Τετάρτη 22 Μαΐου 2019

Ο Ορέστης, καπετάνιος της 2ας Μεραρχίας του ΕΛΑΣ (ΑττικοΒοιωτίας) μιλάει για τον Χαρίλαο Φλωράκη - Γιώτη

Από αριστερά: Διαμαντής, Ανάποδος (Θύμιος Καψής), Ορέστης , Γιώτης. Στα Καβάσαλα των Δερβενοχωρίων




Τρεις χαρακτηριστικές στιγμές της δράσης του Γιώτη, ιστορημένες από τον Ορέστη το 1958/59




Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής



Ο Γιώτης (Χ. Φλωράκης) έχει στο βιογραφικό του σημαντική δράση στον ΕΛΑΣ σε ένα πολύ κομβικό και καίριο πόστο. Είναι το δεξί πολιτικό χέρι του Ορέστη, σχεδόν από την ένταξή του στον ΕΛΑΣ μέχρι την διάλυσή του. (Το δεξί στρατιωτικό χέρι του Ορέστη είναι ο Φώτης Βερμαίος). Θητεύει δίπλα στον σπουδαίο αυτόν καπετάνιο του ΕΛΑΣ, αλλά και δίπλα στον Γεώργιο Ρήγο (Φεραίο) τον αντισυνταγματάρχη του ΕΣ που προσχωρεί στον ΕΛΑΣ τον Οκτώβριο του 1943 κι αναλαμβάνει τη στρατιωτική διοίκηση της τότε 5ης Ταξιαρχίας, και μετά 2ας Μεραρχίας, από την πρώτη στιγμή της τριήμερης μάχης της Πύλης (Δερβενοχωρίων). Θητεύει δίπλα στον Ηλία Καρά (Ηρακλή) σε όλη την  εκεί παρουσία του και "επιβιώνει" μετά την απομάκρυνσή του και την αποστολή του, ως καπετάνιου, στην 8η μεραρχία της Ηπείρου, δίπλα στον στρ. Αυγερόπουλο. 
Η δράση, λοιπόν, της 2ας Μεραρχίας (5ης Ταξιαρχίας) είναι και μέρος της προσωπικής ιστορία του αγαπημένου, σε μας τους μεταδικτατορικούς κομμουνιστές, Χαρίλαου. 
Ωστόσο, λίγα πράγματα ξέρουμε γι' αυτήν και από την εν γένει φιλολογία αλλά και από τον "βιογράφο" του Χρήστο Θεοχαράτο. Δεν ξέρω γιατί, αλλά την διετία αυτή του ΕΛΑΣ την περνάει ξώφαλτσα. 
Και ο Ορέστης δεν λέει πολλά, αν αναλογισθεί κανείς πόσο κοντά του βρίσκεται ο τριαντάχρονος τότε Γιώτης και πόσο κοντά βρίσκονται και οι δύο στα τρομακτικά γεγονότα της εποχής εκείνης. Η γνώμη μου είναι ότι η σποραδικές αναφορές του Ορέστη στον Γιώτη οφείλονται στο ότι  τότε (1958-1959), και ακόμη αργότερα (1960), ο Γιώτης έχει περιπέτειες με δίκες και διωγμούς. 
Μπορούμε, όμως, να είμαστε βέβαιοι ότι οι δυο τους τα πάνε καλά, ότι "ταιριάζουν τα χνώτα τους" και ότι υπάρχει αμφίδρομη αλληλεπίδραση. Αλλιώς, ο Χαρίλαος θα είχε ακολουθήσει τον Η. Καρά στην Ήπειρο και δεν θα χρειαζόταν, ο Ορέστης, την ευκαιρία που του δίνει ο Νέστορας για να απομακρύνει τον Γιώτη από κοντά του. 
Από τις λίγες αυτές αναφορές του "αρβανιτοποιημένου" (η έκφραση του ίδιου) καπετάνιου στον Γιώτη, σήμερα, επέτειο της εκδημίας του, διάλεξα τρεις πολύ χαρακτηριστικές. 
Η πρώτη είναι όταν μαθαίνουν για την Συμφωνία της Γκαζέρτας στην Πάρνηθα. Η δεύτερη είναι η σχετική με την Γιουγκοσλαβική απειλή και το Τάγμα Γκότσεφ, μέσα από ένα τμήμα της απολογίας του Χαρίλαου στη δίκη της Λάρισας τον Απρίλιο του 1955. Η τρίτη είναι η προσπάθεια που κάνει ο Νέστορας (Σ. Κωτσάκης) να δημιουργήσει "αντίβαρο" στον Ορέστη, αντικαθιστώντας τον Γιώτη με τον Νίκανδρο Κεπέση, στις μέρες της Ανακωχής και πριν την "Βάρκιζα". Η τελευταία είναι και χαρακτηριστική της μετέπειτα πορείας και τον δύο αγωνιστών. 

