Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα παραγωγική ανασυγκρότηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα παραγωγική ανασυγκρότηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 29 Ιουλίου 2019

Σίφνος: Ένα κείμενο για την αναδάσωση και τη γεωργική παραγωγή από το 1932



Σκαλίζοντας το καινούργιο μου απόκτημα, ένα «σώμα» τεσσάρων ετών της εφημερίδας «Σίφνος», ανακάλυψα τούτο το κείμενο. 
Είναι η πρόταση που κάνει ο Άγγελος Γραφιός προς την κοινότητα της Σίφνου για να ξαναποκτήσει η νήσος το χαμένο της πράσινο. Δεν το λέει, αλλά εύκολα μπορούμε να συμπεράνουμε ότι οι «φίδες», οι κέδροι, υλοτομήθηκαν για να τροφοδοτήσουν τα τσικαλάδικα καμίνια. 
Ποιος είναι ο Γραφιός; Ούτε κι αυτό προκύπτει από την εφημερίδα, προφανώς γιατί είναι πρόσωπο γνωστό και διακεκριμένο. Εκείνο που βρίσκουμε όμως σε κάποια σελίδα των φύλλων της εποχής εκείνης, είναι μια διαφήμιση της «Αποθήκης Ελλην. Μεταξωτών» των Αφών Γραφιού & ΣΙΑ στη στοά Ριζάρη (οδό Ερμού). Μπορούμε να υποθέσουμε, λοιπόν, ότι ο Άγγελος αν δεν είναι ο ένας εκ των αδελφών, είναι ένας εκ της οικογενείας των Γραφιών. 

Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλούν τα εξής στοιχεία της εκτενούς προτάσεώς του: 

α) Εντοπίζει το πρόβλημα και,  αφ' ενός μεν το συνδέει με την καθεαυτή γεωργική ανάπτυξη του νησιού, αφ' ετέρου δε το συνδέει με τον τουρισμό! Πού να ήτανε σήμερα ο μακαρίτης να δει τη Σίφνο με πάνω από 100.000 επισκέπτες. Τότε πάντως, σύμφωνα με την ίδια εφημερίδα στο φύλλο 10 του Ιανουαρίου 1933, η τουριστική κίνηση σε επισκέπτες είναι η εξής για τις Κυκλάδες: Τήνος 3.120, Μύκονος 2.000, Άνδρος 1463, Πάρος 845, Κέα 500, Σίφνος 500, Σύρος 340, Αμοργός 257, Κίμωλος 350, Νάξος 215, και η Ίος 120.  

β) Εντοπίζει την απαξίωση της γεωργίας «σε μια γεωργική Ελλάδα», όπως λέει, στην άποψη που καλλιεργούσαν οι δάσκαλοι στα σχολεία «μάθε πέντε αράδες γράμματα για να μη γίνεις σκαφτιάς σαν τον πατέρα σου». Επιτίθεται κατά της άποψης αυτής και ούτε λίγο ούτε πολύ προτείνει να σταλούν πλέον στη γεωργία μορφωμένοι άνθρωποι. 

γ)  Για τον σκοπό αυτό προτείνει Σχολικούς Κήπους, αυτοχρηματοδοτούμενους και αυτοσυντηρούμενους βασικά και με μια βοήθεια αρχική από την συνδρομή της κοινότητας των Σιφνίων. Μια επένδυση στη νέα γενιά δηλαδή, σε χρήμα και σε έμψυχο «υλικό». 

δ)  Βλέπει τους Σχολικούς Κήπους σαν μοχλό και της γεωργικής ανάπτυξης και της αναδάσωσης, 80 χρόνια πριν από μας που σήμερα πρεσβεύουμε περίπου τα ίδια πράγματα, φευ όμως, μετά την καταστροφή και της ελληνικής γεωργίας αλλά και του πλανήτη. Η ιδέα δε της «αυτοβοήθειας» της Κοινότητας, που προβάλλει σαφώς μέσα από το κείμενο, προηγείται κατά μισό αιώνα των σύγχρονων θεωρητικών των Διεθνών Σχέσεων μηδέ του K. Waltz εξαιρουμένου. Την εποχή δηλαδή του «ισχυρού κράτους» που «ζωογονεί» την τουριστική κίνηση των νησιών με τους εξόριστους του «Ιδιωνύμου», εκείνος δεν προτείνει τις «αγορές» αλλά, στην πραγματικότητα, απευθύνεται στον Ελληνικό Κοινοτισμό, τον οποίο θεωρεί παρόντα και ζώντα! Ως ένα βαθμό, ο κοινοτισμός αυτός είναι ακόμα ζωντανός στη Σίφνο και ως έναν άλλο βαθμό είναι εν εκλείψει. Μπορούμε να διδαχθούμε.

Δεν ξέρω, δεν έχω βρει ακόμη, τι έγινε με τους αυτοδιαχειριζόμενους Σχολικούς Κήπους. Αν δοκιμάστηκε η πρόταση στην πράξη, αν πέτυχε ή αν απέτυχε. Εκείνο που ξέρω όμως καλά είναι ότι, οι Σιφνιοί διατηρούν μια πηγαία σχέση με τον πρωτογενή τομέα, μια αγάπη για τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Η σχέση αυτή είναι γενικευμένη και, το σημαντικότερο, εκ παραλλήλου με τις άλλες έντονες ασχολίες τους. Πρόσφατα η μανούρα της Σίφνου έφθασε μέχρι και τη Βενετία! Ενισχύοντας έτσι την άποψη που καλλιεργώ, χρόνια τώρα και ιδιαίτερα τα χρόνια της κρίσης, ότι αν ταΐσουμε και ποτίσουμε τους ξένους τουρίστες μας με ελληνικά προϊόντα η Ελλάδα όχι μόνο θα σωθεί αλλά και θα ευημερήσει. 

Αιώνια η μνήμη του Άγγελου Γραφιού, αυτού του διορατικού Σιφνιού που διέδιδε, από τότε ακόμα, τα καίρια που θα έπρεπε να προτάσσει ο κάθε τ[ρ]όπος. 

«Είναι ντροπή, έλεγε, να αγοράζουμε λεμόνια από την Ιταλία, ενώ η Σίφνος κάποτε έκανε εξαγωγή, και όταν δεν βρίσκουμε κι αυτά να χρησιμοποιούμε ξινό του φαρμακείου»!




ΜΟΡΦΩΣΑΤΕ ΤΗΝ ΝΕΑΝ ΓΕΝΕΑΝ ΤΗΣ ΣΙΦΝΟΥ


ΜΙΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΗ ΑΔΙΑΦΟΡΙΑ


Όταν ο ξένος, που έρχεται να επισκεφθή το Νησί μας, φθάση με το βαπόρι στης Καμάρες, η πρώτη του εντύπωσις είναι ότι βγαίνει σ' ένα νησί που δεν έχει τίποτε το ενδιαφέρον εκτός από τα απόκρημνα βουνά του. Αναγκαστικώς αφού ο προορισμός του ήτο να επισκεφθή το νησί μας αρχίζει και ανεβαίνει με κρύα καρδιά προς τα χωριά, συνήθως πεζοπορών, και κάθε λίγα βήματα σκουπίζει τον ιδρώτα του. Δεν βρίσκει ούτε ένα δένδρο να καθίση υπό την σκιάν του να ξεκουραστή, δεν βρίσκει ούτε μια σταγόνα νερό να βρέξη τον στεγνό λάρυγκά του.
Ασθμαίνων φθάνει καμμιά φορά στο χωριό, ύστερα από μαρτύριον μιας ώρας πεζοπορίας, κάθιδρος και εξηντλημένος, πηγαίνει στο πρώτο καφενείο που θα βρεθή μπροστά του δια να ξεκουραστή και να πιη ένα ποτήρι νερό.
Αυτά τα απερίγραπτα τα ξεύρομε όλοι όσοι επισκεπτόμεθα τακτικά το νησί μας, και περισσότερον από ημάς εκείνοι που μένουν πάντα εκεί.
Όταν λοιπόν ο ξένος μας ξεκουραστή, βγαίνει έξω και περιηγείται τα χωριά και μένει κατάπληκτος από τα λευκά σπητάκια με το νησιώτικό τους ρυθμό, από την πάστρα τους, από την ευγένειαν των κατοίκων και από το νοικοκυριό τους.
Και όταν φθάση σ' ένα σημείον υψηλότερον γυρίζει με θαυμασμόν το βλέμμα του γύρω θαυμάζων την φυσικήν καλονήν του νησιού μας και την ωραίαν εικόνα που παρουσιάζουν τα κατάλευκα σπιτάκια των διαφόρων χωριών.
Αλλά αν τον παρακολουθήσουμε τον βλέπουμε να κάνη μια γκριμάτσα και να κινή το κεφάλι του με λύπη.
Αν του ζητήσουμε να μας πη τας εντυπώσεις του θα ακούσωμεν το στερεότυπον: «κρίμα αυτό το ωραίο νησάκι να μην έχει δένδρα».
Ερωτήσατε πάντα ξένον που επεσκέφθη το νησί μας να σας πη με ειλικρίνεια τας εντυπώσεις του. Θα λάβετε πάντα την απάντησιν ότι δεν του λείπει τίποτε άλλο από το πράσινον.
Αυτό λοιπόν το πράσινον έχετε υποχρέωσιν ιεράν, Σεις οι ιθύνοντες τα της Σίφνου, και εκείνοι των οποίων ο λόγος βαρύνει, να δώσητε εις το μαραμένο και ξερό Νησάκι μας.
Σεις οι παλαιότεροι Σιφνιοί των οποίων η μνήμη συγκρατή την ανάμνησιν μιας Σίφνου πρασίνης από φίδες, ειπήτε εις τους νεωτέρους σας που την εγνώρισαν ξηράν, το τι χρειάζεται το αγαπημένο μας νησάκι για να ξαναγίνη ώμορφο, για να ξαναγίνη η Ελβετία της Ελλάδος όπως ήκουσα κάποτε να λέγη ο μακαρίτης Δήμαρχος Σίφνου Ν. Προβελέγγιος.
Δώσατε δένδρα εις το γυμνό νησί μας να ντυθή, να πρασινίση να γείνη η ωραία κοπέλα του Αιγαίου, το μαργαριτάρι των Κυκλάδων, που να τραβά με την ωμορφιά του και την πάστρα του, με την ευγένειαν των κατοίκων του και την φιλοξενίαν των, κάθε ξένον που θα φθάση στ' αυτιά του η φήμη του Νησιού μας.
Και όταν αρχίσουν να έρχονται οι ξένοι στο νησί μας, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θ' αφήσουν και καμμιά δεκάρα στον τόπο.
Κατεδείχθη αναμφισβητήτως ότι η βιομηχανία των ξένων επλούτισε κάθε τόπο ο οποίος ένοιωσε αυτήν την αλήθεια.
Είναι καιρός να την νοιώσωμε κι' εκείς και ν' αρχίσωμε να εργαζώμεθα ακούραστα με την ιδέα:  ν α   π ρ α σ ι ν ί σ ω μ ε  τ ο   ξ ε ρ ό  Ν η σ ά κ ι  μ α ς, και με ένα πρόγραμμα να το κάνωμε το    μ α ρ γ α ρ ι τ ά ρ ι  τ ο υ   Α ι γ α ί ο υ.
Πώς όμως; Τι εργασία πρέπει να κάνωμε για να πραγματοποιηθή αυτή η ιδέα η οποία δεν αμφιβάλω θα είναι και επιθυμία παντός ο οποίος αγαπά και πονεί τη Σίφνο μας;
Αυτό θα το αναπτύξω εις το προσεχές φύλλον της μικράς μας εφημερίδος.

