Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γραία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γραία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 6 Αυγούστου 2023

Θεόδωρος Γ. Σπυρόπουλος: Οι γραπτές λάρνακες της μυκηναϊκής Τανάγρας


Οκτώ ή εννιά αιώνες πριν η Σφίγγα, το μυθικό ον, πάρει την φοβερή της θέση κάπου εκεί στον Φαγά, στις όχθες της Κωπαΐδας, και να γίνει έτσι ιδρυτικό στοιχείο στον κύκλο των Λαβδακιδών, κατέχει κεντρική θέση στην "πινακοθήκη της μυκηναϊκής Τανάγρας". 
Και στα δύο εκείνα "τότε", και στο ένα, και μοναδικό, δικό μας "τώρα", η απάντηση, στο αμείλικτο ερώτημα του τερατώδους αινικτή είναι μία: ο Άνθρωπος!
[φωτο: Γ.Μ. Σαλεμής]



Πρόλογος: Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής


Σε συνέχεια παλαιότερων αφιερωμάτων για την Τανάγρα και την αρχαία ιστορίας της, αναδημοσιεύουμε σήμερα ένα εκτενές κείμενο του μεγάλου αρχαιολόγου Θεοδώρου Γ. Σπυροπούλου.

Είναι η ανακοίνωσή του για τις ανασκαφές του 1974 στο μυκηναϊκό νεκροταφείο της Τανάγρας, όπως αυτή δημοσιεύτηκε στα “Πρακτικά της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας”.

Όπως αναφέρεται και σε άλλο κείμενο, ο Σπυρόπουλος κάνει ανασκαφές στον χώρο από το 1968. Τη χρονιά εκείνη, 1974, έχει ήδη μια σημαντική πείρα και ένα εντυπωσιακό θησαυρό ευρημάτων, κυρίως πήλινων λαρνάκων με ζωγραφισμένες παραστάσεις.

Πέραν, δηλαδή, των λοιπών στοιχείων που προκύπτουν από τις ανασκαφές, διαθέτει πλέον και εικόνες από τον 13ο και 12ο αιώνα π. Χ.! Πινακοθήκη της μυκηναϊκής Τανάγρας, τις χαρακτηρίζει. Ένα τεράστιο γεγονός που για μισό αιώνα μετά “διαφεύγει” από εμάς, αλλά δεν θα μπορούσε να διαφύγει από κείνον όπως και από την τότε επιστημονική κοινότητα. Για σειρά ετών, τα κείμενά του, (το παρόν κείμενο δεν είναι βέβαια το μόνο) παίρνουν περίοπτη θέση στον εκάστοτε τόμο, στις πρώτες σελίδες του.

Την εικονογραφία αυτή, την “ανταπόκριση” από την Ταναγραϊκή κοινωνική ζωή, παρουσιάζει και σχολιάζει εκτενώς, κάνοντας τους ανάλογους επιστημονικούς συνειρμούς και τις σχετικές συνδέσεις. Είναι το πιο πλούσιο κείμενό του από την ανασκαφική εκείνη δεκαετία καθώς δεν περιορίζεται μόνο σε περιγραφές και καταγραφές των ευρημάτων αλλά βγάζει και συμπεράσματα.

Το παρουσιάζουμε αυτούσιο, για να υπάρχει και να μπορεί ο αναγνώστης, γνώστης και μη γνώστης της ιστορίας της περιοχής, να εμβαθύνει αλλά και να απολαύσει τις οδούς που ανοίγονται στη σκέψη -αλλά και στη φαντασία- από τις σημαντικότατες αυτές ανακαλύψεις.

Στο κείμενο αυτό τίθενται τεράστιας σημασίας ζητήματα. Όχι μόνο για την ιστορία της Βοιωτίας και τη σχέση που φαίνεται πως έχει με την Κρήτη και ενδεχομένως την εγκατάσταση Μινωϊτών στην Τανάγρα, αλλά και για την ιστορία του δράματος και της Τραγωδίας. “Διαβάζοντας” τις εικόνες των λαρνάκων, ο Σπυρόπουλος εντοπίζει χορούς, ημιχόρια, τελετές, θρήνους, κορυφαίους και προεξάρχουσες, ταφικά έθιμα, στοιχεία και σύμβολα,  τα οποία, όπως πχ η Σφίγγα, θα παίξουν τον ρόλο των δομικών στοιχείων στις Τραγωδίες του 5ου αιώνα. Ποιητικά έργα που, ναι μεν είναι προϊόντα της Αθήνας αλλά αναφέρονται, και πάλι όχι τυχαία, στη Βοιωτία και τη Θήβα.


Εμείς οι παλαιότεροι κάτοικοι της σύγχρονης Ταναγραϊκής, γνωστοί και ως Αρβανίτες, οι οποίοι, στον έναν ή στον άλλο βαθμό είμαστε και σύγχρονοι αυτών των ανασκαφών, οφείλουμε να “το πάμε και πάρα πέρα”. Ν’ αναλογιστούμε, πχ, τι σημασία έχει όταν ένα μοτίβο επαναλαμβάνεται ς’ ένα ξύλινο μπαούλο της γιαγιάς μας, στο τέμπλο μιας εκκλησίας δίπλα στον Λάρη και στις λάρνακες που επί 3.000 χρόνια παραμένουν θαμμένες και αγνοούνται από τους επήλυδες. Γιατί η μια εικαστική εκδήλωση της ψυχής του ανθρώπου μοιάζει με την άλλη αν και… ιστορικά δεν συναντώνται; Ή, τι σημασία έχει και πώς επιδρά στην ταυτότητά των επήλυδων αυτή η γνωριμία με τους παλαιότατους των κατοίκων, εκείνους που πατούσαν, άμα και προσκυνούσαν, την ίδια γη χιλιάδες χρόνια πριν. Πώς ο τόπος, με όλα τα συσσωρευμένα στοιχεία και ορόσημά του, γίνεται τ[ρ]όπος ζωής, διαμορφώνει και “υπαγορεύει” συμπεριφορές, αισθήματα, αντιλήψεις, στους επόμενους… φιλοξενούμενούς του;                  Φιλοξενούμενοι, βέβαια. Με την έννοια ότι όλοι είμαστε “περαστικοί”, θνητοί, χους εσμέν και εις χουν απελεύσομεν.

Γνωριμία, που γίνεται κλιμακωτά και παραλλάζει στο βάθος των τελευταίων 500 ετών. Ξεκινάει από τα επιφανειακά στοιχεία, λείψανα τειχών, κτηρίων, ναών, περνάει στην οργανική σχέση μαζί τους, καθώς εκείνα γίνονται “προμηθευτές” της οικοδομικής ύλης των οικισμών τους, εξελίσσονται σε “πλουτοπαραγωγική πηγή” και “οικονομικό όνειρο” κάθε φαμελιάρη, στις εποχές της απόλυτης ένδειας, για να ξαναπάρουν αργότερα την ιερή τους θέση, ως ορόσημα της ιστορίας των επήλυδων Αρβανιτών, με τον πιο φυσιολογικό τρόπο, σαν να είναι αυτονόητη η ιστορική συνέχεια, κάτι σαν στερνοπαίδια του Κάδμου και της Αρμονίας που γύρισαν στον τόπος της καταγωγής τους, δεκάδες αιώνες μετά την κηδεία των γεννητόρων τους.


Ο Σπυρόπουλος σκάβει στο μακρόστενο βουνό που βρίσκεται ΝοτιοΔυτικά του Σχηματαρίου και οι παππούδες μας, που δεν είχαν κόμπλεξ με την ελληνικότητά τους, το αποκαλούσαν Μάλι ι Βάλεζα. “Βουνό της μικρής χορεύτριας”, πάει να πει. Τυχαίο; δεν νομίζω.

Εκεί σε ένα πρανές, πάνω από το Αεροδρόμιο της Τανάγρας, λίγα μέτρα από το χωριό Μπράτσι (Τανάγρα σήμερα) μέσα σε ελαιώνες, βρίσκεται το μυκηναϊκό νεκροταφείο. “Δέντρο” ή “Γκράβα”, “Λέδεζα” (αρβ. λεδ=τοίχος), είναι τα τοπωνύμια που αναφέρονται για τους αγρούς των Κωνσταντίνου Βούλγαρη, και Σοφίας Κρασάκη.

Το συνεργείο του αποτελείται από ντόπιους, κυρίως Μπρατσαίους. Το 1979 το χαρακτηρίζει έμπειρο και κάνει λόγο για την δεξιοτεχνία του και την υπομονή του. Επικεφαλής του είναι ο επιδέξιος Αναστάσιος Σιαμπάνης.

Συνεργάτες του που αναφέρονται στα διάφορα κείμενά του είναι η συντηρήτρια του μουσείου Θηβών Θάλεια Παπαγεωργίου, οι αρχαιολόγοι Δάφνη Καββαδία, Γιάννης Λιονής φοιτητής τότε, Ευγενία Παππά.

