Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής
«Υλικά Κατεδάφισης» για την Παραγωγική και Πνευματική Ανασυγκρότηση του Έθνους και της Πατρίδας, την Εθνική Παλιγγενεσία του 21ου αιώνα!
Δευτέρα 22 Νοεμβρίου 2021
Ιλία Έρενμπουργκ, κείμενα από το Ανατολικό Μέτωπο προς τους λαούς της Ευρώπης
Η διλογία του Βασίλη Γκρόσμαν για τον Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο
Το έπος "πόλεμος & ειρήνη" του 20ου αιώνα...
Κυκλοφόρησε το πρώτο βιβλίο της διλογίας του Βασίλη Γκρόσμαν για τον Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο, το "Στάλινγκραντ".
5
Σάββατο 20 Νοεμβρίου 2021
Ο Κούρτσιο Μαλαπάρτε στο Ανατολικό Μέτωπο
Ο πολεμικός ανταποκριτής της Corriere della sera στην Ουκρανία και στο Λένινγκραντ
Ο Κούρτσιο Μαλαπάρτε κοιτάει πίσω έκπληκτος!
Τι κοιτάει και γιατί είναι έκπληκτος;
Μα, εκείνους τους ιστορικούς, που 80 χρόνια μετά,
εξακολουθούν να βρίσκονται πίσω του...
Γιώργος Μιλτ.
Σαλεμής
Ο Κούρτσιο Μαλαπάρτε κοιτάει πίσω έκπληκτος! Τι κοιτάει και γιατί είναι έκπληκτος; Μα, εκείνους τους ιστορικούς, που 80 χρόνια μετά, εξακολουθούν να βρίσκονται πίσω του... |
Και μια και μιλήσαμε για τους δυο μεγάλους σοβιετικούς πολεμικούς ανταποκριτές του Ανατολικού Μετώπου, ας πάμε από την άλλη μεριά για να μιλήσουμε για έναν ανταποκριτή προσκολλημένο, κατ' αρχήν, σε μια μηχανοκίνητη γερμανική μεραρχία και στη συνέχεια στις μονάδες του φινλανδικού στρατού που επιχειρούσαν στην πολιορκία του Λένινγκραντ.
Πρόκειται για τον Κούρτσιο Μαλαπάρτε, γνωστότερου ίσως από άλλες του δραστηριότητες, πολύ λίγο όμως γνωστού για τις εκπληκτικές ανταποκρίσεις του από το Ανατολικό Μέτωπο. Τυχαίο; Κάθε άλλο.
Τυχαίο μπορεί να πει κανείς το πώς έφτασε σε μένα το βιβλίο που φευγαλέα είχα εντοπίσει τέλη της δεκαετίας του '10 και μετά αμέλησα να το αποκτήσω. Βέβαια, όσοι ερευνούν τας γραφάς σίγουρα θα αντιτάξουν ότι τέτοιες... τυχαιότητες, είναι νομοτελειακές!
Ο Κούρτσιο Μαλαπάρτε είναι ο κατά κόσμον Κουρτ Έρικ Σούκερτ, γυιος μιας Ιταλίδας και ενός Γερμανού που γεννήθηκε στη βόρεια Ιταλία το 1898.
Πολύ νεαρός κατετάγη ως εθελοντής στη Μεραρχία Γαριβάλδη στη Λεγεώνα των Ξένων για να πολεμήσει κατά τις Αυστροουγγαρίας στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Από τον πόλεμο αυτό βγήκε με καμμένα τα πνευμόνια λόγω της εισπνοής αερίου “μουστάρδας” κάτι που τον κάνει να υποφέρει ιδιαίτερα στις πρώτες μέρες των επιχειρήσεων της Βέρμαχτ στη Μολδαβία και Ουκρανία.
Τελικά θα πεθάνει από καρκίνο του πνεύμονα το 1957 στη Ρώμη.
Ο Μαλαπάρτε ξεκινάει ως ένας ιδιόρρυθμος φασίστας, με μεγάλη μόρφωση και οξυδέρκεια, με μεγάλη κινητικότητα. Εμφανίζεται ως ακόλουθος τύπου της Ιταλικής Πρεσβείας στην Πολωνία, στη διάρκεια του Μεσοπολέμου. Εμφανίζεται να μελετάει διεξοδικά το σοβιετικό πείραμα και να είναι πλήρως ενημερωμένος, κατά την έναρξη του Β' Π.Π. πολέμου, για τη “φυσιολογία” του πειράματος αυτού. Είναι γνώστης της ρωσικής γλώσσας και έχει προηγηθεί το βιβλίο που άπτεται και των γεγονότων της Μεγάλης Οκτωβριανής Επανάστασης, Η τεχνική του πραξικοπήματος.
Οι ανταποκρίσεις αυτού του ιδιαίτερα οξυδερκούς και γενναίου ανθρώπου στην Corriere della sera, γίνονται σκάνδαλο από την πρώτη στιγμή. Ας σημειωθεί επιπλέον ότι, φέρει και τον βαθμό του λοχαγού των Αλπινιστών. Ποικίλες αντιδράσεις οδηγούν στην ανάκλησή του από το μέτωπο της Ουκρανίας τον Σεπτέμβριο του 1941, στην απομόνωσή του για μερικούς μήνες και στην απειλή του ίδιου του Μουσολίνι, για εκτοπισμό στο νησί Λίπαρι της Αδριατικής.
Καθώς τα γεγονότα τον επιβεβαιώνουν, οι περιορισμοί αίρονται και αναλαμβάνει νέα αποστολή στο μέτωπο. Ο ίδιος δηλώνει ότι επιδίωξε να βρίσκεται μακριά από το χέρι των Γερμανών και του Γκέμπελς, που τον είχαν διώξει και έπνεαν μένεα απέναντί του αφού τα γραφτά του είχαν τύχη ευρύτατης δημοσιότητος όχι μόνο στην Ιταλία αλλά και στις Συμμαχικές χώρες.
Αυτή τη φορά, τον Φεβρουάριο του 1942 φτάνει στο βορρά, προσκολλάται στον φινλανδικό στρατό που επιχειρεί στον ισθμό της Καρελλίας και αποτελεί τον βόρειο βραχίονα της πολιορκίας του Λένινγκραντ που μαίνεται από τον Σεπτέμβρη του '41.
Στο βορειότερο αυτό σημείο των χερσαίων επιχειρήσεων του Β' Π.Π., και του Ανατολικού μετώπου, μένει από τον Φεβρουάριο μέχρι τον Νοέμβριο, οπότε “αποχαιρετάει” το Λένινγκραντ που αντέχει ακόμα. Κείμενά του έχουμε με χρονολόγηση Μάρτιο, Απρίλιο, Μάιο και μετά Νοέμβριο 1942. Άγνωστο τι γίνεται και με τι ασχολείται κατά τη διάρκεια των θερινών επιχειρήσεων που εντείνονται. Πού βρίσκεται π.χ., όταν στις 9 Αυγούστου 1942, έναν ακριβώς χρόνο μετά την Κατσικόφσκα ο Σοστακόβιτς εκτελεί στο Λένινγκραντ την 7η Συμφωνία με τους εναπομείναντες μουσικούς της ορχήστρας. Δυο μήνες μετά την αναχώρηση του Μαλαπάρτε, τον Ιανουάριο του 1943, σφοδρά κτυπήματα του Κόκκινου Στρατού θα σπάσουν τον αποκλεισμό της πόλης και επιτρέψουν τον ανεφοδιασμό της. Η πολιορκία θα αρθεί οριστικά μετά από έναν χρόνο, μετά από 876 μέρες και νύχτες! Ο Μαλαπάρτε θα δικαιωθεί στις εκτιμήσεις του και εκτός των άλλων θα αποσπάσει τα συγχαρητήρια του ίδιου του Παλμίρο Τολιάτι, όταν τον επισκέπτεται στο σπίτι του, το Πάσχα του 1944.
Ο Μαλαπάρτε ξεκινάει τις ανταποκρίσεις από το Γαλάτσι της Ρουμανίας τον Ιούνιο του 1941. Ακολουθεί, όπως είπαμε, μια μηχανοκίνητη μεραρχία της Βέρμαχτ καθώς διαβαίνει τον Προύθο, ανάποδα από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη και προελαύνει, στην αρχή μέσω στη Μολδαβία και μετά στην Ουκρανία ως την “Αμυντική Γραμμή Στάλιν”.
Εκείνο που εντυπωσιάζει απ΄ την αρχή τον αναγνώστη είναι ότι, βλέπει την τρομακτική εκτεχνίκευση του πολέμου και τους στρατιώτες και των δύο πλευρών, σαν εργάτες με μεγάλη μηχανολογική ειδίκευση. Γι' αυτό και ο τίτλος που ήθελε να δώσει στο βιβλίο του, όταν εκδόθηκε το 1943 για πρώτη φορά, ήταν “Πόλεμος και Απεργία”. Έχει καθαρό στο μυαλό του ότι πρόκειται για πόλεμο των εργατών και των εκμηχανισμένων γεωργών. Προχωράει δε αμέσως παρακάτω στους συλλογισμούς του, επισημαίνοντας ότι την έκβαση του πολέμου αυτού θα την καθορίσει, μεταξύ άλλων, και το τεχνικό επίπεδο των εκατέρωθεν “εργατών-στρατιωτών”.
Εδώ δεν πρέπει να αφήσουμε χωρίς συσχέτιση την αναφορά του Ένγκελς για την εκμηχάνιση του πολέμου, γενικώς, στη βιομηχανική εποχή και την παρομοίωση του θωρηκτού με πλωτό εργοστάσιο που παράγει καταστροφή. Είναι ένα μέσο παραγωγής καταστροφής που καταστρέφει μέσα παραγωγής. Οι ναύτες του εργάζονται σαν εργάτες στη γραμμή παραγωγής και οι εργάτες οργανώνονται σαν στρατός στη γραμμή παραγωγής.
