Δημοτικό της Ηπείρου
Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής
Στης Δερόπολης τον
κάμπο,
μώρε μπίρμπιλ-λιο, μώρε
Γιάννη λιο
δέντρο ήταν φυτρωμένο,
μώρε μπίρμπιλ-λιο, μώρε
Γιάννη λιο
Κι ο Γιαννάκης ξαπλωμένος,
μώρε μπίρμπιλ-λιο, μώρε
Γιάννη λιο
με τον Γρίβα του δεμένο,
μώρε μπίρμπιλ-λιο, μώρε
Γιάννη λιο
-Σήκω αφέντη καβαλήκα,
μώρε μπίρμπιλ-λιο, μώρε
Γιάννη λιο
-Δεν μπορώ καημένε
Γρίβα,
μώρε μπίρμπιλ-λιο, μώρε
Γιάννη λιο
γιατί μ' έχουν πληγωμένο,
μώρε μπίρμπιλ-λιο, μώρε
Γιάννη λιο
στο κεφάλι χτυπημένο,
μώρε μπίρμπιλ-λιο, μώρε
Γιάννη λιο
[Σε κάποια παραλλαγή υπάρχει αντί του "Γιάννη-λιο" το "κάϊμε-λιο"]
Ηπειρώτικο
τραγούδι, σχεδόν κλέφτικο, σχεδόν
μοιρολόι, τραγουδημένο
από τον “κρυστάλλινο” Αλέκο Κιτσάκη.
Σε μας, στην
υπόλοιπη Ελλάδα, έγινε γνωστό από τη
διασκευή
του Νίκου Χουλιαρά (1973) στον σπουδαίο,
πλην όμως σπάνιο πια στα ακούσματα,
δίσκο “Άραχθος”.
Ο κάμπος της
Δερόπολης (ή Δρόπολης) είναι η κοιλάδα
που εκτείνεται από την Κακαβιά μέχρι,
σχεδόν, το Αργυρόκαστρο.
Εκεί, σ' αυτόν
τον κάμπο, δέντρο ήταν φυτρωμένο. Κι από
κάτω ο Γρίβας, το γριβιό [γκρίζο] πολεμικό
άλογο, είναι δεμένο. Κι ο Γιαννάκης, ο
καβαλάρης πολεμιστής, στη σκιά ξαπλωμένος.
Μιλάει, κατά
μια παραλλαγή “χλιμιντράει”, ο Γρίβας
και του λέει:
-Σήκω αφέντη
καβαλήκεψε!
-Δεν μπορώ
καημένε Γρίβα, γιατί μ' έχουν πληγωμένο,
στο κεφάλι χτυπημένο.
Στην παραλλαγή
του Χουλιαρά, υπεύθυνη για τον “τραυματισμό”
θεωρείται η αγάπη για την γυναίκα, ο
έρωτας, που δεν αναφέρεται ρητά αλλά
σαφώς εννοείται.
Η εικόνα είναι
λιτή κι επιβλητική ενώ η
“προοπτική” της αντίστροφη.
Ο ανώνυμος
στιχουργός μας δίνει τον κάμπο της
Δερόπολης ως “κάμπο” της εικόνας. Ένας χώρος δύο
διαστάσεων. Ορισμένος χώρος, με όνομα. Γνωστός στον
χορό, ο οποίος χορός, στην
πολυφωνική εκτέλεση, δεν διαφέρει
από εκείνον της αρχαίας τραγωδίας.
Κάτω από το
δέντρο, ένα, επώνυμο παλληκάρι, ένα πρόσωπο, κείται τραυματισμένο.
Το άλογό του,
σαν να λυπάται και σαν να προσπαθεί να
το σώσει.
Του μιλάει και
προσπαθεί να το κρατήσει στη ζωή.
Το δελεάζει με
τη χαρά να καλπάσουνε μαζί όπως όταν ο
Γιαννάκης ήταν υγιής.
Εμείς, είμαστε
η τρίτη διάσταση. Όχι, όμως, εκεί, αλλά
εδώ! Όλα γίνονται μπροστά μας και ο χορός με τον κορυφαίο του, είναι μέρος και προέκταση δική μας.
Γι' αυτό κάνουμε
λόγο για “αντίστροφη προοπτική”, εκείνη
των βυζαντινών εικόνων, όπου το δρώμενο "παροντοποιείται" στο Νυν και στο Αεί, ενώ το "βάθος", η "αναγεννησιακή προοπτική" είναι κάτι άγνωστο.
Το ίδιο άγνωστο και αδιάφορο παραμένει το "νατουράλε" της Αναγέννησης. Από έναν τεράστιο κάμπο ένα δέντρο μας ενδιαφέρει. Τρία στοιχεία: το δέντρο, ο Γρίβας κι ο Γιάννης. Δεν μας λέει αν είναι μέρα ή νύχτα. Το δε άλογο με τον πιο "φυσιολογικό" τρόπο μιλάει και συνδιαλέγεται σαν άνθρωπος. Η εικόνα αναδύεται σχεδόν έτοιμη μέσα από τους στίχους.
Σημαντικό όμως, αν και δευτερεύον, στοιχείο, το οποίο πρέπει να επισημανθεί και
να αναλυθεί περισσότερο, είναι η επωδός, «μώρε μπίρμπιλ-λιό, μώρε Γιάννη λιο».
Ο τραγουδιστής
φωνάζει, καλεί να κρατηθεί στη ζωή, το
παλληκάρι, άλλοτε προσφωνώντας τον
“αηδονάκι” (μπριμπίλ= ο γυιος του πουλιού, στην κυριολεκτική του μετάφραση από τα αρβανίτικα) κι άλλοτε με το ίδιο του το
όνομα. Και τα δυο, στην υποκοριστική τους εκδοχή.
Άλλοτε σαν να μιλάει το άλογο κι άλλοτε
σαν να μιλάει ο κορυφαίος του χορού.
Η κατάληξη «λιο»
αυτό ακριβώς σημαίνει. «Μπιρμπιλ-λιό»=
αηδονάκι, «Γιάννη-λιο»= Γιαννάκη.
[Κατά το Νικο-λιο, Λιό-λη (Γιωργάκη)]
Προς επίρρωσιν
του ισχυρισμού, παραθέτουμε ένα αρβανίτικο
τραγούδι του Καβοντόρου που λέει:
Σπύρο-λιό,
Σπυρολιό
τρι καλύβε, νιε
σωρό
τσ' τε παρατήσει
γκρούαγια.
- Σκόι γκα Στούρα
ε μπέρι τε λια
μπλιόδι παπούτσετ
παρά.
Σπύρο, Σπυρούλη
τρεις καλύβες,
ένα σωρό,
που σε παράτησε
η γυναίκα σου.
- Πέρασε απ΄τα Στύρα
και έκανε πάνω,
γέμισε τα
παπούτσια λεφτά.
[Γιάννης Π.
Γκίκας, Οι Αρβανίτες και το αρβανίτικο
τραγούδι στην Ελλάδα. Έρευνα στη
Νότια Εύβοια]