Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σίφνος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σίφνος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 8 Οκτωβρίου 2023

Σίφνος: Υπερτουρισμός; Απάντηση: ο Άνθρωπος!!

Σχόλιο στην εκπομπή της ΕΡΤ “Επίλογος”


Υπέρθυρο της τράπεζας του Προφήτη Ηλία του Ψηλού
1664 μ.Χ.
Όταν θεμελίωναν τις Βερσαλλίες! 
Ένα χαρακτηριστικό δείγμα από τα χιλιάδες, ενός πραγματικά ανθρωποκεντρικού πολιτισμού
[από το αρχείο και τις εξερευνήσεις του συγγραφέα]


Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής



Πριν από λίγο απόλαυσα μια ωραία δημοσιογραφική δουλειά που είχε θέμα τη Σίφνο και τον (υπερ) τουρισμό.

Ειπώθηκαν πολύ σωστά και ενδιαφέροντα πράγματα. Και αυτά ακριβώς είναι που μου δημιούργησαν τη διάθεση να μοιραστώ μερικές ακόμα σκέψεις και βιώματα για το αγαπημένο μας νησί.

Θα μιλήσω κυρίως προσωπικά, διότι η Σίφνος είναι κι αυτή πρόσωπο. Προσωπική είναι αυτή η σχέση που δημιουργεί ο καθένας μας με το νησί. Πρόσωπο με πρόσωπο, βρισκόμαστε μαζί της, αλλιώς πάμε αλλού για να καταναλώσουμε “στιγμές”, “εικόνες”, “σέλφις”.

Κάθε τόπος ζωής είναι το πρόσωπο ενός τΡόπου ζωής. Και έχω αναφερθεί αλλού σε τι συνίσταται, ειδικά για τη Σίφνο, αυτό το “Ρ” του Τόπου. Επιτυχία του κειμένου αυτού θα θεωρηθεί αν ο αναγνώστης σκεφτεί λίγο πάνω στα ζητήματα που θέτει. Αν τα θεωρήσει έστω ως “υπόθεση εργασίας” σε μια μεγάλη συζήτηση που έχει, ευτυχώς, ανοίξει και απ’ ο,τι φαίνεται, και πάλι ευτυχώς, θα συνεχιστεί.


Προσωπική σχέση

Ταξιδεύω στις Κυκλάδες από το 1980. Πρώτο ταξίδι η Φολέγανδρος. Το 1990 άρχισα να γνωρίζω τη Σίφνο. Δεν έχω τελειώσει ακόμα τη γνωριμία μαζί της αν και μπορώ να καμαρώσω ότι έχω περπατήσει όλα τα μονοπάτια της, και όχι μία μόνο φορά.

Τα πρώτα χρόνια, 6 φορές το χρόνο, έμενα στου μακαρίτη του κυρ Αντώνη του Λεμπέση. Τον λέω ακόμη “κυρ-Αντώνη” γιατί ακόμα υπάρχει στο νου μου, “σαν να ήταν ζωντανός”.

Στεκόμουν εκεί στην πλατεία, μπροστά στον Άγιο Κωνσταντίνο του Αρτεμώνα, και κοιτάζοντας τον “αναμμένο” Αη Νηγιά αναρωτιόμουν, “τι είναι αυτό που μου αρέσει στη Σίφνο περισσότερο από όλες τις άλλες Κυκλάδες;”, τι είναι αυτό που με κάνει να νιώθω αυτή την μεγάλη οικειότητα, αυτή τη στοργή, αυτήτην πραγματική συγκίνηση που νιώθει ο άνθρωπος όταν συναντάει πχ ένα μεγάλο έργο τέχνης.

Στεριανός εγώ, από τη Βοιωτία, όπου, και η γη και το ύδωρ δεν λείπουν, δεν άργησα να βρω την απάντηση. Ήταν η ίδια που ο Οιδίπους έδωσε στη Σφίγγα, κάπου εκεί στην Κωπαΐδα, τον εύφορο και υδροφόρο κάμπο μας. “Ο Άνθρωπος”, ήταν η απάντηση, ικανή από μόνη της να σκοτώσει το θηρίο, το οποίο, σκότωνε τους ανθρώπους!

Ο Άνθρωπος, και στον εύφορο κάμπο της Θεογονίας αλλά και στον “βραχώδη παράδεισο” του νησιού.


Σχέση: Τ’ αγαθά ως ζωή και η ζωή ως αγαθό

Η επόμενη ερώτηση. Αυτή την υποβάλλει πια ο Αη Νηγιάς, αυτοπροσώπως:

-Ναι, αλλά τι είδους άνθρωπος;; τι είδους άνθρωποι είναι αυτοί που φτιάξανε εμένα, εδώ στην κορυφή της Σίφνου; Τι είδους άνθρωποι είναι αυτοί που κουβαλήσανε σπαστήρες και γεννήτριες, εδώ πάνω στα 700 μέτρα, δυο ώρες δρόμο με τα πόδια, για να με συντηρήσουν; Που παρατάνε τους δικούς τους, Σαββατοκύριακο, και “αναπαύονται” ρίχνοντας μπετά και ανοικοδομώντας;

Η απάντηση εμπεριέχεται στην παροιμία που αναφέρει ο κύριος Μπελιός στο βίντεο.

- “Σπίτι όσο να χωρείς και χωράφι όσο να θωρείς”!

Αν και τέτοια χωράφια, “όσο να θωρείς” δεν υπάρχουν στο “μικρό” νησί, αποδίδει το πνεύμα εκείνου του ανθρωπολογικού τύπου στον οποίο οφείλουμε ο, τι εννοούμε λέγοντας “Σίφνο”.

Ο Άνθρωπος που δημιούργησε την Σίφνο έχει ως “νόμο” ύπαρξης και αναπαραγωγής, του ίδιου και της κοινωνίας του, μια σχέση, ένα κλάσμα μεγαλύτερο της μονάδας, από μία έως πολλές φορές. Και αυτό ισχύει για τους πάντες, φτωχούς και πλούσιους.


Αριθμητής του κλάσματος είναι τα παραγωγικά στοιχεία της περιουσίας του. Τα χωράφια, τα ζώα, τα εργαλεία, τα φυτά, το “δεντρά” και τα δέντρα. Όλα αυτά που ο Μαρξ θεωρεί “κεφάλαιο” και εννοεί όχι ένα οποιοδήποτε χρηματικό ποσό ή ένα περιουσιακό στοιχείο, αλλά, εκείνο το χρηματικό ποσό και εκείνο το περιουσιακό στοιχείο, το οποίο, παίρνει μέρος στην παραγωγική διαδικασία όπως και στην εν συνεχεία κίνηση των παραγόμενων προϊόντων.

Παρονομαστής του κλάσματος είναι τα αγαθά της περιουσίας του. Ο, τι προορίζεται για την απόλαυση. Ο, τι περιουσιακό στοιχείο ΔΕΝ είναι μέσο παραγωγής, ο,τι δεν είναι κεφάλαιο αλλά σκέτο περιουσιακό στοιχείο.

Ακόμα και το σιφνιακό σπίτι δυσκολεύεται κανείς να τα θεωρήσει αγαθό. Κυρίως αποτελεί μια μονάδα παρασκευής όλων εκείνων των υλικών προϋποθέσεων για την αναπαραγωγής του προσώπου, της οικογένειας, της κοινωνίας. Ελάχιστες λειτουργίες συντελούνται ς’ αυτό καθαρά για λόγους απόλαυσης. Οι εκπληκτικές ικανότητες των Σιφνιών στη μαγειρική, εκεί εντάσσονται και συνδυάζουν “το τερπνό μετά του ωφελίμου”.

Ωστόσο, παρά την “έλλειψη” αυτή των αγαθών της ζωής, ο Σιφνιός απολαμβάνει το αγαθό της ζωής σε όλες του τις εκφάνσεις και ανεξάρτητα από την κοινωνική του θέση.

Ο μεροκαματιάρης, ο ξωμάχος, ο τσικαλάς, γλεντάει και διασκεδάζει, πάντα με ζωντανή μουσική και όχι “κονσέρβα”, πολύ περισσότερο από την σημερινό άνθρωπο που έχει αντιστρέψει το κλάσμα, έχει υποβιβάσει τη σχέση κάτω της μονάδας, και η περιουσία του αποτελείται κυρίως από αγαθά και σχεδόν καθόλου από παραγωγικά στοιχεία, από “κεφάλαιο”.

Δεν χρειάζεται μεγάλο σπίτι για να γλεντήσει ο Σιφνιός. Αν και αυτό το μικρό που ίσα τον χωράει έχει πάντα την πόρτα του ανοικτή. Ο γλεντιστής βρίσκει το κέφι του με την καλή παρέα, είτε στις άπειρες γιορτές και σχόλες είτε στα καλά του καθουμένου, καθώς γυρίζει από τη βιοπάλη.

Γύρναγε, λέει, ο τσικαλάς από το Βαθύ το Σάββατο, έδινε στον γυιο του, που τον περίμενε στις Αράδες, το γαϊδούρι να το πάει στο σπίτι και εκείνος πάγαινε κατ’ ευθείαν στη μπακαλοταβέρνα του Τσαλίκη στην Καταβατή. Σε λίγο κατέφτανε και η συμβία με τα παιδιά, των καμαράδων του οι συμβίες επίσης, κι άρχιζε το γλέντι με τα τακίμια, ενώ τα ρεβύθια γίνονταν στο φούρνο αγκαλά με τα άλλα των γειτόνων.


Γη και ύδωρ

Παραπονιέται σήμερα, ο ανεστραμμένος άνθρωπος, για την έλλειψη νερού. Και πάλι αναστρέφει και διαστρέφει το πρόβλημα. Σε άλλο κείμενό μου έχω δείξει ότι η Σίφνος είναι φτιαχμένη έτσι που να μπορεί να κρατήσει επάνω της πάνω από 4.000 μονίμους κατοίκους. Στην ιστορία της και μάλιστα σε αιώνες σκλαβιάς και ξένης κατοχής έχει φτάσει και τις 6.000.

Δεν την πληγώνουν οι πολλοί άνθρωποι αλλά οι πολλοί άνθρωποι που συνωστίζονται στους δύο μήνες που… τρέφουν τους δώδεκα. Το πρόβλημα δεν είναι ένας γενικός “υπερτουρισμός” αλλά η κατανομή του σε περισσότερους μήνες του χρόνου. Και αυτό που δεν μπορεί να γίνει πχ στη Μύκονο, μπορεί να γίνει στη Σίφνο. Ήδη γίνεται, όταν πέρσι, ο Ιούλιος ξεπέρασε τον Αύγουστο. Το είδος των επισκεπτών της Μυκόνου ελάχιστα μπορεί να δεχτεί διαφορετική κατανομή στο χρόνο. Το είδος των επισκεπτών της Σίφνου όμως μπορεί να δεχτεί αυτή την κατανομή και θα πρόσθετα ότι την λαχταράει.

Δεν την πληγώνουν οι πολλοί άνθρωποι αλλά το είδος του ανθρώπου. Δεν την βαραίνει το βάρος των 7.297 επισκεπτών της που γεμίζουν τις κλίνες της και προστίθεται στο βάρος των άλλων 2.777 μονίμων κατοίκων της ανάγοντας τον πληθυσμό της τους δύο μήνες σε 10.000 περίπου. Πληθυσμός που πενταπλασιάζεται απότομα και ορμητικά. Την πληγώνει το είδος αυτών των ανθρώπων που αντιλαμβάνεται αλλιώς την απόλαυση της ζωής. Που νομίζει τη ζωή ως άθροισμα αγαθών και όχι ως γινόμενο του αγαθού της ζωής επί το Πνεύμα της Σίφνου. Πνεύμα που στη Σίφνο το λένε Άγιο, κι εσείς πείτε όπως σας αρέσει αν δεν συμφωνείτε στην… ορολογία.

Την πληγώνει ο ανθρωπολογικός εκείνος τύπος που ενώ δεν παράγει τίποτα απ’ ο,τι οι 6.000 Σιφνοί του 16ου αιώνα, παράγει, κατά μέσον όρο και κατά κεφαλήν, περισσότερα σκουπίδια απ’ ο,τι ο Σιφνιός τον υπόλοιπο χρόνο.

Δεν την πληγώνει η υπερκατανάλωση νερού από ζωντανούς ανθρώπους, όπως δεν την πλήγωνε η παρουσία χιλιάδων ζώων που έπρεπε να ποτιστούν. Οι πολλοί περισσότεροι μπαξέδες που υπήρχαν στην Πουλάτη, στον Αρτεμώνα με τα μαγκάνια των πηγαδιών, οι στέρνες με τα χρυσόψαρα.

Την πληγώνει η κατασπατάληση του νερού σε μη παραγωγικές και ενάντια στο Πνεύμα της Σίφνου δραστηριότητες.