Στη συνέχεια κάνει την εκπληκτική διαπίστωση ότι κύριος στόχος της προελαύνουσας μηχανοκίνητης μεραρχίας -και όλων των μεραρχιών εκατέρωθεν- δεν είναι τα αγροτικά κύτταρα της παραγωγής αλλά οι πόλεις και οι παραγωγικές υποδομές τους. Δεν θα αργήσει να δικαιωθεί, τόσο στο Νότο όσο και στο Βορρά, τόσο στην Ανατολή όσο και στη Δύση. Οι μεγάλες πόλεις της γηραιάς ηπείρου θα γίνουν στάχτη και ένας σωρός από σίδερα και μπάζα, όπως “η αυλή του εργοστασίου μετά από μια αποτυχημένη απεργία”!
Η ίδια η μεραρχία του είναι ένα τεράστιο “συνεργείο”, ένα κινούμενο μηχανουργείο που παράγει όλεθρο και αναπαράγεται το ίδιο εν κινήσει.
Συμφωνεί σαφώς με τον Στάλιν, ότι πόλεμος αυτός είναι “πόλεμος κινητήρων” και ότι θα νικήσει αυτός που φτιάχνει τους περισσότερους και τους καλύτερους. Οι λέξεις που χρησιμοποιεί είναι οι ίδιες εκείνες του Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς.
Και σε ένα ακόμα σημείο συμφωνεί με τον ανώτατο αρχηγό της Στάβκα, ότι ο πόλεμος αυτός δεν είναι εύκολος, δεν θα θυμίζει κανέναν προηγούμενο και δεν θα τελειώσει γρήγορα.
Ο Μαλαπάρτε, ένας άνδρας 43 χρονών, στις αρχές του πολέμου το καλοκαίρι του 1941, αντιλαμβάνεται ήδη και το διατυπώνει σαφώς, εκείνο που δεν μπορούν να καταλάβουν 80 χρόνια μετά, πολιτικοί, ιστορικοί, στοχαστές και οικονομολόγοι. Ότι ο πόλεμος είναι, πρώτα απ' όλα, σύγκρουση οικονομιών, επιπέδων παραγωγής και επιπέδων τεχνικής. Έτσι, κάθε τόσο επαναλαμβάνει τη σημασία του 3ου Πεντάχρονου, του τρίτου κύκλου δηλαδή της προσπάθειας της ΕΣΣΔ να γίνει μια μεγάλη βιομηχανική δύναμη, ξεπερνώντας την καθυστέρηση αιώνων από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το 3ο Πεντάχρονο ολοκληρώνεται το 1942, ακριβώς τη στιγμή που ο Κόκκινος Στρατός περνάει στην αντεπίθεση στο Στάλινγκραντ! Το ότι η μεγάλη καμπή του πολέμου σημειώνεται στην μεγάλη καμπή του Βόλγα ακριβώς τη στιγμή που η σοβιετική οικονομία διέρχεται την δική της μεγάλη καμπή και στρατιωτικοποιείται πλήρως, δεν είναι τυχαίο γεγονός! Γι' αυτό και ο ανταποκριτής, τελικά, βάζει τίτλο του βιβλίου του “Οι πηγές του Βόλγα”. Θέλει να επισημάνει ότι ναι μεν ο Βόλγας εκβάλλει στην Κασπία αλλά οι πηγές του είναι στην Ευρώπη. Ο πόλεμος αυτός δλδ, που δεν θα είναι ούτε εύκολος ούτε σύντομος, είναι ένας ευρωπαϊκός πόλεμος και όχι ένας πόλεμος της Ευρώπης κατά της Ασίας. Ο Β' Π.Π., είναι ένας πόλεμος της εργατικής τάξης και της εκμηχανισμένης αγροτιάς!
Άλλο ένα στοιχείο που ο Μαλαπάρτε αναδεικνύει, ενώ οι δικοί μας εμπαθείς ιστορικοί αποκρύπτουν, είναι ότι οι Σοβιετικοί μάχονται σκληρά από την πρώτη στιγμή. Και όχι μόνο αυτό. Μάχονται για να κερδίσουν χρόνο. Δεν παραχωρούν τίποτα και, όταν χρειάζεται, πεθαίνουν μέχρις ενός. Εκείνο, όμως, που εντυπωσιάζει, τόσο τον ίδιο όσο και τους Γερμανούς, αξιωματικούς και στρατιώτες, είναι το γεγονός των άφαντων νεκρών! Συχνά επανέρχεται στο φαινόμενο αυτό της “φυγής των νεκρών”, ήτοι να καθαρίζουν, οι Σοβιετικοί, τα πεδία των μικρών και των μεγάλων μαχών από τα πτώματα των νεκρών συντρόφων τους καθώς και από κάθε άλλο αντικείμενο. Οι ενέργειες αυτές δεν τεκμηριώνουν μόνο την τακτική, και όχι άτακτη, υποχώρηση αλλά και τον “από καιρό σχεδιασμό της”! Μόνο 45 μέρες μετά, λέει, στις 7 Αυγούστου, στο χωριό της Ουκρανίας Κατσικόφσκα, θα συναντήσει και θα παρατηρήσει από κοντά ένα “φυσιολογικό” σοβιετικό πεδίο μάχης. Εκεί θα βρει, μεταξύ άλλων δίσκων γραμμοφώνου με εμβατήρια και τραγούδια, όλη τη σειρά των δίσκων που περιέχουν την ομιλία του Στάλιν στο θέατρο Μπολσόι το 1936, όπου παρουσιάζει το νέο σύνταγμα της ΕΣΣΔ. Οι σοβιετικοί στρατιώτες πέθαιναν ακούγοντας την ομιλία του από τα μεγάφωνα, λέει, ενώ προηγουμένως έχει σημειώσει ότι οι Γερμανοί προελαύνουν ακούγοντας τάνγκο από τα δικά τους μεγάφωνα του τμήματος προπαγάνδας της μηχανοκίνητης μεραρχίας. Όσοι αρέσκονται στις συγκρίσεις Χίτλερ και Στάλιν ας βρουν τις ομοιότητες των εικόνων αλλά και ας μη ξεχάσουν, όπως συνηθίζουν, τις διαφορές.
Μάχονται οι Σοβιετικοί και υποχωρούν. Καίνε και καταστρέφουν τα προϊόντα και τα εφόδια όταν δεν μπορούν να τα μεταφέρουν. Κάπου, αναφερόμενος στο σοβιετικό πυροβολικό, παρατηρεί ότι βάλλει σαν να θέλει να τελειώσει τα πυρομαχικά επειδή δεν μπορεί να τα μεταφέρει.
Εκτενείς είναι οι αναλύσεις του για την τακτική του Κόκκινου Στρατού. Μέσα σ' αυτές δεν παραλείπει να μιλήσει και για τη χρήση των αρμάτων αλλά και για τους άνδρες που τα επανδρώνουν. Οι αναφορές του Μαλαπάρτε στου λαούς της ΕΣΣΔ που πολεμάνε λυσσασμένα δεν είναι λίγες. Εδώ όμως, στο Νότο, την τιμητική τους έχουν οι... “Μογγόλοι”, όπως τους αναγγέλλουν, όταν εμφανίζονται, οι ίδιοι οι Γερμανοί. Ξεχωρίζουν από την διαφορετική τακτική που ακολουθούν τα άρματα επιτιθέμενα, η οποία ομοιάζει με εκείνη του ιππικού των ανθρώπων της στέπας. Οι γεωργοί που μεγάλωσαν στα χρόνια της Επανάστασης, παρατηρεί, έχουν πια αποκτήσει τεχνική εκπαίδευση και έχουν μπει στα σιδερένια άλογα και τους χαλύβδινους “ιπποπόταμους”, τα τερατώδη αμφίβια άρματα, δλδ.
Ο Μαλαπάρτε, είπαμε και στην αρχή, εκδιώκεται από τη γερμανική μεραρχία καθώς δεν αρέσουν οι ανταποκρίσεις. Όταν επιστρέφει στο μέτωπο, τον Φεβρουάριο του 1942, είναι βαρύς χειμώνας, ιδιαίτερα στον Βορρά.
Θα περάσει πρώτα από το Βιμπόργκ της Φινλανδίας και θα δώσει φοβερές εικόνες της κατεστραμμένης όμορφης πόλης από τον σοβιετο-φινλανδικό πόλεμο. Τότε που οι φωτογραφίες ήταν δύσκολες η ικανότητα των ανθρώπων να περιγράφουν και να αφηγούνται ήταν οξυμένη. Πόσο μάλλον του ανταποκριτή μας που είναι ιδιαίτερα οξυδερκείς και μεθοδικός.
Έτσι έχουμε εκπληκτικές περιγραφές του πολιορκημένου Λένινγκραντ, νύχτα και μέρα, την “ πραγματική πρωτεύουσα της Επανάστασης και της ρωσικής εργατιάς”, όπως επιμένει κάθε τόσο.
Κάπου κάπου ανακαλεί από τη μνήμη του μέρες ειρήνης που έζησε “πριν μερικά χρόνια” στις όχθες του Νέβα, στα “Νησιά”, στις πάλαι ποτέ αριστοκρατικές συνοικίες και στα εργατικά και βιομηχανικά προάστια της πόλης του Μεγάλου Πέτρου και του Μεγάλου Λένιν.
