Κυριακή 15 Δεκεμβρίου 2019

Οι αντάρτες του ΕΛΑΣ ΑττικοΒοιωτίας Φαρούκ και Τζάβαλας

Μερικά στοιχεία για την προσωπική ομάδα του καπετάνιου της ΙΙ Μεραρχίας του ΕΛΑΣ


Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής

Ο Παπανδρέου επιθεωρεί τμήμα του 34ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ στην Ακρόπολη, μετά την έπαρση της σημαίας. Ατενίζει τον αντάρτη Τζάβαλα ο οποίος είναι δεύτερος από δεξιά. Ο τρίτος από δεξιά είναι ο Αράπης.



Έχουμε πει και αλλού ότι ο Ορέστης, ο καπετάνιος της 2ας Μεραρχίας και δημιουργός του ΕΛΑΣ ΑττικοΒοιωτίας, είχε μια προσωπική ομάδα επιλέκτων ανταρτών που τον συνόδευε στις κινήσεις του. Τους αντάρτες αυτούς τους κατονομάζει ο ίδιος στην αφήγησή του στην «Απογευματινή»:

[...Ο Νάκιας, ο Παπαφλέσσας, ο Μπαράκος, ήσαν δοκιμασμένοι από καιρό. Δεν πήγαινε πίσω και ο Τζάβαλας, ο Θεσπιός, ο Σωτηροβασίλης, όλοι αυτοί Βοιωτοί, σκληροτράχηλοι Αρβανίτες, και οι δύο Χαλκιδαίοι της ομάδας μου, ο Γιαννάκης και ο Πάρις...]

Σήμερα θα παραθέσουμε μερικά στοιχεία για τον Τζάβαλα και τον Φαρούκ ή Θεσπιό, με την ελπίδα να γίνουν αφορμή να μαθευτεί η κατά κόσμον ταυτότητά τους. 
Ο Ορέστης περιγράφει μια ωραία σκηνή, όταν εκείνος και η ομάδα του κατεβαίνουν στη Βοιωτία, στον κάμπο, μετά από μια μακρά πορεία, από τα βουνά, από τους Κορυσχάδες και το Εθνικό Συμβούλιο, και μετά από δίμηνη απουσία από τα λημέρια της Πάρνηθας. 

Είχανε φύγει ανήμερα της 25ης Μαρτίου, ακούγοντας πίσω τους τις ομοβροντίες του εορτασμού στη Λιάτανη, περάσανε στην Εύβοια 30 Μαρτίου, δώσανε εκεί αρκετές μάχες με Γερμανούς και Ταγματασφαλίτες, ενταγμένοι στα τμήματα του 7ου Συντάγματος, τέλος του Απριλίου ξαναπέρασαν στη Ρούμελη για να προφτάσουν τις εργασίες του Εθνικού Συμβούλιου, στο οποίο, έπρεπε να συμμετάσχει ο καπετάνιος τους ως εκλεγμένος Εθνοσύμβουλος της Αττικής. Οι άλλοι καπεταναίοι  του Συμβουλίου ήταν, ο Άρης που όμως απουσίαζε στον Μοριά, ο Σαράφης και ο Κώστας Καραγιώργης. Ο Ε. Μπακιρτζής ήταν μέχρι τότε στην ΕΚΚΑ και στη συνέχεια ανέλαβε καθήκοντα στην Ομάδα Μεραρχιών Μακεδονίας...


[...Αφού τελειώσαμε και μ' αυτές τις μπλεξιές στα Χώστια, ξεκινήσαμε πια για το σταθερόν ορμητήριόν μας, τα Δερβενοχώρια.
Από τη στιγμή που αρχίσαμε να κατηφορίζουμε την τελευταία πλαγιά του Παρνασσού και ο αέρας μύρισε Βοιωτία, η χαρά των παιδιών της ομάδος μου ήταν ολοφάνερη.
Καμμιά πορεία δεν τους κούραζε προκειμένου να φθάσουν στον τόπο τους ύστερα από απουσία δύο και πλέον μηνών. Το γαϊδουράκι μας, ο «Μυλωνάς», όμως, δεν ένοιωθε βέβαια τα ίδια συναισθήματα και άμαθο από τόσου μήκους πορείες σερνόταν.
Ο «Φαρούκ», όμως -που παρ' όλην την μεταβάπτισί του από μένα σε «Θεσπιό», από το χωριό του, κρατούσε επίμονα το ψευδώνυμο της εκλογής του- δεν του άφηνε ούτε δευτερόλεπτον ανάπαυσι. Διαρκώς η φωνάρα του, «Τζάβαλα, Τζάβαλα, Τζάβαλα», το τρόμαζε και το ανάγκαζε να επιταχύνη τον δρόμο του.
Έτσι το είχε μάθει. Τζάβαλας, όμως, ήταν άλλος αντάρτης της ομάδος μου. Αυτός που αργότερα απαθατίστηκε από μια φωτογραφία που κυκλοφορούσε και κυκλοφορεί ακόμη κάθε τόσο ανά το Πανελλήνιον. Είναι ο αντάρτης μπροστά στον οποίον στέκει ο κ. Παπανδρέου κατά την επιθεώρησι ενός μικρού τμήματος επιλέκτων Ελασιτών στην Αθήνα, τις ημέρες της απελευθερώσεως. Ο Τζάβαλας, λοιπόν, που τότε δεν είχε γίνει ακόμη διάσημος από τον πρωθυπουργικόν ενατενισμόν, παραξηγιόταν κάθε τόσο με εκείνες τις διφορούμενες κραυγές του Φαρούκ και αγρίευε.
-Αρχηγέ, θα τον σφάξω, να το ξέρης.
-Ποιον, μωρέ Τζάβαλα, τον Φαρούκ ή τον γάϊδαρο;
Από το δίλημμα, όμως, έσπευδε να τον βγάλη ο Φαρούκ αλλάζοντας προσωρινά «συνθήματα» με μερικά «ντε Μυλωνά».
Σε λίγο, όμως, πάλι αχολογούσαν οι πλαγιές από τις χαρούμενες φωνάρες του Φαρούκ: «Τζάβαλα, Τζάβαλα, Τζάβαλα»...]