Α 

...όταν μαθαίνουν για την Συμφωνία της Γκαζέρτας στην Πάρνηθα

Δεν θα είχε γυρίσει ακόμη ο Αθηνέλης στην Αθήνα, στο δρόμο θα ήταν, όταν είδα τον Γιώτη, να με πληριάζη διστακτικός, ζεματισμένος, αλλά και αναστατωμένος.
Ο Χαρίλαος Φλωράκης, ο Γιώτης1, ήταν τότε ο άμεσος βοηθός μου, ο δεύτερος γραμματέας της «Κομματικής Επιτροπής» της μεραρχίας. Η αναστάτωσίς του ήταν δικαιολογημένη. Στα χέρια του κρατούσε την κοινοποίησι της συμφωνίας της Γκαζέρτας, που μόλις την είχε πάρει αποκρυπτογραφημένη από τον ασυρματιστή μας τον Νικολάκη.
Η αναστάτωσις του Γιώτη, όπως ήταν επόμενο, δεν άργησε να μεταδοθή και σε μένα. Κάθε παράγραφο της «συμφωνίας» την ένοιωθα σαν καυτό καρφί. Μα μια απ' όλες ήταν σωστή μαχαιριά για μένα και για όλους τους συνεργάτες μου. Η παράγραφος που μας «απέκοπτε» από την διοίκησι του στρατηγείου του ΕΛΑΣ και μας υπήγαγε υπό τας διαταγάς του στρατηγού Σπηλιωτοπούλου.
Δεν είχα καμμιά αυταπάτη για την έννοια αυτής της παραγράφου. Καταλάβαινα πολύ καλά τη σημασία της, τον αποκλεισμό μας από την «συμμετοχή στην απελευθέρωσι» των Αθηνών.
Όσο διάβαζα και ξαναδιάβαζα εκείνη τη διαταγή, τόσο η σκέψις «μάς πούλησαν» τριβέλιζε το μυαλό μου. Τις ίδιες σκέψεις με μένα κάνανε και οι δυο άμεσοι συνεργάτες μου, ο επιτελάρχης και ο β' γραμματέας, που εν τω μεταξύ, δειλά-δειλά, μουδιασμένοι σαν να ήσαν οι ίδιοι ένοχοι της υπογραφής εκείνου του εγγράφου, με είχαν πλησιάσει.
Μείναμε αμίλητοι, μουγγοί, απελπισμένοι, καθισμενοι σε κάτι κομμένους κορμούς δέντρων ώρα πολλή, όσο σουρούπωνε, ώσπου μάς πήρε η νύχτα.
-Να την δείξουμε και του Μεράρχου; με ρώτησε ο Γιώτης.
-Άσε, του απάντησα. Αύριο. Γιατί να περάση κι' αυτός μια νύχτα αϋπνίας και αγωνίας;
Τέτοια ήταν για μας εκείνη η νύχτα. Μέναμε και οι τρεις μαζί σ' ένα καλύβι. Όλη νύχτα δεν αλλάξαμε λέξι, μα και μάτι δεν κλείσαμε. Τούς άκουγα και τους άλλους δυο να στριφογυρίζουν άγρυπνοι πάνω στις σανίδες που είχαμε στρωμένες χάμω. Οι τρεις μας αποτελούσαμε το «κομματικό γραφείο» και αρκετές φορές άλλοτε είχαμε περάσει πολλές ώρες της νύχτας «συνεδριάζοντας». Όπως όμως έλεγα αργότερα σ' ένα φίλο μου, ποτέ άλλοτε δεν θυμάμαι τέτοια «ολονύκτια μουγγή συνεδρίασι»!
Μα τι τα θέλετε; Η ελπίδα δεν αφήνει ποτέ τον άνθρωπο. Μόλις σηκώθηκαν τα σκοτάδια, όταν ακούσαμε τις χαρούμενες φωνές των ανταρτών, που τίποτα δεν ξέρανε, όταν άρχισε ο τόπος να βουΐζη γύρω μας, όπως κάθε μέρα, απ' την μυρμηγκιά των χαρούμενων και ανυπόμονων οπλοφόρων, φύγανε, διαλύθηκαν, καπνός γίνανε οι μαύρες σκέψεις της νύχτας. Άλλες σκέψεις «σοφότερες» πήραν τώρα τη θέσι τους:
-Τάχα δεν το είχαμε πη και δεν το είχαμε προβλέψει; Δεν είχαμε συμφωνήσει με τον Νέστορα, πως θα παίρναμε ένα σωρό διαταγές , ακόμα και από τους δικούς μας, για να εμποδισθούμε στην αποστολή μας; Και δεν μείναμε σύμφωνοι πως δεν θα έπρεπε, και δεν επρόκειτο να «ζαλιστούμε» από τέτοιες εντολές και οδηγίες, παρά θα κάναμε τη δουλειά μας όπως εμείς ξέραμε, σύμφωνα με τις «πάγιες κομματικές εντολές» και με την «κομματική» μας αντίληψι; Γιατί λοιπόν θα έπρεπε να απελπισθούμε τώρα για κάποιο απ' αυτά τα εμπόδια που ξεφύτρωσε και που το είχαμε έγκαιρα υπολογίσει;
Μ' αυτές τις «δεύτερες σκέψεις» ησυχάσαμε και μάλιστα καθησυχάσαμε και τον Μέραρχο, που κι αυτός αγανάκτησε και ένοιωσε ό,τι κι' εμείς, μόλις διάβασε εκείνα τα κείμενα. Εγώ τουλάχιστον, πρώτη και μόνη φορά τον είδα και τον άκουσα να εκφράζεται έτσι για τους «χασομέρηδες» συναδέλφους του των Αθηνών!