Ένα κείμενο είναι αποκλειστικά αφιερωμένο στον μεγάλο Ρώσο ζωγράφο Ρέπιν, στο εξοχικό του σπίτι στις όχθες της Βαλτικής και στον εκεί τάφο του που τον επισκέπτεται μαζί με τον Ισπανό Πρέσβη, ανήμερα του Πάσχα του 1942. Ο πρέσβης έχει μεταβεί στο μέτωπο καθώς έχει συλληφθεί μια ομάδα Ισπανών κομμουνιστών που υπερασπίζονταν την πόλη.
Θαυμάσιες και εντυπωσιακές είναι οι αφηγήσεις και οι αναλύσεις για την θρυλική Κρονστάνδη και τους Κόκκινους ναύτες της. Περιγράφει με αρκετές λεπτομέρειες τα οχυρά της, μικρά και μεγάλα. Τις παγωμένες εκτάσεις του Φινλανδικού κόλπου και της λίμνης Λαντόγκα. Τις συγκρούσεις περιπόλων σκιέρ και αλεξιπτωτιστών που διεξάγονται και στα υδάτινα πεδία αλλά και στα παρθένα και παγωμένα δάση της Καρελλίας. Περιγράφει τον εγκλωβισμένο στους πάγους στόλο της Βαλτικής που όμως είναι, μαζί με τις οχυρώσεις, ένα φοβερό φρούριο με τεράστια δύναμη και συγκέντρωση πυρός που το καθιστά απροσπέλαστο ακόμα και από την πανίσχυρη ακόμα τότε γερμανική αεροπορία. Ένα θωρηκτό, μάλιστα, το αφιερωμένο στον Γάλλο επαναστάτη Μαρά, ενώ είναι μισοβυθισμένο από τους πρώτους βομβαρδισμούς, εξακολουθεί να βάλλει με τα τρομερά μεγάλου βεληνεκούς πυροβόλα του.
Στην κορυφή όμως των αφηγήσεων και των αναλύσεών του βρίσκονται οι εκτιμήσεις του για την έκβαση της μεγαλύτερης πολιορκίας όλων των εποχών.
Επισημαίνει κάθε τόσο ότι πια δεν είναι πόλεμος μόνο στρατιωτών αλλά και ενόπλων εργατών. Των καλύτερων, μάλιστα, εργατοτεχνιτών που διαθέτει η ΕΣΣΔ. Γι' αυτό και θρηνεί ιδιαίτερα όταν αυτοί σφαγιάζονται από Γερμανούς και Φινλανδούς. Επιμένει ότι το Λένινγκραντ είναι η κοιτίδα της Επανάστασης και οι κομμουνιστές του είναι οι πιο αποφασισμένοι, οι πιο αδιάλλακτοι και πιο ατρόμητοι στον θάνατο. Δεν παραλείπει δε να κάνει και μια μικρή πραγματεία για το “κομμουνιστικό υπόδειγμα” και τη σχέση τόσο των Ρώσων όσο και των κομμουνιστών με τον θάνατο και τις κακουχίες. Ο Μαλαπάρτε πάνω απ' όλα είναι ένας πολύ ευφυής και οξυδερκής ανθρωπολόγος.
«Εδώ και μερικές μέρες οι εργάτες και οι ναύτες των ταξιαρχιών κρούσης αποδεκατίζονται στις λυσσαλέες εφορμήσεις κατά του μετώπου του γερμανικού πολιορκητικού κλοιού από το Σλίσελμπουργκ έως το Πέτερχοφ. Ο βομβαρδισμός που φλογίζει τον ουρανό πάνω από την πόλη δεν είναι άλλος από το σταθερό φραγμό πυρός των Γερμανών στα νώτα των επιτιθέμενων μονάδων των εργατών, ώστε να τους εμποδίσει να επιστρέψουν στις θέσεις εξόρμησής τους. Η μάχη είναι σκληρότατη και οι σοβιετικές απώλειες είναι τρομακτικές. Οι ταξιαρχίες κρούσης αποπειρώνται να σπάσουν τον κύκλο της πολιορκίας ή τουλάχιστον ελπίζουν να παρενοχλήσουν τη γερμανική διάταξη και να επιβραδύνουν την εαρινή επίθεση. Ο κύριος όγκος των επιτιθέμενων δυνάμεων πεζικού συντίθεται από μονάδες του τακτικού στρατού, δηλαδή του Κόκκινου Στρατού. Όμως η ψυχή των μονάδων κρούσης αποτελείται από εργάτες και ναύτες. Είναι μία σφαγή των εξειδικευμένων εργατών, των σταχανοβιτών, των τεχνικών, δηλαδή του άνθους των Σοβιετικών εργατοτεχνιτών.
Όταν αναλογίζεται κανείς τις προσπάθειες, τη μελέτη, τις θυσίες, το μόχθο και τα πολλά χρόνια τεχνικής διαλογής [σ.σ.: προσοχή στον όρο, κατά το “φυσική διαλογή”] που απαιτούνται για να μετατρέψεις έναν απλό αγρότη, έναν χειρώνακτα, έναν ξωμάχο, έναν οποιονδήποτε δουλευτή, σε έναν ικανό, εξειδικευμένο εργάτη, σε ένα τεχνικό με την πραγματική, σύγχρονη σημασία της λέξης, ανατριχιάζει στη σκέψη αυτής της εκατόμβης των εργατών, των καλύτερων εργατών της ΕΣΣΔ. Η πρωτεύουσα της Επανάστασης, το σοβιετικό “Όρος”, η διεθνής “Κομμούνα” δεν είναι η Μόσχα αλλά το Λένινγκραντ. Κι εδώ στο Λένινγκραντ (περισσότερο απ' όσο σε οποιονδήποτε άλλον τομέα του απέραντου μετώπου) η εργατιά δίνει το αίμα της και πεθαίνει για την υπεράσπιση της Επανάστασης...» [Κούρτσιο Μαλαπάρτε, Οι πηγές του Βόλγα, εκδ. Ιωλκός, σελ. 262]
Όχι δεν είναι μπολσεβίκος αυτός που έχει γράψει τα λόγια αυτά!
Ενώ, λίγο πριν, κάνοντας μια εκτενή αναφορά στην Κρονστάνδη, την “Ακρόπολη της εργατιάς”, κάνει λόγο για κάτι ιδιαίτερα δυσοίωνο και σημαδιακό. Σαν να τους λέει: “είναι σκούρα για σας τα πράγματα...”
«Ο λοχαγός Λέπο μού δίνει ένα ζευγάρι κιάλια και να που εμφανίζεται πεντακάθαρα μπρος στα μάτια μου, πέρα από τη γαλάζια αντιφεγγιά της παγωμένης θάλασσας, το δάσος από τα φουγάρα και τους ατσαλένιους πυργίσκους των πλοίων που βρίσκονται αγκυροβολημένα στο λιμάνι της Κρονστάνδης (σ.σ.: 70 μονάδες και 60 υποβρύχια). Είναι εξαιρετικά εντυπωσιακό το θέαμα ενός ολόκληρου στόλου, του πιο ισχυρού της Σοβιετικής Ένωσης, να έχει παγιδευτεί στον πάγο σαν βυθισμένος μέσα στο τσιμέντο. Δεν μπορεί ούτε να κινηθεί ούτε να πολεμήσει. “Έχασε τα πόδια του”, λένε οι Φινλανδοί στρατιώτες. Ένας ολόκληρος στόλος έχει εντοιχιστεί ζωντανός. Πάνω σ' έναν ψηλό πύργο διακρίνω κάτι σκουρόχρωμο να κινείται.
«Τι είναι αυτό;», ρωτάω το λοχαγό Λέπο, «είναι κάποια σημαία;»
«Ο ραδιοφωνικός σταθμός της Μόσχας ανακοίνωσε πως είναι η σημαία του περίφημου καταδρομικού “Αουρόρα”», μού απαντάει ο λοχαγός Λέπο, «που την έχουν υψώσει στον πύργο του Ναυαρχείου της Κρονστάνδης».
Δεν είναι μια σημαία του Ναυτικού, είναι μια κόκκινη σημαία.
Είναι αυτή η σημαία, την οποία οι ναύτες του “Αουρόρα” ύψωσαν στα Ανάκτορα των τσάρων τον Οκτώβριο του 1917. (Από δω που βρίσκομαι δεν διακρίνεται το κόκκινο χρώμα της σημαίας φαίνεται μόνο κάτι γκρίζο και μελαγχολικό). Αυτή τη στιγμή για όποιον θέλει να κατανοήσει τη διασύνδεση της πολιτικής κατάστασης του ακραίου κομμουνισμού του Λένινγκραντ και της Κρονστάνδης με τις αντιπαραθέσεις του με την ηγεσία της Μόσχας ότι σε κάποια στιγμή, στις κρίσιμες ώρες του Οκτωβρίου του 1917, η κόκκινη σημαία του “Αουρόρα” είχε φοβίσει ακόμη και τον ίδιο τον Λένιν».
Ο Κ. Μαλαπάρτε με τη στολή του λοχαγού των Αλπινιστών με την οποία περιφερόταν στα μέτωπα. |
Πέμπτη 26 Αυγούστου 2021
Η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων
Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής
Επίσημα πια, η κυβέρνηση του ελληνικού κράτους, με σειρά βαρυσήμαντων δηλώσεων του ίδιου του πρωθυπουργού, δηλώνει ότι είναι αδύνατη η ταυτόχρονη προστασία της ζωής των πολιτών και της περιουσίας τους και, ακόμη χειρότερα, η ταυτόχρονη προστασία της ζωής και της ελευθερίας τους.
Δευτέρα 16 Αυγούστου 2021
Παράξενοι Φτωχοί Στρατιώτες: Ο αληθή πόθος των Σκιπετάρων και πολλές ακόμη αλήθ...
