Η συζήτηση για τον χαρακτήρας της Επανάστασης του 1821 και μερικά αχαρακτήριστα χαρακτηριστικά της
Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής
Ένας φίλος, νέος στην ηλικία, με φλογερό πατριωτικό ταμπεραμέντο, μού έστειλε το εν λόγω βίντεο (κλικ), ως βάση για συζήτηση, μάλλον ως βάση για την περαιτέρω συζήτησή μας, αφού εκείνη έχει ξεκινήσει από πολύ μακρύτερα, από την παρουσία των Ελλήνων Αρβανιτών στον χώρο της Νοτίου Ελλάδας και την εθνική τους ταυτότητα.
Πριν καλά-καλά τελειώσει, αποφάσισα ότι χρειάζεται μια διεξοδική απάντηση, προκειμένου να τιμήσω την εκτίμησή του στο πρόσωπό μου και την μεγάλη του έφεση να στοχάζεται ελεύθερα πέρα από στερεότυπα και προκαθορισμούς.
Εκείνο που μου έκανε αμέσως εντύπωση στην τοποθέτηση του Μ. Μελετόπουλου ήταν η ευθεία και εκ των προτέρων επίθεση στον Κορδάτο. Πριν λίγο καιρό, παλιός και γνωστός... καιροσκόπος της πολιτικής και της δειμοσιογραφίας είχε χρησιμοποιήσει με παρόμοιο τρόπο τον Κορδάτο στα επιχειρήματά του. Ήταν ένας επί πλέον λόγος που με...ιντριγκάρησε.
Γεννιέται λοιπόν τον εύλογο ερώτημα, “γιατί από Κορδάτου”, κι όχι “από θεού”, άρχεται η συζήτηση και τι, τέλος πάντων, έχει πει αυτό ο άνθρωπος, και όλοι θεωρούν ότι πρέπει να κάνουνε σεφτέ στις τοποθετήσεις τους με το όνομά του;
Τι πραγματικά είπε ο Κορδάτος
Ο Γιάνης Κορδάτος έγραψε για την Επανάσταση του 1821 με αφορμή τα 100 χρόνια και τον εορτασμό τους. Το 1924 εκδόθηκε το βιβλιαράκι του με τίτλο Η κοινωνική σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821, από τον εκδοτικό οίκο Γ. Ι. Βασιλείου, στην Αθήνα.
Πρόκειται για ένα μικρό βιβλίο, με λιγότερο από 200 σελίδες, ένα δοκίμιο, όπως ο ίδιος λέει, μικρή περίληψη του υλικού που έχει μαζέψει για το μεγάλο θέμα της Επανάστασης. Αποφασίζει να το δημοσιεύσει γιατί θεωρεί ότι έρχονται καιροί με μεγάλη κοινωνική ένταση, οπότε δεν θα διαθέτει χρόνο για γράψιμο και έρευνα. Τότε είναι που το ΣΕΚΕ μετασχηματίζεται σε ΚΚΕ και ο ίδιος είναι, συν τοις άλλοις, μπλεγμένος σε εσωκομματικές έριδες και συγκρούσεις. Είναι το δεύτερο βιβλίο του, στη μεγάλη σειρά του συγγραφικού του έργου και τόσο πρώιμο που κατ' απαίτηση του εκδότη του συντάσσεται στην καθαρεύουσα. Ο Κορδάτος τότε είναι 34 χρονών.
Στην εκεί Εισαγωγή λοιπόν, η οποία γράφεται τον Ιανουάριο του 1924, μόλις στη σελίδα δ', ο σημαντικός, τολμηρός και πρωτοπόρος αυτός ιστορικός, βάζει μια σημείωση:
«Τα επί των ημερών μας “εθνικά” κινήματα των Ινδιών, της Αιγύπτου κλπ υπ' αυτήν την έννοιαν πρέπει να ερμηνεύονται. Οι υπόδουλοι ε θ ν ι κ ώ ς λαοί της Ανατολής επαναστατούντες κατά των Ευρωπαίων κυριάρχων των (Αγγλίας κλπ) ασυνειδήτως ακολουθούν εντοπίαν ηγέτιδα οικονομικώς τάξιν (αστικήν) η οποία λόγω της οικονομικής της θέσεως ζητεί την εθνικήν ανεξαρτησίαν της υποδουλωμένης εις τους ξένους χώρας, “εν ονόματι του υποδούλου λαού” δι' ίδια κυρίως συμφέροντα, η οποία όμως προπαγανδίζει και ενισχύει την ιδέα της “εθνικής” εξεγέρσεως δια μυστικών οργανώσεων, προκηρύξεων, ταραχών κλπ, δημιουργούσα ούτω εις όλον τον λαόν την ιδέαν της δια βιαίων μέσων απελευθερώσεως εκ του του ξένου ζυγού, δημιουργούσα έτσι επαναστατικήν ψυχολογίαν παρά τω λαώ, τον υποκείμενον παράγοντα της επαναστάσεως. Εδώ θα έπρεπε ακόμη να προσθέσωμεν ότι η Επανάστασις του 21 πρέπει να λέγεται “Εθνική” προς διάκρισιν αυτής από τας Κ ο ι ν ω ν ι κ ά ς Ε π α ν α σ τ ά σ ε ι ς (Αγγλική 1648-87), Γαλλική (1789), Ρωσική (1917). Αι “κοινωνικαί” Επαναστάσεις δεν αποβλέπουν εις την κατάλυσιν ξένου ζυγού (κυριάρχου) αλλά την ανατροπήν εκ των κάτω της δ ι κ τ α τ ο ρ ί α ς της κρατούσας (κυβερνώσης) τάξεως, προϋποθέτουν δε πάντα την εθνικήν ανεξαρτησίαν της επαναστατούσης χώρας».
