Ένα παλληκάρι 28 χρονών από το Σχηματάρι πεθαίνει στο Αννόβερο
Με αφορμή τη δημοσίευση του γενεαλογικού δένδρου της οικογένειας Αντωνίου στην ιστοσελίδα "Γενεαλογίες" με επιμέλεια του αγαπητού Βαγγέλη Δ. Μαντή, παρουσιάζω μια τραγική πτυχή της ιστορίας της εν λόγω οικογένειας, όπως αυτή ήρθε σε γνώση μου από την ερευνητική δουλειά ενός νέου επιστήμονα, του κ. Αλέξη Ντετοράκη, στα γερμανικά αρχεία.
Ο Αλέξανδρος ήταν ο δευτερότοκος γυιος του μακαρίτη του μπαρμπα-Αντρέα του Αντωνίου. Πρώτος ο Γιώργος (1916), πατέρας του Αλέξη, του Αντρέα και της Καίτης. Ακολουθούσε τρίτος (1922) ο Μενέλαος, πατέρας της Παναγιώτας και του Αλέκου, και τελευταία η Θεονία.
Ο Αλέξανδρος, λοιπόν, φέρεται να συνελήφθη από τους Γερμανούς κατακτητές γιατί στην κατοχή του βρέθηκαν ιταλικά και γερμανικά υλικά (μάλλον πρόκειται για βενζίνες).
Με την κατάρρευση της Ιταλίας και την συνθηκολόγηση, τον Σεπτέμβριο του 1943, η αποθήκη που είχαν οι Ιταλοί, λίγο πιο πέρα από το σπίτι του Αλέξανδρου, λεηλατήθηκε από τους χωριανούς. Πράγμα τελείως φυσικό και δικαιολογημένο αν σκεφτεί κανείς τα δεινά που επέφεραν στη ζωή τους οι κατακτητές σε αλλεπάλληλα κύματα.
Κάποια απ' αυτά τα υλικά βρέθηκαν στην κατοχή του Αλέξανδρου μια και ήταν αυτοκινητιστής(kraftfahrer). Κρατήθηκε στις φυλακές της Βουλιαγμένης, δικάστηκε για "κλεπταποδοχή", καταδικάστηκε σε κάθειρξη μεγαλύτερη των τριών ετών και μεταφέρθηκε στις δικαστικές φυλακές του Βρανδεμβούργου στις 28 Μαρτίου του 1944, μαζί με άλλους 92 καταδικασμένους.
Ήταν η πρώτη ομάδα, ενώ το σύνολο των καταδικασμένων Ελλήνων, για..."ποινικά αδικήματα", που μετήχθησαν στις δικαστικές φυλακές της Γερμανίας ανέρχεται σε 282.
Σημειώνουμε ότι η κατηγορία αυτή διαφέρει από τις άλλες, όπου οι κρατούμενοι μετήχθησαν στη Γερμανία ως όμηροι και ως σκλάβοι για τα εργοστάσια και την πολεμική βιομηχανία, χωρίς να υπάρχει δίκη και ποινή από δικαστήριο.
Επισημαίνουμε επίσης την...προσήλωση των Γερμανών στη "νομιμότητα", που θεωρεί δίκαιο να κατέχεται και να λεηλατείται μια χώρα αλλά οι πεινασμένοι και εξαθλιωμένοι κάτοικοί της πρέπει να διώκονται ποινικά, να τιμωρούνται σκληρά, να εξανδραποδίζονται και να χρησιμοποιηούνται σαν σκλάβοι στα πολεμικά εργοστάσιά τους για να κατακτήσουν κι άλλες χώρες όπου εκεί θα κάνουν τα ίδια!
Πράγματι ο Αλέξανδρος μεταφέρθηκε στο Βρανδεμβούργο και υποχρεώθηκε σε καταναγκαστική εργασία στο εργοστάσιο κατασκευής πολεμικών αεροπλάνων της εταιρείας "Αράντο"*.
Δεν ξέρουμε αν και πότε ακριβώς απελευθερώθηκε. Ή μάλλον δεν το έχουμε βρει ακόμη. Ίσως κάποια στιγμή το στοιχείο αυτό προκύψει από τα αρχεία ή από τον εντοπισμό της θέσης του εργοστασίου και τον συνδυασμό των πολεμικών εξελίξεων και της προέλασης του Κόκκινου Στρατού. Οι Σοβιετικοί κατέλαβαν την ευρύτερη περιοχή τον Μάρτιο και στις αρχές Απριλίου ήταν σε θέση να πολιορκήσουν το Βερολίνο. Στις 3 Απριλίου εγκρίθηκε το σχέδιο των επιχειρήσεων. Στις 16 Απριλίου άρχισε η πολιορκία. Δεδομένου ότι ο Αλέξανδρος απεβίωσε στις 5 Απριλίου (ώρα 15.00) στο Αννόβερο (οδός Λέοναρντ αρ. 1), μπορούμε να θεωρήσουμε ότι το εργοστάσιο εκκενώθηκε εσπευσμένα και κάποιοι κρατούμενοι, μέσα από φοβερές κακουχίες, μεταφέρθηκαν αλλού. Η κατάληψη του Αννόβερου από τους Συμμάχους έγινε στις 10 Απριλίου.