Σάββατο 24 Ιουλίου 2021
Θεσμός, Σχέση, Ρυθμός
Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής
Εισαγωγή
Παραμονή Χριστουγέννων, βρεθήκαμε πάλι με φίλους καλούς. Η συζήτηση δεν άργησε να κορώσει. Κατάληξε γρήγορα -πού αλλού; – στο συμπέρασμα: ”χρειαζόμαστε κανόνες”. Για μια ακόμα φορά μειοψήφησα! Προσπάθησα να αναπτύξω την άποψή μου, μα δεν πρόκαμα. Θες γιατί αυτές οι συζητήσεις είναι σαν τον αριθμό “π”, όπου δεν είναι στη φύση του να τελειώσει ποτέ, θες γιατί οι συναντήσεις αυτές είναι σαν την ρίζα του -1, οπού πρέπει να υψωθούν στο τετράγωνο για να γίνουν κάτι πραγματικό, θες γιατί οι συζητήσεις για τους κανόνες και τους κανονισμούς δεν επιδέχονται - τουλάχιστον εδώ στην Ελλάδα - κανονισμούς και κανονικότητες, πάντως ανάγκη πάσα να βάλω κάποια πράγματα στο χαρτί.
Γράφω υπέρ των φίλων εκείνων των καλών, των ειλικρινών, εκείνων των ανθρώπων που πονάνε τον Τ(ρ)όπο μας και οι συλλογισμοί τούς οδήγησαν -πού αλλού; -στο να ζητάνε επιτακτικά “κανόνες”. Γράφω, όμως, και κατά των άλλων φίλων, εκείνων που, είτε εκ του πονηρού ζητούν να επιβάλλουν κανόνες για να έχουν τα πάντα (εκείνα τα “πάντα” που χωράνε στο στενό εξουσιαστικό τους μυαλουδάκι) υπό έλεγχο είτε εκ της ιδιωτείας τους ορμώμενοι απαιτούν κανόνες νομίζοντας έτσι πως το ασφαλές(!) κοινωνικό τους περιβάλλον θα τους επιτρέψει να επιστρέψουν γρήγορα στην ελεύθερη(!!!) απόλαυση της...ιδιωτικής τους ζωής.
Η λαγνεία των θεσμών και των κανόνων είναι κι αυτή αμάρτημα
Η λαγνεία είναι ένα από τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα. Η λαγνεία των θεσμών και των κανόνων δεν εξαιρείται! Δεν θα μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο διότι αποτελεί ανώτατο και τελευταίο στάδιο της ονείρωξης του ιδιώτη. Αν τελικά του συμβεί - αν πετύχει, που λέμε – θα μπορέσει να γυρίσει πλευρό και να συνεχίσει τον μακάριο ύπνο του μέσα στα ζεστά σκεπάσματα της ιδιωτείας του, νομίζοντας πως έχει με ένα σμπάρο ρίξει δυο τρυγόνια.
Ορέγεται, ο ιδιώτης, τη λεπτομερή επιβολή κανόνων και την αυστηρή τήρησή τους, διότι θέλει να είναι όλα στη ζωή του κανονισμένα -έστω κι αν έχουν φροντίσει άλλοι γι' αυτό – ώστε, από το πρωί που θα βγει από το σπίτι του μέχρι το βράδυ που θα γυρίσει, να μην ανησυχήσει για τίποτα, το μη κανονισμένο από το μυαλό του, το μη προβλέψιμο από την παγωμένη του ψυχή.
Θα κάνει ό, τι έχει να κάνει “έξω”και μετά θα γυρίσει “μέσα” για να απολαύσει την ιδιωτική ζωή που απολαμβάνει το χαμστεράκι. Το μέγιστο της περιπέτειας που μπορεί να ονειρεύεται αυτός ο τύπος ανθρώπου είναι ο ηδονισμός ενός “ξενοπηδήματος”, με την προϋπόθεση, βέβαια, ότι το αφροδισιακό υποβοηθητικό -κάτι σαν ένα πνευματικό βιάγκρα – της “επαγγελματικής επιτυχίας” θα έχει επενεργήσει. Μόνον ένας winner-χαμστεροπόντικας μπορεί να έχει “δικαίωμα πρόσβασης”σε τέτοιες περιπέτειες. Ο loser-χαμστεροπόντικας ποτέ!
Ποια η διάκριση μεταξύ των δύο; Απλό είναι: Ο πρώτος, “διατρέχει” με επιτυχία τα αυστηρώς κανονισμένα δοντάκια του περιστρεφόμενου τροχού της χαμωζωής του, εξαντλώντας τα περιθώρια του βαθμού ελευθερίας που έχει. Γιατί έχει, βέβαια, κάποιο βαθμό ελευθερίας...πόσα δοντάκια θα πηδάει κάθε φορά, αν θα πηδάει ένα- ένα, δύο-δύο, αν θα πατάει στην άκρη ή στη μέση, αν θα κουνάει την ουρά του στον αέρα. Και, φυσικά, έχει την ελευθερία της ταχύτητας! Γι' αυτό όλα τα χαμστεράκια γουστάρουν “βαρύ ζεϊμπέκικο και νευρικό τιμόνι”[i]. Ο δεύτερος, μη έχοντας τη “στόφα του νικητή”, αρκείται να βλέπει τον πρώτο που περιστρέφει τον τροχό απολαμβάνοντας (!) υψηλές ταχύτητες. Άλλοτε τον θαυμάζει και άλλοτε τον φθονεί. Άλλοτε τον θέλει κι άλλοτε τον απορρίπτει. Άλλοτε συναρπάζεται από τη συγκίνηση της περιστροφής, περί τον ίδιο πάντα άξονα, και άλλοτε...βαριέται θανατερά. Και οι δύο, δεν υποπτεύονται ότι “κάτι άλλο” αρχίζει εκεί που τελειώνει το κλουβί τους! Ότι αυτό το “κάτι άλλο”το λένε Ευ Ζην και είναι “η ζωή γι' αυτούς” σε αντίθεση με το κλουβί όπου “η ζωή είναι για τους άλλους”!
Η Κρατική Νταντά Μακ Φι!
Αυτές τις μέρες του Δωδεκαημέρου είδα επίσης - ανάμεσα σε ένα χανγκ όβερ και σε ένα άλλο χανγκ όβερ- μιαν ωραία ταινία στην τηλεόραση: την Νταντά Μακ Φι!
Όταν τα παιδιά ατακτούν εμφανίζεται η Νταντά Μακ Φι[ii], η οποία μάλιστα, είναι και “Κρατική”!!! Ναι, καλά διαβάσατε! Δύο φορές το επαναλαμβάνει, προ του έκπληκτου πατέρα, χωρίς να εξηγεί περαιτέρω. Πρόκειται για την Κρατική Νταντά Μακ Φι!!! Εμφανίζεται και διατυπώνει τον κανόνα της, “τον νόμο αναπαραγωγής της” όπως θα έλεγε κάποιος φίλος αγαπητός: “Όταν με χρειάζεστε και δεν με θέλετε, μένω. Όταν δεν με χρειάζεστε και με θέλετε, φεύγω”. Το έργο της είναι απλό. Συνίσταται στο να διδάξει στα παιδιά πέντε μαθήματα: 1) Πότε να κοιμούνται 2) Πότε να ξυπνάνε 3) Πότε να ντύνονται 4) Πότε να ακούνε και 5) Πότε να κάνουν ακριβώς ό, τι τους λένε.
“Γυρίστε στην εφημερίδα σας”, είναι η πρώτη κουβέντα της Κρατικής Νταντάς προς τον μπαμπά των έξι ατίθασων και απείθαρχων παιδιών, του οποίου το επάγγελμα είναι νεκροθάπτης!
Σκέφτηκα πως η ιστορία τούτη είναι ό, τι πρέπει για τον Ιδιώτη μας που ονειρεύεται.... Ένα χτύπημα στο πάτωμα, με το μαγικό ραβδί, και αμέσως τα παιδιά υφίστανται τις συνέπειες των πράξεών τους και δεν τολμούν να το ξανακάνουν! Και ο μπαμπάς-νεκροθάπτης είναι “ελεύθερος”να γυρίσει στην εφημερίδα του. ...”Καλά φάγαμε, καλά ήπιαμε...έχουμε και μια εφημερίδα να διαβάσουμε!!!”
Άλλος για...Σύρο τράβηξε
Οι μεταφορές των εμπορευμάτων στην Σύρο γίνεται με τους εξής τρόπους. Είτε κάποιος μεταφέρει τα δικά του προϊόντα και τα παραδίδει στον πελάτη του, είτε ο πελάτης μεταφέρει τα αγορασμένα από εκείνον προϊόντα από τον χώρο του προμηθευτή μέχρι την αποθήκη του, είτε ο προμηθευτής παραδίδει τα εμπορεύματα στον μεταφορέα κι εκείνος, μαζί με πολλά και ποικίλα εμπορεύματα, τα τακτοποιεί στα δικά του φορτηγά και τα στέλνει στην αποθήκη του στη Σύρα. Εκεί γίνεται διαλογή και ιεράρχηση. Ακολουθεί η διανομή τους στα καταστήματα ή στις αποθήκες των πελατών. Αν το εμπόρευμα (ή και ο πελάτης) είναι μικρής αξίας τότε ο μεταφορέας απαιτεί να γίνει η παραλαβή από τον ίδιο. Απλά πράγματα.
Άσχετο: Για την ιστορία των εργατικών δικαιωμάτων σημειώνουμε ότι για κάθε τι που φορτώνεται ή ξεφορτώνεται από την Σύρα και προς την Σύρα, πάνω στο έδαφος της Σύρας, το σωματείο των φορτοεκφορτωτών αμείβεται είτε έχει κάνει τη δουλειά είτε όχι. Δηλαδή, οι φορτοεκφορτωτές πληρώνονται ακόμα κι αν κάποιος ξεφόρτωσε τα εμπορεύματα με το κλάρκ που χειριζόταν ο ίδιος!
