Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βερμαίος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βερμαίος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 18 Ιουλίου 2022

Η επιδρομή του ΕΛΑΣ στο γερμανοκρατούμενο Σχηματάρι

 



Το γενικότερο σχέδιο αντεπίθεσης στις πλάτες των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων Γερμανών και Ταγματασφαλιτών στην Πάρνηθα



Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής


Καθώς ζυγώνει η ημέρα της 78η επετείου, είναι καιρός να παρουσιάσουμε τα βασικότερα στοιχεία της ενέργειας αυτής της 5ης Ταξιαρχίας του ΕΛΑΣ ανήμερα της Αγίας Παρασκευής, τον Ιούλιο του 1944 και ενώ μαίνονταν οι εκκαθαριστικές στην Πάρνηθα. Την ίδια δε εκείνη μέρα καίγανε, Γερμανοί και Ταγματασφαλίτες, τη Λιάτανη και το Κλειδί.


Τα στοιχεία είναι ήδη πολλά και δεν θα χωρέσουν εδώ όλα. Πολλά είναι κι αυτά που έρχονται ή αναμένονται. Οπότε, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο θα επανέλθουμε. Πολύ περισσότερο που για να εννοήσουμε το τι έγινε εκείνη τη νύχτα στο Σχηματάρι πρέπει να έχουμε υπόψη μας τι έγινε είκοσι τέσσερις μέρες πριν, στις 2 Ιουλίου, στο χωριό. Εννοώ το μπλόκο που έκαναν μαζί Γερμανοί και συνεργάτες τους, συνέλαβαν δεκάδες χωρικούς, άνδρες, γυναίκες και εφήβους, τους έκλεισαν στα “σύρματα”, ήτοι σε ένα πρόχειρο στρατόπεδο κράτησης των Ιταλών, το οποίο είχε δημιουργηθεί στη στάση “Τανάγρα” του τραίνου και την μετέπειτα μεταγωγή κάποιων εξ αυτών στις φυλακές Χαλκίδας.. δια τα περαιτέρω.

Και εκεί θα χρειαστεί να επανέλθουμε για να δώσουμε μια ιδέα του πλήθους των κρατουμένων, τη “σύνθεση” της ομάδας αυτής αλλά και της τύχης των. Άλλοι εκτελέστηκαν, άλλοι μετήχθησαν σε καταναγκαστικά έργα εντός της Ελλάδας και άλλοι πήραν το τραίνο για το Χαϊδάρι και μετά για τη Γερμανία. Κάποιοι έμειναν στις κατάμεστες και άθλιες, ανδρικές και γυναικείες, φυλακές Χαλκίδας ακόμα κι εκείνες τις τελευταίες μέρες της Κατοχής. Κάποιοι διέφυγαν, κάτω από τη μύτη των διωκτών τους, στην ελεύθερη περιοχή που άρχιζε στα τελευταία σπίτι των Χαλίων, της σημερινής Δροσιάς.


Η εικόνα του γερμανοκρατούμενου κεφαλοχωριού

Για να κατατοπιστεί ο αναγνώστης, είτε είναι κάτοικος του σημερινού “χωριού” είτε όχι, θα πούμε δυο λόγια για το τότε Σχηματάρι και τη θέση του στη διάταξη των δυνάμεων των “αρχών κατοχής”.


Πρόκειται για ένα κεφαλοχώρι, που περιβάλλεται από μεγάλης έκτασης κάμπο και αρκετά πυκνά δάση στην περίμετρό του, ειδικά προς τη Χαλκίδα και το Δήλεσι. Το Δήλεσι είναι ακατοίκητο τότε και ο οικισμός της Οινόης μερικά σπίτια εκτός του συγκροτήματος του Σταθμού.

Ο Σταθμός όμως είναι κομβικός, βρίσκεται πάνω στην διακλάδωση των γραμμών για τη Χαλκίδα και τη Θεσσαλονίκη. Διαθέτει υποδομές για να γίνονται διασταυρώσεις αμαξοστοιχιών και, καθώς η γραμμή ήταν τότε μονή και οι ελιγμοί αυτοί πολύπλοκοι και πολύωροι, διαθέτει ό,τι είναι απαραίτητο για να ανεφοδιαστούν οι μηχανές και να συνεχίσουν το ταξίδι τους. Οι εγκαταστάσεις είναι αυστηρά φυλασσόμενες. Συρματοπλέγματα περιβάλλουν τον χώρο και οχυρές θέσεις με βαρειά πολυβόλα και οπλοπολυβόλα προστατεύουν τον Σταθμό-στρατόπεδο. Μια σειρά άλλα οχυρά και πολυβολεία προστατεύουν τις γέφυρες του Ασωπού και των ρεμάτων, μέχρι την Αθήνα αλλά και στη διαδρομή της Χαλκίδας. Υπάρχουν ακόμη και μπορεί να τα δει ο επιβάτης του τραίνου και των δύο αυτών γραμμών.

Ο ίδιος ο μακαριώτατος αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος, έχει αφηγηθεί σε μια τοπική εκδήλωση, πως όταν ήταν μικρό παιδί, παίζοντας, άκουσε την μεγάλη έκρηξη που κατεδάφισε τον μεγάλο κι επιβλητικό μεσαιωνικό πύργο που βρισκόταν στον λόφο των Οινοφύτων. Από τα υλικά αυτά της ανατίναξης οικοδομήθηκαν τα πολυβολεία που βλέπουμε σήμερα.


Πέραν όμως από τις οχυρώσεις κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής και της Οινόης, υπήρχε και το αεροδρόμιο της Τανάγρας. Μπορεί να μην υπήρχαν εκεί τότε όλες αυτές οι εγκαταστάσεις που θα το έκαναν ένα μεγάλο αεροδρόμιο σαν του Χασανίου ή της Ελευσίνας, αλλά, όπως έχουμε δει αλλού, ήταν αξιόλογο και διέθετε αποθήκες πυρομαχικών με φρουρά. Φυλασσόταν και για τις επίγειες επιθέσεις και για τις εναέριες. Μια σειρά αντιαεροπορικοί προβολείς, μέσα στον χώρο του και μέσα στο Σχηματάρι, με τις ανάλογες σκοπιές και φρουρές, αποτελούσαν μέρος του συστήματος αμύνης. Ένας εκεί που είναι η στάση του ΚΤΕΛ για τη Χαλκίδα, ένας στα “αλώνια της Μένιας” ήτοι κάπου εκεί στο παλιό Δημαρχείο, ένας στο δρόμο για το Β' δημοτικό σχολείο δεξιά, στην πρόχειρα διαμορφωμένη “ταράτσα” μιας ημιτελούς οικοδομής του Νίκου Παπαϊωάννου.

Εμείς, ως μαθητές του Γυμνασίου και νυν Β' δημοτικού, προλάβαμε τα τσιμεντένια βάθρα αντιαεροπορικών πυροβολαρχιών εκεί που είναι σήμερα το κλειστό γυμναστήριο.

Στην άκρη της πεδιάδας που βρισκόταν το αεροδρόμιο και στα τελευταία σπίτια του Σχηματαρίου, υπήρχε και ο άλλος σταθμός του τραίνου που ονομάζεται “Τανάγρα”. Εκεί ήταν ο πρόχειρο στρατόπεδο αιχμαλώτων που προαναφέραμε.

Μέσα στο ίδιο το Σχηματάρι υπήρχαν επιταγμένα σπίτια για τους αξιωματικούς και άνδρες των διαφόρων φρουρών και υπηρεσιών υποστήριξης (μαγειρεία, συνεργεία κλπ). Ο γιατρός Ανδρέας Παπανδρέου, στη δίκη του Τρανού (Μήτσου Γεωργαντά), του Λεωνίδα Λάμπρου και του Ταξιάρχη Κουρουτού υποστήριξε ενόρκως ότι οι Γερμανοί στο Σχηματάρι εκείνη τη νύχτα ήταν 300.

Επιπλέον, είχε εγκατασταθεί και κλιμάκιο της Ειδικής Ασφάλειας επανδρωμένο με χωροφύλακες “άνευ θητείας”, δλδ καταταγμένους κατά τη διάρκεια της κατοχής και όχι κανονικούς χωροφύλακες με προκατοχική θητεία.

Μέχρι εκείνη τη νύχτα το Σχηματάρι δεν είχε δεχτεί “επισκέψεις” ενόπλων τμημάτων του ΕΛΑΣ. Έμελλε να γίνει αυτό, ακριβώς τη στιγμή που διεξάγονταν οι σφοδρότερες και πλέον καλά οργανωμένες εκκαθαριστικές.

Είχαν προηγηθεί ενέργειες τέτοιες στα γύρω χωριά, όπως παραδείγματος χάριν η ενέδρα στο τραίνο στο σταθμό του Βαθιού Αυλίδας στις 19 Φεβρουαρίου ή η επίθεση στις Στανιάτες (Οινόφυτα) στις 13 προς 14 του ίδιου μήνα. Μέσα στο Σχηματάρι είχαν λάβει χώρα στις 8 Απριλίου (και όχι τον Μάιο όπως γράψαμε αλλού) η εκτέλεση του Μπρεχού και στις 14 Απριλίου η απαγωγή και, στη συνέχεια, ο θάνατος ενός ενόπλου τσολιά από τρία παιδιά του εφεδρικού ΕΛΑΣ του χωριού. Κάνω λόγο για θάνατο γιατί δεν αποδείχτηκε ότι ήταν εκτέλεση ή δολοφονία. Ο τσολιάς τραυματίστηκε κατά την συμπλοκή και πέθανε καθ' οδόν προς το Κλειδί.


Το βασικό και γενικότερο σχέδιο της Ταξιαρχίας


Ο Ορέστης μας κατατοπίζει επαρκώς για την κατάσταση της περιόδου εκείνης, για τις αναμενόμενες κινήσεις των Γερμανών και για τις ανταπαντήσεις της Ταξιαρχίας.

Ο ίδιος πέρασε στα μισά του Ιουλίου του '44 στην Εύβοια. Ήταν η δεύτερη φορά που βρισκόταν στις πλάτες των ενεργούντων, και στη Βοιωτία, Ταγμάτων Ασφαλείας της Εύβοιας. Πολλές φορές αναλύει αυτό το “δόγμα” του αντάρτικου πολέμου, το να μην αφήνουν δηλαδή, οι αντάρτικοι σχηματισμοί, κενούς από ενέργειες χώρους, αλλά να “διαρρέουν” από τον έναν στον άλλο ώστε να αναγκάζουν και τις κατοχικές δυνάμεις να διασπείρονται, να καταπονούνται, να φθείρονται και τελικά, όταν δινόταν η ευκαιρία, να επιτυγχανόταν ένα γερό “δάγκωμα” σαν κι εκείνο που έγινε στην Κακή Σκάλα στις 14 Ιανουαρίου και σαν κι αυτό που θα γίνει στην Λάμπουσα 3 Σεπτεμβρίου.


Από την εδώ μεριά του Ευβοϊκού, είχε σχεδιαστεί η εκδίωξη ενός λόχου των Ταγμάτων που έδρευε στην Τοπόλια. Είχαν προηγηθεί ακόμα δύο ενέργειες εναντίον του αλλά τα αποτελέσματα δεν ήταν ικανοποιητικά. Ο λόχος αναγκάστηκε να συμπτυχθεί και μετά επανήλθε. Έτσι σχεδιάστηκε μια τρίτη ενέργεια με επικεφαλής τον Θεοχάρη Πολύχρονο, καπετάνιο του 1ου Τάγματος του 34ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ και την άμεση διεύθυνση της διοίκησης του Συντάγματος, δηλαδή του στρατιωτικού διοικητή Χρήστου Δαλιάνη και του καπετάνιου Διαμαντή.