Οι τάφοι είναι λαξευμένοι στο μαλακό πέτρωμα του βουνού. Οι πιο χαμηλά στην πλαγιά έχουν την οροφή τους κατακρημνισμένη. Λάσπες και άλλα υλικά έχουν γεμίσει τους χώρους. Παρ’ όλα αυτά, τα κτερίσματα βρίσκονται στη θέση τους. Υπάρχουν και συλημένοι τάφοι αλλά ευτυχώς δεν είναι πολλοί.                                           Εκείνοι με τις κατακρημνισμένες οροφές, ανοίγονται από πάνω. Όταν αποτυπώνονται και αφαιρούνται τα πάντα, μετά καταχώνονται. Υπάρχουν και δυσκολίες, άλλοτε από τη λειψή χρηματοδότηση και μονίμως από τις αιωνόβιες ελιές και το σαθρό έδαφος.

Οι άλλοι, εκείνοι που βρίσκονται ψηλότερα και είναι το πέτρωμα πιο σταθερό, προσεγγίζονται από τον αρχαίο τους διάδρομο. Αφού εντοπίζεται αυτός, καθαρίζεται μέχρι την είσοδο που φράζεται από ξερολιθιά.

Ο αρχαιολόγος, από τα ευρήματα, λίγες πέτρες που βρίσκονται συσσωρευμένες στην εσωτερική πλευρά και δίπλα στην είσοδο, βγάζει το συμπέρασμα ότι οι μυκηναίοι νεκροθάφτες έχτιζαν την ξερολιθιά ταυτόχρονα, από μέσα κι από έξω. Μέχρι να μικρύνει τόσο το άνοιγμα που μόλις να μπορεί να περάσει ο χτίστης έξω. Μετά έβαζαν και τις τελευταίες πέτρες. Μέχρι να χρειαστεί να ξανανοίξουν. Διαδικασία που κρατάει γενιές, για δυο και πλέον αιώνες.

Οι ταφικοί θάλαμοι δεν είναι όλοι της ίδιας εποχής. Στην αρχή ένας και μετά ο τάφος διευρύνεται με άλλους χώρους που σκάπτονται με χάλκινα εργαλεία. Διαμορφώνονται αποθέτες οστών, θρανία, χώροι επιτάφιων θυσιών ζώων, πυρών, χοών. Διαφόρων τύπων κεραμικά, ειδώλια και αγγεία, ζωγραφισμένα με μοτίβα και όχι παραστάσεις, είναι τα κτερίσματα. Υπάρχουν και κάποια λίγα όμως όπλα. Ένα χάλκινο ταψί. Πολλά θήλαστρα, που κάνουν με θλιβερό τρόπο, αδρή την παιδική θνησιμότητα.

Κάπου 250 τάφοι ανασκάπτονται. Ένας τάφος, ο Νο 6, περιέχει 16 λάρνακες! Αποδίδουν, μεταξύ ενός τεραστίου πλήθους λοιπών κτερισμάτων, 100 λάρνακες εκ των οποίων οι 50 είναι ζωγραφισμένες. Κάθε λάρνακα έχει τέσσερις πλευρές, άρα και τέσσερις εικόνες. Πάνω από 200 εικόνες στην ταναγραϊκή "πινακοθήκη". Αρκετές, όχι βέβαια όλες, εκτίθενται σε περίοπτη θέση, στο νέο μουσείο των Θηβών. Ας ευχηθούμε, εκείνες που δεν εκτίθενται να βρουν τη θέση τους σύντομα στο αρχαιολογικό μουσείο Σχηματαρίου του δήμου Τανάγρας. 



































Η περιοχή των ανασκαφών κατά προσέγγιση



Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2016

Παυσανίου: Ελλάδος περιήγησις- Βοιωτικά- Αυλίδα, Δήλιον, Τανάγρα

Από το λεύκωμα του Αρχαιολογικού Μουσείου Θηβών
Η Ριτσώνα είναι η περιοχή της αρχαίας Μυκαλλησού



Αυλίδα, Δήλιον, Τανάγρα

Αν κανείς προχωρήσει εφτά στάδια αριστερά του Τευμησσού, συναντά τα ερείπια του Γλίσαντα και πριν απ’ αυτά, στα δεξιά του δρόμου, μικρό ύψωμα, που σκιάζεται από δάσος άγριων δέντρων και από ήμερα δέντρα. Εδώ έχουν ταφεί όσοι εκστράτευσαν με τον Αιγιαλέα, τον γιο του Αδράστου, κατά της Θήβας, και ανάμεσα στους άλλους Αργείους αρχηγούς ο Πρόμαχος, γιος του Παρθενοπαίου. Ότι το μνήμα του Αιγιαλέα είναι στις Παγές το ανέφερα ήδη στο έργο μου για τη Μεγαρίδα.
Στον ευθύ δρόμο από τη Θήβα στον Γλίσαντα υπάρχει τοποθεσία που περιβάλλεται από ακατέργαστες πέτρες· οι Θηβαίοι την ονομάζουν «Όφεως κεφαλή» και λένε πως το φίδι αυτό –όποιο κι αν ήταν– είχε βγάλει εδώ το κεφάλι του από τη φωλιά και ο Τειρεσίας που έτυχε να είναι εκεί του έκοψε το κεφάλι με μαχαίρι· γι’ αυτό τον λόγο ονομάστηκε έτσι η τοποθεσία. Πάνω από τον Γλίσαντα υπάρχει βουνό που ονομάζεται Ύπατος και σ’ αυτό ναός και άγαλμα του Υπάτου Δία. Τον χείμαρρο τον λένε Θερμώδοντα. Επιστρέφοντας κανείς στον Τευμησσό και στον δρόμο προς τη Χαλκίδα υπάρχει μνήμα του Χαλκώδοντα, που σκοτώθηκε από τον Αμφιτρύωνα σε μάχη των Θηβαίων κατά των Ευβοέων.
Στη συνέχεια υπάρχουν ερείπια των πόλεων Άρματος και Μυκαλησσού. Όπως λένε οι Ταναγραίοι, η πόλη πήρε αυτό το όνομα, επειδή εδώ εξαφανίστηκε το άρμα του Αμφιαράου, κι όχι εκεί που λένε οι Θηβαίοι. Συμφωνούν ότι η Μυκαλησσός ονομάστηκε έτσι, γιατί μούγκρισε εκεί η αγελάδα, που οδηγούσε τον Κάδμο και τον στρατό του στη Θήβα. Με ποιο τρόπο καταστράφηκε η Μυκαλησσός το ανέφερα στο έργο μου για τους Αθηναίους.
Στον δρόμο προς τη θάλασσα της Μυκαλησσού υπάρχει ιερό της Μυκαλησσίας Δήμητρας, το οποίο λένε πως κλείνει κάθε νύχτα και πάλι ανοίγει από τον Ηρακλή· αυτός είναι ένας από τους λεγομένους Ιδαίους Δακτύλους· εδώ δείχνουν και το εξής αξιοθαύμαστο· μπροστά στα πόδια του αγάλματος τοποθετούν όσους καρπούς ωριμάζουν το φθινόπωρο και μένουν φρέσκοι όλο τον χρόνο.


Αυλίδα

Σ’ αυτό το μέρος ο Εύριπος χωρίζει την Εύβοια από τη Βοιωτία· δεξιά είναι το ιερό της Μυκαλησσίας Δήμητρας– προχωρώντας κανείς λίγο από το ιερό βλέπει την Αυλίδα, που λένε πως πήρε το όνομά της από την κόρη του Ωγύγου. Εκεί υπάρχει ναός της Άρτεμης και αγάλματα από λευκό μάρμαρο, ένα με δάδες και άλλο που την παριστάνει να τοξεύει. Λένε πως όταν οι Έλληνες επρόκειτο να θυσιάσουν την Ιφιγένεια στον βωμό, σύμφωνα με μαντεία του Κάλχαντα, η θεά έβαλε για σφάγιο ένα ελάφι, αντί γι’ αυτήν.
Μέσα στον ναό φυλάσσουν ακόμα το σωζόμενο ξύλο από το πλατάνι, που το αναφέρει ο Όμηρος στην Ιλιάδα. Λέγεται πως στην Αυλίδα δεν φυσούσε άνεμος ευνοϊκός για τους Έλληνες και επειδή άρχισε ξαφνικά να φυσά, θυσίασε καθένας στην Άρτεμη ό,τι είχε ο καθένας, χωρίς διάκριση, θηλυκά ή αρσενικά σφάγια. Από τότε επικράτησε στην Αυλίδα να θεωρούνται όλα τα σφάγια κατάλληλα. Δείχνουν και την πηγή, κοντά στην οποία είχε φυτρώσει το πλατάνι, και κοντά στον λόφο χάλκινο κατώφλι της σκηνής του Αγαμέμνονα.
Μπροστά στο ιερό έχουν φυτρώσει φοίνικες που δεν δίνουν φαγώσιμο καρπό, όπως στην Παλαιστίνη, όμως οι καρποί των φοινίκων είναι ωριμότεροι απ’ αυτούς της Ιωνίας. Στην Αυλίδα ζουν λίγοι κάτοικοι που είναι κεραμοποιοί. Οι Ταναγραίοι κατέχουν και τη χώρα αυτή και την περιοχή της Μυκαλησσού και του Άρματος.