ΑΓΓ. ΓΡΑΦΙΟΣ

[εφημερίδα «Σίφνος»
αριθ. Φύλλου 8
1 Νοεμβρίου 1932]


(Συνέχεια εκ του προτελευταίου φύλλου)

Η εργασία αύτη δεν είναι δυνατόν να συντελεσθή και να αποδώση το ποθούμενον εντός ελαχίστου χρόνου. Χρειάζεται εργασία πολυετής και δεν επιτρέπεται ουδεμία αναβολή, μετά την έναρξιν προγράμματος το οποίον να τεθή υπό εκτέλεσιν. Έχομεν πρόσφατον το παράδειγμα μιας προσπαθείας ευγενούς, πατριωτικής, που τιμά τους πρωτεργάτας της, προσπαθείας όμως αψυχολογήτου, αποτυχούσης δυστυχώς καθ' ολοκληρίαν, της δενδροφυτεύσεως της οδού Καμαρών – Αρχιάτρου Γ. Κουλούρη.
Δυστυχώς όμως τα 2.000 περίπου δενδράκια τα οποία εστάλησαν προς τον σκοπόν τούτον κατεστράφησαν τελείως. Δεν θα εξετάσω εδώ την αιτίαν, αλλά θα αποδείξω ότι το σύστημα τούτο δεν πρέπει να επαναληφθή διότι δεν ενδείκνηται. Θέτοντες λοιπόν υπό εκτέλεσιν ένα πρόγραμμα αναδασώσεως της Σίφνου, πρέπει να εξετάσωμεν τα ζητήματα μετά προσοχής ώστε τα συμπεράσματα τα οποία θα εξαχθούν να έχουν βάσεις καλώς ψυχολογημένας και υγιείς. Λέγοντες δε αναδάσωσιν της Σίφνου, δεν εννοώ να την πρασινίσωμεν με καλλωπιστικά μόνον δένδρα, αλλά και με καρποφόρα. Δηλαδή πρέπει να κυττάξωμεν και τας οικονομικάς ανάγκας του νησιού μας.
Είναι ντροπή μας, η Σίφνος, που άλλοτε έκανε εξαγωγή λεμονιών, να φέρνη σήμερα ιταλικά κι' όταν δεν υπάρχουν κι' αυτά να χρησιμοποιείται ξυνό του φαρμακείου. Δια να διορθώσωμεν λοιπόν το κακόν σύστημα καλλιεργείας εν τη νήσω μας και δι' αυτής να της δώσωμε μια νέα οικονομική ζωή και μεγάλη τουριστική κίνησι, πρέπει μετά ζήλου να στρέψωμεν την προσοχήν μας εις την Νέας Γενεάν της Σίφνου, δηλαδή στα παιδιά που σήμερα κάθωνται στα θρανία του Σχολείου. Πρέπει να τα μορφώσωμεν και θα τα μορφώσωμεν δια της θελήσεως και του συστήματος.
Ευτυχώς το Διδασκαλικόν προσωπικόν του νησιού μας, αποτελείται από άτομα επίλεκτα με μόρφωσιν εγκυκλοπαιιδικήν και θέλησιν αναμφισβήτον.
Η προσοχή μας, λοιπόν, πρέπει να στραφή εις την δημιουργίαν Σ χ ο λ ι κ ώ ν Κ ή π ω ν. Σχολικός κήπος λέγεται ο παιδικός εκείνος κήπος εις τον οποίον καλλιεργούνται για διαφόρους σκοπούς υπό των μαθητών, καθοδηγουμένων υπό των διδασκάλων, άνθη, λαχανικά και πολλαπασιάζονται τα δένδρα και οι θάμνοι. Εκ των άνω σκοπών θα εξετάσω τον πολλαπλασιασμόν του δένδρου, την επιτυχίαν του οποίου πρέπει να επιδιώξωμεν εις την Σίφνον.
Το σημείον από το οποίον πρέπει να αρχίση η εργασία αύτη, είναι να διδαχθούν τα παιδιά και να αποκτήσουν γεωργικήν συνείδησιν.
Σήμερον εις τα μέρη εκείνα, εις τα οποία οι κάτοικοι αποζούν εκ της γεωργίας, δεν πρέπει τα παιδιά να διδάσκωνται με την αντίληψιν που υπήρχε τα παλαιότερα χρόνια.
Πολλοί από τους σημερινούς γεωργούς θα ενθυμούνται με τι περιφρονητικούς χαρακτηρισμούς τους αποτρέπουν οι διδάσκαλοί των να ακολουθήσουν το έντιμο επάγγελμα του πατέρα των καλλιεργούντες την γην.
Γιατί τι άλλο μπορούσε να σημαίνη εκείνο το οποίον έλεγε ο διδάσκαλος τότε απευθυνόμενος εις τους μαθητάς: «Κυττάξετε να μάθετε πέντε αράδες γράμματα για να μην γίνετε και σεις σαν τον πατέρα σας σκαφτιάδες».
Μ' αυτούς τους χαρακτηρισμούς προς το γεωργικόν επάγγελμα τα παιδιά ντρεπόντουσαν να γείνουν γεωργοί και εγκατέλειπον την γην για να πλημυρίσουν τας πόλεις.
Όσοι παρέμειναν εις το χωριό αποκαρδισμένοι αναγκάζονται να συνεχίσουν το περιφρονητικό απ' όλους γεωργικό επάγγελμα του πατέρα των.
Φαίνεται πια καθαρά ότι με έτσι αποκαρδιωμένους γεωργούς και κακώς προσανατολισμένους κατοίκους πόλεως δεν είναι δυνατόν να προοδεύση η γεωργία εις την γεωργικήν Ελλάδα. Η κατάστασις αύτη πρέπει να μεταβληθή και για να μεταβληθή πρέπει όχι μόνον να ληφθούν μέτρα, αλλά να στηριχθούμε κατά μέγα μέρος επί των σχολικών κήπων, για να διαφωτίσωμεν να ενθαρύνωμεν, και να δημιουργήσωμεν τους μέλλοντας αγρότας. Δια των σχολικών κήπων θα επιτύχωμεν.
α) την ανάπτυξιν του αισθήματος του ωραίου.
Η καλιέργεια των διαφόρων δένδρων εις τον σχολικόν κήπον θ' αναπτύξη την αισθητικήν των παιδιών.
β) την προστασίαν και την κοινωνικήν διαπαιδαγώγησιν του παιδιού.
Ο σχολικός κήπος θα μπορή να απασχολή τα παιδιά κατά τας ώρας της σχόλης των και η ωφέλεια θα είναι μεγίστη διότι θ' αναπτύξη σ' αυτά την πεποίθησιν ότι το γεωργικόν επάγγελμα, είναι ευγενές, έντιμον, και στηρίζεται επί επιστημονικών βάσεων. Μια τέτοια πεποίθησις θα έχη μεγίστην σημασίαν δια τον αγρότην της αύριον.
γ) την διευκόλυνσιν εις την εκτέλεσιν της λοιπής μαθητικής αναπτύξεως.
Ο σχολικός κήπος μπορεί να δώση τα μέσα διδασκαλίας διαφόρων μαθημάτων, όπως π.χ., αριθμητικής, γεωγραφίας, φυσικής, μετεωρολογίας, εκθέσεως ιδεών, σχεδιάσματος, ζωολογίας, εδαφολογίας κλπ, κλπ. Και τούτο διότι ο σχολικός κήπος θα δώση συγκεκριμένα παραδείγματα εφαρμογής διαφόρων μαθημάτων.
δ) την αφύπνησιν του ενδιαφέροντος δια την γεωργικήν κοινωνίαν.
Με τον σχολικόν κήπον θα δημιουργηθή μια κίνησις με κέντρον αυτόν.
Η κίνησις αυτή θα έχη να οφελήση ασφαλώς τους κατοίκους, γιατί θα καταλήξη σε ερευνητική εργασία από την οποίαν έχουν να ωφεληθούν όχι μόνον οι μαθηταί αλλά και οι γονείς των. Θα ευρεθή τότε ποίαι καλιέργειαι είναι καλύτεραι δια την Σίφνον, πως προστατεύωνται αύται εναντίον των εχθρών των και ποίαι περιποιήσεις χρειάζονται για να ευδοκιμήσουν. Θα γείνη δηλαδή ο σχολικός κήπος Φωτεινός Φάρος της γεωργικής προόδου εις το Νησάκι μας.
ε) την ανάπτυξιν αλληλεγγύης μεταξύ των μαθητών.
Η ομαδική συντήρησις του σχολικού κήπου υπό των μαθητών θα γεννήση εις αυτούς το συναίσθημα της αλληλεγγύης, η οποία θα αναπτυχθή ακόμη περισσότερον εάν εις την συντήρησιν αυτού δοθή μορφή   ο ι κ ο ν ο μ ι κ ή ς   ε κ μ ε τ α λ λ ε ύ σ ε ω ς  δια την οποίαν θα ομιλήσω κατωτέρω.
στ) την δημιουργίαν αμίλλης.
Εκθέσεις γενόμεναι προς βράβευσιν των καλυτέρων προϊόντων του σχολικού κήπου μεταξύ των σχολείων της Σίφνου (αν ιδρυθούν δύο κήποι) ή των τάξεων του αυτού σχολείου, να δημιουργήσουν ευγενή άμυλλαν μεταξύ των μαθητών, των διδασκάλων και των σχολείων.
Μια τέτοια άμυλλα θ' αποβή προς το καλόν τόσον των μαθητών όσον και των γονέων, διότι θα οδηγήση προς αύξησιν της εργατικότητος και συνεπώς της παραγωγικότητος. Χρειάζεται δε να δημιουργηθή το αίσθημα της αμίλλης για να μπορέση ο διδάσκαλος να θέση τα όρια αυτής επί ηθικών βάσεων ορίζων ταύτα, και τονίζων ότι πέραν τούτων θα καθίσταται βλαβερά δια την κοινωνίαν άνευ καθοδηγήσεως, η άμυλλα λαμβάνει ανήθικον χαρακτήρα, οδηγούσα εις αδικίας.
ι) την ανάπτυξιν του αισθήματος της ευθύνης.
Δια των σχολικών κήπων ο μαθητής διδάσκεται ότι έχει υποχρέωσιν να τελειώνη μια δουλειά που αναλαμβάνει και ευθύνην δια την εκτέλεσίν της.
Όλ' αυτά είναι βέβαια ελάχιστα από τον αριθμόν των επιτυχιών τας οποίας θα έχομεν από τους σχολικούς κήπους.
Δι' αυτών θα οφεληθή η Σίφνος και εις την ανάπτυξιν της γεωργίας διότι θα είδομεν ποία δένδρα και φυτά ευδοκιμούν περισσότερον εις αυτήν, και ποία είναι εκείνα των οποίων την καλιέργειαν δεν πρέπει πλέον να επιδιώξωμεν. Επίσης εις τα βουνά της πατρίδος μας θα ξαναδώσωμεν το πράσινο χρώμα διότι οι σχολικοί κήποι θα δίδουν κατά χιλιάδας τα κατάλληλα δενδρύλια, δις του έτους τα οποία θα σπεύδουν οι μαθηταί, κατά τας εορτάς του Πρασίνου τας οποίας πρέπει τότε να δημιουργήσωμεν, οδηγούμενοι από τους διδασκάλους των ή και από τους προέδρους των Κοινοτήτων, να τα φυτεύουν σε μέρη τα οποία εκ των προτέρων θα έχουν ορισθή και εις τα οποία απαραιτήτως θα απαγορευθή η βοσκή κατά τους κειμένους νόμους. Έτσι κάθε χρόνο θα βλέπωμεν να πρασινίζη και από μια γωνιά του νησιού μας.
Η εργασία αύτη πρέπει να αρχίση με βάσεις καλάς. Μια αψυχολόγητος και βιαστική εφαρμογή ενός συστήματος θα έχη ως άμεσον συνέπειαν την οικτράν αποτυχίαν της. Αι δύο κοινότητες πρέπει να εργασθούν ως μια επ' αυτού του ζητήματος, και οι απανταχού σύλλογοι ως εις, και να αφήσουν κατά μέρος τα μικροζητήματα που πάντα δημιουργούν.
Η Σίφνος πρέπει να ενωθή για να προοδεύση και οι ιθύνοντες αν προσθέσουν ολίγην θέλησιν εις την δύναμίν των θα επιτύχουν πολλά και καλά, εκ των οποίων τα κυριώτερα, αι οικονομίαι και η σωστή δουλειά. Δεν μας μένει άλλο προς εξέτασιν εκτός του οικονομικού μέρους της προσπαθείας μας διότι βεβαίως όλα αυτά δεν μπορούν να γείνουν χωρίς χρήματα. Προς τον σκοπόν τούτον ο σχολικός κήπος θα ιδρυθή ως οικονομική εκμετάλλευσις και κάθε μαθητής εργαζόμενος προς επιτυχίαν αυτού θα αναλάβη εργασίαν ανάλογον προς την ικανότητά του, υπό την επίβλεψιν πάντοτε του διδασκάλου.
Πάντως πρέπει να ληφθή σοβαρώς υπ' όψιν ο οικονομικός σκοπός της συντηρήσεως του σχολικού κήπου. Έτσι θα πρέπει να καλιεργούνται φυτά ή δένδρα τα οποία θα εύρουν ευκόλως αγοραστάς.
Δεν πρέπει επ' ουδενί λόγω να διανέμωνται τα προϊόντα του σχολικού κήπου δωρεάν διότι θα δημιουργηθούν παράπονα και θα μαρανθή ο ζήλος των μαθητών.
Δεδομένου λοιπόν ότι ο Σχολικός Κήπος δεν θα αποβλέπει μόνον εις την αναδάσωσιν της Σίφνου δια καλωπιστικών δένδρων, αλλά και τον εξευγενισμόν της καλιεργίας πρέπει εκτός των φυτωρίων, δια τα καλωπιστικά δένδρα, να καλιεργούνται και οπωροφόρα και λαχανικά.
Και ο λόγος είναι ευνόητος. Χρειάζονται χρήματα. Η καλιέργεια των λαχανικών θα ενισχύη το ταμείον του σχολικού κήπου δια της πωλήσεως αυτών. Επίσης τα οπωροφόρα θα πωλούνται προς τον σκοπόν και θα ευρίσκουν ευκόλως αγοραστάς όχι μόνον εις Σίφνον αλλά εις τας πέριξ Νήσους διότι θα κοστίζουν πάρα πολύ ευθυνά εν συγκρίσει με την προμήθειαν δένδρων εξ άλλων μερών. Τα καλωπιστικά δεν πρέπει να πωλούνται διότι θα καταστρέφομεν το σκοπόν τον οποίον επιδιώκομεν και θα θέσωμεν εν κινδύνω τα δάση τα οποία θ' αρχίσουν να δημιουργούνται. Δεν θα είναι όμως κακόν κατά την εποχήν της μεταφυτεύσεως να δύναται ο κάθε μαθητής, τη συγκαταθέσει του διδασκάλου, να λαμβάνη 2-3 δενδρύλια δια τον κήπον της οικίας των ή δια να τα προσφέρη εις συγγενείς ή φίλους προς τον αυτόν σκοπόν.
Δι' αυτού θα επιτύχομεν να πρασινίσουν και αι αυλαί όλων των σπιτιών της Σίφνου. Εκτός των άνω πόρων δυνάμεθα νομίζω όλοι οι Σιφνοί που αγαπάμε το νησί μας να προσφέρομε μια δεκάρα ή δύο δεκάρες την ημέρα, ήτοι 3-6 δρ. μηνιαίως δια την επιτυχίαν ενός σκοπού ο οποίος πρόκειται να δώση νέαν οικονομικήν ζωήν εις αυτό, μεγάλην τουριστικήν κίνησιν, χαριτωμένη ευμορφιά και καλούς γεωργούς της αύριον.
Δια των χρημάτων τούτων θα αγορασθούν τα απαραίτητα όργανα κηπουρικής, θα πληρωθή ο φύλαξ έως ότου ληφθούν μέτρα κατάλληλα εναντίον των κλοπών, θα αγοράζονται σπόροι, λιπάσματα, φάρμακα κατά των ασθενειών, κόπρος, κλπ. Αν ο σκοπός επιτύχει πλήρως και υπάρχουν περισεύματα, δύνανται να διατεθούν δια σχολικά όργανα, εκδρομάς κλπ.
Ας στρέψωμεν λοιπόν την προσοχήν μας προς την νέαν γενεάν της πατρίδος μας, και ας βγάλομεν απ' αυτήν στελέχη ικανά να καλιεργήσουν αύριον με όρεξι και σύστημα την Σιφναιϊκήν γην, και να βελτιώσουν όχι μόνον την γεωργίαν μας, αλλά και την ζωήν τους το κοινωνικόν περιβάλον μας.
Δια του θέματος τούτου δίδω ασφαλώς μίαν γνώμην προς όλους τους αγαπητούς συμποτίτας μας, δια της ευγενούς φιλοξενίας της αγαπητής μας εφημερίδος «Σίφνος», δεν κάμνω δε τίποτε άλλο παρά το καθήκον να δώσω μίαν γνώμην την οποίαν έχουν υποχρέωσι να εξετάσουν και να βελτιώσουν, όλα τα επίλεκτα μέλη της Πατρίδος μας, πολλά των οποίων ασχολούνται στο νησάκι μας με την γεωργίαν έχοντα αντίληψιν καλυτέραν της ιδικής μου.
Δίδοντες ούτω και αυτοί μίαν γνώμην θα δυνηθώμεν να θέσωμεν τα βάσεις δια μίαν εργασία που πρόκειται να δώση εις το Νησί μας οφέλη απεριόριστα.

