Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κύπρος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κύπρος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 16 Αυγούστου 2024

Στη μνήμη του Άντη Ροδίτη

 Παρουσίαση του βιβλίου "Δέκα χιλιάδες μέλισσες"






Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής




Στη φετινή επέτειο της εισβολής των Τούρκων στην Κυπριακή Δημοκρατία, ο Άντης Ροδίτης αναχώρησε, εσπευσμένα και ξαφνικά, για άλλους κόσμους.

Όσοι συνομίλησαν μαζί του θαρρώ πως θα αντιληφθούν, με τον σωστό τρόπο, εκείνο που εννοώ με τη φράση "και πολλές επετείους εισβολής άντεξε ο Άντης"! Όσοι συνομιλούσαν μαζί του θα με καταλάβουν, γιατί θα έχουν αντιληφθεί πόσο βαρειά είχε πάρει ο Άντης αυτή την καταστροφή, πόσο υπέφερε, κυριολεκτικά κάθε ώρα και κάθε στιγμή, για τη παρατεταμένη, σε μισό αιώνα, διάρκειά της. Από κει και πέρα, μπορεί ο καθένας να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει μαζί του.

Η δική μου συνομιλία με τον Άντη ξεκίνησε από μια διαφωνία και από ένα βιβλίο.

Ο κοινός μας φίλος και συνομιλητής, ο Θόδωρος Ζιάκας, είναι η αιτία της γνωριμίας μας, μιας γνωριμίας που ποτέ δεν έγινε "δια ζώσης" αλλά ήταν όμως "ζώσα". "Άπειρα" κείμενα ανταλλάξαμε και σε άλλες τόσες διαδικτυακές συζητήσεις πήραμε μέρος, συμφωνώντας ή διαφωνώντας.

Παρά όμως τις διαφωνίες μας, ο Άντης ήταν γενναιόψυχος και γενναιόδωρος. Μια μέρα, χωρίς να το περιμένω, έλαβα ένα αρκετά μεγάλο κουτί με βιβλία. Στάθηκαν πολύτιμοι βοηθοί μου για το μέρος των "Στρατιωτών" μου που αφορά την Κύπρο και την άμυνά της έναντι των Τούρκων στα τέλη του 16ου αιώνα.

Το βιβλίο, είναι οι "Δέκα χιλιάδες μέλισσες". Αποτόλμησα, με την ενθάρρυνση του Θόδωρου Ζιάκα, να γράψω τις εντυπώσεις μου. Τότε το είπα "βιβλιοκριτική". Σήμερα θα έλεγα "παρουσίαση". Είναι το κείμενο που επαναφέρω παρακάτω και κατάγεται από το 2010. Δημοσιεύτηκε στο "Αντίφωνο" στις 14 Ιουνίου.

Είναι από τα πρώτα δημοσιευμένα κείμενά μου. Πιστεύω όμως ότι μπορεί να αποτίσει φόρο τιμής στη μνήμη του Άντη Ροδίτη.



***************************



Ήταν να μην ξεκινήσω. Αφού ξεκίνησα το ογκώδες «μυθιστόρημα ιστορικών γεγονότων» των 365 σελίδων, το τελείωσα σε τρεις... γύρους μέσα σ’ ένα Σαββατοκύριακο! Πρόκειται για «Δέκα χιλιάδες μέλισσες» του Άντη Ροδίτη εκδ. Αρμός που μόλις κυκλοφόρησε.

Είναι ένα από τα πιο ωραία βιβλία που έχω διαβάσει και είναι το μοναδικό που με εισήγαγε μ’ αυτόν τον τόσο σύνθετο τρόπο σε μια πλευρά της Ελλάδας αρκετά άγνωστη σε μένα, όπως τελικά διαπιστώνω!

Ήμουν παιδί δεκατεσσάρων χρονών όταν άκουσα, πρώτος στην οικογένεια, το BBC που μετέδωσε πως έγινε πραξικόπημα στη Κύπρο και αγνοείται η τύχη του Μακάριου.
(Είχα μάθει τα «κόλπα» της ακρόασης ξένων σταθμών, και μετά το «Πολυτεχνείο» δεν κρατιόμουν).

Όλα αυτά τα χρόνια όμως πολύ λίγο εμβάθυνα στην τραγωδία τους ελληνισμού της Κύπρου, λίγες ήταν οι γνώσεις μου για την ιστορία του «προβλήματος».

Η υπόθεση: 

Ο Μακάριος μαζί με τους υπόλοιπους πολιτικούς αρχηγούς της ΕΟΚΑ βρίσκεται εξόριστος από τους Εγγλέζους στις Σεϋχέλλες. Εκεί βρίσκεται εξόριστος και ο βασιλιάς των Ασάντι -ενός λαού της κεντρικής Αφρικής- Πρέμπε. Δεσμοφύλακας του Μακάριου είναι ο Λε Τζετ, λοχαγός του Αγγλικού στρατού που έχει υπηρετήσει ανά τις αποικίες της Αλβιώνος. Η γυναίκα του Άγγλου λοχαγού κάποια στιγμή αναλαμβάνει να κάνει μαθήματα αγγλικών στον Εθνάρχη.

Με άξονες αυτά τα γεγονότα, ο Άντης Ροδίτης, οικοδομεί κυριολεκτικά ένα πολυεπίπεδο έργο αναπτύσσοντας το Κυπριακό, την προσωπικότητα του Μακάριου αλλά και των αφανών συνεξορίστων του, την ιστορία των Ασάντι που είναι κι εκείνοι υπό τον ζυγό των Άγγλων, τις ανθρώπινες ιστορίες των Λε Τζετ, την αποικιοκρατική πολιτική των Άγγλων του καρότου και του μαστίγιου, το «ένδοξο» παρελθόν των εκτελέσεων στην Αγγλία σε συζυγία με εκείνου της χώρας των... Ασάντι κ.α.

«Πίσω» από όλα αυτά και «πάνω» από όλα αυτά και μέσα σε όλα αυτά... ο μύθος του Ονήσιλου και ο ποιητής Παντελής Μηχανικός ο οποίος με το ποίημά του «Ονήσιλος» μεταφέρει τον μύθο στις μέρες μας.

Πολύ μου άρεσε λοιπόν το βιβλίο!

Μου άρεσε γιατί είναι ένα πολυεπίπεδο οικοδόμημα που έχει πολλούς τρόπους ανάγνωσης, πολύ «υλικό» για να επεξεργαστεί ο αναγνώστης.

Αν υπάρχει κάποιος λόγος που δεν διαβάζω ένα λογοτεχνικό βιβλίο είναι επειδή δεν είναι... δοκίμιο. Εδώ ο περιορισμός αυτός αίρεται!

Και μόνο η ιστορία των Ασάντι είναι ένα σπουδαίο και συναρπαστικό δοκίμιο!