Β

...η σχετική με την Γιουγκοσλαβική απειλή και το Τάγμα Γκότσεφ, μέσα από ένα τμήμα της απολογίας του Χαρίλαου στη δίκη της Λάρισας τον Απρίλιο του 1955

Ένα στέλεχος του ΚΚΕ σε μια δίκη του, πολύ-πολύ αργότερα2, μίλησε σαφώς και απεριφράστως γι' αυτήν την υπόθεσι και ανέφερε συγκεκριμένα πράγματα: Ο Γιώτης.
Η πεποίθησίς μου αυτή, ότι ο Σιάντος επεκαλέσθη τους τρομακτικούς κινδύνους που ανέκυπταν για όλη την χώρα από τη στασιαστική ενέργεια των Σλαβομακεδόνων του Γκότσεφ, για να αθετήση την ιδιαίτερη συμφωνία του με τον Ιωαννίδη, στιρίζεται σε πολλές ενδείξεις. Είχα σχηματίσει αυτήν την πεποίθησι από καιρό. Αργότερα όμως και κάποιος άλλος, που αυτήν την «κατοπινή» εποχή είχε επίσημη για το ΚΚΕ ιδιότητα, ήρθε να επιβεβαιώση την πεποίθησί μου. Ο Χαρίλαος Φλωράκης, ο Γιώτης, συνελήφθη το 1954 ως αρχηγός του εις Ελλάδα κλιμακίου, του «φυγάδος» Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ.
Ο Γιώτης, όπως είναι γνωστόν, από την εποχή που ήταν δεύτερος γραμματέας του κομματικού γραφείου της 2ας Μεραρχίας, άμεσος βοηθός μου δηλαδή, είχε ανεβή δυο-δυο τα σκαλιά της κομματικής ιεραρχίας. Διετέλεσε αρχηγός του κλιμακίου Νοτίου Ελλάδος του γνωστού ΚΓΑΝΕ, στον «Δημοκρατικό Στρατό» του Ζαχαριάδη και ύστερα, μετά την υπόθεσι Πλουμπίδη απεστάλη εδώ ως αρχηγός – αντιπρόσωπος του εν παρανομία ΚΚΕ. Υπ' αυτήν την ιδιότητα εδικάσθη και υπ' αυτήν απελογήθη στα διάφορα δικαστήρια εις τα οποία παρεπέμφθη.
Σε μια από τις δίκες του αυτές, στην Λάρισα, επεβεβαίωσε τα όσα από καιρό έλεγα -προφορικώς και εγγράφως- για εκείνη την υπόθεσι Γκότσεφ, για την θέσι του Τίτο πίσω από τον Γκότσεφ και για τα ευρύτερα σχέδια των Γιουγκοσλάβων εκείνη την εποχή.