Άλλος στις Ύδρα τα στενά
Στην Ύδρα τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Μέχρι το 1998 και για τριάντα χρόνια, τις μεταφορές, όλες τις μεταφορές εκτός από το νερό, εκτελούσε το καΐκι “Ελένη Π”. Ήταν ένα ξύλινο σκαρί, χτισμένο στη Σκιάθο το 1939. “Πέραμα” ήταν ο τύπος του και η χωρητικότητα του έφτανε τους ογδόντα τόνους. Τη μεταφορά του νερού την έκανε -και νομίζω κάνει ακόμα- η υδροφόρος “Νεκταρία”που είναι σιδερένια.
Η πανέμορφη “Ελένη Π.”, μια φορά την εβδομάδα, κατέπλεε στο Κερατσίνι. Στον ντόκο που έπιανε, μετά βίας κάποιος ψηλός άνδρας άγγιζε την κουπαστή της τεντώνοντας τα χέρια και τα πόδια του. Καθώς άρχιζε να φορτώνεται, το σκάφος βυθιζόταν σταδιακά. Από το βύθισμα αυτό είχαμε μάθει και υπολογίζαμε αν θα προλάβουμε να φέρουμε κι άλλο φορτίο. Όταν τιγκάριζε αρκούσε ένα μικρό βηματάκι από τον ντόκο για να βρεθεί κάποιος στην κουβέρτα του. Η φόρτωση όλη γινόταν με τα χέρια και με τα μαδέρια, ήγουν με κεκλιμένα επίπεδα οπού σύρονταν τα βαριά κιβώτια. Μερικές φορές, για τα πολύ μεγάλα αντικείμενα, χρειάζονταν τα βίντζια του σκαριού. Ναύτες και καπετάνιος ήταν φίλοι μας. Να τους κεράσουμε ένα μπουκάλι, ούζο ή μπράντυ, ήταν χαρά μας. Κάπου κάπου, ειδικά στη γιορτή του αγίου τους (ο καθένας είχε τον δικό του), μας παράγγελναν κανένα μεγάλο μπουκάλι για να το πάνε στην εκκλησία. Ήταν η σειρά τους για κεράσματα.
Μετά το 1998, οπότε η “Ελένη Π”αποστρατεύτηκε και αφέθηκε να σαπίζει σε ένα καρνάγιο της Σαλαμίνας, τις μεταφορές ανέλαβε η “Γεωργία Μ”. Επιβατηγό οχηματαγωγό αυτή, ανοικτού τύπου. Άλλαξε λίγο το δρομολόγιο. Τώρα τα εμπορεύματα έφταναν στον Βοτανικό, κάπου εκεί στο βοηθητικό γήπεδο του “Θρύλου”, φορτώνονταν στα αυτοκίνητα και πήγαιναν στην απέναντι, επί της Πελοποννήσου, ακτή. Εκεί, μεταφορτώνονταν στην “Γεωργία Μ”, η οποία, με ένα σύντομο θαλάσσιο ταξίδι τα έφερνε, και τα φέρνει, στο κέντρο του λιμανιού....εκεί που πάταγε ο Μιαούλης.
Και οι δύο κυρίες των μεταφορών έπρεπε να δέσουν μεσημεριανές ώρες της μιας μέρας και μέσα σε είκοσι τέσσερις ώρες να ξεφορτώσουν και να φύγουν. Αυτός ήταν, και παραμένει, όρος απαράβατος. Τώρα, με το οχηματαγωγό, η κατάσταση έχει αλλάξει μόνο ως προς το ότι μπορεί και φέρει επάνω του ένα κλάρκ το οποίο όμως απαγορεύεται να κινηθεί έξω από τον καταπέλτη του πλοίου. Από τη στιγμή που θα πιάσει ντόκο το σκάφος ένα μεγάλο πλήθος ανδρών ακροβολίζεται γύρω στον καταπέλτη του συνεπικουρούμενοι από πλήθος αχθοφόρων ζώων(ημιόνων και αλόγων), ενίοτε και χειραμαξών. Άλλα εμπορεύματα περνάνε αμέσως από χέρι σε χέρι και κατευθύνονται στις αποθήκες. Άλλα ντανιάζονται στην προβλήτα ανάλογα με τον αποδέκτη. Άλλοτε είναι κάποιος εκεί και τα μετράει άλλοτε όχι. Αν δεν είναι, θα φτάσει σε λίγο. Μπορεί να φορτώσει τα μουλάρια ή το καρότσι και να φύγει για το πρώτο αγόι.
Ήδη γίνεται σαφές πως το “σύστημα”μεταφοράς των προϊόντων της Ύδρας είναι τελείως διαφορετικό από εκείνο της Σύρας. Στην Ύδρα τίποτα δεν θα λάβεις αν δεν πας μόνο σου να το παραλάβεις. Θα πιάσεις ένα πόστο και θα περιμένεις με υπομονή να σε φωνάξουν. Ανάλογα πώς έτυχε να φορτωθεί το κάθε τι θα περιμένεις λίγο ή περισσότερο. Αν αυτό που περιμένεις είναι του ψυγείου θα ξεφορτωθεί από τα πρώτα. Μπορεί να είσαι από τους πρώτους των πρώτων προϊόντων που θα ξεφορτωθούν αλλά μπορεί να είσαι και από τους τελευταίους των πρώτων. Αν δεν είναι ψυγείου, τότε, μπορεί να είσαι και από τους τελευταίους των τελευταίων που θα ξεφορτωθούν.
Παρ' όλα αυτά, παρά τον κάματο και το κάμα του καλοκαιριού, οπότε ξεφορτώνονται και τα περισσότερα εμπορεύματα, καβγάδες και τσακωμοί δεν παρατηρούνται. Κι αν καμιά φορά βάλει τις φωνές κανένας, γρήγορα ο ...ήχος αποσβένυται. Κι αν καμιά φορά βιαστεί κανένας και πάει να παρακάμψει τους άλλους, μπαίνοντας ανάμεσα στα πόδια των ναυτών, τότε ο ήχος των πολλών σίγουρα δεν είναι αποσβέσιμος. Ιεραρχία δεν υπάρχει. Προτεραιότητα κανένας δεν έχει. Κανόνες δεν υφίστανται. Ελεγκτές των κανόνων δεν υπάρχουν. Ποινές και τιμωρίες είναι κατηγορίες άνευ αντικρίσματος. Παρά ταύτα ό, τι φορτωθεί ξεφορτώνεται, όλοι παίρνουν εκείνα που παρήγγειλαν, εκείνα που τους χρειάζονται. Πολύ σπάνια γίνονται ζημιές. Ποτέ καράβι δεν έμεινε φορτωμένο, ποτέ δεν ξέμεινε η Ύδρα από αγαθά για λόγους ανεπάρκειας του logistic ή επειδή το “σύστημα” μεταφοράς των αγαθών στην Ύδρα δεν είναι σύστημα!
Το “σύστημα” δεν είναι σύστημα γιατί δεν είναι “τεχνικό”
Ο λόγος που το “σύστημα”δεν είναι σύστημα; Μα είναι απλό: υπάρχουν καταστάσεις - όπως της Σύρας - που επιδέχονται οργάνωση, τυποποίηση, κανονισμό. Και υπάρχουν καταστάσεις – όπως της Ύδρας - που δεν επιδέχονται! Γιατί δεν επιδέχονται; Για πολλούς και διάφορους λόγους.
Πρώτα απ' όλα: Γιατί στην Ύδρα δεν υπάρχουν οχήματα. Γιατί η εκφόρτωση δεν έχει εκτεχνικευτεί. Εκτός από το κλάρκ που λέγαμε, πάνω κάτω, παραμένει στο ίδιο επίπεδο εκτεχνίκευσης εδώ και εκατοντάδες χρόνια! Όχι πως κάποιοι δεν ήθελαν αυτή την εκτεχνίκευση. Έγινε μάχη. Με τις υπερβολές και τις ακρότητες. Τελικά επικράτησε η εχθρική - πλην όμως αυθόρμητη και μη συνειδητή - στο Τεχνικό Σύστημα πτέρυγα: Δυο αυτοκίνητα του δήμου, ένα φορτηγό και ένα απορριμματοφόρο. Τίποτα άλλο, είτε έχει μηχανή εσωτερικής καύσης είτε έχει ηλεκτροκινητήρα. Αυτά βέβαια στη στεριά. Ένα μέτρο “έξω” από τη στεριά τα πλεούμενα μεταμορφώθηκαν σύμφωνα με την τελευταία λέξη της τεχνικής.
Στη συνέχεια: Γιατί δεν υπάρχουν διαθέσιμοι αποθηκευτικοί χώροι όπου θα μπορούσε να γίνει η προσωρινή τακτοποίηση και εν συνεχεία η μεταφόρτωση και η διανομή. Η πολεοδομική μορφή, η αξία των ακινήτων, η Ιστορία, η μεταφυσική της Ιστορίας, το ένα και μοναδικό Πρόσωπο του Τ(ρ)όπου, ήγουν το Λιμάνι. Όλα αυτά και άλλα τόσα καθιστούν αδύνατη τη μεταφόρτωση και τη διανομή. Με την εκφόρτωση τα προϊόντα πρέπει να πάρουν τη θέση τους στην αποθήκη του αποδέκτη τους, ατάκα και επιτόπου.
