Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αυλίδα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αυλίδα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 29 Μαρτίου 2023

1942-1943: Διαμάχη Κοινότητος Βαθέως Αυλίδος με τα "Τσιμέντα Χαλκίδος"

 Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας μετά από προσφυγή των "Τσιμέντων"




Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής



Το καλοκαίρι του 1943 η εταιρεία "Τσιμέντα Χαλκίδος Πόρτλανδ Τεχνικά Α.Ε" προσφεύγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας για να ακυρώσει απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου της Κοινότητας Βαθέως Αυλίδος.


Η απόφαση υπ' αριθ, 6 της 8 Μαρτίου 1942 καθόριζε αύξηση του φόρου των εξαγομένων εκ της κοινότητας τσιμέντων κατά 50 λεπτά της κατοχικής δραχμής. Πριν, ο φόρος, ήταν 2 δρχ ανά εκατό (100) χιλιόγραμμα και τώρα γίνεται 2,5. Δηλαδή 25 λεπτά το σακκί των 50 κιλών, αν θέλουμε να τα συγκρίνουμε με τις σημερινές μας παραστάσεις. 

Η απόφαση αυτή... διανύει μερικούς μήνες "γραφειοκρατίας" και τυγχάνει εγκρίσεως του Νομάρχη Αττικοβοιωτίας Κιβωτού τον Φεβρουάριο του 1943. (απόφαση 3607/1-2-1943). 

Στις 18 Ιουνίου του 1943 τα "Τσιμέντα" προσφεύγουν στο Συμβούλιο της Επικρατείας για την ακύρωση της απόφασης αυτής. 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας συνεδριάζει στις 15 Δεκεμβρίου 1943, ημέρα Πέμπτη και αποφασίζει την ακύρωση της απόφασης της Κοινότητας του Βαθιού. 

Οι κοινότητες είχαν, βάσει προκατοχικού νόμου, το δικαίωμα να επιβάλλουν φόρους. Μερικές απ' αυτές τις αποφάσεις τις ενέκρινε μόνο ο Νομάρχης και άλλες έπρεπε να της εγκρίνει και ο υπουργός Οικονομικών. Μια τρίτη κατηγορία ήταν εκείνη που εκτός από τον υπουργό των Οικονομικών έπρεπε να τύχουν εγκρίσεως και από τον υπουργό Εσωτερικών. 

Το δικαστήριο έκρινε ότι η εν λόγω απόφαση ανήκε στην τρίτη κατηγορία. Επομένως, αφού δεν υπήρξε έγκριση από τον διαβόητο Ταβουλάρη, η αίτηση των "Τσιμέντων" για ακύρωση της απόφασης, έγινε δεκτή. Επιπλέον το "δημόσιο" ανέλαβε και τη δικαστική δαπάνη των 30.000 κατοχικών δρχ. 

Η απόφαση δημοσιεύτηκε στις 30 Δεκεμβρίου 1943 και την υπογράφουν ο Πρόεδρος του Β' Τμήματος Μ. Τσαμαδός και ο Γραμματέας Π. Κατζούρος. 

Εμείς δημοσιεύουμε ένα ακριβές αντίγραφο της 6ης Αυγούστου 1944 που βρέθηκε στα αρχεία της Νομαρχίας Βοιωτίας που τηρούνται στα ΓΑΚ Φθιώτιδας. 















Παρασκευή 19 Ιανουαρίου 2018

Αύγουστος 1943, Ο Ορέστης με την ομάδα του στην Αυλίδα, έφιπποι και πάνοπλοι...


Παραθέτουμε την εξιστόρηση του καπετάνιου του ΕΛΑΣ για την θρυλική εκείνη εμφάνιση του Ορέστη στα παραλιακά χωριά της...ευβοϊκής Βοιωτίας. 
Ήταν τότε που όλο το Σχηματάρι έσπευσε στο Δήλεσι, για να δουν τους Αντάρτες.
Στην συνέχεια... η βραδιά στο πανηγύρι του Δεκαπενταύγουστου στη Μονή Κλειστών με τον μητροπολίτη Γόρτυνας και η χειροτονία του αντάρτη διάκου Χρυσόστομου σε ιερέα μέσα στη μητρόπολη των Αθηνών από τον Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό!