Είπε τότε ο Γιώτης, απολογούμενος επισήμως και δια λογαριασμόν του ΚΚΕ, ότι αυτό όχι μόνον δεν απέβλεψε ποτέ εις τον ακρωτηριασμόν της Ελλάδος, αλλ' αντιθέτως όταν εδημιουργήθη ένας τέτοιος κίνδυνος, δεν εδίστασε να πνίξη εις το αίμα μια σχετική εκδήλωσι, εκείνων των αυτονομιστών του Γκότσεφ δηλαδή. Και απεκάλυψε ακόμη, ότι τότε οι Γιουγκοσλάβοι ήσαν έτοιμοι να καταλάβουν όλη την Δυτική Μακεδονία, ότι είχαν έτοιμο ένα ολόκληρο Σώμα Στρατού να εισβάλη στην Βόρειο Ελλάδα και να καταλάβη την Θεσσαλονίκην, και ότι η εισβολή εκείνη απετράπη χάρις εις την απειλήν του ΚΚΕ και του ΕΛΑΣ πως θα χτυπήση τους εισβολείς, και χάρις εις το προειδοποιητικόν χτύπημα των στασιαστών της Φλωρίνης, που έδειχνε την αγρίαν αποφασιστικότητα της τότε ηγεσίας του ΚΚΕ.
Αυτήν την απολογία του Φλωράκη δεν την πρόσεξαν πολλοί. Έπεσε στο κενόν όπως λένε. Οι Εθνικόφρονες την πέρασαν σαν μια από τις τόσες κουβέντες που λέγονται στις απολογίες των κατηγορουμένων. Οι Αριστεροί πάλι δεν πρόφτασαν να την «μελετήσουν» γιατί γράφηκε στα «ψιλά» της εφημερίδας των και γιατί τα γεγονότα που ακολούθησαν εκείνες ακριβώς τις μέρες, την «κουκούλωσαν» αυτήν την είδησι.
Ο Φλωράκης στην απολογία του κατηγορούσε τον Τίτο -ούτε λίγο, ούτε πολύ- πως προσπάθησε να αρπάξη με την ευκαιρία των ανωμαλιών που θα εδημιουργούντο από την σύγκρουσι του ΕΑΜ με τον Εθνικόφρονα κόσμο, το πολυτιμότερο κομμάτι της ελληνικής χώρας. Προσπάθησε δηλαδή, σύμφωνα με τα όσα ξέρουμε, να δεσμεύση πρώτα με τις εντολές του τον ΕΛΑΣ στην Γκαζέρτα και ύστερα, όταν θα εστασίαζε εναντίον του Αρχιστρατήγου των ελληνικών δυνάμεων (του Σκόμπυ), τον οποίον ΚΑΙ ο ίδιος ο ΕΛΑΣ «διώρισε» στην Γκαζέρτα, μέσα στον σάλο και την αναστάτωσι να έκανε αυτός τη δουλειά του για λογαριασμό της χώρας του.
Ο Γιώτης δεν απεδοκιμάσθη από το κόμμα του γι' αυτές του τις δηλώσεις, πράγμα που θα γινόταν αμέσως αν μιλούσε ανεύθυνα και όχι υπεύθυνα. Αλλά και δεν υπήρξε συνέχεια στην αποκάλυψί του εκείνη, γιατί συνέπεσε με άλλα γεγονότα. Ακριβώς λίγες, ελάχιστες μέρες αργότερα, έγινε η πρώτη και παταγώδης, όσο έστω και πρόσκαιρη, αποκατάστασις των σχέσεων Σοβιετικής Ενώσεως – Γιουγκοσλαβίας, με το γνωστό ταξίδι του Κρούστσεφ στο Βελιγράδι και την γνωστή του «δήλωσι μετανοίας» προς τον παληό αρχηγό των Γιουγκοσλάβων Παρτιζάνων και αρχηγό του κράτους του τώρα Τίτο. Πώς θα μπορούσε λοιπόν να δοθή συνέχεια, εκείνον τον καιρό, σε κείνην την αποκάλυψι;