Ενώ τα κείμενα που είναι είναι γραμμένα στη διάλεκτο των Κυπρίων είναι ένας πραγματικός θησαυρός, όπου δεν τον χορταίνεις μόνο με μια φορά αλλά θέλεις να το ξαναδιαβάσεις ξανά και ξανά. Σου λείπει! Και λες «ας διαβάσω πάλι λίγο από αυτό το ωραίο πράγμα». Κάτι ανάλογο μου συμβαίνει με τον Μακρυγιάννη, που κάθε τόσο μου λείπει ο ρυθμός του κειμένου και τον γυρεύω. Κάποιοι «βλέπουνε» πόσο αρέσει σε κάποιον ένα ποτό, ένα κρασί, από το πόσο πιάνει και ξαναπιάνει το ποτήρι για να πιεί. Αν του αρέσει δεν θέλει να χάσει τη γεύση από το στόμα του.

Ξεχωριστό κομμάτι μέσα στα κείμενα είναι για μένα εκείνο με την Ντέμη!Στην αρχή και λίγο στο τέλος. Είναι σπουδαίο. Άνοιξε η ψυχή μου!

Μου άρεσε ο υπερεαλισμός της μετάφρασης των κειμένων του Πρέμπε σε μια εκδοχή της κυπριακής διαλέκτου!

Μου άρεσαν και όλα αυτά τα παιχνίδια της πλοκής, με τους προγόνους και απογόνους του Λε Τζετ, με την εμφάνιση του απογόνου του Πρέμπε.

Μου άρεσε ακόμα περισσότερο που εμφανίζεται στο βιβλίο ο Παντελής Μηχανικός, με αυτόν το σημαδιακό τρόπο,και μαζί του ο Ονήσιλος και όλη αυτή η υπέροχη παροντοποίηση του παρελθόντος!!! Αυτές οι περικοκλάδες της ζωής που ενώνονται κατά έναν παράξενο τρόπο μου αρέσουν ιδιαίτερα.

Η περιγραφή της εξορίας ήταν τέτοια που νομίζω ότι έχω πάει στις Σεϋχέλλες ή ότι έχω δει κάποια ταινία σχετική!

Συμπάθησα πολύ τον Πολύκαρπο Ιωαννίδη. Πέρασα καί γω λίγο από το Κελλάκι που εξορίστηκε πριν πάει στις Σεϋχέλλες.

Ενώ στην κοφτερή, λεπτή, ειρωνεία που διαπερνά όλο το έργο, δηλώνω ενθουσιωδώς οπαδός!

Μου άρεσε γενικά το χιούμορ του!


Τώρα, στο πολιτικό ζήτημα.


Όσοι τα «χώνουν» στους Εγγλέζους είναι μες την καρδιά μου. Και το «χώσιμο» εδώ είναι μοναδικό. Η αναλυτική περιγραφή του «πολιτισμού» των εκτελέσεων είναι σπουδαία. Όσοι ψωνίζουν στην Όξφορντ στριτ πρέπει να το διαβάσουν. Ένα μέρος της τιμής των προϊόντων οφείλεται σε αυτόν τον «πολιτισμό».

Σπουδαία είναι και η περιγραφή της «πολιτισμένης» συνήθειας να φυλακίζουν τα μνήματα ανά την οικουμένη.

Αν και ήξερα το «σχέδιο Άτσεσον» δεν ήξερα όλες αυτές τις πτυχές του και δεν είχε τόσο μεγάλο μερίδιο στη σκέψη μου, όσο έχει τώρα.

Βέβαια δεν λαμβάνω τοις μετρητοίς τη μαρτυρία του Π. Γαρουφαλλιά και δεν ξέρω αν είναι σωστό να την λαμβάνει έτσι ο συγγραφέας. Οι εκ των υστέρων «απολογίες» των εμπλεκομένων προσώπων ενός δράματος κρύβουν πολλά. Ιδιαίτερα όταν ένα τέτοιο πρόσωπο λέγεται Γαρουφαλλιάς και καλώς ή κακώς έχει αυτή την «ιστορική αβανιά» στην πλάτη του.

Οι αναφορές σε επεισόδια του ένοπλου αγώνα με φώτισαν και με συγκίνησαν.

Πολύ λίγα πράγματα ήξερα! Και ακόμα, λίγα ξέρω!

Για τον Μακάριο έχω να πω ότι τείνω να δεχτώ την άποψη του συγγραφέα.

Δεν έχω ούτε καμιά ιδιαίτερη συμπάθεια στον Μακάριο αλλά και κυρίως ούτε τα ιστορικά επιχειρήματα να αντικρούσω τον Α.Ρ. Άλλωστε από μικρός άκουγα από τους μεγαλύτερους να λένε ότι ο Μακάριος ήταν «άνθρωπος των Άγγλων». Μετά κάπως μετριάστηκε αυτή η κακή γνώμη με την εξήγηση ότι «αυτονομήθηκε» και ότι τον συνεπήρε ο αγώνας του κυπριακού λαού. Κομβικό στοιχείο στην τοποθέτησή τους, ήταν τότε, οι Σεϋχέλλες που είχαν κατοχυρωθεί σαν παρωδία εξορίας. Αν δεν κάνω λάθος και ο τύπος τότε έκανε καζούρα επί του ζητήματος. Οι μεγαλύτεροι έχοντας ζήσει τις διαδηλώσεις στην Αθήνα του '50 για την Κύπρο ήταν καλό αγωγός μιας τέτοιας ιδέας γύρω από όλα αυτά.

Έκπληξη για μένα και γρίφος είναι η πλήρης αποδοχή του Γρίβα από τον συγγραφέα! Τον αποδέχεται δε τόσο πολύ που επιχειρεί να τον δικαιολογήσει ακόμα και στην περίπτωση της κατά Ιωαννίδη επιστολής του!

Ούτε λίγο ούτε πολύ λέει ότι κι εκεί υπεύθυνος ήταν ο Μακάριος. Σαν να πρόκειται για κανά παιδάκι («Γριβούιν») κι όχι για κοτζάμ στρατηγό... αρχηγό του ένοπλου αγώνα. Εντύπωση μου κάνει επίσης το πώς διακρίνει την πολιτική ηγεσία του αγώνα από την στρατιωτική. Δεν εντάσσει στην πολιτική ηγεσία τον Γρίβα! Θεωρώ ότι ο στρατιωτικός είναι πολιτικός που κάνει πολιτική με άλλα μέσα.

Ο ίδιος ο Γρίβας και μάλιστα με το πομπώδες ... «Διγενής» αυτό υπογραμμίζει. Άλλωστε ακόμα και να μπορούσε ο συγγραφέας να με πάει πίσω στο χρόνο, ακόμα και να τα έβλεπε όλα αυτά μπροστά μου, δεν θα πίστευα ότι ο Γρίβας δεν ήταν άνθρωπος των Άγγλων ή ότι αν ήταν κάποτε μετά... αναπαρθενεύτηκε ο πατριωτισμός του. «Ου με πείσει και καν με πείση»!

Τi είναι δηλαδή ο Γρίβας, ένας πρόοιμος Μπιν Λάντεν; Και έτσι να είναι, πόσο ο Μπιν Λάντεν δεν παίζει το παιγνίδι όλων αυτών που τάχα πολεμάει;

Είμαι της... προχωρημένης άποψης που λέει ότι οι άνθρωποι έχουν την «ευφυΐα» να παίζουν στην πολιτική παιχνίδια προβοκάτσιας εκ του μακρόθεν. Μπορούν και «διαβάζουν» από μίλια μακριά τον άλλον και να συνεργάζονται μαζί του, να του κάνουν πάσες και έμμεσες μπαλιές «σνούκερ», χωρίς καν ν' ανταλλάξουν κουβέντα χωρίς καν να προηγηθεί συνωμοσία.