Ως αντιπερισπαστικές ενέργειες, στην αντίθετη κατεύθυνση, επιλέχτηκαν αντεπιθέσεις στο Σχηματάρι και στο Κριεκούκι. Στο οποίο Κριεκούκι υπήρχε αντίστοιχη με το Σχηματάρι φρουρά προορισμένη να φυλάει το πέρασμα της Κάζας και να εμποδίζει την κίνηση στο “ορεινό αντάρτικο μονοπάτι” από και προς την Αθήνα.

Στην αρχή το σχέδιο προέβλεπε οι αντιπερισπαστικές αυτές ενέργειες να γίνουν από δυνάμεις του εφεδρικού ΕΛΑΣ. Στην πορεία όμως των γεγονότων η κατάσταση άλλαξε.


Οι έναρξη των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων 20/7 έως 8/8


Μετά την ερμηνεία του ονείρου του Βερμαίου, ότι ήταν φαλακρός, από τον Ορέστη και το συμπέρασμα ότι “θα έχεις ένα γερό «τροκ» εδώ στην Πάρνηθα με τους Γερμανούς”, οι δύο καπεταναίοι (“ήταν και ο Βερμαίος καπετάνιος” βεβαιώνει ο Ορέστης) χώρισαν.

Ο λοχαγός Φοίβος Γρηγοριάδης, μαχητής των Οχυρών και στον ΕΛΑΣ του Βουνού από την ημέρα εκείνη που βγήκε μαζί με τον Άρη από την Αθήνα (9 Μαρτίου 1943) έχει αποφασιστεί να μείνει στην Πάρνηθα όσο μπορεί περισσότερο, ελισσόμενος ανάμεσα στους “εκκαθαριστές”. Κράτησε μαζί του τον Αράπη και τον Αποστόλη με τα τμήματά τους, 70-80 άνδρες. Μετά όμως τις πρώτες 3-4 ημέρες, και εκείνα τα τμήματα διέρρευσαν στον κάμπο. Πρώτα ο Αράπης (Γιώργος Στουραΐτης από τα Μεσόγεια) υπονόμευσε με νάρκες το δρόμο έξω από τη Λιάτανη προς τη Μαζαρέκα, υπονόμευση που θα ανατινάξει ένα γερμανικό θωρακισμένο όχημα και θα χρησιμοποιηθεί ως πρόσχημα για την εκτέλεση των Λιαταναίων που έχουμε αναφέρει αλλού.

Ακολουθώντας το μονοπάτι που άγει από τα Δερβενοχώρια στο Δήλεσι, ο Αποστόλης Κοκμάδης, υπολοχαγός του ΕΣ και στρατιωτικός διοικητής του 2ου λόχου του 1ου τάγματος, με καπετάνιο τον Ηρακλή (Γιάννη Οικονόμου από το Κριεκούκι) κινείται προς τα παραλιακά χωριά. Σε κάποιο σημείο το εγκαταλείπει και περνάει ανάμεσα στον Αη Θανάση του Σχηματαρίου και του Αη Γιώργη “του Δραμισιού”. Στη θέση “Τσουτσουβίλιεζα” όπως την προσδιόρισε η αείμνηστη θεια Λένα “του Μπέη” και επιβεβαίωσε τις δικές μου πληροφορίες όταν της έθεσα υπόψη της. Εκείνη, νέα τότε 22 χρονών, δυναμική και αεικίνητη, δούλευε στα χωράφια και είχε δει και είχε προσέξει τον ντορό τόσων ανδρών στα χωράφια, χωρίς να μπορεί βέβαια να τον εντάξει σε όλα αυτά τα γεγονότα. Η “Τσουτσουβίλιεζα” είναι κάπου εκεί στο “Σέσι”, βορειότερα από την Παλιοπαναγιά, το σημερινό νεκροταφείο του Δηλεσίου.


Ο Αποστόλης πέρασε έξω από το Βαθύ Αυλίδος και ανασυντάχθηκε στην Αγία Μαρίνα του βουνού Χτυπάς. Είναι ένα εξωκλήσι πάνω από τα Λουκίσα και ανάμεσα στους όγκους του Χτυπά και της Αγια Σωτήρας.

Εκεί, στην Αγία Μαρίνα, συνέρρευσαν πάντες οι κινούμενοι έξω από τον κλοιό των εκκαθαριστικών. Όσοι δηλαδή εφεδρικοί αντάρτες, πολιτικά στελέχη, άνδρες της Εθνικής Πολιτοφυλακής και γενικά διωκόμενοι, διέφυγαν και βγήκαν από τη γραμμή των εκκαθαρίσεων που κινούνταν προς τα Δερβενοχώρια και την Πάρνηθα και έσφιγγε κάθε μέρα και περισσότερο.

Στο τμήμα αυτό που συγκροτήθηκε διοικητής, όπως είπαμε τέθηκε ο Αποστόλης ενώ καπετάνιος του ανέλαβε ο Νικήτας- Γιώργος Μπουτσίνης, από το Κριεκούκι, υπαξιωματικός του ΕΣ, πολεμιστής κι αυτός των Οχυρών, από τους πρώτους οργανωτές του ΕΛΑΣ στη Βοιωτία και βασικό στήριγμα του Ορέστη στις πρώτες του παράνομες εξορμήσεις, καθώς ο Μπουτσίνης εθήτευε εκείνο τον καιρό ως χωροφύλακας από μετάταξη. Εκείνη την εποχή και πάλι είχε αναλάβει αστυνομικά καθήκοντα ως διοικητής της Εθνικής Πολιτοφυλακής της Βοιωτίας.

Εδώ πρέπει να αναφερθούμε σε ένα τέχνασμα που εφάρμοσαν εκείνοι οι δύο ηγέτες του ΕΛΑΣ και παρέμεινα για όλα αυτά τα χρόνια άγνωστο και υποτιμημένο.

Όλοι οι πολιτικοί που δεν μπορούσαν να πάρουν μέρος στην επιχείρηση “συνελήφθησαν”, κρατήθηκαν μέσα στο εξωκλήσι και τάχθηκε φρουρός στην πόρτα! Είχαν προηγηθεί αντιρρήσεις στη σκοπιμότητα της ενέργειας στο Σχηματάρι καθώς υπήρχαν πολλοί όμηροι στα χέρια των Γερμανών. Μια επίθεση θα οδηγούσε σίγουρα σε αντίποινα. Η προφορική παράδοση διέσωσε αυτό το γεγονός αλλά με λάθος εξήγηση. Μέχρι που ο Ορέστης μας πληροφορεί ότι το ίδιο τέχνασμα εφαρμόζει και ο Σπάρτακος στην αντίστοιχη επιχείρηση κατά του Κριεκουκίου. Ο Σπάρτακος- Παναγιώτης Μηλιώτης (γεν. 1918) είναι κι αυτός υπαξιωματικός του Στρατού με ανάλογη μετάταξη στη χωροφυλακή. Μετά την απόδραση των κρατουμένων φυματικών από τη Σωτηρία, στην οποία έπαιξε σημαντικό ρόλο, βγήκε στο βουνό, στον ΕΛΑΣ της Βοιωτίας.

Συνέλαβε”, λοιπόν, ο Σπάρτακος όλα τα στελέχη των πολιτικών οργανώσεων και μάλιστα διέδωσε και ανακοίνωσε στις γυναίκες τους ότι υπήρχαν υποψίες σε βάρος τους για προδοσία. “Φευγάτε και πηγαίνετε κλάψτε τους” φέρεται να τους είπε. Έτσι αφενός “καμουφλάρισε” τις έντονες κινήσεις των ανταρτών έξω από το Κριεκούκι και αφετέρου απέκλεισε διαρροές του σχεδίου ακόμα και από έμπιστους και καλών προθέσεων ανθρώπους.

Δεν έχουμε παρά να θαυμάσουμε το “ενιαίον του δόγματος”, ή την “ιδεολογικοπολιτική ενότητα” που επικρατούσε στα στελέχη του ΕΛΑΣ, ενότητα που οδηγούσε σε παρόμοιες ενέργειες τμημάτων ευρισκόμενα σε απόσταση μεταξύ τους και δρώντα στην ίδια κατεύθυνση.


Η επιχείρηση


Με οδηγούς ενόπλους και αόπλους τα τμήματα ξεκίνησαν την πορεία βλέποντας τους καπνούς των σπιτιών της Λιάτανης και του Κλειδιού, “με την οργή βαθειά βαθειά στα μάτια τους”. Στα χέρια είχαν τα τουφέκια.

Ανάμεσα στους οδηγούς εκείνους ήταν και ο Βαγγέλης Σπύρου του Αθανασίου που οδηγούσε το τμήμα που θα έπιανε στην “τραντζέρα” και στη συνέχεια θα επιχειρούσε να ελευθερώσει τους κρατουμένους στα “σύρματα” του σταθμού της “Τανάγρας”. Η τραντζέρα σήμερα, με την διπλή γραμμή του τραίνου δεν υπάρχει. Τότε ήταν όμως ένα σημείο όπου το έδαφος κόβεται και το τραίνο περνάει ανάμεσα στους δυο βράχους χωρίς να τους υπερβαίνει στο ύψος. “Τραντζέρα” λέγεται ένα είδος ανοιχτού, ξεσκέπαστου, τούνελ. Έπρεπε να αποκοπούν τυχόν ενισχύσεις που θα έρχονταν από την κατεύθυνση της Θήβας. Άλλωστε στο Σύρτζι υπήρχε στρατόπεδο εργασίας αιχμαλώτων και ισχυρή φρουρά πάνω στον αντίστοιχο σιδηροδρομικό σταθμό.

Οδηγός επίσης εχρίσθη εκείνη τη νύχτα και ο 19χρονος Μήτσος Λουκάς ή Δουρδουβέλας, ο μακροημερεύσας και πλέον μακαρίτης Μητσοντέντες. Ο Μήτσος μου αφηγήθηκε ο ίδιος τις κινήσεις του τις ημέρες εκείνες, από το μπλόκο στο Σχηματάρι στις 2 Ιουλίου έως την επιδρομή. Κυνηγημένος και πυροβολούμενος συνεχώς από τον “ “Ροτζοφάκο”, χωροφύλακα και δυο φορές αυτόμολο, και προς τους Αντάρτες και από τους Αντάρτες, έκανε το γύρο για να καταλήξει κι αυτός στην Αγία Μαρίνα. Ο πατέρας του ο μπαρμπα- Ντέντες, από τους τρεις παλιότερους κομμουνιστές του χωριού είχε συλληφθεί ήδη εκείνη την ημέρα του μπλόκου. Από τότε θα μείνει στον ΕΛΑΣ μέχρι την τελευταία μάχη της Αθήνας, μέχρι την μάχη εκείνη του “τμήματος θυσίας” της 2ας Μεραρχίας, το οποίο, πάλι υπό τον Νικήτα και Αποστόλη διοικούμενο, “παρακλητικώς διετάχθη” να καλύψει στο Ψυχικό την υποχώρηση τους ΕΛΑΣ από την πόλη. Εκεί, ο Μήτσος τραυματίστηκε βαρειά στο χέρι και πιάστηκε αιχμάλωτος των Άγγλων.


Σύμφωνα με την αφήγηση του Μήτσου που έγινε το καλοκαίρι του 2012, λίγες ημέρες μετά την εκδημία του Αποστόλη Κοκμάδη και τη βραδιά που αποχαιρετούσαμε τον άλλο αντάρτη του ΕΛΑΣ, τον Παναγιώτη Σπύρου του Νικολάου, το κύριο τμήμα της επίθεσης ήρθε από την μεριά του δάσους που λεγόταν “Τρέπια” και στο οποίο δάσος υπήρχε μια στενή χωμάτινη οδός που πήγαινε στη Χαλκίδα. Δεν μπήκαν όμως από τη σημερινή είσοδο του χωριού, στη γέφυρα, αλλά από το δρόμο του νεκροταφείου.