Πάρα κάτω: Γιατί τα προϊόντα είναι ποικίλα. Γιατί οι προμηθευτές των προϊόντων είναι πολλοί και διάφοροι. Γιατί δεν είναι πάντα οι ίδιοι. Ποικίλα είναι και τα πρόσωπα που τα αναμένουν. Ένα πρόσωπο θα πάει σήμερα να παραλάβει και μπορεί να ξαναπάει του χρόνου ή να μην πάει ποτέ ξανά. Ένα προϊόν μπορεί να φτάσει σήμερα, για πρώτη φορά, και μετά να μη ξαναεμφανιστεί ποτέ. Σήμερα κάποιος έχει πολλά να περιμένει, αύριο όμως έχει λίγα. Αυτός μπορεί να είναι έμπορος αλλά μπορεί να είναι και ιδιώτης. Μπορεί το φορτίο που περιμένει να είναι ευπαθές μπορεί και όχι. Μπορεί να είναι εύθραυστο. Μπορεί να είναι στερεό, υγρό ή αέριο. Μπορεί να είναι του ψυγείου. Μπορεί να πάει εκεί κοντά, ένα δυο στενά παραμέσα. Μπορεί όμως να πάει κάπου μακριά μεταφορτώνοντάς το σε μουλάρια ή σε άλλα μικρότερα σκάφη.
Με άλλα λόγια: Όλα και όλοι πρέπει να εξυπηρετηθούν από έναν και μόνο πόρο, με έναν και μόνο τρόπο. Δεν μπορεί ο καθένας που θέλει κάποιο αντικείμενο να το φορτώσει στο ΙΧ και να τα φέρει. Το γεγονός αυτό, μαζί με τα υπόλοιπα που προαναφέραμε, τείνουν να συγκεντρώσουν το χάος των προμηθειών της Ύδρας σε έναν μόνο τόπο, σε έναν μόνο τρόπο. Κάτι τέτοιο στη Σύρα δεν γίνεται. Εκεί, το χάος διαχέεται κατά ένα μικρό μέρος, το πιο μπελαλίδικο για τους μεταφορείς. Το υπόλοιπο μέρος του χάους που απομένει είναι τέτοιο που με την άπλα της Σύρας και την υπερβολική χρήση των τεχνικών μέσων - αυτοκινήτων, πλοίων κ.α.- καθίσταται εύκολα τυποποιήσιμο και συστηματοποιήσιμο.
Όποιος επιχειρήσει να οργανώσει τις μεταφορές της Ύδρας όπως τις μεταφορές της Σύρας, όποιος δηλαδή προσπαθήσει να τις τυποποιήσει και να τις εντάξει σε ένα σύστημα, όχι απλώς θα αποτύχει και θα καταστραφεί αλλά θα γελάει και το παρδαλό κατσίκι. Ήδη απέτυχαν κάποιοι που προσπάθησαν να χωθούν και να αποκομίσουν κέρδη από το “σπάσιμο του μονοπωλίου”. Γιατί, πρέπει να πούμε, ότι και από την πλευρά του μεταφορέα υφίσταται αυτό το προσωπικό στοιχείο που υφίσταται και από την πλευρά του πελάτη. Δεν μπορεί μονοπωλιακώς να υπάρξει στην αγορά. Δεν μπορεί δι' αντιπροσώπου να γίνει η δουλειά. Αν και ο καπετάνιος δεν είναι πάντα εκεί μπροστά είναι, ωστόσο, κάπου εκεί κοντά. Ένα δυο άτομα αμέσως κάτω από αυτόν και κάμποσοι άλλοι αμπόρντο. Σπανίως κινητοποιείται όλη η “ιεραρχία”, ενώ το σύνηθες είναι να “παραβιάζεται” και να “υπερβαίνεται προς τα κάτω”. Λύνονται προβλήματα, δηλαδή, χωρίς την παρέμβαση του καπετάνιου στα πολλά και ποικίλα ζητήματα της εκφόρτωσης.
Το χάος των μεταφορών της Σύρας έχει τακτοποιηθεί μία φορά, έχει “παγώσει” σε ρουτίνα και έχει γίνει θεσμός και κανόνας. Το χάος των μεταφορών της Ύδρας απαιτεί να τακτοποιείται κάθε φορά έτσι που την επόμενη φορά να παραμένει...χάος! Πρόβλημα; Για μερικούς, μεγάλο. Για άλλους πάλι, στους οποίους αρέσει η ζωή στην Ύδρα, καθόλου πρόβλημα. Γιατί, απλούστατα, το να πας να λύσεις το πρόβλημα της Ύδρας με τη συνταγή της Σύρας θα σημαίνει όξυνση του προβλήματος και τελικά μη λύση. Στην Ύδρα δεν θα πάνε ποτέ μεγάλες εταιρείες μεταφορών να αναλάβουν τη δουλειά γιατί η κατάσταση εκεί δεν “χωράει” στο σύστημά τους, στη συγκεκριμένη εκδοχή της τάξης που πρεσβεύουν, στη ρουτίνα τους, που είναι άπαξ διαμορφωμένη και δεν έχει την ικανότητα να αναπροσαρμόζεται ανά πάσα στιγμή. Στη μεν Σύρα, η με την καλή έννοια γραφειοκρατία δημιουργείται μία φορά και για πάντα, στη δε Ύδρα, η γραφειοκρατία, συγκροτείται για όσο είναι δεμένο το καράβι στον ντόκο και καταλύεται με τον απόπλου. Η με την καλή έννοια γραφειοκρατία -ήτοι: τάξη, μέθοδος, ουδετερότητα, οργάνωση και αποτελεσματικότητα[iii]– υπάρχει και στην Σύρα και στην Ύδρα. Στη μεν Σύρα αποκτώντας έναν κάποιο ρυθμό ( ρυθμό με την ψιλή έννοια) γίνεται θεσμός· στην δε Ύδρα γίνεται σχέση, αποκτά σαφή ρυθμό και, τελικά, γίνεται θεσμός με την ψιλή του έννοια. Ας δούμε συγκεκριμένα.
Θεσμός(=δεσμός, κατά Ζουράριν)
Θεσμός είναι ο κανόνας εν περιλήψει. Λένε πως όταν ο θεσμός γίνεται λεπτομερής εκφυλίζεται σε κανόνα. Τότε ο θεσμός λειτουργεί θετικά σε “ό, τι προβλέπεται” και αρνητικά σε ό, τι δεν χωράει στις προβλέψεις εκείνων που τον μοντάρισαν. Θεσμός στη Σύρα είναι όλο το σύστημα μεταφοράς. Στην Ύδρα, θεσμός- δεσμός, είναι μόνο ότι το καράβι έρχεται μία μέρα την εβδομάδα, ξεφορτώνει και φεύγει την επόμενη. Αυτός ο “δεσμός” συνδέει το νησί με την στεριά, αυτός ο “δεσμός” συνδέει τον πελάτη με τον προμηθευτή, αυτός ο “δεσμός” συνδέει τα πρόσωπα που λαμβάνουν μέρος στο δούναι και λαβείν, αυτός ο “δεσμός”συνδέει την παραγωγή με την κατανάλωση. Δεν είναι καθόλου λεπτομερής, δεν είναι είναι καθόλου συγκεκριμένος. Είναι απλώς..ρυθμισμένος. Ξέρεις την ημέρα και, περίπου, την ώρα που θα δέσει το καράβι. Αν και αυτό, κάποιες φορές, αλλάζει γιατί την ημέρα εκείνη μπορεί να είναι μια σημαντική γιορτή. Μια απλή ανακοίνωση αποκαθιστά την ανωμαλία.
Στην Σύρα, αντίθετα, ο τόσο λεπτομερής θεσμός δεν περιλαμβάνει ανάλογη ρύθμιση, δεν έχει κάποιον ρυθμό. Αν στείλεις τα προϊόντα σου σήμερα θα φτάσουν σε δύο τρεις μέρες. Αν παραγγείλεις σήμερα και ο προμηθευτής εκτελέσει την παραγγελία μέσα σε τρεις μέρες, όπως ισχυρίζεται ότι συνηθίζει, τότε, θα παραλάβεις, το πολύ, σε μια βδομάδα. Αυτό, εφόσον επαναλαμβάνεται στον χρόνο, είναι κάποιο είδους ρυθμός αλλά με την ψιλή έννοια. Το έλλειμμα ρυθμού το έχει αναπληρώσει η κανονιστικότητα, η λεπτομερής τήρηση των διαδικασιών. Δεν σε νοιάζει πότε θα παραλάβεις το εμπόρευμα γιατί δεν απαιτείται από σένα να κάνεις κάτι. Ο μηχανισμός της διανομής θα τεθεί σε κίνηση και το προϊόν θα έρθει στην πόρτα σου, μα σήμερα μα αύριο. Θα έχεις πρόβλημα μόνο αν αργήσει, μόνο αν η κανονικότητα των δύο τριών ημερών “σπάσει”. Αν, πάλι, είσαι από εκείνους που φορτώνουν μόνοι τους το αυτοκίνητο, δεν έχεις παρά να στείλεις τον οδηγό στην Αθήνα και να του αναθέσεις να παραλάβει, εκείνα από κει, τα άλλα από αλλού, κ.ο.κ. Πάλι δεν έχεις να κάνεις πολλά πράγματα εκτός από τα συνηθισμένα: να έχεις τον παρά και την υπομονή να ξεφορτώσεις, όταν με το καλό επιστρέψει.
Σχέση, η “εδω-και-τωρατζού”[iv]
Στην Σύρα νομίζει κάποιος ότι τα πράγματα είναι εύκολα, τακτικά, κανονισμένα, μεθοδικά, αποτελεσματικά. Θα έρθουν τα πράγματα, θα τα ξεφορτώσουν στην πόρτα σου άνθρωποι, που μπορεί να μην αδειάζεις και να μην αδειάζουν να τους δεις ούτε στο πρόσωπο, θα τα μετρήσεις, θα βάλεις μια τζίφρα και θα τελειώσεις. Κάποια μέρα θα περάσει ο υπάλληλος να πληρώσεις. Αν τα μεταφορικά τα πληρώνει ο προμηθευτής τότε δεν θα γίνει ούτε κι αυτό. Η τόση θεσμοποιημένη κανονικότητα δεν χρειάζεται πρόσωπα, δεν χρειάζεται διάλογο, δεν χρειάζεται διευθέτηση, δεν χρειάζεται παρέμβαση. Σου δίνει την εντύπωση πως τα πράγματα γίνονται μόνα τους και επομένως γίνονται “εύκολα”. Η παρουσία σου είναι περιττή για να μη πω πως είναι εμπόδιο.