Με αφορμή το βιβλίο, ένα ακόμα ζήτημα που θέλω να θίξω είναι το εξής.

Μοιάζει όλο και περισσότερο να ξαναγυρνάμε σε μια θεώρηση της κίνησης της ιστορίας όχι σαν αποτέλεσμα του συσχετισμού των δυνάμεων (και των αδυναμιών όπως σωστότατα σημειώνει ο Ζουράρις) αλλά σαν αποτέλεσμα των χειρισμών κάποιων προσωπικοτήτων!

Φαίνεται ότι η επανακάμψασα οικογένεια Μαρκεζίνη στην καθημερινή μας πολιτική σκέψη, έφερε μαζί της και το αντίστοιχο ιστορικό πνεύμα του αειμνήστου Σπυρίδωνος(!) Εκείνος γράφει μια ολόκληρη ιστορία της νεότερης Ελλάδας αφηγούμενος ίντριγκες και σούπα-μούπες... προσωπικοτήτων(!!!) Με εννοείτε ασφαλώς!

Ο Α.Ρ. βέβαια δεν γράφει ιστορία και δικαιούται να βαδίζει ελεύθερος και αναλόγως να «φωτίζει» ή να «μεγεθύνει». «Η τέχνη δεν αντανακλά σαν τον καθρέφτη». Ο Α.Ρ. κάνει όμως κάτι εξίσου σημαντικό: επιχειρεί ένα ταξίδι στον χρόνο, μας «βάζει»με τη δύναμη του λόγου στο κλίμα εκείνων των ημερών. Και είναι σαν να βλέπουμε μόνο τα μισά πλάνα από το έργο! Οι λίγες αναφορές στο τι λέει ο λαός της Κύπρου όταν ο Μακάριος δεν αποδέχεται την Ένωση, δεν είναι αρκετές για να ολοκληρώσουν την εικόνα. Ίσως θα έπρεπε εκεί να «διευρύνει» λίγο τον φακό του.

Εγώ, που θέλω να περνιέμαι για καλός μαθητής του Θ.Ι.Ζιάκα, θεωρώ ότι όλη η ουσία βρίσκεται στην απορία του Α. Βλάχου που λέει περίπου το εξής: «τι θέλετε εσείς με την Ελλάδα αφού περνάτε καλύτερα με τους Εγγλέζους». Νομίζω ότι ήδη τότε είχε διαμορφωθεί εκείνη η κοινωνική ομάδα που διατρέχει και τέμνει όλα τα στρώματα (κοινωνικά και πολιτικά) και που σήμερα μπορεί και να θέλει αυτό που ο Ν.Κοτζιάς απεύχεται: να μείνουμε μόνοι μας και καθαροί και να μη μοιράσουμε την εξουσία με τους Τούρκους ακόμα κι αν πάρουν τη μισή Κύπρο.

Τότε, από όσο εγώ καταλαβαίνω, κάνανε το ανάλογο που εκφραζότανε με το να μην εμπλακούν στο δράμα της Ελλάδας που έμπαινε σε νέα πράξη, να κρατηθούν μακριά, οι μεν επιδιώκοντας διεύρυνση του πλεονεκτήματος ακουμπώντας στη δύναμη των Αδεσμεύτων που τότε πολλαπλασιαζότανε με γεωμετρική πρόοδο, οι δε επιδιώκοντας διεύρυνση του πλεονεκτήματος ακουμπώντας στη δύναμη του καπιταλισμού της Αγγλίας, εισπράττοντας οφέλη ακόμα κι από την διελκυστίνδα των 2+1 μεγάλων δυνάμεων (+1 μεγάλη δύναμη θεωρώ πια (και εκ των υστέρων)τους Αδέσμευτους της εποχής του Ψυχρού Πολέμου).

Αν θέλουμε να το πούμε και στη γλώσσα των αναλύσεων του Ζιάκα ίσως θα έπρεπε να πούμε ότι ήταν άλλος ο ανθρωπολογικός τύπος του ελληνοκύπριου που ήθελε την Ένωση κι άλλος εκείνου που δεν την ήθελε ή την ανέβαλλε για το μέλλον όπου "μαγικώ τω τρόπω" οι συσχετισμοί θα ήταν καλύτεροι.

Από τον δεύτερο τύπο, οι μεν «πίστευαν» στην ανέλιξη της ιστορίας και τη νίκη του Σοσιαλισμού οι δε στην επικράτηση της Αγοράς και των δυνάμεων που την προωθούν.

Ο πρώτος ανθρωπολογικός τύπος, που ήταν ήδη τότε υπό εξαφάνιση, φαντάζομαι ότι πιο πολύ ήθελε την Ένωση με τη Ιδέα της Πατρίδας παρά με το χάλι που είχε τότε η Ελλάδα.

«Κουλούρια πούλαγε και λαχεία-κοπάδια,κοπάδια στα υπουργεία-αιτήσεις για τη Γερμανία»!

Κοίταγε πίσω στο παρελθόν αυτός ο τύπος και απέ-Πεμπ(ρ)ε το μέλλον! Οι άλλοι, οι νεωτεριστές, κοίταγαν το μέλλον και απέπεμπαν το παρελθόν!Μακάρι να μας φωτίσει ο Θεός να βρούμε τον τρόπο που θα συνταιριάξουμε αρμονικά «παρελθόν, παρόν και μέλλον και τα ιδεολογικά»!

Και εδώ ακριβώς είναι το μέγα ενδιαφέρον του ζητήματος από πλευράς εθνολογικής!

Ο κυπριακός ελληνισμός είναι το μόνο κομμάτι του ελληνισμού που δεν ήταν υπό την κυριαρχία ενός υποδεέστερους πολιτικού συστήματος από αυτό της Πατρίδας αλλά ενός...υπερδεέστερου! (δέος υπάρχει και στα δύο).

Γιατί λοιπόν και κάτω από ποιους όρους και πια λογική επιθυμεί την ένωση με τη πατρίδα;;; Μας είναι άκρως απαραίτητο να δούμε, να αντιληφθούμε, να μελετήσουμε, γιατί δεν αρκέστηκαν (όσοι δεν αρκέστηκαν και όσο δεν αρκέστηκαν αλλά και αυτοί που αρκέστηκαν γιατί δεν αρκέστηκαν εντελώς) στις «διευκολύνσεις» της ανεπτυγμένης δημοκρατίας και επιζητούσαν την Ένωση με την ατελή, προβληματική και κινδυνεύουσα δημοκρατία της Πατρίδας.

Και ακόμα μας είναι απαραίτητο να δούμε, να αντιληφθούμε, να μελετήσουμε, γιατί οι «άλλοι» που αρκέστηκαν στην Ανεξαρτησία δεν αρκέστηκαν με το τρόπο τους στις «διευκολύνσεις» της αγγλικής δημοκρατίας και ξεκίνησαν «εκ του μηδενός» να φτιάξουν «νέα πατρίδα».