Μέσα ς’ αυτές είναι και τα αυτοκίνητα. Θύμωναν οι παλιοί Σιφνιοί με τους νεώτερους που “χάλαγαν τις στέρνες για να τις κάνουν γκαράζ για το αυτοκίνητο”. Στην πραγματικότητα η αντιστροφή αυτή της στέρνας σε πάρκινγκ ήταν μέρος της αντιστροφής του κλάσματος που είπαμε παραπάνω. Αντιστρέφοντας τη χρήση των στοιχείων της περιουσίας αντιστρέφονταν και η σχέση τους. Αυξάνοντας την αξία των αγαθών (αυτοκίνητο) μειωνόταν το “κεφάλαιο”.

Είχε προηγηθεί ακόμα μία αντιστροφή. Τα ζώα είχαν αντικαταστήσει μηχανές, οι οποίες, δεν είχαν ανάγκη για νερό. Πόσο όμως νερό χρειάζεται, κατά κεφαλήν, στα ζώα, πόσο στους ανθρώπους και πόσο στ’ αυτοκίνητα; Πόσα μουλάρια και πόσα γενικά μεταφορικά ζώα είχε το νησί όταν είχε 4.000 έως 6.000 πληθυσμό; Πόσα πρόβατα και κατσίκια; Πόσα πουλερικά κι άλλα; Πόσο νερό χρειάζονταν για κάθε μέρα, 365 μέρες, όλα τα χρόνια; Ήταν λιγότερο ή περισσότερο απ’ ο, τι χρειάζονται οι τουρίστες;

Θεωρώ πως δεν ήταν λιγότερο αλλά ότι ήταν περισσότερο. Ας κάνουν εκείνοι που ξέρουν από ζώα τον πολλαπλασιασμό κι ας μας πουν.

Όπως και νά ‘χει πάντως, οι ποσότητες τότε ήταν πολύ μεγάλες και μάλιστα δεν υπήρχε και δίκτυο αλλά αντλούνταν και μεταφέρονταν με τα χέρια.

Από πού; Μα από εκεί που βρίσκονταν. Από τα εκατοντάδες πηγάδια του νησιού!

Πηγάδια που επικοινωνούν μεταξύ τους, που όταν γεμίζει το ένα αφήνει το νερό στο άλλο, που λειτουργούν σαν υπόγειες στέρνες κι αποθήκες νερού και που κανένας, ακόμη τώρα, δεν μέτρησε, δεν υπολόγισε, τα χιλιάδες κυβικά μέτρα νερού που “κρύβουν” στα υπέροχα, καλοχτισμένα και δροσερά βάθη τους.

Και αφού κανείς δεν τα μέτρησε, κανείς δεν υπολογίζει ς’ αυτά. Κανείς δεν τα χρησιμοποιεί οργανωμένα και έχοντας πάντα στο μυαλό του ότι τα πηγάδια και οι πηγές συντηρούνται μόνο όταν χρησιμοποιούνται. Αλλιώς φράζουν και ξεραίνονται. Επιπλέον, κανείς δεν συζητάει γι’ αυτά όταν συζητάει για την έλλειψη του νερού, για δεξαμενές και αφαλατώσεις, για υδροφόρες και πισίνες.

Ένα ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης του νερού της νήσου θα έπρεπε να περιλαμβάνει τα πάντα. Πηγάδια, πηγές, γεωτρήσεις, δεξαμενές, στέρνες ανοικτές και κλειστές, πισίνες. Τα πάντα. Μετρημένα σε κυβικά και οργανωμένα έτσι που να μπορούν να αξιοποιηθούν, αν υπάρξει ανάγκη, για διάφορες χρήσεις.

Μια πισίνα ξενοδοχείου π.χ. να μπορεί να “προσφέρει” το νερό της σε περίπτωση πυρκαγιάς αλλά και τα μέσα για την άντλησή του, στην πράξη και όχι μόνο στα σχέδια. Οι μεγάλες κλίσεις του εδάφους βοηθάνε για να πάει το νερό όπου χρειάζεται και τα φτηνά πλέον υλικά των δικτύων βοηθάνε περισσότερο. Όσο προχωράει δε το αποχετευτικό δίκτυο, τα υπόγεια ύδατα θα καθαρίζουν και θα καθίστανται ευρύτερα αξιοποιήσιμα.

Και ιδού το μέγα ερώτημα. Μιλάμε για υπερτουρισμό και για όρια που πρέπει να τεθούν. Πριν απ’ αυτό, όμως, πρέπει να τεθούν όρια στα αυτοκίνητα που βρίσκονται στο νησί; Πόσα αυτοκίνητα χωράει όταν οι κάτοικοι είναι 10.000 τους δύο μήνες; Τι επιβάρυνση επιφέρουν αυτά στην κατανάλωση νερού; Ή μήπως χωράει “άπειρα” αυτοκίνητα; Γιατί στο καράβι υπάρχει όριο και ς’ αφήνει απ’ έξω αν δεν προλάβεις και στο νησί δεν υπάρχει; Γιατί δεν γίνεται καν συζήτηση για ένα τέτοιο μέτρο; Γιατί “διαφεύγει” και από το ενδιαφέρον των μελετητών και των δημοσιογράφων;


AirBNB: Αγαθό ή κεφάλαιο; ή μήπως “αγαθό κεφάλαιο”;

Πολλά λέγονται για την μοντέρνα αυτή αγορά τουριστικών υπηρεσιών. Εκείνο που πρέπει να διευκρινιστεί είναι ότι, άλλο AirBNB στην Αθήνα και άλλο στη Σίφνο. Άλλο ως επιχείρηση και άλλο ως συμπλήρωμα εισοδήματος. Άλλο ως μικρό συμπληρωματικό στοιχείο μιας πολύπλευρης τουριστικής δραστηριότητας και άλλο ως μοναδικό στοιχείο μιας μεγάλης τουριστικής δραστηριότητας.

Η Σίφνος δεν επέτρεψε, μέχρι τώρα, την “ανάπτυξη” μεγάλων τουριστικών μονάδων με δεκάδες κι εκατοντάδες κλίνες. Και αυτό έγινε γιατί οι ίδιοι οι Σιφνιοί, μεταξύ τους, ο ένας με τον άλλο, παρά και ενάντια στο κράτος και την αμέλειά του, έμαθαν πώς να καλύπτουν τις ανάγκες της “αγοράς”, τη ζήτηση.

Δεν έχω στοιχεία για τον AirBNB στο νησί εκτός απ’ αυτά που αναφέρει το βίντεο με κύριο τη θεαματική αύξηση υπέρ του 60%. Βέβαια δεν διευκρινίζεται πόσα απ’ αυτά ήταν πριν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στην προσφορά κλινών, αν επρόκειτο να γίνουν δωμάτια κοκ.

Σκεπτόμενοι όμως, πάντα στη Σίφνο, και μέσα στο πλαίσιο του κλάσματος, της σχέσης που προαναφέραμε, μπορούμε να καταλήξουμε στα εξής.

Όταν έχει σήμερα κάποιος ένα σπίτι στη Σίφνο, έχει ένα περιουσιακό στοιχείο που είναι αγαθό. Του ζητάει χρήματα και δεν του δίνει. Γιατί είναι κακό να επιχειρήσει να αντιστρέψει την αντιστροφή; Πώς μπορεί να πει κανείς στον ιδιοκτήτη του σπιτιού να μην επιχειρήσει να έχει ένα κάποιο εισόδημα από την εκμετάλλευση του περιουσιακού αυτού στοιχείου, ειδικά όταν τον περισσότερο χρόνο είναι κλειστό και φθείρεται απαιτώντας υπέρογκα έξοδα για τη συντήρηση; Και γιατί είναι κακό για το τόπο να φέρνουν κάποιο εισόδημα αυτά τα σπίτια, και κατά συνέπεια να είναι σε θέση ν’ αυτοσυντηρηθούν, αντί να είναι παραμελημένα και εγκαταλελειμμένα στη φθορά του χρόνου;

Το AirBNB είναι όπως τα ενοικιαζόμενα δωμάτια, όπως τα ενοικιαζόμενα αυτοκίνητα και όπως οι επαγγελματικές πισίνες. Δεν μπορεί να απαγορευτεί. Κάτι τέτοιο είναι πια μάταιο σε βαθμό ανοησίας. Απλώς πρέπει να οργανωθεί με τον κατάλληλο τρόπο.

Το ότι ταυτόχρονα παρουσιάζεται έλλειψη σπιτιών για τους διάφορους λειτουργούς της παιδείας, της υγείας, της ασφάλειας κλπ είναι άλλο θέμα και δεν έχει σχέση με τις μορφές που οι κλίνες ενοικιάζονται.

Είναι θέμα της κοινωνίας, είναι θέμα του δήμου. Όπως εκείνος που θέλει να βρει υπαλλήλους στη δουλειά του βρίσκει και τους παρέχει στέγη έτσι και ο δήμος πρέπει να βρει και να παράσχει στέγη στους απαραίτητους για τη λειτουργία της κοινωνίας ανθρώπους. Εδώ καλείται να λύσει τόσα άλλα συνθετότερα προβλήματα γιατί τάχα δεν μπορεί να λύσει κι αυτό; Και αν δε βρίσκει σπίτια γιατί να μην αγοράσει ή να μη φτιάξει; Κάποτε είχε και κοινοτικό ξενώνα. Είναι μεγαλύτερο έργο να φτιάξει ή να ανακαινίσει σπίτια για μερικές δεκάδες ανθρώπους από το να διεκπεραιώσει ένα έργο όπως πχ είναι η αποχέτευση; Ας μη ξεχνάμε ότι ο δήμος μέχρι και κινηματογραφικές ταινίες σπονσονάρησε!

Ναι, η κοινωνία της Σίφνου μπορεί να παράσχει καταλύματα στους ανθρώπους εκείνους που εκουσίως σπεύδουν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους για την αναπαραγωγή αυτής της κοινωνίας. Και όχι μόνο μπορεί να τους παράσχει καταλύματα αλλά μπορεί να είναι αυτά δελεαστικά, και οικονομικά και αισθητικά, έτσι που να αποτελούν κίνητρο για να εγκατασταθεί κάποιος στο νησί.


Όροι δόμησης και πνεύμα δόμησης

Ξεκινώντας να σκεφτόμαστε το ζήτημα της δόμησης, της οικοδόμησης, δημόσιας και ιδιωτικής χρήσης ας έχουμε υπόψη κάποια πράγματα.


Εφόσον παραδεχόμαστε ότι βρισκόμαστε ενώπιον ενός ιδιαίτερου τ[ρ]όπου ζωής, αντίστοιχα ιδιαίτερος είναι και ο τρόπος οικοδόμησης του τόπου.

Συνεπώς αντίστοιχες σπουδές πρέπει να διαθέτει κανείς για τον υλοποιήσει. Οι εξαιρετικές δε σπουδές ΔΕΝ αρκούν για να αναπαραχθεί στο ελάχιστο ο τρόπος της Σίφνου ανά τους αιώνες.

Για να προκαλέσω τον αναγνώστη αλλά και για να κομπλάρω τους υπερόπτες ειδικούς θα επικαλεστώ την εμπειρία αλλά και την μαρτυρία όχι μόνο των Σιφνιών αλλά και των Κυκλαδιτών γενικώς.

Ποιος ήταν εκείνος ο μάστορας που έχτιζε εκκλησία “και με ένα καλάμι γύριζε τον τρούλο” στις αρχές του 20ου αιώνα; Και τον θαύμασε, λέει, ο αρχιτέκτονας γιατί το σχέδιο δεν το είχε στο χαρτί αλλά στο μυαλό του;

- “Όταν χτιζόταν ένα σπίτι μαζευόμασταν όλοι και βοηθάγαμε”, μου έλεγε ένας παλιός Μυκονιάτης ξενοδόχος, Αντώνης κι αυτός, πλην όμως εισέτι ζωντανός. “Ένα παράβολο πληρώναμε στην κοινότητα και δεν χρησιμοποιούσαμε ούτε μέτρο ούτε ράμμα”.

Τι σημασία έχουν αυτές οι μαρτυρίες;

Έχουν ότι, τα οικιστικά αυτά θαύματα των Κυκλάδων και βέβαια της Σίφνου, είναι προϊόντα ελευθέρων ανθρώπων που όμως δεν επιτρέπουν στον εαυτό τους την ασυδοσία, την αυθαιρεσία, την απληστία, την ύβρη!

Χωρίς κανέναν καταναγκασμό, χωρίς κανέναν νόμο ή κανόνα, μόνο με τη καλή θέληση, τη δική τους και του εμπειρικού μάστορα, δημιουργούν πράγματα χρήσιμα άμα και εξαιρετικού κάλους. Μετ’ ευτελείας και άνευ μαλακίας, όχι ως εξαίρεση και ως αποκορύφωση πολιτισμού, στην “αυτοκρατορική” δημοκρατία της Αθήνας, της ηγέτιδας πόλης του “κράτους της θάλασσας” της “Δηλιακής Συμμαχίας”, αλλά στη “μικρή” Σίφνο ως καθημερινότητα και ως κανονικότητα.