Αυτά λέει ο Κορδάτος, εκείνες τις ημέρες που πέθανε ο Λένιν στη Ρωσία, και μαζί με τον τίτλο, δεν αφήνει σε κανέναν το περιθώριο να παραποιήσει τα λόγια του για τον χαρακτήρα της Επανάστασης.
Σε κανέναν; Όχι ακριβώς! Εκτός εκείνων που διαθέτουν έναν “αλγόριθμο” στον εγκέφαλό τους.
Εθνική είναι, λοιπόν, η Επανάσταση του 21 και μάλιστα με Έψιλον κεφαλαίο. Έχει όμως και “κοινωνική σημασία”.
Και δεν είναι ο,τι καλύτερο για έναν που ευαγγελίζεται την αλήθεια στην ιστορική του ανάλυση να την ξεκινάει με μια παραχάραξη, μια συκοφαντία και μια πλαστογραφία.
Από κει και πέρα, ο Κορδάτος, προχωράει στην ιστορικο-υλιστική ανάλυση του θέματος, κάνει μάλιστα για θεωρητικές αναγωγές, φέρνει στοιχεία και παραδείγματα, αλλά κυρίως επιμένει στην εξέταση των ιστορικών ζητημάτων στον συγκεκριμένο “χώρο και χρόνο” του καθενός απ' αυτά.
Έτσι, εφαρμόζοντας την αρχή αυτή και στον ίδιο, θεωρώ ότι δεν μπορούμε παρά να θαυμάσουμε την αναλυτική του ικανότητα, όπως και την τόλμη του, να διατυπώνει, τότε και εκεί, όλα αυτά που εμείς σήμερα χρησιμοποιούμε ευρύτατα και είναι κοινός τόπος. Π.χ., την ανάλυση του Μ. Μελετόπουλου για το Ναυαρίνο, θα την “ζήλευε” και ο ίδιος ο Κορδάτος αφού δεν απέχουν πολύ οι αντιλήψεις των ανδρών για τα κίνητρα και τις βλέψεις των Μεγάλων Δυνάμεων.
Το ότι ο Κορδάτος κάνει λάθη, και μερικές φορές το παρακάνει, δεν χωράει αμφιβολία. Τα λάθη του είναι μάλιστα ασυνέπειες σ' αυτή την ίδια τη μέθοδο που προτείνει. Ενώ κάνει λεπτές διακρίσεις και εμβαθύνει σε κάποια ζητήματα, σε κάποια άλλα τα “ισοπεδώνει”. Ενώ επιμένει στη συγκεκριμένη σε τόπο και σε χώρο εξέταση, κάπου αλλού, την απεμπολεί και έτσι προσπαθεί να “στριμώξει” τα πάντα μέσα στο σχήμα “αντιδραστική φεουδαρχία- επαναστατική αστική τάξη”, κατατάσσοντας “μοιραία” τον Κολοκοτρώνη στην αντίδραση. Από την άλλη, από τότε ακόμη είναι σε θέση να διακρίνει τη διαφορά της φεουδαρχίας στο Βυζάντιο και τη Δύση, χωρίς όμως να μπορεί να διακρίνει την ανισοκατανομή της μέσα στο ίδιο το Βυζάντιο.
Ή, άλλο παράδειγμα, στη θυελλώδη του επαναστατική έξαρση, που όμως είναι για λογαριασμό της αστικής τάξης, “ισοπεδώνει” πολλά στοιχεία των Κοινών και του αυτοδιοίκητου των Ελλήνων, κατατάσσοντάς το, επίσης στους θεσμούς της φεουδαρχίας, χωρίς να διακρίνει ότι ήταν ένα αντίβαρό της, το οποίο, εξετράπη και εκφυλίστηκε στο τέλος της τουρκοκρατίας. Της τουρκοκρατίας που στο κάτω-κάτω δεν ήταν, όπως δεν ήταν και η φεουδαρχία, ισοκατανεμημένη ούτε στον χώρο ούτε στον χρόνο.