Μια «περιοδεία»



Τον Αύγουστο, λοιπόν, ωργανώσαμε την πρώτη εμφάνισι αντάρτικου τμήματος στην παραλία του Ευβοϊκού μέχρι τον Ωρωπό. Για λόγους εντυπωσιακούς κάναμε αυτή την πρώτη εμφάνισί μας σ' εκείνα τα χωριά με την έφιππη ομάδα μας. Το αποτέλεσμα ως προς τον ενθουσιασμό που προκαλούσε η εμφάνισίς μας εκείνη υπερέβη και τις δικές μας προσδοκίες. Όσοι πήραμε μέρος σ' εκείνη την διαδρομή δεν θα την ξεχάσουμε ποτέ, ιδιαίτερα μάλιστα την υποδοχή που βρήκαμε στο χωριό Βαθύ, κοντά στην Χαλκίδα, που μάς επεδέχθη εν πανζουρλισμώ. Θυμάμαι έναν κοντό-κοντό παππά, από άλλο κοντινό χωριό, το Κριμπάτσι. Είχε εμπνευσθή ασφαλώς από το ανάστημά του και από τον Ζακχαίο της Γραφής και σκαρφαλωμένος σ' ένα δέντρο ξεφώνιζε διαρκώς: «Ευλογημένος ο ερχόμενος...»

Αργότερα διαπιστώσαμε ότι ο παππάς εκείνος ήταν Πειραιώτης, που ποιος ξέρει ποιες ανάγκες της ζωής τον είχαν οδηγήσει στην ιεροσύνη. Η φρασεολογία του θύμιζε Πειραιωτάκι και η πονηριά του έδειχνε πως δεν ήταν και τόσο «ανυπολόγιστος» ο ενθουσιασμός του εκείνος.

Οι λυγμοί ενός πρωτοδίκη

Ένας άλλος όμως άνθρωπος μετέδωσε και σε μας την δική του συγκίνησι. Ο πρωτοδίκης της Χαλκίδος Σαλεμής*, που βρέθηκε τυχαία στο Γεραλή. Όταν μας αντίκρυσε, πάνοπλους καβαλλαραίους, με την σημαία ανεμισμένη, το Παπαχρυσόστομο με τα φυσεκλίκια πάνω από τα ράσα του, την σάλπιγγα, τα τουφέκια, τα αυτόματα, ο άνθρωπος έπαθε ψυχική αναστάτωσι. Έκλαιγε σαν μικρό παιδί, με ασυγκράτητους λυγμούς και αναφυλλητά ασταμάτητα. Φιλούσε τα κρόσια της σημαίας, τα ράσα του Χρυσόστομου, τα τυφέκια, και η μόνη λέξις που μπορούσε να προφέρη μέσα στους λυγμούς του ήταν «...Ελλάδα...»
Όποιος νομίζει πως μια τέτοια σκηνή μπορούσε να μας αφήση εμάς ασυγκίνητους επειδή ήμαστε τότε κομμουνισταί αυτός δεν θα πρέπει να έχει καλά καλά νοιώσει τι θα πη πατρίδα. Όχι μόνο μας τράνταζαν κι' εμάς τέτοιες στιγμές, αλλά η επίδρασίς τους έμενε πια μόνιμη και ανεξίτηλη. Όταν γυρίσαμε από την «περιοδεία» μας εκείνη στα Δερβενοχώρια, ετοιμάσαμε ένα τμήμα, μια διμοιρία, που την στείλαμε για να μονιμοποιήση την επιρροή μας στην περιοχή εκείνη και να επεκτείνεται όλο και προς την Αθήνα. Επί κεφαλής της διμοιρίας εκείνης ο Αστραπόγιαννος, έφτασε λίγο αργότερα μέχρι και τα Μελίσσια ακόμη.

Προς την Ιεράν Σύνοδον

Αμέσως μετά την εμφάνισί μας στα παραλιακά χωριά, είχαμε και άλλη μια παρόμοια εμφάνισι. Πήγαμε στο πανηγύρι της Μονής Κλειστών, την νύχτα του Δεκαπενταύγουστου. Πλήθος πανηγυρισταί από την Αθήνα βούϊζε ένα γύρω. Έβγαλα λόγο στον κόσμο και την άλλη μέρα η φήμη πως οι αντάρτες βρίσκονται πια έξω από την Αθήνα είχε χιλιάδες «αυτόπτες» μάρτυρες, παρ' όλο που το σκοτάδι ήταν απόλυτο την αφώτιστη εκείνη νύχτα.
Η μετάβασί μας όμως στο μοναστήρι είχε και μια ακόμη συνέπεια. Συναντήσαμε εκεί τον επίσκοπο Γόρτυνας. Μιλήσαμε αρκετή ώρα μαζί του στο «δεσποτικό». Τού είπα πολλά, αλλά εκείνος απ' όλα όσα άκουσε πρόσεχε μόνο σε κάτι που έβλεπε: ένα σταυρό στο χιτώνιό μου. 