Η λύση λοιπόν, όποιου προβλήματος, δεν μπορεί να αναζητηθεί στους νόμους, στην επιβολή τους, στην επίβλεψη κοκ. Είναι απαραίτητα όλα αυτά αλλά δεν επαρκούν. Όλες οι καταστροφές γίνανε υπαρχόντων των νόμων. Τι έλλειπε; Έλλειπε το Πνεύμα, που κάποιοι το λένε άγιο και σεις αν δεν σας αρέσει πείτε το όπως θέλετε.

Η Σίφνος, και όλες οι Κυκλάδες, τεκμηριώνουν ότι χωρίς νόμους και επιστήμες γίνηκαν θαύματα. Χωρίς Πνεύμα όμως, όσοι νόμοι κι επιστήμες κι αν σωρεύτηκαν, θαύματα δεν έγιναν. Και ακριβώς γι’ αυτό ψαχνόμαστε τώρα.


Πρώτη δημοσίευση: kaipoutheos.gr




Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου 2019

Τα μπαζώματα και τα μπαλώματα - Πώς ΔΕΝ πρέπει να σκεφτόμαστε


12 σχόλια πάνω στις θέσεις του πρώην προέδρου του Λιμενικού Ταμείου Σίφνου










Ο κύριος Γεώργιος Α. Τρούλος, σε ένα εκτενές κείμενο που δημοσίευσε, εξέθεσε τον τρόπο που σκέπτεται και αντιλαμβάνεται την επέκταση του λιμανιού της Σίφνου.
Καθώς δεν αμφισβητώ καθόλου τις καλές προθέσεις του, θεωρώ ότι πρόκειται για την επιτομή του πώς ΔΕΝ πρέπει να σκέφτεται κάποιος όταν θέλει να υπερασπιστεί τον τόπο του. Η διαφωνία μου είναι, κυρίως, διαφωνία μεθόδου σκέψης στην αντιμετώπισης των πραγματικών προβλημάτων αλλά και αίσθησης του όμορφου, του καλού και του ανθρώπινου. Πολλές φορές έχω την ανάγκη να μιλήσω στους Σιφνιούς για τη Σίφνο αλλά τώρα η διάθεσή μου ενισχύεται, τα μάλα, και από τον υποφώσκοντα ηγεμονισμό του πρώην προέδρου. Έχω την αίσθηση, διαβάζοντας το κείμενο, ότι δεν μιλάει σαν υπηρέτης του λαού της Σίφνου αλλά σαν ηγεμόνας του.
Οι απόψεις μου αυτές διαμορφώθηκαν αρκετά χρόνια πριν. Τότε που στα μαγαζιά των Καμαρώνε άρχισε να συζητείται η «μεγαλοφυής» ιδέα της επέκτασης του προβλήματος. Διότι στην πραγματικότητα για την επέκταση του προβλήματος πρόκειται και όχι για τη λύση του. Και δεν χρειαζόταν φιλοσοφία, σε όσους ταξίδευαν και σε άλλα νησιά σαν τη Σίφνο, για να καταλαβαίνουν τι επρόκειτο να γίνει.
Στο παρακάτω κείμενο θα δείξω πώς, κατά τη γνώμη μου, ΔΕΝ πρέπει να σκέφτεται όποιος θέλει να διασώσει ό,τι διασώζεται στη Σίφνο, και όχι μόνο στη Σίφνο.