Δήλιο

Στην Ταναγραία χώρα, κοντά στη θάλασσα, βρίσκεται το λεγόμενο Δήλιο. Εκεί υπάρχουν αγάλματα της Άρτεμης και της Λητώς. Οι Ταναγραίοι λένε πως ιδρυτής τους ήταν ο Ποίμανδρος, ο γιος του Χαιρησίλεω, που ήταν γιος του Ιασίου, γιου του Ελευθήρα, ο οποίος ήταν γιος του Απόλλωνα και της Αιθούσας, κόρης του Ποσειδωνα. Ο Ποίμανδρος, λένε ότι πήρε γυναίκα του την Τανάγρα, κόρη του Αιόλου. Η Κόριννα όμως έγραψε σε ποίημα ότι η Τανάγρα ήταν κόρη του Ασωπού.
Επειδή αυτή έζησε πάρα πολλά χρόνια, λένε πως οι περίοικοι συντόμευσαν το όνομά της και ονόμασαν την ίδια τη γυναίκα Γραία και με τον καιρό και την πόλη· το όνομα αυτό διατηρήθηκε τόσο ώστε και ο Όμηρος στον Κατάλογο να γράφει:

Τη Θέσπεια, τη Γραία και την ευρύχωρη Μυκαλησσό.

Αργότερα όμως επικράτησε πάλι το παλιό της όνομα.



Τανάγρα

Στην Τανάγρα υπάρχει μνήμα του Ωρίωνα και το βουνό Κηρύκιο, όπου λένε πως γεννήθηκε ο Ερμής, και η περιοχή που ονομάζεται Πόλος, όπου λένε πως καθόταν ο Άτλας και σκεφτόταν τα σχετικά με τον κάτω κόσμο και τον ουρανό- γι’ αυτόν έγραψε και ο Όμηρος:

Η κόρη του ολέθριου στη σκέψη Άτλαντα, που γνωρίζει
τα βάθη της θάλασσας κι ο ίδιος κρατά τους μακρούς
κίονες, που συγκρατούν χωριστά τη γη και τον ουρανό.

Μέσα στον ναό του Διονύσου αξίζει να δει κανείς το άγαλμα από μάρμαρο της Πάρου, έργο του Κάλαμη, περισσότερο όμως αξιοθαύμαστος είναι ο Τρίτωνας. Ο σοβαρότερος μύθος γι’ αυτόν αναφέρει ότι οι γυναίκες των Ταναγραίων πριν από τις οργιαστικές τελετές του Διονύσου είχαν κατέβει στη θάλασσα για καθαρμό, ενώ κολυμπούσαν, επιτέθηκε σ’ αυτές ο Τρίτωνας και οι γυναίκες προσευχήθηκαν στον Διόνυσο να τις βοηθήσει· ο θεός τις άκουσε και νίκησε τον Τρίτωνα σε μάχη.
Ο άλλος μύθος είναι λιγότερο σοβαρός, αλλά πιθανότερος· σύμφωνα μ’ αυτόν όσα ζώα οδηγούνταν στη θάλασσα, ο Τρίτωνας έστηνε ενέδρα και τα άρπαζε· έκανε επιθέσεις και στα μικρά πλοία, ώσπου οι Ταναγραίοι άφησαν γι’ αυτόν κρατήρα με κρασί, εκείνος αμέσως πλησίασε από την οσμή, ήπιε το κρασί κι αποκοιμήθηκε στην παραλία· κάποιος Ταναγραίος τότε έκοψε τον λαιμό του με πέλεκυ· γι’ αυτό δεν έχει κεφάλι. Επειδή τον έπιασαν μεθυσμένο, πιστεύουν ότι σκοτώθηκε από τον Διόνυσο.


Είδα κι άλλο Τρίτωνα ανάμεσα στα αξιοθέατα της Ρώμης, μικρότερο απ’ αυτόν της Τανάγρας. Οι Τρίτωνες έχουν την έξης μορφή· έχουν στο κεφάλι μαλλιά, όπως τα βατράχια των λιμνών και στο χρώμα και στο ότι δεν μπορείς να ξεχωρίσεις τη μια τρίχα από τις άλλες· το υπολοιπο σώμα σκεπάζεται με λεπτές φολίδες, σαν να ανατριχιάζει, όπως στο ψάρι ρίνη. Έχουν βράγχια κάτω από τ’ αυτιά και μύτη ανθρώπου, στόμα πλατύτερο και δόντια θηρίου. Τα μάτια τους μου φαίνονται γαλάζια. Έχουν ακόμη χέρια και δάχτυλα και νύχια, όπως τα κελύφη των κοχυλιών. Κάτω από τα στήθη και από την κοιλιά έχουν ουρά αντί για πόδια, όπως τα δελφίνια.


Παυσανίου: Ελλάδος περιήγησις- Βοιωτικά, Κάκτος, Αθήνα 1992, σελ. 93-101

Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2016

Ντόναλντ Κέηγκαν: Η Μάχη της Τανάγρας το 457 π.χ.