Η αβανιά στέκει σε δυο ποδάρια
Η αβανιά, η συκοφαντία για την τάχα συκοφαντία όμως, έχει δυο ποδάρια. Το ένα το περιγράψαμε παραπάνω. Το άλλο είναι η λέξη που χρησιμοποιείται. Το επίθετο που προσδιορίζει τον χαρακτήρα. Αντί του “κοινωνικού” που χρησιμοποιεί ο Κορδάτος, χρησιμοποιείται το “ταξικό”. Τυχαίο; Κάθε άλλο, θα έλεγα.
Δεν είναι τυχαίο γιατί πρώτα-πρώτα επαναλαμβάνεται από διάφορους. Όχι μόνο τυχαίο δεν θα έλεγα ότι είναι αλλά και ότι πρόκειται για “γραμμή”, για ντιρεκτίβα. Πώς τους ήρθε και όλοι αναφέρονται στον Κορδάτο και μάλιστα με τους ίδιους όρους; Έγιναν τάχα τα κείμενά του τα πλέον διαδεδομένα στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό ή τάχα ο ελληνικός λαός υιοθέτησε τις “ταξικές” του απόψεις; Ο ίδιος ο Μελετόπουλος μάς λέει ότι τα γκάλοπ δείχνουν το αντίθετο. Κι αν κυβερνάνε κάποιοι με τα γκάλοπ γιατί να μη φιλοσοφούν επί της Ιστορίας κάποιοι άλλοι με γκάλοπ;
Ο όρος “ταξικός χαρακτήρας” δεν χρησιμοποιείται τυχαία. Χρησιμοποιείται ακριβώς για να γίνει η σύνδεση στο μυαλό του λαού με εκείνους που προτάσσουν το ταξικό παντού και πάντα. “Εκείνοι”, είναι ένα κομμάτι της Αριστεράς, ο “από μηχανής θεός” όλων αυτών των αντιπάλων της, που προθύμως “κρατάει το στηλιάρι από το άλλο άκρο του”, ή, για να το πούμε αλλιώς, αποτελεί τον συμπαίκτη τους στο τερέν. Εκείνοι είναι το “πινγκ” και οι άλλοι είναι το “πονγκ”. Και οι δύο μαζί μας παίζουνε “πινγκ-πονγκ” το “ταξικό με το εθνικό”.
Σε τι διαφέρουν; Μα στη πλευρά του τερέν. Στα σετ, βέβαια, την αλλάζουν κι αυτή. Διαφέρουν όπως οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Διαφέρουν όπως το εκμαγείο και η μήτρα του.
Είπε ο Κορδάτος για κοινωνικό, λένε αυτοί ότι είπε για ταξικό. Τι καταλαβαίνει κάποιος αν δεν έχει εντεταμένη την προσοχή του; Του αφήνεται το περιθώριο να σκεφτεί ότι σε όλη του την ανάλυση ο Κορδάτος μιλάει, υπερασπίζεται και εκθειάζει την “επαναστατική αστική τάξη”, στην οποία, τότε στην άνοδό της, οι μαρξιστές αναγνωρίζουν προοδευτικό και άκρως θετικό ρόλο στην διαμόρφωση της τύχης των λαών; Ή νομίζει ότι ο κομμουνιστής Κορδάτος μιλώντας για το ταξικό εννοεί το προλεταριάτο; Τι λένε τα γκάλοπ επί του θέματος;
Το κοινωνικό του εθνικού
Ας τα πάρουμε όμως με τη σειρά.