Όσο για τον Μακάριο και τη συγκεκριμένη στάση του, έχω να πω ότι τέτοιοι άνθρωποι, με αυτές τις «δεξιότητες»για καριέρα παντού και πάντα και πάνω από όλα, διαθέτουν και την εκπληκτική αίσθηση όλων αυτών των διεργασιών της κοινωνίας. Συνεπώς, όταν τις επικαλούνται, δεν έχουν εκείνες ακόμα εκδηλωθεί στα μάτια όλων των άλλων. Φαίνεται λοιπόν ότι αυτοί προηγούνται των γεγονότων ενώ η αλήθεια είναι ότι αυτοί προηγούνται στην ανάγνωση των γεγονότων.

Σκεπτόμενοι απλοϊκά εύκολα κάνουμε το λάθος να θεωρήσουμε ότι αν κάτι προηγείται χρονικά αποτελεί και την αιτία εκείνου που ακολουθεί. Πιστεύω ότι τίποτα δεν θα είχε πετύχει ο Μακάριος αν δεν είχε πίσω του και «πίσω» από το σκηνικό του Προεδρικού Μεγάρου ένα μεγάλο τμήμα του λαού.

Αν κάνουμε μια τέτοιου είδους ανάλυση νομίζω ότι θα γλιτώσουμε από το να καταδικάσουμε και να αφορίσουμε μεγάλα κομμάτια του λαού που κάνουν αυτό ή εκείνο. Θα γλιτώσουμε από την «αγωνία» να βρίσκουμε εξιλαστήρια θύματα και να τους φορτώνουμε εκπληκτικής ισχύος τεκτονικές μεταβολές της κοινωνίας.
Αν θέλουμε να κατανοήσουμε τις «αιτίες που μας άφησαν στραβούς», αν θέλουμε να λύσουμε το πρόβλημα πρέπει ν’απαντήσουμε στα ερωτήματα:

  • γιατί ο ένας ανθρωπολογικός τύπος τίθεται υπό εξαφάνιση;
  • γιατί ο άλλος ανθρωπολογικός τύπος, αντικαθιστώντας τον, φαντάζει άτρωτος;
  • ποιος είναι καινός ανθρωπολογικός τύπος που θα υπερβεί τους προηγούμενους ενώνοντας τα σωστά τους και αποπέμποντας τα λάθη τους;

Δεν λέω, σε καμιά περίπτωση, ότι ο Α.Ρ. αφορίζει ένα μεγάλο κομμάτι του λαού, αλλά ότι βρίσκεται ένα βήμα πριν. Δεν μου άρεσε καθόλου η πλάγια και έμμεση ταξινόμηση του λαού της Κύπρου σε Έλληνες, Κομμουνιστές και Τούρκους.

Είτε το θέλουμε είτε όχι οι λαοί διαλέγουν αυτό που νομίζουν ως μη χειρότερο. Αυτό φαίνεται έκανε και ο ανθρωπολογικός τύπος του Κύπριου που υποδέχτηκε του Άγγλους σαν ελευθερωτές. Αυτό έκανε και με το σχέδιο Άτσεσον, αυτό έκανε και με το σχέδιο Ανάν. Αυτό έκανε και ο ελλαδικός λαός και με τις αιματηρές διαδηλώσεις ενάντια στην τριπλή κατοχή το καλοκαίρι του 1943! Διάλεξε κατακτητή!!! Προτίμησε, «διεκδίκησε», με δεκάδες νεκρούς και τραυματίες, να έχει τον χειρότερο κατακτητή,το Ναζισμό,παρά να έχει τους Βουλγάρους με τον κίνδυνο που συνεπάγετο για την Μακεδονία!!!

Άλλες φορές διαλέγουν το σωστό άλλες φορές το λάθος μα ποιος είναι κείνος που μπορεί να πορευτεί μονάχος;


Μερικές προτάσεις.


Ενδεχομένως η δεύτερη έκδοση μπορεί να τις συμπεριλάβει.

Νομίζω ότι είναι απαραίτητο ένα χρονολόγιο των γεγονότων. Θα ήταν χρήσιμο σε εκείνους που κάτι ξέρουν και χρησιμότερο σε εκείνους που δεν ξέρουν.

Νομίζω ότι θα ήταν καλό να διευκρινιστούν περισσότερο μερικά πράγματα. Οι μάχες πχ με τους Τούρκους, η όλη πολιτεία της ΕΟΚΑ. Η ΕΟΚΑ Β. Η έκταση του ένοπλου αγώνα. Τα κόμματα της Κύπρου και ιδιαίτερα το ΑΚΕΛ. Δεν είναι ανάγκη να γραφτούν πολλά, σύντομες αναφορές είναι αρκετές.

Έχω κι άλλη φορά κάνει τη σκέψη ότι αυτά τα πολυεπίπεδα έργα ίσως θα έπρεπε πια να τυπώνονται αλλιώς. Δεν ξέρω αν γίνεται εύκολα ή αν κοστίζει ακριβά.

Πάντως θα ήταν καλό να μπορούσε ν’ άλλαζε το χρώμα των σελίδων -για παράδειγμα- ή να είχε ένα σημάδι από τα πλάγια, που να σε διευκόλυνε να διαβάσεις τις ενότητες του βιβλίου ξεχωριστά. Να διαβάσει πχ ό,τι είναι γραμμένο για την ιστορία των Ασάντι, προσπερνώντας τις άλλες σελίδες . Ή να μπορείς να διαβάσεις το πολιτικό κείμενο το ίδιο συνεχόμενα. Πιστεύω ότι κάτι τέτοιο θα πλούτιζε τους τρόπους προσέγγισης του έργου και θα διευκόλυνε να προσεχθούν πράγματα που τώρα δεν φαίνονται με το πρώτο.

Καλό ταξίδι στις «Μέλισσες» και καλή ανάγνωση στους αναγνώστες!!!


Επίμετρο

Εδώ μπροστά μου, μαζί με τις «Μέλισσες», έχω κι ένα παλιό βιβλίο.

Τα φώτα της ράμπας του Τσάρλυ Τσάπλιν.

Έχει επάνω μιαν αφιέρωση:

«χαρισμένο στον φίλο μου Μιλτιάδη-Βαγγέλης» 13/11/54

Η αφιέρωση ακολουθούσε το βιβλίο στις περιπέτειές του, άλλοτε μέσα σε κρυψώνες κι άλλοτε στο φως του ήλιου. Δεν ήξερα τίποτα άλλο για τον Βαγγέλη παρά μόνο το επίθετό του και ότι σκοτώθηκε σε διαδήλωση για το Κυπριακό. Μετά την... αναψηλάφηση των αρχείων με αφορμή τούτο το βιβλίο να τι ανακάλυψα:

«Στις 9 Μάη 1956, έγινε συλλαλητήριο στην καρδιά της Αθήνας, υπό την αιγίδα του μητροπολίτη Δωροθέου, όπου συμμετείχαν πάνω από 100.000 διαδηλωτές, για τη ματαίωση της εκτέλεσης των καταδίκων Κύπριων αγωνιστών Μιχάλη Καραολή και Ανδρέα Δημητρίου, τους οποίους απαγχόνισαν την επομένη, 10 Μάη 1956 στην Κύπρο οι Άγγλοι κατακτητές του νησιού. Οι διαδηλωτές στην πορεία τους από την Ομόνοια προς το Σύνταγμα, δέχτηκαν στη Σταδίου αστυνομική επίθεση με όπλα. Στο "πεδίο βολής" βρέθηκαν τρεις νεκροί και υπερεκατό τραυματίες. Άτυχοι νεκροί οι ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ 27 χρόνων, ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ 20 χρόνων και ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΓΕΡΟΝΤΗΣ 28 χρόνων».