Από το λεύκωμα του Αρχαιολογικού Μουσείου Θηβών

Η Θήβα, η μεγαλύτερη πόλη της Βοιωτίας, η υπερήφανη πατρίδα του μυθικού και τραγικού ήρωα Οιδίποδα, είχε εμπλακεί σε σύγκρουση με την Αθήνα ήδη από τον προηγούμενο αιώνα. Παρότι οι Θηβαίοι ήθελαν από καιρό να αποκτήσουν τον έλεγχο όλων των βοιωτικών πόλεων, δεν το είχαν κατορθώσει ποτέ. Κατά τη διάρκεια της περσικής εισβολής, οι Θηβαίοι είχαν συμπαραταχθεί με τον εισβολέα. Όταν λοιπόν ο περσικός στόλος τράπηκε σε φυγή, η πόλη τους ατιμάστηκε, η συμμαχία τους διαλύθηκε και οι πόλεις της Βοιωτίας που ήταν πριν υπό τον έλεγχο της Θήβας αυτονομήθηκαν. Ύστερα από τους Περσικούς πολέμους η Θήβα είχε ανακτήσει ένα μέρος της δύναμης της κι είχε αρχίσει να οργανώνει ξανά τη συμμαχία της. Όταν οι Θηβαίοι πληροφορήθηκαν την επικείμενη εκστρατεία της Σπάρτης στην Κεντρική Ελλάδα, προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν την ευκαιρία προς όφελος τους. Μετά τη μάχη της Τανάγρας, ζήτησαν από τους Σπαρτιάτες να «βοηθήσουν την πόλη τους ώστε να αποκτήσει την ηγεμονία όλης της Βοιωτίας», και σε αντάλλαγμα εκείνοι θα κήρυτταν τον πόλεμο στην Αθήνα για να μην αναγκαστούν οι Σπαρτιάτες να στείλουν στρατεύματα εκτός Πελοποννήσου» (Διόδωρος Σικελιώτης, 11.81.1-4). Προτού ξεκινήσουν την εκστρατεία τους, οι Σπαρτιάτες πρέπει να τους υποσχέθηκαν ότι επιστρέφοντας από τη Δωρίδα στη Σπάρτη θα πολεμούσαν μαζί τους εναντίον των Αθηναίων και, στη συνέχεια, θα τους υποστήριζαν στον πόλεμο κατά της Αθήνας.
Η εμφάνιση μιας μεγάλης στρατιωτικής δύναμης από Σπαρτιάτες και Θηβαίους στα βόρεια σύνορα της Αττικής ήταν αιτία σοβαρής ανησυχίας. Όταν οι Αθηναίοι πληροφορήθηκαν πως οι Πελοποννήσιοι και οι Βοιωτοί βρίσκονταν στην Τανάγρα, βάδισαν εναντίον τους. Τα Μακρά Τείχη δεν ήταν ακόμη έτοιμα, αλλά δεν ήταν διατεθειμένοι να επιτρέψουν στον εχθρό να λεηλατήσει τη γη τους. Το αθηναϊκό πεζικό είχε ενισχυθεί από στρατό της συμμαχίας και χίλιους Αργείους. Επίσης, οι Θεσσαλοί έστειλαν μια δύναμη ιππικού, η οποία, όπως αποδείχτηκε, δεν βοήθησε και πολύ. Αν και τα αθηναϊκά στρατεύματα υπερτερούσαν κατά τι από εκείνα του εχθρού, οι Θεσσαλοί κατά τη διάρκεια της μάχης αυτομόλησαν στους Σπαρτιάτες, δίνοντας τη νίκη στη Σπάρτη.
Σε μια ελληνική μάχη η νίκη οριζόταν ως ο έλεγχος του πεδίου της μάχης, ο οποίος επέτρεπε στον νικητή να στήσει τρόπαιο και να θάψει τους νεκρούς του, ενώ παράλληλα ανάγκαζε τον ηττημένο να ζητήσει ανακωχή για να περισυλλέξει και να θάψει τους δικούς του νεκρούς. Από τεχνική άποψη, λοιπόν, στη μάχη της Τανάγρας είχαν νικήσει οι Σπαρτιάτες. Και οι δύο πλευρές, όμως, είχαν σοβαρές απώλειες και οι Σπαρτιάτες δεν ήταν σε θέση να εκμεταλλευτούν τη νίκη τους για να λεηλατήσουν τους αγρούς της Αττικής, πόσω μάλλον για να επιτεθούν στην πόλη ή να υποχρεώσουν τους Αθηναίους να παραδοθούν. Αντ' αυτού, διέσχισαν με τα στρατεύματα τους τη Μεγαρίδα και οι Αθηναίοι ούτε καν προσπάθησαν να εμποδίσουν την επιστροφή τους στη Σπάρτη.
Οι Αθηναίοι είχαν χάσει τη μάχη κυρίως εξαιτίας της προδοσίας των Θεσσαλών συμμάχων τους - ειρωνεία της τύχης αν σκεφτεί κανείς ότι μπήκαν στη μάχη τρέμοντας μήπως τους προδώσουν οι δικοί τους. Ενόσω οι Αθηναίοι ήταν στρατοπεδευμένοι στην Τανάγρα, ο Κίμων, ο οποίος ακόμη τελούσε υπό εξοστρακισμό, προσχώρησε οπλισμένος στις τάξεις της φυλής του, πρόθυμος να πο­λεμήσει για την πόλη του και «με τα ανδραγαθήματα του να απαλλαγεί από την κατηγορία του λακωνισμού» (Πλούταρχος, Περικλής 10. ΐ). Όμως οι εχθροί του Κίμωνα τον κατηγόρησαν πως προσπάθησε να προκαλέσει σύγχυση στο στράτευμα κι εν συνεχεία να οδηγήσει τους Σπαρτιάτες κατά της Αθήνας, οπότε η Βουλή των Πεντακοσίων τον απέλασε ως φυγάδα. Εκείνος, αντί να φύγει έξαλλος από θυμό και να δείξει μνησικακία, παρότρυνε τους φίλους του, ιδίως αυτούς που ήταν οι πιο ύποπτοι για λακωνισμό, να πολεμήσουν γενναία και να απομακρύνουν κατ' αυτόν τον τρόπο τις σχετικές υποψίες και κατηγορίες εναντίον τους. Οι φίλοι του κράτησαν τα όπλα του στον λόχο τους, πολέμησαν με εξαιρετική ανδρεία κι έπεσαν όλοι νεκροί στη μάχη.
Και ο Περικλής πολέμησε γενναία στην Τανάγρα. Η φήμη που κέρδισε αργότερα -και δικαίως- ως συνετός στρατηγός που νοιαζόταν για τη ζωή των ανδρών του δεν θα 'πρεπε να επισκιάσει την τόλμη και τη γενναιότητα που είχε δείξει ο ίδιος στη μάχη. Στην Τανάγρα ήταν «αυτός που φάνηκε να νοιάζεται λιγότερο από όλους για τη ζωή του» (Πλούταρχος, Περικλής 10.2).
Η έκβαση της μάχης και η πειθαρχημένη ανδρεία με την οποία είχαν πολεμήσει οι οπαδοί του Κίμωνα μετέστρεψαν τη νοοτροπία των Αθηναίων. Οι φόβοι τους περί προδοσίας αποδείχτηκαν αβάσιμοι. Παρότι οι Σπαρτιάτες αποσύρθηκαν, μπορούσαν να επιστρέψουν την προσεχή άνοιξη, μαζί με τους Θηβαίους οι οποίοι είχαν ενισχύσει τις δυνάμεις τους αποκτώντας τον έλεγχο της Βοιωτίας. Οι οπαδοί του Περικλή ήταν ανάμεσα στους βουλευτές που απέλασαν τον Κίμωνα, όμως μετά την αφοσίωση που εκείνος είχε δείξει προς την πόλη του και λαμβάνοντας υπόψη τους τον κοινό κίνδυνο, αποφάσισαν να δώσουν τέλος στους κομματικούς ανταγωνισμούς και να χαράξουν νέα πορεία.
Είχε έρθει η ώρα να προσπαθήσουν να συνάψουν ειρήνη με τη Σπάρτη και ο καταλληλότερος άνθρωπος για τον χειρισμό των διαπραγματεύσεων ήταν ο Κίμων. Αν ο Κίμων ήταν διατεθειμένος να αποδεχθεί το νέο πολίτευμα -και η μετέπειτα συμπεριφορά του απέδειξε πως ήταν- κι αν ο Περικλής ήταν πρόθυμος να συνάψει ειρήνη με τους Σπαρτιάτες, όπως φανέρωναν οι ενέργειες του, γιατί να μην αξιοποιούσαν τα εξαιρετικά προσόντα του Κίμωνα προκειμένου να επιτύχουν εκεχειρία και, ει δυνατόν, μια πραγματική συνθήκη ειρήνης; Όσο χρόνο κέρδιζαν, θα μπορούσαν να τον εκμεταλλευτούν για να ολοκληρώσουν τα Μακρά Τείχη και να ενισχύσουν την ασφάλεια της Αθήνας σε περίπτωση που ο πόλεμος συνεχιζόταν. Έτσι ο Περικλής πρότεινε ένα ψήφισμα με το οποίο ανακαλούσε τον Κίμωνα στην Αθήνα έξι χρόνια νωρίτερα από την προβλεπόμενη λήξη της εξορίας του.

Ντόναλντ Κέηγκαν «Περικλής ο Αθηναίος» εκδ Ωκεανίδα σελ 164-167

Τετάρτη 21 Σεπτεμβρίου 2016

Ανασκαφή στην Αγία Τριάδα στις Μουσταφάδες (Καλλιθέα Τανάγρας)



Ένα ακόμη κείμενο της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας για την ευρύτερη περιοχή της Τανάγρας. Αναφέρεται σε ναό της Κυβέλης στην περιοχή της Καλλιθέας (Μουσταφάδες)...




Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2016

Αλ. Μαζαράκης-Αινιάν:Ο αρχαίος Ωρωπός και η σχέση του με τη Γραϊκή, η καταγωγή των λέξεων Graii, Greci

Στην εκδήλωση για την έναρξη των εργασιών της ανάδειξης του αρχαίου θεάτρου της Τανάγρας, ο μακαριότατος αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, κύριος Ιερώνυμος αναφέρθηκε στην καταγωγή της λέξης Γραικοί, Γκρεκία κλπ, από την αρχαία Γραία. Και είχε τη σημασία της η κουβέντα αυτή....Ο Αλ. Μαζαράκης-Αινιάν, στο κάτωθι κείμενο, αναφέρει σχετικά:

«Η υπόθεση του Μ. Σακελλαρίου ότι κάτοικοι της Γραίας πήραν µέρος στις πρώτες εξορµήσεις των Ευβοέων στη Δύση αποκτά σήµερα και αρχαιολογικά ερείσµατα. Με βάση όλα τα παραπάνω ενισχύεται η άποψη που διατύπωσαν κατά καιρούς αρκετοί µελετητές, ότι δηλαδή οι Γραίοι πρέπει να συµµετείχαν στην ίδρυση των πρώτων ευβοϊκών αποικιών στη Δύση, ήρθαν σε επαφή µε τους αυτόχθονες κατοίκους της Ιταλικής χερσονήσου και τελικώς όλοι οι Έλληνες έγιναν γνωστοί στη Δύση ως Graii,
Greci».























Πηγή: Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία

Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου 2016

Θεόδωρος Γ. Σπυρόπουλος: Η μυκηναϊκή Τανάγρα


Μουσείο Θηβών, Ταναγραϊκή λάρναξ
φωτο: Γ.Μ. Σαλεμής


Η εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία ανέλαβε την διενέργεια συστηματικής ανασκαφής στην Τανάγρα, που διεξήχθη υπό την διεύθυνσή του Θ. Γ. Σπυρόπουλου από το έτος 1968 μέχρι και το έτος 1984 σε δύο θέσεις, 500 και 800 μ. Α. του σημερινού χωριού της Τανάγρας, Νοτίως του Στρατιωτικού Αεροδρομίου, σε δύο Νεκροταφεία των μυκηναϊκών χρόνων. Κατά την ανασκαφή ήλθαν στο φως γραπτές λάρνακες και τα άλλα αρχαία της Τανάγρας των μυκηναϊκών χρόνων  και συγκεκριμένα των ΥΕΙΙΙΑ2 - ΥΕΙΙΙΓ1 κεραμικών φάσεων (περ. 1350 - 1180 π.Χ.).
Το όνομα της κώμης ή των δύο κωμών, στις οποίες αντιστοιχούσαν τα δύο μυκηναϊκά Νεκροταφεία, δεν είναι γνωστό από την μυκηναϊκή Αρχαιότητα, αφού ούτε στην περιοχή απεκαλύφθη κάποιο διοικητικό κέντρο, ούτε στις πινακίδες Γραμμικής Β του μυκηναϊκού Ανακτόρου των Θηβών αναφέρεται η περιοχή. Πιθανόν όμως το όνομα των κωμών να ήταν εκείνο της Γραίας, το οποίο μετεφέρθη στην Αττική από εποίκους Βοιωτούς, όπως η λατρεία του Αμφιαράου στον Ωρωπό από την κώμη Αρμα, πλησίον της Τανάγρας, όπου εθρυλείτο ότι ηφανίσθη ο ήρως με το άρμα του διωκόμενος απηνώς μετά την αποτυχία της εκστρατείας των Επτά επί Θήβας.
Είναι άγνωστον τί ωδήγησε μία κοινότητα ανθρώπων να εγκατασταθή στην περιοχή στις αρχές του 14ου αι. π.Χ., όπως είναι άγνωστο επίσης από πού προήλθαν. Παλαιότερα οικιστικά λείψανα ή Νεκροταφεία δεν εντοπίσθησαν στην περιοχή, αλλά αυτό δεν αποκλείει την ύπαρξή τους. Αυτό που είναι εξαιρετικό στην περίπτωση της Τανάγρας είναι η πρακτική της ταφής, εκτός  από τους συνήθεις στους Μυκηναίους τρόπους, δηλ. σε κλίνες (λέχη), φέρετρα ή απλά σάβανα, και σε πήλινες σαρκοφάγους, γνωστές με το αρχαίο όνομα  λάρνακες  (πρβλ. την λάρνακα του Κυψέλου). Οι λάρνακες της Τανάγρας (εικ. 1-3), όταν εικονογραφούνται από ανώνυμους ζωγράφους, αποβαίνουν μνημεία του εθιμικού, του θεολογικού και του κοινωνικού πολιτισμού της εποχής και εμπλουτίζουν την αρχαιογνωσία μας με τις λεπτομέρειες των παραστάσεών τους (ενδύματα, έπιπλα, άρματα, όπλα κ.ο.κ.).

