαϊκού αγώνα. Το Κόμμα μας έχει λόγους να είναι περήφανο.

α) Θεμελίωσε τη γραμμή της Λαϊκής Δημοκρα­τίας. Η έκφραση «Λαϊκή Δημοκρατία» χρησιμοποιή­θηκε και στο παρελθόν. Μα ποτέ δεν είχε αποχτήσει την άξια μιας γραμμής με το συγκεκριμμένο περιε­χόμενο που της έδινε η ΕΛΔ—πολιτικό και οικονομικό -όχι σαν εξέλιξη της αστικής δημοκρατίας μα σαν πρώτο σταθμό για την πραγματοποίηση του σο­σιαλισμού. Η γραμμή αυτή δε στάθηκε για το κόμ­μα μας μια εμπειρική επινόηση. Είναι μια γόνιμη προ­σαρμογή της σοσιαλιστικής ταχτικής στην ευρωπαϊκή και την ελληνική πραγματικότητα. Κι ως τα σή­μερα δικαιούμαστε να πιστεύουμε πως η θεωρητική και πολιτική θεμελίωση της γραμμής μας είναι σω­στή και το μέλλον της ανήκει. Οι βάσεις όμως αυτές του κόμματος δεν είναι αρκετά πλατεία γνωστές ώ­στε να λείψουν πολλές συγχύσεις που υπάρχουν γύ­ρω στους αληθινούς σκοπούς μας, και δεν εκλαϊκεύ­τηκαν καθόλου. Το ότι οφείλεται και στην έλλειψη τεχνικών μέσων κατά την περίοδο της κατοχής και σ’ οργανωτικές αδυναμίες. Μολαταύτα μπόρεσε να δημιουργηθεί ο ελδίτης, που είναι ένας ολοκληρωμένος σοσιαλιστής, χωρίς την σοσιαλδημοκρατική πα­ράδοση και χωρίς εξτρεμιστική διάθεση, με συνείδηση της βασικής επαναστατικότητας του σοσιαλισμού και με συνείδηση της ανάγκης της προσαρμογής στην ελληνική πραγματικότητα—και με πίστη στη Δη­μοκρατία, με τι «αδιάλλαχτο πάθος της ελευθερίας».

β) Ακολούθησε σωστή πολιτική γραμμή. Συνέ­λαβε το νόημα του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Έννοιωσε το βαθύ δημοκρατικό παλμό του εαμικού κόσμου —πλατύτερο άπ’ το σοσιαλισμό, πλατύτερο από κάθε κομματικό πλαίσιο. Και έννοιωσε τις πο­λιτικές ανάγκες για την ανάπτυξή του— ενότητα, δημοκρατία, ομαλότητα. Και έμεινε πιστό σ’ αυτή τη γραμμή, χωρίς διακύμανση —χωρίς να παρασυρθεί απ’τα δεδομένα μιας στιγμής. Μαζί με τη Γραμμή της Λαϊκής Δημοκρατίας, μαζί με την απελευθερω­τική πάλη, η ΕΛΔ έχει να παρουσιάσει στο λαό την επίμονη, τη σταθερή, την αγωνιώδη της προσπάθεια για την ομαλότητα και την ενότητα.

γ) Πρόσφερε στο λαϊκό αγώνα ό,τι μπόρεσε και πολιτικά και αγωνιστικά. Συνέτεινε στην ίδρυση του ΕΑΜ. Συνέβαλε στην Αποστολή στο Κάϊρο τον Αύ­γουστο του 1943. Συνέτεινε στην Ίδρυση, το έργο της ΠΕΕΑ. Συνέβαλε στο σχηματισμό και στο έργο της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας. Συνέτεινε στη Συμφωνία της Βάρκιζας. Με συγκίνηση και περηφάνεια η Ολομέλεια τής Κεντρικής Επιτροπής απευθύνει το χαιρετισμό της προς τους Ελδίτες των πόλεων και της υπαίθρου, εαμίτες και ελασίτες που στο πλευρό των συντρόφων τους κομμουνιστών, σοσιαλιστών, αγροτικών, δημοκρατικών αγωνίστηκαν για τη Λευ­τεριά και το ψωμί, και σε κείνους που φυλακίστηκαν ή καταδιώχτηκαν, στους χαΐδαριώτες και τους ελ- νταμπίτες. Και ακόμα κλίνει το γόνυ ευλαβικά μπρος στα μνήματα εκείνων του εχτελέστηκαν απ' τους Γερμανούς και τους προδότες!