Γιατί η κοινωνική σημασία μιας επανάστασης, εν προκειμένω της Ελληνικής Επανάστασης, είναι συκοφαντία όπως συκοφαντικά ισχυρίζεται ο Μελετόπουλος;
Υπάρχει κάποια πολιτική πράξη, η οποιαδήποτε, με εσωτερικό ή εξωτερικό κίνητρο και στόχευση, που να μην έχει κοινωνική διάσταση;
Τι είναι το έθνος που αντιπαρατίθεται εξ ορισμού στην κοινωνία;
Τι είναι η κοινωνία που αντιπαρατίθεται εξ ορισμού στο έθνος;
Τι να το κάνουμε το έθνος αν δεν προτείνει μια ανθρώπινη κοινωνία;
Τι κοινωνία είναι αυτή και πόσο καλή μπορεί να είναι αν δεν απευθύνεται και δεν υποδέχεται το έθνος;
Όλοι αυτοί που κάνανε την επανάσταση, κι εκεί συμφωνούμε ότι προέρχονται απ' όλες τις τάξεις, δεν είχαν στο μυαλό τους τη βελτίωση της κοινωνίας;
Μια ελεύθερη Ελλάδα, ανεξάρτητα πώς την επιδιώκει ο καθένας και πως την φαντάζεται, δεν είναι εξ ορισμού μια καλύτερη κοινωνία από την τουρκική;
Το ίδιο το σύνθημα της Επανάστασης, “ελευθερία ή θάνατος”, δεν ιδρύει αυτοστιγμεί μιαν άλλη κοινωνική αντίληψη και ταυτόχρονα ένα άλλο “έθνος”, εκείνο των “εταίρων” που προτιμούν “μιας ώρας ελεύθερη ζωή” από “σαράντα χρόνους σκλαβιά και φυλακή”;
Τι είναι η πατρίδα μας;
Μην είναι ένα αφηρημένο χρέος στους ενδόξους προγόνους μας που οφείλουμε να ξοφλήσουμε, γενικώς και αορίστως, χωρίς να εγκαθιδρύσουμε ένα άλλο πολίτευμα, μια άλλη πόλη;
Υπάρχει κάποιος επαναστάτης, όπου γης, αρχής γενομένης από την Αϊτή των σκλάβων, που μας αναγνώρισε ως κράτος πρώτη, που να μην συνδέει την απελευθέρωση με μια καλύτερη κοινωνία;
Τα συντάγματα, που ψηφίζουν οι Συνελεύσεις, οι ίδιες οι πρωτόλειες επαναστατικές διακηρύξεις, δεν στοχεύουν σε μια άλλη κοινωνία, η οποία μάλιστα θα τους χωράει όλους, αφού όλοι αποτελούν το έθνος;
Φτάνουμε μέχρι να χαρακτηρίσουμε την Επανάσταση “θρησκευτική” αλλά θεωρούμε συκοφαντία να της αναγνωρίσουμε κοινωνική διάσταση;
Αλήθεια, τι λένε τα συντάγματα που εκκινούν μάλιστα από την Αγία Τριάδα, για τις άλλες θρησκείες; Μπορεί να δεχτεί η ΕλληνοΟρθόδοξη Εκκλησία ότι είναι κάτι σαν το Ισλάμ και κάνει επαναστάσεις για να επιβληθεί; Μπορεί να επιβληθεί ο χριστιανισμός με επανάσταση; Χαμένος πήγε ο Ιησούς που κάθισε και σταυρώθηκε και δεν είπε και στους άλλους αποστόλους να τραβήξουν τη μάχαιρά τους μαζί με τον Πέτρο εκείνο το βράδυ στο όρος των Ελαιών; Ή μήπως εκεί ο Μελετόπουλος συμφωνεί με τον Κορδάτο, ο οποίος, σε ένα άλλο έργο του (Ιησούς Χριστός και Χριστιανισμός) ισχυρίζεται ότι ο Ναζωραίος ήταν κοινωνικός επαναστάτης και ετοίμαζε ένοπλη εξέγερση; Όταν δεν έχει καταχωρηθεί στην Ιστορία η Μουλβία Γέφυρα ως “θρησκευτική επανάσταση”, θα καταχωρήσουμε την Επαναστάστη του 21 ως τέτοια; Θα ανακηρύξουμε και αγίους τους αγωνιστές; Τελικά, θα καταντήσουμε τον χριστιανισμό “εθνική θρησκεία”, για να έχουν οι εθνικιστές την “άνωθεν βοήθεια”; Η έκπτωση του οικουμενικού χριστιανισμού της Ανατολής και της Ορθοδοξίας σε εθνική ιδεολογία είναι ή δεν είναι αίρεση; Είναι ή δεν είναι καπηλεία; Είναι ή δεν μηδενισμός, ο οποίος, θρέφει ευθέως αναλόγως τον εθνομηδενισμό; Γίνεται ή δεν γίνεται κάποιος στρατολόγος του εθνομηδενισμού όταν επιχειρεί να καπηλευτεί έτσι εθνικά στοιχεία; Είναι ή δεν είναι η εθνοκαπηλεία, εν τέλει, ΤΑΞΙΚΗ και ταξικότατη πολιτική;
Το εθνικό του κοινωνικού
Ας πάμε τώρα, όμως, στην άλλη πλευρά του τερέν.
Υπάρχει επανάσταση, όπου γης, που λύνει κοινωνικά ζητήματα και δεν έχει εθνικές διαστάσεις;
Ακόμα και η “λιτή” και “ψιλή” επανάσταση του Σπάρτακου, είχε και κοινωνική είχε και ένα είδος εθνικής διάστασης. Ήθελαν, με πρώτο τον Σπάρτακο, να γυρίσουν στις πατρίδες τους, στα τότε έθνη, εκεί δηλαδή που ο Κοινός Λόγος είναι και δικός τους λόγος, και τους κάνει να νιώθουν ως να έχουν δική τους θέληση και σκέψη.