ΑΓΓ. ΓΡΑΦΙΟΣ

(εφημερίδα «Σίφνος»
αριθ. φύλλου 10
1 Ιανουαρίου 1933)


Τρίτη 24 Ιουλίου 2018

Για την πολυώνυμη καλλιέργεια των δασών και την ένταξή τους στην Παραγωγική Ανασυγκρότηση

Αγία Μαρίνα, Βούντημα. Πάρνηθα, μεταξύ Αυλώνα και Δερβενοχωρίων. Μία από τις "μπινιάρες εκκλησίες". Υπάρχει και η δίδυμή της, ερειπωμένη, στην πλάτη του φωτογράφου.



Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής



Στο υπό έκδοση, εδώ κι ένα χρόνο, βιβλίο μου για την Παραγωγική Ανασυγκρότηση ως λαϊκό κίνημα, με τίτλο Από το Παραγωγικό Πολυώνυμο στο παραγωγικό "τζαμάρισμα", περιλαμβάνεται και το ανέκδοτο, μέχρι σήμερα, κάτωθι κείμενο. Νομίζω, ότι μετά την καταστροφή της Ανατολικής Αττικής, μπορεί να καταστεί χρήσιμο στον προβληματισμό μας και στην περισυλλογή.





Στο προηγούμενο κείμενο “Για την παραγωγική ανασυγκρότηση της Πατρίδας”, στη θέση 7, αναφέρεται:

«Δημιουργείστε σύστημα δενδροκομίας! Παραγωγή καρπών αλλά και ξύλου, πυρήνα και λοιπών καυσίμων υλών. Αναδιανομή και ανακατανομή ....καύσης. Να μην καίγονται τα δάση, όλα μαζί, καλοκαιριάτικα, αλλά, λίγο λίγο τον χειμώνα, και έτσι που να προλαβαίνουν να ξαναγίνονται. Το πιο γρήγορα αναπαραγόμενο δάσος είναι της ελιάς.
»Όποιος έχει ελιές παράγει καρπό, λάδι, ξύλα, πυρήνα, και το κεφάλαιο ακέραιο και αναβαθμιζόμενο αφού, οι ελιές, χρόνο με τον χρόνο, μεγαλώνουν και αποδίδουν περισσότερο. Χώρια βάζουμε την ανταλλακτική αξία σε περίπτωση πώλησης. Αλλαγή της αντίληψης μας για το τι εστί δάσος. Δάσος φτιάχνει και η ελιά και η λεμονιά και η πορτοκαλιά. Να μπορώ εγώ που είχα (και κάηκαν) πεύκα να βάλω ελιές ή πορτοκαλιές και να υποχρεούμαι να τις διαφυλάξω όσο ζω, και μετά να υποχρεούται και ο άλλος να τα διαφυλάξει όσο ζει κ.ο.κ. Αλλά ποιος κληρονόμησε πορτοκαλιές και είπε να τις κόψει ή να τις κάψει;
»Κοντά στο νου ότι, τα δημοτικά και κρατικά δημόσια δάση που καήκανε κάλλιστα μπορούν να γίνουν δάση οπωροφόρων δέντρων ή, εν πάση περιπτώσει, δάση που αποδίδουν εισοδήματα μεγαλύτερα από εκείνα που αποδίδει το πεύκο. Προστασία της φύσης και του δάσους είναι η αναβάθμιση του δάσους. Παντού υπάρχουν πεύκα αλλά κοσμήματα πραγματικά είναι τα δάση των Εσπερίδων -τα λεμονοδάση, οι πορτοκαλεώνες- και οι ελαιώνες. Κι είναι άξιο προσοχής το γεγονός ότι, εκείνοι που θέλουν τα πάντα υπό την αιγίδα του κράτους δεν λένε κουβέντα για την αναβάθμιση και αξιοποίηση της σχολάζουσας περιουσίας του κράτους, των δασών και των δασικών εκτάσεων.
»Ούτε στον φετιχισμό του δάσους ούτε στο δάσος των φετιχισμών. Το κάθε δέντρο, άγριο ή ήμερο, μπορεί να μας δώσει πολλά πράγματα αν το πάρουμε... προσωπικά. Αν δουλέψουμε μαζί του, αν το φροντίσουμε, εκείνο θα μας δώσει, κάθε χρονιά, τον άξιο μισθό μας».