Τα πολυβολεία των Γερμανών από το Γυμνάσιο χάλαγαν τον κόσμο αλλά δεν μπορούσαν να τους βλάψουν. Φωτοβολίδες φώτιζαν τον ουρανό ενώ στο χωριό επικρατούσε απόλυτο σκοτάδι. Το φεγγάρι ήταν 5 ημερών και η φωτεινότητά του στο 27%. Τότε ο χωματόδρομος αυτός ήταν πιο χαμηλά και είχε “όχτο”, ανάχωμα δηλαδή στο οποίο μπορούσαν να καλυφθούν. Από τα καταιγιστικά αυτά πυρά των Γερμανών, τις φωτοβολίδες και τα τροχιοδεικτικά πήραν φωτιά οι θημωνιές του Σπύρο Μπακίτση, ήτοι του Σπύρου Αργύρη πατέρα του ηθοποιού Γιάννη Αργύρη. Βρίσκονταν στα εκεί αλώνια, περίπου στο άγαλμα για τον πεσόντα πιλότο της Πολεμικής Αεροπορίας.

Μέσα στο χωριό δεν συνάντησαν αντίσταση παρά μόνο μικροσυμπλοκές, όπως εκείνη που έγινε στο σπίτι του “Ροτζόφ” (Δ. Μ. Μπρατσιώτης) όπου κοιμόνταν άνδρες των Ταγμάτων. Ένας σκοτώθηκε, ένας τραυματίστηκε και ένας γλίτωσε γιατί ήταν σε άλλο σπίτι. Ήταν εκείνος που ανήκε στην Ειδική Ασφάλεια. Εκεί σκοτώθηκε και η Αγγελική Μπρατσιώτη σύζ Δημητρίου. Δεν κάηκε βέβαια ζωντανή ούτε σφάχτηκε, όπως η μαύρη προπαγάνδα της τρομοκρατίας διέδωσε μετά. Η Αγγελική σκοτώθηκε από σφαίρα στο κεφάλι όταν άνοιξε την πόρτα να δει τι γίνεται. Βρέθηκε δε η μισή μέσα και η μισή έξω. Ακόμα και το 1946 άλλα λέγανε στα δικαστήρια όταν καλούνταν μάρτυρες.

Στη γειτονιά αυτή είχαμε κι άλλα δύο τραγικά γεγονότα. Ο μικρός Θεόφιλος Πινήτας βλήθηκε στο μηρό και βρέθηκε νεκρός το άλλο πρωί. Σύμφωνα με τον γιατρό Α. Παπανδρέου, «Ο θάνατος του μικρού Πινήτα προήλθε από αιμορραγία γιατί φαίνεται ότι ετρώθη η μηριαία αρτηρία ή άλλο αγγείο».

Μια γυναίκα επίσης, πρόσφυγας από τη Λιάτανη, με το όνομα Ασήμω Θεοδώρου σκοτώθηκε κι αυτή από λάθος, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των ανθρώπων που τη φιλοξενούσαν.

Άλλος νεκρός εκείνο το βράδυ ήταν ο Γιώργος Δουρδουβέλας, αδελφός του Ντέντε που προαναφέραμε, του Νίκου, του Ντίνου και του Σπύρου. Η θέση του γιατρού Παπανδρέου ότι κατέβηκαν 400 αντάρτες για να σκοτώσουν τους αντιδραστικούς δεν έχει βάση. Απόδειξη είναι η παρουσία τόσο του ίδιου όσο και των άλλων μαρτύρων κατηγορίας στο δικαστήριο. Από τις ίδιες τις καταθέσεις τους προκύπτει ότι βρίσκονταν σπίτια τους και ότι κανείς δεν τους ενόχλησε. Παρατηρούσαν μάλιστα από το παράθυρο όλα τα τεκταινόμενα χωρίς να κινδυνεύουν.

Τέλος συμπλοκή έγινε και στο σπίτι του Πήλιο Σίμου, του Σπύρου Δημητρίου και αδελφού της προγιαγιάς μου. Ο Σπύρος ήταν κουρέας, γαμπρός από αδελφή του διαβόητου Νίκου Μπουραντά και τραυματίας πολέμου, μάλλον της μικρασιατικής εκστρατείας. Με ένα πιστόλι που είχε πάρει από τον ίδιο τον κουνιάδο του, πυροβόλησε τους αντάρτες που πήγαν να τον συλλάβουν. Τραυμάτισε δύο. Τον Λευτέρη Αθ. Αθανασάκη (Λέων), από την Κρήτη, πρώην χωροφύλακα και τον Κυριάκο Κούκο από το Πλατανάκι. Και δύο με τραύματα βαρειά, όπως βεβαίωσαν ενόρκως οι γιατροί Ε.Μ. Ασημάκος και Ν. Σ. Μπλάνας. Ο Αθανασάκης είχε τραύμα κάτω από τον μαστό και ο Κούκος τυφλό τραύμα στην αριστερά πλευρά. Τελικά ο ΠηλιοΣίμος πέθανε επί τόπου ενώ η γυναίκα του Γιαννούλα και αδελφή του Μπουραντά, τραυματισμένη βαρύτατα στην κοιλιά πέθανε κατά τη μεταφορά της στη Χαλκίδα.

Και για όλα αυτά, τα τόσο τραγικά, θα χρειαστεί να επανέλθουμε προκειμένου να φωτιστεί πλήρως και οριστικά όλη αυτή η πλευρά της τοπικής ιστορίας.


Το αποτέλεσμα της επιχείρησης


Μετά από μερικές ώρες στο Σχηματάρι, με τους Γερμανούς να πυροβολούν ασκόπως χωρίς να μπορούν να καταλάβουν τι τους συμβαίνει και χωρίς να μπορούν ν' αντιδράσουν ουσιαστικά, ο ΕΛΑΣ απαγκιστρώνεται με πλήρη τάξη και επιστρέφει στο σημείο εκκίνησης. Ο αντιπερισπασμός είχε πετύχει πλήρως και η κύρια επιχείρηση κατά των Ταγμάτων στην Τοπόλια είχε σαν αποτέλεσμα την εκρίζωση του λόχου και την λαφυραγώγηση της πλούσιας αποθήκης τους. “Μας απάλλαξε από το άγχος των πυρομαχικών”, λέει ο Ορέστης. Τους απάλαξε από το άγχος μέχρι την επόμενη επιδρομή, στο αεροδρόμιο Τανάγρας που θα γίνει 7-8 Σεπτεμβρίου, και η οποία θα λύσει οριστικά το πρόβλημα των πυρομαχικών ενώ θα προμηθεύσει την Ταξιαρχία (2α Μεραρχία πλέον), με ένα αντιαεροπορικό ταχυβόλο.

Όταν αυτοί καίγανε την Πάρνηθα, εμείς τους καίγαμε τα σπίτια” θα πει αργότερα ο Αποστόλης.


Επίλογος


Ως επίλογο επέλεξα να βάλω μια επιστολή στην “Απογευματινή” και στον Ορέστη την εποχή που γράφονταν και δημοσιεύονταν τα κείμενα αυτά. Δεν έχει μόνο αξία η ίδια η μαρτυρία ενός ακόμα προσώπου που πήρε μέρος. Έχει αξία και το συμπέρασμά της. Στο Σχηματάρι, την ίδια μέρα που κάηκε η Λιάτανη καταδεικνύεται το άτοπο και, άρα, το ακόμα περισσότερο εγκληματικό της καταστροφής ενός τόσο μεγάλου και τόσο πλούσιου σε γεωργική και κτηνοτροφική παραγωγή χωριού της Αρβανιτιάς. 

Ήταν παλιά παράκληση του φίλου μου Παναγιώτη Δριχούτη από το Μπράτσι να δει αυτές τις επιστολές, δύο τον αριθμό, του παλιού αγωνιστή Κώστα Μπελεγράτη.

Η μία αφορά την επίθεση στο Σχηματάρι και η άλλη αφορά την επίθεση στο αεροδρόμιο Τανάγρας. Θα τις αναρτήσω ταυτόχρονα συμπληρώνοντας και εκείνο το κενό..


Επιστολή 32α(40ον/24.7.1958)

Κύριε Διευθυντά,


Παρακολουθώ εις την εφημερίδα σας το αφήγημα του κ. Μούντριχα, έχω δε να παρατηρήσω το εξής:

Κατά την γνώμη μου, σημαντικός λόγος που δεν κάηκαν τα χωριά Χλεμποτσάρι και Μουσταφάδες, ώστε να πάψουν να είναι κέντρα εφοδιασμού του ΕΛΑΣ, είναι ο αντίκτυπος που είχε εις τας τάξεις των ανδρών των Ταγμάτων Ασφαλείας, επιδρομική ενέργεια του ΕΛΑΣ μέσα εις το Γερμανοκρατούμενο Σχηματάρι, την στιγμή που λίγα χιλιόμετρα παρέκει οι Γερμανοί έκαιγαν την Λιάτανη και το Κλειδί, καθώς και τα δάση της κυριολεκτικά κτενιζομένης Πάρνηθος. Εις την επιδρομήν εκείνην έγιναν αναμφιβόλως πολλές υπερβολές. Πλην, όμως, η βάσις των Ταγμάτων, που εν τω μεταξύ είχεν ενισχυθή και από πολλά δυναμικά στοιχεία της Λιάτανης, διελύθη, του Δουρδουβέλα επιστρέψαντος και πάλιν με ολίγους ανθρώπους του εις την Χαλκίδα. Έγινεν κατόπιν της επιδρομής αυτής ολοφάνερο ότι το σχέδιον της «καμένης γης» εις ουδέν ωφελούσε, αφού οι προσωρινώς εκτοπιζόμενοι από τα ορεινά Ελασίτες, ενεφανίζοντο εξ ίσου δυναμικοί εις τα πεδινά κέντρα.


ΚΩΝ ΜΠΕΛΕΓΡΑΤΗΣ

Μπράτσι Θηβών













Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2019

Ημερησία διαταγή της V Ταξιαρχίας ΕΛΑΣ, για τα χτυπήματα στο Βαθύ, στο Κλειδί & στον Ωρωπό

"Εκδικητής", φύλλο 14/10 Μαρτίου 1944

Ακριβώς 75 χρόνια μετά... 
Γιατί τα ζόμπι των ταγματασφαλιτών βγήκαν από τους τάφους τους και αμφισβητούν την ελληνικότητα και τον πατριωτισμό των Αριστερών.



Ημερησία διαταγή της Ταξιαρχίας


Τμήματα του Ι Τάγματος και της Διμοιρίας Διοικήσεως της Ταξιαρχίας δώσανε στις 18, 20 και 22 του μηνός ισχυρά χτυπήματα στον καταχτητή και στα ντόπια όργανά του:

Η τολμηρή ενέργεια λίγων επιλέκτων συναγωνιστών που με το Λοχαγό Αποστόλη απελευθέρωσε στο Βαθύ 27 θύματα του Εθνικού αγώνα και έφερε μπροστά στο στρατοδικείο τους δήμιούς τους.

Η θαρραλέα και ορμητική επίθεση των τμημάτων μας στο Κλειδί-Λιάτανη, με το Λοχαγό Αποστόλη πάλι, που βοηθημένα από σύσσωμο το λαό των χωριών αυτών, δώσανε στους Γερμανοτσολιάδες και τους Γερμανούς συνοδούς τους χτύπημα θανατηφόρο και αιματηρό, στέλνοντας 50 απ' αυτούς στον Άδη.

Η τολμηρή νυχτερινή επίθεση των τμημάτων μας της Ανατ. Αττικής στον Ωρωπό, που τάραξε και διάλυσε τις εκεί ραλλικές ορδές.

Δώσαμε στον κατακτητή και στα ντόπια προδοτικά όργανά του να καταλάβει πως παρ' όλες τις λυσσασμένες του προσπάθειες ο ΕΛΑΣ Αττικοβοιωτίας παραμένει ισχυρός και ανέπαφος και θα δίνει συνέχεια χτυπήματα σε κάθε εισβολέα και κάθε προδότη ως τη μέρα της ολοκληρωτικής απελευθέρωσης της Πατρίδας.