Από πού προήλθε το εκτεταμένο στην Τανάγρα έθιμο της ταφής σε λάρνακες δεν το γνωρίζουμε. Η χρήση λαρνάκων ως ταφικών φερέτρων είναι γνωστή στην Κρήτη από τους ΠΜ ΙΙΙ χρόνους, δηλ. από την Προανακτορική περίοδο. Θα ήταν μία ευπρόσδεκτη εξήγηση η μεταφορά του σκεύους και του εθίμου από την Κρήτη στην Τανάγρα, αλλά δεν δικαιολογείται ούτε ιστορικά, ούτε εικονογραφικά. Οι λάρνακες από θολωτούς τάφους της Μεσσαράς των τελευταίων ΜΜ χρόνων είναι αδιακόσμητες και η μόνη σαρκοφάγος με εικονογράφηση, που είναι αρχαιοτέρα των λαρνάκων της Τανάγρας, είναι η γνωστή πώρινη, επικονιαμένη και εικονογραφημένη σαρκοφάγος της Αγίας Τριάδος από την Δ. Κρήτη, που θεωρείται ότι ανήκει στους περί το 1400 π.Χ. χρόνους (ΥΜΙΙΙΑ1). Τίποτε λοιπόν δεν αποκλείει μία παράλληλη χρήση του εθίμου, τόσο στην ηπειρωτική Ελλάδα όσο και στην Κρήτη, αλλά αυτή την στιγμή η Τανάγρα είναι η μόνη περιοχή του ελλαδικού χώρου, που μας εδώρισε την πολύτιμη πινακοθήκη της μυκηναϊκής εικονογραφίας, που υπερβαίνει σε έκταση και σπουδαιότητα όλες τις αποσπασματικές συνθέσεις της μυκηναϊκής ανακτορικής ζωγραφικής (τοιχογραφίες) και της εικονιστικής αγγειογραφίας.
Θα εκτεθούν πρώτα τα ανασκαφικά δεδομένα και κατόπιν η εικονογραφία των λαρνάκων. Η μακρά έρευνα της Τανάγρας απεκάλυψε περί τους 200 τάφους, όλους λαξευμένους στον εύξεστο και υπόλευκο πωρόλιθο της περιοχής.
Οι τάφοι έχουν διάφορα σχήματα και διαστάσεις και ιεραρχούνται με γνώμονα το αξίωμα, την κοινωνική θέση και οικονομική επιφάνεια των οικογενειών της Κοινότητος. Ο κύριος τύπος τάφου είναι ο θαλαμωτός ή θαλαμοειδής (εικ.4-5), ένας τάφος που εκπληρώνει τις ταφικές ανάγκες μιας οικογένειας για μακρό χρονικό διάστημα που φθάνει και πέραν των 200 ετών στην Τανάγρα. Ο θαλαμωτός τάφος είναι ένα μεγάλο ή μικρό δωμάτιο που σκάπτεται στο βράχο μέσω ενός διαδρόμου, στο πέρας του οποίου διαμορφώνεται κανονική είσοδος, την οποία κλείνουν με ξερολιθιά, μετά από κάθε ταφική χρήση.




Στην πάροδο του χρόνου ο δρόμος γίνεται στενότερος προς τα πάνω και λοξότερος προς τον θάλαμο, ενώ φιλοξενεί πολλές φορές ταφές στα πλευρικά του τοιχώματα, σε ταφικές κόγχες ορθογώνιες ή καμαρωτές, κλεισμένες επίσης με ξερολιθιά. Η πρακτική αυτή αποδίδεται σε περίπου σύγχρονη ταφή στον θάλαμο του τάφου, που δεν επιτρέπει το άνοιγμα και την χρήση του.
Αλλος τύπος Τάφου, γνωστός και από το Νεκροταφείο της Ζαφέρ Παπούρα στην αχαϊκή Κνωσσό των ΥΕ(ΥΜ)ΙΙΙΑ2 χρόνων, είναι ο φρεατοειδής(εικ. 6-7).




Στο σχήμα αυτό ο δρόμος του τάφου είναι κατακόρυφος σαν φρέαρ και στο τέρμα του σε βάθος περ. 2 - 2,50 μ. ανοίγονται εκατέρωθεν δύο ημικυκλικοί θάλαμοι (μυχοί), οι οποίοι φιλοξενούν τις ταφές και κλείνονται μπροστά με την συνήθη ξερολιθιά.
Τα δύο αυτά βασικά είδη τάφων υποδέχονται τους νεκρούς σε κλίνες, σε απλά σάβανα ή δέρματα, σε ξύλινα φέρετρα ή σε λάρνακες. Οι τελευταίες τοποθετούνται πάνω στα δάπεδα των θαλάμων των τάφων (εικ. 8-10), ενώ οι νεκροί θάπτονται πολλές φορές σε λακκοειδείς τάφους ή σε τάφους με όρθιες πλάκες (κιβωτιόσχημους) ή στις κόγχες των δρόμων.



Οι τάφοι, δηλ. οι θαλαμωτοί τάφοι, που αποτελούν τον κανόνα σκάπτονται με χάλκινες αξίνες, που τα ίχνη τους έχουν διασωθεί στις παρειές των θαλάμων και των δρόμων. Ξεκινούν από μικρότερο θάλαμο που διευρύνεται, όταν απαιτείται, με ημικυκλικούς μυχούς, που ενοποιούνται μεταξύ τους, έχουν μείζονες διαστάσεις 4Χ5 μ., σχήμα ακανόνιστο ορθογώνιο, τραπεζοειδές ή κυκλοτερές και ύψος 1,50 έως 2 μέτρα, δάπεδο ακανόνιστο, επίπεδο ή επικλινές προς τα έσω, δρόμο επιμελέστερα λαξευμένο, θύρα ορθογώνια με επίπεδες παραστάδες και μέτωπο τραπεζοειδές, που συγκλίνει προς την κορυφή. Το φρέαρ των φρεατοειδών τάφων είναι ορθογώνιο και κατακόρυφο.
Το γενικό έθιμο είναι η ταφή και όχι η καύση. Όπου απαιτούν ίχνη πυράς στους τάφους είναι κατάλοιπα έμπυρων προσφορών στους νεκρούς, λίγοι  άνθρακες που έχουν επιπασθεί με κάποια ρητινώδη ύλη ή αναμιχθεί με λεπτά οστά μικρών ζώων ή πτηνών. Σε δύο περιπτώσεις ευρέθησαν άκαυστα κατάλοιπα ζωϊκής θυσίας μέσα στους θαλάμους των θαλαμωτών τάφων, στην μία, στον τάφο 2 του Νεκροταφείου στη θέση «Δένδρο», της ανασκαφής του έτους 1968, επρόκειτο για ταραγμένα από την σύληση του τάφου κεφάλια αιγών, που είχαν όμως μυκηναϊκή αρχαιότητα, διότι παρά την σύλησή του, όποτε και αν έγινε, ο τάφος ουδέν νεώτερο εύρημα είχε στον θάλαμό του. Σε άλλο τάφο του άλλου Νεκροταφείου στην θέση «Γέφυρα» ευρέθη ολόκληρη κεφαλή κριού, κερασφόρος, εντοιχισμένη στην εσωτερική πλευρά της ξερολιθιάς του δρόμου του τάφου, ασφαλώς προσφορά στους νεκρούς. Μεταξύ άλλων ζώων, που αποτελούν συνήθεις προσφορές στους νεκρούς των μυκηναϊκών χρόνων, βόες, κύνες, πετεινούς, χοίρους, οι αίγες και τα πρόβατα είναι εκ των συνήθων, ενώ περιλαμβάνονται στα ζώα της πυράς του Πατρόκλου στην Ραψωδία ψ΄ της Ιλιάδος.
Πολλοί μεν βόες αργοί ορέχθεον, αμφί σιδήρω σφαζόμενοι
πολλοί δε οϊες και μυκάδες αίγες.
Η στάση των νεκρών στην ταφική τους απόθεση είναι η ύπτια ή η συνεσταλμένη και ο κτερισμός τους περιλαμβάνει τα προσωπικά τους αντικείμενα, που διαφέρουν κατά φύλο, ηλικία και κοινωνική θέση (status). Ο νεκρός μπορεί να συνοδεύεται από ένα ή δύο σφραγιδολίθους από ημιπολύτιμες πέτρες με έγγλυφες παραστάσεις (εδώ συνήθως ζώων, βοών ή αιγοειδών) από ξίφη ή εγχειρίδια, από κεφαλές ακοντίων ή χάλκινα μαχαίρια (εικ. 11). Όλα ανήκουν σε γνωστούς τύπους της μυκηναϊκής εποχής, δηλ. σε ξίφη με σταυροειδείς ώμους μέσου μήκους 0,50 μ., σε εγχειρίδια με κυρτό επίμηλο και ήλους για την στερέωση της κώπης και πλατειά λεπίδα, σε κεφαλές ακοντίων επιμήκεις, σε μαχαίρια μονόστομα με ευθύ νώτο.