Στην πρώτη παράγραφο γίνεται λόγος για “ανα-διανομή της καύσης”. Ας το εξηγήσουμε.
Στα χωριά μας, μόλις πριν μισό αιώνα, όλα τα σπίτια είχαν έναν δικό τους φούρνο. Αν κάποια δεν είχαν δικό τους, είχαν απαραιτήτως πρόσβαση σε έναν της γειτονιάς ή της ευρύτερης οικογένειας, του σοϊού. Ο φούρνος ήταν το δεύτερο, μετά το πηγάδι, εργαλείο αναπαραγωγής του Ζην, ο δεύτερος όρος ύπαρξης της κοινωνίας. Εκεί ψηνόταν το ψωμί, το βασικότερο είδος της διατροφής, και σε όγκο και σε ποιότητα.1
Πανάρχαιες κυριολεκτικά, αποικίες οικόσιτων μυκήτων (ένα είδος μικρο-πετ ή, αν προτιμάτε, νάνο-πετ), εργάζονταν πυρετωδώς και σε τακτά χρονικά διαστήματα έδιναν μεγάλες ποσότητες ψωμιού οι οποίες ψήνονταν στον φούρνο, ο οποίος, “καίγονταν” με ξύλα από τα γύρω δάση και τους λόγγους.
Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι μια κοινωνία χιλίων κατοίκων διέθετε, το λιγότερο, διακόσιους φούρνους. Τότε η κάθε οικογένεια είχε περίπου πέντε άτομα.
Διακόσιοι φούρνοι που άναβαν μια τουλάχιστον φορά την εβδομάδα.
Κάθε φορά που άναβε ένας φούρνος ήθελε ένα φόρτωμα γαϊδουριού ξύλα, “κλαρούδες” για την ακρίβεια. Ένα φόρτωμα είναι κάπου εβδομήντα κιλά ξερά ξύλα.
Όλα αυτά πολλαπλασιαζόμενα μεταξύ τους μας κάνουν: Δεκατέσσερις (14) τόνους ξύλα, στο χωριό, κάθε βδομάδα! Επτακόσιους είκοσι οκτώ (728) τόνους το χρόνο! Τρεις χιλιάδες εξακόσια (3600) κιλά ξύλα ήθελε κάθε οικογένεια μόνο για να κάψει στον φούρνο κατά τη διάρκεια του έτους!2 Χώρια πόσα ήθελε αν κάψει στο “καζάνι” για τη μπουγάδα, χώρια για το πόσα ήθελε να κάψει στο τζάκι, τη μοναδική εστία θέρμανσης του σπιτιού και της φαμίλιας, όπου, ταυτόχρονα, γινόταν το μαγείρεμα! Αν πούμε ότι συνολικά, κάθε οικογένεια, ήθελε δέκα τόνους ξύλα το χρόνο, νομίζω πως δεν θα ήταν υπερβολή. Ίσως και να υποεκτιμούμε την ποσότητα.
Δέκα τόνοι τον χρόνο επί διακόσιες οικογένειες μας κάνουν δυο χιλιάδες τόνους ξύλα τον χρόνο για μια κοινωνία χιλίων κατοίκων. Σε καμία περίπτωση σήμερα δεν καταναλώνονται τόσα ξύλα από μια κοινωνία ίσου μεγέθους. Παρ' όλα αυτά τα δάση καίγονται μαζικά, τα δάση, στις ζώνες που βρίσκονται κοντά στα οικιστικά κέντρα, συρρικνώνονται, αφανίζονται, υποβαθμίζονται σε “δασικές εκτάσεις”.
Αυτά γίνονται είτε σκόπιμα είτα από λάθος. Πάντως γίνονται και δεν υπάρχει κάτι που να μας λέει ότι βρισκόμαστε σε φάση ανάσχεσης του φαινομένου.
Από την άλλη μεριά, οι άνθρωποι του παλιού καιρού μας διαβεβαιώνουν ότι στην εποχή τους τα δάση δεν καίγονταν, ακόμη κι όταν μέσα σ' αυτά διεξάγονταν φονικές μάχες, βομβαρδισμοί και καταστροφές “βιομηχανικής κλίμακας”.
Η εξήγηση βρίσκεται εκεί! Στην...πολυωνυμική αφαίρεση του πιο εύφλεκτου φορτίου από τα δάση αυτά! Σε αυτό πρέπει να συνυπολογίσουμε και την συλλογή της ρετσίνης από τους επαγγελματίες ρετσινάδες, οι οποίοι ήταν και οι τακτικότεροι “κηπουροί” του δάσους. Ρετσινάδες και υλοτόμοι είχαν το δάσος ως φυσικό τους χώρο εργασίας.
Ούτε λίγο ούτε πολύ θα πρέπει να κάνουμε λόγο για μεγάλης κλίμακας καλλιέργεια των δασών, η οποία, ελάμβανε χώρα με τον φυσιολογικότατο τρόπο που μπορούσε να γίνει αυτό, χωρίς καν νόμους και συστήματα ελέγχου, επιτήρησης, καταστολής, τιμωρίας. Ακόμη και στις περιπτώσεις των καταχρήσεων στη χρήση του δάσους -πάντα υπάρχουν τέτοιες- η κοινωνία διέθετε τρόπους διόρθωσης, συμμόρφωσης και ανάταξης. Δεν είναι όμως εδώ ο χώρος για περισσότερα επ' αυτού.
Η ουσία είναι ότι η κοινωνία έπαιρνε από το δάσος όλα όσα της χρειάζονταν και το δάσος έμενε στη θέση του σαν ένα αυτοτελές σύστημα χλωρίδας και πανίδας. Όλα επιτρέπονταν κι όλα “ως δια μαγείας” γίνονταν με μέτρο και ρυθμό που επέτρεπε στο δάσος και στους κατοίκους του, τα ζώα, ν' αναπαραχθούν απρόσκοπτα.
Σήμερα, οι κοινωνίες, ακόμη κι αυτές της αραιοκατοικημένης, λόγω της αστιλαγνείας, υπαίθρου, όχι μόνο αδυνατούν να διαμορφώσουν τέτοιες σχέσεις με τα δάση τους αλλά αδυνατούν να κατανοήσουν, να αντιληφθούν το “θαύμα” αυτών των σχέσεων. Αντίθετα προχωρούν παραπέρα. Ειδωλοποιούν το δάσος, το μουσειοποιούν, το βγάζουν έξω από τη ζωής τους και αναθέτουν όλα τα σχετικά “στο κράτος” και στους γραφειοκράτες του σαν να είναι το πιο φυσιολογικό πράγμα στον κόσμο και σαν να μπορεί το “κράτος” γενικά και μια δράκα ανθρώπων, έστω και καλής διάθεσης, να υποκαταστήσει όλες αυτές της μεγάλης και μικρής κλίμακας ενέργειες καλλιέργειας και λατρεία του δάσους!
Η ειδωλοποίηση μάλιστα παίρνει διαστάσεις παράνοιας τόσο γι' αυτούς που την θεσμοθετούν όσο και γι' αυτούς που την υφίστανται χωρίς καν να την αντιλαμβάνονται και χωρίς καν να την υποπτεύονται.
Παράδειγμα: Είχε κάποιος μια φορά, μαζί με τον αδερφό του, οκτώ στρέμματα χωράφι κληρονομημένο από τον πατέρα τους. Το μισό ήταν καθαρό χωράφι και το μισό είχε πεύκα. Ο παππούς δεν είχε προλάβει να το εκχερσώσει όταν οι άλλοι συγχωριανοί μετέτρεπαν το παλιό τσιφλίκι που αγόρασαν συνεταιριστικά, σε καλλιεργήσιμη γη.
Εφόσον ήταν έτσι τα πράγματα, τα δυο αδέρφια συμφώνησαν, ο ένας να πάρει το χωράφι μια και ήθελε να το πουλήσει και ο άλλος να πάρει το δάσος επειδή του άρεσε και υπήρχε η προοπτική να φτιάξει μέσα ένα μικρό σπιτάκι.
Μετά από λίγα χρόνια, και εν μέσω άναρχης δόμησης της ευρύτερης παραθαλάσσιας περιοχής, όπου τα πάντα οικοπεδοποιούνταν και τσιμεντοποιούνταν πέντε φορές πάνω από την πραγματική τους τιμή, το υπερκείμενο δημόσιο δάσος πήρε φωτιά. Ό, τι δεν κάηκε με την πρώτη προσπάθεια, κάηκε με την δεύτερη. Το εν λόγω κτήμα έγινε καψάλα. Ιδιόκτητη καψάλα, όμως , σημαίνει ότι, δεν έχεις πια ιδιωτικό δάσος (έτσι λέγεται από τον νόμο) να απολαύσεις αλλά δεν έχεις και τη δυνατότητα να το κάνεις κάτι, ούτε καν να το κάνεις ένα άλλου είδους δάσος!
Ένα άλλου δάσος, γιατί ποιος θα κάτσει να φυτέψει πεύκα και να περιμένει να μεγαλώσουν; Ενώ μπορεί κάλλιστα να φυτέψει ελιές και μέσα σε λίγα χρόνια να έχει και δάσος και εισόδημα, αφού το κτήμα του είναι περιουσία και “ιδρυτικά” είναι όχι απλώς περιουσία αλλά μέσον παραγωγής. Τσιφλίκι είπαμε ήταν και ως καλλιεργήσιμη γη αγοράστηκε.
Σύμφωνα με ερμηνευτική δήλωση από το Σύνταγμα της Ελλάδας, άρθρο 24,

«Ως δάσος ή δασικό οικοσύστημα νοείται το οργανικό σύνολο άγριων φυτών με ξυλώδη κορμό πάνω στην αναγκαία επιφάνεια του εδάφους, τα οποία, μαζί με την εκεί συνυπάρχουσα χλωρίδα και πανίδα, αποτελούν μέσω της αμοιβαίας αλληλεξάρτησης και αλληλεπίδρασής τους, ιδιαίτερη βιοκοινότητα (δασοβιοκοινότητα) και ιδιαίτερο φυσικό περιβάλλον (δασογενές). Δασική έκταση υπάρχει όταν στο παραπάνω σύνολο η άγρια ξυλώδης βλάστηση, υψηλή ή θαμνώδης, είναι αραιά».

Η ανάταξη του δάσους λοιπόν με την μορφή του ελαιώνα δεν αντίκειται ούτε στο Σύνταγμα ούτε στην αδήριτη ανάγκη προστασίας των δασών. Δέντρα είναι και οι ελιές ή οι πορτοκαλιές ή οι αμυγδαλιές και μάλιστα πιο “φιλικά” προς τα άλλα είδη του δάσους απ' ό, τι είναι τα πεύκα όπου ούτε πουλί φωλιάζει ούτε φυτρώνει κάτι στη ρίζα τους.
Επειδή όμως το κράτος “υποπτεύεται” ότι κάποιοι μετά από λίγα χρόνια θα κόψουν τις ελιές και θα κάνουν το χωράφι μεζονέτες (όπως πράγματι γίνεται) βγάζει μια γενική απόφαση και μαζί με τα ξερά καίει και τα χλωρά! Προσπαθεί τάχα να προλάβει το κακό “απαλλοτριώνοντας”, και μάλιστα τζάμπα, την περιουσία του πολίτη προδικάζοντας τις προθέσεις του. Έτσι ο εν λόγω ιδιοκτήτης των τεσσάρων στρεμμάτων ιδιωτικού δάσους, αισίως έφτασε στα ογδόντα πέντε χρόνια χωρίς να μπορεί να αξιοποιήσει την περιουσία του ούτε ως δάσος ούτε ως χωράφι ούτε ως “αυθαίρετο”, εφόσον δεν είχε τη διάθεση να παρανομήσει. Το δε δάσος υποβαθμίστηκε σε “δασική έκταση”, σε σκίνα δηλαδή αδιαπέραστα και σκουπιδότοπο για τα όμορα “αυθαίρετα”.
Αμφιβάλλει λοιπόν κανείς ότι παραβιάζεται αλλεπάλληλες φορές και το Σύνταγμα και το πνεύμα του ενώ ταυτοχρόνως δεν επιτυγχάνεται ο στόχος;
Επομένως η θέση που διατυπώνεται στην αρχή αυτού του κειμένου είναι σωστή και κάτι παραπάνω από σωστή. Είναι αναγκαία για την επανένταξη των δασών στη ζωή της κάθε κοινωνίας.
Σήμερα, ο καθένας που πλήττεται από την κρίση έχει κίνητρο να μετατρέψει εκτάσεις χέρσες και σχολάζουσες σε δενδροκαλλιέργειες. Αυτό σημαίνει ότι τα δάση μπορούν να προεκταθούν ως και μέσα στους οικισμούς, να τους περιζώσουν και να τους κατακλύσουν. Χωρίς δαπάνες του κράτους, για την δημιουργία ή την συντήρηση. Ας δώσει λοιπόν βοήθειες ανέξοδες όπως έδωσε με την “μεταφορά συντελεστή”. Και η κάθε κοινωνία, ο κάθε πολίτης, ας θέση σκοπό της ζωής του να αυξήσει τα δάση με πολλούς και διάφορους τρόπους. Ένα στρέμμα μπορεί να δεχτεί περί τις τριάντα ελιές. Μια ελιά κοστίζει όσο ένας καφές στο Θησείο. Τριάντα σαράντα ελιές, σε μερικά χρόνια, μπορούν να δώσουν το λάδι μιας οικογένειας και μάλιστα σε αφθονία χωρίς το όφελος να περιορίζεται μόνο στα αγαθά.
Φανταστείτε την κοινωνία των χιλίων κατοίκων που είπαμε παραπάνω. Σήμερα είναι πια τριακοσίων οικογενειών αφού η κάθε οικογένεια έχει τρία άτομα και όχι πέντε όπως τότε. Φανταστείτε να αυξάνει κατά ένα στρέμμα ανά οικογένεια τους ελαιώνες του χωριού. Ένα στρέμμα γης , σήμερα, κοστίζει ελάχιστα ευρώ. Κι αν δεν έχει το στρέμμα εύκολο είναι να το αγοράσει ή να το συγκαλλιεργήσει μαζί με εκείνον που το έχει. Τριακόσια στρέμματα με χίλιες περίπου ελιές είναι μια θαυμάσια αρχή για την “βιομηχανική” ανάταξη των δασών και την παραγωγική ανασυγκρότηση. Πόσω μάλλον αν η εν λόγω κοινωνία υιοθετήσει τον στόχο της αύξησης των καλλιεργειών κατά ένα στρέμμα ανά κεφαλήν! Μια άκρως επώνυμη και ταυτόχρονα πολυώνυμη ανασυγκρότηση της ελληνικής υπαίθρου παρά και ενάντια στη “λογική” της “Παγκοσμιοποιημένης ΤεχνοΣυστημικής Ιδιωτείας”!