* * *

Σήμερα έχουμε μτροστά μας νέο έργο. Να υπάρ­ξουμε πρώτοι στον αντιφασιστικό αγώνα.

Ο ελληνικός φασισμός κυριαρχεί τώρα και α­σχημονεί εις βάρος της Εθνικής Αντίστασης εις βά­ρος των ελευθεριών, εις βάρος του Λαού. Όποια και νάναι τα λάθη της Αριστεράς, υπήρξαν λάθη που έ­δωσαν προσχήματα, δεν δημιούργησαν τις προϋποθέσεις της Αντίδρασης. Οι προθέσεις της ξεσκεπάστηκαν ολότελα ύστερ’ απ’ το Δεκέμβρη. Ό,τι κάνει σήμερα αποτελεί, όχι πολιτική, μα ηθική δικαίωση της εξέγερσης κι’ αποτελεί εθνικό όνειδος. Η αντιφασιστική πάλη, πιο σκληρή τον τελευταίο καιρό στην Ελλάδα από παντού άλλου, γιατί εδώ ο φασισμός βρήκε τις πιο απίθανες ενισχύσεις, είναι το πρώτο μας καθή­κον. Και πρέπει να τη νοιώσουμε σ’ όλες τις εκδη­λώσεις, σ’ όλη της τη βαθύτατη σημασία.

1ο. Η αντιφασιστική πάλη είναι αγώνας για τα δικαιώματα του Κινήματος της Εθνικής Αντίστασης μες τις σημερινές συνθήκες της πολιτικής ζωής της χώρας.

2ο. Είναι πάλη γενικά για τις λαϊκές ελευθερίες. Ο διωγμός άλλως τε των λαϊκών αγωνιστών αυτός γίνεται. για να κουρελιαστούν οι λαϊκές ελευθερίες. Προϋπόθεση της νίκης ενός νεοφασισμού είναι η εξα­φάνιση των αληθινών δημοκρατικών δυνάμεων.

3ο. Η αντιφασιστική πάλη είναι πάλη για τον η­θικό καθαρμό της χώρας. Ο τεταρτοαυγουστιανισμός, η φαυλοκρατία και ο δοσιλογισμός κρατιούνται χέρι με χέρι στον αγώνα εναντίον μας, γιατί έχουν κοινό συμφέρον να με γίνει ούτε η τιμωρία των δοσιλόγων ούτε η εκκαθάριση του Κράτους ούτε η ανανέωση της πολιτικής ζωής. Και πίσω απ’ όλους αυτούς τα πιο άνομα κεφαλαιοκρατικά συμφέροντα, που τρέ­μουν το λαό και τις λαϊκές πολιτικές δυνάμεις.

3ο. Η αντιφασιστική πάλη είναι πάλη για να γί­νει η ανασυγκρότηση της Χώρας σε όφελος και όχι σε βάρος του Λαού. Κάτω απ’ τη σκέπη της γενικής λαϊκής τρομοκρατίας, εξαπολύθηκε μια εργοδοτική αντίδραση, με την κατεύθυνση να γίνει η σημερινή οικονομική προσπάθεια της Ελλάδας επιχείρηση εις όφελος της οικονομικής ολιγαρχίας και εις βάρος του εργαζομένου λαού. Μόνο η λαϊκή πάλη εναν­τίον αυτών των τάσεων μαζί με τον αγώνα για μια αντιπροσωπευτική κυβέρνηση, μπορεί ν’ αλλάξει την κατάσταση.

4ο. Η αντιφασιστική πάλη είναι πάλη για την ομαλότητα. Βρισκόμαστε σήμερα σ’ ένα σημείο πολι­τικής οξύτητας που σπάνια γνώρισε η χώρα. Υπάρ­χουν άνθρωποι που πενθούν, άνθρωποι που αγωνιούν και ζητούν ηρεμία και τάξη. Αυτοί πρώτοι πρέ­πει να καταλάβουν το νόημα του αγώνα. Αυτοί πρώ­τοι πρέπει να καταλάβουν πως ένας ΜΟΝΟΣ τρό­πος υπάρχει για να μην ξαναπεράσει η χώρα μας τη δεκεμβριανή περιπέτεια. Η πραγματική αποκατά­σταση των λαϊκών ελευθεριών. Τό πένθος και η αγωνία είναι σήμερα όπλο στα χέρια του φασισμού για να οδηγήσει τη χώρα σε καινούργιες ταραχές. Στο όνομα της τάξης θέλει να κάνει ενδημική αρρώστια μονόπλευρα. Στη χώρα απλώθηκε ανήκουστη τρομοκρατία. Αν ο φασισμός κυριάρχησε με τη βία ή με τον τρόμο, πώς θα αμυνθεί ο Λαός; Αν η ένοπλη λαϊκή εξέγερση ήταν χθες λάθος – πώς θα κάνουμε να μην είναι αύριο ο εμφύλιος πόλεμος μοίρα του τόπου; Σ’ έναν τόπο που καθεμέρα και περισσότερο βυθίζεται στη βία, ποια διέξοδος απ’ τη βία θα δοθεί;