Γ

...η προσπάθεια που κάνει ο Νέστορας (Σ. Κωτσάκης) να δημιουργήσει "αντίβαρο" στον Ορέστη, αντικαθιστώντας τον Γιώτη με τον Νίκανδρο Κεπέση, στις μέρες της Ανακωχής και πριν την "Βάρκιζα"



Δεν έμεινα στην έδρα μας παρά μια μέρα, γιατί το πρόβλημα του ανεφοδιασμού μας σε τρόφιμα γινόταν τραγικό και έπρεπε να κινηθώ προς την περιοχή του Αγρινίου, απ' όπου μόνο μπορούσαμε να ελπίζουμε σε κάτι.
Φεύγοντας, συνάντησα έξω απ' το χωριό δυο έφιππους. Ο ένα απ' αυτούς μού έδωσε μια διαταγή του Σώματος Στρατού προς την Μεραρχία, όπως μού είπε. Στην πραγματικότητα ήταν ένα τσιγαρόχαρτο, με σημείωμα του Νέστορα, απευθυνόμενο σε μένα. Σ' αυτό μού έγραφε πως τοποθετούσε βοηθό μου, δεύτερον κομματικό γραμματέα, διευθυντή του γραφείου διαφωτίσεως (Επιτροπή Διαφωτίσεως Ανταρτών, ΕΔΑ την λέγαμε) και αναπληρωτή μου, τον Νίκανδρο Κεπέση καπετάνιο του πειραιώτικου συντάγματος ως την εποχή της συγχωνεύσεώς του με όλα τα πρωτευουσιάνικα τμήματα.
Η αλήθεια είναι πως ο Νίκανδρος (αυτός ο ίδιος που μού έφερνε την εντολή τοποθετήσεώς του), είχε εξαιρετική δράσι στην κατοχή, αλλά καταλάβαινα πολύ καλά ότι ο λόγος της «προαγωγής» του, κάθε άλλο παρά γινόταν για ηθική αμοιβή του. Άλλος και πολύ φανερός λόγος έκανε τον Νέστορα να επιδιώκη μια μεταβοή στα «εσωκομματικά» της Μεραρχίας.