Σημειώσεις:

1 Για τον “Ελληνικό άρτο, τον επιούσιο”, βλέπε: Παράρτημα, πρώτο κείμενο.
2 Πρέπει να είναι σωστό αν ισχυριστούμε ότι για να ψηθεί κάθε κιλό ψωμιού απαιτούνταν δύο κιλά ξύλα.

Τετάρτη 17 Μαΐου 2017

Από το παραγωγικό πολυώνυμο στο παραγωγικό...τζαμάρισμα

Κωνσταντίνος Καραβίδας (1890-1973)


Ένα αλλιώτικο Αντάρτικο γεννιέται, ν' αγωνιστεί για Λευτεριά...



Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής




Έχω από το 2000, το ”θρυλικό” Μιλένιουμ αν το θυμάστε, που προσπαθώ ν' ανοίξω ένα παράθυρο της οικογενειακής περιουσίας στο παραγωγικό πολυώνυμο του καθ' ημάς Τ(ρ)όπου.
Στην αρχή χωρίς να γνωρίζω καν τον όρο “παραγωγικό πολυώνυμο” και τον εισηγητής του, τον αείμνηστο Κωνσταντίνο Καραβίδα. Χωρίς να φαντάζομαι ότι μπορεί να αποτελέσει τόσο καίριο στοιχείο του Ζην και του Ευ Ζην των Ελλήνων στις συνθήκες της Παγκοσμιοποιημένης ΤεχνοΣυστημικής Ιδιωτείας.
Απλώς κοίταζα γύρω μου και έβλεπα τ' αχνάρια αυτού του πολυωνύμου, κυρίως στα νησιά των Κυκλάδων και ιδιαίτερα στην πολυαγαπημένη μου Σίφνο, όπου ταξίδευα τακτικά για δουλειές και όχι μόνο.
Άκουγα, κλεφτά, στα καφενεία συζητήσεις, έπαιρνα δωρεάν μαθήματα στο “κρυφό” σχολείο (απ' έξω γράφει “Καφενείον”) των καθ' ημάς κοινοτήτων και θαύμαζα γιατί εκείνοι όχι μόνο δεν τα παράτησαν όλα αυτά, με το πρόσχημα του “δεν συμφέρει”, αλλά και ανέπτυσσαν, το πολυώνυμο, ως μετόπισθεν των τουριστικών δραστηριοτήτων τους, αξιοποιώντας με ευφυΐα και οικονομία τα σύγχρονα μέσα. 
Κάποιος φίλος μου έδειξε στην πράξη αυτό που διδάσκει η φιλοσοφία. Την διάκριση της ουσίας και των ενεργειών. Από τις αποτυπωμένες στο χωράφι ενέργειες μπορεί κανείς να αντιληφθεί το τι άνθρωπος ήταν ο ιδιοκτήτης του αλλά και το ποιες εργασίες επιτελούσαν, τι προϊόντα απέδιδαν κ.ο.κ. Βλέπετε, δεν είναι παντού τα χωράφια όπως στους δικούς μας κάμπους, ένα σκέτο κομμάτι γης.

Τότε ήταν που δοκίμασα, πρώτη φορά, να εντάξω στην οικογενειακή ζωή, της πόλης και του χωριού, της εργασίας και των διακοπών, ένα μικρό περιβολάκι.
Οι πιο “εξελιγμένοι” Σιφνοί με κορόϊδευαν καλόκαρδα, αν και εκείνοι παρά την βαρυγκόμια τους δεν εννοούσαν να εγκαταλείψουν τα πάτρια...ήταν πάντα γι' αυτούς ΚΑΙ αξίες. Οι “αρχαϊκοί” και “φιλοκαλικοί” Σιφνοί χαιρόντουσαν κι μ' αγαπούσαν περισσότερο.
Εγώ αντέτασσα ότι, “στην Αθήνα θα πεθάνουμε κι εσείς θα ζήσετε χάρη σ' αυτά”. Είχα υπόψη μου μόνο την καταρρέουσα ποιότητα των τροφίμων και όχι την κατάρρευση της οικονομίας που επίκειτο.
Με το ξέσπασμα της κρίσης, οπότε, οξύνθηκε η “όρασή” μας ώστε να βλέπουμε πια την παρακμή, άρχισα να γράφω κείμενα για να προετοιμάσω και να προετοιμαστώ για τους αγώνες που έρχονταν.
Έγραψα και δημοσίευσα διάφορα. Τα πιο σπουδαία όμως και καίρια (του σωστού καιρού) πιστεύω πως είναι τούτα:

Πριν από έξι χρόνια




Πριν από πέντε χρόνια



Πριν από τέσσερα χρόνια



Σήμερα, παρουσιάζω το αποτέλεσμα της “πρακτικής” μου, ότι από το 2013 καταγίνομαι “επί του πεδίου” με την εφαρμογή της θεωρίας στην πράξη.
Αξιοποίησα την σχολάζουσα μικρή περιουσία, τη δική μου και του παιδιού μου φίλου, του Νίκου. Στην αρχή με ό,τι διαθέταμε. Χωρίς να αγοράσουμε τίποτα πέρα από τους σπόρους και τα φυτά. Μετά, κι όσο απέδιδε το πολυώνυμο, πήραμε μερικά απλά εργαλεία και κάποια σκεύη και υλικά. (σωλήνες με σταλάκτες, μια αντλία, ένα μικρό φρεζάκι, τέτοια πράγματα)
Η πράξη ήρθε να επιβεβαιώσει τη θεωρία και με το παραπάνω. Μόνο ένα λάθος έκανα. Σημαντικό.
Φοβήθηκα και δεν έβαλα από την αρχή τα “ζωντανά”! Ξεκίνησα από τα “εύκολα”, όπως νόμιζα, τα κηπουρικά. Λάθος!
Τα εύκολα είναι τα ζωντανά, αρκεί να είναι κανείς στοιχειωδώς μεθοδικός και παρατηρητικός. Είναι εύκολα και κυρίως είναι παραγωγικά και συμφερτικά. Μια εκτροφή σαράντα κοτόπουλων που κοστίζουν 40€, σε ενενήντα ή εκατό μέρες δίνουν κρέας 100 κιλών και περισσότερο, αρίστης ποιότητας. Μερικές κότες εξασφαλίζουν άφθονα αυγά για δυο-τρεις οικογένειες και για τους φίλους.
Στα διαλείμματα των εργασιών αυτών, κάτω από μια τεράστια καρυδιά που μεγάλωσε ακόμη περισσότερο αυτά τα χρόνια για να δροσίζει και να περιθάλπει τους “ξωμάχους”, μου δόθηκε η ευκαιρία και η δωρεά να κωδικοποιήσω τα συμπεράσματά μου, σε σχέση πάντα με τη θεωρία για τα πολυώνυμα της παραγωγής του Κ. Καραβίδα, τον οποίο μελέτησα αρκετά όψιμα και αφού είχε ξεσπάσει η κρίση.
Εκατό χρόνια μετά, ιδού το αποτέλεσμα:




Το παραγωγικό πολυώνυμο είναι τρόπος παραγωγικής


Αν οι τρόποι παραγωγής – δουλοκτητικός, φεουδαρχικός, κεφαλαιοκρατικός, σοσιαλιστικός – διακρίνονται μεταξύ τους όχι από το “τι” παράγουν αλλά από το “πώς” παράγουν, τότε, το παραγωγικό πολυώνυμο είναι ένας ακόμη τρόπος παραγωγής.
Αυτό το κατανοούμε καλύτερα αν συγκεντρώσουμε την προσοχή μας όχι σε ένα οποιοδήποτε προϊόν – π.χ. το πώς παράγεται το στάρι ανά τους αιώνες – αλλά στο πώς αναπαράγεται η κοινωνία και, συγκεκριμένα, η εργατική της δύναμη. Εκεί θα βρούμε ένα τρόπο παραγωγής των απαραιτήτων προϊόντων για της συντήρηση και αναπαραγωγή της ικανότητας προς εργασία (εργατικής δύναμης) που διαφέρει από τους άλλους πρώτα-πρώτα ως προς τη στρατηγική του.
Όλοι οι άλλοι στοχεύουν στην εξειδίκευση της παραγωγής και ως εκ τούτου στην παραγωγή υπερπροϊόντος που θα ανταλλαγεί ή θα πωληθεί προκειμένου να αποκτηθούν άλλα απαραίτητα προϊόντα για την αναπαραγωγή της ικανότητας προς εργασία.
Αντίθετα, ο τρόπος παραγωγής του πολυωνύμου απο-εξειδικεύει τον παραγωγό ή, αν θέλετε, τον εξειδικεύει στην παραγωγή του πλήθους των προϊόντων που προορίζονται για την διατροφή του. Στοχεύει πρώτα στην επάρκεια, μετά στην α-φθονία και τέλος στο πλεόνασμα, το οποίο και μπορεί πλέον να ανταλλαγεί ή να πωληθεί.
Ενώ οι άλλοι εξειδικεύονται στην “τελειοποίηση” των μεθόδων εκείνων που θα επιτρέψουν σε ένα οποιοδήποτε προϊόν να παραχθεί στις μεγαλύτερες ποσότητες με τη λιγότερη προσπάθεια, το παραγωγικό πολυώνυμο εξειδικεύεται στην τελειοποίηση των μεθόδων εκείνων που θα επιτρέψουν στο προϊόν “εργατική δύναμη” (ικανότητα προς εργασία) να αναπαραχθεί σε μεγαλύτερες ποσότητες και καλύτερες ποιότητες, με τη μικρότερη δυνατή προσπάθεια, αν και το τελευταίο δεν είναι πάντα αυτονομημένος στόχος.
Το ότι αυτός ο τρόπος παραγωγής παρήκμασε και έπαψε ποια να δίνει τις ποσότητες και τις ποιότητες που απαιτούνταν, οφείλεται στις αλλεπάλληλες βίαιες επιθέσεις των άλλων τρόπων παραγωγής στον “τόπο” του τρόπου και στον άμεσο περίγυρό του. Προβάλλοντας τις “στρεμματικές αποδόσεις” ή τις “αποδόσεις στη μονάδα χρόνου εργασίας”, φάνηκε να υπερέχουν -ειδικά ο κεφαλαιοκρατικός και ο σοσιαλιστικός, του πολυωνυμικού τρόπου παραγωγής- συντριπτικά. Ωστόσο, η φρεναπάτη αυτή, διήρκεσε λιγότερο από έναν αιώνα και στο διάστημα αυτό ποσώς κατόρθωσε να κρύψει την ανικανότητά της να αναπαραγάγει στοιχειωδώς και αξιοπρεπώς το “προϊόν” που παράγει πάντα τα προϊόντα. Μιλάμε πάντα για την Ελλάδα και τον τρόπο παραγωγής “made in Greece”, τον τρόπο παραγωγής με ελληνική πατέντα και χωρίς πνευματικά δικαιώματα!