  1. Το πρώτο που μπορεί κανείς εύκολα να επισημάνει είναι ότι αυτή η «λύση», που επισείεται σαν η μόνη, είναι η μεγέθυνση των προηγουμένων. Και ο πρώτος μόλος και ο δεύτερος, και η επέκταση του δεύτερου, είναι ακριβώς της ίδιας λογικής: Μπαζώνουμε τη θάλασσα μπροστά στα μαγαζιά και τη διώχνουμε μακριά. Ακριβώς αυτή την αποτυχημένη λογική, αυτή την ίδια μέθοδο της μεγέθυνσης του μπαλώματος, το μπάλωμα πάνω στο μπάλωμα, επικαλείται για να ισχυροποιήσει τις απόψεις του. Και οι προηγούμενοι που πήγαν να λύσουν το ίδιο πρόβλημα, στον καιρό τους, έκαναν ακριβώς αυτό που προτείνει κι εκείνος σήμερα. Αντί να παρακάμψουν το πρόσωπο των Καμαρών στη θάλασσα με περιφερειακό δρόμο, φάρδυναν τον υπάρχοντα και άφησαν τα γκαρσόνια να παλεύουν με τα οχήματα. Αντί να απαλλάξουν τις ταβέρνες και τα μαγαζιά από την όχληση εξ αρχής, δώσανε «λύση» εις βάρος τους. Μια και δυο και τρεις φορές, τόσο που έγινε «κεκτημένο», με την αντίστροφη έννοια, και τώρα απαιτεί την επέκτασή του! Μόνο που τώρα υπάρχει η «δυνατότητα», το μπάλωμα του μπαλώματος, να παρουσιαστεί σαν «σχέδιο», «μελέτη», «σωτηρία» και να εξωραϊστεί με παγκάκια και την τάχα επερχόμενη ευκολία για όλους.
  2. Το επόμενο που έχει να παρατηρήσει κανείς είναι ότι, η πολυετής καθυστέρηση στη λύση του προβλήματος, [για εννέα χρόνια η καθυστέρηση αυτή «πλαισιώνει» τις δύο θητείες του], μετατρέπεται σε επιχειρήματα υπέρ του μπαλώματος. Ένα μέρος του εκρηκτικού προβλήματος, η καθυστέρηση, υπόσχεται τη «λύση» του ίδιου του προβλήματος στο οποίο είναι μια από τις αιτίες(!) Σαν να λέμε, δηλαδή, ότι επειδή καθυστέρησε ένα καράβι επειδή πήγε μέσω... Σύρου, ας πιάσει στη Σέριφο αντί να πιάσει στη Σίφνο, για να περιμένουν οι επιβάτες το επόμενο που θα τους πάει στη Σίφνο, και ο καπετάνιος να τους φοβίζει να βιαστούν γιατί θα το χάσουν(!) Εκτός αυτού, αν ήταν καλή λύση δεν θα υπήρχε καθυστέρηση στην απόφαση, τουλάχιστον από την μεριά των Σιφνίων, αλλά «μια σύμπλευση» όπως επιθυμεί! Θα έσπευδαν όλοι να την υποστηρίξουν και οι πολιτικάντηδες θα υποχωρούσαν λόγω του πολιτικού κόστους. Οι τεχνοκράτες και οι γραφειοκράτες θα συμμορφωνόντουσαν, αναλόγως και αντιστοίχως. Το ότι οι διάφορες πολιτικές και γραφειοκρατικές διαδικασίες «φάγανε» το χρόνο, ΔΕΝ είναι επιχείρημα για να φαγωθούν οι Καμάρες και το πρόσωπο του οικισμού στη θάλασσα αλλά και η ίδια η θάλασσα. Ούτε και η επίκληση του κινδύνου να «ξαναφάνε» το χρόνο οι διαδικασίες είναι επιχείρημα για να φαγωθούν οι Καμάρες και η θάλασσα.
  3. Το τρίτο σημείο είναι η «Ψωροκώσταινα»! Κλασικό επιχείρημα και χαρακτηριστικό της νοοτροπίας αλλά και του αδιεξόδου της σκέψης. Μόνο που, ειδικά στη Σίφνο, δεν είναι ο κατάλληλος τόπος για να το ισχυριστεί κανείς αυτό. Όποιος κοιτάξει γύρω του βλέπει ότι, οι Σιφνιοί, ακόμη και στην Τουρκοκρατία, όταν ήθελαν να εξασφαλίσουν «κονδύλια» το έκαναν. Δουλειά του εκάστοτε διαχειριστή συμφερόντων του νησιού αυτή είναι. Εν προκειμένω, καλό και περισσότερο πειστικό θα ήταν να παρουσίαζε [ή έστω να παρέπεμπε], ως όφειλε, κάποιες οικονομικές μελέτες, σε κάποια νούμερα, για τις εναλλακτικές δυνατότητες. Αφού, επί πέντε χρόνια, όπως λέει, προσπαθούσανε να πείσουν για την ορθότητα της λύσης αυτής, υποθέτει ο καθένας ότι, τέτοιες μελέτες θα υπάρχουν. Αλλιώς πώς επείσθησαν εκείνοι; «Με το μάτι»; Χονδρικώς; Κάπου βασιστήκανε. Πώς λέει ότι το έργο στο Φανάρι είναι πιο ακριβό; Να δώσει τα στοιχεία. Ας τα παρουσιάσει αυτά τα στοιχεία, να δούμε και για ποιες διαφορές πρόκειται αλλά και ποια μέθοδο εξασφάλισης κονδυλίων ακολουθήθηκε. Όμως τέτοια στοιχεία ΔΕΝ υπάρχουν! Το λέει ο ίδιος παρακάτω: «Αν με ρωτάτε κι εγώ θα προτιμούσα να γίνει το λιμάνι στο Φανάρι και δρόμος πάνω στο βουνό και ας υποθέσουμε ότι βρίσκεται η χρηματοδότηση, κάτι που θεωρώ απίθανο, βάλτε στο μυαλό σας για τι διαδικασία μιλάμε, όλα από την αρχή, μελέτες, σχέδια, εγκρίσεις, διαβουλεύσεις, έχει κανείς την εντύπωση ότι όλο αυτό θα μπορεί να πάρει σάρκα και οστά σε λιγότερο από 7-10 χρόνια;». Μόνος του, χωρίς να το καταλαβαίνει, μάς λέει ότι μια λύση σωστή, στο Φανάρι, θα χρειάζονταν όσα χρόνια παλεύουν τη λάθος λύση του μπαλώματος! Μόνος του μάς λέει ότι δεν το έψαξαν ούτε ο πάλεψαν. Μόνος του μάς λέει ότι δεν ξέρει πόσο θα κοστίσει σε χρήμα και μόνος του μάς λέει ότι αν και απίθανο, η εξεύρεση χρηματοδότησης δεν αποκλείεται. Όταν μιλάει κάποιος με υποθέσεις και πιθανότητες τότε δηλώνει σαφώς ότι δεν έχει ψάξει ούτε έχει αγωνιστεί γι' αυτές.
  4. Οι «νόμοι» και η επίκλησή τους είναι ό,τι χρειάζεται για να κλείσει το πλαίσιο της «τετράγωνης» λογικής του εγκιβωτισμένου μπετόν και του μπετόν πάνω στο μπετόν, και του μπαλώματος πάνω στο μπάλωμα. Δεν προσπαθεί να υπερασπιστεί τη Σίφνο έναντι των προκρούστειων νόμων αλλά κάνει το αντίθετο: Προσπαθεί να υπερασπιστεί το αλάθητο των νόμων και να πείσει, τους Σιφνιούς, για το αναλλοίωτο αυτών και ταυτόχρονα τους χρησιμοποιεί απειλητικά εναντίον τους: Αν τηρήσουμε τον νόμο, είναι σαν να λέει, σας κλείνουμε μες στα μαγαζιά σας και κάνουμε τις πέργκολες δρόμο. Επειδή όμως έχουμε καλή διάθεση απέναντί σας δεν θα το κάνουμε αυτό αλλά και σεις πρέπει να συναινέσετε στην αποδοχή του μπαλώματος και στην εξεύρεση της «σύμπλευσης», ακόμη μια φορά εις βάρος σας, εις βάρος της θάλασσας και εις βάρος του οικισμού σας! Και ενώ το «σχέδιο» προβλέπει την καταστροφή των ταβερνών και των μαγαζιών στις Καμάρες, επιχειρείται η εμφάνισή του ως «σωτηρία» τους(!) Ξεχνάει να κάνει τον πολλαπλασιασμό των 10 μέτρων της επέκτασης με τα 200 μέτρα του μετώπου στη θάλασσα και αποσιωπά τα δυο στρέμματα (2.000 τετραγωνικά μέτρα) της προστιθέμενης τσιμεντένιας επιφάνειας στην άλλη τόση υπάρχουσα. Σύνολο τέσσερα στρέμματα τσιμέντου στην πόρτα του νησιού! Χώρια η επέκταση του ίδιου του μόλου.
  5. Κυρίως όμως ξεχνάει να πει πού θα μπούνε τα τραπέζια των μαγαζιών. Αν θα είναι κοντά στη θάλασσα, πόσο θα απέχουν από τα μαγαζιά; Και αν μπουν κοντά στα μαγαζιά, πόσο θα απέχουν από τη θάλασσα; Στην πρώτη περίπτωση, το υφιστάμενο πρόβλημα των μαγαζιών, να διασχίζουν τον δρόμο για να σερβίρουν, δεν αίρεται αλλά οξύνεται στο μέγιστο! Στη δεύτερη περίπτωση, οι ταβέρνες και τα άλλα μαγαζιά των Καμαρών θα απωθηθούν από το κύριο πλεονέκτημά τους, την εγγύτητα στη θάλασσα, ενώ σε πρώτο πλάνο των πελατών τους θα είναι και πάλι ο δρόμος με τα αυτοκίνητά του. Σε έναν τέτοιο δε δρόμο, με δυο λωρίδες και συνεχή κίνηση, η ταχύτητα σίγουρα θα είναι αυξημένη, μαζί με τον θόρυβο και την ατμοσφαιρική ρύπανση. Αν δεν είναι αυτό καταστροφή των καταστημάτων τότε τι είναι; Και μάλιστα μόνιμη και οριστική, μη αναστρέψιμη, καταστροφή. Η πείρα όλων μας αλλά και οι έρευνες λένε ότι, τα αυτοκίνητα είναι σαν το νερό. Όταν του αφήνεις περιθώρια καταλαμβάνει τα πάντα και κινείται πάντα προς την ευκολότερη διαδρομή. Η περατζάδα μπροστά στα μαγαζιά θα γίνει μεγαλύτερη και σαφώς ενοχλητικότερη.
  6. Εν τω μεταξύ όμως τα αρμυρίκια που σκίαζαν, από δεκάδες χρόνια, τον χώρο που είναι σήμερα οι πέργκολες [οι οποίες τότε δεν ήταν έτσι όπως είναι τώρα] κόπηκαν. Ειρωνεία της τύχης: Θα μπορούσαν να είναι, στο σχέδιο, τα όρια του πεζόδρομου! Ήταν αυτό νόμιμο ή ήταν αυτό παράνομο; Και τι εστί τελικά «νόμιμο»; Ισχύει αυτό που είπε ο Πλάτωνας στην «Πολιτεία» του... «το του κρείττονος συμφέρον;» Και πάλι, όποιος ανασκαλέψει λίγο την ιστορία της Σίφνου, και τα έργα του Κοινού των Σιφνίων, θα δει ότι πρόκειται για έπος αλλαγής και τροποποίησης των νόμων, [και μάλιστα των τουρκικών] προς όφελος του νησιού! Δουλειά λοιπόν των αρχόντων του είναι αυτή, η εξεύρεση πόρων και κονδυλίων. Και το περιεχόμενο των κειμένων τους προς τον λαό, πρέπει να είναι ο απολογισμός αυτών των δραστηριοτήτων. Τα αρμυρίκια, ένα απλό παράδειγμα, οριοθετούσαν την πρώτη εμβαλωματική λύση, τον πρόγονο αυτής που προτείνεται τώρα. Φυτεμένα όρια στο τσιμέντο, όταν έπεσε το μπετόν της επέκτασης. Όμως, παρ' όλο το εμβαλωματικό της λύσης εκείνης, η επέκταση ήταν «χαμηλών τόνων», μικράς κλίμακος. Έγινε τότε που οι Σιφνιοί πιεζόμενοι, και πάλι, από τις ανάγκες τους εκσυγχρονισμού είχαν και το μέτρο και την αίσθηση της ύβρεως. Τώρα; Τώρα η ζημιά θα είναι μη αναστρέψιμη και οι Καμάρες, οι οποίες, στο εξής θα μεγαλώνουν σαν οικισμός θα έχουν το καλύτερό τους κομμάτι κατεστραμμένο και την αμμουδιά τους υπό αίρεσιν.
  7. Με καταφανώς μεροληπτικό τρόπο, αντιμετωπίζει τα συμφέροντα των μεν έναντι των δε. Όμως, όταν δεν μπορεί κάποιος να υπαγορεύσει τι καράβια θα δρομολογήσουν οι εταιρείες, όταν δεν διανοείται μια κάποια τροποποίηση των δρομολογίων [μόνο στην περίοδο της μεγάλης κίνησης και με δεδομένο ότι τα νησιά είναι οι πελάτες των εταιρειών, εκείνα που τους φέρνουν κέρδη!], όταν δεν μπορεί να πει στον επιχειρηματία τι νταλίκα θα αγοράσει για να κάνει τις μεταφορές του, πώς μπορεί να απαιτεί, από έναν ολόκληρο οικισμό και κατ' επέκτασιν από έναν τόπο σαν τη Σίφνο, να κάνει συνεχώς υποχωρήσεις και μάλιστα τέτοιες που αλλοιώνουν τη φυσιογνωμία του; Όταν δε σε όλη την Ελλάδα, από χρόνια, βάσει νόμων, γίνονται περιφερειακοί δρόμοι, γιατί στις Καμάρες ένας τέτοιος δρόμος θα πρέπει να αποκλεισθεί και μάλιστα οριστικά και δια παντός; Πριν από τριάντα μόλις χρόνια το ίδιο πίστευαν κάποιοι για τον δρόμο του Βαθιού ή της Χερρόνησος! Ότι ήταν αδιανόητο έργο και ότι είμαστε «Ψωροκώσταινα(!) Και παραπέρα: Γιατί ο ταβερνιάρης να υποχωρήσει και να καταστρέψει την επιχείρησή του προκειμένου η επιχείρηση του νταλικέρη να διευκολυνθεί; Ο ταβερνιάρης δίνει δουλειά στον νταλικέρη και όχι το αντίστροφο. Ο ταβερνιάρης είναι ο πελάτης κι αυτός πρέπει να βρει το δίκιο του. Αν καταστραφεί ο ταβερνιάρης όσο καλό δρόμο να έχει ο αγογιάτης δεν θα τον χρειαστεί γιατί δεν θα υπάρχει αγόι. Επίσης, γιατί η δυσκολία του νταλικέρη είναι διακόσια μέτρα τόπος και όχι άλλα στοιχεία των μεταφορών; Εγώ έχω δει φορτηγά να έρχονται μέσω... Σύρου ή να μένουν μέρες στον Πειραιά περιμένοντας. Το πρόβλημα είναι στη Σίφνο; Και γιατί δεν είναι στις ναυτιλιακές μεταφορές; Ποιος ενδιαφέρεται άραγε να δρομολογηθεί ένα καράβι μόνο για φορτηγά και επικίνδυνα εμπορεύματα όπως δρομολογείται σε άλλα νησιά των Κυκλάδων; Και όταν κάποιος δεν σκέφτεται έτσι και δεν προσανατολίζεται ΚΑΙ σε τέτοιες λύσεις γιατί έρχεται «να βάλει το μαχαίρι στο λαιμό» στους άλλους επικαλούμενος την καθυστέρηση, την ανυπαρξία κονδυλίων, τις μελέτες και τους νόμους;
  8. Ο κύριος Τρούλος στρεβλά αντιλαμβάνεται και κάτι άλλο. Τον ειδικό, τον ξεχωριστό ρόλο που παίζουν οι ταβέρνες των Καμαρών, κυρίως στη ζωή του νησιού των υπολοίπων οκτώ μηνών. Όταν τα πάντα ερημώνουν και τα μαγαζιά όλων, ντόπιων και ξένων, κλείνουν, οι ταβέρνες των Καμαρών έσωζαν και σώζουν όλο το νησί. Τότε που οι πέργκολες γίνονται πάρκινγκ και το ξεροβόρι σαρώνει στεριά και θάλασσα, οι «κυράτσες» της Σίφνου κάθονται εκεί, [έχω αξιωθεί να γνωρίσω τρεις γενιές και πάω για την τέταρτη από τις σπουδαίες αυτές γυναίκες της Σίφνου], υποδέχονται και φιλοξενούν όσους κινούνται από και προς τη Σίφνο, όταν την έχει ξεχασμένη και ο Θεός, όπως ισχυρίζονται μερικοί. [Πιστεύω ότι ο Θεός ποτέ δεν ξέχασε τη Σίφνο και ούτε πρόκειται. Εκτός κι αν οι Σιφνοί διαπράξουν εκείνο το ίδιο το παλιό αμάρτημα και θεωρήσουν ότι τα επιχρυσωμένα αυγά κάνουν την ίδια δουλειά με τα ατόφια]. Αν, λοιπόν, οι ταβέρνες αυτές χάσουν τον «προνόμιό τους» να σερβίρουν «πάνω στη θάλασσα» και γίνουν σαν όλες τις άλλες της ενδοχώρας, όταν, δηλαδή, χάσουν την κύρια πηγή του κέρδους τους, γιατί να κάτσουν ανοικτές τον χειμώνα να σερβίρουν τους πλασιέδες, τους ναυτικούς και τους ψαράδες; Οι «πέργκολες» πάνω στη θάλασσα δεν είναι, λοιπόν, μια παραχώρηση του Λιμενικού Ταμείου λόγω της μεγαλοψυχίας του αλλά υποχρέωσή του, αφού, λόγω της κίνησης που υπάρχει ΚΑΙ τον χειμώνα το ταμείο έχει έσοδα όλες τις εποχές του έτους.
  9. Και επειδή επικαλέστηκε τη... μικρή Σίφνο των 2.000 ανθρώπων ως αντεπιχείρημα, επισημαίνω το εξής: Η Σίφνος, των 6.000 ψυχών του 17ου και του 18ου αιώνα, δεν είχε ανάγκη όλα αυτά που σήμερα μας τα παρουσιάζουν σαν αναγκαστικές επιλογές. Όπως έχω εξηγήσει αλλού, οι 107.00 χιλιάδες αφίξεις το 2018 (για τους πέντε μήνες) μπορούν να αναχθούν σε 2.052 μόνιμους κατοίκους το χρόνο. 2.570 μόνιμοι κάτοικοι (στην τελευταία απογραφή) συν 2.052 «εικονικοί τουριστικοί κάτοικοι» μας κάνουν 4.622 το χρόνο! Το αλισβερίσι δηλαδή, της Σίφνου των 6.000 τότε κατοίκων δεν συγκρίνεται καν με το αλισβερίσι των σημερινών κατοίκων έστω κι αν αναγάγουμε τους τουριστικούς επισκέπτες σε μόνιμους κάτοικους. Και αρκεί να αντιστρέψει κανείς τους συλλογισμούς για να δει ότι όλες οι «ευκολίες» του 20ου αιώνα οδήγησαν στη μείωση του πληθυσμού της, στη Σίφνο των 2.000 ανθρώπων. Αυτό, το ολιγοάνθρωπο της Σίφνου, το αποτέλεσμα του τέτοιου είδους «εκσυγχρονισμού» σαν κι αυτόν που προτείνεται, γίνεται τώρα επιχείρημα για ακόμη περισσότερο τέτοιου είδους «εκσυγχρονισμό»(!) Αυτό που δείχνουν σαν αιτία του σημερινού προβλήματος δεν είναι τίποτα άλλο παρά το αποτέλεσμα των «λύσεων» που δεν αντιστοιχούσαν στο πρόβλημα (!)
  10. Ανάλογα μεροληπτικός είναι ο τρόπος σκέψης του τέως προέδρου και στο ζήτημα των σκαφών αναψυχής. Ενώ απωθεί τα τραπεζάκια, έξω και μακριά από τη θάλασσα, κρατάει τα σκάφη στο ίδιο μέρος. Ο ένας πάνω στον άλλο! Θεωρεί αυτονόητο οι τακτικοί σκαφάτοι επισκέπτες να καταλαμβάνουν τον γνωστό συγκεκριμένο χώρο, λίγο πιο μέσα και λίγο πιο μεγάλο μάλλον. Αν φέρει κάποιος ένα τροχόσπιτο [πολυτελές, δεν λέω] μπορεί να καταλάβει μια θέση, στο μόλο ή στο πάρκινγκ, όσο του γουστάρει ή θα τον στείλει το Λιμενικό στο κάμπινγκ, με το αντίστοιχο τίμημα και εφόσον βέβαια υπάρχει κι αυτό; Είναι στην επιλογή του «τροχοσπιτά» η θέση που θ' αράξει ή είναι προκαθορισμένο με βάση τους νόμους που απαγορεύουν το ελεύθερο κάμπινγκ; Επομένως γιατί δεν ισχύει το ίδιο και για τα σκάφη αναψυχής δεδομένου κιόλας ότι υπάρχει και ο κοσμοπολίτικος και γκλαμουράτος Πλατύς Γιαλός; Και αν δεν χωράνε στον Πλατύ Γιαλό, ή θέλουνε ντε και καλά Καμάρες, γιατί δεν τους φτιάχνουν την μαρίνα στην Πέρα Πάντα, [και να είναι ιδιωτική, γιατί όχι;] κάτι τέλος πάντων που θα είναι πολύ καλύτερο γι' αυτούς και ενδεχομένως συμφερτικότερο για το νησί; Και όταν ένας άνθρωπος δεν τολμάει να αλλάξει θέση στον σκαφάτο για δυο μήνες το καλοκαίρι και για τις διακοπές του, γιατί θέλει να αλλάξει τη σειρά και τη ζωή της «κυράτσας», όλο το χρόνο και όλα τα επόμενα χρόνια; Ζητήματα όρων ελλιμενισμού των σκαφών αυτών δεν θίγω γιατί είναι άλλο μεγάλο ζήτημα. Όπως δεν θίγω και το ζήτημα τι είδους ποιότητα τουρισμού, αλλά και γκλαμουριάς, είναι ν' αράζει κανείς τη σκαφάρα του στις Καμάρες και να περνάνε μπροστά του 120.000 επισκέπτες μαζί με ό,τι αυτοί χρειάζονται για να ζήσουν πάνω στο νησί. Και θαυμάζω πόσο αγαπάνε τη Σίφνο εκείνοι οι άνθρωποι που έρχονται και ξανάρχονται παρά την τόση ταλαιπωρία τους.
  11. Το έργο του Πλατύ Γιαλού με μελέτες έγινε! Με μελέτες, και κόντρα μελέτες αλλά και με την εμπειρία του Βαθιού. Μια μικρή προβλήτα φτιάξανε εκεί οι άνθρωποι πριν από χρόνια, τα κονδύλια ευρέθησαν από δωρεά, για το καλό του οικισμού όταν δεν υπήρχε δρόμος, και εξεπλάγησαν όλοι για το πόσο μεγάλο πρόβλημα δημιουργούσε στο γιαλό. Το ίδιο πρόβλημα σε γιγαντιαίες διαστάσεις, και υπαρχουσών πλέον των «μελετών», επανεμφανίστηκε στον Πλατύ Γιαλό. Τι συμπέρασμα προκύπτει; Ότι αυτά τα πράγματα όσο τα πειράζει η «επιστήμη», και το συμφέρον, τόσο χαλάνε και απορυθμίζονται. Ενώ δεν υπάρχει κανένας που να μπορεί να υπολογίσει τι θα επακολουθήσει δεδομένης και της κλιματικής αλλαγής που υπάρχει, είτε κάποιος πιστεύει στην ανθρωπογενή αιτία της είτε κάποιος δεν πιστεύει. Η σφοδρότητα των καιρικών φαινομένων, αλλά και ο συνδυασμός των συνεπειών τους, είναι πια όλο και πιο συχνή και πιο πρωτόγνωρη. Κανείς δεν ήθελε να συμβεί αυτό που συμβαίνει στον Πλατύ Γιαλό και όλες οι «μελέτες» στη διατήρηση του περιβάλλοντος απέβλεπαν(!) Τα κόστη και τα κονδύλια έτσι υπολογιστήκανε αλλά τώρα κανείς δεν προσθέτει τις δαπάνες για την ανακατανομή της άμμου, κάθε χρόνο, στο αρχικό κόστος του έργου! Μπορεί κανείς σήμερα να εμπιστευτεί τις νέες μελέτες και τα «μαθηματικά μοντέλα» στην περίπτωση των Καμαρώνε; Και αν η πρόταση που υπερασπίζεται ο κύριος Τρούλος αποτύχει, τι θα κάνει μετά; Πού θα βρεθούν τότε τα κονδύλια για...ανάταξη του γιαλού όταν σήμερα δεν βρίσκονται για την περιφερειακή οδό των Καμαρών; Τι θα πει τότε στην «κυράτσα», στα παιδιά και στα εγγόνια της; Τι θα πει όταν στον μεν Πλατύ Γιαλό γίνεται «ανάστα ο Κύριος» για να εξασφαλιστεί η πρόσβαση των μαγαζιών κατευθείαν στη θάλασσα ενώ στις Καμάρες γίνεται «ανάστα ο Κύριος» ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ έχουν τα μαγαζιά κατευθείαν πρόσβαση στη θάλασσα;
  12. Με τούτα και με τ' άλλα αναδύεται ένας άλλος τρόπος σκέψης, ένας άλλος τρόπος ιεράρχησης των αναγκών, των ανθρώπων και των αξιών. Πρόκειται, ούτε λίγο ούτε πολύ, για έναν άλλο πολιτισμό που συγκρούεται βάναυσα με τις όποιες επιβιώσεις του αυτόχθονος πολιτισμού της Σίφνου. Η «κυράτσα» που ο κήπος της ταβέρνας της μπαίνει στη θάλασσα και σερβίρει τις οικογένειες των επισκεπτών ενώ τα παιδάκια... σερβίρουν τα ψαράκια βρέχοντας τα πόδια τους, είναι άλλος πολιτισμός. Αυτόν έρχονται να προλάβουν να χαρούν «η Λάουρα, ο Μαρκ, ο Γιόχαν, ο Κάρλο». Αλλιώς πάνε και στην Πάρο. Αυτός είναι ο νόμος και το δίκαιο και οι άλλοι «νόμοι» πρέπει να τροποποιούνται αναλόγως. Αλλιώς στη «Βενετία» της Μυκόνου πρέπει να μπούνε μπουλντόζες(!) Η διατήρηση του αυτόχθονος πολιτισμού συνεπάγεται όρους αυστηρούς και ίσως πολλές επιπλέον δυσκολίες. Αλίμονο αν, το νησί και κάθε νησί προσάρμοζε τη ζωή του και τον ρυθμό του και τις ανάγκες του στα προγράμματα των εκάστοτε εταιρειών την ακτοπλοΐας, των εκάστοτε εταιρειών του τουρισμού, των εκάστοτε γραφειοκρατών που διαχειρίζονται τα κονδύλια και τις εκάστοτε «μελέτες» που εκπονούνται από τεχνοκράτες. Κανείς δεν διανοείται να φτιάσει ένα δρόμο από του «Λάκη» στο «Γεφύρι» για να πάνε αυτοκίνητα στο Πετάλι! Μέσα στη χώρα της Μυκόνου δεν μπαίνουν αυτοκίνητα. Μπαίνουν μόνο μικρά οχήματα της τροφοδοσίας. Φύλακες δεν είναι Λιμενικοί αλλά υπάλληλοι του Δήμου της Μυκόνου σε βάρδιες, που ελέγχουν και ρυθμίζουν. Το δε καινούργιο λιμάνι έγινε πολύ έξω από τον οικισμό και χρειάζονται όλοι, πλούσιοι και φτωχοί, επιπλέον μέσο μεταφοράς και τη σχετική ταλαιπωρία. Εκεί ξεμπαρκάρουν τον κόσμο και τα γιγαντιαία κρουαζιερόπλοια. Στην Ύδρα δεν υπάρχουν καν αυτοκίνητα. Τα πάντα-όλα γίνονται με τα μουλάρια! Διότι εκεί έχουν αποφασίσει ότι πρέπει να διατηρήσουν αυτό που διατηρεί το νησί όμορφο, περιζήτητο και αγαπητό. Και σε όποιον αρέσει! Οι ναυτιλιακές εταιρείες, και όλες οι άλλες εταιρείες που είχαν πελάτες στο νησί, προσαρμοστήκανε. Δεν προσαρμόστηκε το νησί στις εταιρείες! Θα μπορούσαν να θυσιάσουν κι αυτοί, τουλάχιστον έναν παράπλευρο λιμένα, πχ το Μαντράκι ή το Καμίνι, για να κάνουν αυτό που επιχειρείται σήμερα στις Καμάρες. Δεν το έκαναν γιατί καταλάβαιναν τι σήμαινε αυτό! Σκέφτονταν εντελώς ανάστροφα από τον τέως πρόεδρο του λιμενικού ταμείου.[Ίσως θα έπρεπε να γίνει κάποια στιγμή σύγκριση τιμών των δύο νησιών για να δούμε αν οι «ευκολίες» της Σίφνου την κάνουν πιο ανταγωνιστική από την Ύδρα με τις «δυσκολίες» της].