Στην Ύδρα γίνεται το αντίθετο. Απαιτείται από σένα να πας, να δεις, να σε δούνε, να τους μιλήσεις, να σου μιλήσουν, να διευθετήσεις, να παζαρέψεις, να διαφωνήσεις, να συνεργαστείς, να παρέμβεις, να εφεύρεις λύσεις ευφυείς, να κανονίσεις ή – γιατί όχι – να παραιτηθείς από το να κανονίσεις αν η δουλειά γίνεται κανονικά με άλλον πέρα από τον δικό σου κανονικό τρόπο. Στην Ύδρα, για τους λόγους που προαναφέραμε, η πολυπλοκότητα δεν μπαίνει μέσα σε σύστημα, δεν μπαίνει μέσα στον θεσμό, αλλά χρειάζεται και άλλα πεδία για να υπάρξει. Τα επιπλέον πεδία που έρχονται να “συμπτύξουν τους λόχους τους” και να συνδράμουν τον με την ψιλή έννοια και μη επαρκή θεσμό, είναι, η Σχέση πρωτίστως και κατόπιν ο Ρυθμός!
Η Σχέση, αν δεν θέλει, δεν δεσμεύει το μέλλον και δεν δεσμεύεται από το παρελθόν. Δεν καθορίζει το μέλλον, αν δεν θέλει, και δεν καθορίζεται από το παρελθόν. Σχέση δημιουργούμε όταν δεν ξέρουμε τι να κάνουμε, όταν “βλέπουμε και κάνουμε”. Η Σχέση είναι του “Εδώ και Τώρα”. Αν πετύχει, και αν θέλει, γίνεται του “Τώρα και Πάντα”. Σχέση υπάρχει όταν, κάθε φορά, αυτό που κάναμε την προηγουμένη δεν επαρκεί, δεν ταιριάζει, δεν μας λύνει το πρόβλημα. Η σχέση απαντάει στο πρόβλημα, κάθε φορά σαν να είναι μια άλλη φορά, αφού εξετάσει προσεκτικά τα δεδομένα, δημιουργώντας μια συγκεκριμένη μέθοδο για το συγκεκριμένο πρόβλημα που τώρα εμφανίστηκε. Μπορεί να έχει εμφανιστεί και κάποια άλλη φορά με κάποια παρόμοια μορφή, όμως, αυτή η σπανιότητα στην εμφάνισή του δεν μας επέτρεψε να δημιουργήσουμε την ανάλογη ρουτίνα, δεν μας επέβαλε να “παγώσουμε” τη μέθοδο σε κανονισμό.
Ρυθμός, έμμετρος ροή
Από όσα είπαμε για την Σχέση ίσως νομίσει κανείς πως μάλλον είναι άσχετη με τον Ρυθμό, ήτοι με την επανάληψη και μια καθορισμένη τάξη στο χρόνο και σε δοσμένο τόπο. Αυτό δεν είναι σωστό. Στην πραγματικότητα, η Σχέση, συμμαχεί περισσότερο με τον Ρυθμό παρά με τον Θεσμό. Ο Θεσμός βοηθάει τη Σχέση όταν έχει μέσα του Ρυθμό, αν επαναλαμβάνεται με καθορισμένο τρόπο. Αν το καράβι έδενε στην Ύδρα μια Δευτέρα και μετά έδενε μια Παρασκευή θα ήταν θεσμός αλλά δεν θα είχε ρυθμό. Οπότε δεν θα διευκόλυνε τα πρόσωπα- διότι πρώτα πρώτα δεν θα γνώριζαν πότε δένει- να αναπτύξουν σχέση εκφόρτωσης και... εκφόρτισης.
“- Θα 'ταν καλύτερα να 'ρχεσαι την ίδια ώρα, είπε η αλεπού. Αν, για παράδειγμα, πρόκειται να έρθεις στις τέσσερις το απόγευμα, από τις τρεις κιόλας εγώ θ' αρχίσω να'μαι ευτυχισμένη. Όσο θα προχωρεί η ώρα, τόσο περισσότερο ευτυχισμένη θα νιώθω. Στις τέσσερις κιόλας θ' αρχίσω να εκνευρίζομαι και ν' ανησυχώ. Θα 'χω ανακαλύψει το τίμημα της ευτυχίας! Μα όταν εσύ θα 'ρχεσαι μια οποιαδήποτε ώρα, δεν ξέρω ποια, ποτέ δεν θα ξέρω πότε θ' αρχίσω να καρδιοχτυπώ... Χρειάζονται ορισμένα τυπικά.
Τι είναι ένα τυπικό; ρώτησε ο μικρός πρίγκιπας.
Είναι κι αυτό κάτι ξεχασμένο από πολύν καιρό, είπε η αλεπού. Κάτι που κάνει κάποια μέρα να 'ναι διαφορετική από τις άλλες μέρες, μια ώρα διαφορετική από τις άλλες ώρες. Για παράδειγμα, υπάρχει μια τυπικότητα στους κυνηγούς. Την Πέμπτη χορεύουν με τις κοπέλες του χωριού. Τότε, η Πέμπτη είναι μια μέρα υπέροχη! Κατηφορίζω για περίπατο μέχρι τ' αμπέλι. Αν οι κυνηγοί χόρευαν κάθε φορά που θα τους ερχόταν το κέφι, οι μέρες θα 'μοιαζαν όλες ίδιες, με αποτέλεσμα να μην έχω εγώ ποτέ διακοπές.”[v]
Αλλά, η Σχέση, δεν έχει μόνο καταγωγική...σχέση με τον Ρυθμό. Έχει και παραγωγική σχέση. Η Σχέση, όταν είναι μια πετυχημένη σχέση, παράγει Ρυθμό. Δέστε στον Έρωντα, δέστε στην Φιλία. Θέλουμε να ξαναγίνει κάτι που μας άρεσε. Επιθυμούμε- αφού ορεγόμαστε το ηδέον- να ξανακάνουμε αυτό που έγινε και ήταν καλό. Επιδιώκουμε την επανάληψη και μάλιστα με συγκεκριμένη τάξη μέσα στον χρόνο και σε δοσμένο χώρο. Αφού πήγαμε στο ντόκο, κάναμε τη δουλειά μας, είπαμε μια κουβέντα, είδαμε κάποιους ανθρώπους, κάναμε πλάκα κλπ, θα ξαναπάμε στον ντόκο. Μπορεί μάλιστα να πάμε λίγο πιο νωρίς, να πούμε αυτή τη φορά δυο κουβέντες, να πιούμε κι έναν καφέ, να κάνουμε κι αυτό που κάναμε έτσι, λίγο καλύτερα αλλιώς. Τότε η Σχέση που επαναλαμβάνεται δημιουργεί Ρυθμό· και οι δύο μαζί δημιουργούν Θεσμό.
Τριαρχικώς και τριλεκτικώς, κάτι από το “χιλιόψυχο & πολύμορφο ζώο”[vi]
Είναι ένας Θεσμός όμως που δεν είναι σαν της Σύρου, αν και μοιάζει. Εδώ πρόκειται για ένα τελείως διαφορετικό πράγμα γιατί την ύπαρξη του την συγκροτεί, τριαρχικά και τριλεκτικά, με τη Σχέση και τον Ρυθμό. Θεσμός, Σχέση, Ρυθμός είναι πλέον μια ζωντανή οντότητα, που συναιρείται ασυγχύτως και αδιαιρέτως. Κινείται και πάλλεται, άλλοτε προεξάρχοντος του Θεσμού, άλλοτε της Σχέσης και άλλοτε του Ρυθμού. Όταν δεν επαρκεί ο Θεσμός, σπεύδουν σε βοήθεια η Σχέση και ο Ρυθμός. Αλλά και για να μην δημιουργεί προβλήματα ο Θεσμός, λόγω της “παγωμένης” φύσης του, πάλι η Σχέση μαζί με τον Ρυθμό, τον προφυλάσσουν κρατώντας τον στο βάθρο της εν περιλήψει κανονικότητάς του, στον θώκο της ψιλής του ουσίας.
Κάτι ανάλογο γίνεται και στην Σχέση. Δεν μένει ασύδοτη. Δεν την αφήνουν να χαθεί στην...ενεστώτητά της, στην παροντοποίησή της, στο “εδωκαιτωρατζίδικο” στοιχείο της. Εντάσσεται σε έναν Θεσμό. Δεν αφήνεται στο τυχαίο. Επαναλαμβάνεται με έναν Ρυθμό. Θεσμός όμως και Ρυθμός δεν είναι μόνο τα όριά της (δόγματά της, κατά την ορολογία της Εκκλησίας) αλλά και προϋποθέσεις ύπαρξής της. Την γεννούν αλλά και τους εκπορεύει. Εκπορεύεται αλλά και γεννά. Την χρειάζονται αλλά και τους χρειάζεται. Τους συμπληρώνει και την...παραπληρώνουν. Είναι δηλαδή μια σχέση συμπληρωματική αλλά και παραπληρωματική. Ολοκληρώνεται το μέρος και και επιμερίζεται το όλον.