Το παραγωγικό πολυώνυμο είναι τόπος παραγωγής


Ο τρόπος αυτός παραγωγής, χωρίς την τέταρτη διάστασή του, τον Χρόνο, είναι ο τόπος. Ο τρόπος παραγωγής έχει δηλαδή τον τόπο του και τις τρεις διαστάσεις του, όπου και αποτυπώνονται, προβάλλονται, πλείστα όσα στοιχεία του τρόπου στην αλληλοδιαδοχή τους. Αν ο χρόνος είναι “ένα γεγονός μετά το άλλο”, τότε πάνω στις τρεις διαστάσεις του τόπου συσσωρεύονται οι ενέργειες όλων των προηγούμενων παραγωγών του προϊόντος που παράγει πάντα τα προϊόντα, η μία μετά την άλλη.
Το πιο φτωχικό πλινθόκτιστο καλύβι έχει τον σωστό προσανατολισμό για να προσπορίζεται την εύνοια της φύσης και να προστατεύεται από την...δυσμένεια. Έχει αυλή, έχει πηγάδι, έχει φούρνο, έχει εστία, έχει γύρω του και κοντά του την...οικόσιτη πανίδα και χλωρίδα που είναι απαραίτητη για την βιολογική και εκπαιδευτική αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης. Ό,τι “χωράει” στην αυλή και στον κήπο μπορεί να θρέψει αλλά και να δώσει τα πρώτα μαθήματα ΣΧΕΣΗΣ με τη φύση στους φορείς της εργατικής δύναμης, τους ανθρώπους! Όλοι, άνθρωποι, ζώα, αγαθά και προϊόντα έχουν τους ρόλους τους και όλες οι λειτουργίες έχουν τις θέσεις τους, τον τόπο τους.
Εκεί το κοτέτσι, εκεί το πατητήρι, εκεί ο σταύλος, εκεί το πηγάδι εκεί η στέρνα, οι ποτίστρες για τα ζώα και οι γούρνες για το πλύσιμο, εκεί ο φούρνος, εκεί η κοπριά, εκεί τα ξύλα κοκ. Εκτείνεται σε δύο κατευθύνσεις. Από τη μια, τείνει να...αποσβεσθεί μέσα στην άγρια και ανυπότακτη φύση, αφού τμήματα του πολυωνύμου (τα χωράφια) διασπείρονται εδώ κι εκεί. Από την άλλη, τείνει ν' ανυψωθεί προς το θείον, αφού όλες τους οι παραγωγικές εκφάνσεις στέφονται από ιερουργίες και συνδέονται άρρηκτα με τον «χρονολειτουργικό εορτολογικό αλγόριθμο του βυζαντινού πολιτισμού»i. Λίγο παραπέρα είναι η εκκλησία και ακόμη λίγο παραπέρα το σχολείο.
Για τον άνθρωπο του παραγωγικού πολυωνύμου πρώτη αίσθηση συλλογικής παρουσίας είναι η ευχαριστιακή σύναξη ζώντων και τεθνεώτων. Ζυγιές-ζυγιές οι ζωντανοί κάτω από τους αγίους μαζί με τους πεθαμένους, μέσα σε “ουράνιες” μουσικές και ψαλμωδίες που υμνούν πράξεις και κατορθώματα της Αγάπης και της Καλοσύνης. Αυτά είναι και τα πρώτα μαθήματα μουσικής, ποιητικής, ηθο-ποιίας που λαμβάνει ο άνθρωπος. Τα πρώτα γυμνάσματα προαγωγής, και των πέντε αισθήσεων της σάρκας συν μίας της ψυχής: της ενσυναίσθησης! Γυμνάσματα προαγωγής των αισθήσεων από ερεθίσματα που συνδέονται αποκλειστικά με το ιερό και το ιερό που ταυτίζεται με το “όλοι μαζί”....”πίετε εξ αυτού πάντες”!

Το παραγωγικό πολυώνυμο είναι νοικοκυριό και το υποκείμενό του είναι νοικοκύρης


Αυτό σημαίνει ότι βασική ιδιότητά του είναι η νοικοκυροσύνη, δηλαδή, η ιδιότητα εκείνη που τακτοποιεί και ευθετίζει το χάος και βάζει κάθε πράγμα στη θέση του. Τη θέση του κάθε πράγματος την καθορίζει η “ευκολία” προκειμένου να γίνει η δουλειά και γι' αυτό λέμε “καλή ευκολία” ή στο Άγιον Όρος λένε τακτικά “όπως ευκολύνεσαι”. Διαμορφώνεται έτσι ένας τόπος εύχρηστος και φιλικός για τον άνθρωπο, στοργικός για τον μόχθο του άμα και κεκοσμημένος. Ο άνθρωπος που προσπαθεί να τακτοποιήσει το χάος τακτοποιείται και ο ίδιος, ευθετίζει μέσα του και ιεραρχεί τις ψυχικές του δυνάμεις, γίνεται και ο ίδιος προϊόν του προϊόντος του και, κάποια στιγμή, φτάνει πέρα από την νοικοκυροσύνη. Φτάνει στην κόσμωση! Δεν του αρκεί δηλαδή να ζει μέσα σε ένα εύτακτο και φιλάνθρωπο περιβάλλον αλλά θέλει το περιβάλλον αυτό να είναι και εύ-μορφο. Σχέδια, εργαλεία, σκεύη, εγκαταστάσεις, ζώα, φυτά....όλα εύμορφα, τακτοποιημένα, χρήσιμα, ανεβάζουν την ψυχική καλλιέργεια του υποκειμένου (του νοικοκύρη) και τον μετατρέπουν όλο και περισσότερο σε..μύστη της Θείας Οικονομίας, ιερέα και διάκονο της “φυσικής τάξης των πραγμάτων”.


Το παραγωγικό πολυώνυμο είναι μαστορική και το υποκείμενό του είναι μάστορας


Μαστορική σημαίνει μάστορας, σχέδια, εργαλεία και το ανάλογο μαστορικό πνεύμα. Μετέχοντας και διακονώντας τη φυσική τάξη και ωραιότητα, ο νοικοκύρης γίνεται και μάστορας. Από την προϋπόθεση της μαστορικής που είναι η ευταξία, η νοικοκυροσύνη, προάγεται σε ψυχογιός, κάλφας και, τελικά, μάστορας του “Καλά Λίαν”. Η καλλιέργεια της ντομάτας ή η εκτροφή κουνελιών υπόκεινται στα αντίστοιχα ιδιοφυή σχέδια. Για να πετύχει η αναπαραγωγή των ειδών, εμβίων και αβίων, απαιτείται μια μαστορική, κάποια εργαλεία προσιδιάζοντα και ένα μαστορικό πνεύμα που να τα “χειρίζεται” μέσα στον χρόνο και τον χώρο προσαρμόντάς τα στις εκάστοτε μεταβολές. Χωρίς να το καταλαβαίνει μάλλον, στην αρχή, και κατανοώντας πλήρως, στο “τέλος”, μετέχει του θαύματος χωρίς μεσάζοντες και αποκαθιστά τη θέση του ως μέρος της Θείας Οικονομίας. Κηπουρός, μπιστικός και μάστορας στο εργαστήρι της φύσης.

Το παραγωγικό πολυώνυμο είναι προσωπικό επίτευγμα


Μοναδικό κι ανεπανάληπτο ακριβώς γιατί απαιτεί από το υποκείμενό του, τον δημιουργό του, να είναι αφενός ελεύθερος άνθρωπος και αφετέρου πρωτότυπος, όπως είναι κάθε αληθινός μάστορας. Η ελευθερία δε αυτή εκτείνεται σε όλες τις κατευθύνσεις, είτε αυτές αφορούν τη σκέψη και τη νόηση είτε αυτές αφορούν τον χρόνο, τον χώρο, τα κοινωνικά και οικογενειακά πεδία κλπ.
Έτσι, από τα απλά πράγματα ξεκινώντας, κάποιος κάνει κάποιες δουλειές το πρωί με την ανατολή του ήλιου, κάποιος κάνει τις ίδιες δουλειές στις εννέα το πρωί και κάποιος τις κάνει στις δύο η ώρα το μεσημέρι.
Επειδή “κάθε φορά είναι μια άλλη φορά” και “κάθε φορά η υδρόγειος σφαίρα, βρίσκεται και σε άλλο σημείο του Σύμπαντος, χωρίς να περνάει ποτέ από το ίδιο”, ο μάστορας πρέπει να λύνει πρωτότυπα αναπαραγωγικά του σύμπαντος προβλήματα, βιώνοντας τη μετοχή – όχι απαραίτητα και συνειδητοποιώντας την - στην αναπαραγωγή του Σύμπαντος Κόσμου.
Στον βαθμό που το συνειδητοποιεί κιόλας, τότε, προάγει, έτι περαιτέρω, το “άνθρωπος είναι το σύμπαν που απόκτησε συνείδηση της ύπαρξής του” και προχωράει στην εσκεμμένη και εναρμονισμένη αναπαραγωγή του. Ένα “σακί”, δηλαδή, κουάρκ, συγκροτημένα σε άνθρωπο-μάστορα, μαστορεύουν κάποια άλλα “ματσάκια” κουάρκ, συγκροτημένα σε ντομάτες, πατάτες, αρακά, μαρούλια, κρεμμύδια αλλά και κότες, κοτόπουλα, κουνέλια, αυγά, πρόβατα κλπ. Όλα αυτά εν πνεύματι αγίω, με Αγάπη και Καλοσύνη.
Τούτων δοθέντων, το παραγωγικό πολυώνυμο δεν κολεκτιβοποιείται ούτε με τον τρόπο του σοσιαλισμού ούτε, πολύ περισσότερο, με τον τρόπο του καπιταλισμού. Η πυραμιδοειδής, δεσποτική και απρόσωπη συλλογικότητα τού είναι εντελώς ασύμβατη. Δεν φωνάζεις τον γείτονα να σου μεγαλώσει τα παιδιά επειδή είναι σπουδαγμένος ή επειδή είναι πιο...”παραγωγικός” και βγάζει πιο πολλά λεφτά. Τον γείτονα δεν τον φωνάζεις επίσης για να κάνει παιδιά με τη γυναίκα σου! Το παραγωγικό πολυώνυμο είναι διήγημα, δεν είναι μυθιστόρημα.

Το παραγωγικό πολυώνυμο είναι σχέση με τον Θεό


Εφόσον είπαμε ότι ο Θεός είναι πρόσωπο, είναι Πατέρας που αγαπάει σφόδρα και εμείς είμαστε τα παιδιά Του που δημιουργηθήκαμε ακριβώς από την παραφορά αυτής της αγάπης. Εφόσον ο Θεός “αγάπη εστί” και “Ό,τι Καλό” εστί, τότε το να σχετίζεσαι και να υπάρχεις ως κηπουρός, μάστορας και μπιστικός στον κήπο της Θείας Οικονομίας σημαίνει ότι αναπτύσσεις πολύπλευρες σχέσεις μαζί Του, ρητές και άρρητες, ορατές και αόρατες, φανερές και μυστικές, σχέσεις άμεσες και σχέσεις έμμεσες, σχέσεις ακαριαίες, εγ-καιρο-φλεγείς και σχέσεις...βραδυ-φλεγείς. Σχέσεις πάντως πυρι-φλεγείς και φωτοβόλες! Είναι άλλο πράγμα το “εγώ” του μάστορα-γυιου, είναι άλλο “πράγμα” το “εγώ” του Θεού-Πατέρα και άλλο “πράγμα” οι σχέσεις μεταξύ τους με τη...σχετική δυναμική, την απροσδιοριστία, το απροκαθόριστο των συναντήσεων του αυτεξούσιου και του πρωτεύθυνου και των δύο μερών.


Το παραγωγικό πολυώνυμο είναι σχέση με τη φύση


Αν από τη μία πλευρά ο μάστορας του πολυωνύμου συνάπτει σχέση με τον θείον, από την άλλη πλευρά συνάπτει σχέση με τη φύση ως δημιούργημα λίαν καλό των θείων ενεργειών. Και όταν η ομορφιά και το κάλλος της φύσης υπερβαίνει κάθε επίτευγμα του μάστορα που τη σπουδάζει και τη μαθαίνει - ενώ πάντα μένει αμαθής - τότε η σχέση μαζί της αποκτά την προσήκουσα ιερότητα και ευστοχεί (επιτυγχάνει) μόνο ως ιερουργία. Αλλιώς αστοχεί, δηλαδή, αμαρτάνει.
Γι' αυτό λέμε “κρίμα είναι να τα πετάξουμε”, γι' αυτό τα κατάλοιπα της τροφής των ανθρώπων τα δίνουμε να τα φάνε τα πλάσματα του Θεού, γι' αυτό η αποκατάσταση της τροφικής αλυσίδας της φύσης είναι ιερός σκοπόςii.
Η εκκλησία ευλογεί τη χρήση και προσεύχεται να γίνει σχέση. Θα το δούμε αυτό σε όλες τις μεγάλες δεσποτικές εορτές αλλά θα το δούμε και στο Μικρό Ευχολόγιο με τις ευχές για όλες τις πράξεις της σχέσης του ανθρώπου με τη φύση....
Ευχή “επί εξορύξει φρέατος”, “εις χωράφια, ή κήπους, ή αμπελώνα, όταν συμβή βλάπτεσθαι υπό ερπετών ή άλλων ειδών”, “εις το ευλογήσει άλωνα”, “εις το φύτευμα αμπελώνα”, “εις την μετάληψιν σταφυλής τη 6η Αυγούστου”, “επί ευλογήσει οίνου”, “επί τρυγής αμπέλου”, “επί των προσφερόντων απαρχάς οπώρων”, “ εις το ευλογήσαι ποίμνην” κ.ο.κ.....
Συνδέοντας, η Εκκλησία, τη λατρεία του Θεού με τη χρήση της φύσης “κλείνει” το ισοσκελές τρίγωνο: Σχέση- χρήση-λατρεία, με τη “σχέση” στην κορυφή του τριγώνου.