Δεν θα συνεχίσω άλλο να επιχειρηματολογώ κατά της βελτιωμένης εμβαλωματικής λύσης αν και πολλά θα μπορούσαν να προστεθούν. Ούτε θα επιμείνω σε άλλες λύσεις και προτάσεις γιατί θεωρώ ότι ο περιφερειακός δρόμος στις Καμάρες είναι... μονόδρομος. Πιο αναγκαίος και πιο επιτακτικός απ' οτιδήποτε άλλο. Δεν ξέρω αν το πρόβλημα θα ήταν τόσο οξύ αν υπήρχε ένας τέτοιος δρόμος. Στην πραγματικότητα πρόκειται για δύο έργα: ένα το λιμάνι και η επέκτασή του και ένα ο περιφερειακός. Έτερον εκάτερον! Να ζήσουμε για να διαπιστώσουμε: α) ότι ο δρόμος αυτός τελικά θα γίνει. β) αν θα γίνει πριν την καταστροφή των Καμαρών ή μετά την καταστροφή. γ) αν θα γίνει έγκαιρα μαζί με το λιμάνι ή θα γίνει μετά το λιμάνι και πάλι με τεράστια καθυστέρηση.

Θα σας καλέσω, αφού φανταστείτε τις Καμάρες με το καινούργιο της τσιμεντένιο μπάλωμα, να τις φανταστείτε και όταν θα έχουν απαλλαγεί από τα αυτοκίνητα και τα 200 αυτά μέτρα του μετώπου θα έχουν γίνει πεζόδρομος όπου, θα υπάρχουν μόνο πεζοί, τραπεζάκια πάνω στη θάλασσα, πραμάτειες των κεραμοποιών και των εμπόρων, δέντρα, θάμνοι και λουλούδια, ενώ μικρά οχήματα θα εφοδιάζουν κάποιες ώρες της ημέρας τα καταστήματα. Θα σας καλέσω να φανταστείτε το μέτωπο των Καμαρών προς τη θάλασσα στρωμένο με πλάκες, εξωραϊσμένο και καλαίσθητο σύμφωνα με τη Σιφναίικη αρχοντιά, καθαριότητα και νοικοκυροσύνη. Να τα φανταστείτε και να το... θυμηθείτε, γιατί αυτό που υπάρχει στο Βαθύ, στη Χερόννησο, στο Φάρο, μπορεί να γίνει και πρέπει να γίνει και στις Καμέρας: Ένας οικισμός νησιώτικος, σιφναίϊκος, γαλήνιος, πάνω στη θάλασσα. Θα γίνει αν και όταν θα πάψουμε να τις βλέπουμε «αναλώσιμες», βορά και θυσία στο λιμάνι.

Η παρέμβασή μου γίνεται για να συμβάλω στον τρόπο που σκεφτόμαστε. Και δεν θα το επιχειρούσα αν δεν πίστευα βαθειά ότι αντιστοιχεί, στον τρόπο που η Σίφνος υπάρχει ανά τους αιώνες. Μιλάω με βάση τα όσα έμαθα από τη Σίφνο και από τον τρόπο ζωής της κοινωνίας της, παρακολουθώντας την και μελετώντας την εδώ και τριάντα χρόνια.
Κανένα, οικονομικό ή άλλο, συμφέρον δεν έχω στις Καμάρες! Και το υπέρτατο συμφέρον που έχω στη Σίφνο είναι η αγάπη των Σιφνιών για τους δικούς μου ανθρώπους που ζουν και θα ζήσουν εκεί.
Από όλα τα νησιά που επισκεπτόμουν επαγγελματικά, επί είκοσι χρόνια, Αιγαίο και Σαρωνικό, η Σίφνος ξεχώριζε αισθητά και χαρακτηριστικά. Ο λόγος ήταν ότι δεν έκανε ό,τι κάνανε οι άλλοι για να καταστραφούν ενώ έκανε ό,τι έκαναν οι άλλοι για να σωθούν. Έτσι φύλαξε το καλό και το όμορφο σε μεγάλες δόσεις, και στους ανθρώπους και στον τόπο. Και το τονίζω αυτό: «και στους ανθρώπους». Εκείνο που ελκύει τους ξένους στη Σίφνο αυτό το πράγμα είναι: η καλοσύνη των ανθρώπων και προς τον τόπο τους και προς τους άλλους. Η αγάπη μου για τη Σίφνο δεν είναι φυσιολατρική και νατουραλιστική. Είναι αγάπη για τον τ[ρ]όπο ζωής που αποτυπώθηκε στον τόπο σας. Ο μακαρίτης ο Φρατζέσκος μου επαναλάμβανε μια κουβέντα της κυρά – Σοφιάς, της μητέρας του: «Οι άνθρωποι αγιάζουν τον τόπο»!
Μπορείτε να κάνετε εκείνο που δεν σας ταιριάζει και να καταστραφείτε κι εσείς με κάποια καθυστέρηση. Εσείς θα αποφασίσετε και όχι οι επισκέπτες σαν και μένα. Πρώτα όμως σκεφτείτε το! Δοκιμάστε να σκεφτείτε αλλιώς, ανάστροφα απ' ότι σας ωθούν οι πολιτικάντηδες, οι γραφειοκράτες και οι τεχνοκράτες. Όταν η Σίφνος έγινε αυτό που όλοι αγαπάμε, αυτές οι φυλές δεν υπήρχαν και δεν εμπόδισαν το θαύμα! Την αιτία των θαυμάτων, την Αγάπη σας, τη θεωρώ δεδομένη για τον τόπο σας. Αυτή την πρόκληση έχετε μπροστά σας, όλοι. Ο λαός της Σίφνου, όσοι είναι με την μια ή την άλλη πρόταση, οι καινούριοι δημοτικοί σύμβουλοι με τη Δήμαρχο επικεφαλής.
Ας σας φωτίσει ο Θεός και ας σας δώσει δύναμη για γενναίες και τολμηρές αποφάσεις και η θητεία της νέας δημοτικής αρχής να γίνει η πλέον επωφελής για τη Νήσο Σίφνο!

Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής

27 Σεπτεμβρίου 2019


Σάββατο 24 Αυγούστου 2019

Το Κοινό των Σιφνίων και η Παιδεία του



Η κυρά Βρυσιανή. Κτήτωρ Βασίλειος Λογοθέτης: «ωκοδόμησα δια την βοήθειαν της πατρίδος...
δια ψυχικόν εδικό μου, ακόμη και δια βοήθειαν πολλών πτωχών και ωφέλεια ψυχών...
όπως με εφώτισε ο αφέντης Θεός»....
«Εγώ εμπορούσα να κάμω αλλού την όρεξή μου και εις καλύτερον τόπον..»...
«Δια τούτον δεν εθέλησα παρά να γενή εις τον τόπον του Θεολόγου»
[Η φωτογραφία είναι από τη σελίδα Sifnos2days.gr]




Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής




Σαν να θέλει ο Σίμος Μιλτ. Συμεωνίδης να τεκμηριώσει [εκ παραλλήλου με τη διατύπωση και την επεξεργασία τηςi] τη θεωρία των τριών ταυτοτητο-ποιητικών παραδόσεων [ των τριών «παράξενων ελκυστών»: της Πολιτικής, της Πίστης και της Παιδείας- από το 1995, όταν καταπιάνεται με το θέμα της Εκπαίδευσης στο νησί στο τεύχος Ε' των Σιφνιακών] προτάσσει, επί μακρόν, τη δράση των παπικών και ορθοδόξων κληρικών στις Κυκλάδες και στη Σίφνο.
Μέχρι τώρα δείξαμε πως η Πολιτική και η Πίστη, ή αλλιώς, το Βουλευτήριο και το Θυσιαστήριο, αλληλοπεριχωρούνται, αλληλοϋποστηρίζονται, «συμπτύσσουν του λόχους τους» όταν η ανάγκη το απαιτεί. Από τις πρώτες σελίδες του τεύχους φαίνεται καθαρά στον αναγνώστη πώς, το Θυσιαστήριο πρώτα, και το Βουλευτήριο στη συνέχεια, οργανώνουν την τρίτη ανθρωποποιητική μαστορική, την Παιδεία (ή Σχολή), εκείνη δηλαδή την παράδοση που αναπαράγει τις δύο πρώτες και, τελικά, το είδος της κοινωνίας.
Με την καταστροφική για τους Έλληνες και την Αυτοκρατορία, πλην όμως επιμελώς συγκεκαλυμμένη, φράγκικη κατάκτηση του 1204, έχουν καταργηθεί οι ορθόδοξες επισκοπές στις Κυκλάδες. Υπάρχουν μόνο καθολικές, διώξεις ορθοδόξων κληρικών, καταπιέσεις κάθε είδους, προσηλυτισμός και προσχωρήσεις στο παπικό δόγμα, δράσεις όλων των ειδών από τους παπικούς απεσταλμένους και υπό την τυραννία Φράγκων και Λατίνων ηγεμόνων.
Μετά όμως από το 1537, οπότε ο Γοζαδίνος τη Σίφνου γίνεται φόρου υποτελής στους Τούρκους, η κατάσταση αρχίζει ν' αλλάζει βαθμιαία. Οι ορθόδοξες επισκοπές επανασυστήνονται, εκκλησίες κτίζονται, ορθόδοξοι μοναχοί κηρύσσουν, ο πληθυσμός μεταστρέφεται στην ορθοδοξία, και όλα αυτά έχουν θρησκευτικό αλλά και πολιτικό περιεχόμενο μαζί. Η πολιτική  οργάνωση του Κοινού είναι ασύμβατη με την εξουσία των Δυτικών. Το ίδιο και η Πίστη. Αντίθετα, το Κοινό (ως υπόσταση της Πολιτικής παράδοσης) με την Πίστη (Θυσιαστήριο) της ορθόδοξης Ανατολής όχι μόνο είναι συμβατά μεταξύ τους αλλά και το ένα προϋποθέτει το άλλο, ενώ από κοινού προβαίνουν στην ανασυγκρότηση του τρόπου αναπαραγωγής τους, της Σχολής (Παιδείας).
Το 1646 ιδρύεται η αρχιεπισκοπή της Σίφνου και υπάγεται κατευθείαν στο Πατριαρχείο (εξαρχία). Το 1630 καταγράφονται 40 ιερείς στις ενορίες, ενώ το 1650 το νησί έχει 310 εκκλησίες και 44 ιερείς. Η απάντηση στο ογκούμενο, μετά το 1621, ρεύμα προσηλυτισμού των παπικών, είναι άμεση και καταιγιστική.
Για τον Συμεωνίδη αυτό σημαίνει ταυτόχρονα και ανάπτυξη της Εκπαίδευσης «αφού κάθε σχεδόν κληρικός στην εκκλησία του ήταν και ένας δάσκαλος». Στον ισχυρισμό αυτό παραθέτει κατ' αρχήν τη συνοδική απόφαση του 1593, επί πατριάρχου Ιερεμία Β' του Τρανού, όπου προτρέπονται οι μητροπολίτες να καταβάλλουν προσπάθειες για την ίδρυση σχολείων «ώστε τα θεία και ιερά γράμματα δύνασθαι διδάσκεσθαι, βοηθείν δε κατά δύναμην τοις εθέλουσιν διδάσκειν και τοις μαθείν προαιρουμένους». Στη συνέχεια παραθέτει πλήθος στοιχείων επί της τοπικής «εξειδίκευσης» αυτής της συνοδικής απόφασης.
Από το 1587 υπάρχει αναφορά για την ύπαρξη μετοχίου της Μονής Πάτμου. Το 1635 χτίζεται η πρώτη μονή της Βρύσης από τον Βασίλειο Λογοθέτη σε κτήμα που ανήκε στη Μονή αυτή. Από το 1629 αναφέρεται ο Άγιος Αρτέμιος ως μετόχι της Μονής Σίμωνος Πέτρας. Το 1636 αναφέρεται και ο Άγιος Αντίπας ως δεύτερο μετόχι της ίδιας εκείνης μονής του Αγίου Όρους. Ιδιαίτερα οι αγιορείτες μοναχοί προκαλούν το μένος των διαφόρων μισσιοναρίων, περιγράφοντάς τους στις εκθέσεις τους με τα μελανότερα χρώματα, λόγω της μαχητικότητάς τους.
Η πάλη όμως αυτή, ανάμεσα στους ορθοδόξους και καθολικούς κληρικούς, δεν μπορεί παρά να έχει ως κύριο πεδίο της την εκπαίδευση. Δύο πολύ σημαντικές μαρτυρίες μας διαφωτίζουν επί του ζητήματος, από τα τέλη του 16ου και τις αρχές του 17ου αιώνα, ακόμη.
Η μία είναι του Ιάκωβου Μηλοΐτη, το 1587 από τη Μήλο, σε επιστολή του προς τον ελληνιστή Μαρτίνο Κρούσιο, στην οποία αναφέρεται ότι στα νησιά λειτουργούν «μικρά σχολεία των παίδων, εις α το ψαλτήριον και άλλα βιβλιάρια διδάσκονται να αναγιγνώσκωσιν και να γράφωσιν, εν πολλαίς όμως νήσοις διδάσκεται και η ιταλική δια το μετά της Βενετίας εμπόριον».
Η δεύτερη είναι του Μάρκου Πόλλα, βικάριου (1634-1651) και δάσκαλου στο νησί, ο οποίος σε έκθεσή του προς το Βατικανό αναφέρει: «Οι (ορθόδοξοι) κάτοικοι της Σίφνου είναι ευγενείς και αρκετά εξοικειωμένοι με το λατινικό δόγμα, δεδομένου ότι διετέλεσαν επί διακόσια και πλέον χρόνια υπό την κυριαρχίαν των αρχόντων Γοζαδίνων, οι οποίοι διετήρουν λατίνους ιερείς και διδασκάλους, αλλά μετά την αναχώρησίν εκείνων όλοι εδώ ησπάσθησαν το ελληνικό δόγμα λόγω ελλείψεως Λατίνων ιερωμένων...»
Και τα δύο δόγματα, λοιπόν, προσπαθούν για την καλλιέργεια των γραμμάτων στο νησί. Το καθένα για τους δικούς του σκοπούς. Και οι δύο πλευρές κατανοούν το όφελος και τη ζημιά από την επικράτηση, στο χώρο της εκπαίδευσης ειδικά, εκείνων ή των άλλων.
Ιδιαίτερα όμως αγχωμένοι και ανήσυχοι είναι οι παπικοί. Βλέποντας ότι χάνουν τον πληθυσμό και ότι η επιρροή τους μειώνεται, τόσο που δεν μπορούν να συντηρήσουν ούτε ιερείς ούτε βικάριους ως δασκάλους, παρ' όλα αυτά, επιμένουν με συνεχείς εκκλήσεις στο Βατικανό για υποστήριξη. [Τρία χρόνια μετά την εκδίωξη των Γοζαδίνων, το 1620, στη Σίφνο καταγράφονται 4 οικογένειες καθολικών]
Θα περίμενε κανείς, με τα όσα ξέρει σήμερα από πολιτική και θρησκεία, το Κοινό των Σιφνίων να δώσει και το τελικό συντριπτικό χτύπημα στους ήδη διαλυμένους αντιπάλους του και να εξαλείψει οριστικά τους παπικούς από τον τόπο. Οι Σίφνιοι, όμως, με επικεφαλής τον Βασίλειο Λογοθέτη, που διακρίνεται και προκόβει στο πρώτο μισό του 17ου αιώνα, δεν κάνουν αυτό. Κάθε άλλο!
Έχοντας πια αίσθηση της ισχύος τους, υπολογίζοντας σωστά τον συσχετισμό των δυνάμεων, όπως θα λέγαμε σήμερα, όχι μόνο δεν αποδιώχνουν τους τελευταίους πένητες της Αγίας Προπαγάνδας αλλά αντίθετα, αναλαμβάνουν να τους στηρίξουν οι ίδιοι. Μάλιστα, τα πρώτα σχολεία της Σίφνου, συνδέονται με εκείνους ακριβώς τους απεσταλμένους.
Ο Συμεωνίδης αναφέρεται αναλυτικά στη ζωή και στο εκπαιδευτικό έργο των διδασκόντων Ντε λα Ρόκα, Ντε λα Γραμμάτικα, Μάρκο Λίμα, Μάρκο Πόλλαii, Παρθένιο Χαιρέτηiii, Φραντσέσκο Μικελλούτσιiv, Ζώρζη ντα Πόλλα, Βαρθολομαίο ντα Πόλλαv, Αντόνιο Γοζαδίνο, Γεώργιο Πέρη κ.α. Όλοι τους είναι κληρικοί. Εκτός από τον Παρθένιο, όλοι είναι καθολικοί. Όλοι αποτυγχάνουν στο προσηλυτιστικό τους έργο αλλά επιτυγχάνουν στο εκπαιδευτικό, πράγμα που τους εξασφαλίζει την εκτίμηση της σιφνιακής κοινωνίας.
Η αιτία της διττής αυτής τακτικής απέναντι στους κληρικούς-δασκάλους της παπικής εκκλησίας βρίσκεται διατυπωμένη στην επιστολή του Ιακώβου Μηλοΐτη, στην οποία αναφερθήκαμε παραπάνω. Οι παπικοί δίδασκαν τα παιδιά ιταλικά και λατινικά, γεγονός που βοηθούσε τους νησιώτες στο εμπόριό τους με τη Βενετία αλλά και τις άλλες πόλεις της Ιταλίας. Όχι μόνο οι παίδες των Σιφνίων αλλά οι και των γύρω νησιών, πηγαίνουν στη Σίφνο για να μάθουν γράμματα. Το 1662 ανέρχονται σε 50 μαθητές. Για τους Σίφνιους η φοίτηση είναι δωρεάν. Για τους λοιπούς, έναντι μικρού τιμήματος... «ένα ρεάλι και έξι πινάκια αραβοσίτου» ανά μαθητή!