Ο Κεπέσης ήταν γνωστός ως ο αρχηγός των Ελασιτών του Πειραιά, που δώσανε την γνωστή «μάχη της Ηλεκτρικής» για την διάσωσι των εγκαταστάσεών της.
Έχει γραφή από πολλούς ότι ο Γερμανός στρατηγός της Αεροπορίας Φέλμυ, ο διοικητής των τελευταίων τμημάτων κατοχής, των γερμανικών οπισθοφυλακών, μεταχειρίσθηκε αρκετά πονηρά τεχνάσματα κατά την διάρκειαν των διαπραγματεύσεών του με εκπροσώπους του ΣΜΑ και του Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού.
Ενώ δήλωνε με έγγραφό του προς τον δήμαρχο Αθηναίων Γεωργάτο, ότι κηρύσσει την Αθήνα ανοχύρωτον πόλιν και ότι κατά συνέπειαν δεν θα κάνη καταστροφές φεύγοντας «μεν την προσδοκίαν ότι το μέτρον αυτό θα εκτιμηθή επίσης από τον εχθρόν» -ενέργεια η οποία πράγματι εξετιμήθη και εδόθησαν τότε διαταγές από όλους να μη χτυπηθούν στην αποχώρησί τους οι Γερμανοί- ενώ εδήλωνε αυτά για την Αθήνα, δεν εννοούσε ότι συμπεριλαμβάνει και τον Πειραιά, στην ανοχύρωτη περιοχή. Έτσι από τις 11 Οκτωβρίου άρχισαν οι καταστροφικές ανατινάξεις του Πειραιά που συνεχίστηκαν και τη νύχτα της 12ης Οκτωβρίου σ' ολόκληρη την παραθαλάσσια περιοχή.
Το ίδιο ήταν στα σχέδια να γίνη και με το εργοστάσιο της ΗΕΑΠ, όπου υπήρχε γερμανική φρουρά υπό τον υπολοχαγό Χανς Λίντεμαν, και όπου επλησίασαν τα χαράματα της 13ης Οκτωβρίου έξη γερμανικά καμιόνια, για να ενισχύσουν την φρουρά και να την πάρουν μετά την εκπλήρωσι της αποστολής της. Το εργοστάσιο όμως ήταν κυκλωμένο από τους άνδρες του Κεπέση από βραδύς. Άρχισε μια συμπλοκή που κράτησε ώρα πολλή με αποτέλεσμα μόνο μερικές ασήμαντες ζημιές να επιφέρουν στο εργοστάσιο οι Γερμανοί και μόνο ελάχιστοι απ' αυτούς να επιτύχουν την διαφυγή τους. Αρκετοί σκοτώθηκαν και οι άλλοι -ογδόντα περίπου- μαζί με τον Λίντεμαν παραδόθηκαν στους άνδρες του Κεπέση για να παραδοθούν απ' αυτόν αμέσως ύστερα στον Βρεταννό Σύνδεσμο Λέσλι Σέππερντ, τον γνωστόν μας και φίλο μου συνταγματάρχη Χιλς.
Οι απώλειες των Πειραιωτών Ελασιτών σε κείνη την αποτελεσματική συμπλοκή τους, ήσαν ένδεκα νεκροί (Καλαμπόκας, Αγαλιώτης, Καβαλλιεράτος, Καλαποθάκης, Οικονομίδης, Γιάρας, Κοσμίδης, Συρίγος, Βρεττάκος και άλλοι δύο).
Είχε λοιπόν τις περγαμηνές του ο Κεπέσης όταν ερχόταν να αναλάβη «το πόστο του» και ασφαλώς γι' αυτόν τον λόγο τον είχε διαλέξει ο Νέστορας, ώστε να μην μπορέσω να τον θεωρήσω «χάρτινο καπετάνιο». Αλλά κι' εγώ δεν ήμουν διατεθειμένος να τον δεχθώ, παρ' όλες τις περγαμηνές του. Γέλασα όταν διάβασα εκείνο το σημείωμα, γέλασα δυο φορές, όταν είδα την κατάπληξι του κομιστού του για την «ανευλάβεια» μετά το πρώτο μου γέλιο.
-Είναι διαταγή του Σώματος, ψιθύρισε με δέος και κατάνυξι!
-Καλά, καλά, του απάντησα. Πήγαινε στο χωριό και περίμενέ με να γυρίσω. Τότε θα σου πω τι θα γίνη.
Και όταν γύρισα του εξήγησα:
-Είναι αδύνατο να δεχθώ αυτήν την μεταβολή. Εκτός που δεν υπάρχει κανείς λόγος να παραμερισθή ο ως τώρα αναπληρωτής του, ο Γιώτης, πρέπει να το καταλάβης πως άλλη είναι η νοοτροπία του αντάρτικου και άλλη η δική σας των Αθηναίων. Άλλο κλίμα υπάρχει εδώ. Εσύ δεν θα μπορέσης να κάνης ούτε στιγμή με τον μέραρχο και τους άλλους αξιωματικούς. Εσείς στην Αθήνα τους είχατε καταργήσει, ενώ σε μας έχουν την οντότητά τους. Να γυρίσης και να πης του Νέστορα, πως δεν μπορώ να δεχθώ αυτήν την αλλαγή.
Δεν ήταν, όμως, τόσο το ότι του κακοφάνηκε του Νίκανδρου εκείνη η αποπομπή του -αυτό άλλωστε ήταν και πολύ φυσικό. Το πιο περίεργο ήταν η κατάπληξίς του για την δική μου αντίστασι και απειθαρχία. Αυτήν δεν μπορούσε να την καταλάβη, να την «συλλάβη» ο νους του!
-Μα είναι διαταγή του Σώματος, σύντροφε...
-Να ένα πρόχειρο δείγμα για το πόσο απροσάρμοστος είσαι, τον έκοψα. Εμείς εδώ δε μεταχειριζόμαστε την λέξι σύντροφε. Αν την πης στον Μέραρχο θα σε κυνηγήση!
-Μα παραγνωρίζεις πως το Σώμα ανήκει στην ΚΟΑ, ότι το καθοδηγεί ο ίδιος ο Φάνης!
Και επρόφερε το όνομα εκείνο με απέραντο θαυμασμό και δέος, σαν να ανεκάλυπτε κανένα συντριπτικό επιχείρημα.
-Πήγαινε, παιδί μου, κι' έννοια σου, δεν θα τα βάλη μαζί σου ούτε ο Νέστορας, ούτε ο Φάνης. Με μένα θα τα έχουν. Με ξέρουν καλά, μη σε νοιάζει εσένα.
Δεν ξέρω πως την δέχθηκαν ο αρμόδιοι του Σώματος και της «εξορίστου ΚΟΑ» (Κομμουνιστική Οργάνωσις Αθήνας) εκείνη την αποπομπή του «επαγρυπνητού» που μου στέλνανε. Δεν δοκίμασαν τότε να μού τον ξαναστείλουν. Αλλά είμαι βέβαιος πως κι' αυτό το γράψανε στα εναντίον του «κρατούμενα».