Ποια αμιγής κοινωνική επανάσταση από τις τρεις που αναφέρει ο Κορδάτος, αλλά κι από εκείνες που μπορούμε να σκεφτούμε εμείς, δεν είχε εθνική διάσταση και μάλιστα άκρως σημαντική;
Δεν είχε η Κουβανέζικη, η Κινέζικη, η Βιετναμέζικη; η καθαρόαιμη Μπολσεβίκικη του Οκτώβρη;
Μπορεί να πει κανείς ότι, ακόμα και η Κομμούνα του Παρισιού στις 70 ημέρες της, δεν είχε εθνική διάσταση και μάλιστα τέτοια ώστε να είναι περήφανοι, σήμερα, όλοι οι Γάλλοι; Θα ήταν το Παρίσι η “πόλη του φωτός” αν δεν είχαν υπάρξει αυτές οι κοινωνικές εξεγέρσεις, οι επαναστατικές παραδόσεις του 18ου και 19ου αιώνα και η φωτεινή ουρά που άφησαν πίσω τους; Τι θα μπορούσε να θαυμάσει κανείς, σήμερα, από την Γαλλία αν είχε να επιδείξει μόνο το αποικιοκρατικό παρελθόν της;
Κατ' αναλογίαν και η Αγγλία. Ο Κρόμβελ ήταν μόνο ένας κοινωνικός μεταρρυθμιστής ή και ένας εθνικός; Μπορούσε η Αγγλία να γίνει κοσμοκράτειρα αν παρέμενε φεουδαρχική;
Το ταξικό του κοινωνικού
Όταν ένας λαός είναι σκλάβος ποιος υποφέρει περισσότερο; Οι πολλοί ή οι λίγοι;
Ποιοι είναι οι λίγοι και ποιοι είναι οι πολλοί;
Οι πλούσιοι είναι λίγοι. Οι φτωχοί είναι πολλοί. Πόσοι από τους πλούσιους υποφέρουν περισσότερο στη σκλαβιά; Οι λιγότεροι ή οι περισσότεροι; Πόσοι από τους φτωχούς υποφέρουν περισσότερο; Οι λιγότεροι ή οι περισσότεροι;
Ποιοι έχουν μεγαλύτερο ΚΙΝΗΤΡΟ να αγωνιστούν και να θυσιαστούν; Εκείνοι που μπορούν να γλιτώσουν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο ή εκείνοι που βρίσκονται στην πιο δεινή θέση; Τι μάς λέει ο Θούριος επ' αυτού; Γιατί αφιερώνει στίχους για να δείξει ότι όπου κι αν είσαι, ότι αξίωμα κι αν έχεις, αν δεν έχεις μια ελεύθερη πολιτεία δεν μπορείς να είσαι σίγουρος για τη ζωή σου; Μήπως ακριβώς γιατί αυτοί, οι αξιωματούχοι, οι οφικιάλοι, οι δραγουμάνοι, οι πασάδες, κλπ είναι πιο εύκολο να δελεαστούν και να συμβιβαστούν με τον δυνάστη;
Όταν ένας λαός είναι σκλάβος ποιος δίνει τα περισσότερα; Οι λίγοι πλούσιοι ή οι πολλοί φτωχοί;
Ποιος είναι περισσότερο ευάλωτος; Ο πλούσιος ή ο φτωχός; Και ποιος είναι ο λιγότερο τρωτός; Ο φτωχός ή ο πλούσιος; Το ότι κάποιοι πλούσιοι μπορούν να τα χάσουν όλα, ακριβώς όπως ο κάθε φτωχός, αναιρεί τον κανόνα; Ή τον επιβεβαιώνει ακριβώς γιατί, όταν ο πλούσιος τα χάσει όλα, θα τα χάσει γιατί αντιστάθηκε στον τύραννο και όχι γιατί τα βρήκε μαζί του και του παρείχε υπηρεσίες;
Και τι άλλο έχει να αρπάξει ο τύραννος από τα λίγα που έχει ο φτωχός, ώστε να μπορέσει τάχα κι αυτός να περισώσει κάτι;
Μπορούμε, μετά από όλα αυτά, να καταλήξουμε ότι, γενικά, οι φτωχότεροι, οι περισσότερο κοινωνικά αδικημένοι και δοκιμαζόμενοι είναι περισσότερο... επιρρεπείς στις επαναστατικές μεθόδους αφού δεν έχουν άλλα εργαλεία στα χέρια τους να προωθήσουν το ατομικό, το οικογενειακό ή το κοινοτικό τους συμφέρον;
Το κοινωνικό του ταξικού
Και πάλι ας αλλάξουμε πλευρά στο τερέν.