Ανάκαμψη της οικονομίας, του εμπορίου και της ναυτιλίας


Την εποχή εκείνη το εμπόριο ήταν στην μεγάλη και ανοδική φάση του. Κοντά σ' αυτό και η ναυτιλία. Από το 1620 η Σίφνος αναφέρεται ως κέντρο διεξαγωγής του εμπορίου και προσέγγισης μεγάλου αριθμού σκαφών. Οι γύρω νησιώτες, μάλιστα, πήγαιναν στη Σίφνο για να βρουν μέσω για να ταξιδέψουν. Το 1638 αναφέρεται ότι υπήρχαν 50 πλοία ντόπιων πλοιοκτητών.
Με ιδιόκτητα πλοία, λοιπόν, οι έμποροι του νησιού δραστηριοποιούνταν σε όλες τις Κυκλάδες απ' όπου συγκέντρωναν και προωθούσαν διάφορα εμπορεύματα για τις αγορές της ημεδαπής και της αλλοδαπής. Από νεώτερες και λεπτομερείς μελέτες προκύπτει ότι υπήρχε μια δομή στις ναυτιλιακές δραστηριότητες. Πλήθος μικρών σκαφών, μετέφερε τα προϊόντα σε κάποια κομβικά λιμάνια απ' όπου μεταφορτώνονταν σε άλλα μεγαλύτερα πλοία, ανάλογα με το είδος τους, τις ποσότητες και τους προορισμούς. Η Σίφνος φαίνεται ότι τότε άρχισε να διαμορφώνεται ως ένα τέτοιο κομβικό σημείο.
Βελανίδια, μετάξι, κρασί, ζωοκομικά προϊόντα, μυλόπετρες κ.α., ήταν τα πιο σημαντικά απ' αυτά, και τα διοχέτευαν στην Πελοπόννησο, Κρήτη, Χίο, Εύβοια, Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη, Επτάνησα, Βενετία, Αγκώνα, Ραγούζα, Μάλτα κλπ.
Δεν ήταν όμως τα προϊόντα των γύρω νησιών το μόνο πεδίο του εμπορίου της Σίφνου.
«Η “εικόνα” της κοινωνίας του νησιού, λέει ο Συμεωνίδης, μετά την διάλυση της καθολικής μειοψηφίας, φανέρωνε την κυριαρχία του ελληνικού στοιχείου, ανερχομένου το 1629 σε 6.000 ψυχές. Κάθε έργο και δραστηριότητα , όπως η γεωργία-κτηνοτροφία, η βιοτεχνία, το εμπόριο και οι ναυτιλιακές εργασίες, είχε περάσει στα χέρια του, με εντελώς νέους όρους και κανόνες που καθόριζε πλέον η Γενική Συνέλευση του Κοινού και όχι ο δυνάστης».
Μεταξύ των άλλων και βιοτεχνία στο νησί! Σήμερα μας ξενίζει. Τι να μπορούσε να παρήγαγε το νησί ώστε να χρησιμοποιείται ο όρος “βιοτεχνία” και σε μια εποχή μάλιστα προ-βιομηχανική και προ-εκμηχανισμένη; Ναι, βιοτεχνία, και μάλιστα αξιόλογη, που παρήγαγε νήματα και υφάσματα προοριζόμενα για την ελληνική αγορά και για εξαγωγές. Τα πάνω από 1.300 σπίτια του νησιού είναι μικρές αλλά δυναμικές παραγωγικές «κυψέλες». Παράγουν μικρές ποσότητες απ' όλα τα προϊόντα του ζην, παράγουν όμως κι εκείνα τα προϊόντα που μπορούν να πωληθούν και να εξασφαλίσουν μετρητά στην οικογένεια. Αυτό είναι το παραγωγικό πολυώνυμο που φτάνει μέχρι τις μέρες μας και το επικαλείται ο Κωνσταντίνος Καραβίδας ως την καθ' ημάς «ανώνυμη εταιρία». Το 1711, ο Ρουγκέρι, παπικός αξιωματούχος αναφέρει: «Μεγάλη εμπορική κίνηση εμφανίζουν τα βαμβάκινα υφάσματα τα οποία παράγονται εδώ σε μεγάλες ποσότητες και εξάγονται στην Τουρκία και τον Μοριά».
Όλες αυτές οι οικονομικές δραστηριότητες, παραγωγικές, εμπορικές, μεταφορικές, χρειάζονταν μορφωμένους ανθρώπους από τον τεράστιο όγκο της νεολαίας μιας κοινωνίας που 6.000 ατόμων, όπου κάθε οικογένεια και κάθε σπίτι, εκτός από τους αργαλειούς, το ροδάνι και το αλέτρι διέθεται και πολλά παιδιά. Τα 2/3 μιας τέτοιας κοινωνίας ήταν νέοι άνθρωποι.
Για καλή τύχη της Σίφνου, εκείνη την εποχή, στην “καρδιά” του 17ου αιώνα, προκόβει στο νησί ο σπουδαίος έμπορος και επίτροπος του Κοινού Βασίλειος Λογοθέτης. Διατηρώντας άριστες διπλωματικές σχέσεις με όλους τους ισχυρούς της εποχής κατορθώνει να «βάλει τη σφραγίδα» του και στα ζητήματα της εκπαίδευσης.
Από τη μια δραστηριοποιείται στην οργάνωση της εκπαίδευσης με την προσέλκυση δασκάλων και την εξασφάλιση των απαραιτήτων για τη λειτουργία σχολείου. Από την άλλη φροντίζει προσωπικά για την συνέχιση των σπουδών των επιμελέστερων μαθητών στη Ρώμη, παρακαλώντας αλλά και δελεάζοντας την Αγία Προπαγάνδα. Γενικότερα, τα δύο αυτά πεδία αποτελούν πραγματικά έπη στην πάλη του Κοινού και των προκρίτων. Επί τρεις αιώνες οι Σίφνιοι αγωνίζονται να εξασφαλίσουν τους ανθρώπους εκείνους που θα διδάξουν τα γράμματα στα παιδιά τους, είτε προσκαλώντας απ' αλλού δασκάλους είτε αναδεικνύοντας από τον ντόπιο εύπλαστο και φιλομαθή νεανικό πληθυσμό της νήσου και των Κυκλάδων.
Θα μπορούσαμε να πούμε, κωδικοποιώντας κάπως το πλήθος των ιστορικών στοιχείων που προσκομίζει ο Σίμος Συμεωνίδης, ότι στη Σίφνο, «από τα κάτω», μακράν της οποιασδήποτε κεντρικής εξουσίας, «επί τόπου» και «εν τοις πράγμασι», συγκροτούνται δύο εκπαιδευτικές βαθμίδες: Η κατώτερη και η μέση.
Η μία μάθαινε στα παιδιά ανάγνωση και γραφή και απαρτιζόταν από Έλληνες ιερείς και μοναχούς, με εκπαιδευτική ύλη τα βιβλία της εκκλησίας. Η άλλη, η δεύτερη βαθμίδα, πήγαινε λίγο παραπέρα, μάθαινε τα παιδιά τη γλώσσα της οικονομίας, λατινικά ή ιταλικά, και προωθούσε τις γνώσεις τους όσο να μπορέσουν να φοιτήσουν στα διάφορα κολέγια της Αγίας Προπαγάνδας. Κάποια απ' αυτά τα παιδιά το κατορθώνουν, κάποια όχι. Από τα πρώτα προκύπτουν νέοι διδάσκοντες που παίρνουν σιγά-σιγά τη θέση των παλιών. Από τα δεύτερα προκύπτουν υπάλληλοι και επαγγελματίες που στελεχώνουν το τεράστιο δίκτυο των οικονομικών δραστηριοτήτων του νησιού, στις εγγύς και στις απομεμακρυσμένες αγορές.
Από όλες αυτές τις εκπαιδευτικές δραστηριότητες προκύπτει η εξής εικόνα της Παιδείας στη Σίφνο, ακριβώς στα μέσα του 17ου αιώνα, το 1657, και από την αναφορά του δάσκαλου και βικάριου Βαρθολομαίου Πόλλα:
«Στη Σίφνο υπάρχουν 16 καθολικοί (μόνιμοι κάτοικοι), αλλά, συνήθως ο αριθμός τους αυξάνεται με τους ξένους που καταφθάνουν συνεχώς, εμπόρους και κουρσάρους. Οι Έλληνες ανέρχονται σε 4.000 ψυχές και έχουν 60 ιερείς. Ο ορθόδοξοι Σίφνιοι είναι άνθρωποι ευσεβείς που φανερώνουν την ευσέβειά τους με τη διατήρηση των εκκλησιών του σε αρίστη κατάσταση. Έχουν αρκετά καλές σχέσεις με τους Λατίνους και ...είναι πολύ θεοφοβούμενοι. Διακρίνονται για την επιθυμία τους να μαθαίνουν την αλήθεια, λατρεύουν τη συζήτηση, παραμένουν όμως αμετακίνητοι στις απόψεις τους για τις πέντε διαφιλονικούμενες διαφορές μεταξύ των δύο δογμάτων αναφορικά με την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος, μια ανοησία που δεν εννοούν να παραδεχθούν γιατί, όπως ισχυρίζονται, τα ζητήματα αυτά είναι θεμελιωμένα από τον Δαμασκηνό και τον Άγιο Βασίλειο... Στο νησί κυκλοφορεί ένα βιβλίο τιτλοφορούμενο Φιλαδέλφεια, το οποίο αποτελεί απάντηση στο βιβλίο που τύπωσε η Αγία Προπαγάνδα και έχει σχέση με τις πέντε κορυφαίες διαφορές των δύο δογμάτων. Με αυτό υπερασπίζονται οι ελληνικές σχισματικές απόψεις».
Για το κύρος της μαρτυρίας του Βαρθολομαίου Πόλλα, ο Συμεωνίδης σημειώνει: «Η ανωτέρω περιγραφή για τον χαρακτήρα, τη φιλομάθεια και το εν γένει πνευματικό επίπεδο των Σιφνίων στα μισά του 17ου αιώνα είναι πράγματι βαρυσήμαντη γιατί προέρχεται από άνθρωπο πανεπιστημιακά μορφωμένον, ο οποίος έζησε πολλά χρόνια στο νησί και είχε άμεση και καθημερινή επαφή με τους πολυάριθμους κατοίκους και, συνεπώς, οι γνώμες του είχαν βαρύτητα και αυθεντικότητα.... Δεν ήταν λοιπόν αστοιχείωτοι οι Σίφνιοι της εποχής εκείνης , ούτε ζούσαν σε σκοτάδια αμορφωσιάς και απαιδευσίας, όπως πέτυχε να “περάσει”στην Ιστορία η καθολική προπαγάνδα για τους ορθόδοξους Κυκλαδίτες, χρησιμοποιώντας επιλεκτικά στοιχεία από αναφορές μισσιοναρίων της (που ήθελαν να αποδείξουν ότι δήθεν επιτελούσαν έργο σε κοινωνίες περίπου βαρβάρων ανθρώπων) με παρασιώπηση πολλαπλάσιων ντοκουμέντων των αρχειακών πηγών, όπως η ανωτέρω έκθεση του Βαρθολομαίου Πόλλα...».