Τριλεκτικά και τριαρχικά πρέπει να κατανοήσουμε και τον Ρυθμό. Πατάει στον Θεσμό, κρατιέται και στη Σχέση. Είναι όμως και κάτι παραπάνω. Αυτό το παραπάνω είναι η έμμετρος ροή. Αυτό είναι το απαραίτητο που κομίζει στη σύναξη της τριάδας. Αλλά κι εκεί δεν πρέπει η ζωοδόχος έμμετρη και συμμετρική και αρμονική ροή να εμποδίζει τη Σχέση να κάνει τις φιγούρες της, τις φούρλες της και τα τσαλίμια της. Πρέπει να διαθέτει βαθμό ελευθερίας και ανοχής, να διαθέτει “μπόσικα”. Τέτοια όμως και τόσα που να μπορεί κάτι από όλα αυτά, τα πιο καλά κ' αγαθά, να σώζονται στο Νυν και στο Αεί, θεσμοποιούμενα. Ας πούμε πως ο Θεσμός χωρίς τον Ρυθμό και τη Σχέση είναι το cd που παίζει μουσική. Πάντα είναι το ίδιο και εμείς μπορούμε να το χορεύουμε διαφορετικά, ανάλογα με την παρέα και τα κέφια μας. Η σύναξη της τριάδας όμως είναι σαν να παίζει μουσική η κομπανία και να χορεύουμε “ζωντανά”, ανάλογα με τα κέφια μας και την παρέα. Πότε έχουμε περισσότερες δυνατότητες να γλεντήσουμε καλύτερα απολαμβάνοντας τη μουσική; Με το cd ή με την κομπανία;
Συμπερασματικά παραδείγματα
Και στην Ύδρα υπάρχει τάξη, μέθοδος, οργάνωση, ουδετερότητα, αποτελεσματικότητα. (Αν δεν υπήρχε θα είχε προ πολλού πεινάσει, διψάσει, καταρρεύσει, καταστραφεί). Μόνο που είναι διαφορετικές και δεν αναγνωρίζονται από τον “κανονισμένο” και “παγωμένο” νεωτερικό οφθαλμό μας. Ευκολία υπάρχει και στην Ύδρα, μόνο που είναι άλλης τάξεως και δεν αναγνωρίζεται από το τεχνοσυστημικό προκρούστειο ...σκάνερ μας.
Συμβαίνει δηλαδή ότι και στην υπόλοιπη ζωή μας: αν, πχ, αποφασίσουμε να φτιάξουμε ψωμί στο σπίτι μας νομίζουμε ότι είναι πιο εύκολο να το φτιάξουμε στον αρτοπαρασκευαστή γιατί τάχα δεν θα κουραστούμε να το ζυμώσουμε και να το ψήσουμε. Το δε ζύμωμα και το ψήσιμο θεωρούνται “κόπος” από χέρι! Δεν υπολογίζουμε όμως την διαδικασία να τον πλύνουμε, να τον συντηρήσουμε και να το φυλάξουμε. Συνήθως δεν υπολογίζουμε και το κόστος να τον αγοράσουμε. Μα, θα μου πείτε, μπορώ να βάλω τη φιλιππινέζα να κάνει όλα αυτά τα άχαρα. Ναι, θα σας πω εγώ, αλλά τότε εσείς πρέπει να δουλέψετε περισσότερο για να πληρώσετε την φιλιππινέζα και σε περιβάλλον μάλλον χειρότερο από εκείνο του σπιτιού σας, το οποίο, για να είναι σπίτι σας το έχετε διαμορφώσεις έτσι που να είναι καλύτερο από τη δουλειά σας. Δεν θεωρείται δε πιθανό, η φιλιππινέζα να διαθέτει σπίτι καλύτερο από το δικό σας· πράγμα που πάει να πει πως το της φιλιππινέζας εργασιακό περιβάλλον είναι καλύτερο από το σπιτικό της περιβάλλον· σε αντίθεση με σας που συμβαίνει το αντίθετο. Άρα, η σύνδεση σας με το σύστημα βιοπορισμού σας- με τη δουλειά σας- γίνεται με όρους αντίστροφους και σαφώς χειρότερους από εκείνους με τους οποίους γίνεται της φιλιππινέζας! Ενώ εκείνη εξασφαλίζει τον Ζην της διαχειριζόμενη μέρος του δικού σας Ευ Ζην, εσείς εξασφαλίζετε το Ζην σας...πέρα και μακριά από το Ευ Ζην, το δικό σας ή των άλλων. Μπιέν;
Μη νομίζεται λοιπόν πως η φιλιππινέζα είναι “φθηνή λύση” επειδή τα “βρίσκετε αλλιώς” στη χρηματική αμοιβή της και επειδή εσείς “κερδίζετε” πιο πολλά από εκείνη. Αν το νομίζετε αυτό οφείλεται στο ότι δεν λογαριάζετε τα άλλα κόστη τα οποία συνήθως δεν ποσοτικοποιούνται, δεν σταθμίζονται και άρα δεν γίνονται ορατά στον γυμνό μας νεωτερικό οφθαλμό, ο οποίος εθίστηκε να κοιτάει ποσότητες και μάλιστα όχι όλες τις ποσότητες. Τις ποιότητες τις αφήνει, μονίμως, απόξω και κάνει τον έξυπνο κι από πάνω!
“Οι μεγάλοι αγαπούν τους αριθμούς. Σαν τύχει να τους μιλήσετε για ένα καινούριο φίλο, εκείνοι δεν σε ρωτάνε ποτέ για κάτι το ουσιαστικό. Δεν σου λένε ποτέ: «Ποιος είναι ο τόνος της φωνής του; Ποια παιχνίδια του αρέσουν; Κάνει συλλογή με πεταλούδες;». Εκείνοι σας ρωτούν: «Πόσων χρονών είναι; Πόσα αδέλφια έχει; Ποιο είναι το βάρος του; Πόσα κερδίζει ο πατέρας του;» Τότε μόνο πιστεύουν ότι τον ξέρουν. Αν πείτε σε κάποιο από τους μεγάλους: «Είδα ένα σπίτι με ροζ τούβλα, γεράνια στα παράθυρα και περιστέρια στη στέγη", ποτέ δεν θα τα καταφέρει να φανταστεί αυτό το σπίτι. Πρέπει να του πεις: «Είδα ένα σπίτι που αξίζει πάνω από εκατό χιλιάδες φράγκα». Τότε εκείνος θα φωνάξει; «Πόσο όμορφο είναι!»”[vii]
Λογαριάζοντας μόνο τις ποσότητες είναι εύκολο να κάνει γυφτο-γιάπικους λογαριασμούς “κόστους-ωφέλους”, “οδύνης-ηδονής” και “διαχείρισης του κινδύνου”(!) Επομένως, ο νεωτερικός μας ανόητος οφθαλμός, μπορεί τάχα να ισχυριστεί ότι υπολογίζει με ακρίβεια τι είναι “εύκολο” και τι είναι “δύσκολο”.
Μα είναι στις ποιότητες που εντάσσεται η Ομορφιά της Ζωής! Εκεί, στις ποιότητες, βρίσκεται το Ευ Ζην της χαμωζωής μας! Κι εκεί δεν φτάνει ποτέ η ματιά εκείνου του οφθαλμού. Εκεί χρειάζονται τα “μάτια της ψυχής” τα οποία μάλιστα πρέπει να είναι “πάντα ανοιχτά πάντα άγρυπνα”! Και η αλεπού επιμαρτυρεί:
“- Γεια σου, είπε η αλεπού. Να το μυστικό μου. Είναι πολύ απλό: δεν βλέπει κανείς πολύ καλά παρά μονάχα με την καρδιά. Ότι είναι σημαντικό, δεν το βλέπουν τα μάτια.
- Ότι είναι σημαντικό δεν το βλέπουν τα μάτια, επανέλαβε ο μικρός πρίγκιπας, για να το θυμάται.
- Είναι ο χρόνος που έχεις χάσει για το τριαντάφυλλό σου και που το κάνει τόσο σημαντικό.
- Είναι ο χρόνος που έχω χάσει για το τριαντάφυλλό μου... έκανε ο μικρός πρίγκιπας, για να το θυμάται.
- Οι άνθρωποι έχουν ξεχάσει αυτή την αλήθεια, είπε η αλεπού. Όμως εσύ δεν πρέπει να την ξεχάσεις. Να γίνεις υπεύθυνος για πάντα εκείνου που έχεις εξημερώσει. Είσαι υπεύθυνος για το τριαντάφυλλό σου...
- Είμαι υπεύθυνος για το τριαντάφυλλό μου... επανέλαβε ο μικρός πρίγκιπας, για να μην το ξεχάσει.”
Πηγή: Αντίφωνο 1η Μαρτίου 2013
Σημειώσεις:
iΚάτω από τα μπόλντ γράμματα του κειμένου υπάρχουν υπερσύνδεσμοι...ενδεχομένως και υπερ-συν-θεσμοί.
ii Σκηνοθεσία: Kirk Jones, Σενάριο: Emma Thompson, Christianna Bran, Έτος παραγωγής: 2005
iiiΖακ Ελλύλ, Τεχνικό Σύστημα, μετάφραση Γιάννης Δ. Ιωαννίδης, Εκδ. Αλήστου Μνήμης, σελ. 26
ivΔάνειο από στίχο του μακαρίτη Μ. Ρασούλη
vΑντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ, Ο Μικρός Πρίγκιπας. Εμείς, τα τυπικά, καλό είναι να αρχίσουμε να μαθαίνουμε να τα λέμε “χρονολειτουργικό εορτολογικό αλγόριθμο του βυζαντινού πολιτισμού”. Έτσι θα αρχίσουμε να θυμόμαστε αυτά που έχουμε ξεχάσει.
viΒλέπε Κ. Καραβίδας, Σοσιαλισμός και Κοινοτισμός, Αθήναι 1930, σελ 48
viiΑντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ, Ο Μικρός Πρίγκιπας.