Υπάρχει περίπτωση να υπερασπιστεί κανείς τα ταξικά του συμφέροντα αν δεν έχει κοινωνικούς, ήγουν ταξικούς, συμμάχους;
Υπάρχει περίπτωση να επικρατήσει μια κοινωνική επανάσταση, ακόμα και μεταρρύθμιση, αν δεν συνεργαστούν πολλές κοινωνικές ομάδες (τάξεις) για την επιτυχία κάποιων σκοπών που είναι κοινοί, αφήνοντας στην άκρη τους σκοπούς εκείνους που δεν είναι κοινοί και προκαλούν αντιπαλότητες;
Είναι λογικό ότι μπροστά σε έναν πανίσχυρο αντίπαλο, οφείλουν, όλες οι κοινωνικές αυτές ομάδες, να συνασπίζονται για να τον εξουδετερώσουν;
Προάγει αυτό την κοινωνία ή την βλάπτει;
Η συνεργασία αυτή των τάξεων και μάλιστα όταν πρόκειται για την απελευθέρωση και την επανίδρυση της πατρίδας, μπορεί να έχει περιορισμούς; Οι πρωτεργάτες της επανάστασης θα αποκλείσουν εκείνους που δεν κάνουν ή οι ίδιοι, ο καθένας άνθρωπος και η κάθε μία ομάδα, θα αποφασίσει αν θα πρέπει να πάρει μέρος ή δεν θα πρέπει;
Όλοι όσοι συμμετέχουν στην επανάσταση, χάνουν τις άλλες ιδιότητές τους και τα συμφέροντα; Παύουν να είναι άνθρωποι και είναι νεφελώματα αγνώστου και απροσδιορίστου κοινωνικού φύλου; Οι τάξεις αυτοκαταργούνται όταν πρόκειται να εκτελέσουν την ύψιστη λειτουργία τους; Ή μήπως οι τάξεις δεν υπάρχουν τη χρονιά που ο Μαρξ γεννιέται και ανακαλύπτονται μετά, όταν 28ετής γράφει το Μανιφέστο;
Όταν μιλάει κανείς και ξαναμιλάει για τους εμφυλίους πολέμους της Επανάστασης, στην πραγματικότητα δεν μιλάει για την κοινωνική και, κατ' επέκτασιν, ταξική διάσταση της Επανάστασης; Ο Κολοκοτρώνης δεν είναι αυτός που σώζει τους προεστούς από τον λαό; Ο λαός με τον Οικονόμου δεν ξεσηκώνεται στην Ύδρα και εκβιάζει την επανάσταση; Οι δημοκρατικές Σπέτσες και τα αναλόγως δημοκρατικά Ψαρά δεν είναι πιο πρόθυμα στις κοινές ενέργειες από την απολυταρχική Ύδρα των Κουντουριωταίων;
Η ύπαρξη πολλών και διαφόρων προσώπων από όλες τις κοινωνικές ομάδες καθορίζει τον κοινωνικό ή τον εθνικό χαρακτήρα της επανάσταση; Στην κοινωνική Γαλλική επανάσταση δεν υπήρχαν ευγενείς και φεουδάρχες, προδότες της τάξης τους αλλά πατριώτες σε όλα τ' άλλα; Ή μήπως, όλες οι εθνικές επαναστάσεις και απελευθερωτικοί αγώνες δεν είχαν μια σημαντική κοινωνική ομάδα αντίπαλο και συνεργάτη των κατακτητών, κοινωνική ομάδα με δομή, ηγεσία και κοινωνική βάση (ένα κάποιο λαϊκό έρεισμα);
Τι απλοϊκή αντίληψη είναι αυτή για το έθνος, όταν λέμε ότι το εθνικό καθορίζεται από το πού πάνε οι πολλοί και όχι από την ίδια τη στρατηγική της επανάστασης;
Συνοψίζοντας τα θεωρητικά του χαρακτήρα των επαναστάσεων
Ο χαρακτήρας της επανάστασης (κάθε επανάστασης) καθορίζεται από τους εξής παράγοντες:
Από τις κινητήριες δυνάμεις της.. Ήτοι από τις κοινωνικές ομάδες που έχουν ζωτικά συμφέροντα να πάρουν μέρος. Επειδή οι κοινωνικές ομάδες δεν είναι οι ίδιες αλλά διαφέρουν σε πολλά, διαφορετική είναι και η επίδρασή τους, η προσφορά τους και οι αξιώσεις τους.