Στο Λοχαγό Αποστόλη, τον Καπετάνιο Ηρακλή και όλους τους συναγωνιστές που πήρανε μέρος στις επιχειρήσεις Βαθιού, Λιάτανης και Ωρωπού, δίνουμε τα πιο θερμά και εγκάρδια συγχαρητήριά μας.

Στις μαχητικές ομάδες Λιάτανης, Κλειδιού και της ηρωικής Πύλης συγχαίρουμε ολόψυχα.

Τον συναγ. Γκιοζντέκο, οπλοπολυβολητή της Λιάτανης, επαινούμε για την ηρωική του δράση.

Και είμαστε περήφανοι γιατί στους αγώνες των ημερών αυτών, μας παραστάθηκε συναγωνιστικά όλος ο λαός της περιοχής με την τοπική Εαμική του Επιτροπή.

25 Φεβρουαρίου 1944

Για την Ταξιαρχία

ΟΡΕΣΤΗΣ
ΒΕΡΜΑΙΟΣ




Διαβάστε επίσης: 

Τα "Τάγματα ασφαλείας" εξορμούν στα Δερβενοχώρια- η νίλα στο Κλειδί 20 Φεβ 1944

Ο "Εκδικητής", τα πλιάτσικα των "τσολιάδων" σε Πύλη - Χλεμποτσάρι και η παραίτηση Τσουδερού

Πέμπτη 12 Οκτωβρίου 2017

Ο Ν. Ζαχαριάδης για τον Ορέστη (Διόρθωση)


Η αληθινή θέση του Κόμματος για τον Ορέστη και την “παρέα” Πετσόπουλου



Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής


Άκουγα από παιδί ότι ο Ορέστης ήταν πράκτορας των Άγγλων! Ο Ορέστης ήταν παντού στο Αντάρτικο της Βοιωτίας. 
Παντού ήταν και η βαρειά κατηγορία για τον μεγάλο αυτόν και πρωτοπόρο Καπετάνιο του ΕΛΑΣ, διοικητή μεγάλης μονάδας από την ίδρυσή της μέχρι την διάλυσή της, που από τους πρώτους βγήκε στο βουνό, στην πιο δύσκολη περιοχή της Ελλάδος. 
“Μισή ώρα από την Αθήνα”, ζωσμένη από μεγάλους δρόμους, σιδηρόδρομους και τρία αεροδρόμια. 
Ανάμεσα σε τρεις μεγάλες πόλεις και σε τρεις μεγάλους θαλάσσιους κόλπους. 
Στο “στρατηγικό ρόμβο της Ελλάδας”, τη Βοιωτία και το αβύθιστο θωρηκτό, την Εύβοια, που πλευροκόπησε τη Ρούμελη, άριστο προγεφύρωμα και ορμητήριο για όποιον θέλει να τη διεμβολίσει. Σε μια τόσο νευραλγική περιοχή για την κίνηση των πάντων, από και προς το Βουνό, όπου εκατοντάδες φορές στελέχη και κάθε είδους προσωπικότητες και υλικά κινήθηκαν, κάτω από τη μύτη των Γερμανών και Ιταλών, από και προς την Αθήνα, χωρίς να χαθεί άλλος παρά μόνο ο Π. Τιμογιαννάκης στο Καπαρέλι. 
Στην περιοχή που λειτουργούσε αδιαλείπτως ο ασύρματος, χωρίς να διακοπεί, η σύνδεση με τη Μέση Ανατολή, περισσότερο από τρεις τέσσερις μέρες. 
Ο Καπετάνιος που αξιώθηκε δημοτικό τραγούδι ήδη από τις αρχές του 1943.

Ορέστη το ντουφέκι σου
να μη το παραδώσεις...
μ' αυτό θα μας ελευθερώσεις...

Κυκλοφόρησε ως απάντηση, όταν, στις αρχές του '43 οι αντάρτες συμπτύχθηκαν και ανασυγκροτήθηκαν στην Κεντρική Ρούμελη, διαδόθηκε από τους συνεργάτες των Γερμανών ότι “αυτό ήταν, πάει ο Ορέστης σας, παράδωσε το όπλο”. Αργότερα, μετά την τριήμερη Μάχη της Πύλης, προστέθηκε και το υπόλοιπο..

Στο Βούντημα στις αχλαδιές
είν' ένα πηγαδάκι
οι Αντάρτες πίνουνε νερό
κι οι Γερμανοί φαρμάκι
Γεια σου Ορέστη, γεια σου
και συ και τα παιδιά σου!


Ήταν πράκτορας λοιπόν ο Ορέστης;

Τη “ρετσινιά” και την κατηγορία την αναπαρήγαγαν κάθε είδους άνθρωποι. Εχθροί και φίλοι. Πρώην μέλη του Κόμματος και νυν μέλη του Κόμματος. Άνθρωποι που δεν ήταν ποτέ μέλη του Κόμματος ούτε και δέχτηκαν ποτέ να πειθαρχήσουν σε κρίσιμες και καθοριστικές επιλογές του. Άνθρωποι που δεν γούσταραν τον Ζαχαριάδη και έλεγαν τα χειρότερα λόγια γι΄ αυτόν υιοθετούσαν ασμένως την άποψη του Ζαχαριάδη για τον Ορέστη και όχι την άποψη του Ορέστη για τον Ζαχαριάδη όπως θα ήταν το “φυσιολογικό”. `

Η αποδοχή από ένα τόσο ευρύ φάσμα ανθρώπων και “μαρτυριών” της εκδοχής “ο Ορέστης ήταν πράκτορας” φαντάζει ικανή να “τεκμηριώσει” αφ' εαυτής την κατηγορία. “Είναι δυνατόν όλοι αυτοί οι άνθρωποι να κάνουν λάθος;” Πρόκειται για μια "αυτοτεκμηριούμενη κατηγορία"(!) Και μια "λαϊκή ετυμηγορία" χωρίς δίκη και χωρίς απολογία. Οπότε το ζήτημα της αλήθειας περνάει στη σφαίρα των “δημοκρατικών διαδικασιών”(!) Γι' αυτό και τα κείμενά του στην "Απογευματινή" μένουν, μέχρι σήμερα, ανέκδοτα αν και κάπου διαφαίνεται ότι ήλπιζε στην έκδοση τους σε βιβλίο. Κάποιοι μάλιστα κάνουν και επιλεκτική χρήση εναντίον του συντάκτη τους. 

Ήταν, λοιπόν, πράκτορας των Άγγλων ο Ορέστης;

Όσο “αναπόδραστη” φαντάζει η “αλήθεια” της “δημοκρατικά” εκφρασμένης πλειοψηφίας, πολύ περισσότερο καταλυτική είναι η αλήθεια των γεγονότων και η όντως αλήθεια ΤΗΣ ΤΟΤΕ δημοκρατικής πλειοψηφίας, η οποία σαρκώθηκε στην Ιστορία και έγραψε το έπος της Αντίστασης στην ΑττικοΒοιωτία & Εύβοια.

Πριν από τη σημερινή “πλειοψηφία”, υπήρχε η τότε, εκείνη που είχε και τη βαρύνουσα σημασία. Υπήρχαν εκείνοι οι άνθρωποι που δεν δίστασαν να στρατευτούν στα Αντάρτικα του Ορέστη. Που δεν είδαν κανένα είδος ατιμίας και “πρακτοροσύνης” στη συμπεριφορά του, σε μια εποχή που η συμπεριφορά και η μπέσα παίζει τον κυριότερο ρόλο στις αποφάσεις των ανθρώπων για ζωή ή για θάνατο. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, ακόμη κι αν κάποιοι απ' αυτούς αργότερα τον είπαν πράκτορα, που εμπιστεύτηκαν τη ζωή τους στα χέρια του, όλοι αυτοί οι άνθρωποι που πολέμησαν μαζί του, που τον προμήθευσαν υλικά, όπλα, μέσα, κρυψώνες και διαφυγές, που τέθηκαν υπό τις διαταγές του, που διάβασαν τα έντυπα του μηχανισμού της Μονάδας του (Αρχηγείου, Ταξιαρχίας και Μεραρχίας), εκείνοι που εξασφάλιζαν την επικοινωνία από και προς το Βουνό, από και προς τη Μέση Ανατολή, οι σύνδεσμοι και οι οδηγοί, οι Αρβανίτες των δερβενίων και των ορεινών περασμάτων, πάνω από τέσσερις χιλιάδες αντάρτες, όλοι αυτοί μαζί, ομοδοξούν και επιμαρτυρούν εν τοις πράγμασι και όχι εν τοις ρήμασι....

Γεια σου Ορέστη γεια σου, εσύ και τα παιδιά σου”

Έτσι απάντησα εγώ στην ερώτηση αν ήταν ο Ορέστης πράκτορας των Άγγλων. Έτσι απάντησα και έτσι αποφάσισα να κάνω "το δικηγόρο του διαβόλου", ή, αν θέλετε, να ψάξω για "του στραβού το δίκιο". Άλλωστε αυτό κάνω, εδώ και καιρό για τον Νίκο Ζαχαριάδη. 

Αντιτίθεμαι εμπράκτως και στα ίσα στο ιστορικό μπούλινγκ κατά των δύο αυτών ηρωικών και τραγικών θυμάτων της "ιστορικής φιλολογίας". Αντιστέκομαι σθεναρά στον ανεστραμμένο, μικρόψυχο και μικρόμυαλο τρόπο σκέψης που μας καθιστά βλάκες και μας στέλνει να ψάχνουμε τα πατήματα ενώ μπροστά μας βρίσκεται ο λύκος. 

 Αν ήταν πράκτορας, είχε πολλές, αφάνταστα πολλές, ευκαιρίες για να καταστρέψει και να ζημιώσει τομείς ολάκερους της Αντάρτικης δράσης. Δεν χρειαζόταν να περιμένει τον “Δεκέμβρη” ή τον “τρίτο γύρο” και τα σχετικά. Ούτε θα συγκροτούσε πρώτα ένα στρατό από 4.000 εθελοντές για να τον ξεπουλήσει μετά. Ο Ορέστης, δεν πρέπει να το ξεχνάμε, ξεκίνησε μόνος του στη δύσκολη αυτή περιοχή, χωρίς καμιά ομάδα, χωρίς να του προσφέρει κανένας μια μικρή, ολιγοπρόσωπη έστω, σιρμαγιά, Αυτός και ο Νάκιας! Μόνο! 

Και μια μόνο ενέργεια του Ορέστη να λογαριάσουμε αρκεί για να καθαριστεί το όνομά του. Το ότι διείδε την πρόθεση των Άγγλων να καταστήσουν την Εύβοια προγεφύρωμα, μέσω των ταγμάτων ασφαλείας, και κατά παράβαση των διαταγών πέρασε απέναντι για να διευθύνει αυτοπροσώπως τις επιχειρήσεις, τα λέει όλα.(κλικ) 

Άλλωστε και οι πιέσεις, που πανθομολογούνται και τεκμηριώνονται πλήρως, να βγει στο δεύτερο αντάρτικο αυτό δείχνουν: Κανένας δεν πιστεύει ότι ο Ορέστης είναι πράκτορας!
Και όχι μόνο δεν πιστεύει κανένας αλλά κανένας δεν ισχυρίζεται και ούτε και διατυπώνει ποτέ ότι ο Ορέστης είναι πράκτορας και συνειδητά εργάζεται για την εξυπηρέτηση αγγλικών συμφερόντων. Κανείς, ούτε ο ίδιος ο Νίκος Ζαχαριάδης!