Σημειώσεις:


1 Στο βιογραφικό του ο Χαρ. Φλωράκης αναφέρει: «Στον ΕΛΑΣ βγήκα, ύστερα από εντολή Ευθυμιάδη, στο Αρχηγείο Αττικοβοιωτίας ....Τοποθετήθηκα σαν ομαδάρχης και αργότερα πολιτικός καθοδηγητής καθοδηγητής διμοιρίας. Πήρα μέρος σε όλες τις αποστολές και μικροδράσεις. Με την ομάδα μου συνόδευσα τον σ. Σαράφη και Βασ. Σαμαρινιώτη από τα Δερβενοχώρια μέχρι τη Χασιά, όπου και τους παρέδωσα στον σύνδεσμο της Αθήνας (τον σ. Θανάση Γόργολη). Ήταν η πρώτη φορά που κατέβαινε ο Σαράφης στην Αθήνα μετά την προσχώρησή του στον ΕΛΑΣ.
»Το καλοκαίρι του 1943 ανέβηκε ολόκληρο το Αρχηγείο Αττικοβοιωτίας στην περιοχή Ευρυτανίας ( Ήτανε το περίφημο σχέδιο αντιμετώπισης των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων των Ιταλών). Εκεί με πήρε η Οργάνωση (Ηλ. Μανιάτης) και με έβαλε μέλος της Περιφερειακής Επιτροπής Φθιώτιδας-Φωκίδας και Ευρυτανίας, - υπεύθυνο του Εφεδρικού ΕΛΑΣ. Γραμματέας ήταν ο Ηλ. Μανιάτης και μέλη της οι Τάσος Λευτεριάς, Μήτσος Μαρής, Μαργαρίτα Κωτσάκη, Τάσος Γκίνογλου κι εγώ. Με την δημιουργία της ΚΟΠΣ, και των διαφόρων Περιφερειακών Επιτροπών Στερεάς, στάλθηκα σαν γραμματέας της Περιφερειακής Επιτροπής Δωρίδας – Παρνασσίδας.
»Στις αρχές του 1944, Γραμματέας ήρθε ο σ. Βασίλης Ασίκης κι εγώ πήγα στην 5η Ταξιαρχία του ΕΛΑΣ, που ήταν καπετάνιος ο Ηλ. Καρράς και ο Ορέστης. Εκεί ήμουνα Γραμματέας της ΕΔΑ. [Επιτροπή Διαφωτίσεως Ανταρτών]. Όταν έφυγε ο Ηλ. Καρράς ανέλαβα Γραμματέας της Κομματικής Επιτροπής της ΙΙ Μεραρχίας. Πήρα μέρος στη δράση της Μεραρχίας με μαχητική αποστολή στην επιχείρηση της Άμφισσας και στις επιχειρήσεις του Δεκέμβρη. Μού έγινε πρόταση για ονομασία στο βαθμό του ταγματάρχη. Δεν ξέρω αν ονομάστηκα. Στη συνδιάσκεψη του Γραφείου Στερεάς, (νομίζω Νοέμβρης του 1944) βγήκα στην Ολομέλεια της ΚΟΠΣ...». Το ότι ο μακαρίτης ο Χαρίλαος «επεβίωσε», και μάλιστα «προήχθη», στην οργάνωση του κόμματος της 5ης Ταξιαρχίας/ΙΙ Μεραρχίας, του αποπεμφθέντος Ηλ. Καρά/Ηρακλή, σημαίνει ότι, τόσο ο Ορέστης όσο κι ο Ρήγος δεν τον θεωρούν της ίδιας, με τον Καρρά, νοοτροπίας.