Ο αυτόπτης μάρτυρας κάνει ένα λάθος... οι νεκροί ήταν έξι (6) και οι τραυματίες, πολίτες και αστυνομικοί, ήταν 194!!!

Ο Βαγγέλης Γεροντής πούλαγε βιβλία με δόσεις. Μαζί διακινούσε και υλικό του τότε παράνομου ΚΚΕ. Ήταν από την Κρήτη, από το Λασίθι, και όπως έμαθα αργότερα όταν ήταν δεκαπέντε χρονών παιδί διείσδυσε στο αεροδρόμιο Μάλεμε και έκλεψε έγγραφα και χάρτες από τους Γερμανούς. Πέρασε κι απ' τη Μακρόνησο. Για τους άλλους δεν γνωρίζω κάτι. Έστω κι έτσι ας τους θυμόμαστε κι αυτούς ως ήρωες του Κυπριακού Αγώνα!

«Ίνα ώσιν εν» και να μην «λαώννουνται»* οι σκοτωμένοι!



*******************************

*λαώννουνται: κτυπιούνται μεταξύ τους, σεληνιάζονται.(βλ.σελ.276 των «Μελισσών»


Πέμπτη 5 Οκτωβρίου 2017

Μια ιστορία για ένα βιβλίο, πολλά βιβλία με ιστορία


Τσάρλι Τσάπλιν, Τα φώτα της ράμπας, εκδ. "Γαλαξίας"

Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής


Θα ήταν 1971 με 1972 όταν στο σπίτι εμφανίστηκαν, “ως δια μαγείας”, τα παλιά κιτρινισμένα βιβλία!
Ήμουν τότε έντεκα δώδεκα χρονών. “Ως δια μαγείας” είχαν εξαφανιστεί, μέρα μεσημέρι, ανήμερα της 21ης Απριλίου 1967. Είχανε, τότε, φτιάσει “οι φύλακες που είχαν γνώση” -έτσι μιλούσαν για τον εαυτό τους οι ρουφιάνοι- μια λίστα με εβδομήντα τόσα άτομα, “επικίνδυνα”για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια. Ήταν λοιπόν πιθανότατο να έρθουν κι από μας. Μπαίνανε, ψάχνανε, δένανε, ενίοτε και δέρνανε, παίρνανε και φεύγανε.
Κλείστηκαν, λοιπόν, μέσα στο σπίτι, πριν βραδιάσει, οι τρεις τους, πατέρας ,μάνα και γιαγιά, και “έχτισαν” σε δύο εσοχές όλα τα “ύποπτα” βιβλία. Ήταν δυο εσοχές από παράθυρα, του παλιού σπιτιού που είχαν καταργηθεί όταν “ρίξαμε” τα άλλα δύο δωμάτια της προέκτασης, το 1965. Από τη μέση κι απάνω γίνανε ντουλάπια. Στο κάτω μέρος, το μονότουβλο που χτίστηκε για να έρθει “πρόσωπο” με το υπόλοιπο ογδόντα πόντους ντουβάρι, άφηνε ένα κενό. Εκεί μέσα τα ρίξανε, όπως-όπως, χωρίς να σκεφτούν, εκείνη την ώρα τη δύσκολη, να τα τυλίξουνε με κάποιο προστατευτικό, ένα λαδόχαρτο από τα άφθονα που είχαμε στο μπακάλικο ή κάποιο νάιλον που τότε άρχισαν να εμφανίζονται στη ζωή μας.

Ναι, τα βιβλία ήταν “ύποπτα”, η “υποψία” μεταβιβαζόταν στον κάτοχο ή τον αναγνώστη. Ένα περίσσεψε. Δεν χώρεσε. “Η Δίκη του Κολοκοτρώνη” του Δ. Φωτιάδη, κατέληξε στο βόθρο. Οπότε, ο βόθρος, απέκτησε, μαζί με τη νεώτερη, και την αρχαία του έννοια....”λάκκος για σπονδές σε χθόνιες θεότητες”. Τη βρήκα μετά από χρόνια, ίδια έκδοση, και την έβαλα στη θέση της μαζί με όλα τα άλλα του Φωτιάδη.
Τελικά τη γλιτώσαμε όλοι. Αντέδρασε ο ίδιος ο διοικητής του αστυνομικού τμήματος. Ο μακαρίτης ο Παπαγεωργίου. Συνελήφθησαν και εστάλησαν στην εξορία μόνο τρεις(!) Τη γλίτωσε και η Χούντα, αφού οι μη συλληφθέντες δεν την απείλησαν τελικά όσο οι “φύλακες” φοβόντουσαν(!) Τη γλίτωσε και ο διοικητής του τμήματος(!) Ούτε ψύλλος στον κόρφο του αν αυτοί οι “εβδομήκοντα” έριχναν τελικά τη χούντα(!)
Μάταια έψαχνα μανιωδώς να βρω τα βιβλία όλα τα επόμενα χρόνια. Ειδικά εκείνον τον “Καραϊσκάκη” του “Κέδρου”, με το σκίτσο του Γύφτου στο εξώφυλλο από τον Τάκη Καλμούχο (1895-1961). Δεν το χώραγε το μυαλό μου! Τι γίνανε τα βιβλία και δεν ξέρει κανένας τίποτα στο σπίτι;
Κι όμως, ήταν εκεί δίπλα στο προσκέφαλο. Ένα μονότουβλο χώριζε, το παιδί και τα όνειρά του, απ' τα βιβλία. Ένα μονότουβλο, και τα αρχαία αγκωνάρια της οικογένειας, από την Αλαμάνα μέχρι τη μάντρα της “Στρατώνας” στη Χαλκίδα, όπου έπεσε ο τελευταίος των προπατόρων τραγουδώντας “Στη στεριά δεν ζει το ψάρι ούτε ανθός στην αμμουδιά-και οι Έλληνες δεν ζούνε δίχως την ελευθεριά”.
Αργότερα όταν έμαθα την ιστορία της “έκλειψης”, σχηματίστηκαν στο μυαλό μου εικόνες. Κι όταν αναθιβάλω τη συζυγή, με εκείνη των αγωνιστών, εξορία των βιβλίων, μόνο αυτές μου έρχονται στο νου. Εικόνες μιας νύχτας παγερής με μια γερή φωτιά αναμένη...
Μια γερή φωτιά να καίει και γύρω μαζεμένοι, με τα κόκκινα της φέρμελης και των αιμάτων, ο πολυαγαπημένος μου Γύφτος, ο στρατηγός Μακρυγιάννης, ο Γέρος του Μοριά, ο Νικηταράς, ο Κατσαντώνης, ο Ανδρούτσος, ο Διάκος και ο Φεραίος,...οι πεινασμένοι κι ελεύθεροι του Μεσολογγιού,...ο Κανάρης με τις βράκες του, το κανοκιάλι και τη μίκα αναμένη πάντα να κοιτάει τριγύρω του πού να βάλει το μπουρλώτο.
Πάρα πίσω, στο λαμπρό της φωτιάς, ο Μαξίμ Γκόρκι στα “Ξένα χέρια”, στα “παιδικά χρόνια της ζωής του”, ο Τζων Ριντ ψύχραιμος και γαλήνιος με τις “Δέκα μέρες που συντάραξαν τον κόσμο”, ο Γιούρι Τρυφώνοφ με μια παρέα “Φοιτητές”, ο Κώστας Βάρναλης να Απολογείται ως Σωκράτης, ο Εμίλ Ζολά με το πρόσωπο του Γιάννη Αργύρη, τα πενσέ γυαλιά και το δάκτυλο υψωμένο στο “Κατηγορώ” της “Υπόθεσης Ντρέιφους”, ο Ανδρέας Λασκαράτος να απαγγέλλει “γιατί τα τάλαρα τα είπαν τάλαρα”, ο Γιούλιος Φούτσικ να γράφει με τη θηλιά στο λαιμό, ο Καλός Στρατιώτης Σβέικ να κάνει γκάφες και χωρατά, οι αγρότες του κάμπου, ξυπόλυτοι, στο Κιλελέρ του Παπαπερικλή, ο Τζων Στάιμπεκ με τα “σταφύλια της οργής”, ο Τσάρλι Τσάπλιν στα “φώτα της ράμπας”, ο Οστρόφσκι να δένει τ' ατσάλι κι ένας μικρός ολιγοσέλιδος Λένιν να αγναντεύει, από τα όλα παράθυρα του Ιμπεριαλισμού, τον Σοσιαλισμό. Παραδίπλα, ένας ήρεμος, γιγάντιος και λαγαρός Ντον να κυλάει τα νερά του στις στέπες εκείνων των σπουδαίων και ατίθασων έφιππων πολεμιστών, των Κοζάκων.
Όολα αυτά σε δυο μικρά καταφύγια στο ντουβάρι, όπου δύσκολα χώραγε το χέρι να μπει και δεν έβγαινε χωρίς γδαρσίματα και γρατσουνιές.
Μείνανε εκεί τα βιβλία, αμανάτι. Σώα, προς το παρόν, και μόνο η υγρασία, ολάκερος Ντον έτρεχε δίπλα τους, να απειλεί τις σελίδες τους.

