Στην προηγούμενη ανάρτησή μας, παρουσιάσαμε και σχολιάσαμε την ουσία των δύο επιστολών του ΕΛΑΣ προς τον μητροπολίτη Ναυπάκου, από τον οποίο ζητούσαν την έγκριση της αλλαγής του ηγουμένου της Μονής Προυσού και την αποκατάσταση του Γερμανού.
Δεν ασχοληθήκαμε όμως καθόλου με μια άλλη πτυχή την οποία βρίσκει μπροστά του ο ερευνητής όταν διαβάζει τα σχετικά κείμενα.
Μπορεί, πχ, ο Νικηφόρος ή ο Λάγδας να αναφέρουν το πέρασμα του Άρη από τον Προυσό τις μέρες αυτές, ο Χαριτόπουλος όμως ή ο Περικλής δεν την αναφέρουν καθόλου.
Δεν είμαι εγώ ο κατάλληλος για να τοποθετηθώ για το ακριβές δρομολόγιο του Άρη ή για την αιτία της παράληψης του γεγονότος από το ένα ή το άλλο κείμενο.
Εδώ θα κάνω λόγο μόνο για ό,τι σχετίζεται με τα δύο γράμματα στον μητροπολίτη Ναυπάκτου.
Ξέρουμε ότι το ένα το 'γραψε και το υπέγραψε ο Άρης αμέσως, με την αλλαγή του ηγουμένου.
Ξέρουμε ότι υπάρχει και δεύτερο, προς ενίσχυση του πρώτου, επειδή ο μητροπολίτης καθυστερεί να απαντήσει.
Το ότι και το δεύτερο έχει την ίδια ημερομηνία με το πρώτο, δεν το αξιολογώ ως σημαντικό. Ούτε είναι δυνατόν να γράψανε ταυτόχρονα δύο γράμματα, με το ένα να χρησιμοποιηθεί σε περίπτωση καθυστέρησης, ούτε είναι δυνατόν, αν γράψανε δύο γράμματα, για να σταλούν ο ένα μετά το άλλο, να βάλανε ίδια ημερομηνία. Θα έβαζαν μια κατοπινή, "μεθαυρινή", αφού ο δεύτερο γράμμα κάνει λόγο για "προχθεσινή" επιστολή που ενεχειριάστηκε στον αντικατασταθέντα ηγούμενο.
Σίγουρο είναι επίσης ότι, α) ο Άρης δεν έμεινε μέρες στον Προυσό και β) βρέθηκε στη Λάσπη (Άη Νικόλα) όπου συναντήθηκε με την νομαρχιακή επιτροπή του ΕΑΜ Ευρυτανίας.
Εδώ ακριβώς ταιριάζει μια τοποθέτηση που έκανε ο Περικλής- Γιώργος Χουλιάρας, σε συνέδριο για την Αντίσταση στην Ευρυτανία και πολύ σωστά αξιοποιεί ο Ζαχαρίας Ζηνέλης στο βιβλίο του Η δεκαετία του Σαράντα στην Καστανιά και τα γύρω χωριά, 2016.
Φαίνεται, δηλαδή, ότι ο ηγούμενος Γερμανός, πήγε στη Λάσπη όπου ξανασυνάντησε τον Άρη και ο Άρης έβαλε τον Περικλή να γράψει τη δεύτερη επιστολή, καθισμένος τον έλατο τον κομμένο με την πριόνα. Εκεί, κατά την σύνταξη της επιστολής, και συμβουλευόμενος προφανώς την προηγούμενη, ο Περικλής, που δεν έδινε και μεγάλη σημασία στη γραφειοκρατία, αντέγραψε τον τόπο και την ημερομηνία χωρίς δεύτερη σκέψη.
Όταν βρεθούν και δημοσιευτούν τα πρωτότυπα κείμενα, θα μπορέσουμε, με τη σύγκριση των γραφικών χαρακτήρων, να επαληθεύσουμε ή να απορρίψουμε την ενισχυμένη με την μαρτυρία του ίδιου εικασία ότι το δεύτερο γράμμα είναι γραμμένο από τον πραγματικά μεγάλο "οπλαρχηγό" και πολέμαρχο, τον Γιώργο Χουλιάρα-Περικλή!