2 «Κατηγορούμενε εγέρθητι» ακούγεται στο Κακουργιοδικείο της Λάρισας στις 2 Απριλίου του 1955 όπου δικάζεται ο Χαρίλαος Φλωράκης με την κατηγορία ότι προσπάθησε βιαίως να αποσπάσει τμήμα της ελληνικής επικράτειας. Εκείνος είναι ανήμπορος να σηκωθεί. Εχει πάθει αγκύλωση! Εχει περάσει 150 ημέρες κλεισμένος σε ένα «κλουβί» 1,5 μ. ύψος, 1,2 μ. μήκος και 0,70 μ. φάρδος, τυλιγμένος σε πηχτό σκοτάδι, διψασμένος και πεινασμένος». [“Ουμανιτέ” 23.4.1955 – Χρ. Θεοχαράτος, Χαρίλαος Φλωράκης και Λαϊκό Κίνημα, Εκδ. Τυποεκδοτική]
Παρακάτω, ο Χ. Θεοχαράτος, παραθέτει εκτενή αποσπάσματα από την απολογία του Χ. Φλωράκη όπως έχουν μεταφραστεί από το σλαυόφωνο περιοδικό “Ίλιντεν”(τ. Μαΐου-Ιουνίου 1955) για τις “ανάγκες “ των φακέλων της Γενικής Ασφάλειας. Και επειδή για πρώτη φορά οι ένορκοι είναι γυναίκες, αρχίζει την απολογία του: «Εκφράζω τη χαρά μου και χαιρετίζω εγκάρδια την παρουσία γυναικών στα έδρανα. Είναι μία κατάκτηση των γυναικών. Είναι μία κατάκτηση λαϊκή για την οποία αγωνίστηκε και αγωνίζεται το KKE και της οποίας τα θεμέλια μπήκαν κατά την Κατοχή μέσα από το EAM. Και αυτό τονίζει ότι κανένας αγώνας δεν πάει χαμένος». O Χαρίλαος Φλωράκης αθωώθηκε από τις ενόρκους. Την επομένη, η εφημερίδα «Εστία» στο φύλλο της 5-4-1955 επικρίνει τις ενόρκους με τον τίτλο: «Γεια σας κορίτσια!».

Ενισχύστε την έρευνα και τη διάδοση της Ιστορίας της μικρής πατρίδας

Οι τελευταίες αναρτήσεις

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αρχειοθήκη ιστολογίου