Ιδού, γιατί η αντιφασιστική πάλη είναι πάλη για την ομαλότητα. Και πρέπει να το νοιώσουν ακόμη και κείνοι που μισούν την Αριστερά, γιατί θεωρούν πως εκείνη έφταιξε και διαταράχτηκε η τάξη, πως ο μόνος κίνδυνος για την ομαλότητα είναι ο φασισμός.

5ο. Η αντιφασιστική πάλη είναι πάλη για τα εθνικά συμφέροντα. Μες την αντιφασιστική Ευρώπη, που κυριαρχείται απ’ τις λαϊκές δυνάμεις της Αντί­στασης είμαστε το μόνο ίσως Κράτος όπου οι λαϊκές αυτές δυνάμεις, όχι μόνο δεν κυβερνούν, μα διώκονται. Όπως, στα 1920, η Ελλάδα βρέθηκε, την ώρα της νίκης της Αντάντ με Κυβέρνηση Γερμανόφιλη, έτσι και τώρα, τη στιγμή της αντιφασιστικής νίκης, βρί­σκεται στα χέρια των φασιστών και των δοσιλόγων— με υποψήφιο βασιλέα τον Αρχηγό του Ελληνικού Φασισμού. Περιορίζεται έτσι ηθικά και πολιτικά σε σημαντικό βαθμό η ικανότητα της Ελλάδας να υπε­ρασπίσει τα δίκαιά της.

Ακόμη περισσότερο ζημιώνεται η Ελλάδα σ’ ένα μονιμότερο συμφέρον της· τη διεθνή θέση της. Και τούτο όχι μόνο γιατί δε μπορεί παρά να είναι μειω­μένη μια κρυφοφαστική Ελλάδα μες σε μια αντιφασιστική Ευρώπη, μα και γιατί οι «εθνικιστές» φασίστες της Ελλάδας δεν περιορίζουν το μίσος τους στις ελληνικές λαϊκές δυνάμεις, μα το αφήνουν να προεχταθεί επικίνδυνα, πολύ επικίνδυνα εναντίον της Σοβιετικής Ρωσσίας.

Η ΕΑΔ φώναζε πάντοτε την ειλικρινή της πίστη προς την εξώφθαλμη αλήθεια πως το εθνικό συμφέ­ρον απαιτεί την άσκηση εξωτερικής πολιτικής τίμια και φανερά φιλικής προς όλους τους μεγάλους και μικρούς συμμάχους. Η πολιτική τοποθέτηση του ση­μερινού Προέδρου της Αγγλικής Κυβέρνησης, ακόμη και οι θέσεις που πήρε κατά καιρούς απέναντι στο Ελληνικό Κίνημα της Αντίστασης, δεν ήταν ούτε είναι δυνατό να μας κάνει ποτέ να λησμονήσουμε πως η Αγγλία είναι μια Μεγάλη Σύμμαχος και πως υπάρχει ο Αγγλικός Λαός που είναι αρμόδιος να κρίνει. Κατά τον ίδιο τρόπο η πελώρια Σοβιετική Ρωσία δεν είναι δυνατό να θεωρείται απ’ τους δεξι­ούς ένας ασήμαντος τόπος κατοικούμενος από κομ­μουνιστές. Η εκδήλωση του μίσους αυτών προς τη Ρωσία δημιουργεί γενικώτερα προβλήματα. Δε μπορεί από μια τέτια απαράδεχτη θέση παρά να βγουν ζημιωμένα και τα εθνικά συμφέροντα και η διεθνής θέση της Ελλάδας. Οι κίνδυνοι είναι αρκετά μεγάλοι για ν’ αξίζουν να εργασθούμε όλοι να τους κάνουμε συνείδηση και να τους αποτρέψουμε με πράξεις. Για το καλό της Ελλάδας, δημοκρατικό καθεστώς, φιλικό πρός όλους τους Συμμάχους!