Το παραγωγικό πολυώνυμο είναι ο τρόπος που ο άνθρωπος βάζει τη φύση να δουλεύει γι' αυτόν χωρίς να την βιάζει, να την καταστρέφει και να την υποδουλώνει


Όταν η κατάχρηση της φύσης καταστρέφει το περιβάλλον, αυτό μας εκδικείται. Η ευλογημένη όμως χρήση της φύσης θεραπεύει και διακονεί το περιβάλλον και αυτό με τη σειρά του μας ανταμείβει...Παραθέτω το παπαδιαμαντικό χωρίον που αποθησαύρισε ο φίλος Αντώνης “Χρονικιώτης”, ως σχόλιο άλλου κειμένου μου..

«\Ὅλη ἡ ἐργασία τοῦ Γιώργη ἔχει τὴν σφραγῖδα τῆς φιλοκαλίας. Οἱ γείτονές του ὅλοι τὸν ἐζηλοφθονοῦσαν. Αὐτῶν τὰ χωράφια καὶ τὰ ἰδιόκτητα, καὶ ὅσα ὡς κολλῆγαι ἔπαιρναν ὡς μισακά, ποτὲ δὲν ἐκαρποῦσαν. Τοῦ Γιώργη ἀπέδιδαν ἑκατονταπλάσιον καρπόν. Τὴν ἄλλην χρονιὰν ὁ Γιώργης, διὰ νὰ τοὺς εὐχαριστήσῃ, παρῃτεῖτο ἀπὸ τὴν κολληγιάν, καὶ παρέδιδεν εἰς αὐτοὺς τὰ χωράφια. Πλὴν τοῦ κάκου, δὲν ἐκαρποῦσαν. Εἶχε κάποιαν εὐλογίαν ὁ Γιώργης. Ἦτο ἀληθινός, ἀρχαϊκός, λείψανον τοῦ παρελθόντος. Σπάνιον δεῖγμα ἀνθρώπου εἰς τὰς ἡμέρας μας\»iii.

Το παραγωγικό πολυώνυμο είναι ρήξη με το “τεχνικό πνεύμα”


Ο σημερινός άνθρωπος φαίνεται εκ γενετής κουρασμένος. Πιστεύω όμως ότι αυτή η “συγγενής κόπωση” είναι του νου και της ψυχής, όχι του σώματος. Ασχέτως αν μόνο το σώμα πασχίζει να ξεκουράσει, χρησιμοποιώντας πλήθος περίπλοκων πια μηχανών, σε όλο το φάσμα των δραστηριοτήτων του.
Και ναι μεν, από τη μια, η μηχανή είναι σύνθεση πολλών απλών εργασιών ώστε να μην καταβάλλεται κόπος, από την άλλη όμως, είναι και φοβερή απλούστευση του τρόπου ύπαρξης της φύσης και των διαδικασιών πλοήγησης και επιδιόρθωσης αυτού του τρόπου ύπαρξης της φύσης.
Ταυτοχρόνως, είναι και μια “αντλία κόπου”, η οποία, μεταφέρει τον κόπο από το προφανές σημείο στο αφανές. Μπορεί να μας γλιτώνει και να μας “ελευθερώνει” από τον κόπο των απλών εργασιών, μας επιφορτίζει όμως με άλλου είδους κόπους και εξαρτήσεις (κυρίως για την απόκτηση και συντήρησή της), τους οποίους, μάλιστα, συγκαλύπτει επιμελώς.
Η αύξουσα χρήση των μηχανών, η τερατώδης μεγέθυνση της εκμηχάνισης των “σχέσεων” του ανθρώπου με τη φύση, ακυρώνει τη σχέση και εκτός από την διαφυγή των κεφαλαίων στις χώρες που τις παράγουν, υπονομεύει το νου και την ψυχή του μάστορα. Στο τέλος αναιρεί την ίδια τη μαστορική του.
Η απαγόρευση της χρήσης του ανθρώπου ως μηχανής (δούλος) οδήγησε στην προαγωγή του μηχανικού δούλου στη θέση του ανθρώπου. Στις μέρες μας, φαίνεται πλέον καθαρά ότι, ο τεχνολογικός μεσσιανισμός, και τον δούλο δεν απελευθέρωσε αλλά και τον αφέντη υπέταξε, ευνουχίζοντας και αχρηστεύοντας παραγωγικά και τους δύο.
Η μηχανή είναι υποδεέστερος και εκβαρβαρισμένος τρόπος εξυπηρέτησης του μάστορα τη στιγμή που η Θεία Οικονομία έχει προβλέψει γι' αυτό με τρόπο οργανικά ενταγμένο στη φύση.....
Μιλιούνια μύκητες εργάζονται για να κάνουν τον μούστο κρασί, το ζυμάρι ψωμί, το γάλα τυρί και γιαούρτι, το κρασί ξύδι......Δέκα κότες νύχτα μέρα ετοιμάζουν τα αυγά για δύο οικογένειες και τους φίλους....Πενήντα κοτόπουλα θα δώσουν σε τρις τέσσερις μήνες πάνω από εκατό κιλά κρέας...Ένα δυο ζευγάρια κουνέλια θα δώσουν δεκάδες κουνέλια μέσα στο χρόνο και ποσότητα κρέατος τον αριθμό αυτό επί 1,8 ή 2,0 ...αρίστης ποιότητας και χωρίς τεχνολογικές παρεμβάσεις.
Ογδόντα ρίζες ελιές, μικρές και μεγάλες, εργάζονται όλο τον χρόνο, νύχτα μέρα, για να παραχθούν το λάδι δύο και τριών οικογενειών, τα ξύλα για το τζάκι, οι επιτραπέζιες ελιές δυο-τριών ειδών... Εικοσιπέντε κιλά σπόρος πατάτας δίνει δεκάδες φυτά πατάτας και τα φυτά αυτά, στο τέλος του τετραμήνου, δίνουν πάνω από διακόσια κιλά πατάτας αρίστης ποιότητας, χωρίς φάρμακα και περίπλοκους τρόπους καλλιέργειας....
Τριάντα μέτρα σποράς αρακά δίνει, μετά από επτά μήνες και κόντρα στις καιρικές δοκιμασίες, κοντά στα δέκα κιλά καθαρό καρπό, ήτοι πάνω από εβδομήντα πιάτα φαγητό.... Τρεις-τέσσερις δεκάδες ρίζες ντομάτας “βιομηχανικής” θα δώσει κοντά στα εκατό κιλά προϊόν και αυτό θα γίνει ο τοματοπελτές όλης της χρονιάς για μια οικογένεια...
Το “λίγο απ' όλα” δεν επιτρέπει τη χρήση εξεζητημένων μηχανημάτων. Το παραγωγικό πολυώνυμο, συν τοις άλλοις, δεν χρειάζεται κεφάλαια, επενδυτές, επιδοτήσεις, ευρωπαϊκές πολιτικές κλπ. Η παραγωγικότητά του έγκειται στη σχέση, στη νοικοκυροσύνη, στη μαστοριά, στην υπομονή, στην παρατήρηση, στον πειραματισμό, στην εμπιστοσύνη του μάστορα στα σχέδιά του που είναι καλά λίαν και στο πνεύμα τους που είναι άγιο. Το παραγωγικό πολυώνυμο είναι άσκηση του σώματος, του νου και της ψυχής.

Το παραγωγικό πολυώνυμο είναι σχέση με τον χρόνο και τον χώρο


Ο χρόνος, όπως και ο χώρος, δεν σημαδεύονται με νούμερα και αριθμούς αλλά με ονόματα αγίων. Η σχέση με τη φύση αγκυρώνεται στις γιορτές του Χριστού, της Παναγίας και των φίλων τους, των αγίων. Μεγάλα και μικρά ορόσημα του χρόνου, δίνουν σχήμα σ' αυτόν ώστε να μην τρέχει χύμα.
Έτσι οι “καβαλάρηδες” άγιοι ορίζουν την αλλαγή των εποχών, η αγία Παρασκευή το φύτεμα της “χειμωνιάτικης πατάτας”, το Τριώδιο της “καλοκαιρινής”, το Πάσχα των κηπευτικών του καλοκαιριού.
Η σύνδεση αυτή των πολυώνυμων εργασιών με τις γιορτές των αγίων συνεπάγεται αυτομάτως τη σύνδεση με τον Κόσμο και τον ρυθμό του αφού κι αυτές έτσι ορίζονται και στην περιστροφή αυτή ανάγονται. Και είναι ο ρυθμός τέτοιος όπου οι ομάδες των εργασιών αυτών δεν συμπίπτουν αλλά κατανέμονται αρμονικά στον κύκλο του ενιαυτού επιτρέποντας και ενθαρρύνοντας την πολυποικιλότητα.


Το παραγωγικό πολυώνυμο είναι η οικογενειακή περιουσία ως κεφάλαιο και όχι ως αγαθό.


Είναι η παραγωγική εκδοχή της οικογενειακής περιουσίας, όχι η καταναλωτική.
Υπάρχει ένα κλάσμα. Αριθμητή έχει τα κεφαλαιακά αγαθά μας, το κομμάτι της περιουσίας μας που προορίζεται να γίνει εργαλεία για την παραγωγή άλλων αγαθών. Παρονομαστή έχει τα καταναλωτικά αγαθά μας, το κομμάτι της οικογενειακής μας περιουσίας που προορίζεται για την απόλαυσή μας, για την "βελτίωση του βιοτικού μας επίπεδου".
Σήμερα, το κλάσμα είναι μικρότερο της μονάδος. Ο Αριθμητής είναι τραγικά μικρότερος από τον Παρονομαστή! Ενώ εξήντα χρόνια πριν δεν ήταν έτσι! Και αφού δεν ήταν έτσι μπορεί να ξαναγίνει όπως ήταν και ακόμα καλύτερα! Ο Αριθμητής μπορεί και πρέπει να μεγαλώνει. Ο Παρονομαστής να μικραίνει. Ή να μεγαλώνει τόσο ο Αριθμητής που να μεγαλώνει το κλάσμα. Αντιστρέφοντας την οικογενειακή πυραμίδα ο καθένας, αντιστρέφεται και η παραγωγική πυραμίδα της χώρας! Με ορμή, με ρυθμό! Αφού κάτι υπήρχε και καταστράφηκε μπορεί να ξαναδημιουργηθεί και να είναι και καλύτερο.


Το παραγωγικό πολυώνυμο είναι δισυπόστατη οικογενειακή περιουσία


Στην παραγωγική της εκδοχή η οικογενειακή περιουσία μπορεί να πάρει τη μορφή παραγωγικού πολυωνύμου ή να πάρει τη μορφή άλλων παραγωγικών δραστηριοτήτων. Η μορφή όμως του πολυωνύμου έχει ακόμη μία ξεχωριστή ιδιότητα. (Πέρα από τις εκτεθείσες μέχρι τώρα)
Έχει την ικανότητα και την ιδιότητα να μετατρέπει, εν τη γενέσει του, το αποτέλεσμα της εργασίας, είτε σε αγαθό άμεσης κατανάλωσης από τον παραγωγό του είτε σε προϊόν που προορίζεται να πωληθεί. Αν θες ιδιοκαταναλώνεις αυτό που παρήγαγες. Αν θες το πουλάς και παίρνεις χρήματα. Αν θες πουλάς ένα μέρος αυτού που παράγεις και αν θες το καταναλώνεις. Αν θες, το προς πώληση (ή ανταλλαγή) μέρος της παραγωγής σου είναι μεγάλο, αν θες είναι μικρό. (Αυτό, βέβαια, έχει σχέση με το τι άλλες πηγές εισοδήματος έχει η οικογένεια, αν εισρέουν από αλλού μετρητά κλπ). Κανένα άλλο παραγωγικό μοντέλο, κανένας άλλος τρόπος παραγωγής στην ιστορία, δεν δίνει αυτό το τεράστιο πλεονέκτημα στον παραγωγό, δεν του παρέχει αυτή την καταπληκτική ευελιξία!