Μαθημένοι όπως ήμασταν στα κόμιξ δεν ήταν εύκολο να διαβάσουμε ένα βιβλίο χωρίς εικόνες. Ήταν και το σχολείο που μας υπέβαλλε την ιδέα ότι το διάβασμα των βιβλίων είναι δύσκολο πράγμα. Κρατάει εννιά μήνες και ζήτημα να το τελειώσεις. Ο πατέρας μου, άπαξ και αποφάσισε να άρει την “έκλειψη”, θέλησε να με μάθει και να διαβάζω. Είχαν αποτύχει όλες οι προηγούμενες προσπάθειες, κυρίως με τον “Δεκαπενταετή Πλοίαρχο”, του Ιουλίου Βερν.
Χωρίς πολλές ελπίδες, ένα βράδυ δίπλα στη σόμπα, άρχισε να μου διαβάζει τα “Ξένα χέρια”του Μ. Γκόρκι. Αυτό ήταν! Μετά ξένοιασε. Το ένα μετά το άλλο, τα βιβλία τέλειωναν. Και ποιος λογάριαζε ποια τα σχολικά; Δύο παράλληλα σύμπαντα!
Τότε η έννοια “επανάσταση” ήταν ενοχοποιημένη, κάτι κακό. Η μόνη νόμιμη επανάσταση στην κοινωνία ήταν η Επανάσταση του '21. Η άλλη, των Συνταγματαρχών, λεγόταν “Επανάσταση” αλλά ήταν σαν τα φο μπιζού. Κανείς δεν σου λέει ότι είναι ψεύτικο αλλά εσύ ξέρεις την αλήθεια. Ή, αν προτιμάτε, τα ποστίς με τα βαμμένα μαλλιά των ανδρών. Κανείς δεν στο λέει αλλά όλοι ξέρουνε ότι και φαλάκρας είσαι και τα βάφεις.
Διάβαζα, λοιπόν, και συνέκρινα τις δύο επαναστάσεις. Τη δικιά μας και των Ρώσων. Μου φαινόταν αδιανόητο ένας λαός, ελεύθερου κράτους κι όχι σκλαβωμένου, να περνάει τόσες δυστυχίες όσες ο μικρός Γκόρκι. Κι έτσι, με πολλούς τρόπους κι από πολλούς δρόμος κατέληγα στο συμπέρασμα: αν ήταν η ζωή τους τέτοια κόλαση, μωρέ καλά τους κάνανε την Επανάσταση! Η επανάσταση, κάπως έτσι, όχι μόνο νομιμοποιήθηκε στην παιδική ηθική μου αλλά και έγινε ιδανικό. Ιδανικό έγιναν και οι επαναστάτες, ταυτοτητοποιητικό πρότυπο δηλαδή. Κάτι σαν σχέδιο, σαν χάρτης και σαν πυξίδα για να πορεύεσαι. Και δεν είχα άδικο, βασικά. Μισό σχεδόν αιώνα μετά, επιμένω να θεωρώ απαραίτητο ένα άλμα, κάπου-κάπου, για την κοινωνία . Το ίδιο και για τους ανθρώπους, όχι μόνο κάπου-κάπου αλλά τακτικότατα. Απλώς τώρα έχω την ικανότητα να διακρίνω τα είδη των τρόπων που μπορεί και πρέπει να γίνεται το κάθε άλμα, είτε στην κοινωνία είτε στο άτομο. “Κάνε ένα άλμα πιο γρήγορο απ' τη φθορά”,που λέει ο ποιητής; Έ κάτι τέτοιο.