Παρακάτω ο αναγνώστης θα μπορέσει να διαβάσει το αυθεντικό κείμενο του Ζαχαριάδη για την “παρέα”, όπως την αποκαλεί, των Πετσόπουλου, Ορέστη, Ζαχαριά. Είναι ένα τμήμα της ομιλίας του στην Πανελλαδική Οργανωτική Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ που έλαβε χώρα στις 15-17 Απριλίου 1946. Λίγες μέρες δηλαδή μετά τις εκλογές και τέσσερις περίπου μήνες πριν από το Δημοψήφισμα για τον Βασιλιά. 
Διόρθωση: Στο αρχικό κείμενό μου αναφέρεται από λάθος ως τόπος και χρόνος ομιλίας η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη. Το σωστό είναι ότι πρόκειται για την ομιλία του Ζαχαριάδη στη σύσκεψη στελεχών της ΚΟΑ που έγινε στο θέατρο «Κεντρικόν», τρεις μέρες νωρίτερα, στις 12/5 και δημοσιεύτηκε στον Ριζοσπάστη στις 16/5.

Γίνεται σε μια εποχή που ο “Ριζοσπάστης” από τη μια μετράει τους νεκρούς δημοκρατικούς και αντιστασιακούς της ημέρας και από την άλλη προτάσσει την πολιτική της “Συμφιλίωσης” και της “κυβέρνησης εθνικής ενότητας”. Εκείνες λοιπόν τις ημέρες, όπου ο ένας μετά τον άλλον οι αντάρτες του ΕΛΑΣ συλλαμβάνονται ή δολοφονούνται, ο Ζαχαριάδης συνιστά ψυχραιμία, αποφυγή των παγίδων, επαγρύπνηση, θέτει δε το ζήτημα που του θέτουν οι ίδιοι εκείνοι αγωνιστές....

”τι θα κάνουμε; Θα τους αφήσουμε να μας σφάζουν; Δεν θα πάρουμε τα βουνά;”

Στο τμήμα, λοιπόν, αυτό της ομιλίας που επιγράφεται “η προσπάθεια διάβρωσης από τα μέσα”, ο Ζαχαριάδης, με κανέναν τρόπο ΔΕΝ ισχυρίζεται ότι όλη αυτή η “παρέα” είναι πράκτορες των Άγγλων. (Βλέπε Κείμενο 1ο) Ούτε καν για τον Πετσόπουλο δεν θέτει τέτοιο θέμα, τον οποίο Πετσόπουλο ο “Ριζοσπάστης” θα στολίζει τακτικά όλους τους επόμενους μήνες. Το πολύ που του καταλογίζει, ότι έχει διάφορες μωροφιλοδοξίες, ότι είναι επιχειρηματίας, πελαγωμένος μικροαστός και «σνομπ επαναστάτης»! Τίποτα περισσότερο! Άλλο πράγμα το ότι “την διέξοδο που βρίσκει (ο Πετσόπουλος) στο χτύπημα του Κόμματος” την εκμεταλλεύονται οι αντίπαλοι με πρώτους τους Άγγλους που πάνε να ψαρέψουν στα θολά νερά κλπ. Διαφαίνεται δε, μέσα από τις γραμμές της ομιλίας του γραμματέα ότι φοβάται κάποιον "τυχοδιωκτισμό" από την πλευρά των εν λόγω καπεταναίων. Πρόκειται για τη φήμη που κυκλοφορεί εκείνο τον καιρό ότι ο Ορέστης ετοιμάζεται να βγει στο Βουνό. Βέβαια, ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Και σε κάποια στιγμή ο Φώτης, τις επόμενες μέρες, έχει την "ευκαιρία" να το εξηγήσει στην ηγεσία του Κόμματος και, όπως πιστεύουν, να διαλύσει την παρεξήγηση.

Κατ' επέκτασιν, πουθενά ΔΕΝ λέει ο Ζαχαριάδης και μάλιστα σε ένα κομματικό σώμα τεράστιας σημασίας (κάτι σαν συνέδριο), ότι ο Ορέστης ή ο Ζαχαριάς είναι πράκτορες των Άγγλων!
Ξέρει ο Ζαχαριάδης από τον Σιάντο ότι, ο Ορέστης διαφωνεί σε πολλά με τον Πετσόπουλο. Ξέρει ότι δεν ταυτίζεται μαζί του. Αλλά ξέρει κι ότι τον δένει μπέσα με τον Πετσόπουλο γιατί πολλές φορές τον στήριξε στην Κατοχή, πολλούς σπουδαίους μαχητές έστειλε στο βουνό ενώ δύο φορές του έστησε το τυπογραφείο της Μεραρχίας που δούλευε στη Σπηλιά του Μπόρση. Τα ξέρει όλα αυτά ο Ζαχαριάδης αλλά του χρειάζεται μια αποκήρυξη του Ορέστη προς τον Πετσόπουλο. Δεν ξεχνάει τους δεσμούς του Πετσόπουλου με την Παλιά Κεντρική Επιτροπή και την επαίσχυντη θέση της ως προς τον Πόλεμο της Αλβανίας και το “Γράμμα στον Ελληνικό Λαό” του Ζαχαριάδη. Τότε που πρώτοι, εμμέσως πλην όμως εντέχνως και σαφώς, τον είπαν πράκτορα του Μανιαδάκη. 
Και, βέβαια, σε πολλά, στα περισσότερα, ο Ζαχαριάδης έχει δίκιο. Μα και ο Ορέστης, που τόσα θα καταμαρτυρήσει στον Ζαχαριάδη για τον Εμφύλιο, παραδέχεται ότι όλη η εποποιία της Αντίστασης στηρίζεται σε αυτό το εκπληκτικό γράμμα του Ζαχαριάδη και όχι στο “Μανιφέστο της Παλαιάς Κ.Ε.” που απ' ό, τι φαίνεται είχε βάλει και ο Πετσόπουλος το χεράκι του.(κλικ)

Ο Ορέστης, λοιπόν, έχει άλλη άποψη για τον ένοπλο αγώνα από εκείνη στην οποία τείνει ο Ζαχαριάδης. Τον θεωρεί αδύνατο και άρα ολέθριο. Το λέει με παρρησία και το εφαρμόζει στην πράξη.  Έχει κάνει στο βουνό, και σαν αντάρτης και σαν χωροφύλακας, και έχει δει πώς εξοντώνονταν οι τελευταίοι λήσταρχοι. Οι "προφητείες" του είναι συγκλονιστικές. "Προαναγγέλλει" με λεπτομέρειες το  πώς θα εξοντωθούν όταν θα βγουν στο Βουνό, ο ένας μετά τον άλλον. 

Γι' αυτό δεν δίνει τα κρυμμένα όπλα, σε ποιον; Στο Νάκια! Ο Νάκιας είναι το πρώτο παλληκάρι του! Ο πρώτος αντάρτης της Βοιωτίας! Πάει και τον βρίσκει, εκείνον τον καιρό, και του ζητάει “τους κωδικούς”, την εντολή του Ορέστη δηλ., σε αυτούς που τα φυλάνε, να του τα δώσουν. Η απάντηση είναι αποστομωτική. Με δικά μου λόγια: δεν θα σου δώσω τα όπλα να κάνεις αυτό το οποίο σε αποτρέπω να κάνεις και αυτό που εγώ δεν κάνω. 

Ο Ορέστης είναι ένας μεγάλος Καπετάνιος, αντάξιος εκείνων του '21 και ένας άξιος Αρβανίτης Καπετάνιος, οικειοθελώς αρβανιτοποιηθείς. Αγαπάει και προσέχει τα παλληκάρια του και δεν εννοεί να τους “πάρουν οι εχθροί το κεφάλι”. Έχουμε πει πολλά επ' αυτού στους “Παράξενους Φτωχούς Στρατιώτες”. Ισχύουν πλήρως για τον Ορέστη και με το παραπάνω.

Ο Ορέστης δεν είναι μόνο αντάξιος του '21. Είναι και αντάξιος του Άρη. Μέσα, βέβαια, από την διαφορετικότητά τους. Μπορεί να ανταγωνίζονται προ και μετά θάνατον, αλλά είναι από την ίδια “πάστα”, από την ίδια στρατιωτική παράδοση της ηπειρωτικής Ελλάδας. Όπως ο Άρης, όταν πια έχει πιστεί ότι ο Κόμμα δεν καταλαβαίνει, βαδίζει παρά και ενάντια στο Κόμμα, έτσι και ο Ορέστης. Όπως είναι πράξη παλληκαριάς να συνταχθείς με το Κόμμα όταν σηκώνει το λάβαρο της Αντίστασης έτσι είναι παλληκαριά να πας ενάντια στο Κόμμα όταν εκείνο αδυνατεί να σώσει τους ανθρώπους του. Σε αυτό μοιάζουν. Διαφέρουν στο ότι, ο μεν Άρης δεν εννοεί να ζει ξαρμάτωτος χωρίς το στρατό του, με τους Άγγλους αφεντικά και τους συντρόφους του στα σίδερα, ο δε Ορέστης εννοεί να δώσει κι αυτή τη μάχη, να στηρίξει και να περιθάλψει εμπράκτως τους διωκόμενους και να φροντίσει τελικά για τη διάσωσή τους. Εξ ου και η δυσαρέσκεια του Ζαχαριάδη στις "φιλανθρωπίες" του Πετσόπουλου.   

Ο Ορέστης διαβλέπει, από τότε ακόμα, εκείνο που θα δει ο Ζαχαριάδης το 1949. Οι Άγγλοι αποσκοπούν στη φυσική εξόντωση των αγωνιστών και όχι μόνο στην ήττα του κινήματος. (Με τα ανάλογα προσχήματα, βέβαια).  Άλλωστε ήττα ιδεολογικοπολιτική δεν μπορούν να πετύχουν μετά τον θρίαμβο της ΕΣΣΔ στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Ζαχαριάδης, για να σώσει τους αγωνιστές, τούς βγάζει από την Ελλάδα. Ο Ορέστης αρνείται πεισματικά να τους διευκολύνει και στο ελάχιστο να βγουν στο Βουνό!

Απορρίπτει το Κόμμα (Μετά το Γαλαξείδι, λέει, έσπασαν οι παλιοί κομματικοί δεσμοί) και κρατάει τους εν όπλοις δεσμούς του με τους συντρόφους του και την αρβανιτικότητά του, όπως ο ίδιος επισημαίνει κατ' επανάληψιν. 

Ο ΚίτσοΝταούτης, καταδιωκόμενος και ανέστιος τριγυρίζει στην Αθήνα χωρίς να μπορεί να επιστρέψει στο χωριό του. Είναι ο ΚιτσοΝταούτης από το Κλειδί, μεγάλο στήριγμά τους και τους έχει βοηθήσει πολύ. Τόσο πολύ που έχει το θάρρος να κάνει χωρατά καθώς συναντάει τον Φώτη Βερμαίο, μετά τα Δεκεμβριανά στην οπισθοχώρηση, και του χαρίζει τη μαγκούρα του “για τον δρόμο”, τον οποίο εκτιμάει, ο οξυδερκείς και καίριος αυτός Αρβανίτης, μακρύ και δύσκολο. 
Ο καπετάνιος, σαν παλιός μαχητής της παρανομίας, έχει “άκρες”. Τον σέβονται, τον εκτιμάνε και τον αγαπάνε πολλοί φίλοι και αρκετοί "εχθροί". Έχει πολύ καλές σχέσεις με δεσποτάδες, αξιωματικούς, Έλληνες, Άγγλους, Αμερικανούς και Ρώσους. Είναι ο "Τσαπάγεφ της Ελλάδας", πώς να το κάνουμε. Και η ξεχωριστή "εξωτική" προσωπικότητά του κινεί το "ενδιαφέρον"και τη  συμπάθεια  πολλών. Δεν μπορούν να σώσουν αυτόν από τη σύλληψη, τη δίκη και τη φυλακή αλλά μπορούν να σώσουν άλλους ανθρώπους που δεν είναι στο στόχαστρο με τον τρόπο που είναι εκείνος. 
Του “βγάζει” λοιπόν χαρτιά, του ΚιτσοΝταούτη. Αγγλικά χαρτιά για να περάσει τους ελέγχους πηγαίνοντας για το Κλειδί. Το ότι έχει τέτοια δυνατότητα, να διεισδύει και να εκμεταλλεύεται ρωγμές στο μηχανισμό των Άγγλων, δεν σημαίνει αυτομάτως ότι είναι άνθρωπός τους. Άνθρωπός του θα ήταν αν δεν έσωζε τον ΚιτσοΝταούτη ή αν έδινε τα όπλα στο Νάκια. 
Οι κομμουνιστές είχαν πάντα την ικανότητα αυτή, της αξιοποίησης του μηχανισμού από τα μέσα και είναι άδικο εκείνο που στην περίπτωση Πλουμπίδη, πχ, θεωρείται φυσιολογική ικανότητα και επιτηδειότητα, στην περίπτωση του Ορέστη να θεωρείται στοιχείο ενοχής. 