- Να τον κρατάς πάντα, μου είπε. Κι' άλλοι πριν από σένα τον κρατούσαν και κανείς καμμιά ζημιά δεν έπαθε από αυτόν. 

Με την ευκαιρία εκείνη κάναμε και μια αίτησι στην...Ιερά Σύνοδο! Ζητούσαμε να εγκρίνη όπως χειροτονηθή ιερεύς ο «διάκονος» Χρυσόστομος, παρά το νεαρόν της ηλικίας του, διότι μας εχρειάζετο ιερεύς δια καθήκοντα τα οποία δεν ηδύνατο να εκτελή διάκονος. Και τότε εντός της γερμανικής κατοχής, ο Αρχιεπίσκοπος ο ίδιος, μέσα στη Μητρόπολι, εχειροτόνησε τον διάκο μας ιερέα, μετεχόντων και τριών άλλων μητροπολιτών κατά την χειροτονία.
Έτσι ο Χρυσόστομος μάς ήρθε πίσω ως παππάς και αρχιμανδρίτης πλέον. Μάλιστα ο αείμνηστος Δαμασκηνός μού έστειλε με τον Παπαχρυσόστομο τις ευχές του, έναν καλύτερο σταυρό και οκτακόσιες χιλιάδες δραχμές της εποχής για ενίσχυσί μας. Δεν τις κράτησα όμως. Τις προσέφερα με την σειρά μου στο μοναστήρι. Άλλωστε χρωστούσα και κάτι στο φιλόξενο εκείνο μοναστήρι: τα ράσα που είχα πάρει για να ντύσω τον Άρη ιερέα...

Σημείωση:

* Ο πρωτοδίκης Σαλεμής δεν έχει καμία σχέση με τον υπογράφοντα το μπλογκ αυτό. Πρόκειται για συνωνυμία.

Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2016

Παυσανίου: Ελλάδος περιήγησις- Βοιωτικά- Αυλίδα, Δήλιον, Τανάγρα

Από το λεύκωμα του Αρχαιολογικού Μουσείου Θηβών
Η Ριτσώνα είναι η περιοχή της αρχαίας Μυκαλλησού



Αυλίδα, Δήλιον, Τανάγρα

Αν κανείς προχωρήσει εφτά στάδια αριστερά του Τευμησσού, συναντά τα ερείπια του Γλίσαντα και πριν απ’ αυτά, στα δεξιά του δρόμου, μικρό ύψωμα, που σκιάζεται από δάσος άγριων δέντρων και από ήμερα δέντρα. Εδώ έχουν ταφεί όσοι εκστράτευσαν με τον Αιγιαλέα, τον γιο του Αδράστου, κατά της Θήβας, και ανάμεσα στους άλλους Αργείους αρχηγούς ο Πρόμαχος, γιος του Παρθενοπαίου. Ότι το μνήμα του Αιγιαλέα είναι στις Παγές το ανέφερα ήδη στο έργο μου για τη Μεγαρίδα.
Στον ευθύ δρόμο από τη Θήβα στον Γλίσαντα υπάρχει τοποθεσία που περιβάλλεται από ακατέργαστες πέτρες· οι Θηβαίοι την ονομάζουν «Όφεως κεφαλή» και λένε πως το φίδι αυτό –όποιο κι αν ήταν– είχε βγάλει εδώ το κεφάλι του από τη φωλιά και ο Τειρεσίας που έτυχε να είναι εκεί του έκοψε το κεφάλι με μαχαίρι· γι’ αυτό τον λόγο ονομάστηκε έτσι η τοποθεσία. Πάνω από τον Γλίσαντα υπάρχει βουνό που ονομάζεται Ύπατος και σ’ αυτό ναός και άγαλμα του Υπάτου Δία. Τον χείμαρρο τον λένε Θερμώδοντα. Επιστρέφοντας κανείς στον Τευμησσό και στον δρόμο προς τη Χαλκίδα υπάρχει μνήμα του Χαλκώδοντα, που σκοτώθηκε από τον Αμφιτρύωνα σε μάχη των Θηβαίων κατά των Ευβοέων.
Στη συνέχεια υπάρχουν ερείπια των πόλεων Άρματος και Μυκαλησσού. Όπως λένε οι Ταναγραίοι, η πόλη πήρε αυτό το όνομα, επειδή εδώ εξαφανίστηκε το άρμα του Αμφιαράου, κι όχι εκεί που λένε οι Θηβαίοι. Συμφωνούν ότι η Μυκαλησσός ονομάστηκε έτσι, γιατί μούγκρισε εκεί η αγελάδα, που οδηγούσε τον Κάδμο και τον στρατό του στη Θήβα. Με ποιο τρόπο καταστράφηκε η Μυκαλησσός το ανέφερα στο έργο μου για τους Αθηναίους.
Στον δρόμο προς τη θάλασσα της Μυκαλησσού υπάρχει ιερό της Μυκαλησσίας Δήμητρας, το οποίο λένε πως κλείνει κάθε νύχτα και πάλι ανοίγει από τον Ηρακλή· αυτός είναι ένας από τους λεγομένους Ιδαίους Δακτύλους· εδώ δείχνουν και το εξής αξιοθαύμαστο· μπροστά στα πόδια του αγάλματος τοποθετούν όσους καρπούς ωριμάζουν το φθινόπωρο και μένουν φρέσκοι όλο τον χρόνο.