Κάποια στιγμή, αφού είχαμε αποφύγει το δέσιμο το δικό μας, “δέσαμε” τα βιβλία για να τα προστατέψουμε. “Δέσαμε” και τα υπόλοιπα στα χαρτοκιβώτια. Τα έπαιρνε σε φυλλάδια που βγαίνανε κάθε βδομάδα. Τα “ύποπτα”, μάλιστα, τα έκανε “εισαγωγή” από τον...Αλίαρτο! Είχε εκεί έναν “δικό μας” περιπτερά φίλο και τού τα φύλαγε να τα πάρει, όταν πέρναγε από κει για τις δουλειές του. Η εγκυκλοπαίδεια του Πάπυρου-Λαρούς, τα απομνημονεύματα του Στρατηγού Ντε Γκολ, η “Επανάσταση του Εικοσιένα”του Δ. Φωτιάδη. Τη δουλειά ανέλαβε ένας καλός και παλιός βιβλιοδέτης, ο μπαρμπα-Θανάσης ο Τζαβάρας. Μείνανε και μερικά. Τα “έδεσε” αργότερα ο Αλέκος. Παιδί της Κατοχής και σαλταδόρος. Πάντα με γραβάτα και καβουράκι, όλα ασορτί. Φθαρμένα αλλά καθαρά και άψογα! Τσάκιση “μαχαίρι”! Σύχναζε στη γειτονιά της δουλειάς το '80-'90, στην οδό Σαπφούς 12, ανάμεσα Κουμουνδούρου και Θεάτρου κι όταν τον έπιανε ο οίστρος, κατακεραύνωνε τον καταναλωτισμό και τους “καταναλωτές”! Τον αγαπούσαμε αλλά δεν τον συμμεριζόμασταν. Η ιδεολογική αλαζονεία των κουκουέδων της εποχής εκείνης. Κι όμως ήταν δέκα είκοσι χρόνια πιο μπροστά από μας!

Τα έντυνα με χασαπόχαρτο, για να μη λερώνονται, και τα διάβαζα στη βάρδια μου στο μπακάλικο, ανάμεσα στον έναν πελάτη και στον άλλον και μεταξύ των επαίνων του συνταξιούχου δάσκαλου, του Κατσούρου. Εκτιμούσε πολύ που ένα παιδί τόσο μικρό διάβαζε με τόση μανία τέτοια βιβλία.

Ανάμεσά τους ήταν κι ένα μικρό, μοναχικό βιβλίο, “Τα φώτα της ράμπας”. Μοναχικό γιατί δεν έμοιαζε στο θέμα με τα άλλα και γιατί ήταν το μοναδικό γραπτό του Τσάρλυ Τσάπλιν. Ήταν όμως και κάτι άλλο που το ξεχώριζε. Είχε μιαν αφιέρωση, πάνω αριστερά στη σελίδα, και μιαν ημερομηνία. Κάποιος Βαγγέλης χάρισε το βιβλίο αυτό στον Μιλτιάδη στις 13 Νοεμβρίου του 1954.
Τότε ο πατέρας μου, νέο παιδί, δούλευε στην Αθήνα. Ο Βαγγέλης πέρναγε από τα γραφεία και πούλαγε βιβλία με δόσεις. Τα περισσότερα βιβλία που είχα μπροστά μου ήταν προϊόν αυτής της μεθόδου προώθησης βιβλίων, μακριά από τα περιττά “έξοδα διαθέσεως” και, προ πάντων, μακριά από τους χαφιέδες. Ήταν προτάσεις και συστάσεις του Βαγγέλη που υπέγραφε χωρίς επώνυμο “για τον φόβο των Ιουδαίων”.
Κάποια στιγμή ο πατέρας μού επέστησε την προσοχή για το βιβλίο αυτό ειδικά, αν και ήξερε ότι τους φερόμουν με άπειρο σεβασμό, σαν εικονίσματα.
“Είναι του φίλου μου του Βαγγέλη του Γεροντή, που σκοτώθηκε στις διαδηλώσεις για την Κύπρο, για τον Καραολή και τον Δημητρίου”.
Δεν ήταν μόνο τα βιβλία που απέκτησαν καταγωγή, ήταν και ο μυστηριώδης Βαγγέλης που απέκτησε επίθετο, πρόσωπο, μνήμη και μνημόσυνο.
Κάποια στιγμή, μπήκα σε αγωνίες. Έκανα το λάθος και το δάνεισα σε μια συμμαθήτριά μου, τη Βασιλική. Πώς να πω “όχι”; Και να το "κρύψω στην τσέπη μου", δεν πρόκαμα, όπως ο Μακρυγιάννης.....
Χίλια πράγματα μπορούσαν να συμβούν στο βιβλίο, χωρίς κανείς να το θέλει....
Τελικά το βιβλίο επεστράφη άθικτο και ασφαλές.

Πέρασαν χρόνια μέχρι που αποφάσισα να ψάξω την ιστορία του Βαγγέλη που σκοτώθηκε στις διαδηλώσεις για την Κύπρο. Ήταν ένας πρώιμος “Σωτήρης Πέτρουλας” ο Βαγγέλης; Ο πατέρας μου δεν ήξερε περισσότερα γιατί όταν σκοτώθηκε ήταν στρατιώτης. Είχαν αργήσει να τον καλέσουν, Αθηναίος πολίτης γαρ και τους Αθηναίγους, παιδιά της ιθύνουσας τάξης τα περισσότερα τότε, αργούσαν να τους καλέσουν για να μεσολαβήσει χρόνος από τον Εμφύλιο.

Άρχισα, λοιπόν, να ψάχνω για τον Βαγγέλη Γεροντή. Τα πρώτα στοιχεία ήταν νεκρολογίες του “Ριζοσπάστη”. Της αδελφής, του φίλου, του συντρόφου, του συνάδελφου...

Στις 9 του περασμένου Μάη συμπληρώθηκαν 50 χρόνια από τη στυγνή δολοφονία του αγαπημένου αδελφού μου ΒΑΓΓΕΛΗ ΓΕΡΟΝΤΗ από το κράτος της Δεξιάς, σε παλλαϊκό συλλαλητήριο για τη λευτεριά της Κύπρου. (9 Μαΐου 1956)
Στις 9 Γενάρη 2007 συμπληρώνονται επίσης 25 χρόνια από τον ξαφνικό θάνατο από ανακοπή της καρδιάς του δεύτερου αδελφού μου ΜΑΝΩΛΗ ΓΕΡΟΝΤΗ, πατριώτη και αγωνιστή με τις ιδέες και αξίες του ΚΚΕ.
Στη μνήμη τους προσφέρω 300 ευρώ στην οικονομική εξόρμηση για το δυνάμωμα του ΚΚΕ, του κόμματος της εργατικής τάξης, στο οποίο αγωνίστηκαν και τα δύο αδέλφια μου ως την τελευταία πνοή τους, για έναν κόσμο καλύτερο χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.

Η αδελφή τους Καίτη Γεροντή 9/1/2007



***


Στις 9 Μάη 1956, έγινε συλλαλητήριο στην καρδιά της Αθήνας, υπό την αιγίδα του μητροπολίτη Δωρόθεου, όπου συμμετείχαν πάνω από 100.000 διαδηλωτές, για τη ματαίωση της εκτέλεσης των κατάδικων Κύπριων αγωνιστών Μιχάλη Καραολή και Ανδρέα Δημητρίου, τους οποίους απαγχόνισαν την επομένη, 10 Μάη 1956 στην Κύπρο οι Αγγλοι κατακτητές του νησιού.
Οι διαδηλωτές στην πορεία τους από την Ομόνοια προς το Σύνταγμα, δέχτηκαν στη Σταδίου αστυνομική επίθεση με όπλα. Στο "πεδίο βολής" βρέθηκαν τρεις νεκροί και υπερεκατό τραυματίες. Ατυχοι νεκροί οι ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ 27 χρόνων, ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ 20 χρόνων και ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΓΕΡΟΝΤΗΣ 28 χρόνων. Ηταν όμοια η δολοφονική επίθεση με εκείνη του Α' Τάγματος Σκαπανέων στις 28 Φλεβάρη και 1η Μάρτη 1948 που στο "πεδίο βολής" βρέθηκαν εκατοντάδες νεκροί και τραυματίες. Ο Μακρονησιώτης Βαγγέλης Γεροντής σ' αυτή την περίπτωση κέρδισε τη ζωή, όμως την έχασε στο κέντρο της Αθήνας.