Από την κατεύθυνση της κύριας προσπάθειας, τον εχθρό που στοχεύουν και την καταστροφή και εξουδετέρωση του οποίου επιδιώκουν. Από την πολιτεία και το πολίτευμα που θα βάλουν στη θέση του αντιπάλου που θα εξουδετερώσουν.
Από τον διεθνή συσχετισμό των δυνάμεων και από τις γειτονικές χώρες και περιοχές με τις διεργασίες και τα κινήματα που λαμβάνουν εκεί χώρα.
Από τη φάση, ιστορική-κοινωνική-οικονομική, της τοπικής και της διεθνούς κοινωνικής εξέλιξης κατά τη στιγμή της επαναστατικής κρίσης.
Μερικά ακόμη ζητήματα
α) Σε πολλά πράγματα μπορεί να συμφωνήσει κανείς με τον Μ. Μελετόπουλο. Ένα είναι η θέση του για το Ναυαρίνο. Κι εκεί είναι που εντυπωσιάζεται κανείς. Ενώ κάνει μια τόσο λεπτομερή ανάλυση για τα συμφέροντα των Μεγάλων, πώς είναι δυνατόν να αρνείται την ύπαρξη της κοινωνικής διάστασης στην επανάσταση που εκείνοι με χίλιους τρόπους προσπαθούν να αποτρέψουν; Γιατί ο Μέτερνιχ μαίνεται; Γιατί το Λάυμπαχ ορίεται; Δεν είναι βαθύτεροι κοινωνικοί λόγοι; Εκείνη την χρονιά δεν είναι που έχουν συντρίψει την επανάσταση στη Νότια Ιταλία; Η ίδια η Ιερά Συμμαχία δεν είναι υπερεθνική ένωση κρατών για την προστασία των κοινωνικών τους καθεστώτων; Αυτός δεν είναι ο πυρήνας και της συμμαχίας τους έναντι του Ναπολέοντα που “εξαγάγει” το κοινωνικό καθεστώς της Γαλλικής Επανάστασης;
Δεν είναι πρόβλημα για έναν επιστήμονα, αλλά και έναν πατριώτη, εκείνο που αναγνωρίζει ο Μέτερνιχ, εκείνος να το αποσιωπά και να το συσκοτίζει νιώθοντας ντροπή;
Θα μπορούσε, επίσης, να συμφωνήσει κανείς στη θέση του για την αποτυχία του Ιμπραϊμ. Αν και δεν είναι αποτυχία “κατά κράτος”, όπως ισχυρίζεται -γιατί “ο Αράπης” κατάφερε τελικά να κρατήσει, και μάλιστα με τόσο οδυνηρό τρόπο για μας, την Αθήνα- γεγονός είναι ότι είχε τελματώσει, χάρη και στη δράση του στόλου μας που τον κρατούσε αποκλεισμένο, χωρίς εφεδρείες και εφόδια.
Και στο ότι οι Έλληνες δεν είναι αμελητέα ποσότητα διαχρονικά, μπορεί να συμφωνήσει κανείς.
Μπορεί όμως να μη συμφωνήσει κανείς και στο ότι υπάρχουν εξάρσεις και υφέσεις, ότι υπάρχουν άνοδοι και πτώσεις; Μπορεί κανείς να ισχυριστεί σήμερα, που Έλληνες υπέκυψαν σε μνημόνια και λοκντάουν, ότι λειτουργεί στον εγκέφαλό τους ο ίδιος “αλγόριθμος” της εποχής της Επανάστασης;
Καλό είναι να τονώνουμε την εθνική υπερηφάνεια και αυτοπεποίθηση αλλά ταυτόχρονα πρέπει να προσέχουμε από ντετερμινισμούς, αυτοματισμούς και τάχα προκαθορισμούς διάφορους. Γιατί έτσι, δεχόμενοι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, την ναρκισσιστική εικόνα του “περιούσιου έθνους”, χάνουμε σε προσπάθεια κι αγώνα ενάντια στον κακό μας εαυτό. Χάνουμε χρόνο στον “καθρέφτη” και όχι στο στίβο.
[Στα “φονικά μυστήρια της κυρίας Φύσερ” εικονογραφείται ο Έλληνας της Αυστραλίας του Μεσοπολέμου, να χάνει χρόνο θαυμάζοντας το μυικό του σύστημα στον καθρέφτη ενώ η γοητευτική και χειραφετημένη κυρία Φύσερ έχοντας υποκύψει στο κάλλος του, τον περιμένει στο κρεβάτι].