Δεν υπάρχουν «νέα» όπλα στην Τανάγρα, ξίφη τύπου Naue II, φλογόσχημες κεφαλές ακοντίων, μαχαίρια τύπου Pesciera με κυρτό νώτο και εξογκώματα, που αποδίδονται σε εισβολείς στον ελληνικό χώρο από τον Βορρά ή την Δύση στους ΥΕΙΙΙΒ2 χρόνους (1230-1200 π.Χ.).
Μεγάλος είναι ο πλούτος των κοσμημάτων από τους τάφους της Τανάγρας κοσμημάτων όχι από πολύτιμα μέταλλα, αλλά από υελόμαζα. Τα σχήματα, τα χρώματα και οι συνδυασμοί είναι αμέτρητοι, ψήφοι σχήματος κριθής ή σφαιροειδείς ή πλακοειδείς με ανάγλυφες διακοσμήσεις και οπές συρραφής και ανάρτησης σε ενδύματα ή σαν περιδέραια.
Εξαιρετικά πλούσια και αντιπροσωπευτική είναι η αγγειοπλαστική, η κοροπλαστική και η αγγειογραφία της μυκηναϊκής Τανάγρας. Τα αγγεία της καλύπτουν δεκάδες τύπους της Υστεροελλαδικής αγγειοπλαστικής, αγγεία χρηστικά ή σπονδικά (εικ. 12-17). Τα αγγεία αυτά συνώδευαν τους νεκρούς στην τελευταία τους κατοικία και ασφαλώς πολλά από αυτά είχαν πληρωθεί με διάφορες στερεές ή υγρές προσφορές. Σε ωρισμένα αποκαλύψαμε οστά ζώων (λ.χ. ωμοπλάτη αμνού, οστά πτηνών), υπόλοιπα τεμαχίων κρέατος που προσφέρθησαν στους νεκρούς, άγνωστον βέβαια αν οπτού ή ωμού. Αλλα αγγεία έσωζαν στον πυθμένα τους γαλακτώδη τρυγία από υγρές προσφορές, πιθανώτατα από τις γνωστές τριπλές υγρές προσφορές γάλακτος, μέλιτος και οίνου, αναμεμιγμένον με ύδωρ  και άλφιτα. Τα πλείστα βέβαια των αγγείων της ανασκαφής, που είναι πολλές εκατοντάδες, προήλθαν από τα συσσωρευμένα στις γωνίες των θαλάμων των τάφων σκελετικά λείψανα παλαιότερων τάφων και των κτερισμάτων τους, κατά το γνωστό μυκηναϊκό έθιμο να απομακρύνονται τα παλαιά λείψανα για να δημιουργείται χώρος ταφής στο κέντρο του θαλάμου.
Όσο διαρκούσε η αποσύνθεση του νεκρού ήσαν πιθανόν χρήσιμα σ'αυτόν τα προσφερόμενα τραγάλια, μετά την αποσύνθεσή του όμως όλα εστοιβάζοντο σε σωρούς και πιθανόν αφηρούντο και πολύτιμα προσωπικά κτερίσματα, όπως χρυσά δακτυλίδια ή πολύτιμα όπλα - κειμήλια.
Μνημονεύονται μερικοί τύποι αγγείων, περισσότερο ειδολογικώς παρά χρονολογικώς, τα αρτόσχημα αλάβαστρα (εικ. 17, μέση), οι ωραίες αμφόστομες πρόχοι με γραπτή υποεφυραϊκή διακόσμηση σπειροειδών βλαστημάτων (ΥΕΙΙΙΑ1-2) (εικ. 12, δεξιά), οι ψευδόστομοι αμφορίσκοι των αρωματισμένων ελαίων (εικ. 13, αριστερά. 14, δεξιά. 17, δεξιά), οι κύλικες, οι κέρνοι με τις τρίστοιχες ή τετράστοιχες κοτυλίσκες και την τοξωτή λαβή, οι πυξίδες, οι αρύταινες (κουτάλες) και τα πολυάριθμα προχοϊδια (εικ. 15, αριστερά), οι υδρίες και οι κρατηρίσκοι (εικ. 14, αριστερά), όλα διακοσμημένα με ζωηρά γεώδη χρώματα, καλοψημένα και καλά συντηρημένα, που διακοσμούν την Αίθουσα της Τανάγρας στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θηβών.



Τα αγγεία της μυκηναϊκής Τανάγρας δεν έχουν εικονιστικές παραστάσεις και αυτό είναι περίεργο για μία περιοχή που έδωσε την πλουσιώτερη εικονογραφία του μυκηναϊκού κύκλου, σχήματα και διακόσμηση όμως των αγγείων αυτών είναι ένα διδακτικό εγχειρίδιο της Υστεροελλαδικής αγγειοπλαστικής και αγγειογραφίας, όπως εκτίθεται στο έργο του Α. Furumark, "Mycenaean Pottery. Analysis and Classification" (1942). Το κεραμεικό υλικό της Τανάγρας μπορεί να μη διαφοροποιεί την μυκηναϊκή αγγειογραφία του έργου του Furumark, αλλά ασφαλώς την εμπλουτίζει και την λαμπρύνει. Τα κοροπλαστικά όμως προϊόντα της μυκηναϊκής Τανάγρας είναι από τα ωραιότερα του ελλαδικού χώρου, ένα γεγονός που δεν πρέπει να αποσυσχετισθεί από την πασίγνωστη κοροπλαστική δεξιοτεχνία των Ταναγραίων κοροπλαστών των ιστορικών χρόνων, τα προϊόντα των οποίων έδωσαν την επωνυμία στη δημιουργία αυτή των Ελλήνων καλλιτεχνών της Αρχαιότητος. Αλλά και για τις εγκαυστικές τοιχογραφίες της ήταν διάσημη η ιστορική Τανάγρα και όλη αυτή η καλλιτεχνική της επίδοση οφείλει πολλά ασφαλώς στην Τανάγρα των μυκηναϊκών χρόνων, η οποία όχι τυχαία εδημιούργησε μία Σχολή Καλλιτεχνών, έργα των οποίων δεν ευρέθησαν βέβαια στα σπίτια της μυκηναϊκής Τανάγρας, ευρέθησαν όμως στις γραπτές λάρνακες της εποχής, οι οποίες είναι η σημαντικώτερη εικαστική κληρονομιά του μυκηναϊκού πολιτισμού, μία κληρονομιά που αμιλλάται και επικυρώνει την αρχαιογνωστική, αρχαιολογική και πολιτισμική κληρονομιά του Ομηρικού Έπους.
Τα μυκηναϊκά ειδώλια γυναικείων θεοτήτων ή μορφών του μυκηναϊκού θρησκευτικού πανθέου, τύπων Φ, Τ, Ψ (εικ. 17, αριστερά) ή Κουροτρόφου, όρθιων ή ένθρονων, οι λέμβοι (εικ. 13, δεξιά), τα ζώδια (κυρίως ταύροι και κύνες, αλλά και αιγοειδή), οι θρόνοι, κενοί ή με ανακλινόμενες μορφές και τα ακρωτήρια των λαρνάκων (βλ. κατωτέρω) είναι από τα πλουσιώτερα και χαριέστερα, τα τελευταία μάλιστα τα μοναδικά σε όλο τον μυκηναϊκό τελετουργικό κύκλο.