Το ίδιο πνεύμα επικρατεί και στους άμεσους συνεργάτες του. Τον Φώτη και τον Σαμαρίδη. Τον καιρό εκείνο γίνεται και μια άλλη σύσκεψη. Σύσκεψη διακοσίων εν ενεργεία (έστω και τυπικά εν ενεργεία) αξιωματικών του ΕΛΑΣ, στην οδό Αγησιλάου. Η “σύσκεψη της Αγησιλάου”! (Βλέπε Κείμενο 2ο). 
Εισηγητής ο Ζαχαριάδης και παρόντες οι σπουδαιότεροι πολέμαρχοι του ΕΛΑΣ και μετέπειτα του ΔΣΕ. Ο Ζαχαριάδης τα “χώνει” στον Ορέστη χωρίς όμως να τον κατονομάσει. 
Ο Βερμαίος, τον διακόπτει, παίρνει τον λόγο χωρίς να ρωτήσει κανέναν και  υπερασπίζεται τον Ορέστη ευθαρσώς. Το ίδιο κάνει και ο Σαμαρίδης που έχει διαδεχτεί τον Φώτη στο επιτελείο της ΙΙ Μεραρχίας. Και οι δύο δηλώνουν “συνυπεύθυνοι” αν ο Ορέστης είναι υπεύθυνος! 

Είναι ο Βερμαίος και ο Σαμαρίδης πράκτορες των Άγγλων; Και το πάω εγώ παρακάτω: Είναι ο Γιώτης (Χαρίλαος Φλωράκης) πράκτορας των Άγγλων που διετέλεσε β' γραμματέας της κομματικής οργάνωσης της 5ης Ταξιαρχίας (και μετέπειτα 2ης Μεραρχίας) και "δεξί του χέρι" από τον Μάρτη του '43 έως τον Μάρτη του '45 και την διάλυση;

 Ο Ζαχαριάδης τα χάνει και αποχωρεί από τη σύσκεψη της Αγησιλαου! Ποιος εξέθεσε τον Ζαχαριάδη στο πρωτοφανές αυτό περιστατικό; Ο ίδιος δεν έχει ζήση τα γεγονότα, μόνο να τα έχει πληροφορηθεί μπορεί. Γι' αυτό και τα χάνει. Συνειδητοποιεί ότι τον έχουν ενημερώσει λάθος. Ποιος μπορεί να το έχει κάνει αυτό; Πρωτίστως ο Θόδωρος Μακρίδης, ο Έκτορας. Με τις ευλογίες του "κοιλιά", του Φάνη-Βασίλη Μπαρτζώτα!  

Ως γνωστόν, ο Νίκος θεωρεί τον Μακρίδη μεγάλη στρατιωτική ιδιοφυΐα  και εκτιμάει την άποψή του.  Είναι κι αυτός μικρασιάτης, μ' ένα "παθολογικό" μίσος για τους Άγγλους. Εκεί εστιάζεται η πολιτική ευθύνη του Ζαχαριάδη και εκεί ακριβώς ελοχεύει το λάθος. Παίρνει τον Μακρίδη στα σοβαρά! Ο Μακρίδης, και όχι μόνο, τον παίρνει τελικά στο λαιμό του! Θα μπορούσε να γραφτεί ένα ολόκληρο βιβλίο για τις στρατιωτικές απόψεις του Μακρίδη, του Ορέστη και του Φώτη για το Αντάρτικο. 

Τρεις ώρες συζητάνε στο “Πανελλήνιον” με τον Φώτη και διαφαίνονται όλες του οι σκέψεις μέσα από τη ριζική, επί των στρατιωτικών, διαφωνία. (βλέπε Κείμενο 3ο)

Αλλά και οι αξιωματικοί, λέει ο Ορέστης, δεν μίλησαν με θάρρος για το ολέθριον του εγχειρήματος. Αν μίλαγαν ίσως ο Ζαχαριάδης να μην αποφάσιζε. Και όχι μόνο δεν διαφώνησαν αλλά πλειοδοτούσαν.... "με χέρια και με πόδια".

Ο Ορέστης, με αυτή τη φράση "αν μίλαγαν ίσως ο Ζαχαριάδης να μην αποφάσιζε", λύνει, δια παντός, τις διαφορές τους με τον Νίκο και μάλιστα μεγαλόκαρδα και παλληκαρίσια! 
Κρυπτικά, λέει εκπληκτικά πράγματα κάτω από τη μύτη των αντιπάλων, σε νόμιμη εφημερίδα ευρείας κυκλοφορίας. 
Εύστοχα, αρχίζει να μοιράζει ευθύνες και αλλού πέραν του αρχηγού! 
Ανοίγει το "κάδρο" ώστε να χωράει πολύ κόσμο. Από τον Ζαχαριάδη και τον Μακρίδη μέχρι τον Νάκια και τους παλιούς συναγωνιστές του και φωτίζει το κλίμα της εποχής. Πότε; 
Το 1959, καλοκαίρι! Όταν, δηλαδή, ο αντιζαχαριαδισμός έχει φτάσει στο ζενίθ και το να λες κάτι που μπορεί να ελαφρύνει τις ευθύνες του Ζαχαριάδη αποτελεί έγκλημα.

Συμπέρασμα;

Θλίβομαι όταν σοβαροί άνθρωποι, μεγάλοι ιστορικοί, ερευνητές, πολιτικοί, φορτώνουν έναν εμφύλιο σε έναν άνθρωπο ή έστω σε μια πολιτική ηγεσία. Δεν μπορεί μια κοινωνία να κατρακυλήσει στην αλληλοεξόντωση με αποφάσεις του Ζαχαριάδη ή της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ. Ούτε καν μόνο της Αγγλίας. Και μην ακούτε το ΚΚΕ που κορδακίζεται βλακωδώς ότι οι αποφάσεις του κινητοποιούν τις μάζες. Η απόφαση της τάδε Ολομέλειας και η απόφαση του δείνα Συνέδριου(!) Χρειάζονται πολλοί παράγοντες και, κυρίως, η “κατάσταση μηδέν”. Διαδικασία που κρατάει χρόνια και φυσικά δεν έχουν εισαγάγει στην ιστορία οι κομμουνιστές. Χρειάζεται να έχουν διαλυθεί βαθύτεροι δεσμοί και σχέσεις της κοινωνίας για να μπορέσει ο αδελφός να κυνηγάει τον αδελφό και ο φίλος τον φίλο.
Και αυτά δεν τα λέω μόνο για να αποκατασταθεί η αδικία, αλλά και για να εντοπιστεί η πραγματική ουσία της κακοδαιμονίας μας.

Στην Ελλάδα των αυτεξούσιων και πρωτεύθυνων Ελλήνων, όπου ο καθείς είναι "της οικείας γνώμης αυτοκράτωρ", όσο και να είναι προσηλωμένος στον ηγέτη του, τον αρχηγό, τον καπετάνιο, δεν φτάνει για να πάρει το όπλο και να ζήσει στο βουνό. Αυτό έδειξε η περίπτωση του Άρη. Δεν κουνήθηκε φύλλο! 
Τότε, αυτό το είπανε “συσπείρωση στη γραμμή του κόμματος” και όχι “συσπείρωση στη γραμμή του κόμματος επειδή εξέφραζε τις συγκεκριμένες διαθέσεις του λαού”. Κι ήρθε το '46 για να γίνει το αντίστροφο. Όταν σε σκοτώνουν, τα όπλα φαντάζουν σαν λύση. Αν και το κόμμα, διστάζει, κωλυσιεργεί και αναβάλλει, όλοι πιέζουν “από τα κάτω”! “Δεν μπορούσαμε να σταθούμε πουθενά” έλεγε ο μπάρμπας μου ο Βαγγέλης που παρά τρίχα γλίτωσε. Τότε στο προσκήνιο έρχονται εκείνοι που στα σχέδιά τους βλέπουν “επιτυχίες” και με τα λόγια χτίζουν ανώγια, κατώγια και “καινούργιες κοινωνίες” και μάλιστα “δίκαιες και ειρηνικές”.

Τι μπορούσε να γίνει;

Για να απαντήσει κάποιος πρέπει να βγει έξω από το σχήμα, "πάσσαλος πασσάλω εκκρούεται".
Στην ερώτηση 
“τι να κάνουμε; Θα τους αφήσουμε να μας σφάζουν; Δεν θα πάρουμε τα βουνά;” 
θα έπρεπε κάποιος να απαντήσει 
“Όχι, δεν θα βγούμε στα βουνά! Θα καθίσουμε να μας σφάξουν!” 
Πόσους περισσότερους θα σφάζανε χωρίς προσχήματα; Και, αν μη τι άλλο, δεν θα σφάζαμε εμείς.

Αλλά αν μπορούσε να το πει αυτό κάποιος, τότε δεν θα έπρεπε να ήταν κομμουνιστής αλλά χριστιανός και να ελπίζει ότι μετά του διωγμούς θα επέλθει η “Μουλβία Γέφυρα” όπου τα θύματα θα ανυψωθούν σε πυλώνα της Αυτοκρατορίας και οι τελευταίοι θα καταστούν πρώτοι. 
 Οι άλλοι, οι ΜοναρχοΦασίστες, έτσι κι αλλιώς, δεν ήταν αληθινοί χριστιανοί. 
Υπ' αυτή την έννοια, μόνο οι χριστιανοί που αποδεδειγμένα έχουν ταχθεί κατά της εμφύλιας βίας, ήγουν οι άγιοι,  μπορούν να μέμφονται τους αγωνιστές που πήραν τα όπλα στο δεύτερο αντάρτικο. Οι άλλοι, μόκο!