Στο δεύτερο μισό του 17ου αιώνα και μετά την άλωση του Χάνδακα


Και κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Κρητικού Πολέμου, που κράτησε είκοσι τέσσερα χρόνια, αλλά και μετά απ' αυτόν, ακόμα στη διετία του λοιμού και του λιμού (1647-1648), η εκπαίδευση στη Σίφνο συνεχίζει την ανοδική της πορεία. Κάπου 300 μαθητές είναι το μέγιστο δυναμικό του, με ο,τι αυτό συνεπάγεται αφού ένα μέρος των μαθητών ήταν από άλλα νησιά και έπρεπε να στεγαστούν και να σιτιστούν. Στο ζήτημα αυτά τα μοναστήρια παρείχαν τις δικές τους υπηρεσίες.
Προϊόντος του χρόνου αυξάνονται και οι ορθόδοξοι δάσκαλοι για την προσέλκυση των οποίων καταβάλλεται παρόμοια προσπάθεια με εκείνη για τους καθολικούς. Ο Ιωάννης Πριβιλέτζιο (Προβελέγγιος, στις επόμενες γενιές), ο παπα-Νικόλαος Βερνίκος, ο Άνθιμος Αρτουλάνος, ο Απόστολος Γοζαδίνο, ο Στέφανος, ο Χρύσανθος, ο Εμμ. Τροχάνης, ο Δανιήλ Κεραμεύς, ο Μισαήλ, ο Τζορτζάκης Μπάος, ο Ιωάννης Τσοχάκης, ο Ζωρζάκης Μάτσας, ο Νικόλαος Χρυσόγελος, ο Ιωάννης Δόλφης, κ.α.
Οι δραστηριότητα του Κοινού δεν περιορίζεται μόνο στην προσέλκυση σημαντικών δασκάλων. Γίνονται και κάποιες κινήσεις για την εδραίωση του σχολείου και τη σύνδεσή του με μεγάλα πνευματικά καθιδρύματα. Την πρώτη εσκεμμένη κίνηση του Βασίλειου Λογοθέτη, να συνδέσει το μοναστήρι της Βρύσης με την Μονή της Πάτμου, προκειμένου να αντλήσει από το κύρος τηςvi, ακολουθεί και δεύτερη. Το σχολείο συνδέεται με το μετόχι του Παναγίου Τάφου(1687), που βρίσκεται λίγο έξω από την πόλη της Σίφνου, το Κάστρο, και υπάρχουν αναφορές για την ύπαρξή του από το 1620. Από δω και πέρα το σχολείο θα πάρει ακόμη μεγαλύτερη αίγλη και θα ακμάσει σε όλο τον 18ο αιώνα, εκπαιδεύοντας πολλούς και σημαντικούς ανθρώπους. Οι τελευταίες σειρές αυτών των μαθητών θα είναι οι άνθρωποι εκείνοι που θα πραγματοποιήσουν τις μεγάλες εξεγέρσεις, τα «Ορλωφικά» και την Επανάσταση του 1821, διατρανώνοντας στους αιώνες ότι, το σχολείο που παράγει «πιστούς» μπορεί να προετοιμάσει επαναστατικές απελευθερωτικές εξάρσεις ενώ δεν φαίνεται να συμβαίνει το ίδιο με το σχολείο που παράγει «πολίτες».
Αυτού του είδους οι «διασυνδέσεις», εκτός του ότι απαρτίζουν οι ίδιες ένα δίκτυο, δημιουργούν τις προϋποθέσεις, υλικές και, κυρίως, πνευματικές, για την δημιουργία και άλλων δικτύων υποστήριξης και χρηματοδότησης. Ήδη από το 1652 εμφανίζονται 56 οικογένειες στην αδελφότητα των φίλων και υποστηρικτών του μετοχίου, ενώ ένα άλλο δίκτυο χρηματοδότησης δημιουργείται γύρω από το ίδιο το σχολείο που επισήμως ιδρύεται το 1687.
Στο δίκτυο αυτό της χρηματοδότησης, το οποίο συνιστά ακόμη έναν μηχανισμό αναδιανομής του πλούτου, μπορούμε να διακρίνουμε τέσσερα επίπεδα. α) τα δίδακτρα των ξένων μαθητών, β) τους εράνους, γ) τις δωρεές χρημάτων και κτημάτων, δ) τις διακεκριμένες δωρεές όπως πχ εκείνη του μεγάλου Ι. Βαρβάκη.
Η μέθοδος των διακεκριμένων δωρεών είναι η ίδια με εκείνη της ανέγερσης ιδιόκτητων εκκλησιών που θίξαμε σε άλλο κείμενό μας κάνοντας λόγο για την εκούσια αναδιανομή του πλούτου. Μόνο που εδώ έχουμε περισσότερα στοιχεία. Ένας μεγάλος χορηγός δανείζει ένα σημαντικό ποσό σ' ένα ίδρυμα μεγάλου κύρους και αξιοπιστίας, με την υποχρέωση το ίδρυμα αυτό να καταβάλλει τους ετήσιους τόκους, που συνήθως ήταν 8-10%, στο σχολείο για τα έξοδα της συντήρησής του, τον μισθό του δασκάλου κ.λ.π. Αυτό κάνει και ο Βαρβάκης αργότερα, το 1820. Δανείζει 7.500 γρόσια στον Πανάγιο Τάφο, με την υποχρέωση ο δεύτερος να δίνει κάθε χρόνο 600 γρόσια (επιτόκιο 8%) στο σχολείο. Το ίδιο περίπου έχει κάνει, ανεπιτυχώς όμως, και ο Μιχελέτος Κοντόσταυλος το 1662 με την Αγία Προπαγάνδα. Από ένα κεφάλαιο 700 ρεαλίωνvii που τοκίζεται με 10% επιτόκιο, προκύπτει ένας τόκος ετήσιος ο οποίος θα μπορεί να συντηρεί έναν δάσκαλο και να τελεί κάποιες λειτουργίες στην εκκλησία.


Η «διδακτέα ύλη»


Αφού είδαμε στα βασικά του σημεία πώς λειτουργούσε το σχολείο, ποιοι ήταν οι μαθητές και οι δάσκαλοί του, πώς χρηματοδοτούνταν, από ποια κοινωνία χρηματοδοτούνταν και σε ποια κοινωνία απέδιδε τους καρπούς της γνώσεως, πρέπει να δούμε και την διδακτέα ύλη της τρίχρονης αυτής εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Ξέρουμε ήδη ότι τα παιδιά μάθαιναν τα πρώτα γράμματα από τα βιβλία της εκκλησίας. Το “ψαλτήρι”, ήγουν “Δαυίδ του προφήτου και βασιλέως μέλος”, το οποίο είναι γραμμένο στην ελληνική κοινή της πάλαι ποτέ ελληνιστικής οικουμένης.
«Μακάριος ανήρ, ος ου επορεύθη εν βουλή ασεβών και εν οδώ αμαρτωλών ουκ έστη και επί καθέδρα λοιμόν ουκ εκάθισεν. Αλλ' εν των νόμω Κυρίου το θέλημα αυτού, και εν τω νόμω αυτού μελετήσει ημέρας και νυκτός...»
Δεν ήταν, δηλαδή, μόνο μάθημα «γλώσσας», γραφής ανάγνωσης και γραμματικής, αλλά και ποίησης, ηθικής, φιλοσοφίας. Το παιδί εκτός του ότι εξοικειωνόταν από μικρό με σπουδαία κείμενα της ελληνικής γραμματείας, με κορυφαία έργα της ποίησης, κολυμπούσε σε έναν πλούτο νοημάτων για το πως είναι καλό να ζει ο άνθρωπος και τι πρέπει να κάνει για να γίνει καλός άνθρωπος. Στόχος της εκπαίδευσης στη Σίφνο της Τουρκοκρατίας ήταν εκείνος ο ίδιος των αρχαίων: να γίνει ο άνθρωπος «καλός κ' αγαθός» κι όχι απλώς να αποκτήσει «δεξιότητες» για να τα βγάλει πέρα στη ζωή.
Κατά την έρευνα του Συμεωνίδη, το τριετές πρόγραμμα σπουδών της «Μέσης εκπαίδευσης» ακολουθούσε στις γενικές τους γραμμές κάποια πρότυπα ιταλικών σχολείων. Προφανώς για να είναι συμβατή η γνώση για όσους θα συνέχιζαν τις σπουδές σε αυτά τα κολέγια.
Τα ευρεθέντα βιβλία και οι κατάλογοι αυτών, μάς δίνουν μια εικόνα για το επίπεδο των σπουδών: Όμηρος, Ισοκράτης, Δημοσθένης, Πλούταρχος, Αρειανός, Ηρόδοτος, Λουκιανός, Σοφοκλής, Θουκυδίδης, Ξενοφώντας, Επιστολές του Μεγάλου Βασιλείου, Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Γρηγορίου Ναζιανζινού, Ιωάννης Δαμασκηνός, Ρωμανός ο Μελωδός, Ανδρέας Κρήτης, ακολουθίες αγίων, παρακλητικοί κανόνες της Παναγίας. Και από τους Λατίνους: Κικέρων, Καίσαρας, Βιργίλιος, Οράτιος.
Στα αρχαία ελληνικά περιλαμβανόταν ακόμη και η Μετρική, η Ποίηση και περί Μουσικής, μαθήματα που παρεδίδοντο από ειδικό δάσκαλο στα τέλη του 18ου αιώνα. Η ρητορική επίσης δεν ήταν άγνωστη στους μαθητές της Σίφνου, για την οποία υπάρχει αναφορά ότι διδάσκονταν υπό διδασκάλου στον ενοριακό ναό του Αγίου Κωνσταντίνου του Αρτεμώνος.
Ικανοποιητικά διδάσκονταν μαθηματικά (αριθμητική, άλγεβρα, γεωμετρία), στοιχεία φυσικής, χημεία και γεωγραφία, ενώ επί Νικολάου Χρυσόγελου καθιερώθηκαν και τα γαλλικά σαν ξένη γλώσσα.
Στις σελίδες 111 έως 126 των «Σιφνιακών» του 1995 (τεύχος Ε') ο Σίμος Μιλτ. Συμεωνίδης, παραθέτει έναν μακρύ κατάλογο διακεκριμένων μαθητών του Σχολείου της Σίφνου μαζί με τα βασικά βιογραφικά τους στοιχεία. Υπάρχουν μέσα από δάσκαλοι μέχρι δραγουμάνος του Στόλου. Μαζί με τους επώνυμους εκείνους, μνημείο, άυλο και πέραν των ιστορικών και στατιστικών καταγραφών και αναλύσεων, της Παιδείας του Κοινού αποτελεί η ίδια η πνευματική καλλιέργεια του λαού της Σίφνου. Κατά κεφαλήν και κατά συλλογικότητες, ενορίες, αδελφότητες, σημερινούς συλλόγους, η καλλιέργεια αυτή αποτυπώνεται σε ορατά και αόρατα, υλικά και άυλα, φυσικά και μετα-φυσικά ίχνη και «πατήματα», τα οποία μόνο με τη σχέση και το βίωμα καθίστανται προσβάσιμα και ψηλαφήσιμα.
Από εκεί ξεκινήσαμε την σειρά ετούτων των κειμένων και εκεί θα καταλήξουμε...
«Φασί δ' οι σοφοί:...και ουρανόν και γην και θεούς και ανθρώπους την κοινωνίαν συνέχειν και φιλίαν και κοσμιότητα και σωφροσύνην και δικαιότητα, και το όλον τούτο δια ταύτα καλούσιν...ουκ ακοσμίαν ουδέ ακολασίαν»...
«Θνητά γαρ και αθάνατα ζώα λαβών και συμπληρωθείς όδε ο κόσμος ούτω, ζώον ορατόν και ορατά περιέχον, εικόν του νοητού θεός αισθητός, μέγιστος και άριστος κάλλιστός τε και τελεώτατος γέγονενviii».


Βλέπε επίσης: Σίφνος: «Δος μοι τούτον τον ξένον, τον εκ βρέφους ως ξένον ξενωθέντα εν κόσμῳ»Α' & Β'

Σημειώσεις:

i Η διατύπωση και η επεξεργασία της θεωρίας αυτής ξεκίνησε από τον Θεόδωρο Ι. Ζιάκα. Με το Έθνος και Παράδοση το 1993, την Έκλειψη του Υποκειμένου (1η έκδοση: 1997), το Πέρα από το Άτομο (2003) και το Αυτοείδωλον εγενόμην (2005).

ii Ο Μάρκο Πόλλα αν και πέθανε εξαθλιωμένος και πάμπτωχος στο νησί, έτυχε μιας λαμπράς κηδείας στην οποία παρευρέθησαν 51 ορθόδοξοι ιερείς του νησιού.

iii Ο Παρθένιος Χαιρέτης κατέφυγε στη Σίφνο λόγω του Κρητικού πολέμου, εγκαταστάθηκε εκεί, δίδαξε και ίδρυσε σχολή κωδικογράφων.

iv Ο μπερμπάντης Μικελλούτσι, αν και δημιούργησε προβλήματα με τις σχέσεις του με κάποιες μοναχές εν τούτοις ήταν πολύ καλός δάσκαλος και άφησε σημαντικό έργο.

v Ο Βαρθολομαίος ντα Πόλλα, πηγαίνει στη Ρώμη, στο ελληνικό κολέγιο του Αγίου Αθανασίου, μετά από έντονες ενέργειες του Β. Λογοθέτη. Επιστρέφει στη Σίφνο να διδάξει αλλά και να προσηλυτίσει. Στο δεύτερο καθήκον του, μάλιστα, δείχνει ιδιαίτερο ζήλο. Παρ' όλα αυτά, στην ιστορία του νησιού θα μείνει μόνο σαν δάσκαλος.

vi Ο Β. Λογοθέτης, σε επιστολή του προς τον ηγούμενο της μονής Πάτμου εξηγεί: Το μοναστήρι «ωκοδόμησα δια την βοήθειαν της πατρίδος...δια ψυχικόν εδικό μου, ακόμη και δια βοήθειαν πολλών πτωχών και ωφέλεια ψυχών...όπως με εφώτισε ο αφέντης Θεός»....«Εγώ εμπορούσα να κάμω αλλού την όρεξή μου και εις καλύτερον τόπον..»...«Δια τούτον δεν εθέλησα παρά να γενή εις τον τόπον του Θεολόγου» . Δηλαδή, αν και μπορούσε να χτίσει αλλού το μοναστήρι το χτίζει εκεί, στην ιδιοκτησία της Μονής Πάτμου (Θεολόγου). [Σιφνιακά, τεύχος Ε'/1995, σελ 40]

vii Το παζάρι με το Βατικανό ξεκίνησε από τα 100 ρεάλια, ανέβηκε στα 500, για να καταλήξει στα 700, προκειμένου να εξασφαλιστούν τα έξοδα διαβίωσης του Συριανού δασκάλου Γεωργίου Πέρη στη Σίφνο. Η Αγία Έδρα όμως δεν ενέδωσε τελικά και ο Πέρης έμεινε κατασυκοφαντημένος από τους ομοδόξους του άνεργος και πένης. Αντίθετα, οι Σιφνοί βεβαίωναν τους πάντες για την αψεγάδιαστη θητεία του στο νησί τους.

viii Πλάτωνος, Γοργίας και Τίμαιος αντίστοιχα. Παρατίθενται στο Πρόσωπο και Έρως του Χρήστου Γιανναρά, εκδ. Δόμος στο δεύτερο μέρος με τον τίτλο: η κοσμική διάσταση του Προσώπου.

Ενισχύστε την έρευνα και τη διάδοση της Ιστορίας της μικρής πατρίδας

Οι τελευταίες αναρτήσεις

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αρχειοθήκη ιστολογίου