β) Ακριβώς επειδή μπορεί κανείς να συμφωνήσει σε πολλά ωραία που λέγονται και αναλύονται, η αντιπαράθεση του “εθνικού” στο “κοινωνικό” συνιστά “την κουταλιά κατράμι” που αρκεί να καταστρέψει την καρδάρα με το γάλα. Ας μη ξεχνάμε ότι η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία καταστράφηκε γιατί παραμέλησε αυτή ακριβώς της λειτουργία. Συγκεκριμένα, το ελληνικό έθνος που ηγούνταν στον συνασπισμό των εθνών που την απάρτιζαν, την παραμέλησε με δύο τρόπους: και προς τα μέσα και προς τα έξω. Αφ' ενός μεν επέτρεψε στους Δυνατούς να γίνουν δυνατότεροι, να αυτονομηθούν περισσότερο και να εγκυστωθούν στα ίδια συμφέροντα, αφήνοντάς τον λαό στην απόλυτη φτώχεια και δυστυχία, τόσο που να λέει “οτιδήποτε άλλο θα είναι καλύτερο”. Αφ' ετέρου δε, υπέστρεψε και αυτοπεριορίστηκε στον εαυτό του, παραμέλησε τα ηγετικά του καθήκοντα προς τα άλλα έθνη και τις εθνότητες που εκκαμινεύονταν στο καμίνι της ιστορίας, είδε την δική του σωτηρία μόνο στη δική του αυτοεπιβεβαίωση και όχι στην αυτοεπιβεβαίωση μέσω της αυθυπέρβασης, σε μια ευρεία συμμαχία εθνών που αντιτίθονταν στην ασιατική απρόσωπη πυραμιδική δεσποτεία.
γ) Τόσο πολύ τους έχει γοητεύσει όλους η αλγοριθμική σκέψη που κοτσάρουν έναν αλγόριθμο παντού. Έχουν, λέει, οι Έλληνες έναν αλγόριθμο στον εγκέφαλό τους που τους κάνει φονείς γιγάντων(!)
Εγώ καταλαβαίνω ότι γοητεύονται επειδή ο αλγόριθμος είναι ακριβής και καθορίζει με αυστηρότητα μια σειρά προκαθορισμένες, από κάποιον άλλον, ενέργειες που οδηγούν, μαθηματικά, σε ένα στάνταρ και ακριβές αποτέλεσμα.
Εκείνοι καταλαβαίνουν ότι αυτό ακριβώς ταιριάζει στον βορειοευρωπαϊκό εγκέφαλο, αλλά τα άλλα στοιχεία του αλγόριθμου, ο προκαθορισμός από αλλού και η ακρίβεια που είναι αφαιρετική, ανύπαρκτη στην ουσία της και πάντα “κατ' οικονομίαν”, δεν ταιριάζουν στον εγκέφαλο του Έλληνα; Κατανοούν ότι ακριβώς αυτό είναι που σώζει και προάγει τον Έλληνα αλλά και αυτό που τον καταβαραθρώνει γιατί δεν έχει “που να πιαστεί” στην προκρούστεια και όλο και περισσότερο αλγοριθμική και γραμμική οργάνωση της ευρωπαϊκής κοινωνίας;
δ) Αναζητώντας τις αιτίες, ο Μ. Μελετόπουλος, φτάνει στην εγκατάλειψη των ανθρωπιστικών σπουδών. Και απ' αυτές, με ένα μικρό πηδηματάκι, περιορίζεται στη γλώσσα. Χωρίς να διαφωνώ για την αξία τους αλλά και χωρίς να αρκούμαι σ' αυτή, ρωτώ: είναι λίγοι οι μηδενιστές, κι όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά ανά τον κόσμο, με φοβερές ανθρωπιστικές σπουδές; Ή μήπως η εγκατάλειψη των ανθρωπιστικών σπουδών δεν πραγματοποιείται από εκείνους τους ίδιους που σπούδασαν αυτές τις σπουδές; Ή μήπως δεν είναι εγκατάλειψη του ανθρωπιστικού πεδίου όταν κάποιος για να διατυπώσει τον ανθρωπιστικό του λόγο καταφεύγει στους αλγόριθμους και σε διάφορες απλουστεύσεις τέτοιες;
Ναι, η γλώσσα είναι σπουδαία, αλλά πώς φτιάχνεται και ποιο είναι το υποκείμενό της; Αν η γλώσσα είναι ο αμύθητος θησαυρός, το υποκείμενο που τη διασώζει και την αναπαράγει, τότε τι είναι; Είναι ή δεν είναι η κοινωνία, με την πολυποικιλότητά της, με τις αντιθέσεις, με τις τάξεις και τις διαστρωματώσεις της, με την πάλη και την ενότητα των αντιθέτων, με την διαρκή κίνηση, με τους εναλλασσόμενους τρόπους ύπαρξης, με τις πτώσεις της και τις εξάρσεις, εκείνη που τη δημιουργεί και επομένως απαιτεί την προσοχή μας και την δημιουργική σχέση μαζί της;