Η Τανάγρα ασφαλώς δεν είναι μία εξαίρεση στον ενιαίο θρησκευτικό, τελετουργικό και καλλιτεχνικό πολιτισμό της μυκηναϊκής Ελλάδος, συμπεριλαμβανομένης της Κρήτης.
Η Υστεροελλαδική περίοδος, ιδιαίτερα οι τελευταίοι αιώνες της μαρτυρούν μία πολιτισμική και πιθανώτατα και μία πολιτικο-κοινωνική Κοινή. Αν μέσα στην Κοινή αυτή ωρισμένες περιοχές εξέχουν με την αισθητική τους, την επίδοσή τους στον πολιτισμό και στην διατήρηση και προαγωγή μιας πανάρχαιης ελληνικής κληρονομιάς, εθιμικής, θεολογικής και τελετουργικής, το γεγονός αυτό δημιουργεί μία εξαίρεση, που αποκαλύφθηκε στην Τανάγρα. Το μέλλον θα δείξει αν η εξαίρεση είναι και ελλαδική μοναδικότητα.
Η Σαρκοφάγος της Αγίας Τριάδος είναι ένα έξοχο μνημείο θρησκευτικής και νεκροθεραπευτικής λατρείας και τελετουργίας, είναι κωδικοποίηση δοξασιών για την τύχη της Ψυχής και τελετουργιών για την εξαγνισμό ή την ανάκλησή της, ώστε να γίνει εύνους και προβλεπτική για την ανθρώπινη κοινωνία. Διότι δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι τελετές αυτές αποτελούσαν δημοτελείς θεσμούς. Την σαρκοφάγο της Αγίας Τριάδος με τον τελετουργικό και συμβολιστικό της πλούτο αμιλλάται τώρα η σπουδαία σαρκοφάγος από τον τάφο 22 της ανασκαφής του μυκηναϊκού Νεκροταφείου η οποία βρέθηκε στη θέση «Γέφυρα» της Τανάγρας, το έτος 1969. Στην μία μακρά της πλευρά (εικ. 18) απεικονίζεται άνω μεν χορός θρηνουσών με εναλλασσόμενες μαύρες και ερυθρές ενδυμασίες σε δύο ημιχόρια (η δωδέκατη από αριστερά χρωματίζεται πάλι μαύρη ως η ακραία του ετέρου ημιχορίου). Στην κάτω ζώνη απεικονίζονται δύο άρματα (προφανώς ξυνωρίδες, δηλ. δίϊππα) με τρεις επιβαίνουσες μορφές και ανάμεσά τους δύο νέοι οπλομαχούντες. Η σκηνή της κάτω ζώνης πιθανόν αναφέρεται σε  Εκφορά του νεκρού συνοδεία αρμάτων, προφανώς κάποιου επισήμου Νεκρού, η δεύτερη ίσως δηλώνει Αγώνες προς τιμήν των Νεκρών, όπως τα Αθλα επί Πατρόκλω (Ψ΄ Ιλιάδος). Η άλλη μακρά πλευρά της λάρνακας (εικ. 19) αποτελεί μικρογραφική παράσταση μυθολογικής (άνω) και τελετουργικής (κάτω) σκηνής, σπουδαιότατου θρησκευτικού και αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Η τεχνική είνα δίχρωμη (μαύρο- κόκκινο). Ο κυνηγός ανάμεσα σε δύο μεγαλόσωμα και προφανώς αναρίθμητα αιγοειδή κυνηγά με το ξίφος του σε «ηρωϊκή γυμνότητα». Ασφαλώς είναι ο αφηρωϊσμένος νεκρός, ένας οιονεί καταστερισμένος Ωρίων, αιώνιος μάκαρ κυνηγός. Κάτω απεικονίζονται Ταυροκαθάψια, που ασφαλώς δεν ελάμβαναν χώρα μόνο στην Κρήτη. Αποτελούσαν μέρος του τελετουργικού και αγωνιστικού κύκλου, που είχε καθιερωθεί ως εθιμοτυπία της τιμής του Νεκρού ή της Ηρωολατρείας ήδη από τους μυκηναϊκούς, τουλάχιστον, χρόνους. Οι στενές πλευρές απεικονίζουν σκηνές θρήνου και προθέσεως. Στη μια στενή πλευρά (εικ. 20) πάνω απεικονίζονται 5 γυναίκες - θρηνούσες με εναλλασσόμενες χρωματικά ενδυμασίες, οιονεί προέκταση του μεγάλου θιάσου του άνω τμήματος της μακράς πλευράς της λάρνακας. Κάτω δραματική σκηνή της πρόθεσης του νεκρού στην ταφική του λάρνακα με την τεχνική της ακτινογραφίας. Η σκηνή αυτή, είναι όμοια με την έναντι στενή πλευρά της ίδιας λάρνακας, για την οποία η Sara Immerwahr γράφει «Τhe prothesis on Thebes No 11 (Fig. 7, 2a) is in my opinion the most remarkable and moving representation in Mycenaean art ...  far removed from any adaptation of a Minoan model and reflecting observation of real-life experience", (The Ages of Homer, Austin 1995, p. 110).




Η λάρνακα του τάφου 22 της Τανάγρας εκφράζει πλέον εύγλωττα την μέθεξη της Κοινότητος στα τελετουργικά θέσμια υπέρ των Νεκρών, διότι διευρύνει τον κύκλο των προσφορών αιματηρών θυσιών ζώων και της προσφοράς της Ιεράς Λέμβου  με τον επίσημο και ασφαλώς θεσμοθετημένο χορό των θρηνουσών (σε 2 ημιχόρια), με την τέλεση των Ταυροκαθαψίων, με την πομπή των αρμάτων της Εκφοράς του Νεκρού, με σκηνές πρόθεσης και ταφής στις στενές πλευρές της και τέλος με την αλληγορία του κυνηγίου στα Ηλύσια στη μία μακρά πλευρά της.
Η μυκηναϊκή Τανάγρα συγκαταμιγνύει το μυστηριακό της τελετουργικής ψυχαγωγίας (Ψυχήν Αγω) με την εθιμική πράξη, την τιμή προς τον Νεκρό, το ΓΕΡΑΣ ΘΑΝΟΝΤΩΝ. Και αυτή είναι η μεγάλη προσφορά της Ταναγραϊκής εικονογραφίας, η μοναδικότητά της, η κατακύρωση μέσω αυτής της μυκηναϊκής, τουλάχιστον, αρχαιότητος των εθιμοτυπιών που καταγράφει το Έπος και απεικονίζουν οι αγγειογράφοι του αττικού γεωμετρικού ρυθμού στα αγγεία του Διπύλου, αλλά και αλλού της Ελλάδος. Τα Ομηρικά θέσμια της νεκροθεραπευτικής τελετουργίας (ΓΕΡΑΣ  ΘΑΝΟΝΤΩΝ) έχουν μυκηναϊκή, τουλάχιστον, προέλευση και σ' αυτά συμπεριλαμβάνεται η πλήρης ανάπτυξη της σχετικής θεματογραφίας, όπως την απεικονίζουν οι λάρνακες της Τανάγρας, δηλ. η Πρόθεση του Νεκρού (εικ. 20), ο Θρήνος (εικ. 21-24), η Εκφορά (εικ. 18), η Σπονδή, η Θυσία - προσφορά ζώων, οι Αγώνες.






Η Σαρκοφάγος της Αγίας Τριάδος, η σημαντική λάρνακα της Επισκοπής Ιεράπετρας και οι λάρνακες των Αρμένων Χανίων απεικονίζουν κυρίως την λατρευτική εθιμική λειτουργία, την σύλληψη και θυσία του ζώου, αλλά ίσως και την συνοδεία - εκφορά του νεκρού στον τάφο ή επιτάφιους αγώνες, εν επιτομή. Στις τελευταίες λάρνακες θα έβλεπαν μερικοί αχαϊκές επιδράσεις, που ασκήθησαν στην Κρήτη μετά την αχαϊκή κατάληψη της Κνωσσού (1400 / 1380 π.Χ.) και την ίδρυση αχαϊκού Κράτους στην Κυδωνία (Χανιά). Αυτό δεν θα αντέβαινε στον μυστηριακώτερο, εσωστρεφή, πνευματικώτερο και ένθεο μινωϊκό ψυχισμό και στις εκλεπτυσμένες, καίτοι όχι αναίμακτες, τελετουργίες του.
Τέτοια στοιχεία δεν λείπουν από τις μυκηναϊκές λάρνακες της Τανάγρας και ασφαλώς είναι προϊόντα μιας πανάρχαιης παράδοσης και ενός πολιτικού, θρησκευτικού και πολιτισμικού συγκρητισμού. Πρόκειται για ένα πλούσιο συμβολιστικό απόθεμα (Symbolgut) που περιλαμβάνει σφίγγες, απλές και φτερωτές (εικ. 28), κύκνους, σειρήνες (εικ. 29), χταπόδια, ακανθόχειρο, ψάρια, ιερούς πεσσούς και κίονες (εικ. 27), ταύρους και αιγοειδή για την τερπνή απόλαυση του κυνηγίου του αφηρωϊσμένου νεκρού στα Ηλύσια, πτερωτές ψυχές που μετεωρίζονται στον αέρα, την νεκρική λέμβο (εικ. 26) που διαπλέει τον λειμώνα των μηκώνων (;) και πλέει προς τα Ηλύσια (εικ. 30) ή το σκοτεινό βασίλειο της Περσεφόνης.