Τέλος η αντιφασιστική πάλη —πάλη για τη Δημοκρατία— απαιτεί την πιο στενή όσο και την πιο πλατειά συνεργασία με κάθε δημοκρατικό. Η διάδοση αυτής της πεποίθησης πρέπει να είναι έργο μας. Υ­πάρχουν προς τα Δεξιά πολιτικές δυνάμεις που εν­αντίον τους έχουμε άπειρους λόγους να πολεμούμε. Όμως, αν θελήσουν να παλαίψουν για τη Δημοκρα­τία, όποιοι και νάναι, πρέπει να τους ενισχύσουμε σ’ αυτή τη γραμμή. Υπάρχει το Κ.Κ.Ε. Όπως το Κόμμα μας δεν υπήρξε «κρυπτοκομμουνιστικό» δεν θα υπάρξει «αντικομμουνιστικό». Ο Αντικομμουνισμός είναι η πολιτική γραμμή της Αντίδρασης. Αντικομμουνιστικός σοσιαλισμός είναι μια βαθειά αντίφαση. Μια οξεία αντίθεση σοσιαλιστών-κομμουνιστών είναι ευχή και συμφέρον του φασισμού και του καπιταλισμού. Το Κόμμα μας όμως ύπαρχε για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα του εργαζομένου λαού εναντίον της οικονομικής ολιγαρχίας. Κ' επο­μένως μόνο αυτή και τους υποστηριχτές της θεωρεί εχθρούς. Σοσιαλισμός και κομμουνισμός είναι δυο τάσεις που ξεκινούν απ' την ίδια πηγή. Χωρίστηκαν στο δρόμο, από αντιγνωμία στη μέθοδο και στην πο­λιτική γραμμή. Οι διαφωνίες μεταξύ τους υπάρχουν. Μα, ανάμεσα σ’ αυτούς και την Αντίδραση, το φα­σισμό και τον καπιταλισμό, υπάρχει χάος. Μεταξύ τους έχουν διαφωνίες. ΙΙρος τον καπιταλισμό και το φασισμό έχουν πόλεμο.

Και, για χάρη αυτού του πολέμου πρέπει να πραγματοποιήσουμε τη συγκέντρωση των σοσιαλι­στικών δυνάμεων. Ο σεχταρισμός δεν υπήρξε ελάτ­τωμα της ΕΛΔ ούτε μπορεί να χωρέσει σεχταρισμός σε Κόμμα με τόσο πλατειά πλαίσια. Η Κ. Ε. δίνει την εντολή στο Γεν. Γραμματέα να συμπληρώσει τις διαπραγματεύσεις για ενοποίηση με το Σοσιαλιστι­κό Κόμμα Ελλάδας, καθώς και για τη διεύρυνση του ενιαίου Κόμματος με την συμμετοχή και άλλων προσωπικοτήτων, με το σκοπό της συγκέντρωσης μες τα πλαίσια του ενιαίου κόμματος όλων των σοσιαλι­στικών στοιχείων και των μαζών που αριστεροποιούνται.

Μες σ’ αυτά τα πλαίσια όσο και να πλατύ­νουν, οι ελδίτες θα φέρουν τη σοσιαλιστική πίστη τους, τη σωστή γραμμή τους και το αγωνιστικό τους πνεύμα για να συντείνουν να γίνει και το ενιαίο Κόμμα ένα όργανο πάλης για τα ζητήματα του Λαού. Η Κ. Ε. έχει εμπιστοσύνη στους ελδίτες πως η πρόσκαιρη καθυστέρηση του Αριστερού Κινή­ματος και ο πρόσκαιρος διωγμός του δεν θα τους κλονίσει την πίστη τους στην γραμμή που έφτιαξαν, που ακολούθησαν, που γι' αυτή αγωνίστηκαν τέσσαρα χρόνια.

Η ΕΛΔ έγινε μόνο γιατί είχε πίστη και πνοή. Με πίστη και πνοή οι ελδίτες -ακλόνητοι στην αντιφασιστική έπαλξη—θα προχωρήσουν για να κατα­χτήσουν τις λαϊκές μάζες και, μ’ αυτές, και μαζί μ’ όλους όσοι ακολουθούν την ίδια γραμμή, τη Λαϊκή Δημοκρατία και το Σοσιαλισμό !


Αθήνα 15 Μαρτίου 1945


Η ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ



i   Στο πρωτότυπο κείμενο η λέξη “τρίτον”.