Οι κακουχίες αυτές ήταν και η αιτία θανάτου του Αλέξανδρου, ο οποίος, έναν μήνα πριν, είχε κλείσει τα 28 του χρόνια. Ήταν γεννημένος στις 3 Μαρτίου το 1917. Πέθανε άρρωστος, εξουθενωμένος, μόνος του, αβοήθητος, πάρα πολύ μακριά από τους δικούς του και μόλις ένα μήνα πριν την Ελευθερία και τον τερματισμό της φρίκης του Β' ΠΠ.
Στην προμετωπίδα δημοσιεύουμε το πιστοποιητικό θανάτου(sterbeurkunde) όπως συντάχθηκε από το ληξιαρχείο(standesant) του Αννοβέρου στις 25 Νοεμβρίου 1949 και το οποίο οφείλουμε στην ερευνητική δουλειά του Αλέξη Ντετοράκη.
Αν παρεμπιπτόντως, κάποιος συγχωριανός έχει φωτογραφία του Αλέξανδρου παρακαλείται να μας την αποστείλει για να πάρει τη θέση της στο ιστορικού μουσείο στη Γερμανία. Το ίδιο ισχύει και για όποια άλλη πληροφορία για τη ζωή του Αλέξανδρου. Αν, πχ, πολέμησε στην Αλβανία, πότε, πού κ.τ.λ.π.
Σημείωση:
* Ένα από τα πιο γοητευτικά στοιχεία της ιστορικής έρευνας είναι ότι η βοήθεια, για κείνο που ψάχνεις, σού έρχεται από κει που δεν το περιμένεις και, συχνά, με έναν...μυστηριακό τρόπο.
Έτσι, σκαλίζοντας τα αρχεία μου βρήκα ένα γερμανικό περιοδικό, το Signal (Νο 9, 1940), στην γαλλική του έκδοση, όπου από καιρό, ...."περίμενε" μια διαφήμιση της Αράντο για το αεροπλάνο της AR 96B.
Το κείμενο λέει:
«Ελαφρύ αεροσκάφος πολλαπλών χρήσεων: εκπαιδευτικό και μαχητικό
Η εισαγωγική εκπαίδευση των πληρωμάτων στα μαχητικά αεροσκάφη, ο λεπτός και περίπλοκος σχεδιασμός τους, απαιτεί την χρήση συσκευών ανώτερης ποιότητας και ποικίλλων πόρων.
Το Arado Ar 96B είναι ένα διθέσιο αεροσκάφος με πτερύγια όλο μέταλλο που πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις. Εκτός της χρήσης του ως εκπαιδευτικό αεροσκάφος έχει και τις ακόλουθες: της εκπαίδευσης των αεροπόρων στην καταδίωξη, την εισαγωγή τους στις νυχτερινές και ακροβατικές πτήσεις και στις πτήσεις με μηδενική ορατότητα, στη χρήση πολυβόλου, στη ρίψη βομβών, στις βολές και στο TSF της κεραίας.
Οι επιδόσεις αυτές και ο ανώτερος εξοπλισμός του καθιστούν το Arado Ar 96B μία συσκευή (ένα εργαλείο;) αναγνώρισης , ένα ελαφρύ μαχητικό η και αστυνομικό αεροσκάφος».
Από την διαφήμιση αυτή μαθαίνουμε και για το σημείο που βρισκόταν το εργοστάσιο της Αράντο . Άρα και ο Αλέξανδρος από τον Μάρτιο του '44 μέχρι την μεταγωγή του στο Αννόβερο δούλευε στο Πότσνταμ.
Η Αράντο ήταν βιομηχανία κατασκευής αεροπλάνων με δραστηριότητα από τον Α' ΠΠ. Από τα πρώτα, δηλαδή, βήματα της πολεμικής χρήσης των αεροπλάνων. Έπαψε να λειτουργεί μετά τη Συνθήκη των Βερσαλλιών και τους περιορισμούς που επέβαλε στην πολεμική βιομηχανία της Γερμανίας. Το 1921 εξαγοράστηκε από τον Χάινριχ Λιούμπε και αξίζει να αναφέρουμε ότι, το 1936 πέρασε στον έλεγχο του κράτους καθώς ο ιδιοκτήτης της αρνήθηκε να ενταχθεί στο ναζιστικό κόμμα, ως ένδειξη αφοσίωσης στο καθεστώς, και συνελήφθη.