Αυλίδα

Σ’ αυτό το μέρος ο Εύριπος χωρίζει την Εύβοια από τη Βοιωτία· δεξιά είναι το ιερό της Μυκαλησσίας Δήμητρας– προχωρώντας κανείς λίγο από το ιερό βλέπει την Αυλίδα, που λένε πως πήρε το όνομά της από την κόρη του Ωγύγου. Εκεί υπάρχει ναός της Άρτεμης και αγάλματα από λευκό μάρμαρο, ένα με δάδες και άλλο που την παριστάνει να τοξεύει. Λένε πως όταν οι Έλληνες επρόκειτο να θυσιάσουν την Ιφιγένεια στον βωμό, σύμφωνα με μαντεία του Κάλχαντα, η θεά έβαλε για σφάγιο ένα ελάφι, αντί γι’ αυτήν.
Μέσα στον ναό φυλάσσουν ακόμα το σωζόμενο ξύλο από το πλατάνι, που το αναφέρει ο Όμηρος στην Ιλιάδα. Λέγεται πως στην Αυλίδα δεν φυσούσε άνεμος ευνοϊκός για τους Έλληνες και επειδή άρχισε ξαφνικά να φυσά, θυσίασε καθένας στην Άρτεμη ό,τι είχε ο καθένας, χωρίς διάκριση, θηλυκά ή αρσενικά σφάγια. Από τότε επικράτησε στην Αυλίδα να θεωρούνται όλα τα σφάγια κατάλληλα. Δείχνουν και την πηγή, κοντά στην οποία είχε φυτρώσει το πλατάνι, και κοντά στον λόφο χάλκινο κατώφλι της σκηνής του Αγαμέμνονα.
Μπροστά στο ιερό έχουν φυτρώσει φοίνικες που δεν δίνουν φαγώσιμο καρπό, όπως στην Παλαιστίνη, όμως οι καρποί των φοινίκων είναι ωριμότεροι απ’ αυτούς της Ιωνίας. Στην Αυλίδα ζουν λίγοι κάτοικοι που είναι κεραμοποιοί. Οι Ταναγραίοι κατέχουν και τη χώρα αυτή και την περιοχή της Μυκαλησσού και του Άρματος.