Σημείωση της 29ης Σεπτεμβρίου 2021:

Η ανάρτηση αυτή του Δεκεμβρίου του 2019 έκλεινε με την κάτωθι παράγραφο...

Για τον Φαρούκ ή Θεσπιό ξέρουμε ότι τον λέγανε Παναγιώτη. Για τον Τζάβαλα δεν έχουμε τίποτα άλλο παρά μόνο τη φωτογραφία του, η οποία, τότε, τον έκανε διάσημο. 
Αν μας διαβάζει, λοιπόν, κανείς από εκείνους που κάτι έχουν ακούσει ή ξέρουν ας μας πληροφορήσει για να βρουν τα ονόματά τους τη θέση τους στην ιστορία. 

Σήμερα είμαστε σε θέση να συμπληρώσουμε μερικά στοιχεία για τον έναν εξ αυτών.

Ο αντάρτης Φαρούκ ή Θεσπιός, της προσωπικής ομάδας του Ορέστη, ονομαζόταν Παναγιώτης Λάμπρου και ήταν από το Ερημόκαστρο (Θεσπιές). Έμεινε ορφανός από πατέρα στα οκτώ του χρόνια και από μητέρα στα έντεκα. Είχε και δυο μικρότερα αδέλφια. Ίσα που ήξερε να γράφει και να διαβάζει. 
Το παρατσούκλι "Φαρούκ" το είχε προπολεμικά και, φυσικά, δεν είχε σχέση με έναν άλλο Φαρούκ που εμφανίστηκε στη Βοιωτία, ανήκε στο Αγγλικό εκστρατευτικό σώμα και ήταν Παλαιστινέζος. 
Ο δικός μας ο Φαρούκ κυνηγημένος βγήκε και πάλι στο βουνό, στον ΔΣΕ. Ανήκε στο τμήμα του Κρόνου και μετά τον θάνατο του Κρόνου στο τμήμα του Κώστα Φίτσιου που πήρε εντολή να κινηθεί από τον κάμπο και να πιάσει την Πάρνηθα. 
Το τμήμα αυτό ενεπλάκη με τον κυβερνητικό στρατό και τους ΜΑΥδες της περιοχής στην περιοχή της γέφυρας του Ασωπού, στον Αυλώνα, Μεγάλη Παρασκευή του 1948. 
Στη μάχη, που απλώθηκε σε διάφορες μικροσυγκρούσεις και κυνηγητά, κι έφτασε μέχρι το Μίλεσι, διαλύθηκε το τμήμα και συνελήφθησαν αρκετοί αντάρτες ζωντανοί. 
Ξημερώνοντας Μ. Σάββατο και καθώς έγινε γνωστή η εκτέλεση του Χ. Λαδά, τους αιχμαλώτους "τους έφαγε το σκοτάδι", κυριολεκτικά, και ακόμα παραμένουν άγνωστες οι τελευταίες τους στιγμές. 
Ο ίδιος ο Κώστας Φίτσιος έμεινε για πολλά χρόνια "αγνοούμενος" με πολλές επιπλέον δυσάρεστες συνέπειες στα τέσσερα παιδιά του. 
Ο Φαρούκ- Θεσπιός, φαίνεται ότι κατάφερε και έφτασε μέχρι τη θέση "Σαλονίκι" πάνω από το Κακοσάλεσι και εκεί σκοτώθηκε από βλήμα όλμου. Από τον όλμο μπορούμε να υποθέσουμε ότι δεν ήταν μόνος του αλλά με ομάδα. Ήταν 30 Απριλίου 1948. 

[Οι πληροφορίες για την ζωή και την τύχη του Θεσπιού, όπως και η κάτωθι φωτογραφία,  προέρχονται από τον κ. Πάνο Λάμπρου, ανεψιό του από αδελφό, ο οποίος φέρει και το όνομά του. Το ευχαριστούμε θερμά!] 


Ο αντάρτης της προσωπικής ομάδας του Ορέστη, Φαρούκ ή Θεσπιός-
Παναγιώτης Λάμπρου (1915-1948)






Οι τελευταίες αναρτήσεις

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αρχειοθήκη ιστολογίου