Κείμενο 1ο. Νίκος Ζαχαριάδης, Υπέρ βωμών και εστιών, άπαντα τα δημοσιευμένα 1946-1949,
έρευνα επιμέλεια Γιώργος Πετρόπουλος-Νίκος Χατζηδημητράκος, εκδ Καστανιώτη, σελ. 215

Νίκος Ζαχαριάδης, Υπέρ βωμών και εστιών, άπαντα τα δημοσιευμένα 1946-1949
έρευνα επιμέλεια Γιώργος Πετρόπουλος-Νίκος Χατζηδημητράκος, εκδ Καστανιώτη, σελ. 216

Νίκος Ζαχαριάδης, Υπέρ βωμών και εστιών, άπαντα τα δημοσιευμένα 1946-1949
έρευνα επιμέλεια Γιώργος Πετρόπουλος-Νίκος Χατζηδημητράκος, εκδ Καστανιώτη, σελ. 217

Κείμενο 2ο.  Ορέστης:  Για τη σύσκεψη αξιωματικών του ΕΛΑΣ στην οδό Αγησιλάου

Κείμενο 3ο.  Ορέστης: Ο Βερμαίος με τον Έκτορα στο "Πανελλήνιον"

Ορέστης: Ο  Βερμαίος με τον Έκτορα στο "Πανελλήνιον" 




Σάββατο 5 Αυγούστου 2017

Ο Ορέστης αφηγείται: Η Μάχη στις Καρούτες

Ο καπετάνιος της 5ης Ταξιαρχίας του ΕΛΑΣ (αργότερα 2ης Μεραρχίας), Ορέστης (Ανδρέας Μούνριχας), γράφει για τη μάχη στις Καρούτες την 5η Αυγούστου 1944 αλλά και άλλα παραλειπόμενα πριν και μετά τις επιχειρήσεις. Ένα απ' τα πιο εντυπωσιακά: Κατά την ανάκριση  Γερμανού αξιωματικού μαθαίνουν για την ατομική βόμβα. (Εφημερίδα "Απογευματινή" 19 & 21 Ιουλίου 1958)







Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2016

Η σημασία της Μάχης της Πύλης....τότε, τώρα και πάντα... Μέρος Α'

Ο Στέφας Μαλιάτσης, δεύτερος από δεξιά, καθ' οδόν προς την εξορία! (1948)
Νοδάρας Στ., Λίγγος Θανάσης, Νοδάρας Βασίλης, Μαλιάτσης Στέφας, Μάνθος Μπάτης.
(από το περιοδικό Αυτονόη, Τεύχος 11 Σεπτέμβριος - Νοέμβριος 2007,
αναρτάται στο μπλογκ του Παναγιώτη Α. Δριχούτη  http://drixoutispanagiotis.blogspot.gr/p/blog-page_19.html και τον ευχαριστούμε για το πολύτιμο αυτό ντοκουμέντο)

 Διακρίνονται ευκρινώς οι ..πίγκες, τα γουρουνοτσάρουχα, που φορούσαν οι ήρωες οι καημένοι...
Η φτώχεια, η ένδεια, η αβάσταχτη αδικία, δεν στάθηκαν ικανές να κάμψουν το φρόνημα των ανθρώπων εκείνων.


Η ηθική και κοινωνική σημασία της



Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής



Όταν τα 'σκιαζε η φοβέρα...


Τη δεκαετία του '70 οπού η δική μας γενιά ανδρώνονταν, δεν υπήρχαν γραπτές πηγές για την Αντίσταση. Φαίνεται παράξενο; Είναι!  Δεν μπορούσε κανείς να ψάξει να βρει ένα δύο βιβλία και μέσα απ' αυτά να “αναρριχηθεί” στον ιστό της ιστορίας, τη γενικότερη και, ιδίως, εκείνη της μικρής πατρίδας. Ο λόγος ήταν η δικτατορία και όλο το φαύλο και ξενοκίνητο καθεστώς που επικράτησε μετά τα Δεκεμβριανά. Οι διώξεις και οι απαγορεύσεις (λογοκρισία) επί δεκαετίες, καθιστούσαν αδύνατη τη καταγραφή των εμπειριών και των απόψεων των συντελεστών της επικής αντίστασης κατά της τριπλής κατοχής. Λίγοι αγωνιστές πήραν την πένα και ακόμη λιγότεροι μπόρεσαν να δουν τυπωμένη τη δουλειά τους. Επί χούντας των συνταγματαρχών, των γελοίων άμα και επικίνδυνων αυτών στοιχείων, απαγορεύτηκε η κυκλοφορία και η κατοχή τέτοιων βιβλίων και η έντυπη ιστορία σίγησε για άλλη μια δεκαετία. Βιβλία όπως το Αντάρτης στα βουνά της Ρούμελης του Νικηφόρου, ο ΕΛΑΣ του Σαράφη, το πολύτομο του Φώτη Βερμαίου, χάθηκαν εν μια νυκτί, κυριολεκτικά. Όσοι τα είχαν είτε τα έκαψαν μόνοι τους είτε, οι πιο τολμηροί, τα έθαψαν σε κάποιο μέρος του σπιτιού, για τον φόβο των “Ιουδαίων”. Και ήταν πραγματικοί “Ιουδαίοι”, με την ευαγγελική έννοια, εκείνοι και οι οπαδοί τους, κι ας διακατέχονται από μίσος για τους Εβραίους και βαθύ αντισημιτισμό. Από την πρώτη μέρα της χούντας, με λίστες προγραφών “εγκαίρως” καταρτισμένες, γύριζαν με τους χωροφυλάκους στα σπίτια των “αντεθνικώς σκεπτομένων” και τα μεν βιβλία κατάσχονταν οι δε αναγνώστες του όδευαν σε διάφορες κατευθύνσεις ανάλογα με το πόσο “επικίνδυνους” κομμουνιστές τους είχε χαρακτηρίσει ο αντίστοιχος χαφιές....Μα ναι, είχε ο καθένας τον χαφιέ του!
Το τι έγινε λοιπόν στην κατοχή, γενικότερα αλλά και σε κάθε περιοχή, έμεινε στην αφάνεια, έμεινε άγνωστο ουσιαστικά μέχρι την δεκαετία του '90. Η δεκαετία του '80 ήταν γόνιμη σε παραγωγή μονογραφιών αλλά οι πολιτικές διαμάχες δεν άφησαν χώρο για την ιστορία, για τα ίδια τα γεγονότα. Το αν θα νομιμοποιηθεί η Εθνική Αντίσταση, ποιος θα είναι ο χαρακτήρας αυτής της νομιμοποίησης, αν θα κουτσουρευτεί και θα ευνουχιστεί, ήταν τα “τεράστια ζητήματα” που σκίαζαν την ίδια την Αντίσταση. Οι ίδιοι οι αγωνιστές πολώθηκαν σε πολλά δίπολα, ετεροχρονισμένα πολλά φορές αφού η παρανομία δεν επέτρεψε να “λυθούν” οι διαφορές το '50, το '60 και το '70.
Όλα αυτά, λοιπόν, που σήμερα φτάνουν μέσα στα σπίτια μας και σε οποιαδήποτε γωνιά του κόσμου, τότε, ήταν άγνωστα ή κάτι σαν θρύλοι που ακούγονταν δίπλα στη σόμπα ή στο τζάκι, ψιθυριστά, από τους μεγαλύτερους που τα είχαν ζήσει ή τα είχαν διαβάσει.
Εγώ, για παράδειγμα, ήξερα από παιδί την ύπαρξη του Αντάρτη στα βουνά της Ρούμελης αλλά ποτέ δεν το είχα δει ούτε ήξερα ποιος το έχει για να το αναζητήσω. Όταν έμαθα και του το ζήτησα, το είχε πλέον χάσει κι αυτός. Τον Ορέστη, τον είχα κι εκείνον ακουστά και μάλιστα σε κάθε αναφορά του ονόματος κάποιος έσπευδε, με πικρία, να συμπληρώσει τους στίχους: «Ορέστη το ντουφέκι σου να μη το παραδόσεις... μ' αυτό θα μας ελευθερώσεις»1. Κάποια στιγμή, μετά τη μεταπολίτευση, έμαθα και για τις δημοσιεύσεις του στην “Απογευματινή” αλλά ποτέ και κανείς, από τους αφηγητές ή τους συγγραφείς, δεν μπόρεσε να μου μεταδώσει τον όγκο και τη σπουδαιότητα του κολοσσιαίου εκείνου έργου, το οποίο, στο κάτω κάτω, ήταν και νόμιμα δημοσιευμένο. Για πολλά χρόνια νόμιζα ότι επρόκειτο για κάποιο μικρό αφιέρωμα λίγων ημερών και υπό τύπο συνεντεύξεως. Τον Φώτη Βερμαίο, τον έμαθα μετά την μεταπολίτευση χωρίς να έχω πλήρη εικόνα για το τι ήταν ακριβώς ο Φώτης και ποια ήταν η εκπληκτική του δράση στα μέρη μας και στην ευρύτερη περιοχή. Φαντάζομαι ότι αυτό εξακολουθεί να συμβαίνει και με τους περισσότερους από τους αναγνώστες τούτων των αράδων.
Σιγά σιγά, λοιπόν, κι “από τα κάτω” άρχισε να ιστορείται η εικόνα της αντίστασης στην περιοχή της ΑττικοΒοιωτίας και οι διάφοροι συντελεστές να “καταθέτουν”, οι περισσότεροι νεκροί ήδη από χρόνια, τις απόψεις τους, τις εμπειρίες τους και τις ιδιαίτερα σημαντικές, για μένα τουλάχιστον, “μικρές λεπτομέρειες”. Ήδη, φίλε αναγνώστη, θα έχεις καταλάβει τη σημασία και την ομορφιά αυτών των μικρών λεπτομερειών από τα τρία κείμενα για τη Μάχη της Πύλης- του Ορέστη, του Αλέξανδρου και του Φώτη- που αναρτήθηκαν, ακριβώς γι' αυτό τον λόγο, τις προηγούμενες μέρες. Ενώ λίγο πολύ λένε τα ίδια πράγματα γύρω από τη μάχη, οι λεπτομέρειες, οι εικόνες, τα περιστατικά, που συμπληρώνει ο καθένας τους, μας διευρύνουν τη μεγάλη τοιχογραφία, το “φρέσκο”.  Ο “φακός” μας γίνεται ευρυγώνιος και μας επιτρέπει να “δούμε” κι άλλα πράγματα πέρα από το κυρίως θέμα...Τις κοινότητες των Αρβανιτών των Δερβενοχωρίων, τις σχέσεις τους με τους Αντάρτες, τις σχέσεις τους με τους κατακτητές, την κίνηση από και προς την Αθήνα τόσο των αντιστασιακών όσο και των απλών ανθρώπων κλπ.
Τελευταίο μου απόκτημα, στη σειρά των αφηγήσεων και των τεκμηρίων από τα σωζόμενα αρχεία της αντίστασης, είναι αυτή η προρρηθείσα έγγραφη μαρτυρία του Ορέστη. Πραγματοποιώντας ένα όνειρο ζωής θα έλεγα, κατάφερα πέρσι να κάνω μια πρώτη “γνωριμία” με το έργο αυτό, να κρατήσω εκτενείς σημειώσεις που καταλαμβάνουν τις σελίδες πέντε τετραδίων και να το ψηφιοποιήσω. Δεν ξέρω αν θα το δω ποτέ τυπωμένο αλλά αυτό είναι άλλο θέμα. Οι εντυπώσεις μου ξεπέρασαν κάθε προσδοκία. Όχι μόνο στην αποσαφήνιση πολλών πτυχών των γεγονότων αλλά και στην ευρύτερη αντίληψη που είχα για τις πολιτικές τους αφετηρίες ή προεκτάσεις. Οι παρατηρήσεις του Ορέστη φτάνουν πολύ πολύ μακριά και αγγίζουν με ενδιαφέροντα τρόπο την “ανθρωπολογία” της Αντίστασης. Ταυτόχρονα αποτελούν έναν ύμνο στην Αρβανιτιά - το άλλο αγαπημένο θέμα στο οποίο έχω εντρυφήσει ειδικά τα τελευταία χρόνια- ως φορέα της ελληνικής στρατιωτικής παράδοσης. Ο Ορέστης δηλώνει από τις πρώτες σελίδες ότι, αποστρατευόμενος από τον ΕΛΑΣ, μια ιδιότητα αρκείται να κρατήσει, αυτή του Αρβανίτη. Η “αρβανιτοποίησή” του για την οποία άκουσε πολλές κατσάδες από τα ηγετικά κομματικά στελέχη, είχε ήδη συντελεστεί πλήρως και προπαντός εκουσίως!