Δήλιο

Στην Ταναγραία χώρα, κοντά στη θάλασσα, βρίσκεται το λεγόμενο Δήλιο. Εκεί υπάρχουν αγάλματα της Άρτεμης και της Λητώς. Οι Ταναγραίοι λένε πως ιδρυτής τους ήταν ο Ποίμανδρος, ο γιος του Χαιρησίλεω, που ήταν γιος του Ιασίου, γιου του Ελευθήρα, ο οποίος ήταν γιος του Απόλλωνα και της Αιθούσας, κόρης του Ποσειδωνα. Ο Ποίμανδρος, λένε ότι πήρε γυναίκα του την Τανάγρα, κόρη του Αιόλου. Η Κόριννα όμως έγραψε σε ποίημα ότι η Τανάγρα ήταν κόρη του Ασωπού.
Επειδή αυτή έζησε πάρα πολλά χρόνια, λένε πως οι περίοικοι συντόμευσαν το όνομά της και ονόμασαν την ίδια τη γυναίκα Γραία και με τον καιρό και την πόλη· το όνομα αυτό διατηρήθηκε τόσο ώστε και ο Όμηρος στον Κατάλογο να γράφει:

Τη Θέσπεια, τη Γραία και την ευρύχωρη Μυκαλησσό.

Αργότερα όμως επικράτησε πάλι το παλιό της όνομα.



Τανάγρα

Στην Τανάγρα υπάρχει μνήμα του Ωρίωνα και το βουνό Κηρύκιο, όπου λένε πως γεννήθηκε ο Ερμής, και η περιοχή που ονομάζεται Πόλος, όπου λένε πως καθόταν ο Άτλας και σκεφτόταν τα σχετικά με τον κάτω κόσμο και τον ουρανό- γι’ αυτόν έγραψε και ο Όμηρος:

Η κόρη του ολέθριου στη σκέψη Άτλαντα, που γνωρίζει
τα βάθη της θάλασσας κι ο ίδιος κρατά τους μακρούς
κίονες, που συγκρατούν χωριστά τη γη και τον ουρανό.

Μέσα στον ναό του Διονύσου αξίζει να δει κανείς το άγαλμα από μάρμαρο της Πάρου, έργο του Κάλαμη, περισσότερο όμως αξιοθαύμαστος είναι ο Τρίτωνας. Ο σοβαρότερος μύθος γι’ αυτόν αναφέρει ότι οι γυναίκες των Ταναγραίων πριν από τις οργιαστικές τελετές του Διονύσου είχαν κατέβει στη θάλασσα για καθαρμό, ενώ κολυμπούσαν, επιτέθηκε σ’ αυτές ο Τρίτωνας και οι γυναίκες προσευχήθηκαν στον Διόνυσο να τις βοηθήσει· ο θεός τις άκουσε και νίκησε τον Τρίτωνα σε μάχη.
Ο άλλος μύθος είναι λιγότερο σοβαρός, αλλά πιθανότερος· σύμφωνα μ’ αυτόν όσα ζώα οδηγούνταν στη θάλασσα, ο Τρίτωνας έστηνε ενέδρα και τα άρπαζε· έκανε επιθέσεις και στα μικρά πλοία, ώσπου οι Ταναγραίοι άφησαν γι’ αυτόν κρατήρα με κρασί, εκείνος αμέσως πλησίασε από την οσμή, ήπιε το κρασί κι αποκοιμήθηκε στην παραλία· κάποιος Ταναγραίος τότε έκοψε τον λαιμό του με πέλεκυ· γι’ αυτό δεν έχει κεφάλι. Επειδή τον έπιασαν μεθυσμένο, πιστεύουν ότι σκοτώθηκε από τον Διόνυσο.


Είδα κι άλλο Τρίτωνα ανάμεσα στα αξιοθέατα της Ρώμης, μικρότερο απ’ αυτόν της Τανάγρας. Οι Τρίτωνες έχουν την έξης μορφή· έχουν στο κεφάλι μαλλιά, όπως τα βατράχια των λιμνών και στο χρώμα και στο ότι δεν μπορείς να ξεχωρίσεις τη μια τρίχα από τις άλλες· το υπολοιπο σώμα σκεπάζεται με λεπτές φολίδες, σαν να ανατριχιάζει, όπως στο ψάρι ρίνη. Έχουν βράγχια κάτω από τ’ αυτιά και μύτη ανθρώπου, στόμα πλατύτερο και δόντια θηρίου. Τα μάτια τους μου φαίνονται γαλάζια. Έχουν ακόμη χέρια και δάχτυλα και νύχια, όπως τα κελύφη των κοχυλιών. Κάτω από τα στήθη και από την κοιλιά έχουν ουρά αντί για πόδια, όπως τα δελφίνια.


Παυσανίου: Ελλάδος περιήγησις- Βοιωτικά, Κάκτος, Αθήνα 1992, σελ. 93-101

Οι τελευταίες αναρτήσεις

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αρχειοθήκη ιστολογίου