Το πλέον περίεργο απόκτημα της ανασκαφής των μυκηναϊκών Νεκροταφείων της Τανάγρας είναι τα σύνθετα ακρωτήρια των κιβωτιόσχημων (δηλ. σε σχήμα φωριαμού - έναντι του σχήματος της αναμίνθου - λουτήρος, που επίσης απαντά στην Τανάγρα) λαρνάκων της.
Οι λάρνακες ασφαλώς αντιγράφουν ξύλινους φωριαμούς και πήλινους λουτήρες, και τα δύο χρηστικά, οικιακά σκεύη. Το κανονικό μέγεθος μιας ταφικής λάρνακος ενήλικου προσώπου είναι 1,10 μήκος Χ 0,40 μ. πλάτος και ύψος τοιχωμάτων 0,70 μ. Αυτό δηλώνει ότι ο νεκρός τοποθετείται σε συνεσταλμένη στάση, όπως και ευρέθη, οπότε το μήκος του σκεύους αρκεί για να υποδεχθεί τον κορμό ενός ενήλικος με το κεφάλι στην γωνία, ελαφρά υψωμένο. Οι λάρνακες έχουν μονές ταφές και τα κτερίσματα τοποθετούνται στο κάλυμμά τους. Μικρότερες λάρνακες χρησιμοποιούνται για παιδιά ή σαν οστεοφυλάκια, όπως η περίφημη λάρνακα του τάφου 22 με τον εκπληκτικό εικονιστικό διάκοσμο, το πολυτιμότερο απόκτημα της ανασκαφής.
Μία λάρνακα από τον τάφο 6 της ανασκαφής του έτους 1969 στο Νεκροταφείο της θέσης «Δένδρον» ο οποίος περιείχε τον απίστευτο αριθμό των 16 λαρνάκων, ενώ γενικά δεν υπάρχει αριθμητικός κανών στην παρουσία τους ή μη στους τάφους, μας διαφωτίζει για τον τρόπο που ετοποθετούντο τα ακρωτήρια στις λάρνακες. Η συγκεκριμένη λάρνακα (εικ. 31) σχήματος κιβωτίου είχε επίπεδο κάλυμμα στις τέσσερις άκρες του οποίου είχαν διανοιχθεί εγκοπές, εντός των οποίων ενεσφηνώνοντο οι προεξοχές των βάσεων των ακρωτηρίων, που είχαν το σχήμα των κεράτων καθιερώσεως, γνωστού μινωϊκού και μυκηναϊκού συμβόλου. Υπεράνω και από το μέρος των διπλών κεράτων υψώνεται πήλινος δίσκος συμφυής με την βάση του και διακοσμημένοι (συνήθως) με το γραπτό μοτίβο του Ιερού Κισσού (Waz-lily). Στο άνω μέρος του ο δίσκος έφερε οπή, εντός της οποίας ενεσφηνώνετο μολύβδινο κυλινδρικό σύρμα που συγκρατούσε το επίθετο μέλος του συνόλου, δηλ. ένα περίεργο ον που ομοιάζει με πτηνό με απλωμένα πτερά, τριγωνική ή τραπεζιόσχημη κεφαλή πτηνού και απόληξη ερπετού (;).



Μόνο ευπετής φαντασία μπορεί να ερμηνεύσει το σύνολο αυτό και ιδιαίτερα το επιστέφον μέλος της σύνθεσης, για το οποίο δεν υπάρχει τίποτε όμοιο στον μυκηναϊκό κύκλο. Και αντί να επιχειρήσουμε κάποια ταύτιση είναι προτιμώτερο να εξάρουμε την σύμμεικτη φύση του συνονθυλεύματος, την εντύπωση που προξενεί η αποκατάστασή του και την προστασία που διασφάλιζε στον νεκρό το έμβλημα αυτό, ιερό, αποτροπαϊκό και εξόχως συμβολικό για την φύσι του ανθρώπου και την τύχη της ψυχής.  Οι ζωγράφοι των λαρνάκων είτε τις έβαφαν πριν ψηθούν είτε τις επιζωγράφιζαν μετά την όπτησή τους. Στην πρώτη περίπτωση χρησιμοποιούσαν κανονικό χρωστήρα και έβαφαν στον νωπό πηλό με κόκκινο ή μαύρο χρώμα και ενίοτε με ενδιάμεσους τόνους (πράσινο ή μπλε) και με χρώματα γεώδη ή φυτικά. Στην δεύτερη περίπτωση εζωγράφιζαν με ένα μαύρο μολύβι, ένα κραγιόν ή κάρβουνο, με αχνή βαφή, την οποία οι συντηρητές συγκράτησαν με ειδική κόλλα. Ασφαλώς υπήρχαν εργαστήρια που τις διέθεταν αντί αμοιβής (;) και η ταφή σε λάρνακα ενείχε μία προσωπική και κοινωνική καταξίωση (status) για τους Ταναγραίους των τελευταίων μυκηναϊκών αιώνων. Σ' αυτό χρωστάμε τον μοναδικό πλούτο που μου κληρονόμησαν. Οι μυκηναίοι ζωγράφοι συντηρούν μία παράδοση, χωρίς να προβάλλουν καλλιτεχνικές αξιώσεις. Οι μορφές των παραστάσεων είναι σκιαγραφίες (κόκκινες συνήθως) ή περιγράμματα, οι χειρονομίες ζωηρές, η εικονογραφία ελεύθερη, σχεδόν λαϊκή. Η εικονογραφία των λαρνάκων της Τανάγρας είναι μία τέχνη, που δεν προωρίσθη να φαίνεται, αλλά να συντηρεί την παράδοση με τις τυποποιημένες εκφραστικές συμβατικότητες, είναι όμως μία τέχνη που μας συγκινεί σήμερα με την αφέλεια και τον αυθορμητισμό της.
Οι λάρνακες της Τανάγρας 100 τον αριθμό, εκ των οποίων οι μισές περίπου ακέραιες ή σε θραύσματα με πλούσια διακόσμηση φυτικών ή γραμμικών σχεδίων και πλουσιώτερη εικονογράφηση είναι μία συναρπαστική κωδικοποίηση του εθιμικού και θρησκευτικού πολιτισμού του Ελληνισμού των λεγόμενων προϊστορικών χρόνων. Αλλά και η λεπτομερής θεματογραφία και η σύνδεση των παραστάσεων των λαρνάκων με την επική λογοτεχνία βεβαιώνουν την αρχαιότητα της ιστορικής κληρονομιάς των Ελλήνων.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Emily  Vermeule,  Painted  Mycenaean  Larnakes, Journal of Hellenic Studies 85  (1965)  123-48.
  • Θ. Γ. Σπυρόπουλος, Ανασκαφή μυκηναϊκών νεκροταφείων Τανάγρας, ΠΑΕ (1969) 5-15
  • Θ. Γ. Σπυρόπουλος, Το μυκηναϊκόν νεκροταφείον της Τανάγρας, ΑΑΑ 2 (1969) 20-25
  • Θ. Γ. Σπυρόπουλος, Ανασκαφή μυκηναϊκών νεκροταφείων Τανάγρας, ΠΑΕ (1970) 29-36
  • Θ. Γ. Σπυρόπουλος, Ανασκαφή εις το μυκηναϊκόν νεκροταφείον της Τανάγρας, ΑΑΑ 3 (1970) 184 - 197
  • Θ. Γ. Σπυρόπουλος, Ανασκαφή μυκηναϊκής Τανάγρας, ΠΑΕ (1971) 7-14
  • Τh. Spyropoulos,  Funebre mais sensationelle  Decouverte a Tanagra, Connaissance des Arts (Avril 1971) 72-77.
  • Th. Spyropoulos, Mycenaean Tanagra: Terracotta Sarcophagi, Archaeology 25  (1972) 206-9.
  • Caterina  Mavriyannaki, Recherches sur les larnakes minoennes de la Créte Occidentale, Incunabula Graeca 54 (Roma 1972)
  • Θ. Γ. Σπυρόπουλος, Ανασκαφή μυκηναϊκής Τανάγρας, ΠΑΕ (1974) 9-33, (1975) 415-427, (1976) 61-68, (1977) 25-31, (1979) 27-36, (1980) 50-60, 137 (1981) 96-117, 138 (1982) 109-122, 139 (1983) 102-108, 140 (1984) 143-145
  • Sara Immerwahr, Aegean Painting in the Bronze Age (Philadelphia 1990) 154-8
  • L. V. Watrous, The Origin and Iconography of the Late Minoan painted Larnax, Hesperia 60 (1991),  285 - 307
  • Sara Immerwahr, Death and the Tanagra Larnakes, σε: J. B. Carter - S.P. Morris (επιμ.), The Ages of Homer (Austin 1995) 109 - 121.
  • Ντόρα Βασιλικού,  Ο μυκηναϊκός πολιτισμός, Βιβλιοθήκη της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας 152 (Αθήνα 1995) 336 κε.


Θεόδωρος Γ. Σπυρόπουλος




Ταναγραϊκές λάρνακες από το ανακαινισμένο Μουσείο Θηβών
Φωτο: Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής
















Οι τελευταίες αναρτήσεις

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αρχειοθήκη ιστολογίου