Νίκος Μανδράκος

***


Ο ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΓΕΡΟΝΤΗΣ από το Λασίθι της Κρήτης και εγώ, υπηρετήσαμε τη θητεία μας στον «Παρθενώνα» του Παναγιώτη Κανελλόπουλου από τις 7 Γενάρη 1951 ως 23 Απρίλη 1953. Βρεθήκαμε τυχαία στην Ομόνοια τον Νοέμβρη του 1956. Είπαμε πολλά. Δεν Παρέλειψε να μου πει ότι θα βγάλει το φιλοσοφικό λεξικό του Γιούντιν, κι ας του το κατάσχεσε η Ασφάλεια.
Θα μιλούσε ο Μακάριος στην Ομόνοια. Μετά την ομιλία άρχισαν χιλιάδες λαού να πορεύονται προς διαμαρτυρία στην Αγγλική πρεσβεία. Φθάνοντας στη Γ. Σταύρου και Σταδίου πισώπλατα σκότωσαν το Βαγγέλη. Φαίνεται ότι είχαν στήσει το σκηνικό. «Θα φάμε έναν κομμουνιστή και έναν αστυφύλακα, για να δώσουμε έμφαση ότι στην Ελλάδα γίνανε και εγκλήματα για το Κυπριακό».
Την επόμενη μέρα πήραμε ένα στεφάνι εγώ και ο Δ. Κατσαρός και πήγαμε στο Γ' Νεκροταφείο. Εκεί μας περίμενε ένας Ταγματάρχης της Χωροφυλακής με μια διμοιρία. Μόλις που προλάβαμε όταν κατέβαινε στον αιώνιο τάφο. Πήρα μια απλοχεριά χώμα και πέταξα αφήνοντας μια δυνατή φωνή, αντίο σύντροφε και φίλε Βαγγέλη! Σε σκότωσαν διότι έβγαλες το φιλοσοφικό λεξικό. Τα βιβλία δεν πεθαίνουν, αλλά μαθαίνουν και διδάσκουν...

Γιάννης Αναστόπουλος 
από την Παπαδού Ολυμπίας

Γιάννης Αναστόπουλος και Βαγγέλης Γεροντής
(από το βιβλίο "Μακρόνησος" του Φ. Γελαδόπουλου, εκδ Αλφειός)




Τα φώτα της ράμπας, τελευταία σελίδα






Ο Γιάννης Αναστόπουλος, είναι ο παλιός εκδότης του “Αλφειού”. Παλιός εκδότης, από εκείνους με την φλόγα της έκδοσης φωτισμένων βιβλίων. Της εποχής που η έκδοση ενός βιβλίου ήταν έπος και εξέγερση μαζί. Μια εξέγερση αναίμακτη αλλά από τις πλέον αποτελεσματικές και τελεσφόρες. Της εποχής που οι εκδότες δεν είχαν να ζηλέψουν τίποτα από τον Βρατσάνο του '21 και τον “Βρατσάνο” του ΕΛΑΣ του Ολύμπου! 

Τα έφερε (η τύχη;) να βγάλω το πρώτο μου βιβλίο, Παράξενοι Φτωχοί Στρατιώτες-Θαυμαστά στοιχεία της Αρβανίτικης στρατιωτικής παράδοσης των Ελληνικών Κοινών, από τον εκδοτικό του οίκο που σήμερα συνεχίζει ο γυιος του Κώστας. 

Είχα λησμονήσει εν τω μεταξύ τα ονόματα των νεκρολογιών, θυμόμουν μόνο της αδελφής. Κι όταν προχθές τα ανέσυρα από το αρχείο για να γράψω τούτο το κείμενο συνειδητοποίησα τη....σύμπτωση! 

Ωστόσο ο Γκιμπς, ως σωστός “ειδικός πράκτορας” του NCIS, δεν πιστεύει στις συμπτώσεις(!)...

Θα συμφωνήσω...



«Στην πραγματικότητα, σε όλον τον υπόλοιπο "Αντάρτη....," ο Νικηφόρος περιγράφει πως τίθεται σε κίνηση, από τα κάτω, από τον ίδιο τον Λαό με πρώτους τους καλύτερους εκπροσώπους τους, εκείνους που διασώζουν μέσα στην ψυχή τους την καθ' ημάς αντίληψη του “εγώ” και του “εμείς”, ο «παράξενος ελκυστής» αυτής της εθνικής παλιγγενεσίας. Η κοινωνία, βλέπετε, “δουλεύει” με βάση τους παράξενους ελκυστές. Το χάος μεταλλάσσεται σε τάξη όταν διαμορφώνεται ένα κέντρο-παράδειγμα γύρω από το οποίο αρχίζουν να περιστρέφονται άτομα ελκόμενα από τη δύναμη του εν λόγω παραδείγματος. Στον βαθμό που η περιστροφή σταθεροποιείται και επιταχύνεται από τις ελκτικές- κεντρομόλες δυνάμεις που εξουδετερώνουν τις φυγόκεντρες, τα άτομα αναδεικνύονται σε πρόσωπα και το σύνολο των πριν ατόμων από αγέλη αντιτιθέμενων και ανταγωνιζόμενων ατόμων γίνεται κοινωνία, ήτοι οντότητα “κάτι παραπάνω” από το άθροισμα των μελών της. Όσο πιο κοντά στο κέντρο-παράδειγμα τείνουν τα άτομα που γίνονται πια πρόσωπα τόσο περισσότερο “δένονται” μεταξύ τους, τόσο περισσότερο κοντά βρίσκεται το ένα στο άλλο. Είναι ο λεγόμενος “χώρος των φάσεων” στη θεωρία των ελκυστών του χάους. Έτσι εκεί που δεν το περιμένει κανείς βρίσκει βοήθεια και εφεδρείες ανέλπιστες και “άγνωστες” μέχρι εκείνη τη στιγμή. Είναι αυτό που λέμε με διαφορετικό τρόπο οι πάντες ομοδοξώντας και έκαστος επιμαρτυρώντας: “όμοιος ομοίω αεί πελάζει”! Οι αλληλοεπιδράσεις των προσώπων πια, η αλληλοπεριχώρησή τους, η “απερινόητη μεισγάγγειά” τους, μαζί με τις όλο και περισσότερο αποκαλυπτόμενες δυνάμεις του κεντρικού παραδείγματος, δημιουργούν το “θαύμα”, την άρση δηλαδή της “έκλειψης του υποκειμένου”. Του Ελληνικού Έθνους, δηλαδή».(βλέπε κείμενο “εδώ”)


Κι επειδή κάθε ιστορία απαιτεί τα τεκμήριά της, τα καταθέτω:










Οι τελευταίες αναρτήσεις

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αρχειοθήκη ιστολογίου