Ο Στέφας Μαλιάτσης, κάτι μεταξύ ήρωα και άγιου



Μέσα σε αυτό το πλαίσιο όπου, θέλοντας και μη, η ιστορία σιωπούσε, ο απόηχος της Μάχης της Πύλης έφτασε στη γενιά μας καθυστερημένα και ψιθυριστά αλλά ευτυχώς όχι εντελώς αργά. Ίσα ίσα  για να σώσει το τραγικό  πρόσωπο του πατέρα που καλείται να θυσιάσει τον γυιο για χάρη της πατρίδας και της ελευθερίας. Η θεία οικονομία διέσωζε, κόντρα στους σταυρωτήδες, το ανθρωπολογικό παράδειγμα “ίνα μη το κακόν αθάνατο γένηται” και η Αρβανιτιά ξεπέσει να έχει πρότυπο παλληκαριάς τον ανθρωποφάγο συνεργάτη των Γερμανών και όχι τον αγωνιστή της ελευθερίας που δεν διστάζει να θυσιάσει και το σπλάχνο του γι' αυτή, πόσω μάλλον να συμμαχήσει “και με τους Γύφτους”, όπως θα έλεγε κι ο Μακρυγιάννης. Όπου “Γύφτοι” εδώ εννοούνται οι κομμουνιστές.
Τα λοιπά στοιχεία της Μάχης τα μαθαίναμε σιγά σιγά και εξακολουθούμε να τα μαθαίνουμε.
Ας τα βάλουμε λοιπόν σε μια σειρά.


Η τραγωδία έχει πατρίδα, τη Βοιωτία



Δεν λέω κάτι καινούργιο με την διαπίστωση αυτή. Μπορεί οι τραγωδοί να είναι Αθηναίγοι, οι τραγωδίες τους όμως είναι...Θηβαίικες και Βοιωτικές. Μια απ' αυτές, η της Ιφιγένειας εν Αυλίδι θέτει το τραγικό δίλημμα ανάμεσα στο συμφέρον των πολλών και το συμφέρον των λίγων. Ανάμεσα στο συμφέρον της κοινωνίας και στο συμφέρον της οικογένειας και του ατόμου. Και το θέτει με τον πλέον ακραίο τρόπο. Εκείνος που καλείται, από τους ίδιους τους θεούς, να λύσει την αντίφαση είναι ο πατέρας και πολέμαρχος! Την ίδια ακριβώς αντίφαση κλήθηκε, εκείνο το πρωί της 16ης Οκτωβρίου του 1943, να λύσει και ο αρχηγός του εφεδρικού ΕΛΑΣ της Πύλης, ο Στέφας Μαλιάτσης. Ο σύγχρονος άνθρωπος, μέσα στην αυτοθέωσή του, μέσα στην αλαζονεία της βουλησιοκρατίας του και στις θριαμβολογίες του πως τάχα “σκότωσε τον θεό”, έχει χάσει την αίσθηση του τραγικού. Δεν μπορεί να καταλάβει ότι “δεν μπορεί πάντα να κάνει ό,τι θέλει” και πολύ περισσότερο δεν μπορεί να καταλάβει ότι έρχονται στιγμές στις οποίες όποια απόφαση κι αν πάρει είναι λάθος και κάτι παραπάνω...ίσως είναι έγκλημα. Έγκλημα, λάθος, κακό....."ου παντός κακόν. Προς τι μεν κακόν προς τι δε ου κακόν”, μας λέει ο μέγας Μάξιμος ο Ομολογητής. Ο Στέφας παίρνει τη θέση του δίπλα στον Αγαμέμνονα, ίδιος κι απαράλλακτος ομηρικός ήρωας κι αυτός, και καλείται να αποφασίσει τίνος το καλό θα υπηρετήσει. Αν δεν φωνάξει “πυρ”, θα σώσει τον γυιο του αλλά θα βλάψει την πατρίδα του. Αν φωνάξει “πυρ” θα χάσει τον γυιο του αλλά θα ωφελήσει την πατρίδα του. Πού είναι ο Στέφας; Στο “εγώ” ή στο “εμείς”; Τι είναι ο Στέφας; Πατέρας ενός παιδιού ή φορέας της πατρότητας και της...πατρίδας που υιοθετεί όποιον αναγνωρίζει σ' αυτήν ως εύδαιμον το ελεύθερον, το δε ελεύθερον ως εύψυχον;  
Η απάντηση δόθηκε με τα όπλα! Ο Πατήρ πάντων Πόλεμος άλλους τους έκανε ελεύθερους κι άλλους τους έκανε δούλους....Ο Στέφας, ακόμη κι όταν πήρε το δρόμο για την εξορία, παρέμεινε ελεύθερος κατακτώντας μια θέση ένθα οι δίκαιοι αναπαύονται, δίπλα στους ήρωες των Ελλήνων, κάμποσο παραπάνω από το θρόνο του Αγαμέμνονα, ότι εκείνος ήταν εξ αρχής αρχηγός της εκστρατείας ενώ ο Στέφας αναδείχτηκε , θέλοντας, εκείνη τη στιγμή που χρειάστηκε να πάρει όλη την ευθύνη των άλλων πάνω του!

Νίκησε ο καλύτερος


Με το που ξέσπασε η κρίση και πριν ακόμη πλακώσουν τα μνημόνια, βλέποντας τη στάση των Γερμανών, ο νους μου πήγε στον Στέφα και στους Πυλιώτες του. Για να δώσω λοιπόν το στίγμα της νέας εποχής, όπως εγώ το καταλάβαινα, και για να φανεί η στρατηγική που πρέπει οι Έλληνες να ακολουθήσουν, δημοσίευσα, αρχές Μαρτίου 2010, στο ηλεκτρονικό περιοδικό “Αντίφωνο” την ιστορία της μάχης με τον τίτλο “Δικαίου διάκρισις” .
Το παράδειγμα το Στέφα παραμένει επίκαιρο και άκρως πολύτιμο αν και οι σημερινοί Έλληνες έκαμαν το ακριβώς αντίθετο από εκείνο που έκανε ο Στέφας. Επί πέντε χρόνια ρίχνουν τις ευθύνες ο ένας στον άλλον- τις ευθύνες για το τι έγινε αλλά και για το τι θα γίνει- και φροντίζουν οι θυσίες να είναι των άλλων κι όχι δικές τους.
Παραμένει επίκαιρο, λοιπόν, γιατί δείχνει πώς και πότε οι Γερμανοί μπορούν να νικηθούν. Δείχνει ότι η αποτελεσματικότητα των Γερμανών, η άψογη οργάνωσή τους, η πειθαρχία τους, το πείσμα και η μαχητικότητά τους είναι πεπερασμένα πράγματα και μπορούν να κατανικηθούν όταν βρουν μπροστά ...τον Στέφα τους! Η γερμανική αλαζονεία χρειάζεται τον...Αρβανίτη της!2
Η Μάχη της Πύλης αυτό έδειξε. Ότι η πανίσχυρη γερμανική μηχανή σταμάτησε μπροστά στην αποτελεσματικότητα μερικών λιανοντούφεκων τα οποία όμως βρίσκονταν στα κατάλληλα χέρια. Αποδείχθηκε ότι η αρβανίτικη, ήγουν ελληνική, στρατιωτική παράδοση, με τον ελάχιστο οπλισμό, ήταν σε θέση να κάνει θαύματα. Σκεφτείτε τι θα γινόταν αν οι Άγγλοι, ως όφειλαν, είχαν εξοπλίσει το λαό με όπλα εφάμιλλα των γερμανικών! Σκεφτείτε τι πόλεμο θα κάνανε οι Αρβανίτες γύρω γύρω απ' την Αθήνα, στις ακτές του Ευβοϊκού, στις σκηρώνειες πύλες του Μοριά, σε όλα τα δερβένια και τα περάσματα, εφ' ω ετάχθησαν από την εποχή της Ανατολικής Ρωμαίικης Αυτοκρατορίας.
Η Μάχη της Πύλης έδειξε επίσης ότι σε ένα ολοκληρωτικό πόλεμό, όπου δεν υπάρχουν μέτωπα και μετόπισθεν, όπου η διάκριση μεταξύ μάχιμου και άμαχου καταργείται από τον εισβολέα, η μεγάλη εφεδρεία, το συγκριτικό πλεονέκτημα, «Αντάρτης-Κλέφτης-Παλληκάρι, πάντα είναι ο ίδιος ο Λαός». Ο λαός που ανυψώνεται σε Λαό κατά τον τρόπο του Στέφα και των Πυλιωτών οπού από τσοπάνηδες ανυψώθηκαν σε δοξασμένους πολεμιστές.
Εκεί, στον Λαό, “από τα κάτω”, γεννιέται η αποτελεσματικότητα, η δημιουργικότητα, η ατομική πρωτοβουλία και η συλλογική επιτυχία. Εκεί όπου ο κάθε πολίτης-οπλίτης σκέφτεται και δρα σαν στρατηγός και ο κάθε στρατηγός κάθεται δίπλα στον πολίτη-οπλίτη και μαθαίνει απ' αυτόν, τρώγοντας, πίνοντας και ακούγοντας ιστορίες.
Και στον σημερινό οικονομικό μεν ολοκληρωτικό δε πόλεμο που μας επιβλήθηκε, έτσι μόνο θα νικήσουμε. Με αντάρτικο, αντάρτικο οικονομικό από τα κάτω! Καλές οι πολιτικές γραμμές αλλά χρειάζονται και οι....κώλοι! Φαντάζομαι πως σας είναι γνωστή η ιστορία με τον Γύφτο στο Φάληρο...

«Στην εκστρατεία του Πειραιά ένας στρατιωτικός φιλέλληνας ήθελε να κατασκευάσει χαρακώματα με ευρωπαϊκά σχέδια. Περνώντας ο Καραϊσκάκης στάθηκε περίεργος να δει τα έργα. Φαίνεται τα έβρισκε πολύ ρηχά. Ήξερε αυτός τα κλειστά ή τυφλά (αδιέξοδα) ταμπούρια των ατάχτων, που και να ‘θελε να φύγει ο δειλός, δεν θα μπορούσε.



-Γιατί τα ‘καμες έτσι; ρώτησε ο Καραϊσκάκης δήθεν αθώα.
-Αυτό το μέρος είναι το “πρανές”, αυτό είναι το “προπέτασμα”, εκεί είναι η “βάσις”… Έτσι μας διδάσκουν εμάς τα βιβλία μας, Στρατηγέ.
-Όλα καλά, ωρέ παιδί μου, είπε ο Καραϊσκάκης, μα πού είναι οι κώλοι!!!…Κι έδειξε τον πισινό του. Ο Ευρωπαίος απόρησε.
-Πού είναι οι κώλοι ωρέ παιδί μου, που θα καθίσουνε στα χαρακώματά σου, και θα τα βαστάξουν; Τέτοια σχέδια όσα θέλεις κάνω κι εγώ!»


Σημειώσεις:


1  Το τραγούδι αυτό,"μονότονο και άτεχνο τραγουδιόταν επίμονα μέχρι το τέλος της κατοχής στα χωριά” όπως ο ίδιος ο Ορέστης εξηγεί αλλά και η προφορική παράδοση επιβεβαιώνει. Βγήκε αρκετά νωρίς, το 1943, και είναι άσχετο με την παράδοση των όπλων του ΕΛΑΣ μετά τη “Βάρκιζα”. Ήταν η απάντηση σε μια φήμη κάποιας στιγμής, ότι “αυτό ήταν, πάει ο ΕΛΑΣ, ο Ορέστης παραδόθηκε”.

2  Για την αρβανιτικότητα και τα συστατικά της έχω γράψει ένα ολόκληρο βιβλίο: Παράξενοι Φτωχοί Στρατιώτες-Θαυμαστά στοιχεία της αρβανίτικης στρατιωτικής παράδοσης των ελληνικών Κοινών, εκδ. Αλφειός, Αθήνα 2014. (κάποια σχετικά στοιχεία θα βρει ο αναγνώστης στο παράπλευρο μπλογκ “Παράξενοι Φτωχοί Στρατιώτες”). Και εκεί ο Στέφας κατέχει εξέχουσα θέση.

Οι τελευταίες αναρτήσεις

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αρχειοθήκη ιστολογίου