Το παραγωγικό πολυώνυμο είναι διασπορά του εισοδήματος και του ελοχεύοντος πάντα κινδύνου


Το παραγωγικό πολυώνυμο είναι διασπορά του κινδύνου με πολλά “κάθετα” και “οριζόντια”φράκταλς. Κάθε είδος που παράγεται μπορεί να έχει πολλές ποικιλίες. Τα φασόλια να είναι τριών ειδών, οι επιτραπέζιες ντομάτες τεσσάρων, τα κολοκύθια δύο κοκ. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη κι αν η μία ποικιλία δεν πάει καλά, θα πάει η άλλη.
Κάθε είδος (πχ ελιές) μπορεί να καλλιεργείται σε ποικίλους τόπους. Μια ενδεχόμενη καταστροφή σε έναν τόπο (είτε από τη φύση προερχόμενη είτε από τους ανθρώπους) δεν θα επηρεάσει το σύνολο της παραγωγής αλλά ένα μόνο μέρος της.
Κάθε είδος μπορεί να καλλιεργείται με ποικίλους τρόπους, παραδοσιακούς ή πειραματικούς, “συντηρητικούς” ή “προοδευτικούς”. Έτσι, αν κάτι πάει στραβά στον έναν τρόπο δεν θα επηρεαστεί όλη η σοδειά.
Αν τα βάλουμε όλα αυτά μαζί, μπορούμε να αντιληφθούμε το πλήθος των συνδυασμών, τις πολλαπλές δικλείδες ασφαλείας έναντι του κινδύνου και μάλιστα χωρίς κόστος σε μετρητά και “τριβές” από τους “ασφαλιστικούς φορείς”. (απώλεια πόρων για την αμοιβή των μηχανισμών, γραφειοκρατία, καθυστερήσεις, σκοπιμότητες)


Το παραγωγικό πολυώνυμο επιδέχεται σμικρύνσεις και μεγεθύνσεις.


Επιδέχεται όλες τις πράξεις τις αριθμητικής μαζί με συναρτήσεις και ολοκληρώματα. Μπορεί κανείς να καλλιεργήσει μερικές ρίζες ντομάτες αλλά μπορεί να καλλιεργήσει και στρέμματα με ντομάτες, αρκεί να μην εγκαταλείψει όλα τα άλλα. Να αυξήσει το σύνολο της παραγωγής ισόρροπα ή να αυξήσει μόνο την παραγωγή ενός είδους ή μιας ομάδας ειδών, ή μιας ποικιλίας από το εν λόγω είδος.
Στο παραγωγικό πολυώνυμο, πρακτικά δεν υπάρχει όριο στην διαιρετότητα των παγίων και του κεφαλαίου και το "άριστο μέγεθος" είναι εξόχως μεταβλητό, ανάλογα με το πρόσωπο και την οικογένεια. 
Άλλωστε, το παραγωγικό πολυώνυμο είναι το κύτταρο της ανισόμετρης παραγωγής. Κάποια προϊόντα υπο-παράγονται (περιστασιακά ή μόνιμα) για φυσικούς και κλιματικούς λόγους και κάποια υπερ-παράγονται, οπότε τείνουν να δημιουργούν πλεόνασμα και προϋποθέσεις εμπορευματοποίησης.
Μπορεί να κρατάει σε στοιχειώδες (μόνο για ιδιοκατανάλωση) επίπεδο την παραγωγή και να επιμένει στην υπερπαραγωγή κάποιων ειδών που θα του εξασφαλίζουν εισροές μετρητών. Μπορεί όμως και να προσθέτει άλλες δραστηριότητες (μαστορικές) που να του αποδίδουν περισσότερα μετρητά. Αυτές μπορεί να είναι μόνιμες ή εποχιακές, ανάλογα με την εξάρσεις ή της υφέσεις στις εργασίες του πολυωνύμου.
Ο λεγόμενος “αναγεννησιακός άνθρωπος” - κορδακίζεται μ' αυτό η νεωτερικότητα - για το παραγωγικό πολυώνυμο είναι προϋπόθεση, “μαζικά” αναπαραγόμενη και κοινός τ(ρ)όπος.


Το παραγωγικό πολυώνυμο είναι το κύτταρο της συμπληρωματικής παραγωγής


Αυτό σημαίνει ότι η μία παραγωγική διαδικασία ταιριάζει με την άλλη, συμπληρώνει την άλλη, υποστηρίζει την άλλη.
Στον βαθμό που η...πολυωνυμικότητα αναπτύσσεται με συνέπεια και ξεδιπλώνεται στο χώρο και στο χρόνο, ένα απίθανο “κέντημα” οικόσιτης και σχεδιασμένης χλωρίδας και πανίδας, συμπληρωματικής της ανθρώπινης ζωής, λαμβάνει χώρα και δημιουργεί πλήθος άλλων “παράπλευρων ωφελειών”, τόσο σημαντικών ώστε, κάποια στιγμή, το πολυώνυμο να “κλείσει” σχεδόν πλήρως από την πλευρά των εισροών. (μετρητών, σπόρων, εργαλείων κλπ)
Μπορεί δηλ., ο πολυωνυμικός τρόπος παραγωγής ν' αποκτάει και να αυξάνει τον βαθμό ελευθερίας του από τις εισροές καθώς αναπτύσσεται και μεγεθύνεται. Αυτό είναι αδιανόητο για όποιον άλλο τρόπο παραγωγής στην ιστορία. Σε όλους τους άλλους η μεγέθυνση αυξάνει τον βαθμό εξάρτησης από τις εισροές πράγμα που υποτίθεται πως θεραπεύεται με ακόμη μεγαλύτερη μεγέθυνση, γιγαντισμό, πολιτικές και “άλλες” δραστηριότητες για την εξασφάλιση των εισροών κλπ.


Το παραγωγικό πολυώνυμο είναι το Αντάρτικο του καιρού μας


Στις συνθήκες της “Παγκοσμιοποιημένης ΤεχνοΣυστημικής Ιδιωτείας” και αύξοντος τεχνοφασισμού, το παραγωγικό πολυώνυμο αποκτά μια ακόμη πολιτική διάσταση. Πολιτικές διαστάσεις έχει έτσι κι αλλιώς αφού είναι, όπως δείξαμε, Τ(ρ)όπος Παραγωγής. Τώρα όμως που τίθεται το ζήτημα του “Μετά” (μετά τη νεωτερικότητα, μετά την παγκοσμιοποίηση κλπ) αποκτά ακόμη μία, αυτή της αντίστασης και της απελευθέρωσης θυλάκων, από την “μπότα” του κολεκτιβισμού των μεγάλων πολυεθνικών (καπιταλιστικού και κορπορατικού κολεκτιβισμού). Πέρα από την απελευθέρωση “τόπων” απ' όπου θα μπορέσει να προκύψει μια “Ελεύθερη Ελλάδα” έχουσα σύνορα τα όρια του Τρόπου της, θα προκύψει και μια στρατιά “αλλιώτικων” ανθρώπων. Εκείνων που ο Παπαδιαμάντης ονόμασε στο παραπάνω χωρίον του “φιλοκαλικούς”.



Πώς όμως θα είναι το παραγωγικό και πολιτικό πολυώνυμο των παραγωγικών πολυωνύμων;


Τι προκύπτει όταν...τζαμάρουν παραγωγικά δέκα, είκοσι, τριάντα πολυωνυμικοί παραγωγοί μαζί; Τι προκύπτει, σε μια κοινότητα ανθρώπων, όταν στα οκτακόσια σπίτια τα τριακόσια τζαμάρουν παραγωγικά; Τι προκύπτει όταν τζαμάρουν τα εξακόσια;
Μπορεί να μετατραπεί, το παραγωγικό αυτό τζαμάρισμα, σε μετόπισθεν του τουριστικού μετώπου, και να ταΐσει και να ποτίσει, με ντόπια προϊόντα, τους εκεί εγκαταβιούντες ξένους, μετατρέποντάς τους,ταυτόχρονα, από τουρίστες σε προσκυνητές;
Μπορούν να προκύψουν ελεύθερες περιοχές από εισαγόμενα προϊόντα, π.χ., κρέατα, και να ανακηρυχθούν “καθαρές” όπως ανακηρύσσονται κάποια νησιά “καθαρά από πλαστικές σακούλες”;
Μπορούν να γίνουν αυτάρκεις σε κρέατα στη διάρκεια της τουριστικής περιόδου και πλεονασματικές στη διάρκεια του χειμώνα;
Τι θα προκύψει όταν σε μια μικρή αγορά τριών χιλιάδων ψυχών εμφανιστούν κοτόπουλα από τριάντα παραγωγούς; Ή από εκατόν τριάντα;
Τι μορφές συνεργασίας, τόσο στο επίπεδο των εισροών όσο και στο επίπεδο των εκροών, μπορούν να προκύψουν από τη συνεργασία αυτών των όντως ανεξάρτητων-αυτόνομων-ελεύθερων παραγωγών;
Πώς θα είναι η “οικουμένη” των προσωπικών πολυωνύμων που θα ενωθούν σε μεγάλο σώμα και οργανισμό;
Δεν υπάρχει προς το παρόν απάντηση. Είναι κι αυτό ένα από τα χαρακτηριστικά του πολυωνύμου το οποίο δεν ευνοεί τους προκαθορισμούς αλλά τις προκλήσεις για εξερεύνηση και τις “αργοναυτικές εκστρατείες”!
Μόνο αναμνήσεις υπάρχουν και κάποιες προγεύσεις.
  • Εκείνες που μας αφηγούνται τα υπέροχα χωριά μας σε κάμπους, βουνά και πελάγη. Οι πολυάνθρωπες κοινότητες των “άγονων νησιών” μας.  Η μεγάλη ιστορία της ιστιοφόρας ναυσιπλοΐας μας η οποία μετέφερε τα προϊόντα του πολυωνύμου σε όλες τις χώρες του βορρά όπου “οικοδομούνταν” ο καπιταλισμός.
  • Οι “γέροντες” του Κοινού μας Λόγου, με προεξάρχοντα τον Κ. Καραβίδα.
  • Εκείνες που μας αφηγούνται τα εγκαταλελειμμένα χωράφια, τα πηγάδια, οι στέρνες, τα μονοπάτια και οι πέτρινες καλύβες, οι πεζούλες και οι ξερολιθιές, οι μύλοι των νερών και των ανέμων, τα εκκλησάκια και τα τοπωνύμια που έδωσαν και πήραν πνεύμα από το παραγωγικό πολυώνυμο του καθ' ημάς Τ(ρ)όπου!



Σημειώσεις:


i Ο όρος ανήκει στον Θόδωρο Ι. Ζιάκα και αναμένουμε σύντομα περισσότερα επ' αυτού.

ii Η τροφική αλυσίδα σπάει σε δύο κατευθύνσεις. Και όταν εκλείπουν οι λύκοι και οι αρκούδες αλλά και όταν ο άνθρωπος γίνεται χορτοφάγος. Οι λεγόμενοι “οικολόγοι”, ως ξεχωριστή εκδοχή των ειδωλολατρών, πασχίζουν για την αποκατάσταση της αλυσίδας με τους λύκους που τρώνε τα ελάφια και από την άλλη “σπάνε” την αλυσίδα αυτή απαιτώντας από τον άνθρωπο να μην τρώει τα ελάφια!

iii Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, «Το γιαλόξυλο», 1905

Οι τελευταίες αναρτήσεις

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αρχειοθήκη ιστολογίου